The string is a very important thing
[Συνέντευξη με τον Matthew Ingram]
Ακούγοντας κανείς τα δύο EP και τα δύο άλμπουμ του Matthew Ingram ή Woebot, που έχει κυκλοφορήσει και διακινεί μόνος του, μέσα από την ιστοσελίδα του, έρχεται αντιμέτωπος με ένα βομβαρδισμό από samples κυρίως άγνωστων ή ξεχασμένων τρακς που δεν σ' αφήνουν σε ησυχία με την τρομερή ταχύτητα με την οποία εναλλάσσονται, δίπλα-δίπλα με κομμάτια φτιαγμένα από αναλογικά συνθεσάιζερ, στα όρια του ποστ πανκ χωρίς τις κιθάρες, και σε μετωπική σύγκρουση με την hip-hop ρυθμολογία. Στο τελευταίο του βέβαια άλμπουμ, Moanad, δείχνουν να παίρνουν κεφάλι οι κιθάρες, χωρίς να χάνεται το "κολλάζ" με τα samples, όπως το ονομάζει και ο ίδιος.
Ξεκίνησε σαν γραφιάς σε περιοδικά όπως το διαδικτυακό FACT, και το Wire, τρέχοντας παράλληλα και το προσωπικό του blog (www.woebot.com για πέντε περίπου χρόνια, ξεκινώντας από το 2003, έχει πλέον μεταφερθεί στη σελίδα http://cybore.me) για να καταλήξει να κάνει πραγματικότητα το όνειρο όλων των περί το ροκ ασχολουμένων, και δη των γραφιάδων, να κάνουν δηλαδή τη δική τους μουσική.
Κι αν όπως λέει παρακάτω, πολλές φορές το ροκ γράψιμο αποβαίνει σημαντικότερο από την ίδια τη μουσική για την οποία μιλάει, δεν παύει να είναι μια δραστηριότητα γύρω από τη μουσική, όχι το αληθινό πράγμα.
Προσωπικά θα του συγχωρήσω το αλαζονικό "είμαι η μουσική" που λέει κάπου πιο κάτω. Διαβάζοντας κανείς το blog του βρίσκει ποστς που καλύπτουν ολόκληρα μουσικά είδη, όπως η jazz, ή η σύγχρονη μουσική, ή το δικό του τοπ-100 δίσκων, με πρωτότυπες φωτογραφίες από τα εξώφυλλα των δίσκων βινυλίου. Με το Modern Dance των Pere Ubu στο νούμερο 1 αυτού του τοπ, η μουσική που "φτιάχνει" δεν θα μπορούσε να είναι τίποτα λιγότερο από συναρπαστική.
Αλλά ας δούμε καλύτερα τι μας απάντησε σε κάποιες ερωτήσεις που του στείλαμε.
Πως θα μπορούσες να περιγράψεις τη μουσική σου, ή ειδικότερα το τελευταίο σου άλμπουμ, Moanad, σε κάποιον που δεν έχει ακούσει κάτι;
Το τελευταίο μου άλμπουμ είναι ένα είδος hip-hop LP μεσαίας περιόδου (το μυαλό μπορεί να πάει στους Diamond, ATCQ, Black Moon, Main Source), αλλά κατασκευασμένο σαν αυτοί οι παραγωγοί να είχαν εμμονή με το No Wave και όχι με το Party Funk, και σαν να έπασχαν από κάτι σαν "αναταραχή διάσπασης της προσοχής από υπερδραστηριότητα".
Μπορείς να μας πεις πως ξεκίνησες να κάνεις μουσική στην αρχή; Ήταν μια ιδέα στο μυαλό σου για χρόνια, ή μια πρόσφατη;
Πάντα πίστευα ότι η καλύτερη μουσική ήταν κάτι σαν κοφτερή σκέψη - κάτι σαν τις πιο μεγάλες ιδέες. Συχνά νομίζω ότι έπαιρνα το ρόλο να εξηγήσω τι ήταν αυτό το τόσο ιδιοφυές γι αυτή τη μουσική - το να ανοίξω αυτό το στολίδι της τέταρτης διάστασης για να δείξω σε άλλους ανθρώπους πόσο θαυματουργά ευφυές ήταν, να το εξηγήσω.
