Τα καλύτερα live albums: Γιάννης Πολύζος
"...Εεε, μήπως μπορείς να δώσεις λίγο το μπάσο στα μόνιτορ; Και καμιά μπύρα ρε παιδιά, αν γίνεται..."
Θα πρέπει να είσαι φανατικός οπαδός ενός γκρουπ για να έχεις εμπιστευθεί τις ζωντανές ηχογραφήσεις του. Θα έπρεπε βέβαια να ισχύει το αντίθετο, μα συνήθως τα λάιβ άλμπουμ δε μας δίνουν ξεκάθαρη εικόνα. Ορισμένα σχήματα κατ' αρχάς δεν μπορούν να βγουν καλά στο σανίδι: έχω παρακολουθήσει τους Ex δύο φορές ζωντανά και εύχομαι να ήταν εκατόν δύο. Τόσες είδα και τους Sonic Youth και ισάριθμες το μετάνιωσα. Σε καμιά περίπτωση όμως αυτό δεν αποτελεί κριτήριο για την αξία τους. Είναι οι Pixies και οι Raincoats για πέταμα επειδή στις συναυλίες έπαιζαν σα χεσμένοι;
Έπειτα, πολλοί λάιβ δίσκοι στον καιρό τους δεν ήταν τίποτα περισσότερο από ένα εμπορικό τέχνασμα, όταν δεν υπήρχε καινούριο υλικό προς κυκλοφορία. Λύση ανάγκης δηλαδή, για την μπάντα ή για την εταιρεία της. Από κει και πέρα, μπορεί να συμμερίζεστε κι εσείς την άποψη πως η ηχογράφηση ενός γκιγκ δεν είναι δυνατό να υποκαταστήσει την αντίστοιχη εμπειρία. Αλλά ακόμη κι αυτό να παραβλέψουμε, πάντα κάποιο λάκκο θα έχει η φάβα. Αν οι μουσικοί π.χ έχουν αποδώσει τα μέγιστα, η εγγραφή θα είναι της πλάκας. Ή αν η τελευταία πραγματοποιήθηκε υπό ιδανικές συνθήκες, δε θα ήταν σε φόρμα οι πρώτοι.
Υπάρχουν όμως και εξαιρέσεις, ζωντανά αρχεία που μας δίνουν την ευκαιρία να νιώσουμε το ρυθμό, το δέσιμο και την ορμή του γκρουπ, ν' ακούσουμε ανάγλυφη την τεχνοτροπία του, να ενθουσιαστούμε από κάποιον αυτοσχεδιασμό και να γευθούμε τελικά κάτι από τη στιγμή, να ταξιδέψουμε στο χωροχρόνο. Ανέτρεξα στη δισκοθήκη μου για να εντοπίσω κάποια από αυτά και διαπίστωσα ότι ενώ δεν εμπιστεύομαι ιδιαίτερα τα λάιβ άλμπουμ, βρήκα μια γερή δεκαπεντάδα και αρκετά άνετα μάλιστα. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου, λαβύρινθος τ' αυτί του...
No lackeys to the corporate ogre allowed
Ξεκινάμε με μιαν ανεκτίμητη συλλογή-ντοκουμέντο του φεστιβάλ που διοργάνωσαν οι Beat Happening τον Αύγουστο του 1991: International Pop Underground Convention. Τουτέστιν πέντε ημέρες γεμάτες μουσική, δρώμενα, προβολές, πικνίκ, συζητήσεις, ντίσκο πάρτυ, με συμμετοχή πενήντα συγκροτημάτων και μεγάλη προσέλευση κόσμου απ' όλες τις άκρες της γης. Κι όλα τούτα στη μικρή κωμόπολη της Ολύμπια.
