Ο υπόλοιπος πλανήτης κάτω από ένα κάποιο groove
Δεν χρειάζεται να καταφύγουμε στον Μπαμπινιώτη ή σε κυριλέ μουσικές εγκυκλοπαίδειες για να δούμε τι εστί “World Music”. Στο Δυτικό, δηλαδή στον πολιτισμένο κατά τα άλλα κόσμο, αυτόν δηλαδή που εγγυάται την παγκόσμια ειρήνη και ισορροπία, ο όρος της «Παγκόσμιας Μουσικής» χρησιμοποιείται ευρέως για να προσδιορίσει τη γεωγραφική και γλωσσική καταγωγή της μουσικής. Ό,τι δηλαδή δεν είναι ποπ, ροκ, μέταλ, ίντι, μπλουζ, τζαζ, ηλεκτρονικό (που βρήκαν ρεύμα για τα μπιμπλίκια οι απολίτιστοι;) και ούτω καθ’ εξής και δεν μιλά Εγγλέζικα (πας μη Έλλην Βάρβαρος περίπτωση) είναι “World” ρε παιδί μου - κι άμα δε σ’αρέσει, δεν σ’ αρέσει. Με αυτή την πανέξυπνη λογική δηλαδή, θα μπορούσαμε να καθιερώσουμε και τη «μη Παγκόσμια μουσική» που θα περιελάμβανε όλα τα παραπάνω. Ίσως ο όρος ethnic να είναι λιγότερο «πολιτικά λάθος», αλλά γιατί πρέπει (κι εδώ) να βάλουμε ταμπέλες σε εκατοντάδες είδη μουσικής που προέρχονται από αποικίες ή αναπτυσσόμενες λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες; Αυτό είναι ένα ερώτημα που χρειάζεται μια ξέχωρη ιστορική συζήτηση.
Όπως και να ‘χει, το αφιέρωμα τούτο έχει ως βάση την – ας αρκεστούμε στον όρο – ethnic μουσική, εκτός Ευρώπης. Άρα ο Serge εξαιρείται, όπως επίσης αποκλείονται και τα επίκαιρα της Καταλονίας. Ο κόσμος όμως είναι αρκετά μεγάλος, χωρίς Ευρώπη, Βόρεια Αμερική, Αυστραλία κτλ. H εντεκάδα μου γι’ αυτό το all-star game της “Rest of the World” ομάδος αποτελείται από:
1) Antonio Carlos Jobim – Stone Flower (1970) [Βραζιλία]
Απλές και απτές μελωδίες της samba και της choro παντρεύονται ιδανικά με τις δυτικές jazz επιρροές των Gerry Mulligan, Chet Baker αλλά και πιο κλασσικές συνθέσεις, όπως του ειδώλου του Jobim, του Claude Debussy. Θα μπορούσε να επαναπροσδιορίσει τα μουσικά σύνορα της jazz από την Βόρεια στην Λατινική Αμερική, αν δεν ήταν ηχογραφημένο στα τέλη των 60’s, όταν η μπογιά της βραζιλιάνικης μουσικής είχε αρχίσει να ξεθωριάζει από τα διεθνή charts. Κατάφερε όμως πολλά περισσότερα. Στα μαγικά χέρια του δανδή Αντώνιου, η bossa nova ακούστηκε πιο βελούδινη, ερωτική και ιδιοφυής από ποτέ - πόσο πια να υπερβεί την φύση της; Από τις γαλήνιες παραλίες του Ρίο, στο σαλόνι σας με απέραντη αγάπη για τη ζωή.
