Ανασκόπηση 2022: 18 δίσκοι από την ελληνική παραγωγή
Amken – Passive Aggression (Massacre Records)
Πριν κάνα δυο καλοκαίρια συνάντησα κατά τύχη ένα μέλος του γκρουπ σε ελληνικό νησάκι και ορμώμενος από την μπλούζα που φορούσε ακολούθησε η παρακάτω στιχομυθία
- Οπ, ωραία μπλούζα, ποιο συγκρότημα είναι;
- AMKEN
- Α δεν τους ξέρω, από που είναι Ευρώπη, Αμερική;
- Όχι, το δικό μου συγκρότημα είναι
- Α Έλληνες; Καλή φάση. Και τι παίζετε;
- Thrash
- Όχι thrash ρε φίλε!
Λίγα ήξερα τότε, δεν φανταζόμουν ότι το ίδιο γκρουπ θα παρέδιδε ότι πιο ατόφιο υπήρχε στην εγχώρια παραγωγή για το 2022. Οχτώ κομμάτια που φτύνουν στα μούτρα το κλασικό ελληνικό indie κατεστημένο και κάνουν κάτι υπερεκτιμημένους Bazooka και κάτι συμπαθείς μεν, όχι και σούπερ ενδιαφέροντες όμως στο λάιβ, Dury Dava ν’ ακούγονται σαν τζιτζίκια μπροστά τους. Μα καλά θα μου πεις, πας να συγκρίνεις metal με indie, τόσο αστοιχείωτος είσαι; Όχι, απλά όταν ακούς κάτι βαριοπούλες σαν το “Dead Mans Land” αναρωτιέσαι γιατί οι υπόλοιποι απλά γρατζουνάνε κιθάρες αντί να μάθουν να παίζουν. Ακούστε αυτό τον δίσκο γιατί έχει ψυχή, ή μάλλον καλύτερα αγοράστε τον, κάνει και για κορνίζα στον τοίχο το εξώφυλλο αν δεν έχετε πικάπ και σας το λέει ένας τύπος που πραγματικά βαριέται το thrash.
Χρήστος Αναγνώστου
Athens Computer Underground – To Filima (Ανεξάρτητη Κυκλοφορία)
O Παντελής Θεοδωρίδης τείνει να γίνει πλέον παλιά καραβάνα στα ελληνικά μουσικά δρώμενα και μάλιστα από αυτές που τις παίρνεις και τρως με χαρά το συσσίτιο σου για πολλά χρόνια. Ούτε που σκέφτεσαι να την αλλάξεις, κάθε άλλο, όσο περνά ο καιρός δένεσαι και συναισθηματικά μαζί της. Μετά από ή παράλληλα με τους Regressverbot, δεν το γνωρίζω, αποφάσισε να καταπιαστεί με διάφορα είδη ηλεκτρονικής γραφής και συνδετικό κρίκο τις acid μελωδίες του Roland ΤΒ 303.
Ασιντιές από τις λίγες, περνούν κυρίως από electro και house κατατόπια με την έμφαση να δίνεται σε έναν lo-fi, ολντσκουλάδικο τρόπο γραφής που κάνει εμάς τους γεροντότερους να νοσταλγούμε και τους νεότερους να χτίζουν μύθους που στην πλειοψηφία βέβαια δεν ισχύουν αλλά είναι ωραίο να υπάρχουν. Άλλοτε πιο mellow άλλοτε πιο διαβολοτριβολιάρικα, άλλοτε πιο abstract και άλλοτε με λιγότερες εκπλήξεις, μα πάντα to the point, οι συνθέσεις ανά στιγμές ενσωματώνουν έξυπνα και το ελληνικό στοιχείο.
Για τρίτο Summer of Love δυστυχώς δεν το κόβω (μετά τα 1967 και 1989) αλλά ποτέ δεν ξέρεις και αν τελικά αποφασίσεις να ρεϊβάρεις σε κανένα ωραίο πάρτυ, στη φύση, στο δωμάτιο σου ή απλά στο κεφάλι σου, τα tracks από ‘To Filima’ αποτελούν πρώτης διαλογής υλικά.
Πάντα τέτοια.
Θάνος Σιόντορος
ATRAPOS - Atrapos (Jazz Breeze)
Ο Mπραχαμιώτης Γιώργος Κόλλιας έχει αφήσει να δισκογραφηθεί σποραδικά κι ελάχιστα παρόλα τα 40+ χρόνια που μετράει στην πιάτσα. Βιωματικός γνώστης των αμερικάνικων μπλουζ, της ινδικής μουσικής και της μεσογειακής παράδοσης ως ακροατής, επέλεξε μια μοναχική, μακριά απ το κοινό, πορεία συνθέτη/αυτοσχεδιαστή της φιούζιον και υπαινικτικού εκφραστικά εκτελεστή ως μουσικός.
Η φετινή επιστροφή του με το άλμπουμ υπό τον τίτλο ‘Atrapos’ τον βρίσκει να ζωγραφίζει με το ούτι του θραύσματα ιδεών και συναισθημάτων παρέα με τον Ιγνάτιο Καραμιχάλη στα κρουστά και την απαγγελία (στίχων απ’ το ποίημα "Αερόλιθος" του Σταμάτη Πολενάκη) και τον Πάρι Ματακούδη στο μπάσο, που συχνά πυκνά οργώνει τον αέρα με τις μελωδικές μπασογραμμές του.
Κανένα απ’ τα 12 κομμάτια του άλμπουμ δεν ολοκληρώνει κάτι, ό,τι γράφτηκε είναι. Γινόμαστε κοινωνοί κάποιων βαρύτιμων σκόρπιων λεπτών μουσικής σύμπραξης σαν αφετηρία όπου ούτε περισσεύει νότα ούτε υπάρχει κατεύθυνση. Οι Atrapos, σαν σοφές αιγυπτιακές σφίγγες που τηρούν την σιωπή, δεν μιλάνε, δεν δείχνουν, περιμένουν. Ευτυχώς υπάρχουν και φλύαροι τύποι σαν κι εμένα στο ρόλο του τελάλη να προσελκύσει τους ανυποψίαστους σ’ ένα αυτοκαθοριζόμενο ιδιοσυγκρασιακό μονοπάτι.
