Beyond the Deep Horizon
Τα παιδικά χρόνια, τα ταξίδια στον κόσμο, τα πανκ χρόνια στην Αγγλία και τα ποστ πανκ στη Νέα Υόρκη, η ηρωίνη, οι φίλοι που πέθαναν, τα συγκροτήματα, η Πράγα, ο Nikki Sudden, η Ελλάδα. Επική συνέντευξη. Του Χρήστου Πελτέκη
Μεταφράζοντας αυτή την δεύτερη συζήτηση μαζί του -είχε προηγηθεί μια ακόμη για το πάλαι ποτέ webzine tranzistor.gr το 2008 που μπορείτε πια να διαβάσετε μόνο στην επίσημη σελίδα του στο internet- μεταφράζοντας την λοιπόν, ξύνω το κεφάλι μου να θυμηθώ ζώντες μουσικούς του rock and roll που θα μπορούσαν να μιλήσουν και να γράψουν με τέτοιον πηγαίο, ανεπιτήδευτο και ειλικρινή τρόπο, και να πουν πράγματα έξω από τα τετριμμένα που διαβάζει κανείς κατά κόρον σε ανάλογες συνεντεύξεις... δεν μου έρχονται και πολλοί, και πάντως σίγουρα όχι παραπάνω από όσους μπορούν να μετρηθούν στα δάκτυλα του ενός χεριού.
Μια συζήτηση ή αν προτιμάτε συνέντευξη (που έλαβε χώρα τον Σεπτέμβρη του '14) ή οποία κατά τα λεγόμενα του ίδιου του συνεντευξιαζόμενου, είναι μακράν η μεγαλύτερη πιο λεπτομερής και κατά κάποιον τρόπο ψυχαναλυτική που έκανε ποτέ, χρησιμοποιώντας τις ερωτήσεις ως μια ευκαιρία για αυτοεξέταση και επαναπροσανατολισμό του από πού ξεκίνησε που έχει φτάσει και που θα ήθελε να πάει στο μέλλον.
Αρκετά με την εισαγωγή όμως, αφού ευχαριστήσω τη Σόφη Μιχελάκη για την μεγάλη και πολύτιμη βοήθεια στη μετάφραση, καθώς και τον ίδιο τον Phil έναν "αληθινό εγγλέζο τζέντλεμαν" όπως μ' αρέσει να τον αποκαλώ, σας αφήνω με τις πίσω αλλά επόμενες σελίδες του...
Phil, είναι μια μεγάλη ιστορία μέσα στον χρόνο. Ας πάρουμε τα πράγματα απ' την αρχή. Θα μας πεις λίγα λόγια για τα παιδικά σου χρόνια στο Bradford;
Η αλήθεια είναι ότι δεν θυμάμαι πάρα πολλά πράγματα. Γεννήθηκα εκεί τον Δεκέμβριο του 1952, αλλά όταν ήμουν τριών ή τεσσάρων χρονών η οικογένειά μου μετακόμισε στη Larne της Βορείου Ιρλανδίας. Θυμάμαι το παλιό, μεγάλο ανεμοδαρμένο σπίτι που νοίκιαζαν οι γονείς μου στην άκρη ενός απόκρημνου λιθόστρωτου λόφου που ονομαζόταν Garibaldi Street. Βρισκόταν στη συνοικία Laisterdyke του Bradford. Είχε ένα μεγάλο κήπο όπου απλωνόταν ένα τεράστιο δέντρο, από το οποίο κάποια μέρα ο πατέρας μου έπεσε και έσπασε το πόδι του στην προσπάθειά του να κόψει ένα σάπιο κλαδί. Ο ουρανός ήταν πάντοτε γκρίζος και στον αέρα υπήρχε συνεχώς η μυρωδιά της κάπνας από τα τοπικά εργοστάσια και τους μύλους - οι "σκοτεινοί σατανικοί μύλοι" του William Blake, όταν η δυτική περιφέρεια του Yorkshire ήταν ακόμη μια βαριά βιομηχανική περιοχή. Α! Υπήρχε και ένα κορίτσι που έμενε δίπλα, ένα κατεργάρικο τολμηρό μικρό κορίτσι, η Jackeline Knowles. Ήταν ένα ή δυο χρόνια μεγαλύτερή μου, και με τυραννούσε με τους μικρούς, παιδικούς τρόπους. Θυμάμαι ήμουν πολύ τσιμπημένος μαζί της και δεν μπορούσα να καταλάβω για ποιον λόγο ήταν πάντοτε τόσο σκληρή.
