Ισλανδία
Iceland of Lost Souls
Όλα ξεκίνησαν από την stairway to heaven φίλη μου Τίνα Χρόνη και το πάθος της για την Χώρα των Πάγων. Οκέι, ομολογώ πως την Bjork την γνώριζα από πριν, από τους Sugarcubes. Αλλά μπορώ εξίσου εύκολα να παραδεχτώ πως αν δεν ήταν η Τίνα θα είχα μείνει εκεί και στους πασίγνωστους θερμοπίδακες γκέιζερς. Γι' αυτό και το σημερινό μου κείμενο οφείλεται και αφιερώνεται σε αυτήν. Και στον ουρανόσταλτο Δημήτρη Εϊπίδη που μας γνώρισε τον σκηνοθέτη και πρόεδρο πια του εθνικού κέντρου κινηματογράφου Φρίντρικ Θορ Φρίντρικσον.
Η Ισλανδία είναι μια χώρα γεμάτη αλαφροΐσκιωτους κι αυτό οφείλεται στον ανεξερεύνητο [μέχρι κάποιες δεκαετίες πριν] συγγενικό δεσμό αυτών που παντρεύονταν [μικρή χώρα, μεγάλη η καθαρότητα και λίγες οι φαμίλιες]. Βλέπετε με αυτά τα -dottir [κόρη του...] και τα -sson [γιος του...] οι μακρινότεροι συγγενικοί δεσμοί ξεχνιόνταν όταν πεθαίνανε οι γηραιότεροι. Επειδή όμως δεν παύανε να επηρεάζουν αρνητικά, αποφάσισαν με δημοψήφισμα την ίδρυση του εθνικού κέντρου γενεαλογίας και κληρονομικότητας κι έτσι δημιουργήθηκε ένα ολόκληρο συγκρότημα που ονομάστηκε Jar City.
Όπως εμείς λοιπόν, πριν από το γάμο, κάνουμε τεστ για το γονίδιο της μεσογειακής αναιμίας -που μπορεί να γεννήσει άρρωστα παιδιά- έτσι και οι ισλανδοί αιτούνται στην Jar City τη διερεύνηση του οικογενειακού δέντρου, ώστε να μην είναι πολύ κοντινή η συγγένεια γαμπρού και νύφης κι έχει ως αποτέλεσμα τη γέννηση ατόμων με ειδικές ανάγκες. Και μοιάζει να έχει περιοριστεί αρκετά το φαινόμενο μετά από τη σχετικά σύντομη λειτουργία του κέντρου. Χωρίς να μειωθεί καθόλου η δημιουργική τους τρέλα και η παροχέτευσή της σε εύμορφες καλλιτεχνικές δημιουργίες.
Παράλληλα βέβαια, υπάρχει σε αυτό και ένα πλήρες ιστορικό εμφάνισης νόσων, επιδημιών ή νέων ασθενειών. Κι έτσι -με την απόλυτη εχεμύθεια να διαφυλάσσεται από το ιατρικό απόρρητο- μπορούν να γίνουν στατιστικές έρευνες πάνω στο ιστορικό ολόκληρου του πληθυσμού, χωρίς στρατηγικές δειγματοληψίας, με διασφαλισμένη την εγκυρότητα του τελικού πορίσματος. Μπορούν επίσης να καταρριφθούν θεωρίες και να καταστρωθούν προληπτικές εκστρατείες με φειδώ και ευστοχία.
Κινηματογραφικά, η χώρα αυτή έχει να επιδείξει ένα νέο θεσμό, το φεστιβάλ του Ρέικιαβικ, μόλις τριών ετών, το οποίο ετοιμάζεται να αποκτήσει και μικρό αδερφάκι, ένα ανάλογο φεστιβάλ ντοκιμαντέρ. Το Ρέικιαβικ περιγράφεται ως μια πόλη ήρεμη και χαλαρή, με τα γύρω βουνά να δεσπόζουν επιβλητικά και την ατμόσφαιρα βαριά και υγρή, αλλά πεντακάθαρη. Κάτι σαν μικρή Θεσσαλονίκη χωρίς νέφος, κίνηση και άγχος. Η ζωή εκεί είναι πολύ ακριβότερη αλλά και οι μισθοί είναι ανάλογοι. Η νυχτερινή ζωή είναι μάλλον περιορισμένη και οι κάτοικοι διψάνε για πολιτισμό, αν κρίνουμε από τον ενθουσιασμό, τη ζέση τους και την πληρότητα θέσεων του νέου φεστιβάλ.