2) Fela Kuti – Expensive Shit (1975) [Νιγηρία]
Όπως όλα τα άλμπουμ του Μαύρου Προέδρου της afrobeat (που κοβόντουσαν σωρηδόν τότε), έτσι κι αυτό διαρκεί λίγο (γύρω στα 24 λεπτά) και περιλαμβάνει μόλις 2 τραγούδια: το φερώνυμο και το “Water No Get Enemy”, έναν ύμνο στη φτώχεια και στην λειψυδρία που μαστίζει τη φυλή του. Ο τίτλος του LP αναφέρεται στη μαριχουάνα που του έβαλε στη τσέπη η Νιγηριανή αστυνομία με σκοπό να τον συλλάβει και να διαλύσει τη Δημοκρατία της Kalakuta την οποία είχε ιδρύσει στο Λάγος, ένα «Γαλατικό χωριό που αντιστέκεται και θα αντιστέκεται πάντα…» στην τοπική εξουσία. Ο Fela κατάπιε το επίμαχο τσιγαριλίκι, αναγκάζοντας την αστυνομία να περιμένει να το …αποβάλει. Χρησιμοποιώντας τα περιττώματα ενός αλληλέγγυου συγκρατούμενού του, κατάφερε να πιάσει κορόιδα τους συνωμότες του και να επιστρέψει για μία ακόμη φορά θριαμβευτής στη κομμούνα του και να καπνίσει ανενόχλητος όλα τα χωράφια του.
3) Ray Barretto – Acid (1968) [Πουέρτο Ρίκο]
Ο γεννημένος στη Νέα Υόρκη αλλά θρέμμα Πορτορικάνων μεταναστών Ray Barretto είχε τα πιο ζεστά χέρια στη φημισμένη δισκογραφική Fania, άρα και σε ολάκερη την Αμερικάνικη ήπειρο. Τα τύμπανά του μπορείς να τα ακούσεις σε διάφορες ηχογραφήσεις των Dizzie, Cal Tjader, Adderley, Rolling Stones και πολλών άλλων. Καθιέρωσε έναν δικό του ήχο, την charanga moderna (και φοβερός ομώνυμος δίσκος του ’62), συνδυάζοντας τη salsa με τη soul, τη jazz και ευρύτερα με τη pop και rock της εποχής. Όχι πως ήταν ο πρώτος ή ο μοναδικός που το έκανε, απλά ήταν ο καλύτερος. Σε αυτό το όξινο αμάλγαμα salsa και rhythm and blues του ’68, ο μεγαλύτερος βιρτουόζος των congas μας παραδίδει τον καλύτερό του δίσκο, ο οποίος μοσχοβολάει όλη την ψυχεδέλεια των ημερών εκείνων στις Η.Π.Α.
4) Ifang Bondi - Saraba (1976) [Γκάμπια]
Αν από την μικροσκοπική χώρα της Γκάμπια υπάρχει ένα γνωστό συγκρότημα στη Δύση, αυτοί είναι σίγουρα οι Super Eagles κι αυτό χάρη στη Luaka Bop, τη δισκογραφική του David Byrne. Αυτοί λοιπόν οι Αετοί, αφού έκαναν μια αμυδρή επιτυχία στις γείτονες χώρες (κουίζ: ποιες είναι αυτές;) αλλά και στην Ευρώπη με αγγλικό στίχο και pop επιρροές, αποφάσισαν να επικεντρωθούν στη Μητέρα Αφρική και τη γλώσσα των πατέρων τους. Αποτέλεσμα αυτής της καλλιτεχνικής στροφής είναι η μετονομασία σε Ifang Bondi (σημαίνει να είσαι ο εαυτός σου στη γλώσσα των Mandinka) και το εκπληκτικό ντεμπούτο τους “Saraba”, ένα psych-afro μοιρολόι, που με βάση τα παραδοσιακά όργανα kora, balafon, sabar, bugarabu, djembe κι άγιος ο θεός, συνδύασαν εγχώρια και Σενεγαλέζικη folk μουσική (Senegambian δηλαδή) με ηλεκτρική κιθάρα, μπάσο και πλήκτρα. Απίστευτος δίσκος.
