Ανασκόπηση 2023: 21 δίσκοι από την διεθνή παραγωγή
Μία ακόμη χρονιά έφτασε στο τέλος της, ώρα για την εθιμικά προς τα πίσω ματιά, αυτή που προσπαθεί να πιάσει (ματαίως;) την ιστορία εν τω γεννάσθαι. Πλούσια μουσικά και δισκογραφικά κι αυτή, δεν υπάρχει πια καμία αμφιβολία περί αυτού, αλλά και αμήχανη συγχρόνως, ειδικά σε όσους και όσες αντιμετωπίζουν την πραγματικότητα με τα μάτια του 1990 ή ακόμη και του 2010. Αψευδής μάρτυρας οι λίστες, όχι μόνο οι προσωπικές που κατακλύζουν πια τα κοινωνικά μέσα με την αγχωτική ανάγκη προσωπικής εκζήτησης, διαφοροποίησης και επίδειξης ενίοτε, αλλά και εκείνες των μεγάλων κατεστημένων μέσων, στις οποίες ελάχιστα πια σημεία επαφής βρίσκουμε, διαβάζοντας τες έχεις ορισμένες φορές την αίσθηση ότι αναφέρονται σε… διαφορετικές χρονιές (δικαιώνοντας κι εμμέσως την δική μας επιλογή να απόσχουμε από το άθλημα εδώ και μια πενταετία). Αποτυπώνουν έτσι ακριβώς αυτή την πανσπερμία και την αφθονία, το γεγονός ότι βγαίνουν πια πάρα πολύ 'ωραίοι' (ότι κι αν σημαίνει αυτό στην υποκειμενική θεώρηση) αλλά και 'καλοί' δίσκοι (από θεώρηση τεχνικής αρτιότητας, η καλή 'παραγωγή' δεν είναι πλέον ζήτημα πολλών χρημάτων και ακριβών εξοπλισμών), σχεδόν δεν υπάρχουν πια 'κακοί' δίσκοι. Αλλά δεν υπάρχουν και 'σπουδαίοι', αν και η σπουδαιότητα σε μέτρο επίδρασης κρίνεται μόνο στην διαχρονία. Η σπουδαιότητα ωστόσο σε μέτρο κοινωνικής απεύθυνσης κρίνεται στην συγχρονία. Και η μουσική (όπως και πολλά άλλα) στην ολοένα πιο ατομοκεντρική κοινωνία μοιάζει να περιορίζεται σε όλο και πιο στενές μικροκοινότητες. Που προσπαθούν να (κατα)γράφουν τη δική τους μικροϊστορία. Σαν και τη δική μας…
Και του χρόνου να είμαστε όλες και όλοι εδώ...
A. Ξ.
Andreas Gerth, Carl Oesterhelt - Music for Unknown Rituals (Umor Rex)
Είναι το δεύτερο άλμπουμ του ντουέτου. Ο Andreas Gerth (Driftmachine, Ogonjok, Make My Day) έγινε αρχικά γνωστός από τους Tied & Tickled Trio και τη συνεργασία του 2000 με τον Ted Milton των Blurt. Ο Carl Oesterhelt (F.S.K., Merricks) έχει συνεργαστεί επίσης με τους Tied & Tickled Trio αλλά και τους Ms. John Soda. Η ηχογράφηση του ‘Music for Unknown Rituals’ ξεκίνησε μέσα σε μια παλιά εκκλησία στο Doblitz της Γερμανίας και βασίστηκε στο εκκλησιαστικό όργανο του 1886 που φιλοξενείται ακόμη εκεί, σε μερικά modular συνθεσάιζερς και ένα όργανο φτιαγμένο από γυάλινους σωλήνες. Αργότερα στο στούντιο προστέθηκαν ηλεκτρικές κιθάρες, harpsichord, μπάσο, μεταλλόφωνο, ξυλόφωνο και πολλά ακόμη κρουστά παρέα με διάφορους ηλεκτρονικούς ήχους, θορύβους και drones. Το αποτέλεσμα είναι πειραματικό, μοντέρνο, ηλεκτροακουστικό, τελετουργικό και μινιμαλιστικό. Το ‘Abdication’ είναι το πιο αγαπημένο μου κομμάτι και μία από τις πιο όμορφες μουσικές συνθέσεις του 2023.
Βασίλης Παυλίδης
Billy Valentine - Billy Valentine & The Universal Truth (Acid Jazz)
Μέρες που είναι, είπα να διαμαρτυρηθούμε. Από το σπίτι μας και το στερεοφωνικό μας. Όπως πρέπει, δηλαδή. Τι καλύτερο, λοιπόν, από ένα αυθεντικό protest soul-jazz άλμπουμ, που τραγουδά για την ειρήνη και την αγάπη; Αλλά, ας μη χαθούμε σε οποιουσδήποτε επιμέρους ρατσισμούς, υψώνοντας την ένταση για την κυρίως εσωτερική, αλλά και την εξωτερική, ειρήνη που τα περικλείει όλα. Φωνή μας ο εβδομηντατριάχρονος κύριος Billy Valentine, που με τη βοήθεια του παραγωγού Bob Thiele Jr. και μουσικών όπως οι Larry Goldings, Jeff Parker (Tortoise) και Pino Palladino (The Who, Eric Clapton, Elton John, David Gilmour), μεταξύ άλλων διασκευάζει το κλασικό spiritual “Wade in the Water”, καθώς και τους Leon Thomas-Pharaoh Sanders (“The Creator Has a Master Plan”), Curtis Mayfield (“We the People Who Are Darker than Blue”), War (“The World Is a Ghetto”), Eddie Kendricks (“My People… Hold On”) και Prince (“Sign O’ the Times”).
