Pan Pan (Παναγιώτης Πανταζής)

Η τέχνη είναι ένα δοχείο στο οποίο το κοινό βάζει τα δικά του πράγματα και την κάνει δική του

Ιστορίες από και για τις Φαντασμαγορίες

Μια επανακυκλοφορία και μια αφορμή για επανεκτίμηση ενός παρελθόντος, για κύκλους (ή μήπως σπείρες;) που κλείνουν και ανοίγουν διαρκώς. Της Μαριάννας Βασιλείου

Συνηθίζω τα τελευταία χρόνια να λέω πολύ σοβαρά ότι “όλο μου το παν το έχει πει ο Pan Pan”. Εκτιμώ ότι ο λόγος για αυτό είναι το ότι πρόκειται για μια φωνή που εκφράζει βιώματα όλων των ανθρώπων που βρίσκονται στο ίδιο ηλικιακό φάσμα στη δεδομένη χρονική στιγμή στη χώρα αυτή και που μοιράζονται τον ίδιο αξιακό και ηθικό κώδικα. Η επανακυκλοφορία σε box set βινυλίου των τριών “Φαντασμαγοριών” - μιας τριλογίας που ενύλωσε μέχρι κεραίας το zeitgeist της τελευταίας πενταετίας - και των συναυλιών που θα ξεκινήσουν οσονούπω για να σηματοδοτηθεί το κλείσιμο αυτού του κύκλου ήταν η τέλεια αφορμή για να μιλήσω μαζί του. Η κουβέντα μας κράτησε τρεισήμισυ ώρες (κυριολεκτικά - η αρχική απομαγνητοφώνησή της έπιασε τριάντα σελίδες!), μιλήσαμε και μοιραστήκαμε πολλά πράγματα με αφορμή τις τρεις “Φαντασμαγορίες” και το απόσταγμά της είναι όσα θα διαβάσετε στη συνέχεια. Στη διάρκεια όλης αυτής της κουβέντας, ένιωθα ότι μιλάω με έναν φίλο μου. Τον ευχαριστώ για αυτό.

 ΦΑΝΤΑΣΜΑΓΟΡΙΑ ΕΝΑ (2020) - λίγα εισαγωγικά

Πρώτα ξεκίνησα να γράφω τα τραγούδια που έμελλε να γίνουν η “Φαντασμαγορία Ένα”, χωρίς να ξέρω αν θα είναι με ελληνικό στίχο ή αν θα αφορούν τον χαρακτήρα με το όνομα “Φάντασμα Αγόρι” ή αν θα οδηγούσαν στην τριλογία. Σε ένα ξέσπασμα δημιουργικότητας, μετά από ένα μεγάλο διάστημα χωρίς να έχω γράψει καινούρια μουσική ή να έχω παίξει ζωντανά και μέσα στην πρώτη καραντίνα που πρακτικά βρέθηκα χωρίς δουλειά στη ζωή μου και με πάρα πολύ ελεύθερο χρόνο, ένιωσα την ανάγκη να κάνω ξανά μουσική και βρέθηκα να έχω γράψει κάπου είκοσι μουσικές μέσα σε λίγες μέρες! Δεν υπήρχε κάποιος συγκεκριμένος στόχος ή κάποια συγκεκριμένη αφορμή, όσο κι αν ξέρω για ποιο λόγο έγραψα κάθε κομμάτι - απλά έβγαινε κάτι κλεισμένο μέσα μου προς τα έξω με έναν πολύ αυτόματο τρόπο. Από αυτές διάλεξα τέσσερις-πέντε που μου άρεσαν περισσότερο και άρχισα να τους βάζω στίχους στα ελληνικά, καθώς αισθανόμουν μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και άνεση γράφοντας τα συγκεκριμένα κομμάτια, που έτσι κι αλλιώς με εξέφραζαν πολύ περισσότερο από ότι στο παρελθόν. Στον αγγλικό στίχο δεν έχω πλέον λόγο να γυρίσω - εκτός κι αν μου βγει στο μέλλον - καθώς στα ελληνικά είναι πιο εύκολο να επικοινωνήσω αυτά που θέλω σε τρίτα άτομα και να πάρω κι εγώ κάτι πίσω από όλη αυτή την επικοινωνία με τα άτομα αυτά. Συνειδητοποίησα λοιπόν στην πορεία ότι όλα όσα έγραφα αντανακλώνταν σε μια συγκεκριμένη περίοδο της ζωής μου, αυτήν λίγο πριν γίνω ζευγάρι με τη σύντροφό μου. Αισθάνθηκα λοιπόν την επιθυμία να μιλήσω για τον άνθρωπο που ήμουν τότε, έχοντας βέβαια την ασφάλεια του σήμερα, που ξέρω ότι η ιστορία αυτή συνεχίζεται. Τα γεγονότα δεν ανταποκρίνονται βέβαια πλήρως στην πραγματικότητα και δεν είναι εντελώς αυτοβιογραφικά, αλλά με αφορμή και έμπνευση από αυτά ξεκίνησα να γράφω την ιστορία του χαρακτήρα με το όνομα “Φάντασμα Αγορι”, μιας δραματοποιημένης εκδοχής εμού εκείνη την περίοδο της ζωής μου.

 Ένας Αόρατος Θρόνος

(Για να κάθεται άνετα/Το κορίτσι που βλέπει/Το αγόρι φάντασμα)

Η Φαντασμαγορία Ένα ξεκινάει με το “Ένας Αόρατος Θρόνος” που μιλάει λες και δυο άνθρωποι είναι μαζί - το κομμάτι όμως τελειώνει με ένα ξυπνητήρι που ξυπνάει το Φάντασμα Αγόρι, συνειδητοποιεί ότι αυτό ήταν ένα όνειρο και στα υπόλοιπα έξι κομμάτια είναι μόνος και πονεμένος με καρδιά σπασμένη. Αυτό το κομμάτι είναι το μοναδικό του δίσκου που είχε γραφεί πιο παλιά από τα υπόλοιπα έξι, δυο βδομάδες από όταν τα είχα φτιάξει με τη σύντροφό μου συγκεκριμένα, σε φάση που μετά από καιρό ένιωθα σταθερότητα και ενθουσιασμό στη ζωή μου. Μάλιστα τότε που δεν ένιωθα άνετα να κάνω ελληνόφωνη ποπ, ήθελα να κάνω ένα τέτοιο πρότζεκτ με το λογοπαίγνιο “Φάντασμα Αγόρι”, που δεν θα μάθαινε ποτέ κανένας το ποιός θα ήταν πίσω από αυτό - αλλά δεν το προχώρησα μετά από αυτό το κομμάτι. Επομένως ένα παλιό κομμάτι χρησιμοποιείται ως εισαγωγή στο δίσκο, χωρίς να αντικατοπτρίζει τον πραγματικό χρόνο του υπολοίπου άλμπουμ, που είναι ένα όνειρο που δεν συμβαίνει στα αλήθεια. Εξ ου και ήθελα όλο το άλμπουμ και να κρατάει το ίδιο και όσα περιγράφει να κρατάνε σε είκοσι συμπυκνωμένα λεπτά ενός ανθρώπου που κυριολεκτικά ξυπνάει τα χαράματα από ένα όνειρο στο οποίο είναι πλήρης και χαρούμενος, συνειδητοποιεί ότι αυτό δεν ισχύει και περνάει το υπόλοιπο εικοσάλεπτο στην ωραία υπνωτική φάση μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, μεταξύ ονείρου και επιθυμίας, στην οποία όμως κάτι τον τραβάει πίσω. Κι αυτό είναι κάτι που προσπάθησα να το αγγίξω στο σύνολο αυτού του άλμπουμ.

 Πλαστελίνη (με την Καλλιόπη Μητροπούλου, τη Φωτεινή Κορρέ, ΤΑ ΟΧΙ ΚΑΙ ΤΑ ΝΑΙ ΜΟΥ)

(Ξύπνα στη μέση της νύχτας… Πάρε και μια σοκολάτα…. Ξύπνα και άκου το beat)

Αυτό που μου λες τώρα, με αφορμή τη σοκολάτα εδώ και τα μπισκότα Μιράντα στο “Ταξιδεύω Στα Αστέρια”, ότι δηλαδή τα τραγούδια μου έχουν πολύ έντονη αναφορά στις πέντε αισθήσεις γενικά δεν το είχα σκεφτεί, το συνειδητοποιώ τώρα που το συζητάμε και μου αρέσει πολύ. Όντως το κάνω, ίσως επειδή προσπαθώ να βγάλω προς τα έξω την εικόνα που έχω στο μυαλό μου, την οποία την νιώθω και την αντιλαμβάνομαι πλήρη με όλες τις αισθήσεις μου, οπότε σίγουρα θα βγει και σε ό, τι δημιουργώ. Το κάνω και στα κόμικς μου, σκέφτομαι την Εμινέ Χανούμ του “Καπετάν Μιχάλη” που την περιγράφει ο Καζαντζάκης να κυκλοφορεί αρωματισμένη κι εγώ την έχω σχεδιάσει μέσα σε ένα σύννεφο από πατσουλί. Αν αποφασίσεις κάτι να το περιγράψεις, κάποιοι άνθρωποι θα τον καταλάβουν τον τρόπο σου!

