Jerky versions of a song
Είναι τεράστιο, αχανές το ζήτημα των διασκευών. Μοιάζει με μία προαιώνια ανάγκη κάθε μουσικού να αποτίσει φόρο τιμής στους αγαπημένους του μουσικούς παίζοντας ένα από τα δικά του κομμάτια. Από την άλλη, είναι και μία ευκολία να το κάνει: γιατί να σπας το κεφάλι σου να γράψεις μια μελωδία της προκοπής όταν το έχει κάνει κάποιος άλλος ήδη, ίσως και καλύτερα απ’ όσο θα μπορούσες να το έχεις κάνει εσύ; Από καταβολής ροκ εν ρολ λοιπόν, ο ένας παίζει τα κομμάτια του άλλου και τούμπαλιν. Πώς να διαλέξεις μια εντεκάδα από δαύτα ως εκ τούτου; Απλά, κλείνεις τα μάτια και παραθέτεις τα πρώτα που σου έρχονται στο μυαλό, χωρίς να σκεφτείς τα πώς και τα γιατί και τα «μην ξεχάσω κάποια σημαντική» επειδή σίγουρα θα συμβεί αυτό και δεν θα έχει νόημα να πονοκεφαλιάζεις για τέτοια πράγματα. Κατόπιν, τα ανοίγεις (τα μάτια που λέγαμε πριν) και γράφεις δύο λόγια γι’ αυτές.
Adem – Invisible Man
Θα τολμούσα να πω ότι αυτή η εκτέλεση μου αρέσει περισσότερο από την αυθεντική των Breeders. Εξάλλου, όποιος κάνει ολόκληρο άλμπουμ διασκευών το εννοεί, δεν το κάνει μόνο και μόνο να γεμίσει ένα δίσκο που του έπεσε ένα – δύο τραγούδια κοντότερος! Απογυμνωμένο στα απολύτως απαραίτητα, μια ακουστική κιθάρα κι ένα ξυλόφωνο, και μια ερμηνεία που δίνει άλλη διάσταση στο κομμάτι, είναι ένα μικρό ταξίδι που αν τύχει και το κάνεις την κατάλληλη στιγμή με τους κατάλληλους ανθρώπους, σου αφήνει ανεξίτηλο σημάδι που θυμάσαι για χρόνια. Καλή ώρα όπως τώρα εδώ, από εμένα.
Au Pairs – Repetition
Όλοι έχουν διασκευάσει Bowie, κι όσοι όχι, πολύ θα το ήθελαν μα δεν το έχουν κάνει είτε γιατί δεν έχουν τα κότσια, είτε γιατί τον σέβονται και τον αγαπούν τόσο που θα προτιμούσαν να μην τον κακοποιήσουν. Οι Au Pairs πήγαν κατ’ ευθείαν εκεί που έπρεπε να πάνε, στην τριλογία του Βερολίνου, και τρύγησαν εκείνο που τους αφορούσε: ένα κομμάτι που μιλάει για τη δυσλειτουργική πλευρά του γάμου και την καταπίεση που υφίστανται οι γυναίκες μέσα σ’ αυτόν. Το κλίμα στον ήχο παραμένει σκοτεινό, αντανακλώντας τον ψυχισμό της ηρωίδας των στίχων, και η Leslie Woods κάνει το ακατόρθωτο – στέκεται ισάξια ερμηνευτικά πλάι στον Μέγιστο.
His Name Is Alive – Man On The Silver Mountain
Πολλοί θα αναφωνήσουν «ιεροσυλία»! Πώς τολμάει κανείς και παίρνει ένα λεβέντικο ρόκερ και το κάνει νανούρισμα σχεδόν με γυναικεία φωνητικά στη θέση εκείνων του Dio; That’s the whole point, θα έλεγε κανείς που θα μας άκουγε από την αλλοδαπή. Ποιος ο λόγος να παίξεις νότα – νότα κάτι που είναι τόσο έντονα εντυπωμένο στο συλλογικό υποσυνείδητο; Ο Warren Defever δε φημίζεται εξάλλου για τυπικές καλλιτεχνικές κινήσεις, οπότε μας φιλοδώρησε με μία διασκευή που δίνει άλλη υπόσταση σ’ ένα σπουδαίο κατά τα άλλα κομμάτι, μόνο που εδώ το κάνει ακόμη σπουδαιότερο.