Παναγιώτης Αναστασόπουλος
Depeche Mode – Memento Mori (Mute)
Οι Depeche Mode επιστρέφουν δισκογραφικά μέσα στο 2023 με ένα άλμπουμ που έκανε ιδίως τους πιστούς τους φανς να χαμογελάσουν από ικανοποίηση για το εξαιρετικό αποτέλεσμα, να αισθανθούν δικαίωση για την πολυετή αφοσίωσή τους στη μπάντα και πάνω από όλα να συγκινηθούν και να λυγίσουν ακούγοντας κομμάτια όπως το “Speak to Me” το οποίο αναπόφευκτα παραπέμπει στον θάνατο του Andy Fletcher.
Μέσα σε αυτούς τους πιστούς φανς είμαι κι εγώ, για αυτό και επέλεξα το “Memento Mori” σαν το «Κάτι Καλύτερο» του 2023 μιας και ακούγοντάς το πέρασαν από μπροστά μου έστω και φευγαλέα μέσα από χαρακτηριστικές μουσικές αναφορές όλες οι προηγούμενες αγαπημένες μουσικές τους οι οποίες με συντροφεύουν τόσα μα τόσα χρόνια.
Είναι αυτό που περίμενα και ήθελα να ακούσω από αυτούς το 2023, ένα άλμπουμ πιο ήρεμο, συναισθηματικό, σκοτεινό, με κατασταλαγμένο όμως ήχο που δεν παραπέμπει στους προσωπικούς πειραματισμούς του Gore, αλλά βγάζει μια ζεστασιά και ευαλωτότητα.
Η θλίψη της απώλειας μετατράπηκε σε χαρά και αισιοδοξία.
Νάνσυ Σταυρίδου
Fire! Orchestra – Echoes (Rune Grammofon)
Στην αρχή του καλοκαιριού στην κριτική του δίσκου έγραφα:
“Οι γνώστες της μπάντας ήδη ξέρετε με τι “τέρας” έχετε να κάνετε. Οι υπόλοιποι κάντε μια χάρη στον εαυτό σας, χωρίς βιασύνες και επιπολαιότητες δώστε λίγο από τον χρόνο σας σε τούτο ‘δω το αριστούργημα. Θα σας ανταμείψει διαχρονικά. Θα τον πάρετε μαζί σας εφόδιο για πάντα. Το “Echoes” είναι ήδη ο πιο αγαπημένος δίσκος της χρονιάς που διανύουμε, είναι μακράν αυτός που έχει κατακτήσει κάθε συσκευή που μπορεί να παίξει μουσική εδώ και 2 μήνες ασταμάτητα και δεν αφήνει να ακουστεί κανένας άλλος. Χωρίς καμία δόση υπερβολής, δίσκος εφόδιο ζωής.”
Πλέον στην εκπνοή του χρόνου, έχοντας τριφτεί με το “Εchoes” ακόμα περισσότερο, έχοντας αφήσει τον χρόνο να φέρει την φθορά του σε όποιον ενθουσιασμό ενδεχομένως υπήρχε στο αρχικό κείμενο ... τελικά δεν θα άλλαζα ούτε σημείο στίξης στην άνω φράση και θα συμφωνούσα μέχρι κεραίας για τον πιο αγαπημένο δίσκο του 2023.
Γιώργος Παπαδόπουλος
Floodlights – Painting of my time (Virgin Music Australia)
Βγαλμένο από τα μέσα των 80’s και με την παρακαταθήκη των ομότεχνων ομοεθνών τους, οι Αυστραλοί Floodlights με το δεύτερο άλμπουμ τους, μας δείχνουν πως φτιάχνεται σήμερα ένα πολύ καλό ροκ άλμπουμ. Mε βασικό κορμό τις δύο κιθάρες, το μπάσο, τα ντραμς και με πινελιές από φυσαρμόνικα, τρομπέτα, πιάνο και βιολί, παρουσιάζουν 10 τραγούδια φόρος τιμής στους Saints, στους Died Pretty, στους Triffids.
Ηχογραφημένο ζωντανά μέσα σε τρεις μέρες στη Μελβούρνη, το “Painting of my time” δεν σε αφήνει να πάρεις ανάσα στα 40 λεπτά που διαρκεί. Ακούγεται ολό-κληρο από την αρχή έως το τέλος (πράγμα σπάνιο στις μέρες μας), ξανά και ξανά.
