Children Have The Right To Music
(ενοχές και άρση του άδικου χαρακτήρα της πράξης ακρόασης άθλιας μουσικής)
Η έννοια της ένοχης μουσικής απόλαυσης ακολουθεί με τρομερή ακρίβεια την όποια ενηλικίωση του ψαγμένου ακροατή, ο οποίος θέτει τον εαυτό του (ενίοτε και τους γύρω του) στην προνομιούχο θέση να χαρακτηρίζει ως τέτοια την προτίμηση του (ενίοτε τη μανία του) στη μουσική η οποία για "χ-ψ-ω" λόγους είναι κατώτερη από τις συνήθεις περιστάσεις του περισπούδαστου γούστου του και της εκλεπτυσμένης του γνώσης (ήθελε μια παρένθεση με ενίοτε εδώ, αλλά δεν μου ήρθε κάτι). Με τα χρόνια η ενοχή φθίνει, ώσπου κάποτε εξαφανίζεται οριστικά και πίσω δεν έχει. Δεν ξέρω αν είναι ο κανόνας, αλλά όσο φθίνει η ενοχή, τόσο φθίνει και η απόλαυση. Μήπως έτσι δεν συμβαίνει με τις περισσότερες απολαύσεις άλλωστε; Θέλω να πω ότι όταν ντρεπόσουν να παραδεχτείς ότι σου αρέσουν οι Boney M, τους απολάμβανες μια χαρά σε ειδικές περιστάσεις που το επέτρεπαν (Κεντρική Παρέλαση στο Καρναβάλι της Πάτρας κλπ). Με το που έγιναν έγκριτοι και βρήκαν θέση σε κάθε ίντυ μπαρ, άρχισες να τους βαριέσαι.
Κάπως έτσι, στην κρίσιμη ηλικία των τριάντα τριών ετών και τριών μηνών, αδυνατώ να βρω κάτι για το οποίο δήθεν θα έπρεπε να ντρέπομαι που το ακούω και να το χαρακτηρίσω ως "ένοχη απόλαυση". Και φυσικά αρνούμαι να αποδεχτώ τα κριτήρια των τρίτων για κάτι τέτοιο. Ο συμπαθής κατά τα άλλα ιδιοκτήτης του Club Decadence στο πάρτυ του Mic το 2005, άρχισε να μου εξιστορεί την "θρυλική ροκ ιστορία" του χώρου, να μου απαριθμεί τους μεγάλους και τρανούς που πέρασαν το κατώφλι του κλπ για να με πείσει ότι ήταν απαράδεκτη πράξη το να ακουστεί σε εκείνα τα ιερά εδάφη το Ζιγκολό της Παπαρίζου.
Εκτός των άλλων στην πορεία του χρόνου έχει παύσει να θεωρείται ένοχη απόλαυση και ό,τι κάποτε οριοθετούσαμε στα όρια του cult, από τον Φλωρινιώτη μέχρι όπου το φτάνει ο καθένας. Το Μεγιέ Μελέ του Φίλιππου Νικολάου, τάραξε για αρκετά χρόνια την Αβραμιώτου και τη Βογατσικού και τελικά ευτελίστηκε μόνο όταν έγινε σποτάκι για τα τζάμπο. Θα επανέλθει πάντως κάποτε. Μέχρι και το Mad Tv έχει ζώνη σχετικού ενδιαφέροντος στο πρόγραμμα του (Trash Me), το you tube έχει επαναφέρει τα πάντα στην επικαιρότητα, οπότε δεν έμεινε και κάτι για το οποίο πρέπει να ντρεπόμαστε. Περισσότερο ντρέπομαι να σου πω για το ότι κάποτε μου άρεσαν άθλια ροκ συγκροτήματα όπως οι Bush και οι Reef, παρά για το ότι όχι μόνο θεωρώ του αυτό το Κάτι Που Θέλω της Καίτης Γαρμπή αλάνθαστο pop κομμάτι, αλλά επιπλέον κάθε φορά βρίσκω το ίδιο έξυπνη την αναφορά που εμπεριέχει για τον Διονύση Σχοινά.
