Σε γνωρίζω απ' την όψη...
- Αγάπη μου, τι θα γίνει. Και κουράστηκα και πείνασα και δίψασα! Πόσο ακόμη θα τριγυρίζουμε;
- Έλα κάνε λίγο υπομονή. Κάπου εδώ τριγύρω είναι, δεν μπορεί... Τόσο δρόμο κάναμε, θα τον βρούμε, που θα πάει.
Αρχές Ιουνίου και οι προβλέψεις για τον καιρό στο Παρίσι μιλούσαν για ήπιες συνθήκες, μολαταύτα σήμερα η ζέστη σε συνδυασμό με την υγρασία είναι αποπνικτική, παρά την κατά τόπους πηχτή σκιά που ρίχνουν τα φυλλώματα από τα αιωνόβια δέντρα. Η μόνη ίσως ...δροσιά είναι εσωτερική, προερχόμενη από αυτή την υποδόρια ανατριχίλα που προκαλεί η επίσκεψη σε ένα νεκροταφείο, εδώ όπου ένα θρόισμα των φύλλων, μια ριπή ανέμου, μια μετακινούμενη σκιά, αποκτούν και μια άλλη διάσταση, πιο μεταφυσική. Τώρα έχουν βγει και από την κεντρική "λεωφόρο", έχουν μπει σε ένα ανηφορικό μονοπάτι, χορταριασμένες πορώδεις πέτρες, μαυρισμένο μάρμαρο, σπασμένοι τάφοι με αδιάβαστα ονόματα και υπολείμματα κεριών. Ξανακοίταξε τον χάρτη... "Δεν μπορεί κοτζάμ υπουργό, που έχει και δρόμο και στάση μετρό, να τον έχουν θάψει τόσο απόμερα" μονολόγησε. Δεν υπήρχε και κανένας τριγύρω να ρωτήσει, οι περισσότεροι άλλωστε επισκέπτες αναζητούσαν τον Τζιμ ή τον Όσκαρ. Και τότε ξαφνικά τον είδε... Μπροστά του σχεδόν, στην πλατεία, σε κεντρικό μέρος. Τον τάφο του Francois-Vincent Raspail. Ενός γάλλου πολιτικού και χημικού. Γεννηθείς το 1794, αποβιώσας το 1878. Όχι δεν ήξερε τίποτε από τα πεπραγμένα, τα έργα και τις ημέρες του ανδρός, αν ήταν άξιος ή όχι. Μια αδιόρατη συγκίνηση όμως τον έπιασε... Και η μανία φυσικά του τουρίστα να φωτογραφήσει, να απαθανατίσει τη στιγμή, τη φάτσα του, την ύπαρξη του, ήμουν κι εγώ εδώ. Στο νεκροταφείο Περ Λασαίζ, στις δυτικές συνοικίες του Παρισιού, στην αναζήτηση ενός εξώφυλλου αγαπημένου δίσκου... «Within the realm of a dying sun».
"Και τι θα ήταν οι δίσκοι άραγε δίχως τα εξώφυλλα τους; Το πιθανότερο εδώ που τα λέμε είναι ότι θα ήταν και πάλι δίσκοι και δεν θα έχαναν στο ελάχιστο από την κρίσιμη σημασία που ασκούν στη ζωή όσων παρασύρονται από δαύτους" έγραφε πρόσφατα ο Άρης Καραμπεάζης, και ας κάνουμε μια στάση να το σκεφτούμε λίγο παραπάνω. Κατ' αρχάς σίγουρα θα ήταν λιγότερο γοητευτική η συλλογή τους. Τα εξώφυλλα μας φαίνονται άρρηκτα (έως και αυτονόητα) δεμένα με τη μουσική (και ας μην το πιάσουμε τώρα από την φιλοσοφική πλευρά, του είναι και του φαίνεσθαι και της σχέσης της φόρμας με το περιεχόμενο), σαν να της δίνουν μία παραπάνω υπόσταση και βαρύτητα, υλ(ικ)οποιώντας την, καθιστώντας την ένα μικρό έργο τέχνης (και με μια σαφή φετιχιστική χροιά). Θα μπορούσε μάλιστα να πει κανείς ότι οι συλλογές δίσκων μπορεί να είναι και οι ιδιωτικές "πινακοθήκες" των μεσαίων λαϊκών τάξεων. Κοντολογίς, οι μεγάλοι καπιταλιστές μαζεύουν Ρέμπραντ και Πικάσο εις το πρωτότυπο, εμείς Smiths και Chameleons, οι οποίοι φευ κυκλοφορούν σε περισσότερα του ...ενός αντίτυπα. Και αμφότεροι δεν εμφορούμαστε πάντοτε από αγνή αγάπη για τέχνη, ας σημειωθεί.
