Globacoustics: εκτός Ευρώπης για μουσικές (προς το παρόν)…
Ως δια μαγείας το ημερολόγιο γυρίζει πίσω. Μεμιάς είμαστε όλοι πιο νέοι, ζώντας την εφηβεία στην αξέχαστη εποχή του συμβατικού ταχυδρομείου και των φαξ, πού όμως φαξ;, ενώ συχνά-πυκνά στέλνουμε ακόμα διεθνή κουπόνια για να λάβουμε απαντήσεις. Το οτιδήποτε στις επικοινωνίες θέλει τον φαρδύ χρόνο του. Τον αποκλειστικό, σταθμητό κωλοχρόνο του που οποιοσδήποτε γεννήθηκε μετά το ’90 κατανοεί δύσκολα, και τούτο μπορεί να σημάνει σειρά ολόκληρη από εξελίξεις επί του προκειμένου.
Πώς θα χρησιμοποιούσαμε τότε τις λέξεις μετανάστης, πρόσφυγας, εξτρεμιστής, ελευθερία (μερικές απ’ τις βασικές της τωρινής μας πραγματικότητας), καθώς και συνολικά τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία; Πολύ διαφορετικά. Διότι η εννοούμενη χρησιμοποίηση δεν είναι μια κατάσταση που διαμορφώνεται εντέλει μονάχα απ’ την κρίση καθαυτήν, μα κι από κάτι γενικότερο που προϋπήρχε αυτής.
Επομένως σ’ ένα υποθετικά ανάλογο γραπτό θα μιλούσαμε για τον κοσμοπολιτισμό, αποδεχόμενοι τον γείτονα να ακούει ανενόχλητος όσο δυνατά θέλει το “Sebe Allah Y’e” του Alpha Blondy χωρίς να τον υποψιαζόμαστε με βάση τους στίχους για τζιχαντιστή! Δεν θα ’ταν ούτε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που οι αντιθέσεις κουλτούρας θα στέκονταν περισσότερο φαινομενικές παρά ρεαλιστικές.
Εξάλλου αν στα μουσικοφιλικά σου εφόδια, διότι όντως είναι εφόδιο, βρίσκεται και το ότι έχεις ξεφυλλίσει στη ζωή σου τεύχη του Songlines, που ξεκίνησε ως περιοδικό το κομβικό για το θέμα μας ’99, με τις διαδηλώσεις στο Σιάτλ, θα θυμάσαι πως ακριβώς τον κοσμοπολιτισμό ήθελε να προβάλει. Όπως π.χ. κι ο ρ/σ Kosmos της ΕΡΤ.
…Επιστρέφουμε πάλι στο –υπό κακή αναμόρφωση– παρόν. Δυστυχώς και στην αληθινή ηλικία μας. Όπου τα πιο κύρια απ’ τα παραπάνω τα έχουμε ευδιάκριτα (υπο- ή) αντι-καταστήσει απ’ την περιβόητη παγκοσμιοποίηση. Έννοια που οι ρίζες της πηγαίνουν μακριά, κάπου στα μισά του προηγούμενου αιώνα, αλλά που εντούτοις αποδείχτηκε έκτοτε επιδημική. Κυρίευσε τον κόσμο μας δίχως να καταλάβουμε το πώς, το αυτό συνέβη και με τις πολυεθνικές, και κατέληξε ομοίως τόσο άγρια όσο πια τη βιώνουμε.
Γίνεται να μιλήσουμε για μουσική απ’ τη Νότια και Κεντρική Αμερική, απ’ την Καραϊβική, απ’ την Αφρική, απ’ τις αραβικές χώρες, απ’ τις ασιατικές κ.λπ. χωρίς να καταλήξουμε στο απολειφάδι της πολιτικής ή έστω απλά να το εμπλέξουμε; Όχι, δεν γίνεται… Δηλαδή τι να πούμε; Πως ο Victor Jara πέθανε πέφτοντας απ’ το ποδήλατο;
Ξεθάβεις πάντως χρυσάφι ψάχνοντας την Yma Sumac πιο πολύ απ’ το “Bo Mambo” κι ιδίως αν φτάσεις στην απαιτητικότητα τού “Wanka (The Seven Winds)”, που πάντοτε θα σε δυσκολεύει να τη μεταδώσεις με λόγια. Την Astrud Gilberto βαθύτερα απ’ το “The Girl Of Ipanema”. Τον Astor Piazzolla απ’ το “Libertango”. Αν έχεις ακούσει αφρικάνικη μουσική πέρα απ’ τους Salif Keita, Youssou N’Dour, Cesária Évora, τους οποίους δεν υποτιμάς καθόλου, και το φεστιβάλ WOMAD. Αν δεν παραμένεις στην Realworld, μιας και τα δισκάδικα θα ανοίγουν και στις βόλτες σου τις Κυριακές πλέον, μα προχωράς και στις World Circuit, GlobeStyle, Glitterbeat, Habibi Funk, Contre-Jour (για αρχή). Αν δεν πέταξες στα αζήτητα την Ofra Haza.
Πολλά συνέπεσαν με τα χρόνια της ταχείας διάδοσης του ίντερνετ. Μιλώντας το ’17, ήδη παγκόσμιος ιστός και παγκοσμιοποίηση βρίσκονται συνήθως δίπλα-δίπλα σε κάθε σχετική συζήτηση, πράγμα που δεν είναι ούτε σωστό μα ούτε και τελείως λάθος. Επιπλέον κι ειδικοί σχολιαστές, σαν τον Thomas Friedman, συχνά στα κείμενά τους γράφουν παγκοσμιοποίηση εννοώντας ωστόσο την αμερικανοποίηση (το ανάποδο ούτως ή άλλως συμβαίνει αναπότρεπτα). Τους προδίδουν τα συμφραζόμενά τους.