Τάσος Βαφειάδης
Italia 90 - Living Human Treasure (Brace Yourself Records)
Πολύ θα ήθελα να σας μιλήσω με ενθουσιασμό για έναν φετινό δίσκο αλλά δυστυχώς, τίποτα δε με ρούφηξε μέσα του, δε με ενθουσίασε, δε με έκανε να μιλήσω με θριαμβευτικά λόγια και να προτείνω ανεπιφύλακτα. Ίσως έχει να κάνει με το ότι μια δύσκολη χρονιά όπως το 2023 απόσπασε την προσοχή μου από την πραγματική απόλαυση της μουσικής, ίσως πάλι τα χρόνια να αφαιρούν από τα ακούσματά μου την όποια σπουδαιότητα (δεν) έχουν. Ωραίοι δίσκοι βγήκαν αλλά απλά ωραίοι, κατά τη γνώμη μου, οπότε τι κάνεις σε μία τέτοια περίπτωση; Καταφεύγει σε οικείους ήχους, σε επανεκδόσεις κυρίως μα και νέες κυκλοφορίες που θυμίζουν παλιές. Οι Italia 90 είναι ένα κουαρτέτο από το Λονδίνο που με το ντεμπούτο του αυτό άλμπουμ παρουσίασε ένα συνεκτικό έργο μεταπάνκ ορμής, με τσαμπουκά και κοφτερές γωνίες σε κάθε του κομμάτι. "Μια απ' τα ίδια' μπορεί εύκολα να πει κάποιος και δε θα του φέρω αντίρρηση, Ούτε και οι ίδιοι εξάλλου, με στίχους όπως "Δεν εύχεσαι να ήταν ακόμη τα '80s/Να στέκεσαι στην ουρά για το επίδομα ανεργίας ντυμένος στην πένα". Αλλά ταυτόχρονα δε μπορείς να αρνηθείς ότι όπως και να το δει κανείς, έχουν κάτι ξεχωριστό οι αλητήριοι ετούτοι!
Μάνος Μπούρας
Jerskin Fendrix - Poor Things (Original Motion Picture Soundtrack) (Milan Records)
Όπως ο σκηνοθέτης, μεγάλος ή μικρός, αισθάνεται κάποια στιγμή ότι θέλει να τιμήσει τους δασκάλους/δημιουργούς που τον επηρέασαν, έτσι κι ένας ολοκληρωμένος μουσικός δεν φοβάται να κρύψει τις επιρροές του. Από τους μεγάλους μουσουργούς και τους κινηματογραφικούς μουσικοσυνθέτες του 60s σασπένς, του 70s τρόμου και της 80s επιστημονικής φαντασίας, μέχρι τον «παίδα πεσσεύοντα» Κομλάντ και τον μινιμαλιστή μετρικό Νάιμαν. Άλλωστε δεν είναι τυχαίο το βραβείο Ζωρζ Ντελερύ για την καλύτερη μουσική επένδυση που απέσπασε στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Γάνδης.
Η ακρόαση αυτού του σάουντρακ είναι μια ξεχωριστή εμπειρία γεμάτη εκπλήξεις και ανατροπές όπως και όσο ξεχωριστή εμπειρία είναι και η θέαση αυτής της μοναδικής ταινίας. Προσπαθώ να μαντέψω πόσο δύσκολο είναι να ακολουθήσεις τα σκαμπανεβάσματα και τις διακυμάνσεις μιας τόσο πολυτάραχης, πολύκροτης και πολυκύμαντης ταινίας. Δεν είμαι ειδικός, ούτε μουσικός, αλλά διακρίνω το παιχνίδισμα της τρέλας με τη φρονιμάδα. Η μουσική ευφυΐα που κινείται στα κενά διαστήματα, γίνεται ενοχλητική, ίσως και ανυπόφορη αλλά ποτέ δεν παύει να υπηρετεί, ακόμη και αντιστικτικά, το θέμα.
Κώστας Καρδερίνης
Kara Jackson – Why does the earth give us people to love? (September Recordings)
Φέτος θα κάνουμε μια λαθροχειρία. ΟΚ, με βάση την προσωπική μου αξιολόγηση οι boygenius ήταν το συγκρότημα και το ‘The Record’ το άλμπουμ της χρονιάς. Όμως, ήδη γράψαμε γι’ αυτές από το Μάϊο και οι λίστες, τουλάχιστον όπως τις αντιλαμβάνεται το MIC, δεν έχουν διάθεση αξιολογική. Θα αφιερώσουμε λοιπόν τις 200 λέξεις που μας αναλογούν στο ντεμπούτο της Kara Jackson, που το ανακαλύψαμε στα τέλη της χρονιάς, μέσα από κάποιες άλλες λίστες, και μας συνόδευσε για να ξορκίσουμε απώλειες δυσβάστακτες. Η ίδια θρηνεί και αφιερώνει το δίσκο της σε μια φίλη της που έφυγε από τη ζωή. Why does the earth give us people to love then take them away from our reach? Ελα ντε, έτσι είν’ η ζωή και πως να την αλλάξεις, θα έλεγε άλλος δημώδης ποιητής. Spoken word θα χαρακτήριζαν κάποιες το δίσκο, νέα μόδα, και πράγματι ως ποιήτρια ξεκίνησε η Kara Jackson. Εδώ όμως, μαζί με τους φίλους της, ταιριάζει όργανα δίπλα στη φωνή της που κυριαρχεί πράγματι σε κάθε αυλάκι του δίσκου, θα λέγαμε παλιά. Δίσκος υποτονικός; Όχι ακριβώς. Απλά είναι η συνειδητοποίηση της απώλειας, με μια διάθεση όμως να συνεχίσεις να ζεις.