Με την επέλαση των ψηφιακών ερπυστριών, με τα download και ακόμη "χειρότερα" με τα streaming, η τέχνη αυτή μοιάζει να φθίνει. Ελάτε, για πέστε μου αλήθεια, ποιο είναι το τελευταίο εξώφυλλο που πραγματικά θυμόσαστε; Και όχι ότι λείπει η ποιότητα, το αντίθετο, συνεχώς πέφτω επάνω σε εκπληκτικά δείγματα εικαστικής αισθητικής αρτιότητας και πρωτοτυπίας σε κάθε δυνατή μορφή (ακόμη και αποκλειστικά ψηφιακή!) τα οποία όμως χάνονται μέσα στην πλημμυρίδα της σύγχρονης μουσικής παραγωγής. Μήπως λοιπόν, κατ' αναλογία με τα κυρίως ειπείν έργα τέχνης, είναι ο καιρός γαρ (sic) εγγύς να μπουν και τα εξώφυλλα των δίσκων στο ...μουσείο για τις επόμενες γενιές;
Μπορεί ναι, μπορεί όχι. Αντιπαθώ τη φουτουριστική δαιμονολογία όσο και τους νοσταλγικούς ελεγειακούς κοπετούς για το τότε που δεν είναι σαν σήμερα κλπ κλπ. Η ζωή άλλωστε έτσι προχωράει, στην πορεία κάτι κερδίζεται, κάτι χάνεται. Και δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι η αποτύπωση της μουσικής σε δίσκους (γραμμοφώνου, βινυλίου κλπ) υπήρξε κάποτε και αυτή μια τεχνολογική καινοτομία με τις δικές της εκούσιες και ακούσιες συνέπειες. Με κυριότερη το ότι μετέτρεψε την μουσική σε μαζικά εμπορεύσιμο προϊόν. Και αν στην αρχή το εξώφυλλο είχε ως κύριο σκοπό απλά την προστασία και την αναγνώριση του προϊόντος, σιγά-σιγά με την εξέλιξη των τεχνικών του marketing, έγινε ένα καθοριστικό εργαλείο προώθησης και αναγνωρισιμότητας (σε όλους μας με το που ακούμε Velvet Underground μας έρχεται στο νου η Μπανάνα, θυμάται όμως κανείς ένα ...εξώφυλλο της Πέμπτης του Μπετόβεν;). Ειδικά από τη στιγμή που εμφανίστηκε το LP για να διεκδικήσει δάφνες σοβαρότητας ολοκληρωμένου έργου, ακόμη δε περισσότερο μετά το σχίσμα μεταξύ ποπ και ροκ, μεταξύ δήθεν αλαφράδας και δήθεν σοβαρότητας. Μολαταύτα ποτέ δεν απώλεσε τη βασική λειτουργία της διάκρισης. Όπως το γράφει σκωπτικά ο Bob Stanley στο "Yeah! Yeah! Yeah! The story of pop music" "τότε ήταν πιο κουλ στην στάση του λεωφορείου να κρατάς το "Atom Heart Mother" με την αγελάδα στο εξώφυλλο". Η χρυσή εποχή των 70s... Και μετά ήρθε το καταραμένο CD και το επάρατο mp3 και όλα χάλασαν. Έτσι δεν λέει το δημοφιλές μουσικόφιλο αφήγημα;
Προσωπικά ποτέ δεν υπήρξα συνειδητά φετιχιστής (στη μουσική τουλάχιστον). Ανήκοντας μάλιστα σε μια γενιά η οποία μέσα σε 20 χρόνια είδε φορμάτ να εμφανίζονται, να εξαφανίζονται και να επανέρχονται, έχω εδώ και χρόνια μια υλικά αποστασιοποιημένη σχέση με τη μουσική. Εν τέλει, είτε με εξώφυλλο είτε χωρίς, η μουσική είναι αυτή που έχει σημασία (με την ευκαιρία ας βάλω στην άκρη και τον μύθο για τους δίσκους που αγοράζαμε και καλά μόνο από το εξώφυλλο, χωρίς καμία ιδέα για το περιεχόμενο, προσωπικά αν το έκανα ποτέ αυτό θα ήταν για καμία φτηνή προσφορά ή για τους δίσκους της 4AD). Επίσης δεν συμμερίστηκα ποτέ κάποιες μάλλον περίεργες και κατά βάση αστήρικτες απόψεις για το βινύλιο που δίνει λέει χώρο στην εικαστική έκφραση σε αντίθεση με το "μικρό" CD, αν πιστεύει κανείς ότι το "μέγεθος μετράει" στην τέχνη -για αλλού δεν ξέρω- ας πεταχτεί στο Λούβρο και ας δει τη Μόνα Λίζα).