 Δορυφόροι

(Και εγώ 11 έτη φωτός/Μακριά απ′ τον πλανήτη που φυτρώνει/Η ζωή που μου ταιριάζει εντελώς)

Οι δορυφόροι είναι ένα στοιχεία που το χρησιμοποιώ και σε άλλα κομμάτια, γιατί μου αρέσει πάρα πολύ και με γαληνεύει εξίσου πάρα πολύ η συνειδητοποίηση και η αίσθηση του πόσο μικροί και μικρές είμαστε μέσα στην απεραντοσύνη του σύμπαντος. Αυτή η συνειδητοποίηση που βίωσα σε κάποιες - όχι απαραίτητα οριακές - στιγμές της ζωής μου με έφερε όσο πιο κοντά γίνεται σε ό, τι αποκαλούμε με τον ευρύ όρο “πνευματικότητα” και έκανε να νιώσω υπέροχα. Κι αυτό το κυνηγάω να το νιώσω μέσα από τα κομμάτια μου. Δεν χρησιμοποιώ τη λέξη “δορυφόροι” με την έννοια της περιστροφής γύρω από ένα σταθερό κέντρο, αλλά περισσότερο με την έννοια του ότι εμείς είμαστε μέρος του σύμπαντος και έξω και πέρα από αυτό υπάρχουν οι δορυφόροι που περιφέρονται κοντά στη Γη, όσο κι αν εμείς τους βλέπουμε σαν πυγολαμπίδες από την επιφάνειά της. Και αυτή η διαφορά κλίμακας και η αίσθηση του ότι δεν είμαστε τίποτα σε σχέση με το σύμπαν με συναρπάζει πάρα πολύ, με κάνει να νιώθω πολύ άνετα και όμορφα, παρέχοντάς μου μια θαλπωρή με την κοσμική έννοια και μια γαλήνη ως προς το φόβο του θανάτου που είναι κάτι που με απασχολεί και που προσπαθώ να τον διαχειριστώ στην ζωή και στην καθημερινότητά μου. Ευτυχώς και ακριβώς επειδή δεν είμαστε τίποτα, η ζωή θα συνεχίσει να υπάρχει και μετά από εμάς, χωρίς να μας δίνει σημασία. Για να γυρίσω στο κομμάτι, εγώ ήξερα το τέλος της ιστορίας που ήθελα να πω - ότι δηλαδή το Φάντασμα Αγόρι θα έβρισκε εν τέλει τη γαλήνη που έψαχνε, σε συντροφικό επίπεδο τουλάχιστον - και για να υπάρχει συνέπεια στην ιστορία, το τέλος ήταν κάτι που το προοικονομούσα από το πρώτο τραγούδι του δίσκου, όπου το παρουσίασα σαν όνειρο κι ας ήξερα ότι ήταν αλήθεια. Και η γαλήνη αυτή απέχει έντεκα έτη φωτός, μονάδα μέτρησης χορικής και όχι χρονικής απόστασης.

 Μείνε Σε Θέλω/Μήνες Σε Θέλω (με την Καλλιόπη Μητροπούλου)

(Αν ήσουνα δίπλα, δε θα 'παιζα νότα/Δε θα 'γραφα στίχο, μα πάλι φεύγεις)

Ήθελα να γράψω ένα καψουροτραγουδο, τόσο απλά και ξεκάθαρα! Ένα καψουροτράγουδο στη φάση που θες να ανοίξεις και να κατεβάσεις ένα μπουκάλι, να ανάψεις τσιγάρο και να το ζήσεις, ένα καψουροτράγουδο με όλα τα κλισέ του νταλκά μέσα, αλλά με ηλεκτρονική μουσική τύπου Burial! Σκέψου ότι οι κάλτσες που βγήκαν με αυτό το κομμάτι με την Ode To Socks  για του Αγίου Βαλεντίνου βγήκανε, που εμένα ως γιορτή μου αρέσει! Βέβαια με αυτό δεν θέλω να πω σε καμία περίπτωση να πω ότι πρέπει να βιώνουμε στεναχώρια και να υποφέρουμε για να δημιουργήσουμε, αυτό δεν ισχύει σε καμιά περίπτωση και δεν πρέπει να πέφτουμε σε αυτή την παγίδα όταν δημιουργούμε κάτι. Αυτό μου ξεκαθαρίστηκε από πολύ νωρίς στην ψυχοθεραπεία μου - οι δημιουργικοί άνθρωποι δεν χρειάζεται να δημιουργούν συνθήκες για να νιώσουν χάλια προκειμένου να δημιουργήσουν. Μπορούν να το κάνουν και χωρίς να είναι χάλια, μπορούν να δημιουργούν με το να είναι όπως είναι. Η έκφραση της επιθυμίας χωρίς σεμνοτυφία υπάρχει στο χώρο - χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το “Κοκτέηλ” της Nalyssa Green, που ήταν για μένα εφαλτήριο να κάνω κάτι ελληνόφωνο.

 Τι να σημαίνει;

(Όλες εκείνες οι φορές/Που τόσο ήθελα/Να με θέλεις πίσω/Τώρα είναι κάδρα/Σ’ ένα σπίτι που τουρίστες/Κοιτάζουν τ' αστέρια)

Γυρνάω πάλι στα αστέρια, που όμως εν προκειμένω είναι μεταφορικό: από τη μια το κορίτσι που είναι αστέρι στον ουρανό του Φαντάσματος Αγοριού και από την άλλη τα αστέρια που βάζουν οι τουρίστες στη μισή Αθήνα που έχει πλέον γίνει ένα Airbnb. Και αυτό τίποτα μαγικό δεν έχει, καθώς οι άνθρωποι που ζουν στην Αθήνα έχουν πλέον τεράστιο πρόβλημα με αυτό που έχει γίνει η πόλη. Δε λέω ότι πρέπει να γυρίσουμε στα χωριά μας, αλλα με κάποιον τρόπο πρέπει να την ξανακάνουμε ανθρώπινη πόλη. Δεν το χωράει το μυαλό μου ότι εγώ στα 27 μου που ήμουν ένας απλός freelancer κομιξάς χωρίς σταθερό μισθό με το που έβγαλα χρήματα μπόρεσα και νοίκιασα σπίτι στο Παγκράτι και τώρα για κάνεις το ίδιο πράγμα πρέπει να τα έχεις καταφέρει τρομερά καλά στη ζωή σου, γιατί όλα τα λεφτά σου πάνε στο ενοίκιο και μετά πρέπει να τρως αέρα - δεν το συζητάμε να έχεις και οικογένεια! Και πέρα από τα ενοίκια, οι δημόσιες συγκοινωνίες είναι διαλυμένες και αυτό σημαίνει επιπλέον κίνηση στο δρόμο - η οκτάωρη δουλειά γίνεται δεκάωρη με την κίνηση, και αυτό δεν είναι σχήμα λόγου! Αυτό που θα σου πω τώρα θέλω να το αναλύσω λίγο παραπάνω γιατί μπορεί να παρεξηγηθεί: τα μισά Εξάρχεια είναι Airbnb και τα άλλα μισά έχουν πουληθεί σε επενδυτές που θέλουν την golden visa και παραμένουν κλειστά, ενώ μέσα σε όλα αυτά προσπαθούν ταυτόχρονα να υπάρξουν άνθρωποι που θέλουν να αντισταθούν σε αυτό και να ζήσουν τη ζωή τους. Και το τελευταίο παρουσιάζεται ως κάτι που πρέπει να φύγει για να καθαρίσουν τα Εξάρχεια και να γίνει ο λόγος του Στρέφη οικόπεδο, με αποτέλεσμα για παράδειγμα να απαγορεύουν τη μουσική στα Εξάρχεια και οι διμοιρίες των ΜΑΤ να πετούν χημικά και δακρυγόνα στα δωδεκάχρονα! Το πρόβλημα της Αθήνας είναι τεράστιο και είναι παντού - κι όμως η Αθήνα είναι τόσο γοητευτική και ζωντανή μέσα στην κακασχήμια της. Κουβαλάει έναν παλμό και μια ζωντάνια, όπως κάθε πόλη που κουβαλάει μια ιστορία και στην οποία η ζωή ξεκινάει στις δέκα το βράδυ, όσο κλισέ κι αν είναι αυτό. Μόνο που αυτή η ζωντανή και πάλλουσα πόλη υπάρχει πλέον μόνο σε δίκτυα που ανασαίνουν κάτω από έναν μανδύα μιας δήθεν ευμάρειας, την ίδια ώρα που οι άνθρωποι δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα μετά τις 20 του μήνα. Είναι τραγελαφικό και δυστυχώς δεν έχω κάποια λύση να προτείνω, εκτός από το να αναγνωρίζω το πρόβλημα και να το συζητώ.