Γιάννης Πλόχωρας
Bazooka – Κάπου αλλού (Inner Ear Records)
Αρχές της δεκαετίας του ενενήντα, την περίοδο της εφηβείας, δεν μου αρκούσε ο προσδιορισμός ελληνικό ροκ αλλά πρόσθετα και το «ανεξάρτητο» για να είμαι αρκετά σαφής στην ερώτηση ‘τι μουσική ακούς;’. Καλά, στα κρυφά άκουγα και Κατσιμιχαίους, Χειμερινούς Κολυμβητές και Παπάζογλου. Ανεξάρτητοι ήταν οι πρώτοι δίσκοι των Τρυπών, η Λευκή Συμφωνία, Τα Μωρά Στη Φωτιά, Τα Αρνάκια, οι Γκρόβερ, οι Last Drive, οι Σπυριδούλα κι ο Πουλικάκος στου Ζωγράφου.
Το ‘Κάπου Αλλού’ μου άρεσε γιατί μου θύμισε εκείνη τη περίοδο της ζωής μου. Πως εξαφανίστηκε αυτό το είδος από τη μουσική σκηνή έχει αναλυθεί πολλάκις και πως έχει αντικατασταθεί από μια μουσική σκηνή την οποία εγώ τη λέω «ελληνική μουσική για καφενεία». Έτσι έχουν τα πράγματα, μακάρι να εμφανιστούν κι άλλα δέκα συγκροτήματα τύπου Bazooka οι οποίοι με το ‘Κάπου Αλλού’ φτάνουν τα τέσσερα άλμπουμ. Το ‘Όνειρο Των Παλαβών’ είναι για τα ραδιόφωνα και τα στέκια. Ξεχωριστό και το ‘Πάνω Από Τη Γη’ με τα σέβεντις συνθεσάιζερ.
Μιχάλης Βαρνάς
Η χρονιά ανήκει στο ελληνικό hip hop, rap, trap οτιδήποτε συναφές και ελπίζω ότι οι λοιποί συντάκτες θα το τιμήσουν δεόντως. Αν όχι, δεν πειράζει, εδώ είμαστε. Από μεριάς μου όμως, υπάρχει μια οφειλή σε τούτους εδώ τους κλασικούς μάλλον ροκάδες και πρέπει να την τηρήσω. Μετά από μακρά πορεία (είναι ήδη στον 4o κανονικό δίσκο τους) και αφού έχουν λιώσει σόλες και κάψει ηχεία κι ενισχυτές σε σειρά από συναυλίες, εμφανίσεις και περιοδείες στην Ελλάδα, την Ευρώπη και την Αμερική, έχουν πλέον κατακτήσει την ωριμότητα ενός ροκ γκρουπ που δεν φοβάται να βγει έξω, να παίξει με όλα τα κλισέ και να διασκεδάσει, όντας απλά ο εαυτός του. Τους πρωτανακαλύψαμε με την ‘Άχρηστη Γενιά’ και την ‘Οθόνη’ για να μας κάνουν να ακούσουμε τον πρώτο τους δίσκο με το επιβλητικό ‘Mr George’. Το ‘Zero hits’ με το ‘Κενό’, τους κράτησε κοντά σε αυτούς που παρακολουθούμε σταθερά. Όμως φέτος με το ‘Κάπου Αλλού’ παρέδωσαν μάλλον τον καλύτερο δίσκο της καριέρας τους. Ο Λήτης, που μας άφησε φέτος χρόνους, οι Vavoura Band, οι Σπυριδούλα, θα είναι χαρούμενοι, απ’ όπου κι αν βρίσκονται, με αυτή την παρέα από το Βόλο, που ξεσηκώνει τον κόσμο στις συναυλίες της με τζαμαρίσματα και αγνό, ατόφιο σκληρό ροκ, παραδίδοντάς μας συνάμα τον πιο ψυχεδελικό δίσκο της χρονιάς. Χαλάλι τους.
Βασίλης Παπαδόπουλος
Chronoboros - It happened near your home (Ανεξάρτητη Κυκλοφορία)
Ναι, εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν σύγχρονο δίσκο. Έναν δίσκο που κερδίζει αυτό το εύσημο απόλυτου συγχρονισμού με τα πεπραγμένα έως αυτή τη στιγμή του μετα-hardcore, όχι μόνο διότι έχει επιτυχημένα αφομοιώσει την παρακαταθήκη του ήχου, όχι μόνο αφουγκράζεται την κοινωνική γκλομπαλική ζύμωση, αλλά ταυτόχρονα σηματοδοτεί ταυρίσια είσοδο σε μία πραγματικότητα η οποία θέλει το ύφος του κάθε σχήματος απαλλαγμένο από παρελθοντικά (και ολότελα ελληνικά στη χώνεψη) βαρίδια του genre, κάτι που επιτυγχάνεται τόσο με την ηχοληψία και παραγωγή του πονήματος όσο και την αισθητική του εξωφύλλου. Στο τέταρτο βήμα του αθηναϊκού σχήματος η sludge ιχνηλάτηση προηγούμενων προσπαθειών έμεινε (αν μη τι άλλο προσωρινά) σε πλαϊνό μονοπάτι, αφήνοντας την οδό του νευρωτικού american (και όχι μόνο) suburbia ύφους να λάμψει στον προβολέα μανιασμένων φωνητικών και κοφτών (και ολόσωστα) κομπρεσσαρισμένων ήχων.
