Πες τρία τραγούδια ρε, τι σου ζητάνε;
Δεν θα προσπαθήσω καν να μην ακουστώ boomer: Στα 1990s το “πες τρία τραγούδια” δεν ήταν αστικός μύθος. Απεναντίας ήσουν τυχερός αν σου ζητούσαν τραγούδια γενικώς και αορίστως και όχι π.χ. το πρώτο κομμάτι της δεύτερης πλευράς του “Holy Diver”. Θυμάμαι πεντακάθαρα την εποχή και συγκεκριμένα σκηνικά από την εφηβεία. Αν ήσουν αγόρι και τολμούσες να φορέσεις μπλούζα Dio, υπήρχε πιθανότητα να σε σταματήσουν στο δρόμο οι μεγαλύτεροι, να σε εξετάσουν στη δισκογραφία και αν κρινόσουν ανεπαρκής να στην πάρουν επί τόπου. Με εμάς τα μειονοτικά δισκόφιλα κορίτσια υπήρχε επιείκεια (επειδή κατά βάθος δεν μας θεωρούσαν ισότιμες στα μουσικά χαρακώματα, ό,τι και αν σας πουν περί του αντιθέτου, που δεν θα σας πουν), αλλά σε κάθε περίπτωση η ροκ κοινότητα ήταν σκληρή. Δηλαδή δεν περίμενε κανείς να ακούμε Quicksilver Messenger Service, αλλά ο συνδετικός κρίκος Yardbirds και Cream, βασικές γνώσεις heavy metal και οι καραμπόλες μεταξύ Deep Purple, Rainbow, Whitesnake (και Black Sabbath ή/και Michael Schenker Group σε φάσεις σκληροπυρηνικού νερντισμού), ήταν μίνιμουμ απαίτηση, το δε τελευταίο πονοκέφαλος γιατί ο Ritchie Blackmore ήταν στριμμένος και άλλαζε μπασίστες και κιμπορντίστες σαν τα πουκάμισα. Το μπλουζάκι λοιπόν ήταν τελευταία πίστα καταξίωσης. Δεν το φορούσες αβασάνιστα (άσε που αρχικά δεν υπήρχαν και κοριτσίστικα νούμερα). Έπρεπε να το κερδίσεις, να ξέρεις τη μπάντα ικανοποιητικά.
Γραφικό και καταπιεστικό ναι, ανεξήγητο όχι. Τα 1990s ήταν η τελευταία δεκαετία που σημειώθηκαν πλήρεις κύκλοι ανόδου και πτώσης ανταγωνιστικών - αλλά όχι απαραίτητα αντιμαχόμενων - subcultures όπως το britpop και το grunge πριν την παρεμβολή του ίντερνετ που γκρέμισε γεωγραφικούς και κοινωνικούς περιορισμούς και αποδυνάμωσε το μουσικό “tribalism”. Ήταν ακόμα η παλιά εποχή δηλαδή. Ζήσαμε την ηγεμονία του indie rock, την επανάσταση της dance σκηνής, το trip hop και τις πρώτες υποψίες ότι το τοτεμοποιημένο ροκ των 60s - 70s είχε γεράσει και έψαχνε διαδόχους για να αποσυρθεί για τσάι και κουλουράκια. Δεν νοσταλγώ (κάθε άλλο), σταχυολογώ. Ήταν η εποχή την οποία ο ανθρωπότυπος old man yells at cloud βιάστηκε να εξοβελίσει στο πυρ το εξώτερον (μαζί με τα 80s που τώρα αποθεώνει) για το τέλος των αντικουλτούρων, ενώ αν ήταν ψύχραιμος θα είχε καταγράψει ότι ακόμα και σε μία σχετικά μεγάλη αλλά περιφερειακή πόλη όπως η Λάρισα όπου πέρασα εγώ την εφηβεία, οι γκοθάδες πήγαιναν Transformer, οι ίντυδες άραζαν στη Front Page, οι παλαιοροκάδες στη Borsalino, όσοι άκουγαν electronica στο Περιοδικό κλπ. Και αυτά όχι απλώς για να ακούσουν Siouxsie, Stone Roses, Rory Gallagher και Prodigy, αλλά με την έννοια των διακριτών tribes. Σε αυτό το κλίμα η συγκρότηση συλλογικής μουσικής ταυτότητας είχε ακόμα νόημα και τι πιο χρηστικό από το μπλουζάκι ενός γκρουπ για να δηλώσεις τη μουσική φυλή σου μαζί με μια ψευδαίσθηση στυλιστικής ψαγμενιάς.
