How I Learned to Stop Worrying and Love the Music Documentaries
Δεν ήμουν πάντα ο καλύτερος φίλος των μουσικών ντοκιμαντέρ. Ίσως γιατί δεν υπήρχαν τόσα πολλά παλιότερα (ή τόσο εύκολα προσβάσιμα); Ίσως γιατί στις κρίσιμες ηλικίες στις οποίες «κολλάς» με τις ηχητικές περιπέτειες κυνήγαγα συνήθως βιβλία, παρά βίντεο (ή DVD, πιο μετά);
Ανταποκρινόμενος λοιπόν στο παρόν MiC κάλεσμα, αποφάσισα να σταθώ σε ένα μουσικό ντοκιμαντέρ από εκείνα που με έκαναν να αλλάξω άποψη για τον «χώρο» τους. Σε βαθμό που, πλέον, μάλλον ασχολούμαι πια περισσότερο με αυτά, παρά με τα μουσικά βιβλία –αν και, ΟΚ, μάλλον υπάρχουν κι άλλοι λόγοι για κάτι τέτοιο (οὐ γάρ ἔρχεται μόνον κτλ.). Μετά, όμως, το ξανασκέφτηκα: γιατί μόνο ένα; Δεν τα κάνεις πέντε;
Jazz On A Summer Day (1959)
Εδώ, βέβαια, τα όρια του ντοκιμαντέρ και της αποτύπωσης μιας συναυλίας σε εικόνα θολώνουν πολύ –και η αλήθεια είναι πως το «Jazz On A Summer Day» ανήκει μάλλον στη δεύτερη κατηγορία, δίνοντας την ευκαιρία να θαυμάσουμε επί σκηνής μορφές σαν τον Louis Armstrong, τη Mahalia Jackson, την Anita O'Day και τον Thelonious Monk. Παραμένει ωστόσο κι ένα πολύτιμο ντοκουμέντο για μια πλευρά των ύστερων 1950s που δεν είχε να κάνει με την έκρηξη του rock 'n' roll (παρότι εμφανίζεται και ο Chuck Berry), καθώς σε 85 λεπτά διάρκειας οι Bert Stern & Aram Avakian καταγράφουν το Newport Festival 1958 λίγο πριν το πλημμυρίσει η folk revival νεολαία των 1960s που θα ανακάλυπτε τη μαύρη μουσική των Η.Π.Α.
20 Feet From Stardom (2013)
O Morgan Neville πρωτοτυπεί, ρίχνοντας τον προβολέα της δημοσιότητας στη Merry Clayton, στη Darlene Love, στη Lisa Fischer και σε άλλες τραγουδίστριες σαν κι αυτές. Όσες έκαναν δηλαδή σπουδαίες καριέρες, μένοντας όμως στα δεύτερα φωνητικά –κάπως σαν τη δική μας Ρία Κούρτη, ας πούμε. Με αποτέλεσμα να μη γίνουν ποτέ φίρμες, ακόμα κι αν πήραν μέρος σε θρυλικές ηχογραφήσεις, στις οποίες έβαλαν αποφασιστικές πινελιές: φαντάζεστε αλήθεια το "Gimme Shelter" των Rolling Stones δίχως τα υπέροχα, gospel προέλευσης φωνητικά της Clayton; Μάλλον δίκαιο το Όσκαρ Καλύτερου Ντοκιμαντέρ, παρότι στην τότε τελετή υπήρχαν κι άλλες γερές, μη μουσικές υποψηφιότητες (π.χ. το «The Act Οf Killing»).
