Γερμανία [α']
Έκταση: 357.021 τετραγωνικά χιλιόμετρα.
Πληθυσμός: 82.314.900 κάτοικοι.
Συνορεύει: Δανία, Πολωνία, Τσεχία, Αυστρία, Ελβετία, Γαλλία, Λουξεμβούργο, Βέλγιο και Ολλανδία.
Εθνικός ύμνος: Das Lied der Deutschen ("Το τραγούδι των Γερμανών"). Γράφτηκε το 1797 από τον Αυστριακό συνθέτη Joseph Haydn.
Επίσημη γλώσσα: Γερμανική.
Νόμισμα: Eυρώ.
Πρωτεύουσα: Βερολίνο.
Άλλες μεγάλες πόλεις: Στουτγκάρδη, Μόναχο, Βρέμη, Αμβούργο, Ανόβερο, Ντίσελντορφ, Μάιντζ, Δρέσδη. Φρανκφούρτη.
Τηλεφωνικός κώδικας: 0049.
Η Γερμανία κατέχει από την Αναγέννηση ξεχωριστή θέση στην παγκόσμια μουσική παραγωγή. Οι Γερμανοί μπορούν να υπερηφανεύονται για τη μουσική αισθητική τους, καθώς είτε υπήρξαν πρωτοπόροι και εισήγαγαν σημαντικές καινοτομίες (κλασική, καμπαρέ, kraut, electronic, industrial, NDW) είτε ακολούθησαν άλλα μουσικά ρεύματα προσθέτοντας τα δικά τους χαρακτηριστικά (ποπ, ροκ, heavy metal, νεοψυχεδέλεια, post rock). Είναι φορές που τις γερμανικές μπάντες τις "μυρίζεσαι", καταλαβαίνεις την εθνικότητά τους από το "αυστηρό" ύφος, τη μετρονομία τους, τη βορειοευρωπαϊκή ατμόσφαιρα. Για την ηπειρωτική Ευρώπη η Γερμανία είναι η μεγαλύτερη μουσικοπαραγωγός χώρα. Σε σύγκριση με τα νησιά της Μεγάλης Βρετανίας η φήμη της είναι μικρότερη, αλλά η προσφορά της είναι σχεδόν ισάξια.
Οι Γερμανοί προτιμούν να εξελίσσουν τα μουσικά είδη παρά να τα μιμούνται. Για παράδειγμα, δεν υπάρχει κάποια φημισμένη γερμανική πανκ μπάντα εποχής '77-'78 και κανείς δεν θεωρεί τους Die Toten Hosen πολύ σημαντικό συγκρότημα. Όμως, μέσα από την έκρηξη του πανκ οι Γερμανοί έφτασαν στο Industrial και στο Neue Deutsche Welle και μας κληρονόμησαν σημαντικά ονόματα όπως τους Neubauten και τους Der Plan. Το ίδιο συνέβη και στα τέλη των 60ς με την ψυχεδέλεια και το progressive. Στα χέρια των Γερμανών μετατράπηκε σε kraut, κοσμική μουσική και, τελικά, ambient. Μπορούμε να πούμε ότι το ίδιο συμβαίνει και σήμερα - η γερμανική electronica και το post rock έχουν στοιχεία που δεν συναντάς πουθενά αλλού. Οι Γερμανοί είναι μάγοι στο να ανακατεύουν την πλούσια παράδοσή τους με καθετί σύγχρονο και, τελικά, να πρωτοπορούν πατώντας πάνω σε υπάρχουσες ιδέες.
Οι επιλογές που ακολουθούν αναφέρονται σε μουσικά είδη και περιόδους, όχι συγκροτήματα. Μου φάνηκε πολύ δύσκολο να ξεχωρίσω μερικές μόνο μπάντες, από τη στιγμή που οι σημαντικές kraut (για παράδειγμα) μπάντες ξεπερνούν τις είκοσι. Μέσα από τις τάσεις μπορεί κάποιος να κατανοήσει ευκολότερα τη σπουδαιότητα της γερμανικής μουσικής και την προσφορά της σε παγκόσμιο επίπεδο.