Βασίλης Παπαδόπουλος
Lankum- False Lankum (Rough Trade)
Και προτού τελειώσει το 2023, το άλμπουμ που με συνεπήρε όσο κανένα άλλο τη φετινή χρονιά είχε ήδη θρονιαστεί στην κορυφή από διάφορες έγκριτες μουσικές λίστες- προς όχι αδικαιολόγητης έκπληξης μου (όσο και αν θέλω να υπεραμυνθώ της επιλογής μου και γίνω περήφανη σταλεγάκιας). Ένα άλμπουμ βουτηγμένο στην ιρλανδική folk και ιστορίες φόνου, πόνου ...και όχι μόνου, δεν είναι και η προφανής επιλογή. Η παρέα βέβαια των αδερφών Lynch, από τότε που άλλαξε το όνομα από το …σεφερλικό «Lynched» σε «Lankum», νόθευσε αδίστακτα την παράδοση με σκοτεινιές και λάμψεις από drones και στρώματα ήχου και την έκανε ακαταμάχητη για όσους έχουν τους μουσικούς υποδοχείς για τέτοια πράγματα. Οι οποίοι τελικά αποδείχθηκαν αρκετοί. Η προσωπική μου διαδρομή με τους Lankum ξεκινάει από το 2019 και το ‘The Livelong Day’, όπου το πόσο με εντυπωσίασε αποδεικνύει το γεγονός ότι αξιώθηκα και έστειλα κείμενο στο MiC (ο αρχισυντάκτης σηκώνει το φρύδι αυστηρά, με αίσθηση ματαιότητας συνάμα). Το “False Lankum” επιστέγασε το μουσικοέρωτα και αναμένοντας πως και πως να το προτείνω στο εκλεκτικό κοινό του mic.gr, με πρόλαβε επιδεικτικά όλος ο πλανήτης…
Ελεάνα Γαρίνη
Le Cri du Caire - Le Cri du Caire (Les Disques Du Festival Permanent/Airfono/L’onde & Cybelle )
Πρώτο επιμέρους στοιχείο για το οποίο ο εν λόγω δίσκος κατεβαίνει στο γήπεδο με γκολ από τα αποδυτήρια: τι άλλο παρά ο (εκ)κεντρικός πρωταγωνιστής αυτού, Abdullah Miniawy, δηλαδή ο Αιγύπτιος sufi κ.λπ. ποιητής/μουεζίνης/κήρυκας/manic square preacher κλπ, που τω καιρώ εκείνω έγινε σύμβολο της Αραβικής Άνοιξης στην πατρίδα του.
Υπάρχει η άποψη ότι οι επαναστάσεις αποτυγχάνουν, αλλά οι ιδέες όχι (λέμε και καμιά μαλακία που και που να περνάει η ώρα, όπως έλεγαν και οι κωμικοί των 80s). Σε όλη τη διάρκεια του δίσκου ο Miniawy την επιβεβαιώνει, χωρίς καν να προσπαθεί. Πολιτική, θρησκεία, νοσταλγία, ελπίδα και αποτυχία, δυστυχία και εν τέλει δυστοπία «ακούγονται» και καταγράφονται είναι αλήθεια στην φωνή του και στον τρόπο που αυτή απλώνεται εκεί που ο ίδιος αυστηρά την καθοδηγεί, έστω και πριν από την συνδρομή της μετάφρασης. Και όσο και να είναι αφόρητο κλισέ αυτό, υποχρεούμαστε να υπακούσουμε.
Ο δίσκος παραμένει από την αρχή μέχρι το τέλος στα χέρια, στο μυαλό, στις ηθικές και υλικές διαστάσεις, που θα μπορούσε να του δώσει η φωνή του Abdullah Miniawy και μόνον. Όποιους και να είχε δίπλα του τελικά. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δίπλα του βρέθηκαν τυχαίοι ή πολύ περισσότερο λάθος άνθρωποι. Κι ενώ δεν με πείθει απόλυτα ως μουσικό πεπραγμένο, εν τούτοις συνεχίζει να με ταράζει (σχεδόν) ως τελικό αποτέλεσμα, που θεωρώ ότι αν όχι σε όλη την διάρκεια του, τουλάχιστον στα πραγματικά συναρπαστικά σημεία αυτού, καταφέρνει πράγματι και ξεφεύγει όχι μόνο από τις δυνατότητες, αλλά και από τις ίδιες τις προθέσεις των δημιουργών του.
Άρης Καραμπεάζης
Los Angeles Philharmonic (διευθ. Gustavo Dudamel): Thomas Adès' Dante - Live (Nonesuch)
Σε μια χρονιά με αρκετές καλές κυκλοφορίες στα κλασικά, είναι κρίμα να μην εκπροσωπείται ο χώρος στις απανταχού λίστες του καθ' ημάς μουσικού Τύπου, απλά επειδή οι συντάκτες που τον στελεχώνουν δεν το 'χουν, δεν ασχολούνται, δεν ξέρουν/δεν απαντούν. Αυτή είναι η λογική επιλογής της συγκεκριμένης ζωντανής ηχογράφησης (2022, στο «Walt Disney Concert Hall»), η οποία δεν συστήνει μία ακόμα λαμπρή εκτέλεση στις δαφνοστεφανωμένες δόξες της παλαιάς Ευρώπης, αλλά ένα καινούριο έργο για μπαλέτο, φτιαγμένο με παλιά υλικά.
