Music to play in the dark
Ακραία/πειραματική μουσική. Η αλήθεια είναι ότι με προβλημάτισε αυτή η διπλή ονομασία-working title και το πώς να προσεγγίσω το θέμα. Αναρωτήθηκα αν θα έπρεπε κανείς να διαχωρίσει τα δύο, αν το ένα είναι αναπόσπαστο κομμάτι του άλλου, ή αν εγώ τα υπεραναλύω χωρίς λόγο.
Σίγουρα ένοιωσα πολύ πιο άνετα με το πρώτο, λίγο κόλλησα με το δεύτερο. Κάτι μου φταίει στα connotations. Βρίσκω τον όρο ‘πειραματικό’ κάπως πιο συγκεκριμένο, ίσως επειδή (με) παραπέμπει περισσότερο είτε σε μίνιμαλ ηλεκτρονική μουσική, είτε σε κάποιας μορφής αυτοσχεδιασμό και γενικά σε κάτι φορμαλιστικό.
Βέβαια και το ‘ακραίο’ με τη σειρά του συνδέεται με περιπτώσεις μουσικών, όπως ας πούμε ο G.G. Allin και κυρίως η σκηνική του παρουσία, που περισσότερο τείνουν προς το shock value. Από την άλλη όμως καλύπτει άνετα και το φαινόμενο Yoko Ono της οποίας ολόκληρη η ύπαρξη είναι ένας ασταμάτητος πειραματισμός.
Ακραίο είναι αυτό που βρίσκεται στα όρια και τα σπρώχνει. Μουσική δηλαδή η οποία για χι/ψι λόγους και με ανάλογους τρόπους, διαστρεβλώνει το ευρύτερα αποδεκτό ή βγάζει το οικείο από τη θέση του και το βάζει σε άλλο πλαίσιο, του δίνει κάποια διαφορετική υπόσταση, περίπου όπως οι Karftwerk χρησιμοποίησαν το popular culture.
Μέχρι ποιο σημείο λοιπόν μπορεί το στοιχείο του πειραματισμού από μόνο του να εκφράσει τον αντίκτυπο που μπορεί να έχει η μουσική και γενικότερα η τέχνη που υποτίθεται ότι ξεφεύγει από το mainstream και υφίσταται-ή συνυπάρχει αλλά όχι αρμονικά-κάπου τριγύρω του;
Ένας πειραματισμός είναι μία διαδικασία δοκιμαστική και το αποτέλεσμα αυτής. Απρόβλεπτο ή επιθυμητό, υπάρχει πάντα κάτι πίσω από αυτό, κάποια πρόθεση, οι συνθήκες παραγωγής, η προσωπική εμπειρία, η τεχνολογική ευαισθησία της εποχής, ο χειρισμός της γλώσσας ή και η απόλυτη απουσία της. Δεν είναι απαραίτητο να ανοίξει δρόμους το αποτέλεσμα αυτό, μπορεί κάλλιστα να δημιουργήσει ένα δικό του σύμπαν και να παραμείνει εκεί για πάντα, να ταυτιστεί απόλυτα με τους δημιουργούς (με την έννοια του embodiment) ή και να τους ξεπεράσει, να βοηθήσει την εξέλιξη ενός genre εκ των έσω, ή να αποτελέσει έμπνευση για κάτι εντελώς καινούριο.
Όλα αυτά με έκαναν να σκεφτώ για μουσική που κατά μία έννοια είναι και η ‘φιλοσοφία’ του/της δημιουργού, που δεν έχει σκοπό να διασκεδάσει παρόλα αυτά εισχωρεί σε αυτό που ονομάζεται διασκέδαση, όπως κάποια στιγμή οι Skinny Puppy κατέστησαν το χορευτικό σχεδόν αντικοινωνικό βοηθώντας το industrial να περάσει από τους Νeubauten στους Nine Inch Nails. Και που φτάνει μέχρι την ένωση του εμπειρικού με το conceptual, ως sonic art και ως προϊόν της σύγχρονης του πραγματικότητας για να γίνει κάτι όχι απλά καινοτόμο ή ανατρεπτικό αλλά μέχρι και παραβατικό (με την έννοια που πολύ καλύτερα αποδίδει αμετάφραστο το transgressive), όπως οι Throbbing Gristle ή οι Coil.
