Sunnyboys

Τα αυστραλέζικα 80s ήταν μαγικά και περιπετειώδη

Ένα από τα πιο γνωστά σχήματα από την χώρα 'downunder' που τόσο αγαπήθηκε κάποτε στα μέρη μας. Μια συνέντευξη του Παναγιώτη Αναστασόπουλου

Photo by Lucinda BilsonΣυζητώντας με τον Richard Burgman καταλαβαίνεις απλά ότι those “Days are (never) Gone”

Οφείλω να το ξεκαθαρίσω από την αρχή: μου προκαλεί τεράστιο "Trouble in My Brain" να διαβάζω ότι οι Sunnyboys ήταν μια power pop μπάντα. Εσύ είσαι εντάξει με αυτό;
Δεν υπάρχει πρόβλημα. Οι ταμπέλες κυκλοφορούσαν παντού. Υπήρχε η τάση να υποδηλώνουν αυτά που αποκλείονται, παρά όσα συμπεριλαμβάνονται σε αυτές και γι’ αυτό κατέληγαν περιοριστικές, οπότε δεν τις προσυπογράφω. Μπορείς να λες πως είμαστε αυτό που νομίζεις. 

Πώς θα χαρακτήριζες την όλη ανεπανάληπτη αυστραλέζικη μουσική σκηνή των 80s; Να ξέρεις πως αν δε μου απαντήσεις ‘garage rock’ θα κλαίω…
Στα 80s το garage rock ήταν τεράστιο. Απλά τραγούδια παιγμένα με ένταση και αποφασιστικότητα. Ήταν μια εποχή εκρηκτικής εξερεύνησης και πολλά διαφορετικά είδη αντιπροσωπεύονταν με επιτυχία. Garage, punk, ska, hard core, grunge πριν εφευρεθεί η ταμπέλα “grunge”, power pop και οτιδήποτε άλλο μπορείς να σκεφτείς. Τα είχαμε όλα.

Μπορείς να θυμηθείς πώς διαμορφώθηκε ο ήχος των αυστραλέζικων 80s;
Θα έλεγα ότι ήταν μαγικά και περιπετειώδη. Όλες οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές. Τα ενοίκια στα κέντρα των πόλεων ήταν φτηνά, μπορούσες να επιβιώσεις με το επίδομα ανεργίας και μερική εργασιακή απασχόληση, ενώ οι συναυλίες ήταν η αγαπημένη επιλογή διασκέδασης των νέων. Πολλές pubs είχαν ζωντανή μουσική, εκατοντάδες μπάντες κάθε μουσικού είδους ξεκινούσαν και με τον ερχομό της μουσικής τηλεόρασης και των μικρών ανεξάρτητων δισκογραφικών εταιρειών εμείς οι νέοι και ορεξάτοι μουσικοί είχαμε τη δυνατότητα να δώσουμε τον καλύτερό μας εαυτό.

Διάβασα ότι στις 23 και 24 Οκτωβρίου παίζετε με τους Ups and Downs στο Brisbane και στις 26 Φεβρουαρίου στο Bribie Island. Πώς νιώθετε, που θα παίξετε ξανά ζωντανά, ύστερα από τόσους περιορισμούς που έχει επιφέρει η πανδημία;
Οι συναυλίες του Οκτωβρίου στο Brisbane μετατέθηκαν για τις 24 και 25 Μαρτίου του 2022. Εξαιτίας του covid. Μέχρι τώρα, εκείνη στο Bribie Island ισχύει, απ’ όσο γνωρίζουμε. Περιμένω πώς και πώς να παίξω και πάλι ζωντανά. Είναι πράγματι δύσκολο να βλέπεις την πανδημία να καταστρέφει όλες τις συναυλίες. Πονάει η καρδιά σου. Ας ελπίσουμε ότι θα μπορέσουμε να επιστρέψουμε σύντομα σε κάποιας μορφής κανονικότητα.

Πόσο διαφορετικά είναι τα επερχόμενα αυτά live με το πρώτο σας, που έγινε το δεκαπενταύγουστο του 1980, όταν παίξατε support στους The Lipstick Killers και τους Me 262;
Η πρώτη μας συναυλία ήταν κάτι που δε θα ξεχάσω ποτέ. Ήμασταν κάποιοι άγνωστοι που παίζαμε πρωτότυπα τραγούδια και δεν πληρωνόμασταν καλά. Μεταφέραμε μόνοι μας τον εξοπλισμό μας πάνω και μακριά από τη σκηνή και, αν θυμάμαι καλά, βγάλαμε εκατό δολάρια. Είμασταν μόνο δύο μήνες μαζί και μαθαίναμε τα τραγούδια του Jeremy, αλλά τα καταφέραμε. Παίξαμε καλά και το κοινό ανταποκρίθηκε. Ήταν μια καλή αρχή. Στις μέρες που ζούμε είμαστε πρώτο όνομα, πληρωνόμαστε καλά σε μεγάλες υπαίθριες συναυλίες και έχουμε όλο τον απαιτούμενο εξοπλισμό, τους εργαζόμενους, το μάνατζμεντ και την οικογενειακή υποστήριξη που θα θέλαμε. Παίζουμε σε γεμάτες αίθουσες. Είναι συναρπαστικό και ικανοποιητικό. Οι άνθρωποι που συνεργαζόμαστε και εκείνοι που δουλεύουν για λογαριασμό μας είναι καταπληκτικοί. Δε θα μπορούσαμε να τα καταφέρουμε χωρίς αυτούς.