 Ούτε που θα θυμάσαι

(Κι όταν ξυπνάς δεν είσαι εσύ/Που ξύπνησες στο άρωμά της)

Αυτό είναι το προτελευταίο κομμάτι, πάμε προς το τέλος του δίσκου και επιστρέφουμε στην συνθήκη που το “Φάντασμα Αγόρι” είναι στο κρεβάτι του, μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, όταν έχει δει στον ύπνο του αυτό που θα ήθελε να συμβαίνει στην πραγματικότητα. Εδώ προσπαθούσα να βρω τρόπους για να περιγράψω τη σύγχυση που μπορεί να σου προξενήσει το να μην έχεις αυτό που θέλεις και το ξενέρωμα που τρως όταν συνειδητοποιείς ότι το πολύ ζωντανό όνειρο που είδες ήταν απλά και μόνο ένα όνειρο.

 Αυτό είναι

(Τυλίγεις το κορμί σου που θέλει να κάψει/Τα πλευρά σου και το στόμα σου/Και ψάχνεις ένα σώμα για τα δόντια σου)

Αυτό είναι σε συνέχεια του προηγούμενου κομματιού, απλά εδώ γίνεται πιο σωματικό: ψάχνεις ένα σώμα για να αγγίξεις τα δόντια σου, όχι κανιβαλιστικά, για να το νιώσεις.Είναι άλλο να λες “σε θέλω τόσο που θα σε φάω” και είναι άλλο να λες “θέλω να νιώσω το σώμα σου στα δόντια μου” - με το δεύτερο φτιάχνεις μια εικόνα επιθυμίας, και στο φάσμα της επιθυμίας επιτρέπονται τα πάντα, αρκεί να είναι συναινετικά. Εσένα μπορεί να σε τρόμαξε η εικόνα αυτή - και είναι αλήθεια ότι όταν ένα κομμάτι έχει μόνο επτά στίχους υπάρχει ο κίνδυνος κάποιος να καταλάβει με τη μία αυτό που θες να πεις και κάποιος να τρομάξει. Από την άλλη όμως, αν το αναλύσεις πολύ, υπάρχει και ο κίνδυνος να χαθεί η αμεσότητα και η ευστοχία του στίχου. Επιδιώκω δηλαδή να λέω πράγματα με λίγα λόγια αν το μπορώ, γιατί είναι πιο δυνατό και έχει μεγαλύτερο impact. Γενικά σε αυτό το άλμπουμ ήθελα να έχω στιγμές και λόγια που να επαναλαμβάνονται σαν μάντρα, το κάνω και στην “Πλαστελίνη” με τους οκτώ της στίχους, το κάνω κι εδώ που το λέω τέσσερις-πέντε φορές και η φωνή σιγά σιγά διαλύεται μέσα σε κάτι που είναι είτε επιστροφή στον ύπνο ή είσοδος στην πραγματικότητα. Αν ξέρω αν τελικά το “Φάντασμα Αγόρι” ξυπνάει ή ξανακοιμάται; Όταν γράφω έχω πάντα καταλήξει σε μια εικόνα στο μυαλό μου και μέσα μου ξέρω τι θέλω να πω, γιατί το αντίθετο δεν είναι τίμιο, είναι άδικο. Με όσο ασαφή τρόπο και να το κάνω, μέσα μου ξέρω τι θέλω να πω, όποιος και όποια το ακούει ας πάρει όπως θέλει. Αν γράψω κάτι ασαφές εκ του πονηρού για να πιάσω το κοινό, θα κάνω κάτι πολύ βαρετό, αν όμως γράψω κάτι ασαφές έχοντας στο μυαλό μου τι θέλω να πω, θα βγάλω κάτι ουσιαστικό. Δεν λέω ότι είναι σωστό ή λάθος αυτό, απλά μέσα μου έχω καταλήξει ότι αυτό είναι το τίμιο για μένα. Αυτό που έχω στο μυαλό μου ίσως να μην εκφράζεται ακριβώς με λόγια ή με εικόνες ή με ήχους, ωστόσο έχω μια αίσθηση και μια εικόνα που την κυνηγάω συνεχώς να την φέρω απέναντί μου και να τη βγάλω από μέσα μου. Μπορεί να το καταφέρω με έναν στίχο τόσο σαφή και κυριολεκτικό όπως το “ήταν απόγευμα στο αμάξι και ακούγαμε Pulp” που αντικατοπτρίζει 100% την πραγματικότητα ή με έναν στίχο πιο αφηρημένο και αόριστο όπως το “πώς ξεκουρδίζει κάθε αίσθηση ασφάλειας” - και τα δυο όμως είναι πολύ σαφή για μένα μέσα στο κεφάλι μου. Αλλά για κάθε άνθρωπο ακόμα και αυτό το σαφές μπορεί να είναι κάτι διαφορετικό, ο στίχος είναι απλά ένας φορέας που σημαίνει κάτι διαφορετικό για κάθε άνθρωπο. Οφείλω στον εαυτό μου και σε κάθε άτομο που με ακούσει να προσπαθήσω να εκφράσω και να αποτυπώσω την εικόνα που έχω μέσα στο κεφάλι μου. Εκείνο θα καταλάβει κάτι, μετά εγώ θα καταλάβω κάτι άλλο και όλοι και όλες θα κερδίσουμε κάτι, θα δώσουμε μια ερμηνεία σε ό, τι κάνουμε, όπως γίνεται και στη ζωή άλλωστε.

 ΦΑΝΤΑΣΜΑΓΟΡΙΑ ΔΥΟ (2021) - λίγα εισαγωγικά

Το “Φάντασμα Αγόρι” χάνεται στον ύπνο του μέχρι να ξυπνήσει κανονικά και να συνεχίσει τη μέρα του. Από εκεί λοιπόν πού η “Φαντασμαγορία Ένα” διαδραματίζεται στο εικοσάλεπτο που κρατάει το άλμπουμ, στη “Φαντασμαγορία Δυο” ζούμε μια μέρα από το πρωί που το “Φάντασμα Αγόρι” ξυπνά μέχρι το βράδυ που βγαίνει και ξεσαλώνει.

  Άσχημοι Ήχοι (με την Nalyssa Green)

(Άσχημοι ήχοι/Με βοηθούν να περιγράψω/Πόσο όμορφα νιώθω)

