Hellηνικά 2015
Καμία Ελληνική Λέξη (εκτός από τον τίτλο)
11. ΙΟΝ: Μαύρη Συχνότητα
Σπουδαίος δίσκος από τον Γιάννη Παπαϊωάννου, στο περιθώριο των συζητήσεων που προκαλούν οι δημιουργίες, αλλά πλέον και οι ανακατατάξεις, των Mechanimal. Και μάλιστα σε είδος (ambient) που τελεί σχεδόν 'εν υπνώσει' ακόμη και στη διεθνή παραγωγή τα τελευταία χρόνια. Τα 'Ektachrome' και 'Fjord' έχουν τις πιο σοφά μετρημένες, και συνεπώς τις καλύτερες, κιθάρες που άκουσα φέτος, και δεν είναι διόλου τυχαίοι οι 'καλεσμένοι' που ευθύνονται για αυτές (Ηλίας Κατελάνος και Τάσος Νικογιάννης αντίστοιχα- ΟΚ, τον πρώτο δεν τον ήξερα, αλλά για να παίζει έτσι, σιγά μην είναι τυχαίος). Επισημαίνω ήδη από τώρα ότι στις λίστες του Mic, η παραδοσιακά ανορθόδοξη θέση ν. 11 είχε πάντα για εμένα τη βαρύτητα της τιμητικής πρωτιάς.
10. Marsheaux: A Broken Frame
Έχοντας αναγάγει την electro pop σε επιστήμη, η αναμέτρηση των Marsheaux με ό,τι θα αποκαλούσαμε στο χώρο του ροκ 'θρυλικό άλμπουμ' λαμβάνει διαστάσεις όχι ηρωικές, αλλά προσλαμβάνεται σχεδόν σαν κάτι που έπρεπε να γίνει. Άλμπουμ του μήνα στο περιοδικό Classic Pop και έχοντας ήδη κερδίσει την αποδοχή των οπαδών, το A Broken Frame σε θηλυκά χέρια αναδεικνύεται ως ο δίσκος εκείνος που πράγματι θα μπορούσε να αποτρέψει τα ροκ παραστρατήματα των δημιουργών του, ενώ το See You ακούγεται σαν να γράφεται και να ηχογραφήθηκε πρώτη φορά. Υπάρχει και extended version των πάντων, κατά το πνεύμα της (τότε) εποχής.
9. Acherontas: Ma-IoN/ Shibalba: Memphitic Invocations
Χρόνος μπαίνει, χρόνος βγαίνει, οι Acherontas συνεχίζουν να έχουν στα χέρια τους τη λύση για όσους τυχόν ανακαλύπτουν συνεχώς αδιέξοδα στο black metal, με την επισήμανση ότι τα κατορθώματα τους σε αυτό είναι μάλλον απίθανο να τα προσεγγίσουν επίδοξοι μιμητές ή και οπαδοί καλώς προθέσεων. Και τούτο διότι σε κάθε επόμενο δίσκο γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο ότι το τελικό αποτέλεσμα οφείλει πολλά στην γενικότερη ιδεολογική, αισθητική και φιλοσοφική άποψη του εσωτερικού τους κύκλου (δεν φοβόμαστε τις λέξεις). Η ίδια ακριβώς επίγευση μένει και από την ακρόαση της τελευταίας δουλειάς του εξαιρετικού black ambient project των Shibalba, το οποίο μάλιστα είναι ακόμη πιο εντυπωσιακό επί σκηνής.
8. BLML: Panopticon
Είμαι σε άβολη θέση καθώς εδώ και χρόνια χλεύαζα όσους μιλούσαν για "ταξιδιάρικους δίσκους", που έχουν φτιαχτεί για να τους βάζεις στο τέρμα στο αυτοκίνητο και για να τρέχεις κάπου προς το άγνωστο. Με το Panopticon κάτι ράγισε στις συνήθως μονοκόμματες απόψεις μου, παρότι βέβαια κάθε φορά που το άκουγα στο αυτοκίνητο πήγαινα κάπου συγκεκριμένα (και προς τα ποιο άγνωστο να πάει δηλαδή κανείς;).
7. Sacral Rage: Illusions In Infinite Void
Με εντυπωσιακή τεχνική, progressive εξάρσεις και την πλάστιγγα στο δίπολο thrash & speed να γέρνει προς το δεύτερο, οι Sacral Rage είχαν όλες τις ενδείξεις για να με κουράσουν, αλλά η αλήθεια είναι ότι ο δίσκος τους είναι ό,τι ακριβώς ζητούσα στο μακρινό 199κάτι όταν πίστευα ότι η αλήθεια -εκτός όλων των άλλων- είναι στους Annihilator. Δηλαδή βασικά και τότε speed άκουγα, απλά δεν ήθελα να το παραδεχτώ (don't' try this at home).