Εκτός αν ήσουν… εγώ. Πάντα είχα μια σχέση αγάπης - μίσους με τα band t-shirts γιατί μου θυμίζουν ότι σε όλη μου τη ζωή ήμουν συνειδητά δισκόφιλη και παράλληλα ανένταχτη σε tribes, συνθήκες που θεωρώ συμπληρωματικές αλλά για τους άλλους είναι συχνά ασύμβατες άρα όχι αποδεκτές. Για τους φίλους μου που άκουγαν britpop / indie ήμουν “φολς” επειδή ως έφηβη άκουγα 70s rock / hard rock, οι τζαζόφιλοι με οικτίρουν και σήμερα για τις σχέσεις μου με το metal, οι μεταλλάδες αν και μακράν η πιο φιλόξενη κοινότητα (πιθανώς από το πολύ bullying που έχουν φάει από τους νεοχίπστερς) ξέρουν ότι στο σπίτι μου ακούω τζαζ και όλοι με στάμπαραν ως περίεργη όταν αποκήρυξα επί πενταετία τις κιθάρες (μια φάση από την οποία βέβαια διαπιστώνω ότι έχω επανέλθει δριμύτερη) και άκουγα ηλεκτροακουστική και IDM. Δεν είναι μετακινήσεις θέσης όλα αυτά αλλά στάση ζωής και σαφώς ή θα εμβαθύνεις ή θα διευρύνεις (τα ακούσματά σου), αλλά κάποτε πρέπει να συζητήσουμε γιατί θεωρείται ότι υπερτερεί το να ξέρεις απ’ έξω όλο τον Nick Cave και ειδικά της τελευταίας εικοσαετίας έναντι του να μπορείς να διακρίνεις ότι ο Mark Lanegan δεν υπήρξε εξίσου σπουδαίος, τι να κάνουμε τώρα. Και αν ακούς μόνο Cave, Waits, Cohen και Neil Young δεν θα το διακρίνεις, γιατί το αυτί δεν παραμένει ανήσυχο, τεμπελιάζει. Τα ανάλογα ισχύουν για οποιοδήποτε ροκ ιδίωμα. Προσωπικά δεν βρίσκω τίποτα πιο υγιές και οργιαστικά απολαυστικό από το να εκτίθεμαι σε διαφορετικές ηχητικές περιοχές, τις οποίες βέβαια θεωρώ όμορες, δηλαδή κρατώ τις αισθητικές σταθερές μου, φιλτράρω μέσα από αυτές και επιλέγω. Δεν ακούω τα πάντα. Μου είναι όμως αδιανόητο ότι θα μπορούσα να περάσω όλη μου τη ζωή με την πλάνη ότι κάποτε οι Strokes έσωσαν το ροκεντρόλ, ή ότι η μουσική σταμάτησε στα 80s, ή αποστερούμενη την ιδιοφυία του αταξινόμητου Albert Ayler επειδή δεν έχω εξαντλήσει τον Charlie Parker. Που εδώ που τα λέμε με άνθρωπο που ισχυρίζεται ότι τον έχει εξαντλήσει ούτε σε ασανσέρ δεν μπαίνεις.
