Η κασέτα είναι βασικός φορέας αισθητικής κατάθεσης
Μία εγχώρια δισκογραφική η οποία συνεχίζει την μακρά και λίαν δημιουργική παράδοση των label με κασέτες. Και μια συνομιλία, ενδοσυναδελφική υπόθεση... Της Μαριάννας Βασιλείου
Η πέμπτη σύγχρονη ελληνική δισκογραφική που συμμετέχει στο σχετικό αφιέρωμά μας είναι η A Man out of A Man του Στυλιανού Τζιρίτα. Καινούριο σχετικά label, με πολύ ενδιαφέρον όμως υλικό. Και με πολλές-πολλές κασέτες.
H εταιρία ξεκίνησε το 2015, εν μέσω δισκογραφικής κρίσης και αποκορύφωσης της οικονομικής κρίσης. Πώς λήφθηκε η σχετική απόφαση υπό αυτές τις συνθήκες;
Δεν ξεκίνησε ως label, απλά κότσαρα τον τίτλο A Man out of A Man όταν έβγαλα τη δική μου τελευταία μέχρι στιγμής προσωπική δουλειά, το “A.O.R.”. Αργότερα μέσα στη χρονιά ήρθε η πρώτη κυκλοφορία, η συλλογή «Έλληνες Συνθέτες Ηλεκτρονικής Μουσικής σε Πεδία Επιστημονικής Φαντασίας» και μου φάνηκε λογικό να βάλω το ίδιο όνομα.
Σε τι ωφέλησαν και σε τι έβλαψαν τα ΜΚΔ και η παντοκρατορία τους την ανεξάρτητη δισκογραφία;
Βοηθούν, όποιος δεν το παραδέχεται είναι είτε βλαξ είτε λουδίτης. Τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης είναι όπως κάθε μέσο μετακίνησης ιδεών και απόψεων. Αν τα χειρίζεσαι σωστά δεν βλάπτουν κανέναν. Σε αντίθετη περίπτωση τραυματίζονται η συλλογική αισθητική, η εικόνα του καλλιτέχνη και του label.
Από πού εμπνεύστηκες το λογότυπο και την ονομασία της εταιρίας;
Τον τίτλο του label τον είχα χρόνια ως υποσημείωση της υπογραφής μου στο mail μου και είχα αποφασίσει ότι αυτό θα ήταν το όνομα έτσι και ξεκινούσα δικό μου label κάποια στιγμή. Έχει τη σχετική βιβλική αναφορά, το δε λογότυπο είναι καινούργιο, χρησιμοποιούσα τον κλασσικό άντρα σε διάσταση άκρων του Ντα Βίντσι αλλά (λογικό είναι) βρήκα ότι τον χρησιμοποιούσαν τουλάχιστον 2 labels (το ένα μάλιστα στην Ελλάδα), οπότε αποφάσισα να κάνω κάτι άλλο. Το καινούργιο μου αρέσει διότι θυμίζει λογική logo αμερικάνικης τηλεοπτικής σειράς των 70’s.
Πώς αποφασίζεις ποιες δουλειές θα εκδώσεις; Ποια είναι η διαδικασία και ποιες δυσκολίες έχει;
Το βασικό, εκτός φυσικά του αυτονόητου να μου αρέσει το υλικό, έχει να κάνει με τη δυσκοιλιότητα και το τουπέ του καλλιτέχνη. Ζωάδια, αγενείς και υπερφίαλοι δεν μπαίνουν ακόμα και αν έχουν ηχογραφημένο το νέο “Music for Airports” (οι ψωνάρες επιτρέπονται διότι είμαι εγώ ο ίδιος πρώτα). Απαιτώ να υπάρχουν βασικές αρχές ευγένειας και τακτ, κάτι που φαίνεται και από την πρώτη επαφή με τον καλλιτέχνη ή το σχήμα, ακόμα και αν πρόκειται για ηλεκτρονική αλληλογραφία. Έχει τύχει περίπτωση που δεν έβγαλα υλικό που μου άρεσε πάρα πολύ από ένα πειραματικό τρίο, επειδή ο ένας είναι από τους πιο γελοίους ανθρώπους που κυκλοφορούν στην Αθήνα. Δεν ήθελα να έχω την παραμικρή επαφή μαζί του, ήξερα από πριν ότι θα δημιουργηθούν προβλήματα.