Είναι αλήθεια ότι μοιράζατε δωρεάν αντίτυπα του EP “Happy Birthday” μετά από τις συναυλίες σας;
Τον Ιούλιο του 1981, στην πρώτη επέτειο της πρώτης μας συναυλίας, παίξαμε δύο βραδιές στο Sydney Trade Union Club και χαρίσαμε σε όσους παρευρέθηκαν αντίτυπα του four track 7 inch ep που είχαμε φτιάξει και κυκλοφορήσει. Αυτή ήταν η μοναδική φορά που κάναμε κάτι τέτοιο.

Photo by Lucinda BilsonΠόσο σημαντικός ήταν ο ρόλος της Mushroom Records στο ξεκίνημά σας;
Η Mushroom Records ήταν πολύ σημαντική. Οι άνθρωποί της ήθελαν πολύ να υπογράψουμε και μας δέχτηκαν με ενθουσιασμό. Με αυτούς ηχογραφήθηκε το πρώτο άλμπουμ μας, κυκλοφόρησε και το προωθήθηκε σε ολόκληρη την Αυστραλία.

Πώς ήταν η συνεργασία σας με τον Lobby Loyde;
Ο Lobby ήταν πολύ καλός μαζί μας. Πίστεψε σε εμάς, θαύμαζε τον τρόπο που ο Jeremy έπαιζε κιθάρα και θεωρούσε ότι είχαμε αυτό που χρειαζόταν για να πετύχουμε. Μας έφερε σε επαφή με τη Mushroom Records, έκανε την παραγωγή στο πρώτο μας ep και στα δύο πρώτα άλμπουμ μας και επίσης ήταν ο μάνατζέρ μας σε συνεργασία με την Sally Collins. Ήταν μέρος της Αυστραλέζικης rock των 60s και των 70s, αλλά και ένας μύθος ανάμεσα στους κιθαρίστες. Η επιρροή του είναι σημαντική.

Βάσει πωλήσεων, αλλά και ποιότητας τραγουδιών, το πλατινένιο ομώνυμο ντεμπούτο σας είναι ο πιο σημαντικός δίσκος σας. Έχεις κι εσύ την ίδια γνώμη;
Αγαπώ όλους τους δίσκους μας. Ο πρώτος, όπως είπες κι εσύ, ήταν ο πιο επιτυχημένος και παίζαμε ζωντανά πολλά από τα τραγούδια του. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι αυτές οι κρίσεις είναι καθαρά υποκειμενικές.

Στην Ελλάδα σας γνωρίσαμε με το διπλό “Days are Gone”, που περιείχε τα δύο πρώτα άλμπουμ σας. Θέλεις να μου πεις πέντε τραγούδια από αυτά που απολαμβάνεις περισσότερο να παίζεις ζωντανά;
A, την κυκλοφορία της Closer Records. Την αγαπώ. Μου αρέσει να παίζω ζωντανά τα “Trouble In My Brain”, “Happy Man”, “My Only Friend”, “Tunnel Of Love”, “Let You Go”.

Ποια είναι τα τραγούδια που σας ζητούν περισσότερο να παίζετε στις ζωντανές εμφανίσεις σας;
Τα “Alone With You” και “The Seeker”.

Υπήρξατε μια μπάντα που είχε στη σύνθεση της δύο αδέλφια, ενώ κάποια μέλη της είχαν ήδη συνεργαστεί στους Wooden Horse. Αυτό καταρχάς ακούγεται πολύ θετικό, αλλά κατά καιρούς έχει αποδειχτεί εξίσου αρνητικό. Τι, τελικά, βοηθά μια μπάντα να μείνει μαζί για πολλά χρόνια;
Έχουμε κοινή μια πραγματική αγάπη για τη μουσική, για τα τραγούδια και για τον τρόπο που παίζουμε μαζί. Μου φαίνεται απίστευτο το ότι, παρά τα τόσα χρόνια που πέρασαν, ακουγόμαστε όπως παλιά. Όταν σχηματίστηκε η μπάντα δέσαμε άμεσα, μάθαμε πολύ γρήγορα τα τραγούδια και ευχαριστιόμασταν να τα παίζουμε. Είναι απόλαυση να παίζεις με τα άλλα μέλη της μπάντας. Ήταν αληθινό τότε και εξακολουθεί να είναι και τώρα.