Το τραγούδι ξεκινάει με ένα σαμπλ του βουητού από το λεωφορείο 224 που ενώνει Πολύγωνο με Καισαριανή επί του δρόμου της Ευελπίδων. Συγκεκριμένα ηχογράφησα το τέλος της διαδρομής του και το “τσαφ” που κάνουν οι πόρτες και στο σημείο αυτό μπαίνουν οι στίχοι. Στην εισαγωγή του κομματιού χρησιμοποιώ έναν μη μουσικό ήχο, όπως κάποιος θα ενέτασσε ένα σόλο σαξόφωνο. Οι “Άσχημοι Ήχοι” είναι οι τυχαίοι ήχοι γύρω μας που για τους άλλους ανθρώπους είναι άσχημοι ή άτονοι ή μονότονοι ή και μη μουσικοί, αλλά που εγώ τους ακούω όλη μου τη ζωή και που προσπαθώ να τους χρησιμοποιώ στη μουσική μου. Μικρός το έκανα αυτό με ένα κασετοφωνάκι, τώρα το κάνω με το κινητό και έχω σε αυτό μια πολύ μεγάλη βιβλιοθήκη τυχαίων ήχων που θεωρώ ότι κάπου μπορώ να τους εντάξω. Ο ένας στους χίλιους καταλήγει σε μουσική βέβαια - κάπου θα τον χώσω, κάπως θα χτίσω πάνω του με στρώματα που ούτως ή άλλως μου αρέσουν πολύ. Βρίσκω πολύ μεγάλη απόλαυση στο να σκέφτομαι πώς ένας ήχος που άκουσα κάπου κάποτε θα μπορούσα να τον χρησιμοποιήσω στη μουσική μου και να τον φαντασιώνομαι ως μέρος ενός τραγουδιού, είτε ως beat είτε ως υφή είτε ως μελωδία μετά από πιτσάρισμα. Δεν φαντάζεσαι τι ωραία μελωδία μπορεί να σου βγάλει το τρίξιμο μιας πόρτας! Αυτό πηγάζει αφ’ ενός από τις σπουδές μου στην αρχιτεκτονική - το γράψιμο μουσικής είναι και αυτό σχεδιασμός - και αφ’ ετέρου από το γεγονός ότι ποτέ δεν ακούμε κάτι από μία μεμονωμένη πηγή, πάντα παρεμβάλλονται οι άπειροι ήχοι της πραγματικότητας γύρω μας. Η επιλογή της Nalyssa Green στη φωνή ήταν κάπως αυτόματη: όταν το έγραφα το άκουγα με τη φωνή της Nalyssa - και μου το επιβεβαίωσε αυτό και ο Years Of Youth όταν του το είπα. Σκέψου ότι στην ηχογράφηση δεν αλλάξαμε τίποτα, μόνο ένα ημιτόνιο ή έναν τόνο νομίζω!

  Αμόρσα (με την Katrinpi)

(Ακολουθώ την αμόρσα του κανένα/Για να φτάσω σε σένα)

Η αμόρσα είναι το πλάνο στο οποίο βλέπεις κάτι πάνω από τον ώμο και τα τρία τέταρτα κάποιου άλλου. Το ρεφρέν είναι μια φράση που την είχε γράψει σε μια ιστορία στο Instagram η Katrinpi, η φίλη μου η φωτογράφος που έχει φωτογραφήσει πολλές φορές και εμένα και τα Echo Tides. Μου άρεσε πολύ, τη ρώτησα τι είναι, μου είπε ότι είναι δικό της, της είπα ότι θέλω να το κάνω τραγούδι, μου είπε το “ναι” και της ζήτησα να το τραγουδήσει κιόλας, όπως και έγινε. Απο εκεί και πέρα, το “Φάντασμα Αγόρι” περιπλανιέται τη νύχτα και βάζω και τη φράση “ταξιδεύω στα αστέρια” για να υπάρξει και σύνδεση με το επόμενο κομμάτι. Μου αρέσει πολύ γενικά να πετάω φράσεις από κομμάτια μέσα σε άλλα κομμάτια, είναι ένα hip hop κατάλοιπο που ούτως ή άλλως έχει αυτοαναφορικότητα μέσα του. Εμένα μου αρέσει να δημιουργώ ένα σύμπαν μέσα στο ίδιο άλμπουμ, δημιουργώντας μικρά μικρά γαντζάκια εκεί μέσα. Είναι τέλειο που ο καθένας και η κάθεμια το πιάνει με προσωπικές αναφορές - εσένα σου θύμισε το σύμπαν του Στήβεν Κινγκ, εμένα το σαμπλάρισμα του hip hop, στο οποίο μπορείς να φτιάξεις ένα ολοκαίνουργιο τραγούδι με μια παλιότερη φράση από ένα άλλο τραγούδι. Φυσικά και αυτό δεν χρειάζεται να το πιάσεις για να λειτουργήσει, αλλά αν το πιάσεις σου δίνει μια έξτρα χαρά!

  Χτύπα με σαν ρεύμα στην πίστα (με την Melentini)

(Που θέλουν αγόρια/Που ήταν θέλαν κορίτσια/Που θέλαν αγόρια/Και θέλαν κορίτσια/Που δεν είναι αγόρια)

Εδώ έγινε κάτι αστείο - για κάποιον λόγο είχε γράψει το ρεφρέν για τη φωνή της Melentini και στην ηχογράφηση εκείνη θέλησε να πει το τρίτο μέρος, όπως και έγινε! Όπως και με κάθε άλλη τραγουδίστρια, την είχα φανταστεί σε ένα ποσοστό 70% να το λέει και της είχα δώσει πλήρη ελευθερία στην ερμηνεία - κι εκεί μπήκε η φωνή και η προσωπικότητά της και το αποτέλεσμα ήτα κάτι που δεν μπορούσα καν να το φανταστώ. Η κυκλοφορία του κομματιού σε σινγκλ με το δικό της το “Σεμπάστιαν” ήταν απλά μια ωραία χρονική συγκυρία. Σε αυτό το κομμάτι αλλάζω έναν στίχο στις συναυλίες και επίτρεψέ μου να επεκταθώ εδώ: το τρίτο μέρος είναι προφανής φόρος τιμής στο “Girls & Boys” των Blur, αλλά το “που ήταν κορίτσια” το άλλαξα και το έκανα “που θέλαν κορίτσια” γιατί είναι αναφορά στα τρανς άτομα, τα οποία ούτως ή άλλως θέλω να στηρίζω και να ενδυναμώνω, όπως και όλα τα άτομα που δεν έχουν τα προνόμια που έχω εγώ ως cis straight άντρας. Κάποια παιδιά μου επεσήμαναν ότι τα trans άτομα δεν ήταν κάτι άλλο και άλλαξαν - πάντα ήταν αυτό που είναι και ότι ο στίχος αυτός θα μπορούσε να είναι πληγωτικός. Παρά το γεγονός λοιπόν ότι, όπως προείπα, εγώ είχα κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό μου, από τη στιγμή που πείστηκα ότι αυτό μπορεί να πλήγωνε κάποια άτομα, θα ήταν απαράδεκτο εκ μέρους μου να απαιτήσω να δεχτούν το ότι όταν το έγραφα δεν ήταν πληγωτικό στο μυαλό μου και δεν είχα τέτοιο σκοπό! Δεν αρκεί η καλή πρόθεση, πρέπει να συνοδεύεται από έναν δυναμισμό και μια ενεργητικότητα: αν κάτι πληγώνει, πληγώνει και δεν χρειάζεται να το συζητάμε άλλο. Δεν υπάρχει κανένας απολύτως λόγος για τέσσερα γράμματα να πληγωθεί έστω και μισός άνθρωπος και τα επιχειρήματα περί δήθεν ολισθηρής πλαγιάς τα βρίσκω ανούσια. Οι ανθρωποι που θα τα επικαλεστούνε αυτά το κάνουν γιατί συνήθως δεν θέλουν να αλλάξει κάτι. Έχω κρίση και μπορώ να κρίνω ότι η πολιτική ορθότητα δεν θα μας καταστρέψει - το αντίθετο, βοηθάει να προστατεύονται άνθρωποι! Αν εσύ μέσα στην καρδιά σου ξέρεις τι θέλεις να κάνεις και ποιούς ανθρώπους να βοηθήσεις, θα τους ακούσεις και δεν θα περιοριστείς σε μια απλή προειδοποίηση ότι αυτό που έφτιαξες μπορεί να τριγκάρει ανθρώπους. Αν θέλω να είμαι σύμμαχος ανθρώπων διαφορετικών από εμένα οφείλω να έχω αυτιά ορθάνοιχτα και κεραία ορθωμένες και να προσαρμόζομαι - διαφορετικά δεν είμαι εκεί για να βοηθήσω αλλά για να πω τα δικά μου. Είναι ορθό να υπάρχουν κριτήρια στο τι λέμε και στο πώς ακούγονται κάποια πράγματα, δεν θα μπω στη διαδικασία να εξηγήσω στα άτομα που δεν έχουν τα δικά μου προνόμια το πώς βλέπω εγώ τα πράγματα. Στην τελική, εγώ κρίνω κάτι και κρίνομαι με τη σειρά και δεν έχω κανένα πρόβλημα με αυτό.