Στην (απόλυτα) προσωπική μου περί της μουσικής κοσμοθεωρία το λοιπόν, οριοθετώ ως ένοχη απόλαυση το να έχεις ακούσει αρκετή και κάμποση ακόμη μουσική στη ζωή σου και να επιμένουν να σου αρέσουν τραγούδια που υπακούν σε εξώφθαλμα συμβατικούς κανόνες, είναι ανεπανόρθωτα ευπρόβλεπτα και απευθύνονται στην έλλειψη κριτηρίου που χαρακτηρίζει το συντριπτικό ποσοστό του ακροατηρίου στο οποίο στοχεύουν και μόνο σε αυτή. Κάπως έτσι κάθε φορά που θα πετύχω στο ραδιόφωνο εκείνο το τραγούδι των Πυξ Λαξ που λέει "είναι ωραία η θάλασσα/ γιατί κινείται πάντα....." κ.λ.π. θα κάτσω θα το ακούσω ολόκληρο, θα το σιγοτραγουδήσω και μόλις τελειώσει θα κάνω για μία ακόμη μια φορά τον ανήξερο, ίσως και να πω στον εαυτό μου κάποιο κλισέ εναντίον των Πυξ Λαξ για να με πείσω περισσότερο. Κάπως έτσι σχεδόν από την πρώτη στιγμή μου άρεσε με ένοχο τρόπο το Δεν Αρκεί του Λόλεκ.
Η ελληνική pop της δεκαετίας του 80, μου αρέσει σχεδόν όλη. Η προκάτ χρήση των Roland στην οποία υπέκυψε χωρίς καμία αντίσταση είναι από τα καλύτερα μου ως άκουσμα. Τα ελεκτροποπάκια της Ελένης Δήμου του στυλ "σου 'χει πει ποτέ κανείς" κλπ θεωρώ ότι είναι ατόφια αριστουργήματα και σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσα να τα εντάξω σε κάποιο αίσθημα ενοχής. Για Σπανό μιλάμε άλλωστε. Αν βέβαια μου άρεζε το Φιλαράκι της Βόσσου, θα είχα τρομερές ενοχές για αυτό. Πρόκειται για ένα πραγματικά άθλιο τραγούδι, χωρίς κανένα βάθος και με πρωτοφανή έλλειψη αισθητικής και ειλικρινά νιώθω ανακουφισμένος για το ότι το απεχθάνομαι. Αν βγούμε και πούμε όμως οτι το "Υπάρχουν Και Άλλοι Δρόμοι" της Ελπίδας δεν είναι ένα από τα καλύτερα pop τραγούδια που γράφτηκαν ποτέ, θα πέσει φωτιά και θα μας κάψει και θα την έχει εξαπολύσει και ο Andy Votel. Ακόμη και σε μνημόσυνο να με καλέσουν να παίξω μουσική, θα το βάλω αυτό το τραγούδι. Θεωρώ ιερή υποχρέωση όποιου το γνωρίζει να το διαδίδει και κάθε φορά το τραγουδάω κακόφωνα με ακόμη περισσότερο πάθος.
Μια περίπτωση για την οποία παλεύω σκληρά με τον εαυτό μου είναι ο Διονύσης Σαββόπουλος. Δεν είναι μόνο η άθλια δημόσια εικόνα του και ο φορμαλιστικά νεορθόδοξος δημόσιος λόγος του τα τελευταία είκοσι χρόνια που με ενοχλεί. Αυτό θα ήταν το προφανές. Έχω εντοπίσει στα τραγούδια του κάθε περιόδου (και συνέχεια εντοπίζω ακόμη περισσότερα) ατέλειωτα τεχνάσματα, φθηνά ή έξυπνα δεν έχει σημασία, πέρα από τα δάνεια από Dylan κλπ, που πιστεύω ότι αν κάποτε κάποιος κάτσει να τα συγκεντρώσει μεθοδευμένα και με ζήλο, μπορούν να τον απογυμνώσουν ολοκληρωτικά σαν τραγουδοποιό (υπάρχει ένα βιβλίο δοκιμιακού χαρακτήρα που το κάνει, αλλά τα αντιμετωπίζει σαν προτερήματα, προσεχώς μάλλον θα επανέλθω σε αυτό). Παρόλα αυτά ακούω Σαββόπουλο σαν τρελός. Έχω ένα CD με όλη τη δισκογραφία του σε MP3 πάντοτε στην σιντιέρα του αυτοκινήτου και είμαι ικανός να ακούω μια βδομάδα μόνο αυτό. Πέντε φορές τη μέρα το "Μην περιμένετε αστειάκια" κ.λ.π. Μιλάμε για άρρωστη κατάσταση. Και όσο ακούω, τόσο ενισχύω τα επιχειρήματα μου εναντίον του Σαββόπουλου. Και συνεχίζω να ακούω μετά μανίας.
