Μην παίζεις ζάρια αν θέλεις δωδεκάρια
Για τον δέκτη η μουσική είναι πάνω από όλα αισθητική και συναίσθημα. Ο ακροατής, και πολύ περισσότερο ο fan, δεν εξετάζει την συνθετική αρτιότητα, την πρωτοτυπία, την ενορχήστρωση ή την αρμονία αλλά ανταποκρίνεται σε αυτό που τον ερεθίζει συναισθηματικά, που «γεμίζει την ψυχή του» όπως λένε κάποιοι. Γι’ αυτό και βλέπουμε μερικές φορές τραγούδια που είναι γραμμένα πάνω στην ίδια ακολουθία συγχορδιών και έχουν παρόμοια μελωδία να αντιμετωπίζονται διαφορετικά, ανάλογα με το ποιος τα λέει, σαν αριστούργημα π.χ. από ένα ροκ γκρουπ του γούστου μας και σαν αηδία από ένα ανατολικοευρωπαϊκό ποπ σχήμα στη Eurovision. Γιατί για πολλά ακροατήρια η Eurovision είναι ψηλά στη λίστα των ένοχων απολαύσεων, τόσο ψηλά όσο το πιτόγυρο πάνω από τα 50 (χρόνια, όχι πιτόγυρα).
Γιατί αγαπάμε να μισούμε τη Eurovision; Οι λόγοι είναι πολλοί και διαφορετικοί για τον καθένα. Οι οπαδοί της κάθε είδους «ποιοτικής» μουσικής τη μισούν για την ποπ ελαφρότητα των τραγουδιών. Οι διανοούμενοι για το ίδιο, συν τον ξέφρενο πάρτυ χαρακτήρα της. Σε πολλούς αρέσει να την αποκαλούν «πανηγυράκι» έστω κι αν οι ίδιοι γλεντάνε σε καλοκαιρινά φεστιβάλ πίνοντας σε πλαστικό ποτήρι πρεζόκρασα (λέξη που έμαθα από τα παιδιά μου για το φτηνιάρικο χύμα κρασί και δεν μπόρεσα να αντισταθώ στον πειρασμό να την αναπαράγω) και ακούγοντας κακοπαιγμένα έντεχνα με χάλια ήχο. Οι συντηρητικοί για τον gay χαρακτήρα που πήρε από τα 90s που είχε πέσει σε παρακμή και την διέσωσε η gay κοινότητα οικειοποιούμενή την από τότε σε μεγάλο βαθμό. Και διάφοροι άλλοι για λόγους που δεν μπορώ να φανταστώ.
Μπορεί να φαίνεται εύκολο να γράψεις για τη Eurovision αλλά μόνο τέτοιο δεν είναι, αν θέλεις να κρατήσεις ένα μίνιμουμ σοβαρότητας. Γιατί είναι πολύ εύκολο να αρχίσεις τις αφ’ υψηλού πλακίτσες και την ειρωνεία αλλά κάνοντας αυτό γίνεσαι κι εσύ αυτόματα εξίσου γραφικός με τους eurofans. Η Eurovision πέρα από το προφανές είναι ένα πολυδιάστατο γεγονός και αν αρχίσεις να το ψάχνεις θα πρέπει να γράψεις εκτός από μουσική και για πολιτική, και για εθνικισμό, και για ταυτότητες φύλου και πολλά ακόμη. Δεν θα αρχίσω τις μακροσκελείς αναλύσεις τώρα για το τι είναι και τι σημασία έχει, το έχουν κάνει πολλοί πριν από μένα, αλλά θα πω μόνο ότι είναι μια διοργάνωση που όλα τα κράτη πιστεύουν ότι είναι καλύτερα να είσαι μέσα παρά απ’ έξω. Το θέλουν και κράτη που δεν ανήκουν γεωγραφικά στην Ευρώπη αλλά είναι συγγενή πολιτιστικά όπως η Αυστραλία και ο Καναδάς. Το επιδιώκουν ασιατικά κράτη που μπήκαν από σπόντα όπως το Αζερμπαϊτζάν επειδή κάποτε ανήκε στην ΕΣΣΔ. Το κατάλαβαν μέχρι και οι Ιταλοί που είχαν αποχωρήσει πικαρισμένοι που δεν τους το έδιναν όσο συχνά πίστευαν ότι το δικαιούνται και ξαναγύρισαν με την ουρά στα σκέλια, στέλνοντας μάλιστα κάθε χρόνο το τραγούδι που κέρδισε το φεστιβάλ του Σαν Ρέμο. Σε αντίθεση με τη δεύτερη μεγαλύτερη ποπ βιομηχανία του κόσμου, τη Μεγάλη Βρετανία, που κρατάει αμφίθυμη στάση μένοντας μεν σταθερά μέσα αλλά στέλνοντας δευτεροτρίτα ή συνταξιούχους.