 Τα παιδιά θέλουν χορό (με την Καλλιόπη Μητροπούλου)

(Του είπε "θέλω ατμόσφαιρα”/Της είπε "πάμε σπίτι”/Και μπήκαν και χάθηκαν/Σαν δορυφόροι που ξεχάστηκαν και κάηκαν)

Στα πλαίσια της “Φαντασμαγορίας Δύο” μιλάω για έναν άνθρωπο που πλέον έχει αποδεχθεί ότι δεν θα έχει αυτό που θέλει, οπότε αποφασίζει να παρτάρει και να διασκεδάσει με ό, τι του δίνει η ζωή - δυο άνθρωποι βλέπονται, ανεβαίνει η λίμπιντο και ξεκινάει η ιστορία τους, που δεν θα πάει και πολύ μακριά. Χρησιμοποιώ το τρίτο πρόσωπο για να αποφύγω ταυτίσεις και να αποστασιοποιηθώ επίτηδες - στη σκηνή δεν είμαι ο Παναγιώτης Πανταζής, είμαι το alter ego μου, το “Φάντασμα Αγόρι”, κι αυτό με βοηθάει γενικά για να μπορώ να κάνω την τέχνη μου όπως εγώ θέλω. Όταν έγραφα το τραγούδι στα 38 μου, σε μια συνθήκη ευτυχισμένης συντροφικότητας με παιδιά δεν είχα καμία σχέση με τον τριαντάρη που έβγαινε έξω και παρτάριζε μέχρι τελικής πτώσης. Ωστόσο υπήρξα αυτός ο άνθρωπος, αυτή είναι μια ιστορία για έναν τέτοιο άνθρωπο και για να μπορέσω να πω την ιστορία του σήμερα πρέπει να τον υποδυθώ και να του βάλω φανταστικά στοιχεία. Επιπλέον, για να πούμε αυτό το ντουέτο με την Καλλιόπη Μητροπούλου που δεν είναι απλώς φίλη αλλά αδελφή, πρέπει να παίξουμε ρόλους και αναγκαστικά θα χρησιμοποιηθεί το τρίτο πρόσωπο. Λόγω της συστολής που έχω ως άνθρωπος μου είναι πιο εύκολο να πω αυτό το κομμάτι με μια κοπέλα που ξέρει όλη μου την πραγματικότητα και που μπορούμε και οι δυο να μπούμε σε αυτή τη συνθήκη με απόλυτη ασφάλεια και να ερμηνεύσουμε ρόλους που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Με τις συστολές που έχω μπορώ να γράφω ιστορίες και να είμαι μόνο σκηνοθέτης και ερμηνευτής τους, όχι πρωταγωνιστής τους.

 Ταξιδεύω στα αστέρια

(Ταξιδεύω στα αστέρια/Γεμίζω μ' οξυγόνο τα πνευμόνια/Μόνο διαγώνια πια ξυπνάω/Τα ηχεία μου γαζώνουν τη μεσοτοιχία)

Νομίζω ότι πρώτη φορά ζήτησα από το κοινό των συναυλιών να ανάψει τους φακούς των κινητών του σε αυτό το κομμάτι στο Αγοραφοβικό Φεστιβάλ τον Σεπτέμβριο του 2023. Κι εδώ έχουμε φόρους τιμής με τη φράση “στον επόμενο τόνο θα ταξιδεύεις κι εσύ στ’ αστέρια” που τη λέει η Katrinpi. Ο ένας είναι προφανώς στον ΟΤΕ και ο άλλος στο “King Kunta” του Kendrick Lamar και στο στίχο “by the time you hear the next pop the funk shall be within you”. Αυτό και πάλι μου έρχεται από το hip hop που συχνότατα κάνει αναφορές σε άλλα πράγματα και τα ενσωματώνει κάνοντάς τα δικά του, είτε σαμπλάροντάς τα είτε δανειζόμενο φράσεις είτε αναφερόμενο σε κάτι άλλο, είτε με χιουμοριστικό είτε με αμφίσημο τρόπο. Μ’ αρέσει να κάνω κάτι τέτοια παιχνιδίσματα και πασπαλίσματα στη μουσική μου. Ομοίως το “τα ηχεία μου γαζώνουν την μεσοτοιχία” - αυτό κι αν προέρχεται από το hip hop, στο οποίο παίζει πολύ το καυχημα! Είναι ένα fun κομμάτι που βρίθει hip hop τρόπων χωρίς να είναι hip hop (σκέψου ότι παλιά το έπαιζα ζωντανά με scratching και το άλλαξα γιατί απλά μου αρέσει να αλλάζω τα πράγματα στα λάιβ μου), στο οποίο το “Φάντασμα Αγόρι” βρίσκει την ευφορία μέσα από μικρά πράγματα που του αρέσουν, όπως μια βόλτα με το ποδήλατο στη Μιχαλακοπούλου.

 Το κορίτσι που αγαπώ (με την Καλλιόπη Μητροπούλου)

(Δε με θέλει/Δε με θέλει)

Ήθελα να κάνω ένα κομμάτι παιχνιδιάρικο, όχι πονεμένο, σαν την Τσιγκολελέτα. Να νιώθει το “Φάντασμα Αγόρι” το αγκαθάκι για να ξεγελιέται λίγο που δεν το θέλει το κορίτσι που αγαπάει. Αυτό το μικρό κομματάκι μπήκε σε αυτή τη θέση στο δίσκο γιατί προηγείται μια τριάδα δυνατών χορευτικών και εξωστρεφών τραγουδιών πριν από το κλείσιμο του δίσκου με το “Μια Θάλασσα Τον Ιανουάριο”. Χρειαζόμουν ένα κομμάτι-απόηχο της προηγούμενης τριάδας, που να ξεθυμαίνει λίγο τον πρότερο δυναμισμό και να εξαχνώνεται η χαρά από την οποία προσπαθεί να αγκιστρωθεί το “Φάντασμα Αγόρι”. Έφτιαξα έτσι ένα κομματάκι μικρούλι, χωρίς εισαγωγή, χωρίς κλιμάκωση και χωρίς φινάλε, για να ακολουθήσει το φινάλε του δίσκου.

 Μια θάλασσα τον Ιανουάριο (με τη Nefeli Walking Undercover)

(Κοίτα τον δρόμο/Πόσο μου μοιάζει/Όταν δεν βγάζει πουθενά)

Ο στίχος αυτός με τον οποίο ξεκινά το κομμάτι καταδεικνύει ότι το “Φάντασμα Αγόρι” μετά από τα πάρτυ και τη διασκέδαση έχει συνειδητοποιήσει ότι όλο αυτό δεν βγάζει πουθενά, δεν το γεμίζει και θέλει να πάει κάπου παραπέρα γιατί δεν είναι ικανοποιημένο από αυτό που ως τώρα του έφτανε. Θέλει λοιπόν να γίνει κάτι άλλο από αυτό που είναι - ενώ στην “Φαντασμαγορία Ένα” είναι στα πατώματα, στην “Φαντασμαγορία Δύο” παρτάρει κι αυτό τον γεμίζει για ένα διάστημα. Τώρα είναι σε μια φάση της ζωής του στην οποία συνειδητοποιεί ότι ήρθε η ώρα να πάει παραπέρα - να φύγει από το “ζεστό σύννεφο” και να πάει στο “κρύο που ποτέ δεν του έλειψε τόσο”. Η φωνή της Nefeli Walking Undercover έχει κάτι γλυκό και παιδικό, αλλά και κάτι πένθιμο ταυτόχρονα. Οπότε εδώ από τη μια ήθελα μια φωνή πιο συνεσταλμένη, απαλή και πένθιμη, χωρίς την εξωστρέφεια και το δυναμισμό της Καλλιόπης και από την άλλη ήθελα να ακούσω τη Nefeli να τραγουδάει πάνω από σύνθια και beat, κάτι που δεν το συνηθίζει και είναι εκτός της ζώνης ασφαλείας της. Ήμουν σίγουρος ότι θα της πήγαινε πολύ - και είχα δίκιο!

 ΦΑΝΤΑΣΜΑΓΟΡΙΑ ΤΡΙΑ (2022) - λίγα εισαγωγικά

Υπάρχει λογική πίσω από τα εξώφυλλα, γιατί ήξερα από τι αρχή σε ποια λογική θα κινείτο χονδρικά το περιεχόμενο του κάθε άλμπουμ, χωρίς να ξέρω τα κομμάτια, που, όπως προείπα, δεν τα είχα γράψει κιόλας! Οπότε ήξερα και πώς θα ήταν τα εξώφυλλα στο γενικά. Η “Φαντασμαγορία Ένα” είναι το όνειρο με ένα εξώφυλλο πιο ασαφές και φλου και κρατάει 20 λεπτά, η “Φαντασμαγορία Δυο” η συνειδητοποίηση ότι το όνειρο δεν υπάρχει οπότε πρέπει να ζήσουμε τη ζωή όπως έρχεται με ένα εξώφυλλο πιο έντονο με τον δυνατό συνδυασμό κόκκινου-μαύρου που θυμίζει κάθοδο σε κλαμπ για χορό και κρατάει ένα 24ωρο και η “Φαντασμαγορία Τρία” είναι το κλείσιμο της ιστορίας του χαρακτήρα αυτού στο τώρα, που έχει κάνει οικογένεια και κρατάει μια ζωή. Συνειδητοποιώντας κι εγώ ως γονιός πλέον ότι μέσα από την επαφή με το παιδί σου έρχεσαι σε επαφή με την δική σου παιδική ηλικία, με τις αναμνήσεις από το τότε και με τα συναισθήματα ενός παιδιού και μιλώντας σε άλλα κομμάτια για την παιδική ηλικία και σε άλλα ως ενήλικος για την πατρότητα, θέλησα να κάνω ένα εξώφυλλο πιο ρεαλιστικό και αληθινό. Μια φωτογραφία κάνει πιο σαφή τα πράγματα, οπότε έβαλα όχι μια φωτογραφία του γιου μου αλλά μια δική μου στην ηλικία που είχε ο γιος μου όταν έγραφα τη “Φαντασμαγορία Τρία”.

