Val Wilmer - As Serious As Your Life
Είμαι περίεργη να δω πόσα από τα κείμενα του αφιερώματος θα περιλαμβάνουν τη φράση - αν και χρησιμοποιείται περισσότερο για τη στενά εννοούμενη μουσική κριτική (ιδίως αν σε έχουν θάψει) - αλλά δεν μπορώ να αντισταθώ: “Writing about music is like dancing about architecture” έχει πει υποτίθεται ο Elvis Costello, η Laurie Anderson, ή ο Steve Martin. Μεταξύ άλλων. Άγνωστο σε ποιον αποδίδεται αυτή η σοφία και ίσως δεν είναι τυχαίο που κανείς δεν τσακίστηκε τόσα χρόνια να την οικειοποιηθεί. Δεν είναι μόνο ότι χωρίς καν να αναφέρω τον Αρχιτέκτονα που το όνομά του αρχίζει από Γκα- και τελειώνει σε -ουντί (δεν είμαι η μεγαλύτερη φαν της δουλειάς του, αν και ομολογώ ότι είναι εντυπωσιακή από κοντά) μπορώ να σκεφτώ ένα σωρό κτήρια που χορεύουν, από τον ντεκονστρουκτιβισμό του Frank Gehry στην Πράγα μέχρι τους πύργους του Daniel Libeskind στη Σεούλ κ.ά. Είναι και πως οι άνθρωποι έγραφαν και συνεχίζουν να γράφουν βιβλία και για μουσική, σίγουρα με μεγαλύτερη συχνότητα απ’ ό,τι μερακλώνουν τα κτήρια πάντως. Και ευτυχώς δηλαδή, γιατί για εμάς που το θέμα είναι “Σοβαρό όσο κι η ζωή σου” (λέμε τώρα) τα μουσικά βιβλία έρχονται να δώσουν στήριγμα, ονειροπόληση στην ονειροπόληση (στην ονειροπόληση) (της ακρόασης) και νέους κώδικες επικοινωνίας και σύνδεσής μας με όσα ακούμε.
Περί ονειροπόλησης π.χ.: Σκέψου ένα παράλληλο σύμπαν όπου ο γεωγραφικός και ο ιστορικός συγχρονισμός δεν θα ήταν παρά ανούσιες λεπτομέρειες. Θα άνοιγε η πόρτα του μπαρ λίγο πριν το last orders (γιατί τότε λέγονται τα σημαντικά) και θα έρχονταν να σε βρουν όλοι οι άνθρωποι που έχεις γνωρίσει, οι μουσικοί, οι ήρωες των λογοτεχνικών βιβλίων που αγάπησες και μίσησες, οι συγγραφείς, οι πάντες και τα πάντα, όλα όσα έζησες, και αυτό θα ήταν μια αναπαράσταση του μυαλού σου. Όσο και αν διαφωνώ με το “what really matters is what you like, not what you are like” του χαζοπροβληματικούλη Rob Fleming turned Gordon (πριν παραδεχτεί κι αυτός ο καημένος βέβαια ότι ισχύει το ακριβώς αντίστροφο), έχει δίκιο πάντως στο ότι τα βιβλία, οι ταινίες και οι μουσικές μας μετράνε. (Και είναι επίσης ενδεικτικά και άλλων πραγμάτων, αλλά ας μην ξεφύγουμε από το θέμα). Κάπου σε αυτό το μπαρ λοιπόν θα χωρούσαν και η Val Wilmer του “As Serious As Your Life”, ο Simon Reynolds του “Shock And Awe” (“μα τι λες; ποιος ζήτησε 700 σελίδες για το glam rock;” - εγώ μάλλον), ο Σάκης Παπαδημητρίου, ο David Toop... τέλος πάντων όλα τα μουσικά βιβλία που μας έχουν κάνει παρέα. Κι ας είναι η μόνιμη επωδός των εκδοτών στην Ελλάδα ότι αυτά “δεν πουλάνε” - εξ ου μάλλον και οι δύο παράγραφοι υπεράσπισης (που σίγουρα κανείς δεν ζήτησε) του είδους εκ μέρους μου - πάντα θα υπάρχουν σε ένα σημείο του μπαρ free jazz ταλαιπωρίες, ροκ ιστορίες, ambient ακτινογραφίες, glam πριμαντόνες και άλλα τέτοια βαρύγδουπα και ελαφριά μαζί, μα που επί προσωπικού μετράνε.