Στυλιανός Τζιρίτας
Φοίβος Δεληβοριάς – ANIME (Inner Ear)
Χωρίς να διαφωνώ επί της ουσίας με τις κριτικές που γράφηκαν εδώ, και πάλι δεν μπορώ να μην επιλέξω το “ANIME” ως τον αγαπημένο μου «ελληνικό» δίσκο του 2022. Και λέω τον αγαπημένο και όχι τον καλύτερο, γιατί ο Φοίβος εδώ σε κερδίζει όχι τόσο με την ερμηνευτική ή την δημιουργική αρτιότητά του, αλλά με μια ευαισθησία και μια τρυφεράδα που πηγάζει από κάθε νότα του δίσκου. Η πατριαρχία, η ρημαγμένη Θεσσαλονίκη, οι γυναικοκτονίες, η παραμελημένη Αθήνα, όσοι και όσες έχουν φύγει αλλά είναι πάντα μαζί μας, η έλλειψη έμπνευσης, η οδύνη και τα τραύματα της παιδικής ηλικίας, οι παλιοί έρωτες που δεν τελειώνουν από καμιά από τις δυο μεριές αλλά για κάποιο γαμημένο λόγο οι μεριές αυτές δεν είναι μαζί – όλες και όλοι ζούμε μέσα στο ζόφο και στον υπόνομο, αλλά κοιτάμε τα αστέρια και ακούμε τέτοιες μουσικές. Κλισέ-ξεκλισέ, και τόσο μα τόσο αληθινό όμως.
Μαριάννα Βασιλείου
Αρκετά χρόνια πίσω έλεγα πως ο Δεληβοριάς γράφει τις σκέψεις της γενιάς μας σε τραγούδια. Τουλάχιστον τις δικές μου. Ισχύει ακόμα σε μεγάλο βαθμό και πλέον στο όγδοο του άλμπουμ κέρδισε και ένα νέο κοινό. Το "AΝΙΜΕ" θαρρώ συνδέεται με μια αόρατη κλωστή με τον «Καθρέφτη» και την «Καλλιθέα», τα οποία προκρίνω ως δικά μου αγαπημένα. Ήταν επίσης μια ευχάριστη έκπληξη που παρέμεινε στην Inner Εar Records και κάπως έφτιαξε μια τριλογία με την τελευταία και το «Ο Αόρατος άνθρωπος».
Μια οικεία, ανάλαφρη αλλά οξυδερκής ματιά, η Αθήνα που αγαπάμε, μοναξιά στο κλεινόν άστυ που δεν περίμενε τον covid να την εγκαθιδρύσει, ο έρωτας πάντα παρόν, στίχοι-ποίηση για boomers (ας μας πει κάποιος ότι πλησιάζουν τα –ήντα), μελωδίες που τις κάνεις εικόνα σε μια αναγκαία συνθήκη.
Post-covid εποχή και ακόμα ο ιός δεν μας έχει εγκαταλείψει, όπως και το διαχρονικό «Μόνο Ψέματα». Οι φοιτητές παθιάζονται με την «Άγρια Ορχιδέα» που έχει και αυτή τα δίκια της και το «Απόψε είμαι κοντά σου». Εύκολο να μαντέψεις γιατί (με) συγκινεί η τρυφερότητα του «Κάποια παιδάκια»- κάποιοι πρότειναν να ακούγεται στο διάλειμμα στα σχολεία. Στην ίδια συνομοταξία το «Αταίριαστο» και η «Μπαλάντα», που κλείνει το μάτι στους τροβαδούρους της αγάπης και το… Google.
Στο «Ένα Σάββατο που μοιάζει Κυριακή» έχει συμπεριλάβει όλα όσα αγαπώ στη Θεσσαλονίκη ακόμα και το Ντορέ. Θα πρότεινα και βόλτα στο λιμάνι ή τον Άγιο Νικόλα τον Ορφανό, αλλά πόσα να χωρέσει ένα τραγούδι; Για ποια τυχερή το έγραψε θα ρωτούσα. Για την πόλη θα απαντούσε.
Το «Ελένη Τοπαλούδη» με ανατριχιάζει κάθε φορά στα live ό,τι και αν έχει προηγηθεί. Φόρος τιμής στα θύματα της έμφυλης βίας για να μην πούμε ξανά «δεν ήξερα». Έχω υπερβεί τις συμφωνημένες λέξεις. Προλαβαίνω να πω ότι ξεχωρίζω το «Ο ποιητής και το ποίημα» και πως δεν έδωσα την απαραίτητη βαρύτητα στον «Λωτοφάγο»;
*Κόζμε μην κόπτεσαι για τον καλύτερο δίσκο του Φοίβου, του τάδε ή του δείνα. Μπορεί πάντα να είναι ο επόμενος
Εύα Κουσιοπούλου
Είναι ο δίσκος που με συγκίνησε και με προβλημάτισε· που έπειτα από μόλις δύο ακροάσεις άρχισε να παίζει στο repeat μέσα στο κεφάλι μου, χωρίς να με ρωτήσει.
Είναι το άλμπουμ που μάς έβαλε ξανά να τσακωθούμε για μουσική· εκείνο για το οποίο όλοι θελήσαμε να πάρουμε θέση, παινεύοντας ή απαξιώνοντάς το. Εκείνο που αποκάλυψε τις υστεροβουλίες και τα συμπλέγματά μας.
Το "ANIME" διέπεται από ένα άγρυπνο και συνεπές βλέμμα, και τραγουδιέται από μια πράα φωνή, που ξέρει τι θέλει να πει, και πώς πρέπει να το πει για να θέλεις κι εσύ να τ’ ακούσεις. Ο αόρατος τραγουδοποιός επέστρεψε, θέτοντας και πάλι την ακαταμάχητη υπερδύναμη των ακτίνων Χ που διαθέτει στην υπηρεσία του ακροατηρίου.