Η μουσική που μου άρεσε περισσότερο, που πραγματικά με ισοπέδωσε, πράγματα όπως ο La Monte Young, οι The Black Dog, οι παραγωγές του Lee Perry, το πρώτο κύμα του Detroit techno, το Grime στην αρχή του, δεν ήταν τίποτα λιγότερο από φιλοσοφία φτιαγμένη από μουσική. Αλλά κατά κάποιο τρόπο "σπουδαιότερο" από φιλοσοφία γιατί ποτέ δεν ήταν βαρετό - ήταν έξυπνο και αυτόνομο.
Όπως το καταλάβαινα, για πολλά χρόνια δεν ήταν απαραίτητο το να κάνεις μουσική, να κάνεις αυτό που εγώ καταλάβαινα ότι ήταν μουσική. Ήταν εντάξει να κάνεις αστεία φοιτητικά τηλεοπτικά προγράμματα για τη μουσική, χαζά on-line τηλεοπτικά προγράμματα για μουσική, κόμικς για μουσική, να γράφεις σε περιοδικά για μουσική, να κάνεις ντοκυμαντέρ για μουσική, να γράφεις σε blog για μουσική, να κάνεις τον DJ, να μιξάρεις. Αυτό ήταν επίσης μουσική. Αν και κυρίως ένα είδος μουσικής χωρίς ήχο.
Αρκετά συχνά οι δραστηριότητες αυτές δεν έκαναν αισθητή την παρουσία τους σαν πραγματικός ήχος αμέσως αλλά συνήθως ξεπρόβαλλαν στον κόσμο του ήχου με κάποιο τρόπο, όπως μία απ' αυτές τις καμπάνες στο Θιβέτ που τις χτυπάς και είναι άηχες στην αρχή πριν ο τόνος αρχίσει να χτίζεται.
Συχνά το καλύτερο γράψιμο για μουσική είναι στην πραγματικότητα καλύτερο από τη μουσική - για παράδειγμα η δουλειά του Simon Reynolds όλα αυτά τα χρόνια - η δική του αντίληψη για τον ήχο συχνά βρίσκεται σ' ένα σημείο υψηλότερης παλλόμενης στρώσης, και η μουσική τείνει να στέκεται κάτω απ' αυτό. Αλλά σίγουρα νομίζω η καλύτερη μουσική είναι ο δικός της "παράξενος πόλος".
Σ.τ.μ. O Simon Reynolds είναι ο παλιός δημοσιογράφος του Melody Maker και από τους bloggers με μεγάλη επισκεψιμότητα (blissout.blogspot.com). Ξεκίνησε από το δικό του fanzine (Monitor) στις αρχές της δεκαετίας του '80, και μέχρι σήμερα γράφει, ή έχει γράψει για την πλειοψηφία των βρετανικών και αμερικάνικων μουσικών περιοδικών. Αν και βρετανός ζούσε μόνιμα στη Νέα Υόρκη από τη δεκαετία του '90, όπου έχει εκδώσει και αρκετά βιβλία με κείμενά του, όπως το Rip It Up and Start Again πάνω στο ποστ-πανκ, το Blissed Out, ανθολογία κειμένων του πάνω στο ροκ και το hip-hop, το Energy Flash για την rave και dance κουλτούρα, κ.α.
Θεωρείς τον εαυτό σου μουσικό, ή κάποιον που κατασκευάζει μουσική;
Σίγουρα κάποιον που κατασκευάζει μουσική. Το να είσαι μουσικός είναι ένα είδος σωματείου - έχει να κάνει με δεξιότητες ικανές να μεταδοθούν. Οι μουσικοί είναι συνήθως προσκεκλημένοι σε δίσκους άλλων - το πιο κοντινό που νομίζω έφτασα σε αυτό είναι το ένα ρεμίξ που έκανα για τους Xylitol.
Στην πρωινή μου δουλειά είμαι αυτό που ονομάζεται σχεδιαστής κινουμένων σχεδίων. Είναι πάρα πολύ σε αναλογία με το να είσαι μουσικός. Συνήθως "πέφτω" σαν με αλεξίπτωτο σε καταστάσεις. Στην πραγματικότητα δεν με τραβάει πολύ να το κάνω για τον εαυτό μου, υπάρχουν αρκετοί σαν εμένα που είναι μανιακοί με τις τελευταίες τάσεις και ποια είναι τα "καυτά" στούντιο, διαβάζουν ιστοσελίδες όπως η Motiongrapher - εγώ, δεν δίνω δεκάρα. Έχω ταλέντο, αλλά περίπου αντίστοιχο των σέσσιον μουσικών της δεκαετίας του '70 όπως ο Larry Carlton ή ο Bernard Purdie.