1. Κλασική μουσική: από τον Bach στον Stockhausen
Η κλασική μουσική δεν ανήκει στο αντικείμενο μελέτης του MiC. Θα ήταν καλύτερα να έγραφε μερικά πράγματα κάποιος ειδήμονας. Νομίζω, ωστόσο, ότι όλοι μας έχουμε ακούσει κάποια αποσπάσματα των διάσημων συνθετών που ακολουθούν χρονολογικά, οι οποίοι καλύπτουν ένα μεγάλο φάσμα, από την εκκλησιαστική και το μπαρόκ, έως τη ρομαντική περίοδο και τους πιο μοντέρνους μινιμαλιστές: Georg Philipp Telemann (1681-1767), George Frideric Handel (1685-1759), Johann Sebastian Bach (1685-1750), Christoph von Gluck (1714-1787), Ludwig van Beethoven (1770-1827), Carl Maria von Weber (1786-1826), Felix Mendelssohn (1809-1847), Robert Schumann (1810-1856), Richard Wagner (1813-1883), Jacques Offenbach (1819-1880), Johannes Brahms (1833-1897), Max Bruch (1838-1920), Richard Strauss (1864-1949), Paul Hindemith (1895-1963), Carl Orff (1895-1982), Kurt Weill (1900-1950), Hans Werner Henze (γεν. 1926), Karlheinz Stockhausen (1928-2007).
Ο σπουδαιότερος Γερμανός συνθέτης του 20ού αιώνα είναι κατά τη γνώμη μου ο Karlheinz Stockhausen. Πέθανε πέρσι σε ηλικία 79 ετών. Ήταν ο τελευταίος επιζών της "ιερής" τριάδας Cage-Stockhausen-Xenakis. Ο Stockhausen συνέθεσε πρωτοποριακή "ηλεκτρονική" μουσική, είτε ορχηστρική είτε δωματίου, βασισμένη σε διάφορες θεωρίες που ανέπτυξε κατά τη διάρκεια της ζωής του. Επηρεάστηκε από τα έργα του Cage, του Webern και του Varese και με τη σειρά του επηρέασε ένα μεγάλο μέρος της σύγχρονης μουσικής, από τον Berio και τον Stravinsky έως τον Miles Davis και τον Aphex. Άφησε πίσω του ένα μεγάλο αριθμό συνθέσεων μερικές από τις οποίες είναι πολύ δύσκολο να παιχτούν. Από τα λίγα έργα του που έχω ακούσει πιστεύω ότι πολύ επιδραστικά στη μοντέρνα μουσική είναι το Mantra (για δυο πιανίστες σε προετοιμασμένο πιάνο με ξύλινες σφήνες), το Music Im Bauch (για έξι περκασιονίστες και επιπλέον ρυθμικά κουτιά), το Sirius (ηλεκτρονική μουσική για τρομπέτα, μπάσο κλαρινέτο και μπάσο) και πολλά ακόμη που εύχομαι σύντομα να ανακαλύψω.
2. Καμπαρέ: Από την Marlene Dietrich στον Klaus Nomi
H Marlene Dietrich ήταν η μεγάλη "ξενιτεμένη" κυρία του γερμανικού καμπαρέ. Ήταν ενεργή ως ηθοποιός και τραγουδίστρια από το 1921 έως το 1979, αν και στην πραγματικότητα η καριέρα της τελείωσε το 1975, όταν έσπασε το πόδι της σε μια παράσταση στην Αυστραλία. Δεν έπαιξε κάποιο ρόλο στην εξέλιξη της μοντέρνας ροκ και ποπ μουσικής, όμως είναι βέβαιο ότι επηρέασε σε μεγάλο βαθμό καλλιτέχνες όπως ο Klaus Nomi και η Nina Hagen. Συμμετέχει σε αυτό το αφιέρωμα τιμητικά. Αξίζει να τη θυμόμαστε για την αντιναζιστική δράση της και τις ιστορικές εκτελέσεις του Lily Marleen, του Ich bin die fesche Lola και του κύκνειου άσματός της Just A Gigolo. Πέθανε το 1992 σε ηλικία 90 ετών.