Έπειτα από τις φουρτούνες των τελευταίων χρόνων, είχαμε ανάγκη λίγη τρυφερότητα, ως ψυχοθεραπεία. Αν το ‘ANIME’ δεν υπήρχε, θα ήταν αδύνατο να το εφεύρει άλλος.
Μιχάλης Τσαντίλας
Nikos Fokas/Arve Henriksen - Nensha (Underflow)
Οι Νίκος Φωκάς και Arve Henriksen σαν μια ενιαία και αδιαίρετη οντότητα πλάι στον Αναστάσιο Μπαμπατζιά, ο οποίος επιμελήθηκε το απόκοσμα νατουραλιστικό (και ανοιχτό σε ερμηνείες) εικαστικό της έκδοσης, περιπλανώνται πέρα από το ρεαλισμό, εκεί που κατοικεί η ποιητική διάσταση των πραγμάτων. Οι κινήσεις τους είναι αργές και ο χρόνος, έξω από κάθε λογική, επιμηκύνεται αριστοτεχνικά, πυροδοτώντας μια λυτρωτική, σχεδόν υπερβατική κατάσταση.
Το μουσικό περιεχόμενο συμβαδίζει εκστατικά με το εννοιολογικό φορτίο του δίσκου, το οποίο κεντράρει στην αμφισβητούμενη Σκεπτογραφία (Thoughtography ή Nensha), που αφορά την υπερφυσική αποτύπωση των σκέψεων πάνω στο φωτογραφικό φιλμ. Θραύσματα ηχομορφών πότε ενοποιούνται και πότε ξεμακραίνουν το ένα από το άλλο, λειτουργώντας είτε σαν μελωδικές συμφωνίες είτε σαν αφαιρετικά καρτ ποστάλ από την «άλλη πλευρά». Αρμονίες από τον Τέταρτο Κόσμο, αστρικός ηλεκτρονικός ειρμός, τζαζ παρασπονδίες, ambient διευθετήσεις, dub δονήσεις, musique concrète πρακτικές και gamelan ενδοσκοπήσεις αλληλοτροφοδοτούνται σε ένα περιβάλλον αέναης επικοινωνίας.
Η αναζήτηση μέσα στο άγνωστο μόνο ουτοπική και μάταιη δεν είναι.
Παναγιώτης Σταθόπουλος
Καταχνιά – Το νιαούρισμα της γάτας (Kataxnia DΙΥ Records)
Κάπου στα τέλη της προ-προηγούμενης δεκαετίας/αρχές της προηγούμενης, όταν ο The Boy ηχογραφούσε και κυκλοφορούσε, κατά ριπάς σχεδόν, εκείνους τους πραγματικά σημαντικούς από τους δίσκους του, και δεδομένου ότι εκτός των άλλων πρότεινε και ένα μουσικό στυλ, μάλλον ρηξικέλευθο, ανεξάρτητα από την πληθώρα σε πηγές & αναφορές του, κυκλοφορούσε πολύ στους κύκλους της μουσικοκριτικής (…) η ιδέα ότι υποκαθιστά με αυτό τον τρόπο το (δήθεν) ανύπαρκτο πλέον ελληνικό H/C punk, που ενώ είχε μεγαλουργήσει σε προηγούμενες δεκαετίες, δεν ήταν πλέον εκεί για να ορίσει από την πλευρά του την νέα κατάσταση. Όποια και να είναι αυτή.
Όπως κάθε αφορισμός, έτσι και ο παραπάνω ήταν επί της ουσίας αβάσιμος, ως προϊόν κυρίως άγνοιας και λιγότερο υπερβολής, αλλά πάντως με κάποια ιχνοστοιχεία αλήθειας. Το ελληνικό H/C punk (ή και σκέτο punk, πάντως στις ακραίες του, και όχι στις bubblegum απολήξεις), και αναφερόμαστε κυρίως στο ελληνόφωνο, ήταν, είναι και θα είναι εκεί, με πληθώρα σχημάτων, και με ορισμένες κυκλοφορίες πέρα από τα όρια του εντυπωσιακού, που παρότι αφομοιώθηκαν από την σκηνή άμεσα και ακόρεστα (βλέπε Antimob), εν τούτοις αν τις εξετάσουμε μία προς μία, θα δούμε ότι απουσιάζει εκείνο το στοιχείο της ‘λαϊκότητας’, το οποίο με τον έναν ή τον άλλον τρόπο είναι απαιτούμενο σε οποιαδήποτε κυκλοφορία για να κατακτήσει το προνόμιο της μαζικής έκφρασης.
Στον τρίτο τους δίσκο, οι Θεσσαλονικείς Καταχνιά, πέραν του ότι ακυρώνουν οριστικά, έστω και αναδρομικά, τον αφορισμό, επαναφέρουν σε κυρίαρχο ρόλο, το καλώς εννοούμενο εκλαϊκευμένο punk, όπως μας το είχαν αφήσει οι Εκτός Ελέγχου, οι Αντίδραση των δύο πρώτων δίσκων, (οι Γκρόβερ λιγότερο ολοκληρωμένα) κ.λπ., σε έναν δίσκο άμεσης ιστορικότητας, που ήρθε για να μείνει, να ακούγεται και να μνημονεύεται.
Δεν είναι τυχαίο ότι συναντάται ήδη σε λίστες δίπλα, αλλά και επάνω/κάτω τόσο από τους Rotting Christ, όσο και από τον Δεληβοριά, για παράδειγμα. Κοινώς, οι Καταχνιά, χωρίς καμία έκπτωση σε ήχο/αισθητική/αξίες, ‘τρύπωσαν’ εκεί που υποτίθεται υπήρχε το παραπάνω εξ αφορισμού κενό. Είναι ένας δίσκος που αφορά τους πάντες, ακόμη και όσους στην πραγματικότητα δεν τους αφορούν αυτά που παίζουν/λένε, και κυρίως αυτά που εκφράζουν, οι ΚΑΤΑΧΝΙΑ.