Πίσω από το «Dante», δηλαδή, βρίσκεται ο Δάντης της Αναγέννησης με τη «Θεία Κωμωδία» του, αλλά και το Παράδειγμα του Φραντς Λιστ, ο οποίος υπέγραψε μια "Dante Symphony" (1857) επιδραστική για τον μουσικό κόσμο του Thomas Adès. Κατά τα λοιπά, ωστόσο, ο Βρετανός συνθέτης παραμένει καίρια ριζωμένος στο σήμερα, αποφεύγοντας, μάλιστα, τις συνήθεις avant-garde εξορμήσεις, χάριν ενός στυλ πιο προσιτού στο «μέσο» αφτί. Το οποίο αναδεικνύεται έξοχα από την εκπληκτική απόδοση της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Λος Άντζελες, που έχει ως αιχμή του δόρατος τον ενθουσιασμό του μαέστρου Gustavo Dudamel.
Χάρης Συμβουλίδης
L'Rain - I Killed Your Dog (Mexican Summer)
H Taja Cheek (το πραγματικό όνομα του one-woman project που κυκλοφορεί ως L'Rain) βρέθηκε σε ιδανική θέση στο μουσικό σύμπαν του 2023. Εδώ και δύο τρία χρόνια είναι αγαπημένο παιδί διάφορων 'προχώ' κύκλων, αποφεύγοντας ωστόσο και τον ρόλο της φίρμας και αυτόν της hipster. Και ενώ οι πειρασμοί μιας νέας του Μπρούκλιν να παίξει εύκολους ρολους είναι σήμερα μεγάλοι, αυτή κατορθώνει όχι απλά να διεκδικεί τον πραγματικό εαυτό της, αλλά να τσαλαβατουτάει και ακομπλεξάριστα σε ήχους του παρελθόντος χωρίς να την πάρουν και πολύ χαμπάρι οι σύγχρονοί της.
Το "I Killed Your Dog" έρχεται ως δικαίωση. Πότε σαν deep house που μπήκε σε ένα ροκ τραγούδι και κοιτάει ανυποψίαστο όπως ο Τραβόλτα στη σκηνή/meme του ‘Pulp Fiction’, ποτέ σαν indie μιούζικαλ και πότε σαν αυθάδικη neo-soul, ο δίσκος θα άξιζε μόνο και μόνο για να ανασυρθεί από τη ναφθαλίνη ο όρος 'cool' και να εξηγηθεί στους φανατικούς των Pavement ποιο είναι στην πραγματικότητα το νόημα που νόμιζαν πως έδιναν στα ινδάλματά τους. Στην παρατεταμένη φάση των πολλών τελευταίων χρόνων που όλοι συζητούν γενικά και αόριστα για το πώς η καλή πειραματική μουσική πρέπει να γίνεται και ποπ της εποχής της, o avant-dancehall κόσμος της Cheek δεν έρχεται απαραίτητα για να λύσει το ζήτημα, αλλά τουλάχιστον κάνει τα πράγματα λίγο πιο συγκεκριμένα.
Γιώργος Λεβέντης
Mandy, Indiana - I've seen a way (Fire Talk)
Ο καλύτερος δίσκος μιας ολόκληρης χρονιάς πρέπει να τηρεί συγκεκριμένα κριτήρια. Να προέρχεται από σχετικά νέο όνομα με λίγη εμπειρία στο χώρο της μουσικής, κατά προτίμηση να έχουν βγάλει μόνο μερικά EPs και επτάιντσα, και ο εν λόγω καλύτερος δίσκος να είναι ο πρώτος τους. Θα πρέπει να μπορείς να χορέψεις αλλά και να εκτονωθείς με διάφορους τρόπους μαζί του, άρα πρέπει να έχει βάση κιθαριστική και ισάξια ρυθμικά μέρη από μηχανήματα της επικαιρότητας και παλαιότερα synths, γενικά να θυμίζει λίγο kraut, λίγο Daft Punk, όμως να έχει γαλλικά φωνητικά. Εννοείται ότι δεn πρέπει να έχει βγει μετά το πρώτο εξάμηνο για να έχει ακουσθεί πολύ και να μην έχει ξεχασθεί. Θεωρώ σίγουρο ότι οι ηχογραφήσεις πρέπει να έχουν λάβει μέρος σε διάφορα σπήλαια, κρύπτες αλλά και εμπορικά κέντρα. Η δισκογραφική εταιρεία να είναι από την απέναντι μεριά του Aτλαντικού, ανεξάρτητη φυσικά, αλλά στη εδώ μεριά να την εκπροσωπεί η Rough Trade για λόγους εγκυρότητας. Ο δίσκος πρέπει να έχει πάνω από δέκα και κάτω από δώδεκα τραγούδια, μέσα στα οποία πρέπει να περιλαμβάνεται ένα με τίτλο άλλο συγκρότημα - κατά προτίμηση εντελώς άσχετο (‘Iron Maiden’) κι ένα που κανείς να μην καταλαβαίνει κανείς τι λέει ((ノ>ω<)ノ :。・:*:・゚’★,。・:*:♪・゚’☆). Η εξυπνάδα θεωρείται δεδομένη, μια δόση χαριτωμενιάς επίσης, και τα είδη που ίσως μπορεί να εκπροσωπήσει να είναι ανάμεικτα αλλά πολύ κοντά στη ροκ αισθητική (industrial, post-punk, pop-noise, experimental electronic, distorted dance electronic, meta-grime). Οι δημιουργοί να είναι και εκτελεστές και σίγουρα συγκρότημα μέχρι τέσσερα άτομα με μία τουλάχιστον ξανθιά γυναίκα ανάμεσά τους. Αν χρειάζεται guest star αυτός να έχει ιστορία αντίστοιχη του ονόματος του Thighpaulsandra. Η καταγωγή τους καλά θα ήταν να βρίσκεται στη Μεγάλη Βρετανία και κατά προτίμηση λόγω έντιμου ποπ παρελθόντος από το Manchester. Με αυτά τα ολίγα κριτήρια, ο δίσκος των Mandy, Indiana δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί δυστοπικός, αντίθετα ένας καλοπροαίρετος που πιστεύει ότι όλα θα πάνε καλά και το καλοκαίρι που έρχεται θα είναι δροσερό και οικονομικά σταθερό για όλους μας, θα τον έλεγε και ουτοπικό ή αισιόδοξα μοναδικό! Δεν είναι μυστικό, καμιά μουσική που διασκεδάζει και είναι μαζί σοβαρή δεν πρέπει να μένει κρυφή. Και επιτέλους να κάποιοι που μας δείχνουν το δρόμο, αυτόν που δηλώνουν ότι τον έχουν δει. Εγώ τους ακολουθώ.