Υποτίθεται λοιπόν ότι αυτό εδώ θα ήταν ένα ανάλαφρο καλοκαιρινό αφιέρωμα, με τον σχετικό χαβαλέ κλπ και μέχρι εδώ το έχω πάει σαν κακοπληρωμένη αυτοψυχανάλυση (με στοιχεία ναρκισσισμού). Οπότε για το τέλος θα ρίξω και μια σχετική λίστα, για να μην χαλάμε και τις παραδόσεις. Θα περιοριστώ σε ένα και μόνο συγκεκριμένο είδος, το οποίο κατά βάση έρχεται από μια περίοδο της ζωής μου κατά την οποία αν με μισούσες και ήθελες να μου προκαλέσεις κακό, θα μπορούσες να με κλείσεις σε κάποιο μπαρ που παίζει καλή εναλλακτική μουσική, ψαγμένα B Sides των Smiths και τις πιο ωμές ζωντανές εκτελέσεις των Birthday Party. Είχα μπουχτίσει ο άνθρωπος και ήθελα ένα διάλειμμα, τουλάχιστον στις εξόδους μου. Το διάλειμμα τέλειωσε, τα πρόβατα επέστρεψαν στο μαντρί, αλλά από εκείνη την περίοδο, μου έμειναν μερικά τραγούδια της λεγόμενης σκυλοποπμπουζουκοκατάστασης, τα οποία ακόμη θεωρώ ότι δεν τα χωρίζει δα και καμιά τεράστια απόσταση από το Sweet And Tender Hooligan.
(χωρίς καμία αναξιολογική σειρά)
- ΑΝΤΩΝΗΣ ΡΕΜΟΣ: ΜΙΑ ΚΑΡΔΙΑ
Το είχα ακούσει και από τον Φίλιππο Νικολάου, πριν τη live διασκευή του Ρέμου, αλλά πιστεύω ότι η μεταφορά του στο early 00s κλίμα ευδαιμονίας το απογείωσε. Είχα δει τον Ρέμο σε τρεις πρεμιέρες απανωτές και στη συνεργασία με την Πρωτοψάλτη θεωρούσα απαράδεκτο το ότι πρόδωσε το κοινό του με αυτό τον τρόπο. Εμπεριέχει το κλασσικό αχ-βαχ που μαστίζει ανεπανόρθωτα το ελληνικό τραγούδι, έντεχνο ή λαϊκό, φθηνό ή εκλεκτικό, αλλά και το αχ-βαχ το χρειάζεσαι που και που, πως να το κάνουμε...
- ΠΑΣΧΑΛΗΣ ΤΕΡΖΗΣ: ΕΓΩ ΤΟΝ ΘΕΟ ΜΟΥ ΤΟΝ ΘΕΛΩ ΑΛΗΤΗ
Εδώ ο στόχος και οι μέθοδοι του τραγουδιού συνιστούν εκ προοιμίου φιάσκο σε δόλο και αποτέλεσμα, αλλά προσωπικά το απολαμβάνω. Αφήγηση που προσπαθεί να περάσει σε λαϊκούς δρόμους το στυλ τραγουδιών που ξεκινάει από το Hurricane του Dylan και καταλήγει στον Κουρσάρο ή την Μπαλάντα Για τον Γιάννη Κ. του Βασίλη Παπακωνσταντίνου (και αυτόν τον ακούω συχνά ακόμη, χωρίς καμία δόση ενοχής φυσικά), εντελώς ευτελισμένο δηλαδή. Η ιστορία κάποιου και καλά περιθωριακού, απόμακρου και μονάχου, με απόλυτα ισχυρή προσωπικότητα όμως που τελικά τον βγάζει νικητή στη μάχη με την κοινωνία. Απλά εδώ αντί για κάποιον παραβατικό, πρεζάκια ή μηχανόβιο, έχουμε απλά έναν ξενύχτη, του οποίου το μεγάλο ρίσκο είναι να μη γυρνάει τα βράδια στο σπίτι και παρότι δεν τον γνωρίζει κανείς να τη βγάζει συνέχεια στα σκυλάδικα. Τι να λέμε....
- ΠΕΓΚΥ ΖΗΝΑ: ΒΡΕΣ ΕΝΑΝ ΤΡΟΠΟ
Είχε φάει πόρτα στη Eurovision η Πέγκυ Ζήνα, αλλά επέστρεψε και τότε άρχισε η πραγματική άνοδος. Ο στίχος "κοίτα έξω έχει πιάσει καλοκαίρι/ και την πόρτα έχω ανοίξει της καρδιάς" με λυγίζει μέχρι σήμερα. Είναι και από τις πρώτες προσπάθειες για συνεύρεση της εγχώριας μπουζουκοπόπ με το αρενμπί, που έκτοτε έχει καταντήσει μάστιγα μεγαλύτερη από αυτή των ναρκωτικών, του AIDS, της γλυκόξινης σάλτσας και όλων αυτών μαζί.
- ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ: ΕΓΩ ΘΑ ΒΓΑΙΝΩ ΜΕ ΤΟΥΣ ΦΙΛΟΥΣ ΜΟΥ ΤΑ ΒΡΑΔΙΑ
Ένθεη μανία και αυτό το τραγούδι. Απόλυτα έξυπνος αυτός που το έγραψε. Σου λέει έχουμε τον τύπο που πάει στα μπουζούκια, στα ελληνάδικα, στο πανηγύρι του χωριού με την γκόμενα του κατσικωμένη πάντα δίπλα του, αλλά θέλει να ρίξει και κανά βλέφαρο τριγύρω, να το παίξει και λίγο μάγκας, γενικά να ανασάνει ο άνθρωπος. Του προσφέρουμε αυτό το ανεπανάληπτο ρεφρέν με παραγωγή που θυμίζει τις άσχημες στιγμές των Aerosmith και θα μας θυμάται για πάντα. Μπορεί να αγόρασα και δεύτερο CD του Τσαλίκη για να πετύχω το σωστό... Ακόμη το downloading δεν είχε αναπτυχθεί για τα καλά.
- ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΡΥΣΟΧΟΪΔΗΣ: (ΑΝ ΣΕ ΧΑΣΩ) ΧΑΘΗΚΑ
Τοπικός σταρ των μπουζουκιών της Θεσσαλονίκης, που θα μπορούσε να γίνει μεγαλύτερος από τον Ρέμο, αλλά ποτέ δεν θέλησε να αφήσει την πόλη. Δια τούτο και τον τιμάμε για πάντα. Ο θρύλος λέει ότι σε όποιο μαγαζί εμφανίζονταν, έστηνε καμαρίνι σε τροχόσπιτο στον υπαίθριο χώρο πίσω από το μαγαζί. Το εν λόγω κομμάτι στα κουπλέ έχει ένα απροσδιόριστο spoken word και καταλήγει τελεσίδικα σε ένα θεϊκά απογειωτικό ρεφρέν, που δεν το βαριέσει και τις 3.464 φορές που το τραγουδάει ο Χρυσοχοϊδης εμβόλιμα σε όλα τα τραγούδια του λαϊκου προγράμματος.
- ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΡΚΟΥΛΗΣ: ΒΡΑΔΥΝΗ ΠΕΡΙΠΟΛΙΑ (ΠΟΥ ΣΕ ΧΑΝΩ- ΠΟΥ ΣΕ ΒΡΙΣΚΩ)
Στη στουντιακή εκτέλεση είναι εντελώς άνευρο και αυτός που προγραμμάτισε το drum machine δεν θα πρέπει να ήταν και ο πιο έξυπνος άνθρωπος στον κόσμο. Σε κάθε ζωντανή εκτέλεση του όμως το κομμάτι είναι ακόμη πιο σπουδαίο, με την ταχύτητα να εξελίσσεται καθώς πλησιάζει προς το τέλος και τα κουπλέ με τις εγκοπές και τις παύσεις να απαιτούν σημαντική προσπάθεια από τον ερμηνευτή, προκειμένου να αποδωθεί σωστά το επιτακτικό νόημα του τραγουδιού.
- ΚΑΛΟΜΟΙΡΑ: ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ Η ΚΑΛΟΜΟΙΡΑ
Στην μεγάλη παράδοση των αυτοβιογραφικών τραγουδιών, που καλούνται να συστήσουν τον καλλιτέχνη στο κοινό, να του αποκαλύψουν την πραγματική του ταυτότητα κλπ. Το έκανε ο Σαββόπουλος που λέγαμε και παραπάνω με τον λυγμικό λυρισμό του Γεννήθηκα στη Σαλονίκη, το έκανε και η Καλομοίρα με τούτο εδώ το όμορφο pop τραγούδι, που θα ζήλευε η άκαρπη περίοδος των Erasure, και κάπως έτσι βρέθηκε στην τούρτα του. Εκεί που απολογείται για τα άσχημα ελληνικά της, δακρύζω, και θα έπρεπε όλοι όσοι την έχουν κοροϊδέψει να ζητήσουν ένα συγνώμη.