Αναφέρομαι στο καμπαρέ όχι βεβαίως από προσωπική αγάπη, ούτε για την Dietrich, αλλά για τον αγαπημένο μου Klaus Nomi, στον οποίο δεν μπορώ παρά να χαρίσω ξεχωριστή θέση σε αυτό το αφιέρωμα. Ήταν ένας από τους πρώτους διάσημους που πέθανε από AIDS, το 1983 σε ηλικία 39 ετών, όταν η ασθένεια ήταν σχετικά άγνωστη (σε Ποπ & Pοκ της εποχής αναφερόταν ως SIDA). Ήταν αναγνωρίσιμος στους Έλληνες από το Total Eclipse που είχε γίνει διάσημο από τη διαφήμιση του Campari και από τη φωτογραφία του στο εξώφυλλο της συλλογής Encore που κυκλοφόρησε εκείνο τον καιρό και πούλησε πολύ καλά. H "αιρετική" παρουσία του στη σκηνή της Νέας Υόρκης, τα θεατρικά κοστούμια, η οπερατική φωνή, οι σεξουαλικές προτιμήσεις του, η συνεργασία του με τον Bowie, είναι μερικά σήματα κατατεθέν του. O Nomi δεν ανήκε στο ανθρώπινο γένος, ήταν από άλλο πλανήτη, "One of a kind". Tα δυο στούντιο άλμπουμ που πρόλαβε να ηχογραφήσει, το Klaus Nomi του 1981 και το Simple Man του 1982, αποτελούνταν κατά κύριο λόγο από διασκευές παλιών τραγουδιών, τα οποία ο Nomi μεταμόρφωσε ολοκληρωτικά σε χορευτικά-αριοειδή κομψοτεχνήματα. Tο The Twist και το Wasting My Time γνώρισαν στα χέρια του τις κορυφαίες εκτελέσεις τους. Μαζί με τα You Don't Own Me, Can't Help Falling in Love, Cold Song, Simple Man, Total Eclipse (σε οποιαδήποτε εκτέλεση) δεν πρέπει να λείπουν από καμία δισκοθήκη. O Nomi αποτελεί μια από τις πιο συγκινητικές περιπτώσεις στην παγκόσμια μουσική ιστορία.
3. Jazz: Αδιάβαστος, ξαναπέρνα του χρόνου!
(Ήθελα να γράψω ότι η Γερμανία δε φημίζεται για την jazz σκηνή της αλλά η Wikipedia μου ανοίγει τα μάτια. Ποιοι είναι όλοι αυτοί; Πότε θα τους ακούσω; Δεν προλαβαίνωωω! Και νομίζω μετά ότι ξέρω κι από jazz...)
Ανάμεσα στους σημαντικούς jazz καλλιτέχνες της Γερμανίας υπάρχει ένας μόνο με τον οποίο αισθάνομαι πολύ οικείος, ιδιαίτερα με τις κυκλοφορίες του της τελευταίας δεκαετίας: ο Peter Brotzmann. Πέρσι η Atavistic επανακυκλοφόρησε τον ογκόλιθο Machine Gun, ένα άλμπουμ που πρωτοκυκλοφόρησε το 1968 και από τότε θεωρείται must στην ιστορία της free jazz. Στο Machine Gun, το οκτέτο του Brotzmann συμπεριλάμβανε μεταξύ άλλων τον Evan Parker, τον Han Bennink και τον μπασίστα Peter Kowald. Το Nipples του 1969 θεωρείται και αυτό κλασικό. Τα τελευταία χρόνια συνεργάζεται συστηματικά με όλα τα κοράκια της μοντέρνας jazz, τον Ken Vandermark, τον Hamid Drake, τον William Parker, τον Mats Gustafsson και δεκάδες άλλους, κυκλοφορώντας το ένα cd μετά το άλλο. Παραμένει στο μέτωπο του σύγχρονου αυτοσχεδιασμού με όπλα του το σαξόφωνο και το κλαρινέτο. Αν θέλετε να γνωρίζετε έναν και μόνο Γερμανό τζαζίστα, αυτός ας είναι ο Peter Brotzmann.
