Η νεκρανάσταση του καλλιτέχνη
Στον ‘Θάνατο του Συγγραφέα’ (1967) ο Roland Barthes υποστήριξε πως κάθε κείμενο είναι αποκομμένο από την βουλή και τη ζωή του συγγραφέα του· πως η αντιστοίχηση του δημιουργού με το έργο θέτει τεχνητά όρια στο ίδιο το έργο. Η μικρή αυτή πραγματεία του Barthes ήταν μια εναντίωση σε ένα κίνημα κριτικής που επικεντρωνόταν στη βιογραφία του κάθε συγγραφέα προσπαθώντας να ερμηνεύσει ένα έργο με βάση αυτήν που θεωρούσε πως ήταν η πρόθεση του δημιουργού – μια πρόθεση που αφενός είναι δύσκολο να αντλήσουμε μέσα από τις αράδες ενός κειμένου (ή τους στίχους και τη μουσική ενός δίσκου, ή τις σκηνές μιας ταινίας) και αφετέρου οδηγεί σε μια πολύ αφελή οπτική του κοινού ως παθητικού καταναλωτή τέχνης.
Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια τάση να εξετάζονται (συνήθως με αφοριστικό τρόπο) έργα με αποκλειστικό μπούσουλα τον βίο των δημιουργών (που μπορεί να έχουν σκιώδη ή καταφανώς επικίνδυνα πολιτικά ή κοινωνικά πιστεύω ή/και βεβαρημένο ποινικό μητρώο), ασχέτως αν αυτά φέρουν στοιχεία των πεποιθήσεων των δημιουργών τους (που και να φέρουν, τα πράγματα δεν είναι απλά) και αγνοώντας την πτυχή της καλλιτεχνικής και αισθητικής αξίας τους. Υπάρχει ένας σοβαρός λόγος για τον οποίο συμβαίνει αυτό: η προσπάθεια για περιορισμό της οποιασδήποτε οικονομικής στήριξης της ατζέντας ενός δημιουργού, όταν υπάρχει μεγάλη πιθανότητα τα χρήματα που θα δοθούν για κάποιο έργο, συναυλία/εκδήλωση, ή merchandise ενός καλλιτέχνη να καταλήξουν σε χρηματοδότηση σκοπών που μπορεί να βλάψουν ανθρώπινες ζωές. Η απομόνωση του ατόμου αναγκαστικά θα χτυπήσει πάνω στην καλλιτεχνική πτυχή του (μιας και αυτή είναι που τον φέρνει σε επαφή με μεγάλο αριθμό ατόμων) και θα πάρει σβάρνα το έργο του (ας έχουμε πάντως υπόψιν πως σήμερα είναι ευκολότερη από ποτέ η κατανάλωση και απόλαυση τέχνης δίχως οικονομική στήριξη του δημιουργού και των δράσεών του). Όμως από εκεί ως την ταύτιση έργου τέχνης και καλλιτέχνη υπάρχει τεράστιο χάσμα.
Αν δεχτούμε ότι προϊόν τέχνης είναι ένα υλοποιημένο διάνυσμα από ιδέες, εικόνες και συναισθήματα, τότε σύμφωνα με τον John Dewey το έργο τέχνης δημιουργείται εκεί όπου το προϊόν αυτό τέμνεται με την εμπειρία του κάθε ατόμου που το καταναλώνει. Με αφετηρία αυτόν τον συλλογισμό και λαμβάνοντας υπόψιν και τον Barthes, μπορούμε να πούμε πως κάθε προϊόν τέχνης είναι ένα πολυεπίπεδο μωσαϊκό πιθανοτήτων και ενδεχομένων, το οποίο, από τη στιγμή που θα φύγει από τα χέρια του δημιουργού πολλαπλασιάζεται σε τόσα αντίτυπα όσα και οι κοινωνοί του (ενίοτε και σε περισσότερα, μιας και διαφορετικές χρονικές στιγμές οδηγούν σε άλλες όψεις του ίδιου έργου από τον ίδιο καταναλωτή) και έχει ισάριθμα νοήματα και όψεις, καταλήγοντας να αποκρυσταλλώνεται κάθε φορά σε ένα διαφορετικό έργο τέχνης. Μιλώντας για παράδειγμα για έναν μουσικό δίσκο, υπάρχουν τόσες διαφορετικές εκδοχές αυτού όσοι και οι ακροατές του – και καθεμιά από αυτές τις εκδοχές είναι και ένα διαφορετικό έργο τέχνης που εκπορεύεται από το ίδιο προϊόν – τον δίσκο.