Η κινηματογραφική παραγωγή της Ισλανδίας ανέβηκε συνολικά και σε διεθνές επίπεδο όταν ο Φρίντρικσον αποφάσισε να σταματήσει τις επιχορηγήσεις για μια πενταετία, υποχρεώνοντας τους νέους δημιουργούς να στρώσουν τον κώλο τους και να γράψουν σενάρια άξια για παγκόσμια πορεία. Βοήθησε δεόντως βεβαίως-βεβαίως και η μαθητεία των νέων κινηματογραφιστών στη Δανία και σε άλλες, άνω και κάτω, χώρες. Φαίνεται πως το σύστημα απέδωσε πλούσιους καρπούς, αν κρίνουμε από την ενθουσιώδη υποδοχή των ταινιών σε φεστιβάλ και στο κύκλωμα [ακόμη και των δικών μας] αιθουσών. [Κάθε σύγκριση με τα εγχώρια χάλια είναι επιθυμητή και ευπρόσδεκτη, μπας και ξεμιζεριάσουμε].
New Piglets & Endangered Whales
Μια ακόμη ευτυχής συγκυρία είναι το γεγονός ότι όλοι σχεδόν οι μουσικοί που θα μας απασχολήσουν έχουν σχέση και με τον κινηματογράφο. Πράμα το οποίο σημαίνει ότι θα δώσουμε έμφαση στη σχέση τους αυτή. Βασικές πηγές για τις αναζητήσεις μου είναι καταρχάς η διπλή συλλογή Alltaf Sama Svinid [2002] με την οποία η ισλανδική Smekkleysa [bad taste, ήτοι κακό γούστο] γιόρτασε τα 16 της χρόνια και την 100η της κυκλοφορία. Και σίγουρα οι μουσικές εικόνες δυο πολύ αποκαλυπτικών ντοκιμαντέρ. Πρώτα του Popp i Reykjavik [Pop in Reykjavik, 1998, 103'] του August Jakobsson και έπειτα του περισσότερο δημοφιλούς Gargandi snilld [Screaming Masterpiece, Ισλανδία-Δανία-Ολλανδία 2005, 87'] του Ari Alexander Ergis Magnusson.
01. Bjork / The Sugarcubes
Όλη η πορεία αυτής της μικρόσωμης φωνάρας μοιάζει με παραμύθι. Από το εντυπωσιακό [εκ των υστέρων] τζαζ ξεκίνημα του Gling-Glo και τους απογειωτικούς ζαχαρόκυβους Sugarcubes μέχρι το μιούζικαλ Dancer in the Dark [Χορεύοντας στο σκοτάδι, 2000] του Lars von Trier και το πειραματικό Drawing Restraint 9 [2006] του Matthew Barney. Φαντάζομαι πως δεν χρειάζονται άλλες συστάσεις. All Is Full of Love!!!
02. Hilmar Orn Hilmarsson / HOH
Σας κάνει εντύπωση! Ποιος διάολος ειν' τούτος; Έπεσα από κάποιο σύννεφο όταν στο Screaming Masterpiece είδα να αναφέρεται με τον τίτλο του head pagan [πρεσβύτερος παγανιστής]. Είναι σίγουρα μια από τις πιο επιδραστικές φυσιογνωμίες της σύγχρονης ισλανδικής σκηνής και όχι μόνον. Έχει συνεργαστεί [βλέπε επηρεάσει] στο παρελθόν με τους Current 93, ως HOH, με αποκορύφωμα το ονειρικό Island [1993] όπου ακούγεται και η Bjork. Κι έχει γράψει δύο από τα πιο όμορφα σάουντρακ, για τις ταινίες Born Natturunnar [Children Of Nature, 1991] και Englar Alheimsins [Angels of the Universe, 2000] του Fridrik Thor Fridriksson. Εκεί έκαναν το σινεματικό ντεμπούτο τους και οι επόμενοι... πάνω σ' έναν πένθιμο σκοπό.