Δημήτρης Τσιρώνης
Material Girl - Izumi Hazuki End of Days (No Agreements)
Μυστηριώδης τύπος με άκυρα ονόματα και φέηκ ινφο συνθέτει εδώ και τρία χρόνια πυκνά ηχητικά κολλάζ από σύντομες μουσικές ιδέες που σκαρφίζεται παίζοντας από ντραμ μασίνς και σύνθια μέχρι ηλεκτρικές κιθάρες, έγχορδα, ντραμς, πνευστά ή λούπες από τηλεόραση ή ραδιόφωνο. Κι από πάνω ραπάρει κιόλα.
Τα τρία πρώτα άλμπουμ του, ‘Tangram’, ‘Drujjha’ και ‘i85mixxx’ φτιάχτηκαν λέει για ν’ ακούγονται ολόκληρα. Ε ναι, πρόκειται για αβάν γκαρντ ολογραφίες χιπ χοπ μελαγχολίας. Όλο ή τίποτα.
Τούτο δω, το τέταρτο και πιο πλήρες του, έχει στον τίτλο του το όνομα της νεραϊδοπαρμένης ηρωίδας στο μεταφυσικό γιαπωνέζικο φιλμ των 90s ‘August in the Water’. Κι η μουσική του λέει γράφτηκε σαν σάουντρακ για το τέλος του κόσμου. Τι τέλος θα ναι αυτό λοιπόν;
Απ’ αυτό που ακούω, θα ναι μια συναρπαστική ολότητα ήχων, ειδών και τάσεων με την ιδιοσυγκρασιακή παρουσίαση ν’ αυξάνει, αντί ως συνήθως να ελαττώνει, τη διεισδυτική ικανότητα στον ανυποψίαστο καλοπροαίρετο ακροατή, δηλαδή την υπογραφή του Sam Tallahassee/Material Girl ή γουατέβα, παρούσα κι ανεξίτηλη: ολογραφία, μελαγχολία και όλο ή τίποτα.
Γιάννης Πλόχωρας
Robert Forster – The candle and the Flame (Tapete Records)
Ο Robert Forster είναι από τους μουσικούς που ωριμάζουν σαν το πιο φίνο κρασί. Eδώ και είκοσι πέντε χρόνια, χωρίς τον Grant McLennan, συνεχίζει να γράφει εσωστρεφείς μελωδίες και δουλεμένους στίχους, άλλωστε το ταλέντο του στη γραφή έχει αποδειχτεί από τις μουσικοκριτικές του και τα βιβλία που έχει γράψει. [Είχε πει σε μια ραδιοφωνική εκπομπή ότι «λένε πως όσοι άκουγαν τους Velvet Underground έσπευδαν να φτιάξουν συγκρότημα, ενώ όσοι άκουγαν τους Go-Betweens γίνονταν μουσικοκριτικοί]. Παρότι θεωρούνταν ο πιο σκοτεινός και διανοούμενος από τους δυο τους, τα τελευταία χρόνια γράφει πιο ανάλαφρα τραγούδια, έχοντας συνειδητοποιήσει ότι το να γερνάς δεν σημαίνει να βάζει στοίχημα ότι θα κερδίσεις τον χρόνο. Όπως λέει σ’ αυτό το όγδοο άλμπουμ του, “I don’t do drugs, I do time”. Ο δίσκος ηχογραφήθηκε ένα δύσκολο εξάμηνο με τη βήθεια του γιου του Louis (των Goon Sax), της κόρης του Loretta στις κιθάρες, ενώ ξυλόφωνο παίζει η γυναίκα του, η Karen, η οποία κάνει και φωνητικά. Δεν θα ισχυριστώ ότι το ‘The candle and the flame’ είναι καλύτερο από το The Evangelist (2008), αλλά η αλήθεια είναι ότι αγαπώ εξίσου όλα τα άλμπουμ του χωρίς να τα βαθμολογώ. Επειδή αγαπώ τον Forster περισσότερο από τον McLennan [ας πέσει φωτιά να με κάψει τώρα].