Αξίζει να γραφτεί βιβλίο για τα κατορθώματα του Κάλβιν Τζόνσον και της παρέας του, αλλά εδώ ας αρκεστούμε να υπογραμμίσουμε ότι η συγκεκριμένη πρωτοβουλία τους ήταν η μόνη που αφορούσε την πραγματικά ανεξάρτητη/ underground μουσική κοινότητα, δίχως την εμπλοκή εταιρειών, μάνατζερ, ατζέντηδων, ματζέντηδων και λοιπών παράσιτων. Δυστυχώς όμως αυτή η ιστορική μάζωξη (στη συλλογή ακούμε τους Scrawl, Melvins, Seaweed, Pastels, Unwound, L7, Spinnanes και Fugazi μεταξύ άλλων) ενώ αποτέλεσε επιστέγασμα δεκαετούς προσπάθειας για την οργάνωση της εν λόγω σκηνής, υπό μία έννοια υπήρξε και τέλος εποχής: το Nevermind θα κυκλοφορούσε μόλις τέσσερις εβδομάδες αργότερα.
Βεβαίως τίποτε από τα παραπάνω δε γίνεται να στριμωχτεί σε τέσσερις πλευρές βινυλίου, όμως ένα μέρος της μαγείας των ημερών εκείνων χάρη σε κάποια ανεξήγητη, αναδρομική τηλεπάθεια έχει διασωθεί.
"1-2 Fuck You"
Underground μπάντα ήταν και οι Big Black, αμφιβάλλω όμως αν θα έκαναν παρέα με τους Beat Happening. "Αυτή η φάση, οι Naked Raygun, οι Big Black, κάτι τέτοιοι τύποι καπνίζανε πούρα και τρώγανε παϊδάκια" δήλωσε κάποτε ο Ίαν ΜακKέι για να υπογραμμίσει την απόσταση που χώριζε τους Fugazi από τη λεγόμενη 'pigfuck scene'. Υπερβολικό το σχόλιο, μα δε θα χαλάσουμε και τις καρδιές μας. Γνώμη μου πάντως είναι ότι τουλάχιστον οι Big Black υπήρξαν εξίσου σοβαροί και έντιμοι με τους Fugazi, και σε ό,τι είπαν και σε ό,τι έπραξαν.
Το Pig Pile, γραμμένο στο Λονδίνο το καλοκαίρι του '87, απαθανατίζει ιδανικά τόσο τον ήχο όσο και τη "δεν-τρώμε-πρόλογο-από-κανένα-μαλάκα" στάση τους. Εκείνο που πραγματικά εντυπωσιάζει είναι το επίπεδο στο οποίο μπορεί να φτάσει ένα γκρουπ μέσα από σκληρή δουλειά. Νομίζεις ότι ακούς κάποιους άλλους μουσικούς, αν τους συγκρίνεις με τους Big Black των πρώτων ημερών. Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης οι διαφορετικές εκτελέσεις παλιών τραγουδιών όπως το Dead Billy, που βγαίνει πιο στιβαρό, πιο... ροκ (yeah).
Ο Αλμπίνι στο μεταξύ δεν καταφέρνει να τραγουδήσει στοιχειωδώς ούτε σ' ένα κομμάτι (ήδη από το Fists of Love τσιρίζει σα little fag, που θα έλεγε κι ο ίδιος), όμως αν δείτε το βίντεο της συναυλίας θα καταλάβετε γιατί. Κατά τα άλλα, οι τρεις θορυβοποιοί από το Σικάγο δε χαμηλώνουν τους τόνους πουθενά, επί 45 λεπτά απειλούν να κάψουν το PA.
"We got that PMA"
Φυσικά μια μπάντα σαν τους Bad Brains, η οποία όρισε τον κατεξοχήν ήχο υψηλής ισχύος, δε θα μπορούσε να λείπει από ένα αφιέρωμα σε λάιβ άλμπουμ. Γιατί χάρντκορ συναυλία -στην καλή της εκδοχή- σήμαινε ανταλλαγή ενέργειας, εκτόνωση, χορό (ΟΚ, πόγκο), μπύρες, τραγούδι (ΟΚ, αγριοφωνάρες), κάθαρση. Μελανιές μετρούσες έτσι κι αλλιώς την επόμενη μέρα, απλώς αν στράβωνε πολύ το πράμα μπορεί και να ξυπνούσες στο νοσοκομείο.