Βέβαια ως Gen Xer, έστω και από τους μικρότερους της γενιάς, δεν θα μπορούσα να υποστηρίξω γκρουπ σε t-shirt με το οποίο δεν συνδέομαι με κάποιο τρόπο επί προσωπικού. Στις μικρές συναυλίες θα ασχοληθώ συχνά με το merch και ενίοτε θα πάρω και τη μπλούζα για να στηρίξω το συγκρότημα, αλλά αν δεν έχω περάσει πολύ καλά ή πολύ χάλια, δεν θα τη φορέσω, ομοίως αν βλέπω ότι το συγκρότημα δεν μου λέει τίποτα τελικά.
Γι’ αυτό, σημειώνοντας και τις κάπως εξαντρίκ απόψεις των Βορειοευρωπαίων για το φιζίκ των Ελλήνων, ως φαν των Iron Griffin γέλασα που έφεραν μόνο small και XXL στο φετινό Up The Hammers γιατί καλύφθηκα, ενώ μη γνωρίζοντας καλά τους Wolvennest αρχικά δεν συνετρίβην κιόλας που εκείνοι έφεραν μόνο XL στο δικό τους λάιβ πριν λίγες μέρες. Μετά την ισοπεδωτική εμφάνισή τους όμως μια μπλούζα θα τη φορούσα ευχαρίστως. Ένα shout-out με την ευκαιρία στην Ten Out Of Ten Productions στην οποία εύχομαι να συνεχίσει να μας τραβάει παρέα στα άδυτα του extreme ήχου. Στηρίξτε τους, μόνο να κερδίσετε έχετε. Αντίστοιχα δεν μου πήγαινε το χέρι να μην πάρω το συλλεκτικό t-shirt των Smoulder τους οποίους ξεχώρισα από την πρώτη στιγμή για το φεμινιστικό doom - epic metal και την αντιφασιστική τους στάση, παρότι το ντιζάιν παραπέμπει στο home kit της Chelsea της πρώτης θητείας Μουρίνιο και ακόμα προσπαθώ να βρω τρόπο να το φορέσω χωρίς να μοιάζω με τον Frank Lampard. Ειδικά επειδή όταν έβλεπα Premier ήμουν Arsenal (Βενγκέρ, γλιτώσαμε τον ζουρλομανδύα μαζί σου, δεν φοβάμαι τίποτα).
Για τους ίδιους λόγους νιώθω πολύ πιο άνετα φορώντας μπλούζα Manic Street Preachers που με μεγάλωσαν ή εκείνη την ωραία των Boards Of Canada που χάθηκε μυστηριωδώς, σε σχέση με άλλες που έχω αγοράσει κάπως παρορμητικά. Πάντως όλες λίγο πολύ συνδέονται με μία προσωπική ιστορία. Όπως το πράσινο t-shirt Yo La Tengo από τη συναυλία στο Forum στο Λονδίνο, όπου αφού ο κόσμος έφυγε μετά το δεύτερο ανκόρ οι Tengos έκαναν και τρίτο για τους τριάντα που απομείναμε. Ήταν παράξενα και όμορφα. Ή ένα από τα μπλουζάκια που είχε ζωγραφίσει η αδερφή μου (Psychedelic Furs ή Air). Το φόρεσε στους Radiohead στη Θεσσαλονίκη το 2000 και στη συνέχεια το είδαμε σε αφιέρωμα τοπικού περιοδικού, απαλλαγμένες πλέον και από το άγχος του προημιτελικού Ισπανία - Γαλλία στο Euro που διεξαγόταν την ώρα του λάιβ και είχαμε παίξει στο Στοίχημα. (Ωραίες εποχές. Μπορούσες ακόμα να στηρίζεσαι στους λούζερς Ισπανούς σε σημείο που να χάνει πέναλτι ο Ραούλ στο 89. Και στην κανονική περίοδο κερδίσαμε και ταμείο πήγαμε και απ’ όλα).