Αρκετές φορές δουλεύω με πραγματικές ιδιοφυίες, ανθρώπους που έχουν όραμα στο σχέδιο (αυτό θέτει το θέμα λίγο βαριά, αλλά τι στο καλό ...) το οποίο αντιστοιχεί στο βάθος στο οποίο εγώ καταλαβαίνω τη γλώσσα της μουσικής. Άνθρωποι όπως ο Peter Saville και ο Tony Brook ή (ακριβέστερα) νεαρές ιδιοφυίες όπως ο Tyrone Lou, ο Pete Hellicar ή ο Kam Bhogal και είναι ενδιαφέρον να είσαι στην άλλη πλευρά απ' αυτό το φράχτη επίσης. Όταν λένε για κάτι - "Όχι" ή "Δεν μπορείς να το κάνεις" πάντα κάνω πίσω με τρόμο, ξέρεις, όταν κάτι που κάποιος έχει κάνει δεν ανταποκρίνεται στο ζητούμενο, αλλά στη μουσική θα έβλεπα τον εαυτό μου αντίστοιχα τυραννικό. Απλά είμαι ο ίδιος ο μόνος άνθρωπος που χρειάζεται να ανεχθεί τις ιδιοτροπίες μου.
Σ.τ.μ. Χylitol είναι ο Jim Backhaus, πρώην μέλος των They Came From The Stars I Saw Them, και γνωστός DJ στο Λονδίνο. Πιο γνωστή ίσως δουλειά το είναι το άλμπουμ Functionary του '07.
Ο Peter Saville είναι ο γνωστός σχεδιαστής των εξωφύλλων της πάλαι ποτέ Factory Records.
Ήσουν ακροατής / λάτρης της μουσικής για πολύ καιρό πριν αρχίσεις να κάνεις μουσική; Θα μπορούσες να μας πεις πως πρωτοξεκίνησες να μπλέκεις με τη μουσική; Ποια ακριβώς είναι τα αγαπημένα σου είδη μουσικής;
Βασικά από την αρχή! Ξεκινώντας από την ηλικία των τριών - τεσσάρων - πέντε ο πατέρας μου έπαιζε κλασσική μουσική κι εγώ στεκόμουν εκεί "διευθύνοντας την ορχήστρα" καθώς έπαιζε τους δίσκους του. Ήμουν ένα πάρα πολύ αποξενωμένο, θυμωμένο, δυστυχισμένο, μοναχικό παιδί και η μουσική ήταν σαν παράλληλο σύμπαν - περίπου σαν υποκατάστατο οικογένειας - κάτι στο οποίο κάποιος θα μπορούσε να ανήκει.
Με είχαν στείλει σε σχολείο-οικοτροφείο στην ηλικία των επτά ετών και ήμουν τόσο δυστυχισμένος που έκανα τον άρρωστο συνέχεια. Συνήθιζα να μένω στο νοσοκομείο του σχολείου για βδομάδες πολλές φορές. Το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να κάθομαι στο κρεβάτι και ν' ακούω ραδιόφωνο. Έτσι θυμάμαι πολύ καλά το "Heart of Glass" των Blondie (1979), το "Shaddap You Face" του Joe Dolce (1980), το "You Better You Bet" των Who (1981) και πιθανόν το πρώτο ποπ βίντεο που είδα / θυμάμαι ήταν εκεί στο νοσοκομείο, το "Ghost Town" των Specials (1981) στο Top Of The Pops.
