Ο Κανόνας της Δισκογραφίας
Όταν έφτιαχνα την εντεκάδα μου, έβγαλα έναν Κανόνα που τον ονόμασα αυθαίρετα «Ο Κανόνας της Δισκογραφίας». Ήτοι, όταν δεν θα μπορώ να επιλέξω κάποιο τραγούδι ενός καλλιτέχνη ή μιας καλλιτέχνιδας γιατί όλα θα τα θεωρώ σπουδαία, απλά θα αναφέρω το όνομά αυτού ή αυτής και θα γράφω από δίπλα «Όλη η Δισκογραφία». Παρ’ όλο που δεν το περίμενα από μένα (καλώς ή κακώς, δεν ακούω λαϊκή μουσική σε συστηματική βάση), βρήκα ένα σωρό δημιουργούς που θα μπορούσαν να μπουν στη λίστα μου. Υποθέτω ότι σίγουρα έχει να κάνει με το γεγονός ότι μεγάλωσα και ζω στην Ελλάδα. Ή πολύ απλά, με το ότι η ελληνική λαϊκή μουσική έχει τεράστια παράδοση, σημασία και αξία – ακόμα για όσους και όσες δεν την τοποθετούμε στα άμεσα και αγαπημένα ακούσματά που μας εκφράζουν περισσότερο από όλα τα άλλα.
Δεν κλαίω για τώρα – Βίκυ Μοσχολιού (Άκης Πάνου)
Μνημειώδες και εμβληματικό κομμάτι για κάθε χωρισμένο ή χωρισμένη. Γιατί το πιο σπαρακτικό σε κάθε σχέση που διαλύεται δεν είναι ο χωρισμός αυτός καθαυτός. Αυτόν, έτσι ή αλλιώς, τον ξεπερνάς. Είναι η συντριπτική συνειδητοποίηση ότι κάποια στιγμή, στο μέλλον, το πρόσωπο που ήταν τα πάντα για σένα δεν θα σου είναι απολύτως τίποτα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά δε θα σε ενδιαφέρει και δεν θα σε πονάει κιόλας. Και αν όλα πάνε καλά (;), κάποτε ούτε καν θα το θυμάσαι. Σαν να μην το αγάπησες ποτέ. Αλήθεια, πού πάει η αγάπη όταν φεύγει;
Ένα όμορφο αμάξι με δυο άλογα – Γρηγόρης Μπιθικώτσης
Από τον Μπιθικώτση επιλέγω αυτό το τραγούδι, γιατί το έχω συνδυάσει άρρηκτα με τους φίλους μου από το πανεπιστήμιο κι εκείνα τα μετα-εφηβικά ατελείωτα βράδια στο Μπιτ Παζάρ, με το φτηνιάρικο χύμα κρασί και τις κουβέντες που κάνουν όλοι οι φοιτητές όταν ακόμα νομίζουν ότι η ενήλικη ζωή αργεί ακόμα πολύ να έρθει. Ακούγεται – και είναι – απίστευτα κλισέ και τετριμμένο. Τα κλισέ και τα τετριμμένα όμως έχουν γίνει κλισέ και τετριμμένα ακριβώς για αυτό το λόγο: γιατί δεν υπάρχει κανένας απολύτως άλλος τρόπος για να περιγράψεις αυτό που ζεις και νιώθεις.
Η ζωή μου όλη – Στέλιος Καζαντζίδης (Άκης Πάνου)
Ο Καζαντζίδης είναι η εξαίρεση στον Κανόνα της Δισκογραφίας που ανέφερα στην αρχή. Ποτέ δε με τραβούσαν ιδιαίτερα τα τραγούδια του και δε με συγκινούσε η ερμηνεία του. Πολλή κλάψα, πολύ μοιρολόι, πολύ παράπονο. Αυτό το κομμάτι όμως το έχει γράψει ένας Άκης Πάνου – και εδώ βρίσκεται η διαφορά. Δωρικό και στωικό, συνοψίζει το “Better Never to Have Been” που έγραψε ο Ντέιβιντ Μπέναταρ το 2008: το γεγονός και μόνο ότι γεννηθήκαμε αποτελεί πηγή δεινών. Μπήκαμε όμως στο χορό – έστω και χωρίς να το επιλέξουμε - και μία διέξοδος μόνο υπάρχει: να χορέψουμε.