Με την οικονομική κρίση - ειδικά όπως τη βιώνουμε στην Ελλάδα, με capital controls, πτωχεύσεις επιχειρήσεων κλπ - ποιοι είναι οι σημαντικότεροι σκόπελοι που πρέπει να ξεπερνά (ή και να προβλέπει) μία δισκογραφική κατά τη λειτουργία της;
Ένα μικρό label έχω, δεν ανοίγονται μεγάλα budget ώστε να μην μπορεί να επιβιώσει.
Πώς μπορεί να συνδυαστεί η καθημερινή εργασία που κάνουμε προς βιοπορισμό με τις απαιτήσεις ενός δισκογραφικού label;
Αν τσεκάρετε την ασφαλιστική μου κατάσταση θα δείτε ότι πριν από το 1987 έχω (και μάλιστα σε πολλές περιπτώσεις βαρέα) ένσημα από χώρους εργασίας που σχετίζονται με χειρωνακτικές απασχολήσεις (καφενεία, ζαχαροπλαστεία, εργαστήρια κατασκευής τουριστικών αγαλματιδίων, λυόμενα σπίτια, καμίνι χύτευσης μπρούτζινων αντικειμένων, παρασκευή χημικών ουσιών, εξωτερικές δουλειές λογιστηρίου, delivery φαγητού). Κάποια στιγμή μεταπήδησα σε κάποιο περιοδικό (και ας είχα ήδη πορεία ως φανζινάς ήδη μια 8ετία, αυτό είναι ανεξάρτητο από την προαναφερθείσα αλλαγή). Από τη στιγμή που μπήκα στον χώρο της μουσικής βιομηχανίας γενικότερα (και πιστέψτε με, έχω περάσει από όλα τα πόστα πια, διοργάνωση συναυλιών, πώληση, διανομή, promo, management, tour management) – τη θέση του μουσικού που ηχογραφεί για label την είχα από το ’87 - αποφάσισα ότι μόνο από εκεί θα ζω. Με τα όποια κόστη και με ό, τι συνέπειες χρόνου έχει αυτό. Δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι άλλο και το label να είναι ένα side project αυτού. Δεν οικτίρω και ούτε ασφαλώς μέμφομαι κάποιον που το κάνει αυτό, αλλά εγώ δεν θα μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο. Η καθημερινή μου ενασχόληση έχει να κάνει με ζητήματα που άπτονται του γραπτού λόγου και του ήχου, με τις όποιες οικονομικές συνέπειες μπορεί να έχει αυτό όταν έχεις δύο παιδιά (και επίσης πιστέψτε με, αυτά είναι τα πρώτα που έχουν τόσα χρόνια υποστεί τις συνέπειες των επιλογών μου, σε αυτά θα λογοδοτήσω στο μέλλον).
Πώς αποφασίστηκε το είδος στο οποίο θα εστίαζε η εταιρία και υπό ποιες προϋποθέσεις δέχεται ένα διαφορετικό είδος; Ή αλλιώς, τι θα πρέπει να έχει ένας/μία μουσικός για να τον/την εντάξεις στο ρόστερ σου, ανεξαρτήτως του ήχου που υπηρετεί;
Δεν αποφασίστηκε κάποιο συγκεκριμένο είδος ως στόχευση ούτε επιλέχθηκε κάποιο target group. Απλά βρήκα πολύ βαρετό να βγάλω πεπερασμένης λογικής κιθάρες, είτε από το indie είτε από το rock, ενώ την ίδια στιγμή το ίδιο σκέφτομαι και για το άλλο άκρο (βλέπε το υπερκορεσμένο και επίσης πεπερασμένο noise). Με ενδιαφέρει η αίσθηση του «επείγοντος», κάτι δηλαδή που έχει την αγωνία του συνθέτη να μιλήσει σε σημερινή γλώσσα και όχι να αναπαράγει μορφολογισμούς των οποίων τη λειτουργία έχουμε αποφασίσει ως κοινωνικό ασυνείδητο ότι έχουν συγκεκριμένη πια επέκταση.
