Αυστηροί ναι, πουριτανοί ποτέ
Διαβάζοντας το ‘Wagnerism’, το τελευταίο - ενδιαφέρον, αλλά και μπερδεμένο - βιβλίο του Αμερικανού κριτικού Alex Ross για το φαινόμενο Wagner και την (κατά σελίδες υπερτονισμένη) επιρροή που του αναγνωρίζει ο συγγραφέας σε πλείστα τμήματα της κοινωνικής ζωής, βρίσκεσαι ξανά μπροστά στο ζήτημα της εμπλοκής του προσωπικού ζητήματος με το αυθύπαρκτο της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Και η αλήθεια είναι, ότι το παράδειγμα του Wagner έχει για δεκαετίες υπάρξει το δικαιολογημένο κλισέ που ξεκινάει την κουβέντα. Από τις γνωστές του αντισημιτικές απόψεις, μέχρι οτιδήποτε μπορεί να προβάλει πάνω του κάποιος ιστορικά, το όνομα του συνθέτη πέφτει πάντοτε στο τραπέζι όταν κάποιος θέτει το ερώτημα αν μπορεί να διαχωριστεί το έργο από τον δημιουργό. Το ερώτημα δεν είναι αθέμιτο, είναι γενικά ενδιαφέρον, αλλά όταν το ερώτημα επικαλύπτει την κουβέντα, στο τέλος δεν είναι ποτέ αθώο.
Συνήθως όταν περνάει από κόσκινο η προσωπικότητα του καλλιτέχνη στην κουβέντα αυτή, δύο ζητήματα μπαίνουν μπροστά. Κάποια κατά γενική(;) ομολογία κατακριτέα προσωπική συμπεριφορά ή οι απόψεις του. Δεν είμαι καταστατικά αδιάφορος απέναντι σε αυτή την κουβέντα. Αφενός η πρόσληψη του καλλιτεχνικού έργου είναι πολύ προσωπική υπόθεση, με πολλά και κάθε είδους συμφραζόμενα. Αφετέρου, ακόμη και το πιο προωθημένο και υποψιασμένο μυαλό, πρωτοσυναντά την τέχνη υπό συνθήκες ψυχικής διαθεσιμότητας και παραδίδεται στη δύναμη της (συνήθως στην παιδική ηλικία). Κανείς που γράφει ή διαβάζει το σάιτ αυτό, δεν είναι ή υπήρξε ποτέ υπεράνω έστω κάποιου τύπου ηρώων. Αν μάθω κάποτε ότι ο Damon Albarn έχει κρυμμένα εκατόν πενήντα πτώματα στο γκαράζ του, παραδέχομαι ότι κάτι μέσα μου θα σπάσει λίγο.
Το πρόβλημα ξεκινά όταν μπαίνουν στη μέση τα 'πρέπει'. Όπως κανένας δεν έχει το δικαίωμα να επιβάλει την απουσία προσωπικού ενστίκτου στην έκθεση στην τέχνη, το ίδιο κανένας δεν έχει το δικαίωμα να επιβάλει μια ισοπεδωτική και συγκεκριμένου τύπου προδιάθεση. Συνήθως αυτός ο κίνδυνος έχει υπάρξει ιστορικά σημαντικότερος, οδηγώντας σε πτώση του πήχη, πνευματικό ακρωτηριασμό και οπισθοδρομήσεις. Η άποψη ότι η τέχνη δεν μπορεί να κριθεί αυτόνομα είναι βαθιά συντηρητική, με όποια επικάλυψη και αν εμφανίζεται.
Εδώ βρίσκεται ένα κρίσιμο σημείο. Ακόμη και με την βασική και πολύ σημαντική προειδοποίηση ότι οι γενικεύσεις είναι πάντα επικίνδυνες, ισχύει η παρατήρηση ότι η συζήτηση αυτή γίνεται με τόσο δραματικούς όρους κυρίως στον αγγλο-σαξονικό χώρο. Είναι εκεί που η παραδοσιακή ηθικολογία διαπλέκεται με το πάθος για το προσωπικό στοιχείο και ανθούν σκληρά πουριτανικές και τιμωρητικές εκδοχές πρόσληψης της ανθρώπινης δημιουργίας. Όσοι εύκολα και απερίσκεπτα ειρωνεύονται στα σόσιαλ μίντια την ευρωπαϊκή μας υπόσταση, καλό θα ήταν να παρατηρήσουν πόσο εύθραυστο είναι το μοντέλο της διαμεσολαβημένης σκέψης και πόσο σημαντική κατάκτηση αποτελεί. Το γεγονός ότι μπορούμε στην ηπειρωτική Ευρώπη να ποστάρουμε στα σόσιαλ μίντια για τα γενέθλια του Γούντι Άλεν χωρίς να αναρωτιέται κανείς τι σημαίνει αυτό για τον χαρακτήρα μας, είναι κεκτημένο καθόλου αυτονόητο. Το ότι τα γενέθλια του Γούντι Άλεν δεν μπορούν πια να γιορταστούν διεθνώς, και η αυτοβιογραφία του δεν βρίσκει εκδοτικό οίκο για να κυκλοφορήσει, δεν αποτελεί ηθική πρόοδο της ανθρωπότητας αλλά επιστροφή σε σκοτεινό παρελθόν.