4. Progressive, Kraut, Electronic, Kosmische Musik
Η μεγαλύτερη συνεισφορά της γερμανικής ιδιοσυγκρασίας στην παγκόσμια μουσική. Από τα τέλη της δεκαετίας του 1960 και για όλη τη διάρκεια των 70ς οι Γερμανοί πειραματίστηκαν με το ψυχεδελικό ροκ και το progressive, αλλά με το δικό τους μοναδικό τρόπο. Εισήγαγαν τον ηλεκτρονικό ήχο, ανάγκασαν τους Άγγλους να εφεύρουν τον όρο Krautrock και κυκλοφόρησαν ambient προτού γίνει γνωστός ο όρος. Την επιρροή του Kraut την βλέπουμε σχεδόν σε όλες τις μεταγενέστερες εκφράσεις της προοδευτικής μουσικής, σε αυτό χρωστάνε τόσο οι Joy Division όσο και οι To Rococo Rot.
Τα συγκροτήματα που στήριξαν τη σκηνή είναι δεκάδες. H δική μου σειρά προτίμησης έχει ως εξής: Kraftwerk, Can, Neu, Cluster (πρώην Kluster), Amon Duul (κυρίως ως Amon Duul II), Faust, Eloy, Ash Ra Tempel, Popol Vuh, Harmonia, Deuter, Guru Guru, Novalis, Hoelderlin, Tangerine Dream, Agitation Free, Cosmic Jokers, La Dusseldorf. Σημαντικό έργο άφησαν με τις προσωπικές δουλειές τους και οι Klaus Schulze, Hans-Joachim Roedelius, Dieter Moebius και Holger Czukay, ενώ ο avant garde πειραματιστής Asmus Tietchens, παρά το γεγονός ότι έγινε γνωστός με τα άλμπουμ που κυκλοφόρησε στη δεκαετία των 80s, άφησε πίσω μερικές εξαιρετικές ηχογραφήσεις από το 1965, όταν όλη η σκηνή βρισκόταν στα σπάργανα.
Το πόσο σπουδαίοι είναι οι Kraftwerk το γνωρίζουμε όλοι. Ένα υποθετικό "Best of the Best of..." τους πρέπει να περιλαμβάνει οπωσδήποτε το εικοσάλεπτο έπος Tone Float από το ομώνυμο άλμπουμ που κυκλοφόρησαν το 1970 υπό το όνομα Organisation, το Ruckzuck από το πρώτο ομώνυμο άλμπουμ τους ως Kraftwerk, το Kling Klang από το δεύτερο άλμπουμ τους Kraftwerk II, το επίσης εικοσάλεπτο έπος Autobahn από το ομώνυμο άλμπουμ του 1974, ολόκληρο το Radioactivity του 1975, τα Europe Endless, Showroom Dummies, Trans-Europe Express και Metal On Metal από το Trans-Europe Express του 1977 και ολόκληρο το Man Machine του 1978.
Για τους Can τα λόγια περιττεύουν επίσης. Tο αντίστοιχο "Best of the Best of..." τους πρέπει να περιλαμβάνει οπωσδήποτε το εικοσάλεπτο έπος Yoo Doo Right από το ντεμπούτο τους Monster Movie του 1969, το θρυλικό Mother Sky καθώς και τα She Brings The Rain, Tango Whiskyman και Soul Desert από το Soundtracks, το αξεπέραστο Oh Yeah από το Tago Mago, τα One More Night, Vitamin C και Soup από το Ege Bamyasi, το Future Days από το ομώνυμο άλμπουμ του 1973 και τα Quantum Physics, Come Sta La Luna και Dizzy Dizzy από το Soon Over Babaluma του 1975.