Υποθέτω οι ρίζες της ενασχόλησής μου με τη μουσική μπήκαν όχι στο σπίτι αλλά σ' αυτό το σχολείο. Την ίδια εποχή, πριν γίνω δέκα χρονών, είχαμε έναν πολύ παράξενο αλλά παρ' όλα αυτά συναρπαστικό δάσκαλο, ο οποίος αργότερα αυτοκτόνησε κάτω από πολύ δυσάρεστες συνθήκες, τη δεκαετία του ενενήντα. Μου έβαζε να ακούσω πολύ μουσική σε μπομπινόφωνο: τα "Meddle"/"Dark Side of The Moon"/"The Wall" των Pink Floyd, Shelley Manne, The Beatles, και επίσης πάρα πολύ το Goon Show (θα πρέπει να είχα ακούσει όλα τα επεισόδια), και πράγματα όπως ο Bob Newhart. Τον θυμάμαι καθαρά να παίζει Pink Floyd όσο πιο δυνατά μπορούσε ώστε να τρίζουν τα παράθυρα.
Πάλι στο ίδιο σχολείο, υπήρχε ένας οραματιστής καθηγητής μουσικής που λεγόταν κ. Isaacs. Στην τάξη του έπρεπε να καθόμαστε με τα μάτια κλειστά σε όλη τη διάρκεια του μαθήματος καθώς μας έπαιζε συνήθως ηλεκτρονική μουσική όπως Wendy Carlos και το "Baba Yaga's Hut" του Tomita. Έπρεπε απλώς να "φανταστούμε" - και εγώ ξέφευγα πραγματικά. Αρκετά περίεργα ένας απ' τους συντάκτες του Wire τον είχε κι εκείνος και θυμάται αντίστοιχες καταστάσεις. Ήθελα απεγνωσμένα να είμαι στη χορωδία που διεύθυνε αυτός και παρακολουθούσα όλες τις πρόβες με την ελπίδα ότι μια μέρα θα μπορούσα να τραγουδήσω σ' αυτή - αλλά ποτέ δεν το κατάφερα. Αντίστοιχα ξεκίνησα να μαθαίνω βιολί, και θυμάμαι να αυτοσχεδιάζω ασταμάτητα όταν θα έπρεπε να εξασκούμαι - ακόμα μετά από εφτά χρόνια δεν πέρασα από την πρώτη τάξη.
Τα αγαπημένα μου είδη μουσικής; Δεν θα μπορούσα να πω πραγματικά.
Σ.τ.μ. το Goon Show ήταν κωμικό ραδιοφωνικό πρόγραμμα του BBC που έγραφε κυρίως ο Ιρλανδός κωμικός Spike Milligan, και ακουγόταν αρχικά από το 1951 ως το 1960. Συνοδευόταν από περίεργα ηχητικά εφέ φτιαγμένα και από το BBC Radiophonic Workshop από το 1958 που αυτό ξεκίνησε, με δημιουργούς όπως ο John Baker, η Daphne Oram, η Delia Derbyshire, κ.α.
Ο Wendy Carlos είναι ο αμερικανός συνθέτης ηλεκτρονικής μουσικής που έγινε γνωστός για το σάουντρακ του A Clockwork Orange (1971) του Stanley Kubrick, από τους πρώτους χρήστες του διάσημου συνθεσάιζερ του μακαρίτη Robert Moog.
Ο Tomita είναι ο γιαπωνέζος Isao Tomita φυσικά, και αυτός χρήστης του moog, έκανε κυρίως διασκευές - ανακατασκευές κλασσικών συνθέσεων, όπως το Snowflakes are Dancing του '74.
Έγραφες για μουσική για αρκετό καιρό για διάφορα περιοδικά και sites. Πιστεύεις ότι αυτό έχει τελειώσει για σένα, ή είναι μια ασχολία που δεν μπορείς να ξεφορτωθείς;
Λοιπόν, πίστευα ότι είχε τελειώσει αλλά πρόσφατα, ειδικά μετά από αυτό το τελευταίο άλμπουμ, έχω εντείνει πραγματικά τις προσπάθειές μου στην προώθηση της μουσικής άλλων ανθρώπων. Έχω φθάσει σε ένα αρκετά κρίσιμο στάδιο όπου αισθάνομαι ότι "έχω περάσει μέσα από τον καθρέφτη", και τώρα αισθάνομαι πως είμαι σε θέση ακριβώς να αποκαλέσω κάτι που αξίζει με τ' όνομά του όταν το αισθάνομαι. Μπορεί να ηχεί λίγο επιτηδευμένο, ή ακόμα και λίγο παλαβό, αλλά αισθάνομαι τώρα σαν να είμαι "η μουσική". Δεν πρόκειται να περιμένω τους άλλους για να αποκαλέσω τα πράγματα όπως πραγματικά έχουν. Για κάθε εκατό κριτικούς μουσικής υπάρχει ένας με πραγματική δύναμη χαρακτήρα που μπορεί να περάσει πίσω από τα πράγματα, και να έχει το θάρρος των πεποιθήσεών του.