5) Kudsi & Süleyman Ergüner – Sufi Music of Turkey (1990) [Τουρκία]
Ο Kudsi Ergüner είναι ο σημαντικότερος εκπρόσωπος της μουσικής παράδοσης των Sufi σε όλο τον κόσμο, με πλούσιο παλμαρέ συνεργασιών όπως οι William Orbit, Peter Brook, Jean Michelle Jarre, Peter Gabriel (στο “Passion”) κτλ. Με επίκεντρο την παραδοσιακή Οθωμανική μουσική, την Σουφική διδασκαλία και τον μυστικισμό της και παρέα με τον αδελφό του Süleyman και τα ney τους (παραδοσιακά Ισλαμικά πνευστά, φτιαγμένα από καλάμι, τα πρώτα χρονολογούνται έως και πριν από 2.000 χρόνια π.Χ.), καταφέρνουν να ανασκαλίσουν τις καλύτερες και αντιπροσωπευτικότερες στιγμές της μινιμαλιστικής (μόνο λίγα τύμπανα προστίθενται ενίοτε) μουσικής κληρονομιάς που κουβαλούν με ενθουσιασμό τόσες δεκαετίες. Για διαλογισμό. Μόνο.
6) Mahmoud Ahmed - Ere Mela Mela (1975) [Αιθιοπία]
H Αιθιοπική μουσική δεν είναι μόνο ο Mulatu Astatke. Ούτε την έφερε στο προσκήνιο ο Jim Jarmusch. Για την ακρίβεια, το 1998 όταν κυκλοφόρησε η πρώτη συλλογή των Éthiopiques από την Γαλλική Buda Musique, ονόματα σαν του Astatke, του Ahmed, του Alemayehu Eshete και της Asnaketch Worku άρχισαν να ακούγονται στην Ευρώπη και την Αμερική. Κι αν ο Mulatu αντιπροσωπεύει την ethio jazz, ο Ahmed είναι ό,τι πιο κοντά στην ethio pop μπορείτε να φανταστείτε. Τραγουδιστής κατά τύχη, που αντικατέστησε από ανάγκη τον τραγουδιστή της μπάντας του αυτοκράτορα μια νύχτα στο κλαμπ που δούλευε σαν χαμάλης και με φωνή που μπορεί να ανεβοκατέβει στη στιγμή 2-3 οκτάβες, ο Mahmoud Ahmed και οι ιδιαίτερες καινοτομίες του πάνω στη παραδοσιακή Amharic μουσική (κάτι σαν τα δικά μας λαϊκά), είναι μια πρωτόγνωρη εμπειρία για τα «πολιτισμένα» μας αυτιά.
7) Arsenio Rodriguez - Quindembo/Afro Magic: La Magia De Arsenio Rodriguez (1962) [Κούβα]
Από τους σημαντικότερους της Κουβανικής και γενικότερα της Λατινικής μουσικής, ο Arsenio εικάζεται πως ήταν ο κυριότερος πατέρας της mambo μουσικής, του son montuno, της timba καθώς και άλλων ειδών Κουβανικής μουσικής που - δεν κατέχω αρκετά έτσι ώστε να τις αραδιάσω εδώ πέρα και που τέλος πάντων - με τη βοήθεια παραδοσιακών Αφρικάνικων ρυθμών, μετεξελίχτηκαν στη γνωστή τοις πάσι salsa. Μουσικός αλχημιστής της εποχής και από τους πρώτους τυφλούς σταρ (έχασε την όρασή του στα επτά του από κλωτσιά αλόγου) ο “El Ciego Maravilloso” ονόμασε αυτή την πρωτόγνωρη μίξη jazz, son και παραδοσιακής Κογκολέζικης (λόγω καταγωγής) θρησκευτικής μουσικής ως “Quindembo”, ένας Κογκολέζικος όρος που σημαίνει «συνδυασμός πολλών πραγμάτων».
8) Vardan Ovsepian - Voce (2006) [Αρμενία]
Ένας υποτιμημένος Αρμένιος πιανίστας που ακροβατεί ανάμεσα στις ελευθερίες της jazz και τους αυστηρούς κανόνες της κλασσικής παιδείας σαν τον Keith Jarett ή τον Max Richter. Με ένα κομψό και μίνιμαλ στυλ που αναγνωρίζεται εύκολα ύστερα από ελάχιστες ακροάσεις των μετρημένων στα δάχτυλα δίσκων του, καταφέρνει να χτίσει προσωπικές ελεγείες οι οποίες είναι ανοιχτές προς κάθε ερμηνεία. Οι ήχοι από την πατρίδα του είναι δυσδιάκριτοι αλλά χαρακτηριστικοί και αριστοτεχνικά πασπαλισμένοι στις συνθέσεις του. Οι λάτρεις του σιγανού ήχου της ECM θα απορήσουν πώς ένα τέτοιο κομψοτέχνημα δεν βρίσκεται στο κατάλογό της.