This Mortal Coil – Song To The Siren
Εντάξει, είπαμε να προσπαθήσουμε να βάλουμε κάποιες πιο άγνωστες εκτελέσεις σε τραγούδια άλλων, μα ορισμένες διασκευές είναι πέρα και πάνω από κάθε περιγραφή και κανόνες που έχουν τεθεί. Όχι μόνο μας σύστησαν το εν λόγω κομμάτι οι TMC (ακόμη και σε όσους γνώριζαν ήδη τον Tim Buckley), αλλά του έδωσαν μια θεαματική σπρωξιά και το εκτόξευσαν στα ουράνια. Ρεσιτάλ ερμηνείας από την Elizabeth Frazer, υπέροχο ambient φόντο από τον Robin Guthrie, κι ένα μνημειώδες ηχογράφημα είναι το αποτέλεσμα. Για τις λοιπές διασκευές που έχουν κάνει οι TMC αξίζει ένα άρθρο ξεχωριστό.
Heidi Berry – Up In The Air
Τρίτο κομμάτι από τον κατάλογο της 4AD, κι όχι επειδή έχω μονομανία, έτσι; Δεν φτάνει που λατρεύω το ύστατο άλμπουμ των Husker Du, έρχεται από πάνω κι αυτή η Αμερικανίδα νεράιδα και το μετατρέπει σε ένα φολκ κομψοτέχνημα, χωρίς κανείς να έχει το δικαίωμα να φωνάξει «ιεροσυλία» όπως παραπάνω. Η φωνητική μελωδία είναι ουράνια, και μόνο οι στίχοι είναι εκείνοι που σε προσγειώνουν στη σκληρή πραγματικότητα. Αυτή η αντίθεση είναι ίσως που κάνουν το κομμάτι τόσο μεγαλειώδες, ίσως πάλι η ψύχραιμη ερμηνεία της Berry που του δίνει φτερά και το ανασηκώνει «ψηλά στον αέρα».
Bill Ryder-Jones – Anyone Who Had A Heart
Εντάξει, για την αξία του τραγουδιού δεν έχουμε να πούμε τίποτα περισσότερο από το ότι αποτελεί σύνθεση του ντουέτο Bacharach/David, αυτό αρκεί. Από εκεί και πέρα, ο πρώην Coral κάνει τα ελάχιστα: το ερμηνεύει σχεδόν ξεψυχισμένα, σαν να είναι λίγο μεθυσμένος, λίγο παραδομένος σε μία μοίρα που δεν του έχει φερθεί με τον καλύτερο τρόπο, ενσαρκώνοντας θα ’λεγε κανείς τους ίδιους τους στίχους. Ποιος άκαρδος/η δεν θα έπαιρνε στα χέρια του όποιον τραγουδούσε αυτό το κομμάτι και δεν θα τον αγαπούσε; Ίσως ο Bill Ryder – Jones να βρήκε την αληθινή του αγάπη απλά πιάνοντας στα χέρια / στόμα του αυτόν τον ύμνο…
Rod Stewart – Country Comforts
Οτιδήποτε τραγουδάει ο Rod Stewart κατέχει μια (μικρή ή μεγάλη, ανάλογα) θέση στην καρδιά μου. Κι εκεί που ένα μεγάλο μέρος του ρεπερτορίου του απαρτίζεται από διασκευές, θα πάμε στις πρώτες ημέρες της δισκογραφίας του γι’ αυτή την εκ νέου ανάγνωση ενός κλασικού κομματιού του Elton John. Του ταίριαξε η americana του Rod, ήρθε και παντρεύτηκε με ένα εξαιρετικό σαπόρτ από το μπάσο του Ron Wood κι έχουμε μια θαυμάσια στιγμή αντάξια του μεγάλου τραγουδιστικού του ταλέντου. Κι όχι, δεν είναι η ώρα να ανοίξουμε συζήτηση για τη συνολική του καριέρα…
Everything But The Girl – Night & Day
Κι εδώ κλέβω λίγο, μιας που το κομμάτι από μόνο του είναι υπεράνω περιγραφής κι αξιολόγησης. Σύνθεση του Cole Porter που ανήκει πια στο κλασικό αμερικανικό ανθολόγιο, στα χέρια του υπέροχου ζεύγους γίνεται ένα bedsit anthem που αφορά κάθε γενιά, ανεξαρτήτως γενιάς και ηλικίας. Ποτέ δεν είναι αρκετά τα τραγούδια αγάπης που θα γραφτούν και θα ακούσουμε εμείς, πολύ περισσότερο τέτοια που να νοιώθεις ότι σε αφορούν όσο κανένα άλλο. Ειδικά όταν σε βρουν κατάκαρδα και σε ευαίσθητη εφηβική ηλικία.
