Πάμε να κουνηθούμε κάτω από την οικιακή μας ντισκομπάλα
Το διάστημα που ζούσα στη Μεγάλη Βρετανία, είχα τη (ζωηρή, ζωηρότατη) εντύπωση ότι κανείς εκεί δεν ασχολιόταν με την Eurovision. Ακόμα, δηλαδή, κι όταν στείλαμε ένα τραγούδι που και πολύ καλά τα πήγε και κουτσομίλησε και αγγλικά, για πρώτη φορά –το (I Would) Die For You, 2001– δεν το αναγνώριζε κανείς. Τη δε επόμενη χρονιά, όταν κάλεσα φίλους να δούμε τον διαγωνισμό του Τάλιν (εκείνον με το "S.A.G.A.P.O."), τον αντιμετώπισαν λες και τους είχα πάει σε Γιορτή της Πίτας σε χωριό της Μεσσηνίας.
Ήμουν έτοιμος να πιστέψω, λοιπόν, ότι η Eurovision ήταν κάτι από αυτά τα δυτικοευρωπαϊκά, που είχε βρει τη δική του, περίεργη ρίζα στα πάτρια εδάφη, στο πλαίσιο της ατέρμονης διελκυστίνδας για το «πού ανήκομεν», η οποία γνώρισε νέες δόξες στα 1980s/1990s/00s λόγω ΕΟΚ (αρχικά) και ΕΕ/ευρώ (στη συνέχεια). Ήταν γεγονός, άλλωστε, ότι η Eurovision είχε αναπροσδιοριστεί σε Γιουροβίζιον, μέσω ενός νήματος που κάπως ένωνε το "Μάθημα Σολφέζ" με το "What's Another Year", τα Πακέτα Ντελόρ, τη Dana International, τη Sertab Erener, την Έλενα Παπαρίζου και την κατά Σημίτη «ισχυρή Ελλάδα». Μετατρέποντας τον παλιό διαγωνισμό ελαφρού τραγουδιού σε νεοελληνικό θεσμό του (μικρο)αστικού διαμερίσματος, που γιορταζόταν ετησίως με μαζώξεις, μπύρες και πίτσες ακόμα και από εκείνους τους μουσικόφιλους που ποτέ δεν κατανόησα, για τους οποίους η mainstream ποπ γινόταν να υπάρχει μόνο ως φτηνή, ένοχη απόλαυση κάποιας ελίτ.
Την ίδια στιγμή, όμως, γνώριζα κι άλλα πράγματα. Τη Βίκυ Λέανδρος του "Après Toi", για παράδειγμα, το γεγονός ότι η Eurovision έγινε αιτία γιγάντωσης των πολυαγαπημένων (στο σπίτι μου) Abba, το ότι λίγα χρόνια πριν βρεθώ στο Ηνωμένο Βασίλειο οι Βρετανοί είχαν ασχοληθεί στα σοβαρά με την Eurovision/Γιουροβίζιον, την οποία και κέρδισαν με το "Love Shine A Light" των Katrina & The Waves. Δεν τους απασχολούσαν μόνο οι δικές τους νίκες, επίσης, αφού μια χαρά είχαν χορέψει και με την προαναφερόμενη Dana International, η οποία εκπροσώπησε ένα Ισραήλ που φαντάζει, πια, αισθητά διαφορετικό από το σημερινό, ακόμα και για όσους τείνουμε να το βλέπουμε με συμπάθεια, όσον αφορά το γνωστό ζήτημα: από τον Γιτζάκ Ράμπιν στον Μπενιαμίν Νετανιάχου, σίγουρα δεν ήταν ένα τσιγάρο δρόμος.
Μετά πέρασα και μια φάση έντονης ενασχόλησης με την Eurovision, έμαθα ότι εκεί διαγωνίστηκε το θρυλικό "Volare", όπως και το "Dschinghis Khan" ή το "Parlez-vous Français?" των Baccara, ότι εκεί δεν κέρδισαν μόνο η Βίκυ Λέανδρος και οι Abba, μα και ο Serge Gainsbourg με τη France Gall ("Poupée De Cire, Poupée De Son", 1965), ότι κάποτε συμμετείχε ακόμα και το Μαρόκο, με ένα τραγούδι που έπειτα διασκεύασε (άσχημα) και ο Φίλιππος Νικολάου. Απόκτησα, μάλιστα, κι έναν ιδιαίτερο δίσκο, ονόματι 'A Song For Eurotrash', καταλαβαίνοντας ότι –ακόμα και υπό την επίφαση του trash– το «πανηγυράκι» είχε απασχολήσει τον Shane MacGowan, τους Saint Etienne, τον Edwyn Collins, τους Dubstar ή τον Terry Hall με τη Sinéad O'Connor, που κατέθεσαν μια ωραία διασκευή στο "All Kinds Of Everything" (με το οποίο νίκησε η Ιρλανδία το 1970). Επίσης, παρατήρησα με έκπληξη πόση σημασία είχε αποκτήσει, με τον καιρό, ο πάλαι ποτέ σφιχτοκουμπωμένος διαγωνισμός για την ελεύθερη έκφραση της LGBTQ κοινότητας, σε χρόνια που η ορατότητά της φάνταζε πιο δύσκολη, συγκριτικά με τις δικές μας μέρες.
Έπειτα, ήρθε μια παρατεταμένη περίοδος πλήξης, με αφόρητα νερόβραστες μπαλάντες ή φριχτούς, κιτς τσίγκους (κάτι Μολδαβίες, Ουκρανίες του "1944" και Ολλανδίες του "Arcade"), στέλναμε κι εμείς τη μία κουταμάρα πίσω από την άλλη –ακόμα δεν ξέρω τι θεωρώ χειρότερο, το "Alcohol Is Free" ή το "What They Say"– ψιλοσταμάτησα να παρακολουθώ και να ασχολούμαι, παρότι κοίταξα να δω τι απέγινε το "Fuego" και το "El Diablo" (αλλά όχι το "Better Love"). Φέτος, πάντως, έκατσα και ξαναείδα, ρίχνοντας μία ακόμα «ζαριά» υπέρ του θεσμού.
Εν τέλει, δεν ξέρω ποια ακριβώς σχέση είχα ή διατηρώ με την Eurovision/Γιουροβίζιον. Κατά καιρούς, όμως, έχω διασκεδάσει πολύ παρακολουθώντας την, έχω στηρίξει ενθουσιωδώς όχι μόνο την Άννα Βίσση του "Everything", αλλά και την Καλομοίρα του "Secret Combination", κι έφτασα να έχω αγαπημένες αποτυχίες (βίβα ελ Τσίκι-Τσίκι) ακόμα και αγαπημένες μη προκριθείσες ελληνο-κυπριακές συμμετοχές, σαν το "Comme Ci, Comme Ça" ή το "Love Is A Wonderful Thing". Στα καλύτερά της, λοιπόν, νομίζω ότι θα τη θυμάμαι πάντα να μεταμορφώνει την τηλεόρασή μας σε λαμποκοπούσα ντισκομπάλα, χαρίζοντάς μας υπέροχα οικιακά πάρτυ στο σαλόνι (το δικό μας ή των φίλων μας, δεν έχει σημασία). Συνεχίζω, τέλος, να έχω κι ένα αναπάντητο ερώτημα: μα δεν σκέφτηκε ποτέ κανένας να στείλει τον Ντέμη Ρούσσο εκεί, να κάνει χαμούς;