Θυμάσαι τα πρώτα ακούσματα και αναγνώσματα σου; Ποια ήταν αυτά;
Θυμάμαι πως χόρευα κάθε φορά που άκουγα στο ραδιόφωνο το Yellow Rose of Texas. Φαντάζομαι ότι ήταν η εκτέλεση της Mitch Miller Orchestra, διότι τότε θα ήμουν τεσσάρων ή πέντε και είχαμε ήδη μετακομίσει στη Larne. Υπήρχε ένα καφέ στην πόλη που σύχναζε ο πατέρας μου τις ώρες που η μητέρα μου έκανε τα Σαββατιάτικα πρωινά ψώνια, και έτσι με έπαιρνε μαζί του για ένα μπισκότο και αναψυκτικό. Κάπου στη γωνία είχε ένα τζουκμπόξ και παρακολουθούσα τον πατέρα μου να βάζει κέρματα στη σχισμή, επιλέγοντας πάντα αυτό το συγκεκριμένο κομμάτι. Πιθανώς γούσταρε να με βλέπει με να χοροπηδάω στο δωμάτιο με το που άκουγα τις πρώτες νότες. Συνήθως με έπιανε φοβερός ενθουσιασμός μόλις έμπαιναν οι φλογέρες και οι χτύποι των ντραμς στην αρχή του τραγουδιού - τα έβρισκα συναρπαστικά, αν και κατά βάθος είναι λίγο μιλιταριστικά! Όσο για τα αναγνώσματα - λοιπόν η μητέρα μου, μου διάβαζε παραμύθια για να κοιμηθώ - Hans Christian Andersen, αδελφούς Grimm, Ελληνική και Σκανδιναβική μυθολογία. Όπως άκουγα τις λέξεις, μου έρχονταν στο μυαλό ιδιαίτερα ζωντανές εικόνες, σχεδόν οραματικές στην έντασή τους. Μου μετέδωσε το ενδιαφέρον και την αγάπη για τη λογοτεχνία και την αφήγηση τα οποία παραμένουν μέσα μου έως και σήμερα.
Πότε ήταν η πρώτη σου επαφή με την κιθάρα, και πότε έγραψες το πρώτο σου ποίημα ή τραγούδι; Έχεις κάνει κάποιες μουσικές σπουδές;
Θυμάμαι το πρώτο μου μάθημα κιθάρας πολύ καθαρά. Η οικογένειά μου είχε επιστρέψει στην Αγγλία και μέναμε στο Worcester στην κεντρική περιοχή της Αγγλίας. Ήταν 22 Νοεμβρίου του 1963. Ένα μεγαλύτερο αγόρι που έπαιζε lead κιθάρα σε ένα γνωστό τοπικό συγκρότημα - τους Early Birds - συμφώνησε να μου διδάξει τα βασικά. Έκανα εξάσκηση το κομμάτι Shazam του Duane Eddy, το πρώτο τραγούδι που έμαθα ποτέ να παίζω, όταν η μητέρα του δασκάλου μου μπήκε στο δωμάτιο ανακοινώνοντας τα δυσάρεστα νέα - ο πρόεδρος JFK είχε πυροβοληθεί και πιθανότατα ήταν νεκρός. Καταλαβαίνεις, λοιπόν, πόσο εύκολο μου είναι να προσδιορίσω το πρώτο μου μάθημα μιας και συνέπεσε με ένα τόσο συγκλονιστικό και τραγικό γεγονός. Έπειτα από κάποια επιπλέον μαθήματα άρχισα να παίζω μόνος μου, ακούγοντας δίσκους και προσπαθώντας να βγάλω τα κομμάτια εξ' ακοής: Beatles, Stones, Dave Clark Five, Gerry and the Pacemakers - αργότερα Pretty Things, Small Faces, Bob Dylan, Otis Redding, Percy Sledge. Επιπλέον, είχα και μάθημα μουσικής στο σχολείο και εκεί έμαθα να διαβάζω νότες, στην ουσία, όμως, προσέγγισα τη ροκ μουσική ενστικτωδώς, μαθαίνοντας τα πάντα με το αυτί.