- ΕΛΛΗ ΚΟΚΚΙΝΟΥ: MASAI
Έως ότου αναγνωριστεί εκτός από την αξία της και κρίση της και η γνώση της, η Έλλη Κοκκίνου κατηγορήθηκε αρκετά και άδικα. Την παρουσίασαν ως κακέκτυπο του δίπολου Βανδή/ Βίσση και αυτοί που της έγραφαν τα τραγούδια κατηγορήθηκαν ομοίως υπέρμετρα ως ξεδιάντροποι ξεπατικωτόστρες (από Σακίρα μέχρι Ράμσταϊν, όλα τα έσφαζαν). Αυτό εδώ το προφητικό ως προς τις προθέσεις των Ελλήνων τραγούδι, ακόμη αντέχει όμως και ακούγεται φρεσκότατο σε πείσμα όλων των κακόβουλων. Ο στίχος "θα 'μαι η θεά τους/ και το είδωλο τους/ και θα τα φτιάξω με τον αρχηγό τους" φέρνει ολόκληρη ανατροπή στο στερεότυπο της αιώνιας παραμελημένης γκόμενας του λαϊκού μας τραγουδιού, εξυψώνει την Κοκκίνου στο πρότυπο μίας Lydia Lunch που δε μασάει μία και αφού ο καλός της δεν την προσέχει, πάει να κάνει παρτούζες με τους άγριους...
- ΝΙΚΟΣ ΒΕΡΤΗΣ: ΣΑΝ ΤΡΕΛΟΣ ΣΕ ΑΓΑΠΑΩ
Από μόνο του αυτό το τραγούδι κόντεψε να φέρει την επιστροφή των ελληνάδικων. Το έπαιζαν όλα τα καλά club της Θεσσαλονίκης στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας, μέχρι και στο Bell Air καθιερώθηκε για μία σεζόν, στην αλλαγή ρυθμού στο ρεφρέν γινόταν ο κακός χαμός και η διπολική πρόταση κατακλείδα "σαν παραίσθηση/απαραίτητη" αποτελεί μέχρι σήμερα μία από τις πιο καίριες μουσικές φράσεις με τις οποίες επιχειρείται μες στο ίδιο τραγούδι ο πανικός του τσιφτετελιού και ο σκεπτικισμός της μπαλάντας με χρονική απόσταση λίγων δευτερολέπτων. Απόλυτα ευφυές.
- ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΖΩΝΑΚΗΣ: ΜΕ ΛΕΝΕ ΓΙΩΡΓΟ
Στα καλύτερα του ο Γιώργος Μαζωνάκης βαριέται να τραγουδήσει, ακούγεται τέρμα κοκακιασμένος και μασουλάει καψούρικα στιχάκια ως Έλλην Mark E. Smith. Σε αυτή την περίπτωση με αφορμή την ευτυχή σύμπτωση του ονόματος του παραλαμβάνει ένα κλασσικό λαϊκό τραγούδι για την οικεία σε όλους μας φιγούρα του Έλληνα αρνητή, το φέρνει στα μέτρα του χωρίς φιοριτούρες και χαριτωμενιές και στο μουσικό background ένας τύπος έχει μόλις βγάλει από το κουτί το καινούργιο του συνθεσάϊζερ και δοκιμάζει τις δυνατότητες και τις αντοχές του.
+ bonus track: ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΙΝΑΡΔΑΚΗΣ: ΜΕ ΠΑΠΙ ΔΑΝΕΙΚΟ
Στη γραμμή όσων λέγαμε παραπάνω, εδώ δεν πρόκειται για ένοχη απόλαυση κλπ. Η αξία του τραγουδιού ως mega pop έπος με τεράστιο πλαστικό ήχο να το διαπερνάει από παντού μιλάει από μόνη της. Ξεκινάει επικά πριν καν ακουστεί οποιοσδήποτε στίχος προτάσσοντας τη μελωδία του ρεφρέν (διότι είναι τόσο τέλεια, που δεν μπορείς να περιμένεις για να την ακούσεις) και ακολουθεί η φράση "πες πως θα πας στα αγγλικά/ και έλα στην πλατεία/ έχω του μάκη το παπί/ να πάμε παραλία" για να μην αφήσει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης σε όποιον δεν πίστεψε εξ αρχής ότι πρόκειται για το πιο sui generis εμπορικής στόχευσης τραγούδι που γράφτηκε ποτέ, καθώς ενσωματώνει τουλάχιστον πέντε διαφορετικές τραγουδιστικές σχολές σε μία (σαν Γιοκαρίνης που άκουσε περισσότερο Alphaville από ότι θα έπρεπε κλπ).