 Ανισόπεδη Nτίσκο (με την Καλλιόπη Μητροπούλου)

(Δεν προκάλεσα και ήμουν σχετικά αποδεκτός/Μα δεν ένιωσα ούτε μια φορά κανονικός)

Όσο ερχόταν κόσμος σε τελείως διαφορετικές φάσεις ζωής από μένα κι μου έλεγε “αυτό το κομμάτι είναι για μένα” με απασχόλησε το γιατί. Κατέληξα μετά από σκέψη στο ότι διαισθάνθηκαν ότι μιλάω για κάτι δικό μου, έχοντας στο μυαλό μου κάτι δικό μου που με απασχολούσε να το πω, και αυτό το έκανα ξέροντας για ποιο πράγμα μιλάω. Κι έτσι ο κάθε άνθρωπος πάνω σε αυτό ήρθε και κούμπωσε αυτό που τον απασχολεί εκείνον. Μιλάω για το απόγευμα στο αμάξι που ακούγαμε Pulp και βάζεις μια δική σου εμπειρία, μιλάω για μένα που είμαι στρέιτ λευκός άνρας και βάζεις τη δική σου ταυτότητα φύλου - και πάει λέγοντας. Ούτως ή άλλως όλη η τέχνη είναι ένα δοχείο στο οποίο βάζεις τα δικά σου πραγματα και την κάνεις δική σου. Κάποιος νιώθει κάτι, το γράφει, κι από εκεί και πέρα το παίρνεις κατά λέξη, το παίρνεις και το κάνεις δικό σου, το παίρνεις και δεν νιώθεις τίποτα. Όλα εξίσου πιθανά κι όλα εξίσου πολύτιμα είναι. Η όλη συζήτηση για το το τι είναι η “Ανισόπεδη Ντίσκο” είναι εντελώς ανούσια για τον απλούστατο λόγο ότι γράφηκε γιατί ήθελα να γράψω ένα ποπ κομμάτι για ανθρώπους σαν κι εμάς. Πραγματικά το ταξίδι αυτού του κομματιού είναι από τα πιο περίεργα πράγματα που μου έχουν συμβεί: έχει συντροφεύσει ανθρώπους σε γάμους, σε χημειοθεραπείες από τη μια και από την άλλη έχει ενοχλήσει τους ανθρώπους που ήθελα να ενοχλήσω με αυτό το κομμάτι, τους ανθρώπους που θεωρούν ότι τα όσα ζούμε είναι φυσιολογικά ενώ δεν είναι!

Δεν ξέρω αν αποτυπώνει το πνεύμα της εποχής, εγώ ήθελα να αποτυπώσω το πνεύμα της ζωής μου. Από μικρός ως σήμερα δυσκολευόμουν πολύ και με απασχολούσε πολύ το να σπάσω την αλυσίδα και να μην γίνω ο άντρας που έβλεπα γύρω μου. Όχι με την έννοια του θετικού προτύπου, αλλά με την έννοια του να βγάλω το άχτι μου για όλες τις οδηγίες για το πώς να είσαι ο άντρας που τα κάνει όλα σωστά και κανονικά, που όμως δεν σε βγάζουν πουθενά και που ίσα-ίσα σε πνίγουν, σε φυλακίζουν, σε μιζεριάζουν, σου στερούν την χαρά- κι αυτό το έκανα με την “Ανισόπεδη Ντίσκο”. Και κάποια στιγμή στα 39 μου που έγραψα αυτό το κομμάτι ήρθε η κατακλείδα μιας πορείας χρόνων, στην οποία συνειδητοποίησα ότι δεν τρέχει και τίποτα αν δεν ακολουθήσω καμιά οδηγία και αν δεν είμαι ο “άντρας” που θέλουν οι άλλοι να είμαι. Γιατί μέσα μου ένιωθα εντάξει με αυτό που ήμουν - για καιρό προσπαθούσε να το εξηγήσω και πολύ απλά από ένα σημείο και μετά σταμάτησε και να με ενδιαφέρει να το εξηγήσω. Με αυτό το κομμάτι ήθελα να κάνω μια ήσυχη δήλωση για το ότι οι άνθρωποι είμαστε αρκετοί για τους εαυτούς μας και ότι όλα όσα μας παρουσιάζουν για νίκες και κατακτήσεις - καλοί βαθμοί, πτυχία, γάμοι, παιδιά - είναι στην πραγματικότητα μικρές-μικρές καθημερινές ήττες αν δεν μας γεμίζουν. Ήθελα να μιλήσω για το ότι όλοι οι δήθεν στόχοι που έχουμε εκπορεύονται στην πραγματικότητα από πατριαρχικές αντιλήψεις και τα πρότυπα για το πώς πρέπει να είναι ο άντρας σήμερα, που ούτε με γέμιζαν ούτε με ολοκλήρωναν ποτέ. Όχι πώς εγώ είμαι ο “σωστός” άντρας και οι άλλοι λάθος, όχι πως οι άντρες είμαστε μεγαλύτερα θύματα της πατριαρχίας από τις γυναίκες και τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα - εγώ απευθύνομαι σε άτομα ίδια με εμένα για να τους θυμίσω μέσα από ένα ποπ κομμάτι-Δούρειο Ίππο ότι όσα τραβάμε τα τραβάμε εξαιτίας όσων έχουμε εμείς επιβάλει σε άτομα πιο αδύναμα από εμάς. Ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα δεν είχα φανταστεί ότι αυτός ο στόχος θα έφτανε εδώ που έχει φτάσει σήμερα.

 Ντεζά Βου

(Το φανάρι ανάβει, πάλι θα την δω ξανά/Σε άλλα δέκα χρόνια, ίσως να 'χει και παιδιά)

Εδώ για τη σύντροφό μου μιλώ, αλλά η αστεία λεπτομέρεια είναι ότι αυτό έγινε κατά λάθος! Αυτό είναι το άλλο παλιό κομμάτι της τριλογίας που είχε γραφεί χρόνια πριν, όταν εγώ και ο φίλος μου ο κομίστας και σκηνοθέτης Γιώργος Γούσης είπαμε να γράψουμε ελληνικά τραγούδια και βάζαμε τους εαυτούς μας σε διάφορους ρόλους για να το κάνουμε. Σε αυτό το πλαίσιο είπα να γράψω ένα κομμάτι για μια κοπέλα που είχα δει τότε στη σχολή και μου είχε αρέσει, χωρίς να έχει γίνει κάτι μεταξύ μας, χωρίς να ξέρω καν το όνομά της, απλά την έβλεπα και χαιρόμουνα! Το ότι δέκα χρόνια μετά τα παιδιά θα τα είχε μαζί μου είναι μια άλλη ιστορία - το κομμάτι μάλιστα δεν το πείραξα ιδιαίτερα όταν το έβγαλα, μόνο σε κάνα δυο σημεία! Το ντεζά βου του παιδικού πάρτυ για το οποίο μιλώ στο ρεφρέν είναι αυτό που το γαργάλημα που νιώθεις όταν βλέπεις κάτι που σε ελκύει, αλλά με τίποτα δεν πιστεύω (και θέλω να πιστεύω ότι αυτό ισχύει για όλους και όλες μας) ότι ερωτευόμαστε τον ίδιο άνθρωπο ξανά και ξανά, γιατί αν κάτι μας έχει προξενήσει πόνο και το κυνηγάμε ξανά και ξανά, νομοτελειακά πάλι πόνο θα μας προξενήσει! Το κοινό στους ανθρώπους που θα ερωτευτούμε σε όλη τη ζωή μας είναι ο κοινός αξιακός και ηθικός κώδικας, αλλά όλα τα άλλα αλλάζουνε. Νομίζω ότι αν ερωτευόμαστε συνέχεια τον ίδιο άνθρωπο κυνηγάμε μια άλλη εκδοχή του εαυτού μας, ψάχνουμε μια ταύτιση και όχι μια συμπλήρωση που θα μας πάει λίγο παραπέρα ως ανθρώπους. Οι σχέσεις χαλάνε γιατί μένουμε ίδιοι και ίδιες αντί να αλλάξουμε και να εξελιχθούμε ψυχικά σε κάτι άλλο μέσα από αυτές.