9) Tinariwen - Amassakoul (2004) [Μάλι]
Οι αντάρτες Τουαρέγκ οι οποίοι βρέθηκαν από τα βάθη της ερήμου της Σαχάρας (και την καταπίεση του Καντάφι) να τραγουδούν τα «μπλουζ της ερήμου» στο Glastonbury και να ανταγωνίζονται επί σκηνής τις ηλεκτρικές κιθάρες του Santana και του Keith Richards, έχουν πια ξεπεράσει τις εύλογες συγκρίσεις με την υπόλοιπη, πλούσια μουσική σκηνή του Μάλι. Το ιδιόρρυθμο ηλεκτρικό πάντρεμα δυτικού και ανατολικού μπλουζ, έχει φτιάξει πια σχολή και μάλλον εξαντλήθηκε στους Tinariwen και στους πρώτους τους δίσκους. Στο “Amassakoul”, που είναι το δεύτερο και καλύτερο LP τους (ιδανική συνταγή για όλα τα rock ‘n’ roll συγκροτήματα) έκαναν το μεγάλο άνοιγμα στον υπόλοιπο πλανήτη και τον άφησαν κόκκαλο.
10) Naseer Shamma - Le Luth De Bagdad (1994) [Ιράκ]
Το λαούτο του Naseer Shamma έχει περισσότερες χορδές από τα συνηθισμένα, χαρακτηριστικό που του επιτρέπει να δοκιμάζει ασυνήθιστες συγχορδίες ενώ οι μουσικές πηγές του περιορίζονται στην Αραβική και την Περσική μουσική παράδοση, αποκλείοντας χαρακτηριστικά κάθε δυτικό ρυθμό. Ο δίσκος ακούγεται σαν μια ελεύθερα διασκευασμένη, αλλά μη εκτροχιασμένη, μορφή των Ισλαμικών ύμνων, ένα πιο γρήγορο και ελαφρά εκσυγχρονισμένο μουσικό χαλί για την αφήγηση του «1001 Νύχτες» από έναν παππού στο εγγόνι του. Οι ηχογραφήσεις εδώ είναι ζωντανές, κάθε ανάσα, κάθε γρατζούνισμα του Naseer, αποπνέει λυρικό εγωισμό για μια μουσική που χρειάζεται απλά ένα έγχορδο και πολλή ψυχή.
11) Os Brazões - Os Brazões (1969) [Βραζιλία]
Προσπάθησα να περιοριστώ σε μία και μοναδική επιλογή από κάθε χώρα αλλά δεν τα κατάφερα - πως μπορείς να αγνοήσεις την πλούσια μουσική ιστορία της υπέροχης Βραζιλίας; Παρόλα αυτά, οι Os Brazões δεν είναι το συγκρότημα που θα περίμενε κάποιος βάση της καταγωγής τους. Χαρακτηριστικό δείγμα Βραζιλιάνικης ψυχεδέλειας με παραμορφωμένες κιθάρες, έξαλλα πλήκτρα και σύνθια, αλλοπρόσαλλα φωνητικά, όλα υπό τη ρυθμική σκεπή της samba και της tropicália, ο μοναδικός τους δίσκος σε αφήνει μεθυσμένο και εκστασιασμένο. Ηχογραφημένος κάτω από τη μύτη και τους διωγμούς των Βραζιλιάνων δικτατόρων, η φωνή αυτών των τεσσάρων νεαρών είναι μια κραυγή ενάντια στη καθημερινή ταπείνωση κι ένα σκοτεινό κάλεσμα από το διάστημα σε εξέγερση.