03. Sigur Ros
Μετά τους σημαδιακούς, κινηματογραφικά και μουσικά, "Άγγελους του Σύμπαντος" σειρά είχε το πεντασπόνδηλο Villiljos [Dramarama, 2001] των Ragnar Bragason, Dagur Kari, Inga Lisa Middleton, Asgrimur Sverrisson και Einar Thor. Ακολούθησε το κόμικ-καρτούν Immortel (ad vitam) [2004] του Enki Bilal και τρεις μικρού μήκους [Roger & Dave, The Loch Ness Kelpie, The Printer]. Μπορείτε ακόμη να ψάξετε με λύσσα το ντοκιμαντέρ Hlemmur [Last Stop, 2002] του Olafur Sveinsson [κυκλοφόρησε το 2007 μαζί με το σάουντρακ] και το πλέον πρόσφατο Heima - a film by Sigur Ros [2007] του καρτουνίστα Dean DeBlois.
04. Mugison
Ο τροβαδούρος που θεάται να κάνει πρόβα-ντουέτο στο πατάρι μιας έρημης εκκλησίας στο Screaming Masterpiece. Από τη συλλογή σας δε θα πρέπει να λείπει το συγκλονιστικό Naesland [Niceland (Population: 1.000.002), 2004] του Fridrik Thor Fridriksson, σε μουσική Mugison. Από κει και μετά κόλλησε το μικρόβιο και τακίμιασε με τον ηθοποιό Baltasar Kormakur που εξελίχτηκε σε σπουδαίο σκηνοθέτη. Ο Kormakur πριν την κολεγιά είχε εμπιστευτεί το 101 Reykjavik [2000] του στον Damon Albarn [& στον Einar Orn] και καλά έκανε. Μετά, Baltasar και Mugison, κάνανε μαζί το διεθνές τους άνοιγμα με τις ταινίες A Little Trip to Heaven [2005] και Myrin [Jar City, 2006]. Αστυνομικό γενεαλογικό θρίλερ αλά ισλανδικά. (Αυτός γιατί είναι -son και όχι -sson; - εκδ)
05. Johann Johannsson
Άλλη μια πολυδιάστατη φυσιογνωμία, ο πλέον δραστήριος καλλιτέχνης αυτής της χώρας. Ξεκίνησε ως κιθαρίστας των Ham και Daisy Hill. Είναι συνιδρυτής της καλλιτεχνικής κολεκτίβας Kitchen Motors κι έχει συνθέσει μουσικές για [4] φιξιόν και [3] ντοκιμαντέρ, για [5] θεατρικά έργα, για [6] εγκαταστάσεις και περφόρμανς, για ραδιόφωνο και τηλεόραση. Έχει κάνει παραγωγή σε ηχογραφήσεις άλλων, από Barry Adamson & Pan Sonic, Magga Stina και The Hafler Trio, μέχρι Marc Almond. Γνωστός κυρίως από τις προσωπικές του δισκογραφικές δουλειές Englaborn [2002], Virdulegu Forsetar [2004] και από το πειραματικό και πολυμορφικό IBM 1401, A User's Manual [2006] που συνόδεψε την ομότιτλη βίντεο-περφόρμανς.
Ξεκινά τη σινεματική του εμπειρία με το Oskaborn Thjodarinnar [Plan B, 2000] του Johann Sigmarsson και τις δυο ταινίες Islenski draumurinn [The Icelandic Dream, 2000] και Madur eins og eg [A Man Like Me, 2002] του Robert I. Douglas. Συνεχίζει με το Dis [2004] της Silja Hauksdottir, συμμετέχει στο Ashes and Snow [2005] του Gregory Colbert και βοηθάει τρεις μικρομηκάδες [Ryan Redford, Richard Stanley και Audrius Stonys]. Η κορυφαία του στιγμή έρχεται με το σκανδιναβικό Blodbond [Thicker Than Water, 2006] του συμπατριώτη Arni Asgeirsson. Το 2007 τον βρίσκει στο ίδιο σάουντρακ με τον Stephan Micus για τις ανάγκες του γαλλοβελγικού φιλμ εποχής Voleurs de chevaux [Κλέφτες αλόγων, 2007] του Micha Wald. Ακούστε επίσης την Ωδή της Αγάπης του Karl Orff από τον καστράτο Gudmundur Kristmundsson και τον Johann. Έχει ακόμη επενδύσει μουσικά [2001] το βωβό επαναστατικό δράμα The End of St. Petersburg [1927] του σοβιετικού Vsevolod Pudovkin.