Το αν ο χαρακτήρας (που σημαίνει τι ακριβώς;) κάποιου δημιουργού αρέσει στον ακροατή/αναγνώστη, είναι ένα από τα πολλά θεμιτά κριτήρια επαφής με το έργο, αλλά αν γίνει μέσω κάποιας "επίσημης" ιδεολογίας το κύριο (πόσο μάλλον το μόνο), η τέχνη έχει μπλέξει για τα καλά. Είναι θλιβερό να βλέπεις βαθιά αντιδραστικές απόψεις να ντύνονται προοδευτικές και να βάζουν σε κίνδυνο πολιτισμικές κατακτήσεις δεκαετιών. Αν δεχτούμε ότι κανένας δεν μπορεί να αφεθεί στην ιδιοφυΐα της τέχνης, αν θέσουμε εκ των προτέρων όρια στην ιδέα της ψυχικής έκστασης, τότε ποιος ο λόγος να ασχολούμαστε; Ένας, και ίσως ο βασικότερος, από τους λόγους που κάποιος δίνει τον χρόνο του σε ένα τραγούδι, ένα βιβλίο, μια ταινία, είναι η αίσθηση ότι έξω από τη μικρότητα της καθημερινότητας υπάρχει ένας κόσμος που δεν θα φτάσουμε πάρα μόνο συγκυριακά, για τον ελάχιστο αυτό χρόνο που αφηνόμαστε.
Εκτός των άλλων η ιδέα ότι ο αποδέκτης του έργου δεν μπορεί να αποφασίσει για τον εαυτό του τη σχέση του μαζί του και χρειάζεται κάποιον να το αποφασίσει για χάρη του, είναι φασίζουσα και προσβλητική. Το κωμικό θέαμα των σκληρότερων καπιταλιστικών εταιρειών του πλανήτη να αποφασίζουν να παίξουν το ρόλο του ηθικού διαμεσολαβητή αποσύροντας επεισόδια από τηλεοπτικές πλατφόρμες και βιβλία από βιβλιοπωλεία, θα έπρεπε να προκαλεί τη νοημοσύνη οποιουδήποτε θεωρεί τον εαυτό του σοβαρό πολίτη. Η ιδέα ότι οποιοδήποτε καλλιτεχνικό δημιούργημα δεν είναι ποτέ ανύποπτο, μπορεί γενικά να είναι πολλές φορές βάσιμη, αλλά δεν μπορεί να γίνει ο κανόνας και δεν είναι όσο πολιτικά ψαγμένη νομίζουν οι φορείς της. Η άποψη ότι το αυθύπαρκτο της τέχνης όχι μόνο είναι αδύνατο, αλλά και ύποπτο ως ιδανικό, μας γυρνάει πίσω από τη νεωτερικότητα. Η ιδέα ότι "the personal is the political", μπορεί να θεωρείται προοδευτική σε τμήμα της αμερικανικής κοινωνίας, στην πραγματικότητα είναι βαθιά συντηρητική από όποια πλευρά και αν την πιάσουμε.
Πέρα από όλα τα άλλα, πώς ακριβώς επιμερίζουμε και διαβαθμίζουμε την προσωπική απαξία; Εντάξει, αν κάποιος έχει καμία δεκαριά βιασμούς στο ενεργητικό του ή έχει καθαρίσει πέντε έξι ένα βράδυ σε ένα μπαρ, καταλαβαίνουμε τι δεν μας αρέσει. Αλλά που σταματάμε; Υπάρχουν θεμιτές και λιγότερο θεμιτές παρεκτροπές; Μπορούμε βάσιμα να υποθέσουμε πως όποιος καλλιτέχνης έχει εμφανιστεί σε αυτό το σάιτ, έχει δοκιμάσει στη ζωή του κάτι περισσότερο από πορτοκαλάδα. Γιατί είμαστε εντάξει με αυτό, και όχι με άλλα; Επειδή τα ναρκωτικά βλάπτουν μόνο τον ίδιο; Ναι, αλλά τα διαφημίζει θα σου πει ο άλλος. Γιατί αυτός που έχει πρόβλημα με τις ουσίες είναι πουριτανός και αυτός που έχει θέμα με κάτι λιγότερο 'αυτονόητο' στον χώρο είναι προοδευτικός; Είναι καλό να παίρνουν αέρα τα δωμάτια που και που για να μην περνάνε απαρατήρητες μέσα από τη δικαιολογία της τέχνης, θλιβερές συμπεριφορές και απάνθρωπες αντιλήψεις. Ας έχουμε όμως πάντα στο νου μας ότι αν ανοίξουμε απρόσεκτα τις πόρτες, θα μπει μέσα κάθε παλαβό κριτήριο και αν τεντώσουμε τα ηθικά μας στάνταρ μέχρι εκεί που δεν πιάνει το μάτι, στο τέλος θα μείνουμε με τον Γαϊτάνο.