6. Tendts: Cheap Poetry
Ανακυκλώνουμε με περισσή ευχαρίστηση πλέον όχι μόνο τις περιστροφικές δίνες του ροκ, αλλά και του ηλεκτρονικού ήχου, έστω και υπό καθεστώς απροσδιόριστης νοσταλγίας, για όσους ποτέ δεν αφοσιωθήκαμε σε αυτόν. Οι θεσσαλονικείς Tends πρωτοεμφανίζονται ως πρώτης τάξεως αναθεωρητές, κάτι ασφαλώς σημαντικότερο από πρωτεργάτες της νοσταλγίας.
5. Devathron: Vitra
Τυπική, αλλά όχι τυποποιημένη, black metal βία, για όσους τυχόν νομίσουν ότι το black metal, μέσα από τις διάφορες παραλλαγές του - θεμιτές και αθέμιτες- τείνει να καταστεί είδος φιλικό προς τους περαστικούς. Η συμμετοχή του Acherontas V. Priest πιστοποιεί την γενικότερη πίστη μας στη σκηνή και τα κατορθώματα της, και κάπως έτσι μένουμε ήσυχοι και για τη χρονιά που μόλις ξεκίνησε.
4. Spectral Lore: Gnosis
Σε λιγότερο από μία ώρα, ακόμη ένα εγχώριο όνομα της "άλλης πλευράς" του black metal, υπενθυμίζει εμφατικά ότι εν αρχήν καλό είναι να έχουμε μια στοιχειώδη έννοια της σύνθεσης και της αξίας αυτής (ο Ayloss βέβαια εν προκειμένω κινείται πολύ πέρα από τα στοιχειώδη, πρόκειται για βεβαιωμένα τετραπέρατο συνθέτη). Μέσα σε όλα αυτά καταφέρνει και κλείνει το άλμπουμ με μπουζούκι και ταξίμι, προκαλώντας όχι τυχόν την οργή, αλλά την εύλογη απορία μας για ποιο λόγο δεν το είχε κάνει κάποιος άλλος πριν από αυτόν (ναι, στο black metal).
3. The You and What Army Faction: Glum
Ενώ περιμένουμε ακόμη να λυθεί το μυστήριο γύρω από τις ευχαριστίες του γκρουπ προς τον Μπάμπη Αργυρίου στα credits του δίσκου, οφείλουμε τουλάχιστον να παραδεχτούμε ότι μας εξανάγκασαν να ασχοληθούμε και πάλι με κάτι που ακόμη και οι ίδιοι δεν ντρέπονται να το αποκαλούν post punk, για το οποίο είχαμε ορκιστεί ότι θα μας απασχολήσει ξανά τουλάχιστον μετά τη συνταξιοδότηση μας (από το ροκ) και ελλείψη αυτής σε μία επόμενη ζωή, καθότι σε τούτη εδώ το παραχορτά(ρια)σαμε. Όταν όμως το εν λόγω καταραμένο είδος σου τη βγαίνει δυστοπικά, αργόσυρτα, αλλά κατά βάση με υπόγεια βίαιο τρόπο, πρέπει, ως είθισται να αρνηθείς και πάλι τέτοιους όρκους ζωής, πριν πας ακριβώς παρακάτω. Επίσης, έχω μιλήσει με τον τραγουδιστή τους δια ζώσης, και δεν αναγνώρισα τη φωνή του στα φωνητικά, γεγονός απολύτως ενθαρρυντικό για εγχώρια γκρουπ που παίζουν post punk (με ψυχεδελικές αποσχίσεις).
2. Macabre Omen: Gods Of War
Δίσκος ικανός να ανακτήσει την πίστη στο παραδοσιακό metal, ακόμη και για αυτούς που αποφάσισαν να γυρίσουν στο είδος δια της ακραίας οδού και μόνον, και παρότι δεν πρόκειται ούτε για παραδοσιακό, ούτε για τυπικά ακραίο metal. Κάπου προς τη μέση του δίσκου, το Son To Father βάζει υποψηφιότητα για το metal τραγούδι της χρονιάς (ε και την κερδίζει). Γενικώς, οι Macabre Omen επέστρεψαν χωρίς να κάνουν το παραμικρό λάθος.