Αφιλότιμη – Στράτος Διονυσίου (Γιώργος Χατζηνάσιος)
Η πλήρης αντίθεση με όλες τις ερμηνείες του Στέλιου Καζαντζίδη – με την εξαίρεση του προηγούμενου κομματιού φυσικά. Ούτε κλάψα ούτε στόμφος. Τουναντίον, μια στιβαρή και μπεσαλίδικη ερμηνεία. Την αξιοπρέπεια ή την έχεις ή δεν την έχεις. Και αν την έχεις, δεν τη χάνεις ποτέ, όσο χαμηλά κι αν πέσεις για έναν άντρα ή για μια γυναίκα. Αν αυτό το πρόσωπο δεν μπορεί να σε καταλάβει και σε μετράει λάθος στην καρδιά του, δικό του πρόβλημα και δικό του λάθος. Όπως και την αξιοπρέπεια, έτσι και το φιλότιμο: ή θα το έχεις ή δεν το θα έχεις.
Γυφτοπούλα στο χαμάμ - Γλυκερία (Γιώργος Μπάτης)
Φέτος το καλοκαίρι ξετρύπωσα στο σπίτι των γονιών μου τα παλιά τους βινύλια. Μεταξύ αυτών, υπάρχει μια διπλή συλλογή του 1984 που λέγεται «Τα Πρώτα!» και περιέχει από Σαββόπουλο και Ζορμπαλά μέχρι Μπέλλου και Κηλαηδόνη. Η πρώτη πλευρά του πρώτου δίσκου ξεκινά με αυτό ακριβώς το κομμάτι. Από όσο μου λένε οι γονείς μου, ήταν το αγαπημένο μου τραγούδι όταν ήμουν τριών χρονών. Αναμνήσεις από τότε προφανώς και δεν έχω, όταν όμως έβαλα το βινύλιο να παίξει και ακούστηκε η φωνή της Γλυκερίας, δάκρυσα. Πόσο παράξενα τα παιχνίδια που μας παίζει το υποσυνείδητό μας.
Καίγομαι καίγομαι – Σωτηρία Λεονάρδου (Σταύρος Ξαρχάκος)
Μακράν το πιο σκοτεινό ερωτικό κομμάτι του ελληνικού ρεπερτορίου – δεν είναι τυχαίο που το έχει ερμηνεύσει και η Ιέρεια του Σκότους Diamanda Galás. Μακράν από τις σημαντικότερες σκηνές του ελληνικού κινηματογράφου στο «Ρεμπέτικο» του Κώστα Φέρρη – με μια Σωτηρία Λεονάρδου να κρύβει έναν ωκεανό συναισθημάτων πίσω από το παγερό της βλέμμα. Τραγούδι βουτηγμένο ολοκληρωτικά στη λαγνεία που δε σε ρωτάει – απλά σε αρπάζει και σε πνίγει σε θάλασσα βαθιά ή σε πετάει βαθιά στην Κόλαση. Και φυσικά εσένα δε σε νοιάζει καθόλου – το δέχεσαι και λες ολόψυχα ευχαριστώ. «Καίγομαι καίγομαι» - από τον πόθο φυσικά.
Ερωτικό (Με μια πιρόγα) – Μανώλης Μητσιάς (Θάνος Μικρούτσικος)
Ο τίτλος αυτού του κομματιού είναι – επίτηδες θεωρώ – παραπλανητικός. Δεν είναι ερωτικό τραγούδι, αλλά πολιτικό. Όπως το «Μάνα μου Ελλάς» μιλάει για την προπολεμική Ελλάδα (την ίδρυση του ελληνικού κράτους, τις Μεγάλες Δυνάμεις και τη μικρασιατική καταστροφή), έτσι και το «Ερωτικό» μιλάει για την Ελλάδα της Μεταπολίτευσης (την Εθνική Αντίσταση, τον εμφύλιο, τον εθνικό διχασμό, την πρόσδεση στο άρμα της Δύσης και τις διώξεις των κομμουνιστών). Κατ’ άλλους, ο Άλκης Αλκαίου εμπνεύστηκε από το μύθο των Λαβδακιδών και την σοφόκλεια Αντιγόνη. Δεν έχει σημασία. Η ποίηση έχει διαφορετική σημασία για τον καθένα μας.