Και από εκεί και πέρα είναι ένας σχεδόν αφόρητα συναισθηματικός δίσκος. Για αυτό βέβαια και αφορά τους πάντες. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι υπάρχει κάποιος εκεί έξω, που τουλάχιστον να μπαίνει στον κόπο να μας διαβάζει, που να μένει ασυγκίνητος από ένα τραγούδι όπως το ‘Νεκρό Νερό’ ας πούμε. Αν ναι, καλά θα κάνει να μην μας διαβάζει καλύτερα, θα πούμε με την σειρά μας ως όψιμοι Χατζιδάκιδες κι εμείς.
Άρης Καραμπεάζης
Kostadis – Emerald (Άγιος Άνθρωπος)
Το “Emerald” δεν ήταν ο δίσκος που έψαχνα στην παρούσα φάση της ζωής μου, αλλά μετά τις πρώτες ακροάσεις άνετα έγινε ο δίσκος που χρειαζόμουν τελικά. Η απόμακρη αστική electronica του Kostadis ήρθε και κούμπωσε ιδανικά σαν το soundtrack των τελευταίων ημερών του έτους. H ρομαντική σχεδόν homemade μουσικότητα παλαντζάρει τέλεια τα ρυθμικά με τα μελωδικά στοιχεία της, δίνοντας ισόποσα και τα δύο μέσα από δεκάδες layers-κανάλια ήχων που δημιουργούν το όλο σύνολο μεθοδικά και ολοκληρωμένα. Βοηθάει αρκετά και το σφιχτό ατακαδόρικο mastering που ενισχύει την όλη ακουστική εμπειρία και την φέρνει σωστά στα αυτιά του ακροατή. Το “Emerald” είναι ταπεινό, χαμηλών τόνων και χωρίς εξάρσεις, καταφέρνει όμως και σε κερδίζει ως προς το σύνολο του και για αυτό ακούγεται από την αρχή μέχρι το τέλος του σε λούπα. Με μελωδικά σκαμπανεβάσματα καθ’ όλη την διάρκεια του που οδηγούν το συναίσθημα του ακροατή, το “Emerald” κρίνεται εκ του αποτελέσματος απαραίτητο ακόμα κι αν νόμιζες ότι δεν το χρειαζόσουν.
Γιώργος Παπαδόπουλος
Misfortunes – Brilliant endings (TONN Recordings)
Αν υπάρχει ένα διαχρονικό ζητούμενο στην ελληνική σκηνή (κάπου μεταξύ αυτομαστιγώματος και αυτο-αποθέωσης) τούτο είναι η συνέπεια και η συνέχεια μέσα στον χρόνο, η επιμονή στην δημιουργικότητα και στο ψάξιμο, ενίοτε (αν όχι κατά κανόνα) ερήμην της όποιας αποδοχής και απήχησης. Το εν λόγω σχήμα -το οποίο αν και αποτελείται ουσιαστικά από έναν, υποστηρίζεται ωστόσο και από μια καθοριστική ομάδα συνεισφοράς- σε μια πορεία η οποία έχει ξεκινήσει από το 2014, βρίσκεται πλέον στον τρίτο του δίσκο, και σε κάθε έναν εξ αυτών καταφέρνει να κάνει ένα βήμα παραπέρα, σε κάθε επίπεδο. Έχοντας σταθερά ως βάση την συνθετική μελανόμορφη electropop των 80s, της προσδίδει μια σύγχρονη χροιά, και στον εν λόγω δίσκο πλέον την εμπλουτίζει και με καίρια κιθαριστικά περάσματα. Πέρα όμως από τις ‘σωστές’ (διάβαζε: προσφιλείς) επιρροές, η ικανότητα να βρίσκεις και να ακολουθείς μελωδικές γραμμές είναι κάτι που υπερβαίνει την όποια αναψηλάφηση του παρελθόντος (το οποίο άλλωστε υπάρχει εκεί έξω για κάθε γενιά για το ανακαλύψει ή και να το «επανεφεύρει»). Και στο «Brilliant endings» αυτή εκφράζεται μέσα από μια σειρά από ζεστά τραγούδια σχεδόν ανακουφιστικής οικειότητας, τα οποία ξυπνάνε μια νοσταλγία για κάτι ακαθόριστο και άπιαστο, για τις «moments lost in time» της καθεμιάς μας, είτε τις ζήσαμε πραγματικά είτε όχι…
Αντώνης Ξαγάς
Ορυμαγδός – Ορυμαγδός (Punk 'n' Loud Records)
Κουράστηκα να βλέπω αγέλαστους (σαν) ανθρώπους, (όλοι αυτοί που) μοιάζουν με ζόμπι, πνιγμένοι στη μιζέρια. Το βόλεμα τους (και λοιπά, και λοιπά...) τώρα το βαφτίσανε κατάθλιψη, άπραγοι σαν δέντρα, ριζώσανε στο χώμα (ενάμιση μέτρο πάνω απ' αυτό). Μάσκες, εμβόλια, μπάτσοι (κι άλλοι) στα στενά... Συνήθισες (κι εσύ) στη μοναξιά, μια μίζερη ζωή με αντικαταθλιπτικά (ή άλλου είδους ναρκωτικά). Κι εσύ (για πόσο ακόμα θα) ρωτάς γιατί γίνονται όλα αυτά; Ξεκίνα να... (ναι!) Καν'το πρώτο βήμα (ναι!!!), ξεκόλλα... (Γιατί αυτοί οι αγέλαστοι) για κάθε λύση βρίσκουν και χώνουν ένα πρόβλημα, ακλόνητο κρατάνε το μίζερο εγώ τους (και σου μένει να) νεκροστολίσεις τα όνειρα σου, τυλιγμένα σε σάβανα.