Όπως μετράει για μένα το “As Serious As Your Life” της Val Wilmer (Allison and Busby, 1977) που κυκλοφόρησε κι εδώ το 1984 ως “Σοβαρό όσο κι η ζωή σου” σε μετάφραση του Γιώργου Γιαννόπουλου από τις εκδόσεις Praxis και το οποίο έχω ήδη σποϊλεράρει ανελέητα. Ομολογουμένως αμφιταλαντεύτηκα αρκετά αν και κατά πόσο έχει νόημα να αναφερθώ σε ένα βιβλίο τόσο κλασικό πια για τη “new jazz”, αλλά επειδή δεν μιλάμε και για ανθρώπους με την απήχηση του Lou Reed και επιπλέον το βιβλίο προσφέρεται για επαναλήψεις, σκέφτηκα γιατί όχι; Ένα πάνω ένα κάτω άλλωστε, ποιος μετράει τα ποτά στο μπαρ την ώρα του last orders.
Εκ πρώτης φαίνεται παράξενο ένας τόσο σημαντικός τίτλος για την αμερικανική free jazz να έχει γραφτεί από λευκή Βρετανίδα συγγραφέα (και φωτογράφο), όμως η Val Wilmer κάθε άλλο παρά μια τυχαία γραφιάς είναι. Βούτηξε στη μαύρη μουσική από την παιδική ηλικία και ήδη σε μετεφηβικό στάδιο, στα τέλη των 1950s, είχε μιλήσει με τους πάντες από τον Louis Armstrong μέχρι την Aretha Franklin. Ακολούθησαν συνεργασίες με Melody Maker, DownBeat, Jazz Journal, The Wire, Jazzwise κλπ. Από μικρή στα βάσανα δηλαδή, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι έχοντας εκτεθεί νωρίς, τόσο στη ζωή όσο και σε σύγκριση με την ευρύτερη λευκή βρετανική κοινωνία, στην αφροαμερικανική κουλτούρα αλλά και στις μουσικές σκηνές της Δυτικής Ινδίας και της Τζαμάικας, η Wilmer έβλεπε πέρα από το καλλιτεχνικό σκέλος της μουσικής και τις κοινωνικοοικονομικές και έμφυλες διαστάσεις της, οι οποίες εμφορούν τα γραπτά της.
Αναφορικά, δε, με τη θέση της στα μουσικά των δεκαετιών 1960 - 1970, ως γυναίκα λεσβία κριτικός, αναμείχθηκε στα πολιτικά κινήματα γυναικείας ενδυνάμωσης και συνέβαλε ενεργά στη διοργάνωση των πρώτων “Take Back The Night” στο Λονδίνο με διαδηλώσεις και πορείες διαμαρτυρίας εναντίον της ενδοοικογενειακής και έμφυλης βίας. Όλα αυτά ενώ βρίσκονταν σε εμβρυακό στάδιο ακόμα οι πολιτικές ταυτότητας, για τις οποίες αξίζει επί τη ευκαιρία να σκεφτούμε ότι ναι μεν είναι προβληματικές, αλλά όχι περισσότερο από την a priori απόρριψή τους ως ατομοκεντρικών και σεχταριστικών προσεγγίσεων. Ιδίως επειδή οι επικριτές τους ανήκουν συντριπτικά στη μόνη πληθυσμιακή ομάδα που ουδόλως τις χρειάζεται: τους λευκούς cis straight άντρες.