Buena Vista Social Club (1999)
Κούρασε κάπου το στόρι με τους Buena Vista Social Club στην Ελλάδα, όπως κούρασε και το στόρι με τον Mulatu Astatke ή με τους Subways, λόγω ανελέητου συναυλιακού «καψίματος» κατά τη διάρκεια των '00s. Πίσω στα 1999, όμως, το ντοκιμαντέρ του Wim Wenders (ναι, του γνωστού) υπήρξε ένας θρίαμβος για τη μουσική που μάθαμε να καταναλώνουμε ως «world». Ζωντανεύοντας με πολύ άμεσο τρόπο και το ταξίδι του Ry Cooder στην Αβάνα –το οποίο στάθηκε υπεύθυνο για τη νέα παγκόσμια τρέλα με τα κουβανέζικα– αλλά και την ανθηρή σκηνή που υπήρχε εκεί γύρω από σεβάσμιες φιγούρες σαν τον Ibrahim Ferrer και τον Ruben Gonzales.
The Decline Οf Western Civilization (I/1981, II/1988, III/1998)
Για τους περισσότερους από όσους μεγάλωσαν στα τέλη 1980s/αρχές 1990s και τρίφτηκαν επιδερμικά με τη hard rock κουλτούρα της εποχής, η Penelope Spheeris είναι εκείνη που έφτιαξε το «Wayne's World» (1992). Για τους πιο εμβριθείς μουσικόφιλους, όμως, η σκηνοθέτρια από τη Νέα Ορλεάνη θα είναι για πάντα η δημιουργός αυτής της εκπληκτικής τριλογίας –γιατί ως τριλογία πρέπει νομίζω να το λογίζουμε το «The Decline of Western Civilization».
Το πρώτο μέρος είναι αφιερωμένο σε μπάντες του Λος Άντζελες σαν τους X, Black Flag ή Circle Jerks, όσους ανέλαβαν δηλαδή να κρατήσουν ζωντανή την punk φλόγα στις Η.Π.Α. μετά το θάμπωμά της στη Βρετανία. Και δυσκολευόμαστε ίσως να το καταλάβουμε, όμως πίσω στο 1981 η αίσθηση που δημιούργησε ήταν τέτοια, ώστε ο αρχηγός του LAPD απαίτησε να μην ξαναπροβληθεί ποτέ στην επικράτειά του. Το δεύτερο μέρος ασχολήθηκε έπειτα με τη metal πλευρά της Πόλης των Αγγέλων, φιλοξενώντας μεταξύ άλλων τον Lemmy, τον Ozzy, τους Aerosmith και τους W.A.S.P., ενώ το τρίτο –και λιγότερο ενδιαφέρον, συγκριτικά, παρά τον καθοριστικό ρόλο τον οποίον έπαιξε στη ζωή της Spheeris– ξαναγύρισε στο punk, εξερευνώντας το μικροσύμπαν κάποιων γκρουπ με έντονα αντικαθεστωτικό προφίλ (π.χ. Final Conflict, Litmus Green, Naked Aggression).
George Harrison: Living In The Material World (2011)
Μπήκα στον πειρασμό να κλείσω την πεντάδα με το περσινό «The Beatles: Get Back» του Peter Jackson, καθώς ανανέωσε νομίζω την πίστη πολλών στην τέχνη του μουσικού ντοκιμαντέρ, σε μια εποχή που τέτοια φιλμ έγιναν κάπως της μόδας, με αποτέλεσμα να βλέπουμε πια και πολλές ευκολίες, βασισμένες σε ακατάπαυστες συνεντεύξεις και όχι σε πλούσιο αρχειακό υλικό.
Μένοντας ωστόσο σε Beatles θεματική αποφάσισα τελικά υπέρ του Martin Scorsese. Πολύ απλά γιατί, εστιάζοντας στον βίο και στην πολιτεία του George Harrison, δίδαξε πώς να φτιάχνεις μουσικά ντοκιμαντέρ –σε αντίθεση με ό,τι περιγράφω παραπάνω. Πληθωρικό, εξοντωτικό ίσως στα 208 λεπτά διάρκειας, φτιαγμένο σε βάθος πενταετίας, επιδεικνύοντας και πάθος μα και την αναγκαία αποστασιοποίηση, το «Living In The Material World» φιλοτεχνεί ένα πλήρες πορτρέτο του καλλιτέχνη και της διαδρομής του. Του είδους που παλιότερα ίσως πίστευες ότι χωρά μόνο σε ένα καλό μουσικό βιβλίο.