Με χρυσό και ασήμι ο χάρος θα τα πάρει μακρυά (στα σίγουρα). Ξεκόλλα!
Δημήτρης Τσιρώνης
Sakis Papadimitriou – Something There (Defkaz)
Μερικές φορές έχουμε την τάση να μην αναγνωρίζουμε το πραγματικό μέγεθος ενός Έλληνα καλλιτέχνη, ειδικά αν αυτός δεν ενδιαφέρεται να αυτοπαρουσιαστεί ως μεγάλος και σημαντικός. Είναι όμως σπουδαίος ο Σάκης Παπαδημητρίου. Φυσικά δεν χρειάζεται τις κολακείες κανενός γιατί αυτό που τον ενδιαφέρει πραγματικά είναι η τέχνη του (καθόλου αυτονόητο σήμερα που υπάρχουν πάρα πολλοί καλλιτέχνες αλλά μικρό ποσοστό από αυτούς αξίζουν αυτόν τον τίτλο). Η μουσική του Σάκη Παπαδημητρίου σε αυτόν τον σόλο δίσκο είναι πολύτιμη. Είναι συμπυκνωμένη μαγεία που αντλείται με διάφορες αφορμές και παρουσιάζεται ως ένα αυτόνομο ενιαίο πιανιστικό επίτευγμα. Αξίζει να το ακούσουν άπαντες και να καταλάβουν την αξία του δημιουργού του.
Αναστάσιος Μπαμπατζιάς
Και να που εκείνη η θρυλική πια παράσταση της Παρασκευής 08/10/2021 στο Open Jazz Festival δεν ήταν θρίλερ κι αποτυπώθηκε σε δίσκο, έστω και σύμπακτο. [Θρίλερ ήταν η απώλεια του αξέχαστου συν-διοργανωτή Χρήστου Γερμένογλου.] Θυμάμαι τα λόγια του γραφίστα Δημήτρη Αρβανίτη να λέει, στο ντοκιμαντέρ ‘In Situ’ [2017], πάνω-κάτω ότι: Κανονικά, μια τέτοια συναυλία/εμπειρία δεν πρέπει να ηχογραφείται μόνο, αλλά θα πρέπει να καταγράφεται σε βίντεο. Αναφέρεται βέβαια στην έντονη ανάμνησή του από το βιωμένο ζωντανά ‘Αυτοσχεδιάζοντας στου Μπαράκου’, του Σάκη Παπαδημητρίου και του Φλώρου Φλωρίδη, το οποίο αποτέλεσε το πρώτο βινύλιο [αυτοέκδοση] τζαζ αυτοσχεδιασμού στη χώρα μας.
Σαράντα και ένα-δυο χρόνια μετά, συμμερίζομαι απόλυτα τα λόγια του. Κι έχοντας βιωμένη αυτήν τη σόλο παράσταση του Σάκη, δε διστάζω να την ανακηρύξω εμπειρία της χρονιάς. Εν αρχή οι βεξασιόν, οι οχλήσεις του Ερίκ Σατί, πλην και συν. Μετά, αρχαιοελληνική βουτιά, ο ποιητής ικετεύει την Μούσα του [εις Μούσαν]...εμάς φρένας δονούσα. Ακολουθεί το πνεύμα και το γράμμα του Ηράκλειτου, το άλλοθι του αυτοσχεδιαστή, η αρμονία των αντιθέτων, Ὁδὸς ἄνω κάτω μία καὶ ὡυτή. Άλμα στον χωροχρόνο, κάτι εκεί, ποίημα του Μπέκετ και του τίτλου [σε πρόχειρη απόδοση]: κάτι εκεί / εκεί έξω / έξω πού / κάτι εκεί κάπου έξω από το μυαλό. Στο κλείσιμο, ένας αφορισμός του Ζωρζ Μπρακ [Καθώς μεγαλώνουμε, τέχνη και ζωή γίνονται ένα] με ολίγη από Steve Lacy [tip] για να οδηγηθούμε στο Θέμα του δρόμου από την μουσική για την ‘Λούλου’ του Παμπστ.
Κώστας Καρδερίνης
Sara ATH - Amazons Οf The Concrete (Ανεξάρτητη Κυκλοφορία)
Πέρασαν 7 χρόνια από το ντεμπούτο της (‘Αντισύλληψη’, 2017), αλλά η Sara ουδέποτε έλειψε από το προσκήνιο της φεμ ραπ σκηνής. Αντιθέτως, συνέχισε να πυροδοτεί μικρές εκρήξεις με singles όπως το "Να Σπάσει Η Σιωπή" (2019) ή με την πρόσφατη συνεργασία της με τους Krav Boca για το "Barrikade". Στη φετινή, πολυαναμενόμενη επιστροφή τη βρίσκουμε ακόμα πιο σπινθηροβόλα, να χαράζει εντονότερα τον προσωπικό της βηματισμό. Το ‘Amazons Οf The Concrete’ στέκεται ευθύ, άμεσο, συγκρουσιακό, ακανθώδες, βαθιά βιωματικό, γεμάτο ενσυναίσθηση, συμπερίληψη, φροντίδα και τόλμη. Μιλώντας για το τώρα, μα ανταποκρινόμενο στο πάντα: στο διαχρονικό τραύμα της καταπίεσης, τόσο από την πατριαρχία, όσο και από τον καπιταλισμό. Συνδιαλέγεται έτσι με Δύση και Ανατολή, εκφραζόμενο μέσω του καθάριου, οργισμένου, κοχλάζοντος flow της Αθηναίας ράπερ, αλλά και των καλεσμένων της. Μιλάμε σίγουρα για μία από τις σημαντικότερες παρουσίες στο χιπ χοπ –και όχι μόνο για το εγχώριο στερέωμα.