Έγραψα το πρώτο μου τραγούδι στα δώδεκα και ήταν απαίσιο: "When we used to walk and play/Down country lanes far, far away/You said you loved me and true love would stay/But it never, never goes this way." C/Am/F/G. Απόλυτα και κουραστικά απλοϊκό! Συμμετείχα και σε διάφορες μπάντες από τα δώδεκα έως τα δεκατέσσερα. Στους Feendz (μας επέτρεπαν να παίζουμε στην τάξη μας τα απογεύματα της Παρασκευής) και στους Nova Sound που ήταν ένα αληθινά μοντέρνο συγκρότημα. Ανοίξαμε και τη συναυλία του θρύλου της soul, Geno Washington, όταν έπαιξε στο Worcester. Μετά, το ενδιαφέρον μου στράφηκε στην ποδηλασία και δεν ξαναέπαιξα μουσική μέχρι τα δεκαεπτά μου.
Απ' όσο γνωρίζω έφυγες από το σπίτι και την Αγγλία σε σχετικά νεαρή ηλικία. Τι σε οδήγησε σ' αυτήν την απόφαση; Τι έκανες για να ζήσεις; Θυμάσαι κάποια καλή ιστορία από αυτή την περίοδο; Δεν είναι αστείο ότι στον μοντέρνο κόσμο μας που μέρα και νύχτα ευαγγελίζεται την ελευθερία, το να ταξιδέψει και να περιπλανηθεί κάποιος μ' αυτόν τον τρόπο γίνεται όλο και πιο δύσκολο;
Στην πραγματικότητα δεν ήμουν και τόσο μικρός. Είχα ήδη ολοκληρώσει το λύκειο στο Worcester Royal Grammar School όταν με ένα φίλο ξεκινήσαμε για να ταξιδέψουμε στον κόσμο. Ήμασταν και οι δύο δεκαοκτώ και ο σκοπός μας ήταν να φτάσουμε στην Ινδία, ακολουθώντας αυτό που ονομαζόταν Happy Trail. Προσπαθήσαμε να βγάλουμε χρήματα το καλοκαίρι μαζεύοντας φρούτα, αλλά όντας φοβερά τεμπέληδες αφήσαμε την Αγγλία τον Σεπτέμβριο έχοντας ο καθένας περίπου 70 λίρες. Το 1971 άξιζαν λίγο παραπάνω από ότι σήμερα, όμως σε καμία περίπτωση δεν αποτελούσαν ένα ρεαλιστικό ποσό για να μπορέσει κανείς να ταξιδέψει ανά τον κόσμο! Ήμασταν ονειροπόλοι, και τέλος πάντων πίστευα ότι στην πορεία θα με "ανακάλυπταν" ως φολκ τραγουδιστή. Έπαιζα στα folk και blues κλαμπ γύρω από το Worcester, βρίσκοντάς έναν πολύ ωραίο τρόπο για να γνωρίζει κανείς κορίτσια. Ήμουν σίγουρος ότι κάπου εκεί έξω κάποιος θα με πρόσεχε και θα μου έδινε την ευκαιρία να κάνω ένα δίσκο.
Το πιο κοντινό σημείο που έφτασα σε αυτό ήταν όταν ένας οδηγός βαν από το Ράδιο Monte Carlo μας μάζεψε καθώς κάναμε οτοστόπ στη νότια Γαλλία. Τραγουδούσα έξω στις παραλίες της Νίκαιας και του Σαν Ρέμο και αυτό με βοήθησε να μαζέψω κάποια παραπάνω χρήματα, αλλά στο τέλος μείναμε άφραγκοι και για να συντηρούμαστε αρχίσαμε να κλέβουμε από μπακάλικα. Στη συνέχεια, βρήκαμε κάποιες δουλειές μερικής απασχόλησης πλένοντας πιάτα σε εστιατόρια και ξαναφύγαμε. Αποτύχαμε παταγωδώς στην προσπάθειά μας να φτάσουμε στην Ινδία.