Θα ήθελα εδώ να σου πω για τον Kid-Shirt, ο τύπος είναι ιδιοφυής - δεν συμφωνώ απαραιτήτως με την άποψή του (είπε κάποια πράγματα για τους Broadcast πρόσφατα με τα οποία διαφώνησα) ή το γούστο του, αλλά είναι ένας από πολύ λίγους ανθρώπους έξω από οποιαδήποτε "ιδρύματα κριτικής", που είναι προετοιμασμένος να βγει έξω και να αποκαλέσει κάτι που αξίζει με τ' όνομά του.
Εάν αυτό ηχεί υπεροπτικό πρέπει να γνωρίζεις ότι αυτό που είναι σε κίνδυνο εδώ δεν είναι η δική μου μουσική, αλλά ο ιδρώτας άλλων ανθρώπων. Υπάρχουν αρκετοί μουσικοί (και "κατασκευαστές μουσικής"!) εκεί έξω που περιμένουν υπομονετικά τους κριτικούς να σηκωθούν και να σταματήσουν να απορροφούν δουλικά ότι τους πασάρουν οι trendy εταιρείες δίσκων, και οι διάφοροι avant garde δημοσιοσχεσίτες.
Επίσης νομίζω ότι ο κόσμος γίνεται περισσότερο δεκτικός στην ιδέα του μουσικού -κριτικού, και αυτό με κάνει να ανησυχώ λιγότερο. Στο παρελθόν, το ότι ένας μουσικός ήταν και κριτικός ήταν πάντα μια τεράστια αποστροφή - αναμφισβήτητα για έναν αγοραστή δίσκων. Ίσως είναι κάτι που έχει να κάνει με το πώς η βιομηχανία μουσικής έχει αναδιπλωθεί στον εαυτό της, πώς το διαδίκτυο τα έχει γυρίσει όλα ανάποδα αλλά αυτό φαίνεται να έχει αλλάξει.?
Σ.τ.μ. Ο Kid Shirt (ή Kek-W) εκτός από το blog του (kidshirt.blogspot.com) γράφει σε περιοδικά όπως τα Dazed & Confused, FACT, 2000AD, Bizarre, Groove, Woofah, κ.α., γράφει ιστορίες επιστημονικής φαντασίας, και είναι μέλος των Ice Bird Spiral.
Πρόσφατα διάβασα ένα ποστ στο μπλογκ σου γύρω από τον ορισμό της μουσικής σου με τον όρο "κολλάζ". Πιστεύεις ότι αυτός είναι ο όρος που την περιγράφει καλύτερα; Πιστεύεις ότι το sampling σου ταιριάζει καλύτερα όσον αφορά στην "κατασκευή μουσικής";
Πραγματικά αυτό μου φαίνεται όλο και περισσότερο σαν ένα λάθος. Όντως μου αρέσει να σαμπλάρω μουσική, και αγαπώ τη μεθοδολογία. Αγαπώ την ιστορία του sampling επίσης. Στο τέλος της ημέρας υποθέτω ότι μοιράζομαι πολλά με τους καλλιτέχνες της Ghost Box - δεδομένου ότι τα ενδιαφέροντά μου φαίνονται να αφορούν πάρα πολύ το "περιτύλιγμα".
Με τα καινούργια πράγματα που κάνω κινούμαι στην πραγματικότητα προς την παραγωγή ενός είδους "αγκαθωτού - διαστημικού πανκ με συνθεσάιζερ" - εργαζόμενος πάνω στη βάση ότι η μουσική με συνθεσάιζερ είναι στην πραγματικότητα ένα είδος ροκ μουσικής. Πρόκειται να είναι μια ιστορία λεπτών ισορροπιών - αλλά πραγματικά αισθάνομαι ότι πατάω γερά στα πόδια μου. Αναπόφευκτα θα υπάρχει σιγά-σιγά λιγότερο sampling, αυτό φαίνεται να χτίζεται στο "Moanad", όχι η άρνησή του.
