Note of a past stroll in spring
Άμστερνταμ, Απρίλιος του ’96… Από το αεροδρόμιο κατευθείαν σ΄ ένα μικρό καφέ της πόλης όπου με περιμένει να με φιλοξενήσει στην οικογενειακή του οικία για δύο βράδια ένας ντόπιος. Ανοίγοντας την πόρτα, αντικρίζω έναν γίγα να σερβίρει κάτι περίεργους, χαρακτηριστικές φάτσες λιμανιού στυλ Άμστερνταμ και εξ’ αρχής μια παράξενη διάθεση με προκαταβάλλει που συνορεύει με οργή (‘άντε τσακιστείτε ρε γελοίοι που θα σας σερβίρει ο Ντικ’).
Όπου Ντικ η αναφορά είναι στον Dick (κατά άλλους Dirk) Pollak. Κι όπου Dick Pollak, για όλους εμάς που αέναη μουσική μας κολυμβήθρα ήταν το σκοτεινό ’80, το όνομα αυτό υπήρξε ό,τι πιο κοντινό στο όνομα ενός αυτόχειρα (το Μάιο του ’80) με ιρλανδικές ρίζες (φανερές κι απ’ τα κέλτικα ονόματά του Ian Kevin).
‘Γεια σου Ντικ’
΄Καλωσόρισες’
΄Δεν περίμενα να σε δω σε τέτοιο μέρος’
΄Σε καταλαβαίνω… αλλά αυτή είναι η ζωή.’
Λίγη ώρα αργότερα το καφέ της συμφοράς κλείνει και κατευθυνόμαστε πλέον στην οικία του, όπου θα συναντήσω και την οικογένειά του.
΄Ντικ, σε είχαμε είτε για νεκρό όλα αυτά τα χρόνια ή χαμένο σε κάποιο ψυχιατρείο΄.
΄Ήμουν χαμένος… αλλά μεταφορικά΄ (για Ολλανδία μιλάμε, οπότε..)
‘Και πως νιώθεις που οι Mecano έχουν από ελάχιστη ως ανύπαρκτη αναγνώριση;΄
΄Και τι να πω… προφανώς κι εμείς δεν κάναμε κάτι γι’ αυτό΄.
Στο σπίτι του, αντίκρυσα την (τότε) σύζυγό του να δίνει μητρικό γάλα στο μωρό τους. Το δωμάτιο που θα με φιλοξενούσε ήταν του περίπου 10χρονου γιου τους κι είχε χελωνονιτζάκια αποτυπωμένα στο σκέπασμα. Την άλλη μέρα, ο Ντικ έφερε στην οικογένεια μια τουρτίτσα και ο μικρός, με κάποιο παράπονο στη φωνή, μου εκμυστηρεύτηκε ότι ΄τον μπαμπά δεν τον βλέπουμε όσο θα θέλαμε’.
Χρόνια αργότερα, ο Ντικ με τον ιδιαίτερα αξιόλογο μπασσίστα Tejo Bolten αλλά χωρίς τον καθοριστικό κιθαρίστα κι αδερφό του Corr Bolten επανέφεραν μια εκδοχή των Mecano με δύο διαδοχικές κυκλοφορίες που αν είμαι ειλικρινής θα πω ότι δεν βρήκα κίνητρο να τις ακούσω. Όλως παραδόξως, ο Ντικ έγινε κάτι σα φίρμα στην εγχώρια ανεξάρτητη σκηνή, σήμερα ωστόσο δεν έχει καμμιά επαφή με τον Tejo (για τον Corr ούτε κουβέντα). Αποτέλεσμα αυτών των προφανών διενέξεων είναι να μην υπάρχει στο διαδίκτυο ούτε ένα clip των πραγματικών Mecano (ξέρω πολύ καλά τι χάνουμε γιατί στο σπίτι του μου έδειξε απόσπασμα από το ‘In still life’, που αλλού, στο Paradiso).
Κι εγώ τι πρέπει να πω σήμερα για τον Ντικ;
Πριν τον συναντήσω, ήταν πάνω απ’ όλα αυτός που τιμώντας τον Μαγιακόφσκι τραγούδησε/απήγγειλε/ξόρκισε κάθε λέξη και συλλαβή στο ‘Untitled’ δημιουργώντας την απόλυτη γέφυρα μουσικής και ποίησης (συν τον απόλυτο φόρο τιμής). Ήταν αυτός που με το εξωγήινο πάθος του για τη ζωγραφική, τα παιχνίδια μέκαννο και επαναστάσεις όπως η Γαλλική και η Οκτωβριανή έδειξε σε τι αβυσσαλέο εσωτερικό βάθος μπορεί να φτάσει αυτή η (πολύ παραπάνω από) μουσική ονόματι μετά-πανκ.
Αφού τον συνάντησα, είδα από κοντά πτυχές του που όχι απλά τον προσγείωναν αλλά σχεδόν τον γκρεμοτσάκιζαν στην ανθρώπινη ιδιότητά του, χωρίς καμμιά ‘απόδραση από τον ανθρώπινο μύθο’.
Περπατώντας στην πόλη του, οι αντιθέσεις ως γνωστόν είναι υπερβολικά χτυπητές. Απ’ τη μια βιτρίνα γκαλερί, απ’ την άλλη βιτρίνα διαφορετικού είδους όπου κάποιες άμοιρες ασιατικής, κατά κανόνα, καταγωγής ποζάρουν την πραμάτεια τους, το σχεδόν γυμνωμένο κορμί τους.
Δεν το κρύβω, θα μ’ άρεζε πολύ να μην είχε διαφόρων ειδών καθόδους ο Ολλανδός ήρωάς μου. Εκείνη, όμως, η απόδραση από τον ανθρώπινο μύθο στην οποία αναφερθήκαμε πριν έχει τίμημα ενίοτε δυσβάσταχτο. Αυτός τουλάχιστον το προσπάθησε μέχρις εσχάτων.
Κι αυτό σήμερα φαντάζει αρκετό μέσα μου για να ’χουμε ένα είδος ειρήνης μεταξύ μας.