Μη μου ξαναφύγεις πια – Σωτηρία Μπέλλου (Βασίλης Τσιτσάνης)
Σκέφτηκα στην αρχή να βάλω τη «Συννεφιασμένη Κυριακή», ως το πλέον αντιπροσωπευτικό λαϊκό ελληνικό τραγούδι – και δη του Βασίλη Τσιτσάνη. Αλλά προτίμησα αυτό, γιατί μου αρέσει το δωρικό της Μπέλλου και η μεγαλοψυχία που κρύβει η ερμηνεία της. Τις έκανε τις βλακείες του ο άσωτος ο άντρας, μετάνιωσε, γύρισε, το σφάλλειν ανθρώπινο, τι να κάνουμε τώρα, δεν θα τον φάμε και ζωντανό τον άνθρωπο, ούτε θα του βγάλουμε την ψυχή ανάποδα για να ικανοποιήσουμε το γινάτι μας. Έτσι είναι οι ανθρώπινες σχέσεις: χαλάνε και ξαναφτιάχνουν, αλλάζουν και επαναπροσδιορίζονται. Αν όμως θέλουμε, δεν πεθαίνουν.
Τα ματόκλαδά σου λάμπουν – Μάρκος Βαμβακάρης
Αυτό το τραγούδι το θυμάμαι επίσης από μικρή που το τραγουδούσε (απίστευτα φάλτσα) ο πατέρας μου κάθε που ακουγόταν η κορακίσια φωνή του Βαμβακάρη στο κασετόφωνο του αυτοκινήτου. Έτσι έμαθα όμως ότι η ευαισθησία βρίσκεται (κυρίως) εκεί που δεν την περιμένεις και μπορεί να εκφραστεί ακόμα και χωρίς τις αντικειμενικές δυνατότητες για να το κάνεις. Ο πατέρας μου τραγουδάει απίστευτα φάλτσα (είχα να μοιάσω), ο Βαμβακάρης ήταν εκδοροσφαγέας. Ε, και; Μόνο όσοι και όσες έχουν μεγαλώσει με γαλλικά και πιάνο ή έχουν φωνή που πιάνει τέσσερις οκτάβες μπορούν να τραγουδήσουν αυτό που νιώθουν;
Του πόθου τ’ αγρίμι – Ελευθερία Αρβανιτάκη (Δημήτρης Παπαδημητρίου)
Εντάξει, ξέρω πάρα πολύ καλά ότι παρά το τουμπελέκι και το μπουζούκι, δεν είναι τόσο λαϊκό όσο έντεχνο κομμάτι, αλλά το βάζω στην ενδεκάδα μου για δυο λόγους. Ο ένας είναι ο προφανής και απλούστατος: λατρεύω και το τραγούδι και την Ελευθερία Αρβανιτάκη. Ο άλλος είναι η ποίηση του Μιχάλη Γκανά για τον έρωτα που σου δίνει ζωή και σου παίρνει το μυαλό ταυτόχρονα. Από τη λάβα την καυτή στα παγόβουνα - και το αντίστροφο. Δε σε αρνηθεί τρεις φορές ο άλλος, εκατόν τρεις θα σε αρνηθεί – κι εσύ πάλι εκεί θα είσαι.
Δυο νύχτες/ Αλίμονο – Δημήτρης Μητροπάνος (Μίμης Χριστόπουλος)
Ο Κανόνας της Δισκογραφίας θα μπορούσε να έχει δημιουργηθεί μόνο και μόνο για τον Δημήτρη Μητροπάνο. Αν μη τι άλλο, είχε τη μοναδική ικανότητα να μετατρέπει τις πίστες με τα λουλούδια σε μυσταγωγικούς συναυλιακούς χώρους. Να ανοίγει τα χέρια του στη «Ρόζα» και να χορεύει το πιο αρρενωπό ζεϊμπέκικο που έχω δει ποτέ μου. Να είναι όχι μόνο σπουδαίος καλλιτέχνης, αλλά και σύμβολο ήθους και αξιοπρέπειας. Από όλα τα κομμάτια του, επιλέγω αυτό – για την αξιοπρέπεια που κρύβεται μέσα στο πιο απελπισμένο «γιατί να φύγεις ξαφνικά απ’ τη ζωή μου» που θα τραγουδηθεί ποτέ.