Lemonheads – Mrs Robinson
Πολύ πριν τον κατακτήσει η κατάθλιψη, όταν ήταν ο νούμερο 1 γκόμενος της indie rock σκηνής, ο Evan Dando έπαιρνε ένα κλασικό ποπ τραγούδι και το έκανε, αν όχι καλύτερο, τουλάχιστον εξίσου σπουδαίο με το αυθεντικό των Simon & Garfunkel. Από τις φορές που δεν βαριέσαι να ακούσεις κάτι όσες φορές κι αν περάσει από τα αυτιά σου, το Mrs Robinson όχι απλά εγγυάται ότι θα κάνει τα πόδια σου να κουνηθούν αλλά κι ότι θα ανεβάσει τη διάθεσή σου ακαριαία, που κάποτε είναι και το ζητούμενο.
Echo & The Bunnymen – People Are Strange
Δεν είμαι σίγουρος αν μπορώ να καταθέσω υπεύθυνα ότι το λένε καλύτερα, αλλά το βάζω εδώ επειδή το έχει ερμηνεύσει ο Mac, που για μένα είναι ένας παραπάνω από καλός λόγος να το κάνω. Στη θέση του θα μπορούσε να είναι οποιοδήποτε άλλο κομμάτι που έχουν πιάσει στα χέρια τους οι Bunnymen, το Paint It Black ένα άλλο παράδειγμα, αλλά κι αυτό μια χαρά κάνει τη δουλειά του. Αξίζει επίσης να ακούσει κανείς το δικό τους Do It Clean σε ζωντανή εκτέλεση, όπου μέσα του έριχναν 3-4 άλλα ρεφρέν, μια καλή ιδέα που δε θυμάμαι να ακολούθησαν άλλοι. Κακό δικό τους.
The Fall – Lost In Music
Και πάλι, δεν τίθεται θέμα για το original των Sister Sledge. Περιλαμβάνεται στη λίστα αυτή επειδή μου αρέσει το πώς οι Fall διατηρούν το groove του τραγουδιού (σε μία λευκή του εκδοχή ασφαλώς, ας μην είμαστε πολύ απαιτητικοί επί της παρούσης) κι από πάνω ο Mark E Smith τραγουδάει σαν να μην έχει πολύ επαφή με την αποστολή που έχει αναλάβει, σαν να βρίσκεται σ’ ένα παράλληλο σύμπαν και να προσπαθεί να επανασυνδεθεί με τον πλανήτη Γη. Αυτό που βγαίνει από όλη αυτή τη διαδικασία είναι μια αίσθηση πλάκας που είναι μάλλον και το γενικότερο δια ταύτα, τόσο εδώ όσο και σε όλες τις αντίστοιχες προσπάθειες – περίπου.
Bonus πίστα – η χειρότερη διασκευή όλων των εποχών
Scissors Sisters – Comfortably Numb
Ακούω ήδη κάποιους να φωνάζουν «σιγά το κομμάτι ούτως ή άλλως». Εκτός του ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο, θα συμφωνήσετε ότι ακόμη και επί των νεκρών απαγορεύεται να ασελγεί κανείς, δεν είναι ηθικό βρε παιδί μου… Το κομμάτι έχει την αξιοπρέπειά του, και δεν είναι δικαίωμα κανενός να το πιάνει από τα πόδια και να το σέρνει ανάμεσα σ’ ένα καρναβάλι από ξεμωραμένους που προφανώς έχουν καταναλώσει υπερβολικά ναρκωτικά για να έχουν συναίσθηση του τι κάνουν. Δεν κρύβεται τίποτε καλλιτεχνικά δημιουργικό πίσω από τη διασκευή, και το fun του είναι σαν αποτέλεσμα ενός άτυπου bullying…