Μολαταύτα, λόγω ακριβώς των βιωμάτων αυτών, μου είναι δύσκολη η πλήρης αποστασιοποίηση. Τουλάχιστον για τα παλιότερα αγαπημένα ακούσματα τα οποία είναι αξεδιάλυτα ταυτισμένα με μια εικόνα. Και εδώ ακριβώς έγκειτο η δυσκολία στο να συνθέσω μια λίστα με αγαπημένα εξώφυλλα. Και όχι τόσο στην εμπλοκή του προσωπικού γούστου (αυτονόητη άλλωστε σε κάθε λίστα). Και αν σταθώ περισσότερο στην συναισθηματική παράμετρο, μήπως τότε ...αντικειμενικά το πιο αγαπημένο μου εξώφυλλο να ήταν ένα από εκείνα που κάποτε φιλοτεχνούσα σε χειροποίητες κασέτες-συλλογές τις οποίες με προσμονή (και αξιοσημείωτη αποτυχία όσον αφορά εχμμ τον βασικό στόχο) χάριζα σε σκοτεινά αντικείμενα του πόθου;
(....)
Τέτοια σκοτεινά αντικείμενα του πόθου, λιγότερο ένσαρκα βέβαια, υπήρξαν (τονίζω το "υπήρξαν") και τα δισκάκια της 4AD. Όπως αυτό με το οποίο ξεκινήσαμε, με τον κλασικό δίσκο των Dead Can Dance του 1987 στην 4AD, το εξώφυλλο του οποίου αναζητούσαν στο νεκροταφείο οι αδίστακτοι εξερευνητές της εισαγωγής (και όχι, στην Γένοβα δεν έχω πάει -ακόμη- για να αναζητήσω το "Closer" των Joy Division). Στέκομαι εμφατικά στην εταιρεία, γιατί στην περίπτωση αυτή το εξώφυλλο δεν είναι επιμέλεια του μεγάλου Vaughan Oliver και της ομάδας του, της 23 envelope (μετέπειτα v23) όπως ήταν κάποτε ο κανόνας. Ενός γραφίστα-καλλιτέχνη (τα δύο δεν ταυτίζονται απαραίτητα) με εστέτ γούστο ο οποίος κατάφερε με ελεύθερη χρήση των τυπογραφικών στοιχείων, με ιδιάζουσες γραμματοσειρές, αξιοποιώντας μοναδικά εικόνες και φωτογραφικές συνθέσεις να κατακτήσει ένα ενιαίο αναγνωρίσιμο στυλ και να εικονοποιήσει με τον καλύτερο τρόπο τα μουσικά οράματα των καλλιτεχνών της εταιρείας (κι ας μην μου αρέσουν όλα του δημιουργήματα, όπως π.χ. εκείνο το διαβόητο εξώφυλλο με τα χέλια). Νομίζω ότι οι αραχνοΰφαντες μελωδίες που υφαίνουν οι Cocteau Twins πάνω στη φωνή της νεράιδας Elisabeth στο "Treasure" δεν θα μπορούσαν να βρουν πιο ταιριαστή οπτική ενσάρκωση.
- Kraftwerk - The Man Machine: Και από την νεραϊδόπληκτη υπερβατικότητα στην γεωμετρική αυστηρότητα, σε έναν ιδιότυπο τεχνοκρατικό ρομαντισμό ρετροφουτουριστικής νοσταλγίας. Η αυστηρά γεωμετρική electropop των γερμανών εκφράζεται μέσα από κοκκινόμαυρο εξώφυλλο (αγαπημένος αναρχικός συνδυασμός, όπως στο "1936" των The Ex) ρώσικης πρωτοπορίας. Και αν η ηλεκτρονική των Kraftwerk απεικονίζεται με την αυστηρή ευκλείδεια γεωμετρία, η ρέουσα ηλεκτρονική ambient του Brian Eno αναπαρίσταται ιδανικά μέσα από τις πρωτο-φρακταλοειδείς γραμμές στο "Ambient: Music for airports", σε ένα μοτίβο το οποίο θα γίνει μετέπειτα κοινός τόπος στον χώρο.
- King Crimson - In the Court of the Crimson King: Από τα πρώτα εξώφυλλα που με είχε εντυπωσιάσει σε τρυφερή ηλικία, έστω και στο μικρό φορμάτ της κασέτας, κι ας μην το λες και όμορφο, αλλά ποιος είπε ότι η τέχνη έχει να κάνει σώνει και καλά με την ομορφιά; Αργότερα θα το συνειδητοποιούσα σαν μια ακόμη πιο "σχιζοειδή" εκδοχή της Κραυγής του Μουνχ, προφητική απεικόνιση του ανθρώπου του 21ου αιώνα.