Το δέσιμο, λοιπόν, της καλλιτεχνικής δημιουργίας επάνω στον βίο και την πολιτεία του δημιουργού είναι ένας υποβιβασμός του έργου σε μέσο οικονομικής ενίσχυσης μιας ατζέντας – κάτι επιπόλαιο, ιδεοληπτικό και κυνικό (όπως από την άλλη και η πλήρης αδιαφορία για τον παράγοντα αυτό). Ένα προϊόν τέχνης είναι μια οντότητα αυτόνομη από τον δημιουργό, η οποία πολλαπλασιάζεται με κάθε αναπαραγωγή και μεταλλάσσεται ποικιλοτρόπως ερχόμενη σε επαφή με κάθε καταναλωτή της – τελείως διαφορετικά θα βιώσει το “Hvis Lysset Tar Oss” των Burzum ένας τωρινός δεκαοχτάχρονος από ότι ένας ακροατής των ‘90s, και οι εμπειρίες αμφότερων λίγη σχέση θα έχουν με αυτά που βίωνε ο Vikernes (ένας ακροδεξιός που τυγχάνει να είναι εκπληκτικός συνθέτης) όταν οραματιζόταν και ηχογραφούσε τον δίσκο.
Συζητήσιμη είναι επίσης η προπαγάνδα ιδεών μέσω της τέχνης. Ο δημιουργός μπορεί πράγματι να φορτίσει το προϊόν τέχνης ως ξόρκι, έτσι ώστε αυτό να φέρει με μολυσματικό τρόπο πάνω του ιδέες και εικόνες. Όμως από εκεί και πέρα έχει ελάχιστο έλεγχο στο τί μπορεί να σημαίνουν για κάθε καταναλωτή τα συστατικά του προϊόντος τέχνης· η κάθε ιδέα, η κάθε λέξη και εικόνα που θα χρησιμοποιήσει, φέρει πλούτο και ποικιλία εννοιών πάνω της, οι οποίες εξαρτώνται από το πολιτισμικό, ιστορικό, συναισθηματικό, ψυχολογικό, αισθητικό υπόβαθρο του κάθε κοινωνού της. Από την στιγμή που αποκόπτεται από το σώμα του δημιουργού, το προϊόν υπόκειται σε αλλοιώσεις, παραμορφώσεις και μεταλλάξεις από το βαρυτικό πεδίο των ατόμων με τα οποία θα έρθει σε επαφή. Για αυτό και το κάθε έργο τέχνης (η αποκρυστάλλωση του προϊόντος καθώς αυτό έρχεται σε επαφή με τον κοινωνό) μπορεί εν τέλει να έχει ελάχιστη σχέση με αυτό που είχε στο νου ο δημιουργός.
Η ταύτιση καλλιτέχνη και έργου μπορεί να είναι μεν μια μαχητική στάση απέναντι σε αμφιλεγόμενους καλλιτέχνες, αλλά προεξοφλεί την παθητικότητα του καταναλωτή, μειώνει την τέχνη σε κάτι το νεκρό και άκαμπτο, και ανάγει τον δημιουργό σε ένα παντοδύναμο ον, υπό τον πλήρη έλεγχο του οποίου βρίσκονται όχι μόνο οι δημιουργίες του, αλλά και όλοι οι πιθανοί καταναλωτές αυτών. Ως αποτέλεσμα εισέρχεται στο πεδίο ένα νεκροζώντανο φάσμα που θα ικανοποιούσε πολλούς από τους μαυρομέταλλους των ‘90s.