Χριστίνα Κουτρουλού
Spiral Trio - Broken Blue (Odradek Records)
Ναι μεν οι Spiral Trio αποτελούν ένα modern jazz σχήμα το οποίο έμπρακτα εκτιμά τον Bill Evans και τον Keith Jarrett, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι παραλείπει να λοξοκοιτάζει προς τις rock καταβολές του. Βέβαια, αυτό γίνεται διακριτικότερα στην περίπτωση του “Broken Blue”, απ’ ό,τι στο φερώνυμο ντεμπούτο του 2017. Υπάρχει όμως και μια πιο ουσιώδης διαφορά μεταξύ των δύο δίσκων, που καθορίζει περισσότερο την εξέλιξη του ήχου του τρίο: εδώ δεν έχουμε πλέον να κάνουμε με jazz standards, αλλά με πρωτότυπες των μελών συνθέσεις, εξαιρουμένης μόνο της “Once Upon a Summertime” (Michel Legrand). Οι Σπύρος Μάνεσης (πιάνο), Αρίονας Γυφτάκης (κοντραμπάσο) και Αναστάσης Γούλιαρης (ντραμς) παίζουν με ελεγχόμενους αυτοσχεδιασμούς, συναίσθημα και μια διαρκώς αυξανόμενη αυτοπεποίθηση, που βγάζει τις ευρύτερες δυνατές διαστάσεις των συνθέσεών τους.
Παναγιώτης Αναστασόπουλος
Sugar for the Pill – Wanderlust (Make Me Happy)
Κι αν σου έλεγαν ότι πέντε παιδιά όχι με ιδιαίτερη ηλικιακή διαφορά με σένα από τη (σχεδόν) νότια Ελλάδα (με γιαννιώτικο γαρνίρισμα) αποφάσισαν να παίξουν με ψυχή και να τιμήσουν τις επιρροές τους χωρίς ούτε στιγμή να αντιγράφουν αλλά αντίθετα να παράγουν κάτι πολύ φρέσκο και ζωντανό; Αν ακούγοντας τους πιο πολύ στο δικό σου μυαλό ερχόταν ωραίοι Ride, Cocteau κι από νεώτερους Interpol και Editors αλλά πάνω απ' όλα ξεχώριζες την Chameleon-ντική δυναμική; Αν έβλεπες το γενειοφόρο μπασίστα τους (με το απίθανο μουσικό γούστο) να βγαίνει στη σκηνή με μπλουζάκι μιας καλλιτεχνικής προσαρμογής κάποιου Peter Saville; Αν διαπίστωνες ότι το ταλέντο τους πάει χέρι με χέρι με σπάνιο ήθος και ευγένεια στο λόγο τους; Προφανώς τίποτα δε θα μπορούσε να σ εμποδίσει να τους δείξεις ότι σε άγγιξαν. Κι ότι η Θεσσαλονίκη (τους) περιμένει.
Γιώργος Κοτσώνης
Είμαι έτοιμος να ομολογήσω ότι οι Sugar For The Pill δεν παίζουν δίκαια στο παιχνίδι των εντυπώσεων που καλείται να κερδίσει ο κάθε δίσκος που αποφασίζει μια μπάντα να ηχογραφήσει και να αφήσει ελεύθερο εκεί έξω. Κι αυτό επειδή, αν κρίνω από τον εαυτό μου, υπάρχουν ορισμένα ηχητικά συστατικά που εφόσον υπάρχουν σε ένα άλμπουμ, είναι πρακτικά αδύνατο να με αφήσουν αδιάφορο - εμένα και φαντάζομαι όλους όσους έχουν ζήσει μια εποχή κατά την οποία ανδρώθηκε και καθιερώθηκε ο ήχος που με τα χρόνια έχουμε μάθει να ονομάζουμε shoegaze (κι ας μην το περιορίσουμε στο "ζήσει" αλλά στο "αγαπήσει" καλύτερα). Όλα έχουν να κάνουν με τις κιθάρες και πώς αυτές ακούγονται, εκεί που επίθετα όπως αιθέριος κι ονειρικός υπεισέρχονται για να περιγράψουν μια συγκεκριμένη κατάσταση ηλεκτρισμού. Κι όσο κι αν ξέρεις ότι με τα χρόνια καταντάει γραφική η χρησιμοποίηση κλισέ για να δώσεις την εικόνα ενός ήχου, τελικά σε καλύπτει απόλυτα να μείνεις σ' αυτά επειδή, καταλάβατε για τι πράγμα μιλάω, σωστά; Απλά προσθέτεις μια αγκαλιά υπέροχα τραγούδια παιγμένα με γούστο και ένταση, μια γλυκιά γυναικεία φωνή να οδηγεί τη μπάντα στα σωστά μονοπάτια, και τελικά, τι διάβολο παραπάνω θέλεις για να βάλεις το δίσκο ξανά από την αρχή να παίξει; Αφήστε τις πρωτοπορίες για το μυαλό, η καρδιά λέει άλλα κι εκείνη ακολουθούμε.
Μάνος Μπούρας
Thee Holy Strangers – Diary of the Shadow (Inner Ear)
Μπορεί να πέρασαν επτά χρόνια από την τελευταία δισκογραφική τους δουλειά, αλλά οι Thee Holy Strangers δεν σταμάτησαν ποτέ να υπάρχουν. 2-3 φορές τον χρόνο έκαναν συναυλίες και ετοίμαζαν τα νέα τους τραγούδια. Η ζύμωση ήταν αργή και η καθυστέρηση κυκλοφορίας του δεύτερου δίσκου μόνο σε καλό τους βγήκε. Με μπροστάρη τον Αλέξη Καλοφωλιά και την υπέροχη φωνή της Φλώρας Ιωαννίδη, το συγκρότημα μας έδωσε ένα εξαιρετικό άλμπουμ, περπατώντας στα αγαπημένα του αμερικάνα και ροκ μονοπάτια.