 Φωτιά στις κεραίες (με την Καλλιόπη Μητροπούλου)

(Στ’ άσπρα σπίτια μεγαλώνουνε/Τέλεια παιδιά, δεν κάνουν λάθη)

Τα πράγματα που με απασχολούν περισσότερο στιχουργικά και προσπαθώ να τα βγάλω παραέξω είναι το να βρούμε γαλήνη και ειρήνη απέναντι στο θάνατο και στην απώλεια και το να προστατέψουμε την ψυχή μας διώχνοντας όσα την κλονίζουν, κάνοντας πράγματα για να την προστατέψουμε και επιστρέφοντας έτσι σε έναν οιονεί έλεγχο των καταστάσεων. Πάντα μιλώ για πράγματα που ξέρω, αλλά εν προκειμένω εδώ ειδικά νιώθω ότι μπόρεσα να εκφράσω με τη μεγαλύτερη δυνατή σαφήνεια τα όσα είχα μέσα μου. Για αυτό έχει και τόσους πολλούς στίχους - έκατσα σε ένα μπαλκόνι ένα απόγευμα, έγραφα και έγραφα και έγραφα και βγήκε αυτός ο χείμαρρος σαν μια ανάσα από μέσα μου. Πάλι εδώ μιλάω σε τρίτο πρόσωπο για έναν χαρακτήρα που δεν είμαι εγώ αλλά έχει κομμάτια μου - κι ένα κομμάτι μου που με απασχολεί πολύ είναι αυτό της πατρότητας. Με απασχολεί πολύ το πώς θα γίνει να μην αναπαράξω πρότυπα που θα βλάψουν τα παιδιά μου και να μην κάνω τα ίδια λάθη με τους γονείς μου. Μπορεί να μεγάλωσα σε ένα σπίτι με αγάπη και φροντίδα, αλλά μοιραία οι άνθρωποι κάνουμε λάθη, ακόμα και με καλές προθέσεις - το “μα το έκανα από αγάπη” δεν αρκεί και δεν δικαιολογεί τα πάντα, ακόμα και αν τα εξηγεί. Αν και μεγαλώνοντας συνειδητοποίησα ότι δεν είναι αναγκαίο να είμαι τέλειος όπως θεωρούσα ότι έπρεπε όταν ήμουν μικρός και ως γονιός προσπαθώ να αποφεύγω τα λάθη, κάποια στιγμή θα τα κάνω, κι αυτό μου στοιχίζει πολύ, νιώθω ότι χάνω ένα στοίχημα με τον εαυτό μου. Ξέρω ότι δεν γίνεται να μην κάνω λάθη και ότι πρέπει να μάθω να συμφιλιώνομαι με το ότι θα κάνω λάθη - αλλά με ζορίζει πραγματικά πολύ αυτό. Το “Φάντασμα Αγόρι” μιλάει εδώ για τον εαυτό του - κι ελπίζει να μην μιλάει για το παιδί του.

 Κάτι στο κομοδίνο (με τη Λυγερή Μητροπούλου)

(Κάθε φορά που ξυπνάω νομίζω ζεις/Θέλεις να μείνεις εδώ για ένα βράδυ;/Θέλεις να μείνεις εδώ για μια ζωή;)

Ούτε για θάνατο ούτε για χωρισμό μιλάει - είμαι εγώ που μιλάω στον δεκαπεντάχρονο εαυτό μου, σε εκείνον τον πιτσιρικά που είχε όνειρα, πόρωση και πάθος και που κάθε φορά που ξυπνάω νιώθω ότι υπάρχει ακόμα, έστω και για λίγα δευτερόλεπτα . Μετά συνειδητοποιώ ότι αυτό το πλάσμα δεν υπάρχει πια, οπότε του ζητώ να μην με εγκαταλείψει και να μου αφήσει κάτι να κρατηθώ. Κι αυτό μπορεί να είναι οτιδήποτε - για μένα είναι το όνομα στα σκαλάκια που λέω στο τραγούδι, που ήταν ένα χαζογκράφιτι που είχα κάνει έφηβος στη γειτονιά μου στο Πεντάγωνο και είναι ακόμα εκεί. Είκοσι πέντε χρόνια μετά, όταν το βλέπω, θέλω πάλι να κάνω γκράφιτι! Όταν ήμουν φρέσκος μπαμπάς είχα διαβάσει κάπου ότι η γονεϊκότητα είναι μια μόνιμη απώλεια, ακόμα κι όταν όλα πηγαίνουν καλά. Όταν το παιδί σου είναι δυο χρονών θυμάσαι το βρέφος που υπήρξε και δεν υπάρχει πια, όταν είναι πέντε θυμάσαι το δίχρονο που δεν υπάρχει πια - και ούτω καθεξής. Το ίδιο ισχύει και για τους εαυτούς μας. Ξυπνάμε στα σαράντα μας με την ορμή των δεκαπέντε χρόνων μας που την έχουμε κρατήσει ζωντανή μέσα μας και μέσα στη μέρα συμβαίνουν πράγματα που θα μας “βοηθήσουν” στο να την χάσουμε. Αυτό το κομμάτι αρχικά το έγραψα για το “Ανδρομέδα FMEcho Tides, αλλά δεν κόλλαγε πολύ στον υπόλοιπο δίσκο. Κόλλαγε όμως στην “Φαντασμαγορία Τρία” που τη δούλευα παράλληλα, και εύκολα μετακινήθηκε εκεί. Σε ένα λάιβ στην Πάτρα, πριν βγει η “Φανταμαγορία Τρία”, παίξαμε πρώτη φορά δυο ακυκλοφόρητα τότε κομμάτια. Το ένα ήταν η “Ανισόπεδη Ντίσκο” - και εκεί κατάλαβα ότι θα αρέσει αυτό το κομμάτι, είχε πιάσει ο κόσμος το ρεφρέν με τη μία και το τραγουδούσε. Γενικά δεν μπορώ να καταλάβω αν ένα κομμάτι θα πάει καλά, αν και μπορώ να φαντασιωθώ τον κόσμο να το χορεύει αν είναι χορευτικό ή να αγκαλιάζεται αν είναι πιο τρυφερό και ούτως καθεξής - και το αποφεύγω να σου πω, γιατί αν ως δημιουργός μπεις στη διαδικασία να προσπαθήσεις να προβλέψεις τι θα αρέσει στο κοινό, την πάτησες, άσ΄το και πήγαινε να κάνεις κάτι άλλο. Το θέμα δεν είναι να καταλάβεις τι θέλει το κοινό, το θέμα είναι να καταλάβεις τι θέλεις εσύ και δεν μπορείς ούτε να προβλέψεις ούτε να ελέγξεις τις αντιδράσεις του κοινού, που θα το ερμηνεύσει σύμφωνα με τα δικά του βιώματα, θα μου δώσει πίσω άλλα πράγματα και θα με εμπλουτίσει με έναν εντυπωσιακό και μαγικό τρόπο. Για αυτό δημιουργουμε, για να μάθουμε κάτι για μας, όχι για το κοινό. Άλλωστε η δημιουργία για μένα είναι ό, τι είναι το παιχνίδι που αναπτύσσει πνευματικά τα παιδιά - αναπτύσσει εμένα πνευματικά, κι ας είναι επώδυνο, γιατί βγαίνει κάτι άμορφο από μέσα μου, το οποίο βρίσκεται πλέον απέναντί μου και μπορώ να το αντικρίσω κατάματα. Το άλλο ακυκλοφόρητο κομμάτι που παίξαμε τότε ήταν το “Κάτι στο κομοδίνο”. Κι ενώ υπάρχει κάπου ηχογραφημένο ένα ντέμο του με την φωνή της Καλλιόπης Μητροπούλου, κάπως στη συναυλία το πήρε πάνω της το κομμάτι η Λυγερή Μητροπούλου γιατί της άρεσε πάρα πολύ και έκανε όργια μαζί του. Επιστρέφοντας με το αυτοκίνητο στην Αθήνα από την Πάτρα, γύρισα απλά και είπα σε όλους “νομίζω είναι ξεκάθαρο ότι στο δίσκο το κομμάτι αυτό θα το πει η Λυγερή”. Κι έτσι αυτό το μόνο κομμάτι που λέει η Λυγερή Μητροπούλου στην τριλογία - πιο απαλά και ήρεμα στην ηχογράφηση, πιο άγρια στις συναυλίες.