Προτεινόμενη δισκογραφία γερμανικού progressive, kraut, electronic:
Η δισκογραφία που ακολουθεί περιλαμβάνει τα αγαπημένα μου άλμπουμ μαζί με αυτά που θεωρούνται σημαντικά στην εξέλιξη του είδους. Εννοείται ότι δεν τα σιγοσφυρίζω όλα όπως το Man-Machine.
Kraftwerk: Tone Float (υπό το όνομα Organisation) (1970), Kraftwerk 1 (1971), Kraftwerk 2 (1972), Autobahn (1974), Radio-Activity (1975), Trans-Europe Express (1977), The Man-Machine (1978).
Can: Monster movie (1969), Soundtracks (1970), Tago Mago (1971), Ege Bamyasi (1972), Future Days (1973), Soon Over Babaluma (1974), Unlimited Edition (εξαιρετική συλλογή με rarities) (1976), Delay 1968 (1981).
Neu: Neu 1 (1972), Neu 2 (1973), Neu '75 (1975).
Asmus Tietchens: Adventures in Sound 1965-1969 (2003), Biotop (1981), In Die Nacht (1982), Litia (1983).
Cluster: Cluster 71 (1971), Cluster II (1972), Zuckerzeit (1974), Sowiesoso (1976) καθώς και τη συνεργασία Brian Eno & Cluster του 1977.
Amon Duul II: Phallus Dei (1968), Yeti (1970), Tanz der Lemminge (1971), Carnival in Babylon (1972), Wolf City (1972), Vive la Trance (1974).
Amon Duul: Collapsing-Singvogel Ruckwarts & Co (1969), Paradieswartz Duul (1970).
Faust: Faust (1971), So Far (1972), The Faust Tapes (1973), IV (1974). Klaus Schulze: Irrlicht (1972), Cyborg (1973), Blackdance (1974), Timewind (1975), Mirage (1977), Dig It (1980), Trancefer (1981).
Eloy: Eloy (1971), Inside (1973), Floating (1974), Power And The Passion (1975), Dawn (1976), Ocean (1977) Silent Cries And Mighty Echoes (1979).
Ash Ra Tempel: Ash Ra Tempel (1971), Schwingungen (1972), Join Inn (1973), Starring Rosi (1973), New Age of Earth (1976).
Popol Vuh: Affenstunde (1970), In den Garten Pharaos (1971), Hosianna Mantra (1972), Einsjager & Siebenjager (1974), Das Hohelied Salomos (1975), Nosferatu (1978), Die Nacht der Seele (1979).
Harmonia: Musik von Harmonia (1974), De Luxe (1975), Live 1974 (2007).
Deuter: D (1971).
Guru Guru: UFO (1970), Hinten (1971), Kan-Guru (1972), Guru Guru (1973).
Novalis: Banished Bridge (1973), Novalis (1975).
Hoelderlin: Holderlins Traum (1972), Hoelderlin (1975), Clowns and Clouds (1976), Rare Birds (1977). [Από τις λίγες μπάντες της εποχής που ασχολήθηκαν με τη folk].
Holger Czukay: Canaxis (1969).
Hans-Joachim Roedelius: Durch Die Wuste (1978), Jardin Au Fou (1979), Selbstportrait Freundliche Musik (1979).
Tangerine Dream: Electronic Meditation (1970), Alpha Centauri (1971), Zeit (1972), Atem (1973), Phaedra (1974), Stratosfear (1976). [Η δισκογραφία τους είναι τόσο μεγάλη που στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν αντιπροσωπευτικοί δίσκοι].