Πέραν όμως του κοινωνικοοικονομικού και πολιτικού κλίματος που πιάνει άψογα, η Wilmer έχει παρακολουθήσει στενά την εξέλιξη της τζαζ με ανοιχτό μυαλό και προοδευτική ματιά, καθόλου τυχαία μάλλον. Και αυτό κάνει το “As Serious As Your Life” ακόμα πιο ιδιαίτερο γιατί το 1977 που εκδόθηκε επικρατούσε το fusion ως το νέο mainstream και η free jazz ήταν στο περιθώριο. Ως σκιαγράφηση ενός μουσικού στρουμφοχωριού και του πορτρέτου κατάφωρα υποτιμημένων ανθρώπων που ήταν όμως στην εμπροσθοφυλακή της πρωτοπορίας, το βιβλίο δεν έχει ταίρι, δεν παίζεται και ειδικά επειδή είναι γραμμένο από την πλέον αρμόδια που τους είχε γνωρίσει όλους προσωπικά.
Το βιβλίο χωρίζεται σε πέντε μέρη και συνοδεύεται από συνοπτικές βιογραφίες και φωτογραφίες από το αρχείο της Wilmer. Θεματικά καλύπτει τις εμβληματικές μορφές της “νέας μουσικής” χωρίς να παραλείπεται η αναφορά στην επιρροή άλλων σημαντικών παικτών στην επανάσταση της free jazz, όπως πχ ο Milford Graves που απελευθέρωσε το drumming από τις μέχρι τότε συμβάσεις, ή ακόμα και λιγότερο γνωστών περιπτώσεων όπως οι ρολίστες Earl Cross, Art ‘Shaki’ Lewis κλπ.
John Coltrane, Cecil Taylor, Ornette Coleman, Sun Ra, Albert Ayler, The AACM (Association for the Advancement of Creative Musicians) έχουν την τιμητική τους με αναλυτική παρουσίαση και υπάρχει ειδική αναφορά στους ντράμερ, τον αγώνα τους για επιβίωση και την πολιτισμική σύνδεση των νέων ρυθμών με την αφρικανική διασπορά. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η έμφαση που δίνει η Wilmer στη φυλετική διάσταση της avant-jazz με τον δομικό ρατσισμό να ανακύπτει συνεχώς ως κεντρικό θέμα στην ανάλυση, γιατί η ενασχόληση με τη free jazz την εποχή εκείνη ήταν ούτως ή άλλως πρόκληση, αλλά αν ήσουν και μαύρος τα πράγματα ήταν λίγο χειρότερα. Αν επιπλέον ήσουν και γυναίκα πάμε σε τελείως νέα πίστα δυσκολιών.
Πάνω σε αυτό ειδικά, η Wilmer αφιερώνει δύο κεφάλαια στον ρόλο των γυναικών ως συντρόφων αλλά και ως μουσικών της τζαζ οι ίδιες (πχ Barbara Donald, Monnette Sudler, Alice Coltrane), με μια πολύ διαφωτιστική αποτύπωση των στερεοτύπων και των προκαταλήψεων που έπρεπε να αντιμετωπίσουν. Πόσο ωραίος ο τίτλος του κεφαλαίου “You Sound Good – for a Woman!” και πόσα χρόνια μας πήρε να συζητήσουμε τον σεξισμό στη μουσική με σοβαρότητα και όχι φασέικα για να βγάλουμε την υποχρέωση (με τη σημείωση ότι η προσπάθεια συνεχίζεται γιατί η πλειοψηφία ακόμα αντιστέκεται).