Με κάποιον τρόπο βρεθήκαμε στη Νότια Ισπανία και από εκεί περάσαμε απέναντι στο Μαρόκο. Βρισκόμασταν για περίπου έξι μήνες στον δρόμο μέχρι που βαρεθήκαμε να ζούμε σαν σκυλιά και επιστρέψαμε Αγγλία. Βέβαια, απέκτησα πολύ ενδιαφέρουσες και ανεκτίμητες εμπειρίες από όλο αυτό. Όπως μπορείς πιθανότατα να μαντέψεις γούσταρα πολύ τους Kerouac, Orwell και Genet. Πραγματικά, ήμουν ένας αθεράπευτα ονειροπόλος χωρίς καμία συναίσθηση της πραγματικότητας. Αλλά οι αρχές του '70 ήταν μια τελείως διαφορετική εποχή. Δεν υπήρχε αυτή η πίεση και η ανάγκη για να πετύχει κάποιος κάνοντας καριέρα όπως στις μέρες μας. Τότε μπορούσες άνετα να χασομεράς από εδώ και από εκεί χωρίς καν να σε απασχολεί αν θ' αφήσεις τα πράγματα για πολύ αργότερα, πίνοντας κόκκινο κρασί στην παραλία και παίζοντας κιθάρα με άλλους "απαρνητές" της κοινωνίας. Ήταν μια πολύ πιο ελεύθερη εποχή και το να φύγει κάποιος μόνος του και να μάθει τη ζωή από την καλή και την ανάποδη το θεωρούσαμε τότε ακόμη, καλό πράγμα.
Μια στάση στο Λονδίνο, που εκείνη την εποχή φλέγεται από την έκρηξη του Punk, και έπειτα φτάνουμε στη Νέα Υόρκη. Τι θυμάσαι από εκείνες τις μέρες, και τι κατά την γνώμη σου είναι αυτό που άφησε το Punk πίσω του να πλανιέται στον άνεμο;
Αυτό έγινε πολύ αργότερα, το 1976, αφού είχα επιστρέψει από ένα ακόμα παρατεταμένο ταξίδι στο Μαρόκο. Ζούσα στο Manchester στην αρχή αυτής της χρονιάς και όταν έφυγα όλοι φορούσαν Levis με καμπάνα, καουμπόικα πουκάμισα, και άκουγαν Jackson Browne, Pure Prairie League και Eagles. Όταν γύρισα πίσω τον Οκτώβριο υπήρχε αυτό το φαινόμενο που λεγόταν Punk και όλα είχαν αλλάξει. Κανένας δεν μιλούσε πια για την Καλιφόρνια και το κυρίαρχο θέμα ήταν οι ουρές για το ταμείο ανεργίας, ο ταξικό πόλεμος και το σύνθημα "No Future". Γνώριζα ήδη την Αμερικάνικη πανκ μουσική, γιατί επί χρόνια μου άρεσαν πολύ οι Stooges και οι Velvet Underground. Όμως αυτό το φαινόμενο του Ηνωμένου Βασιλείου ήταν πρωτόγνωρο για 'μένα αν και είχα δει τους προάγγελούς του σε μπάντες όπως οι Dr. Feelgood, οι Kilburn και οι Highroads. Είχα παίξει επίσης και με ένα συγκρότημα από το Manchester που λεγόταν The Bicycle Thieves, μια πανκ εκδοχή των Steely Dan.
Τέλος πάντων επέστρεψα από το Μαρόκο φορώντας κολιέ αγάπης και σανδάλια και έκανα οτοστόπ ως το Newcastle, όπου ζούσαν η φίλη μου και η κόρη μου. Ήταν ένα βίαιο ξύπνημα. Ήταν αδύνατο να βρεις οποιαδήποτε δουλειά, η Αγγλία φαινόταν να είναι σε μόνιμη οικονομική ύφεση και μετά από τέσσερις ή πέντε μήνες περιφερόμενος στους δρόμους του Newcastle, βρέθηκα στο Λονδίνο και δούλεψα σ' ένα βιβλιοπωλείο στο Soho. Όχι όμως πριν δω τους Stranglers και τους Clash στο Newcastle. Αν θυμάμαι καλά φορούσα ακόμα καμπάνα μπλουτζίν στη συναυλία των Stranglers! Αλλά είχα ήδη κόψει τα μαλλιά μου στο Μαρόκο, και έτσι με το αγκαθωτό κούρεμα και το δερμάτινο τζάκετ έμοιαζα σχεδόν με όλους τους υπόλοιπους. Μέχρι να δω τους Clash στην White Riot Tour είχα ήδη διαβάσει το μηδενιστικό βιβλίο Crash του J.G. Ballard και είχα ολοκληρωτικά επαναπροσδιορίσει και επανεφεύρει τον εαυτό μου. Όπως οι περισσότεροι πάνκηδες είχα την καρδιά ενός χίπη, ενός χίπη που όμως δεν είχε πλουτίσει και από των οφθαλμών αυτού οι λεπίδες είχαν πέσει. Την επόμενη χρονιά στο Λονδίνο είδα σχεδόν όλες τις πανκ μπάντες, κάνοντας και πολλές- αποτυχημένες- προσπάθειες να σχηματίσω κι εγώ τη δικιά μου.
