Aγαπημένα εξώφυλλα
Πολύ πρόσφατα, όπως άλλωστε σίγουρα θα διαβάσατε σε κάποια δημοσίευση νεκρολογίας, εκεί κάπου ανάμεσα στα συνταρακτικά νέα του «δε θα πιστεύετε τι είπε ο Βαμβακούλας στην εαρινή σύναξη των νησιωτών» και κάποιου ινδικού αποφθεύγματος περί βασανισμένων ψυχών και λοιπών στοχαστικών αναζητήσεων, ο Chuck Berry άφησε τον μάταιο τούτο κόσμο.
Η ερώτηση στα χείλη των περισσοτέρων βέβαια δεν ήταν “α, πέθανε ο Chuck Berry;”, αλλά “α, ακόμα ζούσε ο Chuck Berry;”. Κι αυτό γιατί πραγματικά ο Chuck Berry στο μυαλό πολλών ανήκε σε μιαν άλλη, πολύ παλαιότερη εποχή από αυτήν που πραγματικά υπήρξε και λειτούργησε. Τότε που το rock ‘n’ roll ακόμα και ως φράση ξένιζε εκείνους που το άκουγαν. Ο Chuck Berry, ακόμα κι αν για κάποιους δεν ήταν αυτός που εφηύρε το rock ‘n’ roll -καθώς ίσως το rock ‘n’ roll να μην ήταν ποτέ προϊόν εφεύρεσης αλλά μάλλον ανακάλυψης-, σίγουρα θα μείνει στην ιστορία σαν αυτός που όντως το έκανε, ή τουλάχιστον έτσι θα έλεγαν οι περίπου 248.347 μουσικοί οι οποίοι τον μνημόνευαν ως τέτοιο (τους περισσότερους από τους οποίους περιέργως κατάφερε να θάψει). Αυτό είναι όμως και το σημαντικό: ο Chuck Berry και η υστεροφημία του ήταν ένα τεράστιο ορόσημο στη μουσική. Όντας ο πρώτος που έβαλε την κιθάρα μπροστά από τα άλλα όργανα, σηματοδότησε όσο λίγοι την αλλαγή από κάτι παλιό σε κάτι νέο.
Το αξιοπερίεργο σε όλη αυτή την ιστορική διαδρομή και σε όλες τι αλλαγές που αυτή επέφερε, είναι ότι παρά την επαναστατική μετάλλαξη της rock μουσικής από τη δεκαετία του ’50 και έπειτα και παρά τις σαρωτικές αλλαγές στα είδη, στη φόρμα, στις τεχνικές και στα μέσα, κάτι έχει παραμείνει αναλλοίωτο. Κάτι μάλιστα που προϋπήρχε ακόμα και πριν από τον Chuck Berry κι αυτό δεν είναι τίποτα άλλο από το περιτύλιγμα που έδενε το μέσο από το οποίο άκουγες μουσική. Το εξώφυλλο.
Πες το 78άρι, πες το 45άρι, πες το 33άρι, μπομπίνα, ταινία, κασέτα, CD, φάκελο mp3, background στο ipod σου, όλα αυτά έρχονταν μαζί με την επένδυσή τους, αποτελούσαν ένα και το αυτό. Το εξώφυλλο ερχόταν και οπτικοποιούσε τη μονοδιάστατη ηχητική διάσταση ενός δίσκου και η μουσική κατόπιν κατάφερνε να δώσει κίνηση και νόημα στην εικόνα. Ή τουλάχιστον αυτό συνέβαινε με τα καλά εξώφυλλα, λειτουργούσε δηλαδή ως πρελούδιο για το τι θα ακολουθήσει.
Το εξώφυλλο ήταν αυτό που έβλεπες πρώτο εκεί ανάμεσα σε άλλα μέσα στη στοίβα. Ένα βινύλιο με καλό εξώφυλλο θα το κοιτούσες, θα σήκωνες το ένα αγαπημένο σου φρύδι, θα το έπαιρνες στα χέρια σου, θα εξέταζες την πίσω όψη και πολλές φορές θα το αγόραζες γι αυτόν και μόνο το λόγο. Πολλές περισσότερες ίσως φορές θα έκανες το αντίθετο με ένα κακό ή απλά αδιάφορο εξώφυλλο. Ειδικότερα στην εποχή της περιορισμένης πληροφόρησης, το εξώφυλλο λειτουργούσε ως μαγνήτης αγοράς. Φτιάχτηκαν και καταστράφηκαν καριέρες από αποφάσεις για το ποιο εξώφυλλο θα χρησιμοποιούνταν.
