"To Catch a Paperboy" (Modern Love)
"Δε χωράει καν να περάσει απ' τον καρπό μου" παραπονέθηκε όταν η Χ. προσπάθησε να του φορέσει ένα υπερμέγεθες χρυσό, πλουμιστό βραχιόλι σε σχήμα μαραμένου τριαντάφυλλου. Στην πραγματικότητα όμως εννοούσε "Βγάλ' το αυτό το πράμα από πάνω μου!". "Μα σου πάει, έχεις το άτιτιουντ σου λέω" του αποκρίθηκε . "Περίμενε, έχει ένα κλιψάκι που το μεγαλώνει και θα σου βάλω μια μπλε μάσκαρα που έχει η συγκάτοικος, θα σου φορέσω κι ένα σένιο σακάκι μου και ..." άνοιξε τη ντουλάπα, έβγαλε ένα ακαθορίστου χρώματος μικρό σακάκι, του το φόρεσε και: "Χμ... 'ντάξει, σου είναι λίγο καλοκαιρινό στα μανίκια, αλλά δεν κάνει και πολύ κρύο απόψε". Ο Μ. δεν ήθελε να τον περάσουν για κανα φλώρο στη τέταρτή του μέρα στο Λονδίνο αλλά μουγκάνιζε συνεχώς όσο ο Π. του κρατούσε το κεφάλι έτσι ώστε να μη βγάλει τα μάτια του την ώρα που του τα 'βαφαν η Χ. και οι δύο συγκάτοικοί της. Απ' τη στιγμή που μέχρι κι ο Π. δέχτηκε να βάλει κραγιόν, δεν μπορούσε να κάνει πίσω. Τους είχε υποσχεθεί πως, αν τον έφτιαχναν σαν τον "Aladdin Sane", δε θα έβγαζε κιχ. Δεν τα κατάφεραν ιδιαίτερα αλλά αναγνώρισε τη φιλότιμη προσπάθειά τους - αυτό έλειπε. Ήταν άλλωστε ο μοναδικός τρόπος για να μπουν στο σούπερ-ντούπερ τριώροφο κλαμπ, που βάραγε ηλεκτρονικά μπλιμπλίκια ακαθορίστου είδους· έπρεπε να ντυθούν εκκεντρικά - αλλιώς θα έτρωγαν πόρτα και μεγάλη ξενέρα.
Ήταν μεσάνυχτα της τελευταίας μέρας της πενθήμερης επίσκεψής τους στο Λονδίνο, φιλοξενούμενοι στο διαμέρισμα των Χ. και Β. που είχαν γνωρίσει ο Μ. και ο Κ. το καλοκαίρι που πέρασε, στην Αντίπαρο. Ο Κ. δυστυχώς δεν έκανε το ταξίδι, το έκανε όμως ο Π. που γνώρισε τις κοπέλες τον Σεπτέμβρη στην Αθήνα, κι αφού η πρόσκληση για φιλοξενία στο φοιτητικό διαμέρισμα ήταν ανοιχτή, ο Π. που ήταν τέσσερα χρόνια μεγαλύτερος και πάντα πιο κοινωνικός και δραστήριος, κίνησε όλες εκείνες τις διαδικασίες που ο ντροπαλός μέχρι γραφικότητας Μ. ανέβαλλε συνεχώς. Ήταν το πρώτο ταξίδι του Μ. στο εξωτερικό, άργησε χαρακτηριστικά (23 χρόνια) να το κάνει και ήθελε να ρουφήξει κάθε στιγμή του.