Χίλντα Παπαδημητρίου
Sanam - Aykathani Malakon صنم - أيقظني ملاكٌ (Mais Um Discos)
Ο Λίβανος είναι στο χείλος του γκρεμού, failed-state στο όριο. Κι όμως σε μια χώρα που δοκιμάζεται τόσο σκληρά από πολέμους, οικονομική κρίση, πανδημία και μια πολύνεκρη τραγωδία μόλις πριν δύο χρόνια, το underground οργιάζει.
Στο σεξτέτο των Sanam συναντιούνται παλιοί γνώριμοι της μουσικής σκηνής της Βηρυττού που φέρνουν τις διαδρομές και τα ακούσματά τους από όλο το indie φάσμα. Το sound art/collage και η αραβική φολκ της μαγικής βοκαλίστριας Sandy Chamoun βρίσκουν την κλασική παιδεία της Farah Kaddour που κερνάει πόνο με το buzuq, την electronica και το psychedelic rock παρελθόν του μπασίστα Antonio El Hajj Moussa, την ambient - post rock ματιά του κιθαρίστα Anthony Sahyoun και την dream pop εμπειρία του ντράμερ Pascal Semerdjian και του κιθαρίστα Marwan Tohme. Δεν είναι πως το “Aykathani Malakon صنم - أيقظني ملاكٌ” (σημαίνει “με ξύπνησε ένας άγγελος”) γίνεται χαώδες ή διανύει τόσο τεράστιες ηχητικές αποστάσεις στην πράξη, αντίθετα είναι εξαιρετικά συμπαγής δίσκος. Όμως η πανσπερμία των επιρροών και ο ενθουσιασμός για τη φάση - τα μέλη των Sanam ανταποκρίθηκαν σε πρόσκληση του φεστιβάλ Irtijal να παίξουν με τον Hans-Joachim Irmler των Faust και το πράγμα κόλλησε αμέσως - έχουν οδηγήσει σε ένα γοητευτικό μωσαϊκό improv - free rock, αυτοσχεδιαστικής jazz, αραβικής ποίησης και post rock, με krautrock μέχρι και post-punk προεκτάσεις, που σφύζει από ζωή και ελευθερία.
Συναρπαστικό ντεμπούτο, αγγελόσταλτο όπως υπόσχεται το όνομά του, δημιουργεί τεράστιες προσδοκίες για το μέλλον και έναν μικρό εθισμό!
Ελένη Φουντή
Sound Synthesis – Schematics (Gated Recordings)
O Μαλτέζος (κι όμως ναι, Μαλτέζος) Keith Farrugia είναι ο άνθρωπος πίσω από το πρότζεκτ Sound Synthesis το οποίο ακολουθώ με ευλάβεια εδώ και αρκετά χρόνια και δε με έχει απογοητεύσει σχεδόν ποτέ. Ίσως να είναι και η πιο σταθερή μουσική μου σχέση της τελευταίας πενταετίας, όσο εφικτό είναι κάτι τέτοιο βέβαια μέσα στον όλο και πιο χαοτικό τρόπο με τον οποίο ακούμε μουσική και συνδεόμαστε με αυτή.
Στο ‘Schematics’ του 2023 πέρα από τις κλασικές electro φόρμες, που τον έχουν κυρίως χαρακτηρίσει, ανοίγει το φάσμα των συνθέσεων του και προς διάφορες άλλες κατευθύνσεις. Old school, σχεδόν 90όβια breakbeats, ambient με ζεστά, κοσμικά synths, δύστροπο idm. Συνδετικός κρίκος ένα πανταχού παρόν acid πνεύμα - κάτι το οποίο ξεκάθαρα αγαπά - που κάνει κάθε θιασώτη του είδους να χοροπηδάει από χαρά.
Bangers σαν τα ‘All Night’ και ‘90s Chords’, νοσταλγικές ελεγείες σαν το ‘Recorded Feelings’, αφεξικές (εκ του Aphex Twin) καΐλες σαν το ‘140BPMadness’ και χασιματικά tracks σαν το ‘It Gets Better In the End’ δε βρίσκεις καθόλου εύκολα.
Φανταστικό αλμπουμάκι που ακούγεται νερό από την αρχή ως το τέλος.
Θάνος Σιόντορος
Steve Swell’s Fire Into Music – For Jemeel-Fire From The Road (RogueArt)
Η τζαζ ζει και βασιλεύει. Αλλά μην την ψάχνετε στο mainstream γιατί έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν ήταν μουσική που κυκλοφορούσε παντού. Ζει και βασιλεύει σήμερα με δίσκους που δεν κυκλοφορούν σε πάρα πολλά αντίτυπα ούτε γίνονται ιδιαίτερα γνωστοί. Συχνά δεν γίνονται καθόλου γνωστοί. Σε τούτον εδώ τον δίσκο η τζαζ σίγουρα βασιλεύει. Ένα τρομπόνι, ένα σαξόφωνο, ένα κοντραμπάσο (και με δοξάρι) και τύμπανα δημιουργούν ένα κόσμο γεμάτο και πολύπλοκο που θα τον ζήλευαν ακόμα και μεγάλοι καλλιτέχνες (τους ξέρετε … να μη λέω ονόματα). Πολλοί ισχυρίζονται ότι δεν βγαίνει σήμερα καλή μουσική. Εγώ θα πω ότι αν βγαίνει τέτοια μουσική τότε ζούμε σε καιρούς, παράξενα, εντυπωσιακά δημιουργικούς.