Η δική μου θέση απέναντι στη Eurovision είναι μάλλον ουδέτερη. Σίγουρα δεν είμαι φαν ούτε την κυνηγάω. Το 2004 μάλιστα ήμουν στην Κωνσταντινούπολη τη μέρα του τελικού αλλά πήγα αλλού, τα έγραψα εδώ. Ο βιότοπός μου και εκεί που ανήκει η καρδιά μου είναι τα μικρά κλαμπ που παίζει μια (ή παραπάνω) πανκ-ροκ μπάντα ή ένα τζαζ κουαρτέτο, όχι οι μεγάλες χλιδάτες σκηνές με χορογραφημένες παραστάσεις. Αλλά ούτε και την καταδικάζω μετά βδελυγμίας. Αν δεν έχω κάτι καλύτερο να κάνω θα την παρακολουθήσω με ενδιαφέρον, θα γελάσω με το (πολύ) κιτς που κουβαλάει αλλά θα εκτιμήσω και τα ωραία τραγούδια, που σίγουρα θα έχει λίγα κάθε χρόνο, μια που όλα καταλήγουν στη μουσική. Και έχουν περάσει τραγουδάρες.
Πέρα από τα προφανή κλασικά που υπερέβησαν κατά πολύ τον διαγωνισμό, είτε κέρδισαν όπως αυτό, είτε όχι, όπως αυτό, προσωπική μου αδυναμία είναι το ολλανδικό bubblegum που κέρδισε το 1975, το τραγούδι χωρισμού του νεαρού ακόμη Lucio Dalla που είπε ο Gianni Morandi το 1970 και πάτωσε, το eurodisco cult (trash εδώ που τα λέμε αλλά άνθρωποι είμαστε έχουμε και αδυναμίες) διαμάντι που έστειλε η Γερμανία το 1979 και πάνω απ’ όλα η εντελώς αναπάντεχη συμμετοχή του μεγάλου Battiato μαζί με την Alice το 1984 με το μινόρε synth-pop αριστούργημα με τους αλληγορικά περιγραφικούς στίχους ‘I Treni di Tozeur’ που βγήκε πέμπτο αντί να κερδίσει επί τη εμφανίσει (για κάτι τέτοια τα βρόντηξαν οι Ιταλοί)
Η ελληνική συμμετοχή στη Eurovision είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο με πολλή ίντριγκα, γέλιο και πόνο. Πείτε ό,τι θέλετε αλλά το πρώτο τραγούδι που στείλαμε πριν από 50 χρόνια ήτανε καλή ιδέα και προκαλεί θετικά vibes κι ας ήταν εντελώς εκτός κλίματος για την εποχή του. Η Eurovision δεν ήταν ακόμη έτοιμη για την αισθητική διαφορετικότητα (και για καμιά άλλη εδώ που τα λέμε) και είμαι σίγουρος ότι αν πήγαινε 30 χρόνια αργότερα θα τα πήγαινε πολύ καλύτερα, όπως πήγε 39 χρόνια αργότερα το βαλκανικό ska-punk με μπαγλαμά που στείλαμε με τον σχωρεμένο τον Αγάθωνα σαστισμένο εκτός τόπου και χρόνου να στέκεται σαν κολόνα μέσα στο σύστριγγλο.
Πίσω στο 1977 στείλαμε ένα τραγούδι του μεγάλου Χατζηνάσιου, με τέσσερις από τους μεγαλύτερους ποπ σταρ της εποχής να το τραγουδάνε με το μυαλό στους ΑΒΒΑ, το οποίο δεν κέρδισε μεν αλλά έκανε αίσθηση και διασκευάστηκε μέχρι και από τους Синяя птица, ένα από τα μεγαλύτερα σοβιετικά ποπ γκρουπ.
Στα χρόνια που ακολούθησαν στείλαμε πολλά τραγούδια, άλλες φορές προσπαθώντας να αντιγράψουμε τη συνταγή της επιτυχίας, όπως την αντιλαμβανόταν ο καθένας τέλος πάντων, και άλλες φορές προσπαθώντας να τονίσουμε την όποια μας ιδιαιτερότητα. Άλλες φορές πήγε καλά, άλλες όχι τόσο.
Όταν η δουλειά έγινε επαγγελματικά, και σε επίπεδο παραγωγής και σε επίπεδο δημοσίων σχέσεων, φτάσαμε μέχρι και το Νο1. Όταν έγινε τσαπατσούλικα ή βυσματικά μείναμε μέχρι και έξω από τον τελικό.
Όλα τα παραπάνω γράφτηκαν πριν από τον φετινό τελικό. Αυτά που έγιναν πριν και κατά τη διάρκειά του νομίζω ότι τα επιβεβαίωσαν: οι αντιδράσεις από κοινό και κάποιους διαγωνιζόμενους απέναντι στην αντιπροσωπεία του Ισραήλ, οι πολλοί ψήφοι που πήρε τελικά το Ισραήλ από το κοινό σε αναντιστοιχία με τις επιτροπές, ο χαμός στα social media (κανένα άλλο τηλεοπτικό γεγονός δεν προκαλεί τόσο μεγάλο) και διάφορα άλλα μικρά και μεγάλα σκάνδαλα έδειξαν ότι η υπόθεση έχει ψωμί από πολλές απόψεις.
Και του χρόνου.