06. Slowblow & Dagur Kari Petursson
Ο Dagur Kari Petursson είναι ένας σημαντικός σκηνοθέτης [Dark Horse] αλλά είναι ταυτόχρονα και καλός μουσικός, βασικό μέλος των Slowblow. Ο πατέρας του είναι ο εθνικός συγγραφέας των ισλανδών Petur Gunnarsson. Αυτά σας τα λέω για να δείτε πώς προκύπτουν τα επίθετά τους [όπως λέμε Πετρόπουλος, Πετρίδης, Πετράκης ή Πετρακάκης, Πετράκος, Πέτρου, Πετρούδης, Πέτρουλας, Πετρέλης, Πετρόφ, Πήτερσον κ.ο.κ]. Τες πα, Slowblow και Dagur Kari κάνουν παρθενική συνεργασία στην πρώτη μεγάλου μήκους του δεύτερου, Noi Albinoi [Νόι ο αλμπίνος, 2004]. Γρήγορα στα dvd κλαμπ και τα σίνεμα γκάλερις. Within Tolerance.
07. Mum
Καμιά σχέση με perfume spray. Το τραγούδι Green Grass of Tunnel αναδεικνύεται σε screening masterpiece και μετακομίζει στο μικρό Ordan's Forest [2005] του Scott Walker. Από κοντά κι άλλο μικρό, το Raftman's Razor [2005] του Keith Bearden. Στο ευκτικό ντοκιμαντέρ Disarm [2005] των Brian Liu & Mary Wareham δίνουν τρία κομμάτια τους [The Land Between Solar Systems, Oh How the Boat Drifts και The Hiding] κάνοντας παρεούλα στους Thievery Corporation και τους Flaming Lips, με προεξάρχοντα τον Brendan Canty των Fugazi.
08. Bardi Johannsson / Bang Gang / Lady & Bird
Άλλος ένας προικισμένος Johannsson που διαπρέπει και στο χώρο του θεάματος. Το πρώτο του γκρουπ, Bang Gang, δεν κατέφερε ποτέ να γίνει σερφ μπάντα και να μοιάσει των Beach Boys. Έτσι εξελίχθηκε μοιραία [και ωραία] σε προσωπικό όχημα. Τότε ήταν που έπεισε ο Μπάρντι την ηθοποιό και συνεργάτιδά του Esther Talia Casey να του δώσει τη φωνή της. Το πρώτο τους τραγούδι ακούστηκε στην πολύ χαμηλού προϋπολογισμού ταινία δρόμου Blossi/810551 [1997]. Το 2000 σήκωσε μουσικά στους ώμους του το επίφοβο Fiasko [Fiasco] του Ragnar Bragason. Κατόπιν ήρθαν δυο πετυχημένες συνεργασίες με τον ταλαντούχο ντοκιμαντερίστα Olaf de Fleur Johannesson, το ποδοσφαιρικό Africa United [2005] και το μετα-βουδιστικό Act Normal [2006]. Ποδοσφαιρόφιλο και το Strakarnir okkar [Eleven Men Out, 2005] του Robert I. Douglas, το οποίο μοιράστηκε με τους Minus. Οι Lady & Bird είναι ένα side-project ντουέτο με την Keren Ann και επενδύουν μουσικά στο τηλε-ντοκιμαντέρ Vies et morts d'Andy Warhol [Οι ζωές και οι θάνατοι του Άντι Γουόρχολ, 2005] του Jean-Michel Vecchiet.
Το πιο σπουδαίο του ίσως επίτευγμα ήταν η ύστερη ορχηστρική συμφωνική επένδυση [2006] του βωβού ημι-ντοκιμαντέρ Haxan [Η άσκηση μαγείας διαμέσου των αιώνων, 1922] του πρωτοπόρου αποκρυφιστή Benjamin Christensen, όπου το ρόλο του διαβόλου κρατά για τον εαυτό του ο ίδιος ο σκηνοθέτης. Αυτή η εμπειρία τον έσπρωξε να σκηνοθετήσει μαζί με τον αθηνογεννημένο Taki Bibelas το μικρού μήκους παραδοξούργημα Red Death για λογαριασμό του μουσείου Πομπιντού; Ποιος είναι εντέλει αυτός ο Μπάρντι; Βρείτε την απάντηση στο YouTube στο ψευδώνυμο "Who is Bardi?" αν μπορείτε.