Οι Minor Threat σύμφωνα με τον μπασίστα τους, Μπράιαν Μπέικερ, ντρέπονταν να παίξουν σαπόρτ στα κονσέρτα των Bad Brains, ενώ από τον Χένρυ Ρόλλινς μέχρι τους Beastie Boys αμέτρητοι είναι οι μουσικοί που τους μνημονεύουν ως καίρια επιρροή. Ξανακούγοντας αυτόν το δίσκο (που φέρει τον εμπνευσμένο τίτλο Live) έπειτα από πολλά χρόνια, καταλαβαίνω γιατί. Το δέσιμο τους είναι πρωτοφανές, ο ρυθμός απίστευτος -δεν ξέρω καμία άλλη μπάντα που γκρουβάρει ακόμη και στα 250 bpm! Χωρίς υπερβολή, οι Bad Brains εκτελούν τα τραγούδια τους με αξιώσεις συμφωνικής ορχήστρας, σε σημείο που τελικά δε γίνεται να ξεχωρίσεις ποιος παίζει τι, κι ακόμη, να καταλάβεις γιατί νιώθεις τόσο ωραία. Positive Mental Attitude. Το μόνο γκρουπ της γενιάς τους που θα μπορούσε να σταθεί πλάι στον Χέντριξ.
"You're the most psychedelic negro I ever heard"
Δεν έτυχε μέχρι στιγμής ν' ακούσω το περιβόητο λάιβ του Μόντερεϋ, αλλά μοιάζει απίθανο να είναι καλύτερο από το καταπληκτικό Live at Winterland του 1968. Αξίζει νομίζω ν' ασχοληθούμε με τις ζωντανές ηχογραφήσεις του Χέντριξ: χάρη στην έμπνευση, την τεχνική, την ευφυΐα του, οι αυτοσχεδιασμοί που επιχειρούσε ήτανε πάντα εποικοδομητικοί, συνδυάζοντας υλικά από διάφορες πηγές. Οι συναυλίες στο μεταξύ θα 'λεγες πως ήταν το στοιχείο του, το ελεύθερο πεδίο όπου μπορούσε να δοκιμάσει οτιδήποτε. Κι αν δεν είναι όλα τα πειράματά του επιτυχημένα, ωστόσο συχνά δείχνουν το δρόμο που θα έπαιρνε η κιθαριστική μουσική. Σε χρόνο ανύποπτο εδώ (στο Killing Floor, στο Hey Joe), παίζει θέματα που θα επεξεργάζονταν αργότερα οι Sabbath και οι Zeppelin.
Πρέπει όμως να υπογραμμίσουμε και τη σπουδαιότητα της μπάντας του, η οποία παράλληλα μ' εκείνον ανέπτυξε ένα εντελώς προσωπικό ύφος. Γιατί πέρα από την εξαιρετική αίσθηση ρυθμού που διέθεταν ο Μιτς Μίτσελ και ο Νόελ Ρέντινγκ, είχαν επιπλέον την ιδιορρυθμία να παίζουν βαριά μουσική με μιαν αμίμητη ελαφρότητα. Και να σκεφτείς ότι ο Τσαζ Τσάντλερ τούς επέλεξε για να στήσει το τρίο των Experience μέσα από διαδικασία ακροάσεων, όπως θα στρατολογούσε κάποιους σέσιον μουσικούς.
Da Blood Done Signed My Name
Ο Τζέφρι Λι ακούγεται βραχνιασμένος, εξαντλημένος ήδη από το πρώτο τραγούδι (Ghost on the Highway) αλλά κι έτσι ακόμα είναι άκρως συγκινητικός. Όσο για τους κυρίους Γκρέιαμ, Ράιτερ και Ντότσον, στ' αλήθεια δεν υπάρχουν λόγια για να εκθειάσει κανείς το υποδειγματικό τους δέσιμο καθώς και τις ραφιναρισμένες ενορχηστρώσεις που, παρά τη μέτρια εγγραφή, σπιθοβολούν μέσα από τα ηχεία.
Οι Gun Club πρέπει να έχουν ένα ακόμη λάιβ άλμπουμ, δεν είμαι σίγουρος γι' αυτό, όμως στο διπλό CD με τον πιο πάνω τίτλο -συλλογή ανέκδοτων, άγνωστων και μέχρι πρόσφατα λανθανόντων τραγουδιών, μας δίνεται η ευκαιρία ν' ακούσουμε το λάιν-απ των δύο πρώτων δίσκων τους να απογειώνει το σχετικό υλικό. Στο Continental Club του Μπάφαλο, NY. Το οποίο θα είναι κρίμα αν έμεινε όρθιο έπειτα από τούτη την εμφάνιση.