Στο τέλος της ημέρας, ακόμα κι αν κάποιος έχει κριτικές τάσεις, οι καλύτεροι "μεταφραστές" της μουσικής κάποιου είναι οι άλλοι κριτικοί. Σέβομαι την άποψη που άλλοι κριτικοί έχουν για τη μουσική μου πολύ περισσότερο από την δική μου άποψη - και το λάθος που έκανα με το "κολάζ" είναι εμβληματικό γι αυτό. Οι άνθρωποι που έχουν γράψει κριτικές για το "Moanad" έχουν ανασύρει πράγματα που δεν είχα αρχίσει ακόμη και να εξετάζω, και έχουν επίσης κάνει και πολύ έγκυρη κριτική επίσης. Κανένας δεν είναι ποτέ ο καλύτερος κριτής αυτού που ο ίδιος κάνει σε οποιοδήποτε τομέα.
Νιώθεις με οποιοδήποτε τρόπο κάποια συγγένεια με άλλους σύγχρονους καλλιτέχνες όπως ο Belbury Poly, ο Position Normal, ή ο Moon Wiring Club;
Με τον Belbury Poly, και τον Position Normal πάρα πολύ. Τους γνωρίζω, τους αγαπώ, και τους σέβομαι. Ο Moon Wiring Club είναι στο άλλο άκρο της Ghost Box για μένα. Αν χρησιμοποιούσα κάτι σαν το Myspace υποθέτω ότι θα απείχε ένα "add" παραπέρα. Υποθέτω με ενδιαφέρει περισσότερο η φιλοσοφική προσέγγιση αυτού που αποκαλείται "Hauntology", από το να στέκομαι σε μια συγκεκριμένη εποχή.
Ο Moon Wiring Club δουλεύει σε κάτι πολύ "κουλ" όμως. Μου άρεσε πολύ η μικρή ιστορία που έφτιαξε για την εκπομπή Exotic Pylon, μια από τις δύο καλύτερες, και το άλμπουμ του που άκουσα το στοιχειωμένο hip-hop του "Audience of Art Deco Eyes", αλλά δεν θα έλεγα ότι έχουμε τίποτα κοινό μουσικά. Όχι ότι τον ενδιαφέρει, είμαι σίγουρος.
Σ.τ.μ. Αναφέρονται όλοι στον ενικό γιατί όλα αυτά τα σχήματα είναι το καθένα και ένας άνθρωπος, ο Jim Jupp πίσω από το όνομα Βelbury Poly, με τρία άλμπουμ στην Ghost Box, ο Ian Hodgson πίσω από τους Moon Wiring Club, με τρία άλμπουμ στην Blank Workshop, και ο Chris Bailiff πίσω από τους Position Normal, το πρώτο άλμπουμ του οποίου, Stop Your Nonsense, που κυκλοφόρησε ήδη από το '99, προηγήθηκε δηλαδή χρονικά κατά πολύ της Ghost Box, θεωρείται δίκαια σαν πρόδρομος του όλου "ρεύματος".
O Simon Reynolds, ήταν ο πρώτος που ονόμασε hauntology τη μουσική όχι μόνο των καλλιτεχνών της Ghost Box, αλλά και των Mordant Music, και με πρώτους διδάξαντες τους (τον) Position Normal. Τον όρο δανείστηκε από το βιβλίο του Ζακ Ντερριντά "The Spectres of Marx" ("Φαντάσματα του Μαρξ" στην ελληνική μετάφραση του Κωστή Παπαγιώργη), λέξη που στη γαλλική της προφορά προσομοιάζει στον φιλοσοφικό όρο ontology ...
Η εκπομπή Exotic Pylon του Jonny Mugwump θα ξαναξεκινήσει να εκπέμπεται κάθε Σάββατο βράδυ από τον Resonance FM (και διαδικτυακά εδώ : http://resonancefm.com) με μια σειρά απίστευτων καλεσμένων κάθε φορά.