Ασχέτως μέσου, το εξώφυλλο ήταν πάντα σημαντικό. Κακά τα ψέμματα όμως, στους δίσκους βινυλίου είχε ένα πολύ μεγαλύτερο ειδικό βάρος. Δεν είναι μόνο ότι η μεγαλύτερη επιφάνεια του βινυλίου απελευθερώνει τον δημιουργό να εκφραστεί με μεγαλύτερη άνεση, άρα και να προσεγγίσει το θέμα του πιο πειστικά. Είναι ότι η μουσική, άρα και το βινύλιο σαν το μέσο έκφρασής της, έπρεπε να είναι οπτικά διαθέσιμη ακόμα και στον ανεκπαίδευτο θεατή για να καταφέρει να κάνει την επανάστασή της. Πιο δύσκολα κρύβεις βινύλια απ’ ότι CD και κασέτες, πιο εύκολα ο περαστικός του απέναντι πεζοδρομίου θα κοιτάξει προς τη βιτρίνα του δισκάδικου και θα αναγνωρίσει ένα προκλητικό θέμα, πιο εύκολα κρατάς μπροστά στο πρόσωπό σου ένα εξώφυλλο βινυλίου και κομπάζεσαι στους φίλους ότι είσαι ο Έλβις. Με αυτόν τον τρόπο, τα εξώφυλλα είχαν σημαντικό μερίδιο στις κατά καιρούς μουσικές επαναστάσεις, προεξαρχούσης φυσικά αυτής της punk (με μεγάλη διαφορά από την όποια δεύτερη).
Γι’ αυτό παρακάτω θα βρείτε 11 εξώφυλλα που επέλεξα όχι αποκλειστικά για την καλλιτεχνική τους αρτιότητα ή για το πόσο πολύ έδεναν με τη μουσική που έντυναν, αλλά κυρίως για την επίδραση που είχαν πάνω μου και για τη σημασία που, τελείως υποκειμενικά, μου προκαλούν ότι είχαν στη μουσική που έμαθα να ακούω.
Αγαπημένοι δίσκοι, αγαπημένα εξώφυλλα:
1. Clash – London Calling
Καμία πρωτοτυπία εδώ. Είναι το εξώφυλλο όλων των εξωφύλλων. Ποτέ κανείς δε θα καταφέρει να κάνει αυτό που τόσο μοναδικά έκανε το London Calling, να πάρει ένα κλασικό άλμπουμ (“Elvis Presley”) και να το φέρει στα δικά του μέτρα. Αν το punk μπορούσε να περιγραφεί με μια μόνο εικόνα, αυτή θα ήταν.
2. Sonic Youth – Daydream Nation
Πως να επιλέξεις καλύτερο εξώφυλλο από την αγαπημένη σου μπάντα, μια μπάντα που σκεφτόταν τόσο πολύ τα εξώφυλλά της σχεδόν όσο τη μουσική της; Σίγουρα το προφανές «εικονικό-όσο-δεν-πάει» Goo του Pettibon θα είναι στη λίστα κάποιου άλλου συντάκτη, αλλά δε θα μπορούσα να το βάλω όταν έχω 6-7 πολύ πιο αγαπημένους δίσκους από πάνω του. Στο νήμα κερδίζει το περίφημο κερί του Gerhard Richter, η φλόγα του οποίου με μια μινιμαλιστική μεγαλοπρέπεια ακόμα μας καίει.
3. Pixies – Doolittle
Θα μπορούσα να βάλω οποιοδήποτε από του πρώτους δίσκους των Pixies, αλλά επέλεξα αυτόν που το εξώφυλλό του ακόμα μου τραγουδά «i’m the monkey who went to to heaven».
4. Joy Division – Closer
Σίγουρα το Unknown Pleasures είναι ο ορισμός του εικονικού εξωφύλλου, αλλά προσωπικό αγαπημένο είναι το Closer. Για τους άπιστους, το εξώφυλλο είχε αποφασιστεί από τον Peter Saville πριν αυτοκτονήσει ο Ian Curtis. Πες το ειρωνικό, πες το μοιραίο, πες το καθοριστικό, αλλά σπάνια εξώφυλλο περιγράφει τόσο καλά αυτό που ακούς.