Και κάπου εδώ αρχίζει και γίνεται ανεπαρκής κατά τη γνώμη ως όρος το ‘πειραματικό’.
Εκτός βέβαια αν τo εντάξουμε στο ‘ακραίο’ μαζί με οτιδήποτε άλλο μπορεί να αποκτήσει instrumental ρόλο σε μία μουσική σύνθεση από την έμπνευση ως την εκτέλεσή της και επικεντρωθούμε όχι τόσο στο ποιος έκανε τι πρώτος όσο στο με ποιον τρόπο το απέδωσε και γιατί. Με βάση αυτή την τελευταία μου σκέψη λοιπόν προέκυψε η παρακάτω εντεκάδα. Και για να παραφράσω λίγο τους ποιητές, πέραν των περιορισμών του όποιου χαρακτηρισμού μπορεί να της προσάψουμε, η μουσική που σε κάνει να αμφισβητείς, να αναθεωρείς και να εμβαθύνεις -ή να τριπάρεις, πείτε το όπως θέλετε-ακούγεται καλύτερα στο σκοτάδι.
1. Yoko Ono - Fly (1971)
Open your box-Open the world. Η εμπειρία του να είσαι γυναίκα. Είναι εξαιρετικά δύσκολη οποιαδήποτε προσπάθεια να το εκφράσει αυτό μία καλλιτέχνης, είναι ακραίο από μόνο του το να μπει στη διαδικασία να αντικαταστήσει αυτή τη μικρή ‘λεπτομέρεια’, τον φυσικό πρωταγωνιστή, το αφηρημένο απροσδιόριστο ‘εγώ’ με ένα πολύ συγκεκριμένο αυτή (την κατά κόσμο απαξιωμένη από οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα ‘Mrs Lenon’). Έτσι οι αφηγήσεις της Yoko γίνονται ακόμη πιο άβολες και αντιπαθείς, όταν αργότερα τραγουδάει για κίτρινα κορίτσια και εκτρώσεις υπό ρυθμούς ψυχεδελικής ροκ στο ‘Feeling the Space’ αφού πρώτα στο ‘Fly’καταφέρνει να ενσωματώσει το experimental απόλυτα τη στιγμή που γίνεται ένα με την Μύγα.
2. Diamanda Galas - The Divine Punishment (1986)
Το κύριο χαρακτηριστικό της Diamanda είναι ότι είναι σοπράνο. Γράφει λοιπόν μία οπερατική τριλογία-καθόλου περίεργο υπό αυτή της την ιδιότητα- και με όργανο τη φωνή αυτή πετυχαίνει κάτι μοναδικό και στα πλαίσια τεχνικής αλλά και εκτέλεσης. Και το βασίζει εξ ολοκλήρου στον ανθρώπινο πόνο εμπνευσμένη από την σύγχρονη της εποχής έκφανσή του, το AIDS, που λίγο μετά θα σκοτώσει και τον αδερφό της. Απαρνείται ερμηνευτικά οτιδήποτε θα μπορούσε να δράσει καθησυχαστικά ή καταπραϋντικά στο ακροατήριο της και στο πρώτο και συγκλονιστικότερο μέρος, το ‘The Divine Punishment’, μας πάει όλους μαζί στην κόλαση μέσω βιβλικών interpretations. Τραυματική εμπειρία.
3. Nico - Desertshore (1970)
Η Nico μάλλον βρήκε τον εαυτό της στο ‘Marble Index’, το ιδιαίτερο όμως αυτού του σύντομου αλλά περιεκτικού άλμπουμ είναι ότι παρά την φαινομενική θεατρικότητά του, είναι ό,τι πιο προσωπικό και ταυτόχρονα τόσο φορτωμένο/φορτισμένο όσο και το μυαλό και η ψυχή της ίδιας. Δεν ξέρω πόσο πειραματικό μπορεί να θεωρηθεί ως σύνθεση ή εκτέλεση, Cale και Nico άλλωστε συνεργάστηκαν και πριν και μετά με βάση πάνω κάτω τα ίδια στοιχεία. Πραγματικά δεν έχω συναντήσει τόσο ωμό σκοτάδι σε όλο το goth(-rock) που φέρεται να επηρέασε, με εξαίρεση ίσως το ‘Only Theater of Pain’ (συγγνώμη Peter Murphy).