Αυτή είναι και η εποχή που η ηρωίνη μπαίνει στη ζωή σου; Έχοντας αφήσει τα σκληρά ναρκωτικά πίσω εδώ και πολλά χρόνια και με τη πείρα πια της ωριμότητας, πως βλέπεις εκείνη την εποχή όταν κοιτάς πίσω;
Α, η μεγάλη ερώτηση! Απ' όσο μπορώ να θυμηθώ η πρώτη φορά που δοκίμασα ηρωίνη ήταν όταν δούλευα στο βιβλιοπωλείο του Soho το 1977. Την προηγούμενη μέρα είχα ξενυχτίσει και είχα γίνει τύφλα στο μεθύσι, έχοντας ένα φοβερό χανγκόβερ. Πήγα σε κάποιο γειτονικό βιβλιοπωλείο όπου δούλευε ένας Σκωτσέζος φίλος μου και τον ρώτησα αν είχε καθόλου ασπιρίνη. Μου απάντησε ότι δεν είχε, αλλά ότι είχε κάτι πολύ καλύτερο με το οποίο ο πονοκέφαλος θα περνούσε αμέσως. Λοιπόν, φυσικά και το έκανε, και αυτό και πολλά άλλα! Μου έδωσε να σνιφάρω μια γραμμή που ήταν μικρότερη από μισό εκατοστό σε μήκος, και μέσα σε πέντε λεπτά ξερνούσα τα σωθικά μου. Ο πονοκέφαλος όμως είχε φύγει και μόλις υποχώρησε και ο εμετός ένιωσα απολύτως υπέροχα: ευφορία, σαν να επέπλεα, ενοποιημένος σε απόλυτη ειρήνη με τον εαυτό μου. Σκέφτηκα "ουάου, η απάντηση στη ζωή και όλα της τα προβλήματα!"
Φυσικά, είχα διαβάσει τον William Burroughs και ήξερα ότι δεν ήταν και τόσο απλό, ότι υπήρχε ένα μεγάλο τίμημα μπαίνοντας στην πρέζα. Όμως ήξερα επίσης ότι χρειαζόταν μερικές εβδομάδες, ακόμα και μήνες συχνής χρήσης για να εθιστείς, και ήμουν βέβαιος ότι δεν θα άφηνα τον εαυτό μου να φτάσει σε τέτοιο σημείο. Θεωρούσα ότι ήμουν ένα μετριοπαθώς έξυπνο άτομο με το δικό του μυαλό, οπότε γιατί να έκανα ένα τέτοιο πράγμα από τη στιγμή που θα μπορούσα να δω το πρόβλημα να έρχεται; Επέμενα σε αυτή την απόφαση για δύο ή τρία χρόνια κάνοντας χρήση περιστασιακά, αλλά με το που έφτασα στη Νέα Υόρκη στα τέλη του '70 έκανα χρήση τακτικά. Εννοώ, εκείνη την εποχή στη Νέα Υόρκη σχεδόν όλοι όσοι σχετίζονταν με την μουσική και την τέχνη στο κέντρο της πόλης χρησιμοποιούσαν ηρωίνη. Για την ακρίβεια, είχε γίνει πολύ της μόδας. Πολλοί άνθρωποι την μυθιστορηματοποιούσαν επίσης. Ήταν όλα φιλτραρισμένα μέσα από τους Cocteau, Burroughs, Baudelaire, De Quincey, και φυσικά το γεμάτο αίγλη επαναστατικό στυλ του δρόμου των Keith Richards/Johnny Thunders. Έτσι σύχναζα με κινηματογραφιστές, μουσικούς και συγγραφείς (κάποιοι από τους οποίους από τότε έγιναν ευρέως γνωστοί), και όλο αυτό το ομοιογενές γκρουπ της παρέας μου χρησιμοποιούσε ηρωίνη σε άλλοτε μικρό ή μεγαλύτερο βαθμό. Θεωρείτο και μια μεγάλη βοήθεια στη δημιουργικότητα, κάτι που καθιστούσε δυνατό το να μπορείς να χάνεσαι στην ομιχλώδη διάσταση των ονείρων και να επιστρέφεις κουβαλώντας καλλιτεχνικό χρυσό. Όλο αυτό αποτυπώνεται πάρα πολύ καλά στην ταινία Liquid Sky, των πρώιμων '80's, αν και φαινομενικά είναι μια ταινία επιδρομής εξωγήινων στη Νέα Υόρκη.
