Summer of Soul (or, When the Revolution Could not be Televised)
Το καλοκαίρι του 1969 είχε τεράστια σημασία για την αφροαμερικανική κοινότητα των ΗΠΑ. Ήταν η εποχή που πέθανε ο «Νέγρος» και γεννήθηκε ο «Μαύρος», μια εποχή που φάνηκε για λίγο ότι θα κατάφερναν να συνεργαστούν οι παλιές καραβάνες του Κινήματος για τα Πολιτικά Δικαιώματα με τους νέους, αγριεμένους Μαύρους Πάνθηρες. Επρόκειτο για το τρίτο καλοκαίρι στη σειρά που οι τοπικές δημοτικές αρχές του Χάρλεμ ανέθεσαν στον τραγουδιστή Tony Lawrence τη διοργάνωση πολιτιστικών εκδηλώσεων στην περιοχή. Από τις συναυλίες του 1969 πέρασαν 300.000 άτομα (όσα και στο «λευκό» Γούντστοκ) και ο κινηματογραφιστής Hal Tulchin τις απαθανάτισε σε υλικό 40 ωρών. Όταν όμως προσπάθησε να το πουλήσει, κανείς δεν έδειξε ενδιαφέρον. Το υλικό παρέμεινε στο αρχείο του μέχρι που ανέλαβε την επεξεργασία και προώθησή του ο ντράμερ των Roots, Ahmir Questlove Johnson. Οι καλλιτέχνες που παρέλασαν από τη σκηνή ήταν η αφρόκρεμα της μαύρης και της latin μουσικής, αφού ο στόχος ήταν, εκτός των άλλων, η συνάντηση όλων των κατοίκων του Χάρλεμ: Αφροαμερικανών, Αφρικανών, Πορτορικανών, Τζαμαϊκανών. Έτσι εκτός της παλιάς φρουράς που εκπροσωπούσε η Mahalia Jackson, εμφανίστηκαν η Nina Simone, οι Sly and the Family Stone, ο B.B. King, οι Staple Singers, οι Gladys Knight and the Pips, ο David Ruffin, η Abbey Lincoln και ο Max Roach, ο Νοτιοαφρικανός Hugh Masekela, ο Νιγηριανός Babatunde Olatunji, ο Κουβανέζος Mongo Santamaría, ο Πορτορικανός Ray Barretto, και πολλοί άλλοι. Κορυφαία σκηνή είναι η στιγμή που η γηραιά Mahalia καλεί τη Mavis Staples να τη συνοδέψει.
Δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί κανείς πώς θα ήταν η εξέλιξη της μαύρης μουσικής και ποια θα ήταν η επίδραση της μαύρης κουλτούρας, αν αυτό το ντοκιμαντέρ είχε παιχτεί στην ώρα του, το 1970 —ταυτόχρονα με το Woodstock.