4. The Legendary Pink Dots - Asylum (1985)
To ‘Asylum’ είναι αυτό που σήμερα θα αποκαλούσαμε ‘concept album’. Θυμίζει αγγλική σπονδυλωτή ταινία τρόμου (βλέπε Amicus), δηλαδή διατηρεί μία κεντρική ιδέα την οποία μας επισημαίνει και ο τίτλος αλλά την ερμηνεύει μέσω κατακερματισμένων μίνι ιστοριών. Η θεματολογία του καλύπτει τα πάντα, από το τέλος του κόσμου μέχρι mass shootings, μπορεί να είναι ένα γλωσσικό παιχνίδι (όποτε βλέπω βαζάκι ‘pickled herring’στα αγγλικά σούπερ μάρκετ τους σκέφτομαι) αλλά ίσως και το τι συμβαίνει μέσα στο μυαλό ενός τροφίμου. Από ό,τι έχoυν κάνει ο Ka-Spel και η παρέα του παραμένει το άλμπουμ που καρφώθηκε στο μυαλό μου και ακόμη το παιδεύει σημειολογικά και όχι μόνο. Your pain is for you alone…
5. Einstürzende Neubauten - ½ Mensch (1985)
Από τη μία πλέον φαίνεται πιο ‘προσιτό’ από το ‘Kollaps’. Από την άλλη όμως στο ‘Halber Mensch’ είναι πολύ πιο ενδιαφέρον ακριβώς επειδή είναι καλύτερα δομημένο, κινείται άνετα από το χορωδιακό στο ηλεκτρονικότερο και πίσω στο καθαρό industrial, με τον Blixa να δοκιμάζει με πόσους τρόπους μπορεί να τραγουδήσει και ως πού μπορεί να φτάσει τη φωνή του (ως το επικό ‘Seele Brennt’) αφού ήδη οι Neubauten έχουν επαναπροσδιορίσει το τι μπορεί να σημαίνει ρυθμός.
6. Skinny Puppy- Bites (1985)
Πώς να φαίνεται ο κόσμος μέσα από τα μάτια ενός σκύλου… Κάποτε κατά τη διάρκεια ενός μοναχικού (με-κλειστά-μάτια) new-wave χορευτικού εισέβαλλαν στο dance floor οι Skinny Puppy σπρώχνοντας σαν τον ενοχλητικό που ήπιε λίγο παραπάνω. Ο dark φουτουρισμός του ‘Bites’, με synths και samples πάνω σε ηλεκτροάμπιεντ φόντο, μια επιθετικότητα στα φωνητικά που ως τότε είχε οικειοποιηθεί κυρίως η ροκ και δόσεις Severed Heads παραγωγής, δεν ήταν φιλικός προς τον ακροατή. Έβαλε όμως αυτό που χωρίς πολλή σκέψη πια αποκαλούμε industrial στην χορευτική μουσική και vice versa.
7. Throbbing Gristle - 20 Jazz Funk Classics (1979)
Οι TG δεν θα μπορούσαν να είναι προϊόν καμίας άλλης παρά της αγγλικής ψυχοσύνθεσης και πλέον και proud κληρονομιά της. Κατάφεραν να αποσυνθέσουν τα πάντα. Με μία δεύτερη ματιά όλα, από την μπανάλ φωτογραφία/εξώφυλλο (τραβηγμένη στο suicide-hotspot Beachy Head) που παραπέμπει σε φτηνή 70ς συλλογή επιτυχιών, μέχρι την παραπλανητική ‘κορίτσι της διπλανής πόρτας’ φυσιογνωμία της Cosey Fanni Tutti, ξαφνικά είναι δυστοπικά. Αφόρητη επανάληψη, slow motion ντίσκο αισθητική που καταλήγει σε σχεδόν οργασμικά ψιθυρίσματα, το τρομακτικό υπονοούμενο πίσω από τις κραυγές του ‘Persuasion’, όλα μετατρέπονται σε κάποιο ταμπού που δεν είχε κανείς διάθεση να αντιμετωπίσει.