Αφού μέθυσαν στο διαμέρισμα ακούγοντας Bauhaus και Bowie, ξεκούνησαν κατά τη μία το βράδυ μαζί με τρεις φίλους των κοριτσιών για το μαγαζί. Σ' όλη τη διαδρομή ο Μ. σιγοτραγουδούσε δειλά-δειλά το "Modern Love", ειδικά την εισαγωγή που είχε την εντύπωση πως έλεγε "I don't wanna go out, I want to stay in...", (πού να 'ξερε πως λέει "I know when to go out, and when to stay in...", πάντα είχε ένα θεματάκι με τους στίχους - του πήρε 25 χρόνια για να καταλάβει πως η "Lola" των Kinks ήταν τραβεστί). Αφού η Χ. καθάρισε με τον πορτιέρη που κοίταζε με μισό μάτι τις καινούριες φάτσες ("Dude! They 're with me!") μπήκαν μέσα και προσπέρασαν το ισόγειο και τον πρώτο όροφο όπου μουσική, δονήσεις και φωτορυθμικά έκαναν το νεότερο των επισκεπτών να γουρλώσει ενθουσιασμένος τα μάτια του και να χαθεί προσωρινά απ' την παρέα. Αφού έσπρωξε και πήρε οδηγίες από έναν τύπο που φορούσε ένα λαμπατέρ στο κεφάλι, μια κιλότα και μαύρες δερμάτινες μπότες με καρφιά που προεξείχαν μια παλάμη, βρήκε τους υπόλοιπους στον δεύτερο όροφο όπου η μουσική ήταν πιο ήπια από τον "θόρυβο" των αποκάτω.
Δε χρειαζόταν ιδιαίτερη οξυδέρκεια για να παρατηρήσει κανείς πως τα δυο φιλαράκια απ' την Αθήνα ήταν οι πιο συντηρητικά ενδεδυμένοι εκεί μέσα. Το χάλκινο μετάλλιο πήγαινε σε έναν - όπως μάθανε αργότερα - δικηγόρο που ήταν ντυμένος Σταχτοπούτα. Αφού τσούγκρισαν τις Guinness τους, ο Μ. κι ο Π. άρχισαν να γίνονται ένα με το πλήθος δια του χορού ή τουλάχιστον να προσπαθούν. Μετά από τέσσερις μπύρες ο Μ., ξεθεωμένος απ' την αποτυχημένη προσπάθεια να μιμηθεί τις χορευτικές φιγούρες των άλλων θαμώνων και αφού ξανάχασε τους υπολοίπους στο μπούγιο, ξάπλωσε σε μια ζεστή πολυθρόνα της οποίας ο προηγούμενος ένοικος είχε μόλις τρέξει προς νερού του.
Τα μάτια είχαν στεγνώσει και το λαρύγγι είχε μουδιάσει αλλά βαριόταν να σηκωθεί να τα φροντίσει. Αντιθέτως προτίμησε να κλείσει τα μάτια του για να δει διάφορα καλειδοσκοπικά πολύγωνα (επειδή ακριβώς ήξερε πως θα τα δει), ροζ ελέφαντες να παρελαύνουν και να μουρμουρίσει ξανά το "Modern Love". Το τραγούδι, όπως και τον Δούκα, τα έμαθε από μια κασέτα που του είχε γράψει η Ε., η αδελφή του, όταν αυτός τελείωσε το λύκειο με την παρότρυνση να: "[...] ξεκολλήσεις πια ν' ακούς 25 φορές την ημέρα το "Child In Time" και το "Kashmir", νισάφι πια... Υπάρχουν κι άλλα πράματα στη μουσική βρε παιδί μου!" Η κασέτα περιελάμβανε επίσης Nirvana (που τους βρήκε έτσι κι έτσι), Cure και Pearl Jam (που είχε βαρεθεί να τους ακούει απ' το δωμάτιο της Ε.), Sonic Youth (δεν κατάλαβε γρι) και κάτι άλλα που του ψιλοάρεσαν όπως οι Cramps και οι Pixies.