Ακόμη πιο περίεργα γίνονται τα πράγματα, αν αρχίσουμε να παίρνουμε στα εντελώς σοβαρά τις πολιτικές/κοινωνικές αντιλήψεις του καθενός. Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι είναι λογικό να επηρεάζεται η σχέση μας με εκατομμυριούχους λόγω της γενικής θεωρητικής τους προδιάθεσης, υπάρχουν όρια στα οποία όντως θα συμφωνήσουν όλοι και ακόμη περισσότερο ιδεογραφικές πειθαρχίες που είναι θεμιτό να ζητηθεί να ακολουθήσουν άνθρωποι που πολλές φορές δεν έβγαλαν καν το σχολείο, επειδή εμείς τους θαυμάζουμε; Ωραία, αν είσαι μέλος φασιστικής οργάνωσης ή πιστεύεις πως η Γη είναι επίπεδη ή ότι οι δεινόσαυροι υπάρχουν ακόμη και μας τους κρύβουν, να σε αγνοήσουμε. Από εκεί και πέρα; Επειδή θεωρείται ότι ο χώρος των τεχνών κατοικείται από ανθρώπους γενικά (και αόριστα, αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα) προοδευτικούς, είναι σωστό (και τελικά προοδευτικό) να βάλουμε το όριο εκεί αποκλείοντας τους υπόλοιπους; Και αν βάλουμε το όριο εκεί, τι ακριβώς σημαίνει; Ότι οι Manics θα μας χαρίσουν κάποια στιγμή ένα reissue για το καλό του σοσιαλισμού; Μέχρι τώρα, δεν το έχουν κάνει. Αν τελικά γίνει η χάρη όσων θέλουν ο Morrissey να σβηστεί από τον χάρτη για τα όσα κατά καιρούς έχει πει, η βρετανική τέχνη ως προοδευτικό φαινόμενο θα έχει κερδίσει ή χάσει; Πρέπει να καταγγέλλουμε τους σεξιστικούς στίχους λευκών καλλιτεχνών και να αδιαφορούμε για τους ανάλογους των μη λευκών, επειδή αυτό επιτάσσει η συλλογική ιστορική ενοχή των Αμερικανών; Παίρνουμε στο ψιλό την Καθολική Εκκλησία που σκανδαλίζεται με τους σταυρούς της Μαντόνα, αλλά στα σοβαρά όσους αποκαλούν "αναρχικές κολεκτίβες" γκρουπ που βάζουν 40 ευρώ εισιτήριο; Και σε έναν κόσμο που κάνει συνεχώς κύκλους και σε μια ιστορία που δεν τελειώνει ποτέ ποιος θα πάρει το βάρος της τελεσίδικης κρίσης; Εδώ, μέχρι και ο Wagner έγινε σε κάποια φάση gay icon. Είναι υποχρεωμένοι να έχουν όλοι τις ίδιες αντιδράσεις σε αυτά;
Η απάντηση είναι όχι. Ο καθένας στο τέλος, διαβάζει, βλέπει και ακούει ό,τι γουστάρει. Η συζήτηση για όλα αυτά δεν είναι αδιάφορη, η συζήτηση για την τέχνη είναι ένας από τους λόγους που ασχολούμαστε. Όχι όμως ο κύριος. Ο κύριος παραμένει η πρόσληψη. Η δυνατότητα να επιθυμούμε να συναντήσουμε κάτι που υπάρχει στο μυαλό μας, μόνο όταν κάποια μορφή αισθητικής δημιουργίας αποκτάει δικαιώματα στην ψυχή μας είναι ιερή. Για την ακρίβεια το μόνο ιερό που υπάρχει στην τέχνη. Ο καθένας μπορεί να επιλέξει τι και αν θα κρατήσει από τον δημιουργό. Η απαγόρευση όμως να συναντήσουμε το έργο του με τους δικούς μας όρους είναι σκληρός φονταμενταλισμός. Και οι φονταμενταλισμοί είναι εξ ορισμού αντιδραστικοί, με οποιοδήποτε πρόσωπο, θρησκευτικό, ακροδεξιό, φεμινιστικό, χορτοφαγικό, εθνικό. Σέβομαι όσους λένε ότι δεν μπορούν πια να προσεγγίσουν το έργο κάποιου, γιατί η προσωπική του στάση προσβάλλει μια ιδέα. Αν ωστόσο υπάρχουν πάνω από πέντε τέτοιοι καλλιτέχνες για τους οποίους κάποιος έχει αυτή την προδιάθεση, είναι καλό να αποφεύγεται μαζί του σοβαρή κουβέντα, και για την τέχνη και για ιδέες.