Πώς κινείσαι για τη δημιουργία του artwork και πώς συνεργάζεσαι με τον καλλιτέχνη για το τελικό αποτέλεσμα;
Σε κάποιες περιπτώσεις έρχεται ο καλλιτέχνης με συγκεκριμένη ιδέα, ακόμα και γραφίστα. Μόνο σε μία περίπτωση έχω καντηλιάσει την ώρα και τη στιγμή που δέχθηκα μία τέτοια λογική και υποχώρησα. Εννοείται ότι σε κάθε περίπτωση, είτε μιλάμε για προαποφασισμένο artwork είτε όχι, έχω την τελική υπογραφή. Από την άλλη έχω την τύχη να έχω μερικές θαυμάσιες δουλειές στα εξώφυλλα από ανθρώπους που αγγάρεψα εγώ προσωπικά, όπως ο Μπάμπης Μελικίδης, ο Μιχάλης Αντωνόπουλος και ο Αντώνης Κλειδουχάκης.
Ακούγονται πολλά για την επιστροφή του βινυλίου, το θάνατο του cd και την κυριαρχία του ψηφιακού. Τι τελικά από τα τρία ισχύει;
Ισχύουν όλα αυτά, και σαφώς επηρεάζουν αποφάσεις και πλεύσεις, αλλά μήτε του κάθε βαρετού βινυλιοφάγου που απλά θέλει αυτοεπιβεβαίωση για την κοτσίδα και τη Harley του πρόκειται να κάνω τα χατίρια και να ασπαστώ τις απόψεις του, μήτε του βλακέντιου που τώρα του ξίνισε το cd θα κάτσω να ακούσω την άποψη.
Η A Man out of a Man έχει εστιάσει πολύ στην κασέτα ως μέσο, και τα τελευταία χρόνια βλέπουμε μάλιστα μια γενικότερη επιστροφή σε αυτήν. Για ποιο λόγο επέλεξες να την χρησιμοποιήσεις; Τι περιορισμούς και τι δυνατότητες έχει αυτό το φορμά;
Καταρχήν έχω τη δυνατότητα να στηρίζω οικονομικά τις εκδόσεις με τις πωλήσεις του ίδιου του label, δεν έχω άλλη δυνατότητα, τα οικονομικά μου είναι ισχνά και έχω δύο παιδιά, δεν θα μπορούσα να καταθέτω 1600άρια για να βγάζω 200 βινύλια της όποιας κυκλοφορίας. Εκεί επίσης μπαίνει και το πολύ βασικό θέμα της αποθήκευσης και του χώρου. Μου αρέσει πολύ που μπορώ να έχω το σύνολο του label (μήτρες, κόπιες, templates) σε 2 σακ βουαγιάζ αν χρειαστεί να μετακομίσω/μετακινηθώ, μου δίνει μια αίσθηση ελευθερίας. Η κασέτα έχει κάποιους περιορισμούς αναφορικά με την ίδια την αγοραστική της δύναμη, είναι κάποιοι που δεν την αντιλαμβάνονται ως βασικό φορέα αισθητικής κατάθεσης.
Στα κατασκευαστικά της σε επίπεδο label έχει τη δυσκολία του να ισορροπήσεις τις διάρκειες έκαστης πλευράς σε σχέση με τη ροή που έχει ο κάθε δίσκος. Τώρα για το αν έχει το κοινό κασετόφωνα ή όχι αυτό δεν με ενδιαφέρει, εξάλλου έχω πια και download code σε κάθε κασέτα προς πώληση (παλαιότερα έκανα διαφορετικό σύστημα με αποστολή αρχείων μέσω email).
