Babis o’ flu
Το θερμόμετρο επιβεβαίωσε την υποψία ανεβασμένου πυρετού και αναρωτήθηκα που να την είχα αρπάξει. Ζήτησα από τους φίλους που είχαν έρθει για τα γενέθλιά μου [Δεκέμβρη μήνα] την άδεια να ξαπλώσω. Την έδωσαν χωρίς καθυστέρηση και ετοιμάστηκαν ν’ αποχωρήσουν, αλλά τους παρακάλεσα να καθίσουν γύρω απ’ το κρεβάτι και να συζητάμε.
Σε λίγο το δωμάτιο γέμισε ομίχλη και μετά άρχισε ν’ αλλάζει σχήμα, να συρρικνώνεται τη μια και να επεκτείνεται την άλλη. Η κατάστασή μου θα πρέπει να επιδεινώθηκε ραγδαία, γιατί στη θέση των φίλων μου είδα ένα πλήθος μαυροντυμένων κουκουλοφόρων. Ρώτησα κάποιον «Τι είναι όλοι αυτοί;» και μου απάντησε «Φόβοι».
«Δεν ήξερα ότι υπάρχουν τόσοι πολλοί φόβοι», είπα και ο άγνωστος γέλασε. «Δεν κατάλαβες. Αυτοί είναι οι δικού σου φόβοι», είπε και άρχισε να μου τους συστήνει...
[...]
Ξεκίνησαν σιωπηλοί για το νεκροταφείο των ανθρώπων. Ο αέρας [δεν] κόπασε και τα δέντρα [δεν] έμειναν ακίνητα, η ομίχλη διαλύθηκε, τα ρυάκια [δεν] σταμάτησαν το κελάρυσμά τους, [ούτε] τα έντομα το ζουζούνισμα, [ούτε] οι εραστές τους ψιθύρους, [ούτε] οι σκύλοι το κυνήγι της ουράς τους. Οι σαύρες [δεν] κρύφτηκαν στις τρύπες τους και τα ποντίκια [βγήκαν] στο κελάρι, τα κοράκια μάζεψαν τα φτερά τους και προσγειώθηκαν στο έδαφος [κι είπαν λόγια «παρηγοριά στον άρρωστο»], τα σαρκοβόρα πουλιά άλλαξαν πορεία [κι έκαναν πλιάτσικο]. Οι βράχοι [δεν] παραμέριζαν για να περάσουν, οι πέτρες [δεν] μάτωναν στο πέρασμά τους, ο ουρανός [δεν] χαμήλωσε τα άστρα [αόρατα όμως] πήραν το σχήμα των δακρύων για να κλάψουν αυτόν που είχε πάει άκλαυτος. Μια σπάνια ησυχία απλώθηκε [αμ δε] και μια ήρεμη βροχή [δεν] ξεκίνησε να πέφτει και να [μην] μαλακώνει το χώμα στην Κοιλάδα των [Σερρών] Οστών.
για την αντιγραφή [από το Άλμπουμ διασκευών]
[και για τις παρεμβολές]