 Απογευματινή Πλημμύρα (με την Καλλιόπη Μητροπούλου)

(Τώρα πλέον ανθίζεις/Απ’ την άλλη πλευρά/Το βουνό κρατάει τα σύννεφα πάνω)

Η πρώτη και η δεύτερη στροφή του κομματιού έχουν γραφεί σε διαφορετικές φάσεις. Η πρώτη έχει να κάνει με κάποιες αγωνίες και έννοιες που είχα ως πατέρας και που με καθήλωναν και η δεύτερη έχει γραφεί αφού επιβεβαιώθηκαν αυτές οι αγωνίες και οι έννοιες και αφού συνειδητοποίησα ότι είμαι εντάξει με αυτές και μπορώ να ζήσω μαζί τους και εγώ ο ίδιος και η οικογένειά μου. Τα “σύννεφα” είναι τα εμπόδια της ζωής και μπλέκουν ουσιαστικά το κυριολεκτικό με το μεταφορικό. Το κυριολεκτικό είναι το ότι ζω πλέον εκτός λεκανοπεδίου και ο βουνό όντως κρατάει τα σύννεφα - ο καιρός είναι διαφορετικός στην Αθήνα και στα Μεσόγεια πολλές φορές. Το μεταφορικό είναι το ότι η μετακίνηση αυτή έφερε αναπόδραστα αλλαγές στον τρόπο ζωής της οικογένειας.

 Μέσα στα κύματα

(Τι να κάνω/Τον εαυτό μου χάνω/Είναι νωρίς δε θέλω ύπνο και δε θέλω να πεθάνω/Μα που και που/Τον εαυτό μου βρίσκω/Όταν νιώθω τη δική σου γεύση στον ουρανίσκο)

Εδώ χρησιμοποιώ στίχους από την “Ανισόπεδη Ντίσκο”, αλλά τους αλλάζω. Δεδομένου λοιπόν ότι ο δίσκος ξεκινά με ένα δυνατό, χορευτικό κομμάτι, ήθελα στο κλείσιμό του να κάνω ένα call back στην αρχή του, αλλά με έναν ήρεμο τρόπο. Κι ενώ η “Ντίσκο” είναι μεν ένα σαρωτικό κομμάτι, μιλάει για ήττες δε, το “Μέσα στα κύματα” είναι ένα ήρεμο κομμάτι που μιλάει για νίκες - και δεν υπάρχει μεγαλύτερη νίκη από τους ανθρώπους μας. Μιλώ ήρεμα για τη νίκη γιατί με τον ίδιο ήρεμο τρόπο γιορτάζω και τις πολλές νίκες που είχα την τύχη να έχω στη ζωή μου.

 Στην αρχή

(Μες στη λάσπη/Που γλιστράμε/Πάτα γκάζι/Να λερώσεις/Με τις πόρτες/Στη στροφή/Δώσε μου ζωή)

Ο δίσκος και η τριλογία κλείνουν με μια παιδική φωνούλα, γιατί πλέον το “Φάντασμα Αγόρι” δεν είναι πρωταγωνιστής - είναι συμπρωταγωνιστής μαζί με τη σύντροφό του και σταδιακά πλέον κάνει πίσω για να βγει μπροστά στη συνέχεια το παιδί του, όπως και πρέπει να γίνεται. Η φωνή είναι του γιου μου. Επειδή ήταν σπίτι όσο δούλευα το δίσκο ακούγεται σε πολλά σημεία στο βάθος η φωνή του ή το όποιο παιδικό έβλεπε μέσα από το vocoder. Κάποια στιγμή τον άκουσα να το τραγουδάει, τον τσίμπησα, του έδωσα το μικρόφωνο και τον ηχογράφησα για το φινάλε. Και όλοι και όλες σαφώς κυλάμε στη λάσπη, δεν είναι όλα παραδεισένια. Ναι μεν η γονεϊκότητα μου άλλαξε τη ζωή, αλλά ποτέ δεν προσπάθησα να την παρουσιάσω ως το τέλειο και το ανέφελο ιδανικό. Είναι υπέροχη, αλλά, παράλληλα με την χαρά και την ευτυχία που δεν μπορούσες να φανταστείς πριν τη βιώσεις, έρχεται και κούραση, ξεβόλεμα, απώλεια της ανεμελιάς, άγχος και ευθύνες που επίσης δεν μπορούσες να διανοηθείς το επίπεδό τους πριν τα ζήσεις. Το να αποκρύπτεις το δεύτερο είναι τεράστια βλακεία και είναι και πολύ άδικο και για εμάς και για τα παιδιά τα ίδια γιατί διαιωνίζει ανόητα στερεότυπα. Δεν μιλάμε συχνά για αυτό, αλλά πρέπει. Θέλησα λοιπόν να κλείσω την τριλογία με αυτή την απλή δήλωση, που θεωρώ ότι διατρέχει και τους τρεις δίσκους: Δεν είναι όλα τέλεια μέσα στη λάσπη που κυλάμε, κάπως όμως θα τα καταφέρουμε, αρκεί να έχουμε ανθρώπους που να είναι σπίτια για μας από τους οποίους θα μπορούμε να κρατηθούμε. Και αρκεί να είμαστε σύμμαχοι και στηρίγματα στους ανθρώπους που είναι λιγότερο προνομιούχοι από εμάς και στα παιδιά που θα έρθουν μετά από εμάς, για να μπορέσουν να πάρουν τη σκυτάλη από εμάς που κάναμε ένα σωρό λάθη, να πάνε μπροστά και να κάνουν αυτό που θέλουν, με εμάς κοντά τους.

*******

Οι τρεις Φαντασμαγορίες κυκλοφορούν σε box set από τη Veego Records: “Ο Ανδρέας Μητρέλης, λίγο πριν τη “Φαντασμαγορία Δυο” και πολύ πριν δημιουργηθεί το ρεύμα με την “Ανισόπεδη Ντίσκο”, μου είπε ότι κάποιος dj του είχε δώσει τα κομμάτια μου και με ρώτησε τι σκόπευα να τα κάνω. Του εξήγησα ότι θα έβγαζα και άλλες δυο συνέχειες - ήθελα να τις βγάλω πιο σύντομα, όχι μία κάθε χρόνο αλλά πραγματικά δεν προλάβαινα - και μου απάντησε ότι όταν θα έβγαιναν όλα θα τις κυκλοφορούσαμε σε βινύλιο. Έτσι κυκλοφόρησε αυτό το box set πέντε χρόνια μετά την κυκλοφορία της “Φαντασμαγορίας Ένα” με πολλή αγάπη και πολύ μεράκι. Περιέχει τα τρία βινύλια, ένα επτάιντσο με την “Ανισόπεδη Ντίσκο” και τα “Ακουστικά στο τρένο” (δεν είναι κομμάτι των “Φαντασμαγοριών”, αλλά είναι συγγενές τους, μιλάω σε αυτό για την υπέργεια διαδρομή του ηλεκτρικού από την Βικτώρια και μετά, κατά την οποία βλέπεις χρώματα και εικόνες να περνάνε συνέχεια μπροστά από τα μάτια σου), ένα χορταστικό βιβλιαράκι, αυτοκόλλητα και ένα επιτραπέζιο παιχνίδι μέσα στο κουτί”.

Στις 7 Ιουλίου (στην Τεχνόπολη στην Αθήνα) και στις 9 Ιουλίου (στο Soul SKG στη Θεσσαλονίκη) ο Pan Pan θα παρουσιάσει Φαντασμαγορία Ένα, Δύο και Τρία στην ολότητά τους για πρώτη φορά: “Αυτό το καλοκαίρι το ταξίδι κλείνει - θα βγάλω καινούριο δίσκο και δε θα παίζω μια ζωή τα ίδια πράγματα, θα κρατήσω αυτά που θέλω και θα συνεχίσω, χαίρομαι που τα κομμάτια μου μετά τις “Φαντασμαγορίες” που έχω συνδημιουργήσει με άλλους ανθρώπους έχουν αγαπηθεί και έχουν δική τους ζωή. Θα τα παρουσιάσουμε με full band όχημα: τύμπανα, ηλεκτρική κιθάρα, βιολί, άλλες ενορχηστρώσεις - και θα είναι υπέροχα!”