Μπορείς να αναφέρεις κάποιες κυκλοφορίες της A Man out of a Man για τις οποίες είσαι ιδιαίτερα περήφανος και τους λόγους για αυτό;
Το ότι σηκώνω ένα τηλέφωνο ή ξεκινώ να πληκτρολογώ μία πρόταση σε ένα inbox και από την άλλη μεριά άνθρωποι όπως ο Δημήτρης Καμαρωτός, ο ΙΟΝ, ο Κτίρια τη Νύχτα, οι 2byBukowski, o Κωστής Δρυγιανάκης, οι Last Drive, o Ηλίας Αναστασόπουλος, ο Αντώνης Λιβιεράτος, ο Βαγγέλης Μπουλουχτσής, ο Δημήτρης Παπαδάτος, ο Γιώργος Λαιμός, η Melentini, η Sugahspank, ο Μάνος Καρακατσάνης, η Φλώρα Ιωαννίδη, ο Φώτης Σιώτας, ο Blend Mishkin (και σταματώ εδώ διότι θα γεμίσω άλλες 7 γραμμές) απαντάνε «μέσα είμαι, εννοείται!», αποτελεί τη μεγαλύτερη ικανοποίηση που έχω λάβει ως άνθρωπος σε αυτό το χώρο.
Τι μπορούμε να περιμένουμε από την A Man out of a Man το επόμενο διάστημα;
Μόλις κυκλοφόρησε το “Hidden Pole” από τον Silent Wagon, ένα sci-fi ambient αναλογικής 70’s αισθητικής, ενώ σε λίγο καιρό έρχεται η πρώτη κυκλοφορία καλλιτέχνη της αλλοδαπής, μία επανακυκλοφορία του δίσκου “Spirit of the Wardrobe” από τον Ιάπωνα συνθέτη Koji Asano. Ακολουθεί μία κυκλοφορία με field recordings (η πρώτη συλλογή τέτοιου είδους στην Ελλάδα) και για τον Οκτώβρη έχει δρομολογηθεί η έκδοση ενός δίσκου όπου γυναικείες φωνές (ανάμεσα τους η Melentini, η Sugaspank, η Φλώρα Ιωαννίδη και η Ειρήνη Αργύρη) θα άδουν διασκευές σε τραγούδια του Robert Johnson σε παραγωγή δική μου και του φίλου και συνεργάτη από τους Κωψωκέφαλους, του Μιχάλη του Σεμερτζόγλου (New Zero God) και με συμπαραγωγούς και recording engineers τον Αχιλλέα Χαρμπίλα (2byBukowski) και, τον μεγάλο μου γιο, Οδυσσέα Τζιρίτα.
Υπάρχουν άνθρωποι τους οποίους θα ήθελες να ευχαριστήσεις δημόσια για την (όποιου είδους) στήριξη έχουν παράσχει στην A Man out of a Man;
Ευχαριστώ κάποιους ανθρώπους που στηρίζουν σταθερά το label είτε μιλάμε για αγοραστές που παίρνουν τα πάντα απ’ ό,τι βγάζω εμπιστευόμενοι την αισθητική του label (και δεν μιλάμε για άτομα που γνωρίζω προσωπικά, αλλά τους έχω μάθει πια ένεκα ταχυδρομικών αποστολών) είτε τους ανθρώπους που έχουν συμβάλλει αφιλοκερδώς (artwork, mastering) επειδή απλά γουστάρουν τη φάση.
4 χρόνια μετά, ποιούς στόχους της έχει πετύχει η A Man out of a Man και ποιους βάζει για τα επόμενα 4 χρόνια;
Οι στόχοι μου έχουν αποκλειστικά να κάνουν με το service των αγοραστών και θιασωτών του label. Ταχύτερη εξυπηρέτηση στα παραγγελίες τους, χαμηλό κόστος αγοράς, άρτια εξώφυλλα και ήχος διαμάντι. Θεωρώ ότι το 2018 έκανα άλμα αν μη τι άλλο στο σκέλος της ταχύτητας του service, τα υπόλοιπα ήταν, θεωρώ, από την αρχή σε πολύ καλά επίπεδα.
Οι στόχοι μου αναφορικά με την ηχητική αισθητική του label δεν αφορούν κανέναν ακριβώς επειδή πρόκειται για μία απόλυτα εσωτερική αναζήτηση ήχων. Απλά αν αρέσουν αυτά που θα βγάζω, θα τα αγοράσουν κάποιοι, αν όχι, καλώς και δεν θα τα αγοράσουν.