Ή την αγαπημένη μου vintage Led Zeppelin μπλούζα που φόρεσα στους Pulp το 2011. Ακόμα θυμάμαι την απελπισία του υπερ χίπστερ φίλου όταν συναντηθήκαμε για να κατέβουμε παρέα στη Μαλακάσα: “Συγγνώμη με μπλούζα Led Zeppelin θα έρθεις; Βάλε και Iron Maiden ξέρω ‘γω. Ρεζίλι θα γίνουμε”. Του είπα ότι οι Zep ήταν η μισή εφηβεία μου και ότι δεν δέχομαι κριτική από άνθρωπο που ψάχνει στο πορτ μπαγκάζ να βρει πάνινο καπέλο α λα Αλίκη Βουγιουκλάκη - Η Νεράιδα και το Παλικάρι για να το βάλει σε συναυλία. Δυστυχώς το βρήκε. Δυστυχώς επίσης μπροστά που σταθήκαμε ένιωσα κι άλλα βλέμματα αποτροπιασμού επάνω μου, αλλά μόλις άρχισα να απειλώ νοερώς ότι η επόμενη σύναξη των ίντυδων ήθελε μπλουζάκι Deicide και πάνω, ο Jarvis Cocker μας ενημέρωσε χαρωπά ότι ένα από τα μουσικά του είδωλα, ο Robert Plant (say what?), είχε γενέθλια. Ξαφνικά δεκάδες κεφάλια γύρισαν προς το μέρος μου έκπληκτα και ο φίλος με το καπελάκι άρχισε να με συγχαίρει κατενθουσιασμένος που το είχα προβλέψει. Τίποτα δεν είχα προβλέψει φυσικά, ήταν μια απίστευτη σύμπτωση, αλλά προσπάθησα να συγκρατήσω και τη δική μου έκπληξη (κυρίως με τη διαπίστωση ότι το κοινό ήξερε τον Plant) και απλά τους έριξα μία δήθεν αμέριμνη ματιά σε στυλ “πόσα λίγα ξέρετε” ενώ πάλευα με κρίση νευρικού γέλιου.
Αντεστραμμένο ενσταντανέ ζήσαμε στους Smashing Pumpkins πέρυσι στο ΣΕΦ, με τον διπλανό μου να ξεχωρίζει σαν σημαδούρα με μπλουζάκι Metallica. Κίνηση χαμηλού ρίσκου σε σχέση με τη δική μου σε britpop συναυλία 13 χρόνια πριν, άλλωστε ο Corgan πάντα έχαιρε εκτίμησης σε κάποιους μεταλλάδες που στην απελπισία τους για την πρωτόγνωρη τότε κρίση ταυτότητας του metal είχαν αποδεχτεί τους Pumpkins, τους Soundgarden και τους Alice In Chains ως heavy εκδοχή του αμερικανικού alternative. Ωστόσο ο τύπος δίπλα μου δεν γλίτωσε δυο - τρία διερευνητικά βλέμματα. Και εδώ ο τροχός γύρισε όμως όταν ο Iha παρουσίασε την Kiki Wong και εκείνη απάντησε με το riff του “Master Of Puppets”.
Το αντίθετο απ’ ό,τι έκανε ο χίπστερ φίλος μου στη Μαλακάσα, που ως Gen Xer κι αυτός επικεντρώθηκε στους Zeppelin και όχι στο fashion στοιχείο της μπλούζας μου, είναι πλέον κανονικότητα στα ράφια του H&M και του Zara. Έχει αποτυπωθεί και σε έρευνα νομίζω ότι μπλουζάκια Ramones αγοράζουν αποκλειστικά οι άνθρωποι που δεν έχουν ακούσει ποτέ Ramones. Is Sheena a punk rocker τελικά; Μένει επίσης να διαπιστωθεί κατά πόσο ο ΛΕ ΠΑ που εθεάθη με μπλούζα του συγκροτήματος αποτελεί εξαίρεση. Το concept “never mind the band, here’s the fashion” τράβηξαν στα άκρα οι αδελφές Jenner (οι οποίες δεν έχω καταλάβει αν είναι άλλες από τις αδελφές Kardashian) πριν καμιά δεκαριά χρόνια με εκείνη τη φρικώδους έμπνευσης σειρά ρούχων που αποσύρθηκε άρον άρον ή μάλλον Σάρον Σάρον, όταν η κυρία Osbourne τις σκυλοέβρισε (δικαίως μεν σεξιστικά δε) και οι κληρονόμοι του Notorious B.I.G. και του 2Pac προανήγγειλαν αγωγές. Οπότε αν θέλατε να επενδύσετε 100 δολάρια σε μπλουζάκι Ozzy με τις φάτσες των Jenners κολλημένες από πάνω, χάσατε. (Είναι απορίας άξιο πώς πέρασε αυτό το συγκλονιστικό ιδεάκι από τους νομικούς τους). Τουλάχιστον το σούσουρο που προκάλεσε εκείνος ο σεφ όταν μαγείρεψε στη Μενεγάκη με μπλούζα Rotting Christ δεν πέρασε από τη νομική οδό.