Λοιπόν, μετά από μερικά χρόνια τέτοιου τύπου χρήσης, χώρισα με την στριπτιζέζ κοπέλα μου και κατέρρευσα συναισθηματικά. Τότε ήταν που άρχισα να κάνω χρήση καθημερινά, έχοντας ένα δεκανίκι, ένα μέσο αναισθητοποίησης του πόνου. Μιλάμε τώρα για το 1981 περίπου, και μέχρι να δημιουργήσω τους Khmer Rouge αργότερα μέσα στη χρονιά, ήμουν ήδη εθισμένος. Και απ' αυτό το σημείο και έπειτα μου πήρε άλλα επτά χρόνια για να αποτοξινωθώ. Δεν μπορώ να πω ότι μετανιώνω για αυτή την εμπειρία, διότι αποτελεί ένα μέρος του εαυτού μου. Αν επιβιώσεις από την εξάρτηση και ό,τι αυτή συνεπάγεται, αποκτάς μία εκπαίδευση που δεν βρίσκεται πουθενά αλλού - παρά μόνο ίσως σε μια κατάσταση πολέμου. Σίγουρα μαθαίνεις τι είναι τι, και σου δίνει ένα επίπεδο αυτογνωσίας και μια γνώση για τις πιο κρυμμένες όψεις της ανθρώπινης ψυχολογίας που δεν σου μαθαίνει κανένα πανεπιστήμιο.
Κλέβοντας την ερώτηση από μια συνέντευξη της Kristine McKenna με τον William Burroughs, θα ήθελα να ρωτήσω κι εγώ με την σειρά μου εσένα αν πήρες ναρκωτικά γιατί η ζωή δεν σου φαινόταν αρκετή ή γιατί σου φάνταζε τόση πολλή; Παρεμπιπτόντως η απάντηση του Burroughs ήταν: "Και τα δύο".
Η περίπτωσή μου κλείνει στην κατεύθυνση της πρώτης υπόθεσης. Αν και είχα πολλά προβλήματα στη ζωή μου εκείνη την περίοδο (είχαν να κάνουν κυρίως με το ότι ήμουν άνεργος και με τη διάλυση της σχέσης μας με τη μητέρα της κόρης μου June), δεν πιστεύω ότι έκανα συνειδητά ηρωίνη για να δραπετεύσω από μια ζωή που μου φαινόταν τόση πολλή). Ίσως αυτό το έκανα αργότερα, στη Νέα Υόρκη, όταν χώρισα με μια κοπέλα με την οποία ήμουν ΑΠΟΛΥΤΑ παθιασμένος και εθισμένος (μια από τις δύο γυναίκες που αναφέρονται στο Stripped για την ακρίβεια). Νομίζω ότι εκείνο τον καιρό στη Νέα Υόρκη μπορεί κάλλιστα να χρησιμοποίησα τα ναρκωτικά για να αμβλύνω τον πόνο, την απώλεια και το κενό που ένιωθα. Όμως καθώς ήμουνα ήδη εθισμένος, είναι πραγματικά δύσκολο να σου πω με σιγουριά. Ζούσα σε έναν ιδιαίτερα σκοτεινό κόσμο πριν τον μεγάλο χωρισμό και όταν αυτό συνέβη άρχισα να παίρνω μεγαλύτερη δόση και χάθηκα ακόμη περισσότερο στην ασάφεια και τη νάρκωση! Αλλά αυτό έγινε αρκετά χρόνια μετά από την πρώτη φορά που δοκίμασα ηρωίνη στο Λονδίνο (κατά τη διάρκεια της έκρηξης του Punk).