8. Nurse with Wound - Homotopy to Marie (1982)
Ο πρώτος δίσκος Nurse with Wound ως σόλο πλέον project είναι μία σπουδή στο editing. Είναι χωρισμένος σε τέσσερα κομμάτια τα οποία με τη σειρά τους είναι κομματιασμένα σε λούπες και samples που εναλλάσσονται χωρίς να αφήνουν περιθώρια κάποιας ροής, γίνονται δυσάρεστα σε σημείο που θες να σταματήσουν, αλλά από την άλλη θες να δεις και τι γίνεται στο τέλος. Δεν υπάρχει όμως τέλος. Ο Stapleton με το ‘Homotopy to Marie’ έκανε δεύτερη αρχή και ακόμη ευτυχώς δεν έχει καταλήξει πουθενά.
9. Coil - Musick to Play in the Dark 1 (1999)
Σε γενικές γραμμές οι Coil υπήρξαν στον χωροχρόνο ως ένα σύστημα που περιστρεφόταν γύρω από το σεξ και τον θάνατο. Το άλμπουμ αυτό για μένα ήταν η απόλυτη κατανόηση τους, ίσως επειδή την εποχή που κυκλοφόρησε έτυχε να έρθω εγώ σε επαφή με τον ευρύτερο κύκλο τους, ίσως γιατί έτσι κι αλλιώς χρειάζεται χρόνος για να εισχωρήσει κανείς μέσα στο σύμπαν τους… Ο τίτλος τα λέει όλα, οι ίδιοι δήλωσαν ότι σαν γκρουπ πέρασαν από την solar στην moon φάση τους (άλλο θέμα) και σε αυτό το πρώτο μέρος του ‘Musick to Play in the Dark’ ειδικά, εκτός του ότι ξεπέρασαν κάθε προηγούμενη υπαρξιακή αλληγορία με το ‘Broccoli’, γέννησαν και το dark ambient.
10. Aphex Twin - Selected Ambient Works Volume 2 (1994)
Το Volume 1 ήταν η απόδειξη ότι έχουμε να κάνουμε με μία ιδιοφυία. Το Volume 2 είναι ο ίδιος ο Richard αντιμέτωπος με την ιδιοφυία του και το αποτέλεσμα αυτής της συνάντησης. Εμπνευσμένο από τα όνειρα του σε μια συνειδητή προσπάθεια όχι να αποκωδικοποιήσει αλλά να καταγράψει, φτιάχνει narratives με ήχους, κάνει τον ήχο γλώσσα, δεν ξέρω ακριβώς τι κάνει για να είμαι ειλικρινής, αλλά σημασία έχει ότι κατάφερε να συνθέσει το καλύτερο ‘trip’ ever και τον ευχαριστούμε.
11. Sun Ra Arkestra - Nuclear War (1982)
Το νούμερο 11 το έκανα οικογενειακή υπόθεση και κατόπιν συζήτησης με τον μπαμπά μου καταλήξαμε σε αυτόν τον αγαπημένο δίσκο. Δεν υπάρχει λόγος νομίζω να αναλύσω τον Sun Ra, την ιστορία του Arkestra ή σε ποια και πόσα επίπεδα είναι avant garde ως μουσική, φιλοσοφία, out of this world-κοσμοθεωρία. Στα 80s αφού είχε ο ίδιος προ πολλού αποστασιοποιηθεί από πολιτικά κινήματα κτλ θεωρώντας ότι δεν τον εκπροσωπεί κανένα race και τίποτα γήινο γενικά, έγινε και λίγο technophobe και γράφει το ομότιτλο επίδοξο χιτ που κανείς δεν ήθελε να κυκλοφορήσει, για το τι πραγματικά θα συμβεί if they push that button. Οπότε από μόνο του το γεγονός ότι κυκλοφόρησε το άλμπουμ αυτό από την Υ records (The Pop Group et al) είναι κάπως πειραματικό, βάλτε και την αφρόκρεμα πραγματικά του Arkestra να κάνει ο καθένας τα δικά του/της στα λοιπά 7 κομμάτια, it’s a motherfucker.