1: Varathron: Untrodden Corridors Of Hades/ The Psalm I (7'')
Δεν τίθεται κανένα θέμα για την πρωτοκαθεδρία των Varathron, σε οτιδήποτε κυκλοφόρησε εντός και εκτός συνόρων φέτος (αναφέρομαι σε εμένα, αλλά μιλάω γενικώς), ειδικά αφ' ης στιγμής κινούνται εμμονικά στο underground και δεν τους έχει αγγίξει καμία εφήμερη τάση. Τα είπαμε αναλυτικά στο review, δίνουμε και εδώ τα σέβη μας, όσο δεν παίρνει.
Το, δε, ντεμπούτο ΕΡ των Θεσσαλονικιών The Psalm, κυκλοφορημένο όχι μόνο ηλεκτρονικά, αλλά και σε ένα 7'' που διεκδικεί επάξια και τον τίτλο του καλύτερου εξωφύλλου της χρονιάς (το οποίο μάλιστα τους το έχουν ήδη αντιγράψει-κλέψει, αν έχω καταλάβει καλά), μας παραδίδει το death metal μας έτσι ακριβώς όπως το θέλουμε να είναι. Ελληνικό δηλαδή, ως συνήθως, αν κρίνουμε και από το περσινό παράδειγμα των The Dead Congregation. Με παρελθόν στους Nocturnal Vomit και με μέλλον στην πρωτοπορία της σκηνής του ακραίου ήχου, ανοίγουν για τους Asphyx τον Μάρτιο, και κάνουμε τον (ανάποδο) σταυρό μας να έχουν έτοιμο φουλ άλμπουμ μέχρι τότε.
Έστω και μία ελληνική λέξη (όχι απαραίτητα στον τίτλο)
11. The Boy: Καλό Παιδί
Fast thought αποτύπωση, που αν δεν είχαμε την αίσθηση ότι εκφράζει κάτι περισσότερο από συγκεκριμένες στιγμές, και πάλι θα είχε ιδιαίτερη αξία, καθώς με συντριπτικό τρόπο εκθέτει όσους συσκέπτονται αιωνίως με κάποιον δήθεν σοφότερο εαυτό τους μπας και βρουν να πουν και να γράψουν κάτι έξυπνο. Τα τραγούδια του Boy είναι πλέον σαφές ότι καταναλώνονται με περισσότερη δυσκολία από όση ηχογραφούνται, αυτό όμως ασφαλώς και δεν πρέπει να είναι ζήτημα που απασχολεί τον δημιουργό τους. Το αντίθετο θα ήταν. Όπως το βλέπει κανείς βέβαια.
10. Στυλιανός Τζιρίτας: A.O.R.
Concept-άκι κυκλοφορίας μόνο σε κασέτα, προβοκατόρικος τίτλος, αφηγήσεις και εύλογη αμφιβολία ημών των τρίτων περί του αν η αφετηρία είναι η μουσική (λες και θα μπορούσε να είναι η κηπουρική, ή μήπως θα μπορούσε;). Στον αντίποδα μοτορικές αναπτύξεις, που ακόμη τις ονειρεύονται εγχώριοι και εξωσυνοριακοί δήθεν kraut αναβιωτές, αλλά και θριαμβευτική αποχή από την και καλά υπόγεια ελληνοστιχουργική αρλούμπα της εποχής, που θέλει την έλλειψη συνοχής να είναι ταυτόσημη με την ελεύθερη σκέψη. Γενικώς πάντως το A.O.R. ενώ σε προδιαθέτει να το απορρίψεις χωρίς να το ακούσεις, εν τούτοις καταλήγεις να το ακούς, συνεπώς το βασικό ζητούμενο επιτυγχάνεται. (ναι το άκουσα, τελικά).