Απ' όλη τη συλλογή το άσμα του David ήταν το αγαπημένο του και κατέληξε να το ακούει κάθε μέρα για αρκετές 'βδομάδες. Ιδιαίτερα δε, τον συγκινούσαν οι αιρετικοί στίχοι και ο σύνδεσμος αγάπης, ανθρώπου και θείου: "god and man - no confessions, god and man - no religion". Από τότε έβρισκε ενδιαφέρουσα αυτή την "καζαντζακική" σύγκρουση κορυφής - πρώτη φορά του τέθηκαν αυτά τα υπαρξιακά διλήμματα με τόσο γοητευτικό τρόπο. Όταν έσβησε η αμπελοφιλοσοφική διάθεση και εξαντλήθηκε η ποικιλία των τρισδιάστατων λαχουριών που μπορούσε να πλάσει με τα κλειστά του μάτια, είδε δυο όνειρα διάρκειας ενός βιντεοκλίπ το καθένα. Στο ένα είδε τον εαυτό του ντυμένο αρλεκίνο σε ένα ξένο πλανήτη να τραγουδά "ashes to ashes, funk to funky" πράγμα που τον έκανε να μελαγχολήσει και να νιώσει πολύ μόνος - παρόλο που βρήκε αρκετά τσίλικο το καπέλο που φορούσε. Το δεύτερο όνειρο τον βρίσκει ξαπλωμένο σε μια παραλία, με το μαλλί καρφάκι και μια κακή απομίμηση του "Aladdin Sane" βαμμένη στο πρόσωπό του, να ακούει στο walkman το "Modern Love", ώσπου τον διακόπτει σκουντώντας τον στον ώμο ένας παπάς. Ο Μ. βγάζει τα ακουστικά και ο παπάς τον ρωτά τι ακούει με τόσο ενθουσιασμό. Όταν ο Μ. του απαντά, ο ρασοφόρος αρχίζει να τον χτυπά ελαφρά στον ώμο μιλώντας του σε μια γλώσσα που δεν καταλάβαινε. Ο Μ. τον κοιτάζει απορημένος και τον ρωτάει "Μα τι λέτε;", ο παπάς τον ξαναχτυπά στο ίδιο σημείο και συνεχίζει να του μιλά αλαμπουρνέζικα. Αυτό συνεχίστηκε με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα και κάθε φορά το χτύπημα ήταν πιο επίμονο και η φωνή του παπά ακόμα πιο ασυνάρτητη και δυνατή ώσπου στο τελευταίο χτύπημα ο Μ. εκνευρισμένος ξύπνησε φωνάζοντας. Τότε διαπίστωσε πως είχε γείρει το κεφάλι του σ' ένα υπερυψωμένο κλουβί μέσα στο οποίο ένα νεαρό ζευγάρι φασωνόταν και το ζωηρό πόδι της κοπέλας τον κλώτσαγε άθελά της στον ώμο. Δεν τον πήραν χαμπάρι ποτέ, παρότι κατέληξε να τους κοιτά αποσβολωμένος.
Εκείνη τη στιγμή έφθασε στον καναπέ λαχανιασμένος ο Π. κι αφού τον σκούντηξε φιλικά στον ήδη κατσιασμένο του ώμο, του φώναξε στο αυτί "Τι κάνεις εδώ; Έπαιξε το κομμάτι σου πριν, που ήσουν ρε μαλάκα, κοιμόσουν;" Ο Μ. γύρισε, κοίταξε απορημένος μια τον Π. μια το κλουβί και τούμπαλιν. "Τι, ποιός, που; Ποιο κομμάτι; Μα τι λες;". "Το Modern Love ρε", του αποκρίθηκε "μόλις πριν μισό λεπτό τελείωσε. Είσαι καλά;" τον ρώτησε συνοφρυωμένος. Ο Μ. τον κοίταξε, του χαμογέλασε κι αφού πετάχτηκε μεμιάς, πήγε χοροπηδώντας στην πίστα, αφήνοντας τον φίλο του απορημένο. Στα ηχεία έπαιζε πάλι ένα αδιάφορο ηλεκτρονικό μπλιμπλίκι αλλά δεν τον ένοιαζε πια αν οι χορευτικές του κινήσεις υστερούσαν των άλλων. Αυτός χόρευε το "Modern Love".
______
ΑΡΧΙΚΗ <---> ΜΠΑΜΠΗΣ ΑΡΓΥΡΙΟΥ