Αναστάσιος Μπαμπατζιάς
The National - First Two Pages of Frankenstein (4AD)
Οι National είναι το αντίστοιχο της ζεστής κουβέρτας και του καυτού καφέ μετά από μια μέρα κάτω από καταρρακτώδη βροχή: σκουπίζουν τα δάκρυα από τα μάτια σου, σε σφίγγουν στην αγκαλιά τους, σου στάζουν βάλσαμο στην ψυχή σου. Είναι το τέρας του Φρανκενστάιν: κάθε νότα, κάθε στίχος, κάθε ανάσα είναι φτιαγμένα με τη φροντίδα και την επιμέλεια που επέδειξε η Μαίρη Σέλλεϋ και ο ίδιος ο Βίκτωρ Φρανκενστάιν, όταν εκείνη έγραφε κι εκείνος δημιουργούσε το Τέρας. Είναι η επιτομή του “I get by with a little help from my friends”. Είναι η άνοδος από τον πάτο, είναι η λύτρωση στο να μιλάς για τον πόνο σου, είναι το τέλος μιας σχέσης, είναι μια σελίδα που γυρίζει, είναι η εκμηδενισμένη απόσταση μεταξύ δημιουργού και ακροατή-ακροάτριας. Γιατί εν τέλει, όλες και όλοι αγαπάμε αυτό που μας μοιάζει – και η μουσική των National είναι εμείς.
Μαριάννα Βασιλείου
Yossari Baby - Inferiority Complex (Alphaville Records)
Σε μια εποχή όπου το νέο άκουσμα και ο ‘φρέσκος’ ήχος (που κάθε τόσο διαλαλούν οι λάιφστάιλ ψαρέμποροι) συνίσταται στην «ανακάλυψη» (τύπου Κολόμβου) και ψηφιακή (εξ)άντληση κάποιας μουσικής μιας κάποιας εξωτικής γωνιάς του πλανήτη και μετά η με το ζόρι ‘εμπνευσμένη’ διασταύρωση της με κάποιο άλλο είδος με το οποίο υπό κανονικές συνθήκες δεν θα συναντιόταν ποτέ, καμιά φορά είναι αναζωογονητική και η απλή διάφανη παραπομπή στις ντόπιες ρίζες. Χωρίς… συμπλέγματα κατωτερότητας απέναντι στα όποια τέρατα του παρελθόντος, που εδώ που τα λέμε θα ήταν δικαιολογημένα αν είσαι «εκ Μαγχεστρίας ορμώμενος» όπως αυτό εδώ το σχήμα, εκβλάστημα της κολλεκτίβας των Yossarians (έχουν περάσει και από τις σελίδες αυτές σε παλιότερους απολογισμούς), που γυρίζει στις πηγές της παράδοσης, είτε post-punk είτε new wave μέσα είμαστε. Κομίζουν κάτι νέο; Όχι... Δεν πειράζει κιόλας. Ειδικά σε μια εποχή (ξανά) όπου οι όροι συγγενούς νοηματοδότησης «ανάπτυξη», «εξέλιξη», «επέκταση» έχουν αρχίσει να χάνουν την αυτεπάγγελτα θετική τους σημασία. Κι ο λαός τελικά τραγούδι θέλει, που είχε τραγουδήσει ο αείμνηστος Διονυσίου (ο Στράτος, ποιος άλλος;). Chacun à son goût. Κι εδώ μέσα, όσες προτιμούν το τραγούδι τους ηλεκτρ(ον)ικό, βιομηχανικό, συνθετικό και ενίοτε άγριο, θα βρουν κάμποσα τέτοια (το ομώνυμο θα μπορούσε να είναι το smash hit της χρονιάς – ας πούμε και καμια υπερβολή, είθισται άλλωστε στο πλαίσιο μιας ανασκόπησης).
Αντώνης Ξαγάς
Yves Tumor – Praise a Lord Who Chews but Which Does Not Consume (Or Simply, Hot Between Worlds)
Πριν λίγους μήνες αναρωτιόμουν αν το 'Praise a Lord Who Chews but Which Does Not Consume' είναι ένα ατέλειωτο στυλιστικό cross over ή ένα άλμπουμ που κάνει κάθε genre που ακουμπάει να μοιάζει παρωδία του εαυτού της. Ο Sean Bowie aka Yves Tumor βρήκε την συνταγή της επιτυχίας αλλά απ'ο,τι φαίνεται δεν ήταν αυτός ο σκοπός του. Αυτή τη φορά οι πειραματισμοί του δεν βρίσκονται μέσα σε samples και loops αλλά στην ίδια την ροή της μουσικής, σε κάθε αλλαγή, κάθε επανάληψη και κάθε διακοπή, κάθε κομμάτι θα μπορούσε να είναι άλλα τρία, κάθε ρυθμός εν δυνάμει χιτάκι αν τα άφηνε όλα ήσυχα για λίγα δευτερόλεπτα ακόμη.
Δεν είναι soul, ούτε ροκ, ούτε ένα εύκολο ποπ άκουσμα, είναι ένα συναίσθημα με όλα αυτά μέσα που μένει στο τέλος κάθε ακρόασης και ταυτόχρονα το πιο προσιτό και προσωπικό άλμπουμ του Yves Tumor και ό,τι καλύτερο άκουσα το 2023.
Μαρία Φλέδου