Οι παρακάτω λίστες, πρόσκαιρες, ενδεικτικές κι ημιτελείς, μοιάζουν να περιέχουν σε βαθμό μεγαλύτερο απ’ άλλες φορές άλμπουμ που αντιστέκονται στην εύκολη αναγνώριση, κάνοντας τη μικρομεσαία κλίμακα δημοφιλίας αρετή. Αν σταθείς στο καθένα τους χώρια, θα διαπιστώσεις ότι οι δημιουργοί τους ανήκουν σ’ όσους μπόρεσαν και γεφύρωσαν την τοπικότητα –στην Αφρική λ.χ. ανέκαθεν παραγόταν τεράστιος όγκος υλικού σε σπιτικά στούντιο– με τον υπόλοιπο κόσμο, έξω απ’ τα γεωγραφικά σύνορά της. Επιτέλους δηλαδή.
11 δίσκοι:
1. Baaba Maal & Mansour Seck – “Djam Leelii” (’89)
2. Ghost – “Lama Rabi Rabi” (’96)
3. Murcof – “Martes” (’02)
4. L. Subramaniam – “Global Fusion” (’99)
5. Felix Laband – “Dark Days Exit” (’04)
6. Dishonour (東京都) – “The Lost Album” (’11)
7. simakDialog – “Trance/Mission” (’02)
8.Haruno Kira (吉良春乃) – “Breath (間・感性の対話)” (’01)
9. GoldFish – “Caught In The Loop” (’05)
10. Magic Malik Orchestra – “XP-2” (’04)
11.Onur Özer – “Kaşmir” (’07)
Ένα άλλο σημείο που θα υπογραμμίσουμε έχει να κάνει με την σχέση μεταξύ μητρόπολης και αποικιών της οποίας η καλλιτεχνική αποτίμηση είναι κάπως συγκαλυμμένη, τουλάχιστον συγκριτικά με την πολιτική. Πρόκειται περί σχέσης κατάλοιπου και συνάμα παράδοσης. Φερειπείν η Αλγερινή Souad Massi έγινε γνωστή μόνον αφότου μετακόμισε στο Παρίσι, υπογράφοντας κατόπιν στην Island. Το έκανε βέβαια εξαιτίας απειλών για τη ζωή της. Η Cécile Kayirebwa έφυγε απ’ την Ρουάντα λόγω πολέμου, αλλά για το Βέλγιο. Κατά τραγική ειρωνεία δε ο δίσκος-συλλογή “Rwanda” που επιμελήθηκε ο Ben Mandelson με τραγούδια απ’ τις κασέτες της βγήκε το ’94, την χρονιά της απεχθούς γενοκτονίας στην πατρίδα της. Ο φλαουτίστας Malik Mezzadri γεννήθηκε στην Ακτή Ελεφαντοστού, σπούδασε στην Γουαδελούπη κι απ’ τα 17 του ζει στη Γαλλία κυκλοφορώντας δίσκους στην Label Bleu. Βρίσκονται όχι ένα και δύο μα αμέτρητα παραδείγματα αυτού του είδους.
Και 11 Κομμάτια:
1. Maria Marquez And Frank Harris – “Canto Del Pilon” (’87)
2. Cécile Kayirebwa – “Ndare” (’94)
3. Geoffrey Oryema – “Land Of Anaka” (’90)
4. Hoba Hoba Spirit – “Seddina (Wa Choukrane)” (’05)
5. After Dinner – “Ironclad Mermaid” (’89)
6. The Guo Brothers & Shung Tian – “The Dream Of The Red Mansion” (’90)
7. Toumani Diabate’s Symmetric Orchestra – “Ya Fama” (’06)
8. Kitaro – “Sundance” (’87)
9. Adjiri Odametey – “Oyai” (’08)
10. Eyuphuro – “Masikini” (’01)
11. Wild Children (野孩子, Yě Háizi) – “Incantation (咒語, Zhòuyǔ)” (’02)
Κι από συγκυρία, μια ιστοριούλα που ίσως ενεργήσει κι ως μικρή ανατροπή. Οι γονείς τού Arlen Dilsizian, αρμένικης καταγωγής, μένουν στην Αθήνα, όπου κι ο ίδιος γεννήθηκε και μεγάλωσε. Μα τα τελευταία επτά χρόνια τον βρίσκουμε στην Καμπάλα της Ουγκάντα απ’ όπου τρέχει μαζί με τον Derek Debru την κασετοεταιρεία Nyenge Nyenge Tapes, ό,τι πιο φρέσκο μας ήρθε απ’ τη μαύρη Ήπειρο τελευταία. Δεν είναι ο πρώτος που έκανε τη διαδρομή. Στα ψιλά γράμματα της Ιστορίας συναντούμε τους αδελφούς Joseph και Gabriel Moussa Benetar που κάποτε ξεκίνησαν απ’ την Ρόδο κι έστησαν τη δισκογραφική Opika στην Κινσάσα του Κονγκό, όπως και τον επιχειρηματία Nicolas Jéronimidis που σχεδόν ταυτόχρονα ίδρυσε επίσης εκεί την Ngoma.
Τέλος, στις προεκτάσεις του παρόντος αφιερώματος βάζουμε και την αποσύνθεση της δυτικοπρεπούς ποπ μουσικογραφίας όπως εμπειρικά (κι εν τη πορεία μας) τη μάθαμε. Ήταν εξαρχής το παράλληλο στοίχημα που όμως δεν ήταν και δεδομένο ότι θα το κερδίζαμε. Αλλά σάμπως υπήρχε τίποτα άλλο που να ήταν δεδομένο εδώ;