Ποια ήταν τα αγαπημένα σου Αυστραλέζικα συγκροτήματα τη δεκαετία του ’80;
Οι Le Hoodoo Gurus, X, Paul Kelly and the Coloured Girls, The Saints, Weddings Parties Anything, Eastern Dark, The Triffids.

Ποιο τραγούδι της εποχής εκείνης θα ήθελες να ήταν δικό σας;
Το “Always, Always” των The Saints.

Κάποιοι είπαν ότι με το “Get Some Fun” δώσατε μια βρετανική αισθητική στον ήχο σας. Συμφωνείς με αυτό και, αν ναι, ήταν κάτι που έγινε συνειδητά;
Προσπαθούσαμε να είμαστε μοντέρνοι και οι βρετανικοί ήχοι ακούγονταν παντού, οπότε υπήρχε κάτι τέτοιο. Δεν αναζητούσαμε σκόπιμα βρετανικό ήχο, νομίζω όμως πως η επιρροή του είναι αισθητή.

Γιατί οι Sunnyboys της RCA και του “Wildcat” διαλύθηκαν τόσο γρήγορα;
Αυτό ήταν λάθος. Εκείνη την εποχή ο Jeremy ήταν ηγέτης σε διάφορες μπάντες, καμία όμως από τις οποίες δεν τα πήγαινε ιδιαίτερα καλά. Το ότι έπασχε από σχιζοφρένεια ήταν κάτι που έκανε δύσκολη τη συνεργασία μαζί του. Εκείνη την εποχή ο μάνατζέρ του αποφάσισε να ονομάσει το νέο του συγκρότημα Sunnyboys, για να τον επαναφέρει στο φως της δημοσιότητας και να βγάλει λεφτά. Δεν τα κατάφερε, όμως. Η μπάντα ήταν έτσι κι έτσι, τα τραγούδια δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο και ο Jeremy εκτροχιαζόταν, όταν βρισκόταν μπροστά σε κοινό. Αυτό δεν άρεσε καθόλου στον κόσμο και η όλη προσπάθεια τελικά απέτυχε. 

Με την αρχική σύνθεση σπάσατε μια σιωπή που είχε κρατήσει κάμποσα χρόνια ως Kids in Dust. Γιατί τότε δεν επανήλθατε ως Sunnyboys;
Είχαμε να παίξουμε μαζί είκοσι χρόνια. Ο Jeremy έπασχε από σχιζοφρένεια. Εγώ ζούσα στον Καναδά. Ο Tim Pittman ρώτησε τον Peter και τον Jeremy αν μπορούσαν να παίξουν ως ακουστικό ντουέτο το 2011 σε μια μικρή παμπ, ως μέρος του φεστιβάλ “Dig It Up”. Η απάντηση του Jeremy ήταν: «Όχι, δε νομίζω. Αλλά μπορώ, αν είναι με ηλεκτρισμό!» Κι έτσι οργανωθήκαμε. Με τον Tim Pittman ως μάνατζερ με έφεραν στο Sydney, όπου κάναμε τρεις μέρες πρόβα ενός σαρανταπεντάλεπτου σετ και μετά παίξαμε ζωντανά. Ονομαστήκαμε “Kids in Dust” επειδή δεν είχαμε ιδέα για το αν θα τα καταφέρναμε. Μπορούσε να ήταν τέλεια, αλλά μπορούσε να αποδειχτεί και καταστροφή. Αν βγαίναμε ως Sunnyboys, θα ήταν σα να παγιδεύαμε τους εαυτούς μας σε μια αποτυχία, κι έτσι διαλέξαμε το άλλο όνομα. Τότε αυτό ήταν το πιο γνωστό μυστικό στο Sydney. Τελικά όμως αποδείχτηκε ότι ήταν ένας θρίαμβος. Ο Jeremy ήταν φανταστικός κι εμείς δώσαμε τον καλύτερό μας εαυτό.

Ύστερα από όσα έχεις ζήσει με τη μπάντα, τι χρειάζεται για να είσαι τώρα ένας "Happy Man";
Για να είμαι ένας Χαρούμενος Άνθρωπος πρέπει να παίζω. Επίσης, άλλα εκφραστικά μέσα που αγαπώ είναι η ζωντανή μουσική, το θέατρο, ο κινηματογράφος, γι’ αυτό σήκω και φύγε covid και άφησέ μας να παίξουμε!

Ευχαριστώ πολύ.
Παρακαλώ.