- Όταν μαζεύονται τα σύννεφα... Μπορεί να είναι γκρίζα και δυσοίωνα όπως στο "A broken frame" των Depeche Mode (τελικά ισχύει εκείνος ο μύθος ότι είναι η Kate Bush αυτή που θερίζει στο εξώφυλλο;), μπορεί όμως να είναι φωτεινά γαλανά και στη μέση να αναδύεται το έμβλημα του θεού, Brel, στον τελευταίο και ασήκωτα συναισθηματικά βαρύ δίσκο της ζωής του.
- Αν και πολλές φορές η σχέση μου με τη φύση μοιάζει με εκείνη του παλιού γάλλου διανοούμενου που έλεγε "μη μ' αφήνετε μόνο με τη Φύση", όταν βρίσκομαι κοντά της είναι δύσκολο να ξεφύγω της γοητείας της, ακόμη και εάν αυτή είναι αποτυπωμένη σε ένα χάρτινο εξώφυλλο, όπως στον ποτισμένο μελαγχολία τελευταίο δίσκο του Aukai. Και δεν μένουμε μόνο στο δάσος αλλά κοιτάμε και το δέντρο, το οποίο μπορεί να είναι μοναχικό και γυμνό όπως στο "Παρελθόν" των Δίλημμα (έναν όχι ιδιαίτερα σπουδαίο κατά τ' άλλα δίσκο), απεικονισμένα μέσα από ψυχεδελική ματιά όπως στον ομώνυμο πανέμορφο δίσκο των Hoelderlin. Μπορεί δε να αποτελέσει και ντεκόρ για μια φωτογραφία όλου του "σογιού", όπως στο "The hangman’s beautiful daughter" των Incredible String Band, εξώφυλλο που θα το έλεγες και επιδραστικό, καθώς μετά την απίστευτη αυτή κομπανία το μιμήθηκαν και άλλοι δασολάγνοι όπως οι Current 93 και οι Espers.
- Και για να κλείσουμε με μια δόση ερωτισμού από την ελληνική δισκογραφία θα σταθούμε σίγουρα στο "Σαμποτάζ" της Λένας Πλάτωνος και το φεγγαρολουσμένο ...βουνό (τι άλλο σκεφτήκατε;), αλλά επειδή, είπαμε, είμεθα και φετιχιστές (όχι στο βινύλιο ε;) το εξώφυλλο των Libido Blume στο "Liquid Sensation" είναι όλο υποσχέσεις και φυσικά καθόλου ...υπονοούμενα.
- Σαν σε flip-side του αφιερώματος, θα ρίξουμε και λίγο φως όχι σε δίσκους κακής αισθητικής, από τέτοιες λίστες με καλτ και κιτς εξώφυλλα των ...Panagnostians βρίθει το διαδίκτυο, αλλά σε αγαπημένους δίσκους όπου το εξώφυλλο δεν ανταποκρίνεται αισθητικά στο περιεχόμενο (αντιστρέφοντας τη λαϊκή ρήση "από μέσα κούκλα απ' έξω πανούκλα"). Αν και δεν θα αντισταθώ στον πειρασμό να αναφέρω τους Black Sun Productions, οι οποίοι επηρεασμένοι προφανώς από το Scatology των μεντόρων τους Coil κυκλοφόρησαν το "Toilet Chant" σε (αντιγράφω αμετάφραστα από το discogs) "99 numbered & shit stained/thumbprinted copies" (πως είπατε παρακαλώ;!).
Από κει και πέρα έχω να καταθέσω γενικά ότι με αφήνουν αδιάφορο τα ωραιοπαθή εξώφυλλα (π.χ. όλα του Morrissey, ούτε ο Λε-Πα δεν έχει φωτογραφίσει τόσο τη φάτσα του), διασκεδάζω με τα τέρατα του παλιού "καλού" metal, το "Wish you were here" με τον άνθρωπο που παίρνει φωτιά, κι ας έχει συμβολισμούς, κι ας το υπογράφει ένα ιερό τέρας σαν τον Storm Thorgerson, κι ας είναι εμβληματικό (Σ.τ.Α.: εεεεεπ!), με απωθεί, ένας λυρικός δίσκος σαν το "The Bends" φρονώ θα έπρεπε να είχε καλύτερη εικαστική αποτύπωση, ενώ, εντάξει, όσο κι αν τιμώ την κατσίκα ως είδος (και σε κάθε εχμμ μορφή) το βουκολικό εξώφυλλο του "Pet Sounds" είναι υπεράνω σχολιασμού. Ούτε καν ένα αστείο με το αν μασάει τελικά η κατσίκα ταραμά δεν μου βγαίνει...