9. Λάκης Παπαδόπουλος: Παιχνίδια Αγάπης
Όπως έχω ξαναπεί ένα από τα πράγματα που με έχουν στοιχειώσει ασυνείδητα σε όχι και τόσο τρυφερή ηλικία, είναι εκείνη η αναφορά του Κώστα Αδαμόπουλου (το εμπέδωσα πλέον) σε κάποιο τεύχος του OZ, περί του Πανούση, που συνειδητά καταστρέφει κάποιο τραγούδι του, μην τυχόν και του βγει αριστούργημα. Η εν λόγω τακτική θα μπορούσε να είναι ο υπότιτλος της δημιουργικής ζωής του Λάκη Παπαδόπουλου, ο οποίος το πάει βέβαια ακόμη παραπέρα, και επειδή όλα αυτά τα χρόνια κάποια τραγούδια όντως του βγαίνουν αριστουργήματα, γράφει 5-6 πραγματικά κακά τραγούδια για να ρεφάρει. Ποιος ξέρει, ίσως κατ' αυτό τον τρόπο να ελέγχει μια κάποια ματαιοδοξία, που φοβάται μην τον καταπλακώσει κάποια μέρα (διαβάζω κάτι βίπερ νόρα τελευταία). Η ίδια τακτική ακολουθείται και εδώ, ορισμένοι από τους καλεσμένους "λαμβάνουν" υπέροχα τραγούδια (και μάλλον το καλύτερο έλαχε στη Νατάσα Θεοδωρίδου, την αγαπημένη μου Ελληνίδα τραγουδίστρια από τα 90s, μετά τη Φλώρα Ιωαννίδη των Make Believe ασφαλώς). Το χειρότερο ο Λάκης το κρατάει για τον εαυτό του, καθώς με τέτοιο πρόχειρο απογραφικό αποχαιρετισμό προς τον Δημήτρη Μητροπάνο, είναι θαύμα που δεν σηκώθηκε από τον τάφο ο τελευταίος για να παύσει να υφίσταται το τραγούδι. Στον Δεληβοριά solo θα μπορούσε να τύχει και κάτι καλύτερο, ενώ θα πρέπει να θυμηθώ να τον ρωτήσω αν με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου τραγούδησαν στο ίδιο studio ή όχι (το κοινό τους τραγούδι πάντως είναι γνήσια λακη-κό). Για την Αρλέτα ως είθισται ο Λάκης κρατάει τα καλύτερα του τραγούδια. Επίσης στο δίσκο υπάρχει μία γενική ιδέα περί του "εκείνα τα χρόνια όλα ήταν ωραία και τα τραγούδια αληθινά κλπ", σε βαθμό τόσο εκνευριστικό, που καταλήγει ευχάριστος. Θα ζούσαμε καλύτερα χωρίς το τραγούδι του Πάνου Μουζουράκη (όπως και χωρίς τον ίδιο εν γένει), ενώ είναι απορίας άξιο το πως πλέον ο Σαββόπουλος ακόμη και ένα ωραίο τραγούδι το καταντάει εκνευριστικό. Για τον Μίλτο Πασχαλίδη το ξέραμε ήδη. (Όλο αυτό ήταν μία κρυμμένη κριτική, που δεν θα την πέρναγα διαφορετικά από τη διεύθυνση).
8. Αγόρι Γιώργος: Αγόρι Γιώργος
Έχω μια απροσδιόριστη αίσθηση ότι όντως το 2025 θα έχω αναθεωρήσει ως προς αυτό, και θα κρίνω με βεβαιότητα πλέον ότι ο συγκεκριμένος ήταν όντως ο σημαντικότερος ελληνόφωνος δίσκος του 2015.
7.Μαρία Λατσίνου: Μια ανάσα δρόμος
Μη δίνετε σημασία, κάτι τέτοια υποχρεωνόμαστε όχι μόνο να τα ακούμε, αλλά και να τα επισημαίνουμε με έγγραφες αποδείξεις, καθότι η ιστορία έχει αποδείξει ότι ο Πάνος Πανότας έχει πάνω από όλα δίκιο.
6.Τα Παιδιά Της Παλαιότητας: Consortium In Amato
Συνεχίστε να μην δίνετε σημασία.
5. Σείριος Σαββαϊδης : Πλανωδία
Αριστουργηματικός δίσκος, που παρολίγον θα μου ξέφευγε καθώς έχω θέσει όριο προλογικών παραγράφων που ανέχομαι στα κείμενα του Αντώνη Ξαγά τις τρεις (3) και εδώ έγραψε τέσσερις (4) με την πρώτη να μετράει για δύο (2). Παρά ταύτα, η αντοχή και η υπομονή μου επιβραβεύτηκαν, όχι από τον Ξαγά βέβαια, αλλά από τον ίδιο τον Σαββαϊδη, για τον οποίο όλα αυτά τα περί Tibet ισχύουν, όπως ισχύει και το ότι κάπως έτσι θα έπρεπε να είναι η σωστή έντεχνη μουσική, αν είχαμε καλή δημόσια διοίκηση, και αν η χώρα δεν είχε περάσει εφταετία, που την πήγε 40-50 χρόνια πίσω (πλάκα- πλάκα στη μουσική ισχύει αυτό, μιας και το ρίξαμε στα αντάρτικα). Επιπλέον, όπως και εσείς, είμαι και εγώ κάποιος που το ότι δεν αυτοκτόνησε καθώς του μάθαιναν στο σχολείο το 'την είδα την Ξανθούλα' κλπ, το αποδίδω ξεκάθαρα σε θέμα συγκυριών. Και το ότι παρά την παρουσία του τραγουδιού, ο δίσκος βρίσκεται εδώ που βρίσκεται στη λίστα μου, λέει πολλά πιστεύω.