Agitation Free: Malesch (1971), 2nd (1973), The Other Side Of Agitation Free (1974), Last (1976).
Cosmic Jokers: The Cosmic Jokers (1974).
Abacus: Midway (1974).
La Dusseldorf: La Dusseldorf (1976).
Ashra: New Age Of Earth (1976), Blackouts (1977).
Eno, Moebius, Roedelius: After the Heat (1978).
5. Hard Rock, Heavy Metal: Scorpions, Accept και Helloween
Εφηβικά πάθη από τη δεκαετία του 1980, τότε που η Γερμανία φημιζόταν για το heavy metal της. Οι πρωτοπόροι του είδους ήταν βεβαίως οι Scorpions, οι οποίοι ξεκίνησαν στις αρχές των 70ς ως χαρντροκάδες και στην πορεία έγιναν το δημοφιλέστερο heavy metal συγκρότημα όλων των εποχών. Σχεδόν όλοι μας μελώσαμε κάποτε με τα Holiday, Always Somewhere και When The Smoke Is Going Down. Η ειρωνεία είναι ότι τη μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία τους τη γνώρισαν με το νερόβραστο Wind Of Change του 1990. Η συλλογή "Best Of" του 1978 δεν πρέπει να λείπει από κανέναν, καθώς περιλαμβάνει τα καλύτερα κομμάτια της πρώτης περιόδου τους (Speedy's Coming, Steamrock Fever, In Trance, Pictured Life, Backstage Queen, Virgin Killer κ.λπ.). Ωστόσο, εγώ ήμουν φανατικός τους την εποχή του Love at First Sting, όταν τα πρώτα δείγματα πατατίασης ήταν παραπάνω από εμφανή. Συνεχίζουν απτόητοι έως σήμερα.
Οι Accept ήταν η μεγάλη αδυναμία μου, εξαιτίας της χαλύβδινης φωνής του Udo και της ικανότητάς τους να γράφουν εμπορικά μεταλλικά χιτ. Τα κατά τη γνώμη μου καλύτερα άλμπουμ τους Restless and Wild του 1982 και Balls to the Wall του 1983 με πέτυχαν ευάλωτο νεανία και με κατέκτησαν αμέσως. Το επόμενο άλμπουμ τους Metal Heart ήταν μια προσπάθειά να κατακτήσουν το ευρύ κοινό και γι' αυτό το λόγο ήταν εξευτελιστικά εμπορικό. Πάντα φανταζόμουν την Samantha Fox να τραγουδάει το Midnight Mover και το Screaming for a Love-Bite σε ρυθμούς ντίσκο. Τους παράτησα όταν έφυγε ο Udo Dirkschneider το 1988. Το κορυφαιότερο κομμάτι τους ονομάζεται Fast As A Shark και βρίσκεται μέσα στο Restless and Wild.
Οι Helloween ήταν από τους πρωτοπόρους του power και speed metal, όπως ονομάστηκε το είδος στα μέσα των 80ς. Έπαιζαν σε μισή ταχύτητα υψηλότερη από τους προηγούμενους. Η παρακαταθήκη τους περιλαμβάνει το Walls of Jericho του 1985 και το έπος Keeper of the Seven Keys, το οποίο κυκλοφόρησε σε δυο δόσεις το 1987 και το 1988. Συνεχίζουν έως σήμερα, πέρσι κυκλοφόρησαν το Gambling with the Devil.
Οι χεβιμεταλάδες φίλοι μου επιμένουν να μη ξεχάσω τους Blind Guardian, τους Sodom, τους Kreator, τους Warlock, τους Running Wild, τους Gamma Ray, τους Grave Digger, τους Destruction και τους Steeler. Θα έλεγα ότι δεν πρέπει να λησμονήσουμε και τον μεγάλο κιθαρίστα Michael Schenker, που μετά τους UFO και τους Scorpions έφτιαξε τους Michael Schenker Group και σημείωσε μικρή επιτυχία τη δεκαετία του 1980.