Το Moanad το τελευταίο σου άλμπουμ, μετά το περσινό πρώτο, και δύο EP's, δείχνει να έχει μια ελάχιστα διαφορετική προσέγγιση συγκρίνοντάς το με τους προηγούμενους δίσκους. Δείχνει να έχει πολύ περισσότερο τον ήχο της κιθάρας και του μπάσου. Το θεωρείς κάτι σαν μουσική πρόοδο, ή είναι απλώς ένα κόνσεπτ για το συγκεκριμένο άλμπουμ;
Λοιπόν, το προηγούμενο άλμπουμ "Woebot" είχε μερικά σημεία γεμάτα κιθάρες. Νομίζω ότι ήθελα να ξεφύγω από το να κάνω χορευτική μουσική. Ήθελα να σκεφτώ εκτός "πλαισίου" στην πραγματικότητα, να προχωρήσω πέρα από αυτό το μετά-Boards Of Canada πράγμα που δείχνει να κυριαρχεί στο χώρο.
Είναι ειρωνικό υποθέτω γιατί οι Boards Of Canada οι ίδιοι χρησιμοποίησαν κιθάρες στο δίσκο Campfire Headphase, αλλά μ' έναν αδέξιο, άμυαλο τρόπο, περίπου όπως ο DJ Shadow έκανε το Private Press. Ο τρόπος που εγώ χρησιμοποίησα τις κιθάρες στο Moanad είναι, δεν υπάρχει λόγος να πολυλογούμε, σε ένα ολοκληρωτικά διαφορετικό επίπεδο. Πιστεύω είναι επειδή αυτοί είναι dance τύποι - ενώ εγώ προέρχομαι από ροκ υπόβαθρο - το σχολείο του ροκ, δεν είναι;
Το sampling στη μουσική σου μπορεί να λειτουργήσει και σαν παιχνίδι "αόρατου τζουκ-μποξ", προσπαθώντας κανείς να βρει ποιους δίσκους έχεις σαμπλάρει. Ήταν κάτι που πέρασε απ' το μυαλό σου φτιάχνοντας το άλμπουμ;
Καλή ερώτηση αλλά όχι στην πραγματικότητα! Έχω προσπαθήσει να χρησιμοποιήσω πράγματα που είναι στο περιθώριο. Σε προκαλώ να ονομάσεις περισσότερα από τέσσερα (ξαφνικά ταραγμένος, πέντε;) samples από το άλμπουμ! Υπάρχει μόνο ένα μέσα εκεί που είναι κατευθείαν προφανές, το Ufo των ESG, το οποίο για να δώσει δίκιο στο επιχείρημά σου, είναι εκεί για να δώσει ένα θεωρητικό στίγμα - ότι παρόλο που είναι το κλασσικό hip-hop sample, θα μπορούσε αντίστοιχα να γίνει αντιληπτό τόσο σαν το αποτέλεσμα της ύπαρξης της υπογραφής του Martin Hannett, όσο και σαν να ανήκει στην avant garde του ροκ.
Παίζεις αυτή τη μουσική ζωντανά, ή είναι μια διαδικασία που δεν σ' ενδιαφέρει;
Θα μου άρεσε να μπορούσα να το κάνω αλλά δεν πρόκειται ποτέ να γίνει δυνατό. Η μουσική μου γίνεται όλο και περισσότερο λεπτά φτιαγμένη και αδύνατο να αντιγραφεί. Μου πήρε αιώνες να ηχογραφήσω απλά αυτά τα τρακς με τον τρόπο που τα ήθελα. Προσπάθησα μια φορά στο πρώτο show της Ghost Box και πραγματικά με διέλυσε.
Έχεις ακούσει κάποια ενδιαφέροντα άλμπουμ τη φετινή χρονιά, ως τώρα; θα μπορούσες να μας μιλήσεις λίγο γι αυτά;
Πάρα πολλά!
Τον πανέξυπνο δίσκο του Ariel Pink (σ'αγαπώ Ariel), πράγματα από τους Vampire Weekend, τους Ducktails, τον Oneohtrix Point Never (αν και όχι τόσο πολύ το τελευταίο του LP), Joanna Newsom, Wobbly, Ekoplekz, Pete UM, Sculpture, connect_iCut, The Doozer, Nochexxx, και The Man From Uranus.
Επίσης παλιότερα πράγματα όπως τα σόλο άλμπουμ του David Thomas, το "John Wesley Harding" του Bob Dylan, το "Visiting" του Craig Leon, πρώιμο Rock'n'Roll από την Νέα Ορλεάνη, και πολλά από τη σκηνή του Cleveland (όπως οι Bowling Balls from Hell, κ.ά.).