5. DJ Shadow – Entroducing
Το εξώφυλλο της οικειότητας. Μεγαλειώδες στην απλότητά του, ιστορικό για πολλούς λόγους (το πρώτο άλμπουμ μόνο με samples, η αρχή του τέλους γι αυτό που δείχνει η εικόνα, η περιγραφή των σαββατιάτικων πρωινών μας).
6. Smashing Pumpkins - Mellon Collie and the Infinite Sadness
Μέρα και νύχτα, ζωή και θάνατος. Βικτοριανές κοπέλες που πετούν στα άστρα και αρουραίοι μαζί με σκίουρους να κάνουν όπιο παρέα. Κολάζ εικόνων και μουσικών. Λέγεται ότι υπάρχει ακόμα κόσμος που ανακαλύπτει διάφορα κρυμμένα μηνύματα και ερμηνείες στο artwork 22 χρόνια μετά. Συγκλονιστικό εξώφυλλο.
7. Swans – Seer
Υπάρχουν δίσκοι που τα τραγούδια τους νομίζεις ότι σε στοιχειώνουν. Υπάρχουν καλλιτέχνες που τους ακούς και είσαι ΣΙΓΟΥΡΟΣ οτι θέλουν να σου πιουν το αίμα. Υπάρχουν εξώφυλλα που σε τρομάζουν. Υπάρχει και το Seer που τα έχει όλα αυτά. Ακόμα και τώρα που το γράφω, νομίζω ότι με κοιτάει...
8. Chumbawamba – Anarchy
Όταν είσαι 12 και λες ότι αυτός είναι ο αγαπημένος σου δίσκος και τον δείχνεις σε κόσμο, σίγουρα κάτι περίεργο σου συμβαίνει. Ακόμα γελάω χαιρέκακα κάθε φορά που το δείχνω σε άμαθα μάτια.
9. Primal Scream – Screamadelica
Νομίζω πως είναι το εξώφυλλο που περιγράφει περισσότερο τα 90’s απ’ οτιδήποτε άλλο. Ο δημιουργός του -η Wikipedia λέει- το σχεδίασε υπό την επήρεια LSD στα γραφεία της Creation. Πέφτω από τα σύννεφα.
10. XTC – Go 2
Έπρεπε να μπει, καθώς είναι ακόμα ένα από τους δίσκους που αγόρασα αποκλειστικά λόγω εξωφύλλου και ήταν το έναυσμα να αγαπήσω τους XTC. Ελιτίστικο; Ναι, αλλά ποιος νοιάζεται;
11. The Fall - This Nation’s saving grace
Ήμουν 19 χρονών όταν πήγα στο Manchester για να φιλήσω αυτά που πίστευα ακράδαντα τότε ότι ήταν τα ιερά εδάφη. Δεν είχα ακούει Fall όμως. Σε ένα δισκάδικο που μπήκα αγόρασα αυτό τον δίσκο καθαρά και μόνο για το εξώφυλλο. Μόνο μετά από χρόνια έμαθα να αγαπάω και τη μουσική που είχε μέσα. Fun fact: για το 1ο gatefold των Fall, ο Mark E. Smith είχε ζητήσει από 2 καλλιτέχνες να φιλοτεχνήσουν το εξώφυλλο, ο ένας το πάνω κομμάτι, ο άλλος το κάτω, χωρίς να ξέρει ο ένας τι θα κάνει ο άλλος. Στον πρώτο ζήτησε κάτι που να θυμίζει William Blake, από τον άλλο ζήτησε κάτι γνήσιο Manchesterικό. In MES we trust.
Αγαπημένοι δίσκοι, σχεδόν μισητά εξώφυλλα:
1. Alice in chains – Dirt
Σαφώς επηρεασμένο από την τάση της εποχής, αλλά αδικαιολόγητο παρ’ όλα αυτά. Ένας δίσκος-μνημείο της grunge, ένας δίσκος τόσο σκοτεινός και πνιγμένος στο τι πραγματικά σημαίνει χρήση ναρκωτικών και τι κάνει στο μυαλό ενός ανθρώπου, θα έπρεπε να έχει εξώφυλλο που να το τιμά.
2. The Birthday Party - Junkyard
Εδώ σίγουρα κάποιο λάθος θα έγινε. Κάποιος στο τυπωτήριο θα έβαλε το εξώφυλλο των Guns ‘n’ Roses σ’ αυτό των Birthday Party και θα κέρδισε κάποιο στοίχημα γι’ αυτό. Μέχρι και ο Mick Harvey έχει παραδεχτεί ότι το μισεί. Όχι. Απλά όχι.