Αν θυμάμαι καλά μου φάνηκε κάτι πολύ συναρπαστικό εκείνη την εποχή, μια νέα περιπέτεια. Όπως ανέφερα και πιο πριν μεγάλωσα διαβάζοντας τους Beat συγγραφείς και τους Ρομαντικούς ποιητές και ολόκληρη η "φιλοσοφία" μου θα μπορούσε να συνοψιστεί στη λέξη "Further" που ήταν ο προορισμός (γραμμένος) στο μπροστινό μέρος του λεωφορείου του Ken Kesey, εκείνου του λεωφορείου που κερνούσε Kool-Aid Acid Tests και είχε τον Neal Cassady στη θέση του οδηγού. Ήταν ο ίδιο λόγος για τον οποίο δοκίμασα LSD στο τέλος της εφηβείας μου, για να πάω τα πράγματα σε ένα καινούργιο επίπεδο, να δω που θα οδηγούσαν. Θυμάμαι πολύ καλά την πρώτη φορά που σνίφαρα μια γραμμή -ήταν σαν: "Ναι! Αυτό είναι το φάρμακό μου! Τι υπέροχο συναίσθημα! Αγνή αίσθηση!" Έτσι, ήταν πολύ περισσότερο ένα είδος απερισκεψίας και ένα ηδονιστικό συναίσθημα, παρά το ότι ήθελα να ξεφύγω από μια ζωή που μου φαινόταν "τόση πολλή".
Από όσο ξέρω η πρώτη σου δισκογραφική εμφάνιση ήταν με τους Disturbed Furniture το 1981, έχοντας πατήσει ήδη τα 29 χρόνια. Υπήρξαν κάποιες άλλες μπάντες όπου έπαιξες πριν και που απλά δεν πρόλαβαν να ηχογραφήσουν κάτι;
Ναι υπήρχαν, αναφέρθηκα σε κάποια από αυτά σε προηγούμενες ερωτήσεις. Σίγουρα η αλήθεια είναι ότι άργησα να ξεκινήσω να ηχογραφώ. Αλλά έπαιζα σε δύο μπάντες στη Νέα Υόρκη πριν να γίνω μέλος των Disturbed Furniture: στους DC10s (δώσαμε μία συναυλία στο Max's Kansas City και αυτοκαταστραφήκαμε, οδηγώντας την ιδέα "no future" του πανκ στο λογικό της αποτέλεσμα), και στους Nothing. Οι Nothing ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα μπάντα, με επικεφαλής έναν εξόριστο Άγγλο φίλο που λεγόταν Trixie Sly. Ήταν ένα είδος πάνκικου "No Wave" συγκροτήματος, και ο Trixie ανακατευόταν και με την ηθοποιία - για την ακρίβεια υποδύθηκε τον μάνατζερ του συγκροτήματος στο πρώιμο έργο του Abel Ferrara Driller Killer (ένα πραγματικά κλασικό φιλμ παρεμπιπτόντως). Ο Trixie είχε παίξει με τους London SS (τουλάχιστον έτσι έλεγε) και γνώριζε τους Keith Levene και Tony James - αλλά ήταν δύσκολο να πεις με σιγουριά γι' αυτόν, ήταν πάντοτε μεγάλος παραμυθάς. Δυστυχώς, δεν βρίσκεται πια μαζί μας, πέθανε από ηπατική ανεπάρκεια το 2008. Τέλος πάντων, οι Nothing έβγαλαν μόνο ένα επτάιντσο σινγκλ το Uniformz/Scream an' Cry. Βασικά δεν συμμετείχα στον δίσκο, αφού είχε κοπεί λίγο πριν γίνω μέλος. Έπαιξα όμως μπάσο με τους The Nothing για περίπου 6 μήνες κάπου στα τέλη του 1979-1980. Αν δεν κάνω λάθος κυκλοφορεί και υλικό από ζωντανές συναυλίες στο διαδίκτυο.