Παίρνω πάσα για ιστορία τελευταίου εξαμήνου και κλείνω με μίνι κουίζ.
Διερχόμενη μπροστά από τυχαίο Pull&Bear εντοπίζω δίπλα μου influencer (ελπίζω να χρησιμοποίησα τον σωστό όρο) με ένα μωβ φόρεμα τόσο bridesmaid στη South Carolina που περίμενα να εμφανιστούν άλλες τρεις ολόιδιες. Δεν εμφανίστηκαν αλλά είχε μαζί μία καημένη που υποθέτω την ακολουθεί παντού και τη φωτογραφίζει. Αποφασίζω να μπω μια βόλτα, σταματάω το “Wrathchild” που άκουγα, βγάζω τα ακουστικά, ακούω φευγαλέα την influencer να λέει στη φωτογράφο "να αρχίσω να περπατάω ή όχι ακόμα;", μπαίνω στο μαγαζί και έρχομαι αντιμέτωπη με μία κούκλα βιτρίνας που φορούσε ένα fake μαύρο δερμάτινο τζάκετ και από μέσα λευκό μπλουζάκι με το logo των Iron Maiden. Καμία έκπληξη μέχρι εδώ, μόνο στα ΑΒ δεν τα πουλάνε πλέον. Κάνω μια βόλτα, όλα χάλια, πάω να φύγω και τις βλέπω να χαζεύουν την κούκλα. Πώς αντέδρασα;
Α. Άρπαξα την influencer από τον γιακά και της είπα "Λοιπόν αρκετά και κάτω τα ξερά σου από τη μπλούζα. Πες τρία τραγούδια, άντε δύο και το φιροφδενταρκ, αλλιώς να πάρεις αυτό που γράφει sunshine επάνω με τους κοκοφοίνικες και τα glitter".
Β. Άρπαξα την κούκλα από τον γιακά, της ζήτησα τρία τραγούδια Iron Maiden, δεν έβγαλε κιχ, έβγαλα εγώ το κινητό και έκανα follow την influencer.
Γ. Μπήκα στο δίπλα μαγαζί όπου σοκαρίστηκα ακόμα περισσότερο, καθώς ανάμεσα στα hoodies Cure, Misfits, Nirvana, Cranberries και Def Leppard, το καλύτερο πράγμα ήταν ένα ροζ φούτερ Smashing Pumpkins και είναι να απορεί κανείς σε ποιον απευθύνονται με τη μουσική που βγάζει σήμερα ο Corgan. Η αναλγησία του καπιταλισμού δεν έχει όριο.
Όποιος και όποια απαντήσει σωστά δεν κερδίζει τίποτα, γιατί δεν χρειάζεται. Ακούμε ό,τι θέλουμε, φοράμε ό,τι θέλουμε. Όχι στους gatekeepers, όχι και στους φασαί-αι-ους (για να βγει το μέτρο). Άλλωστε δεν υπάρχουν Unknown Pleasures πια. Τα μόνα εναπομείναντα κυκλοφορούν σε μπλουζάκι. Αν το δεις στη γειτονιά σου, ανεβαίνουν τα ενοίκια.