Έχω μόνο ένα μικρό δίλημμα, στο τι μου αρέσει περισσότερο… Η μουσική του δίσκου ή το εκπληκτικό γαλαζοπράσινο χρώμα του βινυλίου με το οποίο κυκλοφόρησε!
Τάσος Βαφειάδης
Δύσκολος ξεδύσκολος ο δεύτερος δίσκος των Thee Holy Strangers τους βρίσκει σαφώς σε μεγάλη φόρμα. Και με ανανεωμένο line-up, καθώς η θαυμάσια Φλώρα Ιωαννίδη (Make Believe, Ludmilla) βγαίνει μπροστά ως το ήμισυ ενός εξαίσιου φωνητικού διδύμου με τον κιθαρίστα Αλέξη Καλοφωλιά (The Last Drive, The Earthbound κ.ά) και στο συγκρότημα έχουν ενταχθεί ο Κλέων Αντωνίου (Mode Plagal) στις κιθάρες και ο μπασίστας Ανδρέας Λάγιος (Nightstalker, Rotting Christ). Στα ντραμς ακούμε σταθερά τον Κώστα Χρυσόγελο (Nightstalker, κ.ά), ενώ συμμετέχουν ως guests οι Φυσάκης-Χουστουλάκης (μέλη του αρχικού line-up), Γιούσεφ και Costinho.
Ο Καλοφωλιάς, που υπογράφει τις συνθέσεις, γνωρίζει, αγαπάει και δουλεύει πάνω στον αμερικανικό ροκ ήχο των 60s και των 70s εδώ και δεκαετίες με αφοσίωση και μεράκι κι αυτό εγγράφεται ξεκάθαρα στην ταυτότητα του δίσκου. Με επτά τραγούδια βγαλμένα από την παράδοση του desert rock, των ηλεκτρικών blues και της folk, το “Diary Of The Shadow” περνάει αλώβητο από δάση, φωτιές και ερημιές με όπλο την αφοπλιστική ειλικρίνεια και την απλότητα της καλής τραγουδοποιίας. Εντάξει, το ξέρουμε ότι το rock and roll δεν θα σώσει τον κόσμο, αλλά δεν θα πάθουμε τίποτα αν μας τον ομορφύνει για λίγο (και δη με τέτοιες μαγευτικές διφωνίες). Ευτυχώς βγαίνουν ακόμα δίσκοι να μας το θυμίζουν.
Ελένη Φουντή
VOAK - Verdrängung (I, Voidhanger)
Ιταλική μεν η εταιρεία, μα ελληνικό το δίδυμο των VOAK, αν και (ως είθισται στα underground black metal λημέρια) δεν μαθαίνουμε τίποτα περισσότερο γι' αυτούς πέρα από τα αρχικά των ονομάτων τους και ότι ο ένας είναι υπεύθυνος για το «λαρύγγι», ενώ ο άλλος για τον «θόρυβο». Σίγουρα, πάντως, ξέρουμε κάποιους από τους φίλους τους που δίνουν το παρών σε τούτο το ντεμπούτο, αφού στα credits του συναντάμε τόσο τον Spectral Lore, όσο και τη Σοφία Σαρρή. Δεν έχει και τόση σημασία, βέβαια, από τη στιγμή που μας εκπλήσσουν τόσο ευχάριστα με ένα πηχτό, μα ανοιχτών οριζόντων μαύρο metal, όπου απέθαντες, πολυτιμημένες νορβηγικές διδαχές και ασήκωτα γερμανικά συνδιαλέγονται με βιόλες, samples, μα και με ορισμένα απροσδόκητα post-punk ξανοίγματα, τα οποία φέρνουν κατά νου σύγχρονες διεθνείς περιπτώσεις σαν τον Αμερικανό Lamp Of Murmuur. Επιπλέον, υπάρχει και μια σαφής, πολιτικοποιημένη διάσταση με antifa ταυτότητα, μάλλον πολύτιμη δεδομένων των ιστορικών αμαρτιών του χώρου.
Χάρης Συμβουλίδης
Yako Trio – OdesSea (FWF Records)
Οι Yako Trio είναι ένα τρίο από την Θεσσαλονίκη (πιάνο, ντραμς, κοντραμπάσο) με την προσθήκη εδώ και δύο(;) χρόνια ενός Νεοζηλανδού άλτου (ο οποίος μιλάει πλέον άπταιστα ελληνικά). Την χρονιά που μάλλον ο Φοίβος Δεληβοριάς έβγαλε τον καλύτερο του δίσκο και από τα λίγα εγχώρια που βρέθηκαν κοντά μου (Arthuros, Filos Filou, Blakout, The Ephemeron Loop κ.ά.), μπορώ να πω ότι το λούστρο στις συνθέσεις και η τελειότητα του ήχου στις εν λόγω ωδές στην θάλασσα δεν με καλύπτουν αλλά αναγνωρίζω ότι μπορούν να καλύψουν μεγάλη μερίδα του ακόμα μουσικόφιλου κοινού στη χώρα. Τι θέλω τώρα και εγώ, να πιάσουν τα παγκάκια της Ναυαρίνου με ένα μπουκάλι ουίσκι; Λίγο περισσότερη απελευθέρωση από τις σπουδές και τα ινδάλματα (Σκαλκώτας, Κωνσταντινίδης) θέλει, σύγχρονη δημιουργικότητα και εξερεύνηση και λιγότερο το προφανές και είμαι έτοιμος να βγάλω δίσκο στην ECM. Το ‘Afromakedonian Dance’ είναι πλέον καταχωρημένο δίπλα στις συνθέσεις των Mode Plagal και αναμένουμε επόμενη περιπέτεια.
Αντώνης Κλειδουχάκης