09. Apparat Organ Quartet
Είναι παράλληλο σχήμα [όλοι οι μουσικοί είναι μέλη και άλλων συγκροτημάτων] και αποτελείται από τέσσερις οργανίστες κι έναν ντράμερ. Ανάμεσά τους, πρώτος και πρωτύτερος, ο Johann Johannsson. Οι άλλοι είναι ο Musikvatur [κόντρα στους Mum], Hordur Bragasson [από τη μεγάλη χορωδία του Ρέικιαβικ], Ulfur Eldjarn [Trabant/ ex Kanada] και ο κρουστός Arnar Geir Omarsson [Magga Stina, Ham]. Περιγράφουν τη μουσική τους ως Machine Rock and Roll και ακουμπάνε στις επιρροές των Kraftwerk, Wagner, Goblin, Terry Riley, Steve Reich, Sigur Ros, Glitter Band, Stereolab και Trans Am. Ποιος ανοιχτομάτης θα μας τους φέρει για romantica συναυλίες;
10. Ghostigital
Ο Einar Orn Benediktsson ήταν τραγουδιστής και τρομπετίστας των Sugarcubes και αμόρε της Bjork τότες. Έπειτα συνέπραξε με τον Hilmar Orn Hilmarsson και τον ντράμερ Siggi [επίσης των Sugarcubes] σε σχήμα ονόματι Grindverk. Τον Δεκέμβρη του 2003 όμως, ανέβηκε στο δικό του όχημα και ηχογράφησε το Ghostigital με παραγωγό τον Curver. Η κυκλοφορία έγινε μέσω της Honest Jon's Records [ο Τίμιος Τζον της μουσικής] και είναι κράμα νταμπ, χιπ-χοπ και ροκ θορύβου. Πολύ προχώ και άκρως ενδιαφέ. Έτσι έγινε η κολεγιά με τον Curver και ο τίτλος του πρώτου δίσκου βάφτισε το δίδυμο σχήμα τους. Το 2005 υπέγραψαν στην Ipecac του Mike Patton [Faith no More] και το 2006 του εμπιστεύτηκαν το In Cod We Trust [πολύ δούλεμα οι δικοί σου].
11. Amiina
Τώρα εσείς οι έξυπνοι θα περιμένατε ν' αφήσω τελευταίους τους Gus Gus. Δε σφάξανε ακόμα. Between Sets, θα προτιμούσα τους Kimono [Mineur-Aggressif, 2003] αλλά δε χρειάστηκε να κάνω τέτοιους ελιγμούς αφού κρατάνε άμυνα τα καλά κορίτσια που λέγονται Amiina. Θα τις έχετε δει να συντροφεύουν συχνά-πυκνά τους Sigur Ros επί σκηνής. Τέσσερις έγχορδοι άγγελοι με ονόματα Hildur, Edda Run, Maria Huld Markan και Solrun που έκαναν αυτόνομο ντεμπούτο με το καρκινικό ep AnimaminA και το χιτ Seoul. Το 2007 επανήλθαν με το πλήρες Kurr και το σινγκλ Hilli. Τι είναι το Hilli; Η τελευταία ηχογράφηση του εκλιπόντα Lee Hazelwood που αφηγείται ένα παραμύθι και μιξάρεται σε μια ξαναδουλεμένη εκδοχή του πρωτότυπου. Fjarskanistan.
ΥΓ: Έβλεπα χθες την εκπομπή του Λευτέρη Παπαδόπουλου με καλεσμένο τον Γιάννη Πετρίδη. Έλεγε λοιπόν ο σοφός παραγωγός ότι αυτό που χρειαζόμαστε μουσικά και που μας έχει βγάλει επανειλημμένως απ' το καβούκι μας είναι η επιστροφή στην παράδοση. Δεν μπορούμε να πηγαίνουμε έξω με αναμασήματα στιλ και ρυθμών που οι ξένοι έχουν πληθώρα πρωτοτύπων, δευτεροτύπων και αντιτύπων, και να θέλουμε να μας προσέξουν. Το παράδειγμα της Ισλανδίας είναι φωτεινό και στο χώρο της μουσικής.