Πώς ήταν η άνοδος και η πτώση των Khmer Rouge; Είναι αυτή η περίοδος που αποφασίζεις ότι το να παίζεις και να συνθέτεις μουσική είναι αυτό που θέλεις να κάνεις στην ζωή σου, ή αυτή η απόφαση προϋπήρχε;
Έγραφα τραγούδια για χρόνια, από τότε που ήμουν έφηβος, και είχα γράψει υλικό τόσο για τους DC10s, όσο και για τους Disturbed Furniture. Αργότερα, το καλοκαίρι του 1981 σχημάτισα τους Khmer Rouge με τον Phillipe Von Hagen στο μπάσο, τον Claus Castenskiold στα ντραμς και τον Kenny Sitz στη δεύτερη κιθάρα. Ο Phillipe έπαιζε και στους Del Byzanteens, την art-rock μπάντα του κέντρου που είχε τον Jim Jarmusch στα πλήκτρα. Για την ακρίβεια, θυμάμαι ότι με τον Jim τζαμάραμε κάποιες φορές στη σοφίτα του Phillipe στο Bowery, μισό τετράγωνο απόσταση από το CBGBs. O Claus Castenskiold, όπως ξέρεις, είναι ένας φανταστικός καλλιτέχνης, που συνέχισε κάνοντας τα εξώφυλλα δίσκων των Τhe Fall, Τhe Gun Club, και Kid Congo Powers (και επίσης και για τους Southern Cross στο τελευταίο CD, Paranoia.com). Ο Kenny Sitz ήταν ένας μουσικός δημοσιογράφος που έγραφε για το περιοδικό Trouser Press. Η σύνθεση αυτή δεν κράτησε για πολύ. Δώσαμε μία συναυλία στο πρώτο White Columns Noise Festival, ένα τριήμερο φεστιβάλ με Noise και No Wave μπάντες, που επιμελήθηκε ο Thurston Moore των Sonic Youth, και μετά διαλυθήκαμε. Στη συνέχεια γνώρισα τον Barry "Scratchy" Myers, μπασίστα και DJ, ο οποίος τότε δούλευε στο δισκάδικο Bleeker Bob's στο West Village. Ο Scratchy ήταν ο DJ στις τρεις πρώτες περιοδείες των Clash στην Αμερική και έπαιξε και ένα μικρό ρόλο στην ταινία Rude Boy. Ήταν αληθινός οπαδός της reggae την εποχή εκείνη (ακόμα είναι, αλλά έχει διευρύνει τα ακούσματά του και προς τις μουσικές του κόσμου, όπως επίσης με τον φακό του πάντα ψάχνει βαθιά μέσα στα σκοτάδια εκεί που απλώνονται οι ρίζες του rock and roll). Ο Joe Strummer τον είχε ζητήσει στις περιοδείες του για να παίζει λίγη reggae ανάμεσα στα support γκρουπ και τους Clash. Όταν τον γνώρισα είχε μετακομίσει σε μόνιμη βάση στη Νέα Υόρκη και έπαιζε με την "cowpunk" μπάντα της Δυτικής ακτής, τους Rank and File. Είχε πρόσφατα φύγει από το συγκρότημα, και έτσι, εντυπωσιασμένος από το βαθύ, dub reggae στυλ παίξιμό του μπάσου του, τον προσκάλεσα να με βοηθήσει να φτιάξω τους Khmer Rouge Mark II. Ο πιο αξιοσημείωτος από τους τελευταίους ντράμερ μας ήταν ο Paul Garisto, ο οποίος αργότερα έπαιξε με τους Psychedelic Furs και τον Iggy Pop. Οι Khmer Rouge παραλίγο να υπογράψουν με την CBS Records, παρεμπιπτόντως, μετά από σύσταση του Joe Strummer. Αλλά όταν έμαθαν για το πρόβλημά μου με την ηρωίνη έχασαν το ενδιαφέρον τους πολύ γρήγορα. Μετά ήταν ο Marty Thau της Red Star Records, ο τύπος που υπέγραψε με τους New York Dolls και τους Suicide. Μας πρόσφερε μια συμφωνία με την καινούργια του εταιρεία, αλλά ήθελε να αλλάξουμε το όνομά μας - πίστευε ότι ήταν πολύ αμφιλεγόμενο. Μάλλον δεν ήθελε να ασχοληθεί πια με τελειωμένες, βουτηγμένες στα ναρκωτικά, μηδενιστικές μπάντες!
_____