Από τη σκοπιά των αντρών αντίστοιχα, η Wilmer περνάει ένα χεράκι και τον ελέφαντα στο δωμάτιο που λέγεται σεξ. Άλλοι έπαιζαν το χαρτί της εμφάνισης, δηλαδή του μαύρου παιδαρά και άλλοι χρησιμοποίησαν τη τζαζ ως όχημα για περισσότερο σεξ. Το βιβλίο ασχολείται αρκετά πάντως τόσο με τα κοινωνικά στερεότυπα για τους μαύρους άντρες μουσικούς, όσο κατ’ επέκταση και με τις προσδοκίες των αντρών από τις γυναίκες και τις απόψεις τους για την οικογένεια, τις έμφυλες δυναμικές και τη σεξουαλικότητα και δείχνει ότι τα πράγματα ήταν πολύ πιο σύνθετα και ενδιαφέροντα από όσα (δεν) αποκάλυπταν οι απλοϊκές θεωρίες για αγρίους μέσω των στερεοτύπων.
Το βιβλίο μπαίνει επίσης στα χωράφια της δομής, των οικονομικών εξαρτήσεων και των πολιτικών της βιομηχανίας της εποχής. Προφανώς ανακύπτει και πάλι το βασικό αίτημα επιβίωσης των μαύρων μουσικών, εδώ από το πρίσμα των σχέσεων εξάρτησης και εκμετάλλευσής τους από τις δισκογραφικές. Από τις όποιες δισκογραφικές ήταν πρόθυμες να τους ηχογραφήσουν δηλαδή. Ασφαλώς δεν έκαναν ουρές οι μεγάλες εταιρείες έξω από την πόρτα του Albert Ayler και του Andrew Cyrille για να προλάβουν να τους δεσμεύσουν με ένα προνομιούχο συμβόλαιο.
Με την εξάντληση και του πέμπτου μέρους η Wilmer θέλει να κλείσει αισιόδοξα τονίζοντας την ανάγκη να στηριχτεί οικονομικά η μαύρη κοινότητα για να υπάρξει επόμενη μέρα στη free jazz, αλλά δεν ξέρω αν το καταφέρνει είναι η αλήθεια, αφενός γιατί τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν τότε οι μουσικοί περιγράφονται πραγματικά ως κολοσσιαία (γιατί ήταν) και αφετέρου γιατί η γραφή της βγάζει θυμό, ίσως και απογοήτευση. Όσο το σκέφτομαι, αυτό μάλλον απαντάται παντού στο βιβλίο, ίσως και σε κάθε σελίδα. Το “As Serious As Your Life” αν και βασική βιβλιογραφία για τη “νέα τζαζ” είναι και μια συναισθηματική προσωπική καταγραφή. Γι’ αυτό ίσως έκανα τόσο τα στραβά μάτια στο μοναδικό σημείο που με ξένισε την πρώτη φορά που το διάβασα. Αναφέρομαι στην απόρριψη της ηλεκτρικής περιόδου του Miles Davis ως εμπορικής εκ του ασφαλούς στροφής (άουτς). Η Wilmer δικαιώθηκε πανηγυρικά στην περίπτωση του Sun Ra, τον οποίο είχε από τότε τη διορατικότητα να ξεχωρίσει ως επαναστάτη ενώ ο μέσος κριτικός τον έβλεπε ως καρνάβαλο - ακόμα και με όρους new jazz. Τον Davis όμως όχι μόνο δεν τον πιάνει καθόλου, αλλά τον τσουβαλιάζει απαξιωτικά και με πικρία κάτω από την ομπρέλα μιας “cosily reassuring” μουσικής. Δεν πειράζει όμως, πονούσε για τη free jazz και ήθελε να τα πει.
Η Wilmer έβλεπε πολύ μπροστά από την εποχή της και δεν προστάτευσε τη γραφή της ούτε από το πάθος της για τη νέα μαύρη μουσική ούτε από την απογοήτευσή της για τις φάπες που η μουσική αυτή έτρωγε αλύπητα σε επίπεδο αναγνώρισης. Είναι κι αυτό όμως μέρος της γοητείας του “As Serious As Your Life” και ίσως το ξαναδιαβάσω με ένα τέτοιο πνεύμα μια ακόμα φορά. Για να πιάσω τις χαρές και τις φάπες της εποχής. Κατάσταση σοβαρή όσο και η ζωή σου. Δεν παίζουμε με αυτά τα πράγματα οι αισθηματίες.