4. Λάμδα: Η Επόμενη Μέρα
Ευχαριστούμε τον Πάνο Πανότα που συνεχίζει να μας εμπνέει και να μας δείχνει τον δρόμο.
3. Παροξυσμός: Σήψη Γενεών
Περιμένουμε την κυκλοφορία σε βινύλιο τους πρώτους μήνες του 2016. Μέχρι τότε αν ήμασταν δεκαέξι χρονών, θα ψάχναμε θεό να ευχαριστήσουμε που έτυχε και στη δική μας γενιά μια τέτοια h/c punk μπάντα, που ενώ δεν προσεγγίζει (ακόμη) τα δυσθεώρητα ύψη των Antimob, εν τούτοις κάνει τα πράγματα λιανά, ικανότητα που στην υπόθεση punk δεν είναι διόλου αμελητέα, αν τυχόν δεν είναι το πρώτο ζητούμενο και το τελευταίο.
2. Φοίβος Δεληβοριάς: Καλλιθέα
Αναπάντητα παραμένουν, ομοίως, τα ερωτήματα, περί του αν θα τολμούσε ένα τέτοιο εγχείρημα ο Φοίβος Δεληβοριάς, στην περίπτωση που είχε περάσει τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια στην Άγια Βαρβάρα.
1. Selofan: Tristesse
Αισθάνομαι λίγο άβολα για το ότι ο δίσκος πάει στην κατηγορία των ελληνόφωνων, καθώς έχω την αίσθηση ότι οι ίδιοι οι Selofan δεν έχουν και ούτε θέλουν να έχουν και μεγάλη σχέση όχι τυχόν με την εγχώρια σκηνή, αλλά με την εν γένει 'συντήρηση' εντός και εκτός αυτής, που μας κάνει ακόμη να αναζητάμε ροκενρολ ήρωες (και να καταλήγουμε πάντα στους ίδιους). Άλλωστε και ο ελληνικός στίχος έχει περιοριστεί δραματικά εδώ, σχεδόν έχει μείνει εκτός. Κατά βάση οφείλω να ομολογήσω ότι επρόκειτο για ένα έξυπνο τρικ, καθώς δεν μπορούσα να διαλέξω για πρώτη θέση ανάμεσα σε αυτούς και στο δίπολο Varathron/ The Psalm.
Σημαντική υποσημείωση: αρκετοί από τους παραπάνω δίσκους- όπως και άλλοι σημαντικοί ή και απλά αξιόλογοι δίσκοι της σκηνής- κυκλοφορούν μόνο ηλεκτρονικά σε bandcamp κλπ. Καλές οι επανεκδόσεις, τα box set κλπ, των οποίων είμαι ο πρώτος καταναλώσας, αλλά τα εγχώρια label ας κοιτάξουν και λίγο παραπέρα. Για να μην πούμε για το Varathron, που κυκλοφορεί σε πολωνική εταιρεία.
Εξίσου σημαντική υποσημείωση: τη χρονιά που μας πέρασε είδα, μετά από δεκατρείς αιώνες, που άνεργος τους γύρευα, και πάλι επί σκηνής τους Εκτός Ελέγχου. Και παρότι όπως θα το διαβάσετε θα ακουστεί εντελώς ανόητο, η αλήθεια είναι ότι "έμεινα μαλάκας" (για λίγο, μην παρεξηγηθώ). Αυτό έγινε στο πανκ φεστιβάλ του Τυρνάβου τον Σεπτέμβρη, για το οποίο δεν αξιώθηκα ποτέ να γράψω. Αλλά κάπου έπρεπε να το πω. Όχι τυχόν για να εκφράσω κάποια εσωτερική μου ανάγκη, αλλά επειδή οι Εκτός Ελέγχου θα πρέπει να παίξουν και πάλι. Και Αθήνα, και Θεσσαλονίκη και αλλού. Ο Αποστόλης Δαδάτσης είναι ο τεράστιος και υπέροχος πανκ-εν-ρολ περφόρμερ, που ποτέ δεν είχε αυτή η χώρα, και που στα πρώτα πέντε λεπτά στη σκηνή "σβήνει" τον οποιοδήποτε έχετε στο μυαλό σας ως τον καλύτερο. Ας βρεθεί μια φόρμουλα, ένας σκοπός, μία σωστή ιστορία τέλος πάντως, για να βλέπουμε live τους Εκτός Ελέγχου πιο συχνά, και να αισθανόμαστε μετά κάπως καλύτεροι άνθρωποι.