Feel Good Now
Κρίμα όμως είναι και που η μόνη λάιβ κυκλοφορία των Swans ηχογραφήθηκε μ' ένα δημοσιογραφικό κασετοφωνάκι. Όχι πως η ποιότητα είναι τόσο χαμηλή, απλώς το άλμπουμ είναι τόσο πολύτιμο ως μαρτυρία. Αφενός γιατί καταγράφει την πορεία του γκρουπ στην ευρωπαϊκή τους περιοδεία του 1987 η οποία, απ' ό,τι μπορούμε να ακούσουμε, επιφύλασσε εξαιρετικές εμφανίσεις στους happy few που παρευρέθηκαν. Αφετέρου διότι πετυχαίνει τους Swans στο μεταβατικό στάδιο του Children of God, εποχή που δεν είχαν παρατήσει τη μεταλλουργία του πρώτου καιρού, ενώ η ροπή προς τη μελωδία έκανε δειλά την εμφάνισή της. Στην καλύτερή τους περίοδο δηλαδή, σύμφωνα με τη γνώμη της πλειοψηφίας.
Πληροφοριακά πάντως, ο Γκίρα και μοναχός του ακόμη με μιαν ακουστική -τουλάχιστον το 2005 που τον είδα στο Παρίσι- μας είχε αφήσει άφωνους.
"And now... three little words"
Οι Magazine ανήκουν σε κείνες τις σχετικά σπάνιες περιπτώσεις συγκροτημάτων που παίζουν λιγότερα απ' ό,τι μπορούν. Οι Can επί τη ευκαιρία είναι ένα άλλο καλό παράδειγμα και, επί τη ευκαιρία της ευκαιρίας, θα ήθελα να ρωτήσω τον αρχισυντάκτη μας αν LP όπως το Ege Bamyasi ή το Bitches Brew (Μάιλς Ντέηβις) θα ήταν δυνατό να συμπεριληφθούν σε αυτό το αφιέρωμα. Γιατί απ' όσο ξέρω είναι ηχογραφημένα εξ ολοκλήρου λάιβ.
Το Play ενδέχεται να είναι το καλύτερο ζωντανό άλμπουμ που έχω ακούσει. Ερμηνεία, εκτελέσεις, παραγωγή, όλα είναι προσεγμένα μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια, σε σημείο που αναρωτιέσαι μήπως ο δίσκος γράφτηκε στο στούντιο και οι φωνές και τα χειροκροτήματα προστέθηκαν εκ των υστέρων. Γιατί όχι; Ο Ντεβότο δεν ήταν κάνας απατεώνας της πλάκας. ΟΚ, δεν ήταν και Μπάουι, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι τη μεγαλύτερη επιτυχία των Magazine (Shot by Both Sides) σε ριφφ του Πητ Σέλεϋ τη στήριξε. Όχι πως τον κατηγορώ: ούτε ο πρώτος είναι ούτε ο τελευταίος. Κι άλλωστε αν κλέβεις με στυλ, αμαρτία ουκ έστι.
"A Dead Song... which is truuuee"
Ηχητική τρομοκρατία μέρος τρίτον. Και με γκολάρα (Junkyard) από τ' αποδυτήρια! Οι Birthday Party πρέπει να έχουν κυκλοφορήσει το πιο ωμό, ακατέργαστο, ασυμβίβαστο λάιβ άλμπουμ όλων των εποχών. Αναφέρομαι στο Live 1981-82. Εδώ εύλογα νομίζω έρχεται ένα "γαμώτο" στα χείλη του ακροατή που λόγω ηλικίας δεν πρόλαβε να τους δει ζωντανά, ενώ ακόμη πιο εύλογα μακαρίζει όσους είχαν αυτή την τύχη. Πραγματικά το Dim Locator, το Zoo-Music-Girl, το Friend Catcher ή το She's Hit γνωρίζουν μοναδικές εκτελέσεις, καλύτερες ίσως και από τις στουντιακές. Πλάκα έχει ο Κέηβ που ανάμεσα στα τραγούδια ακούγεται εντελώς "πολιτισμένος". Ή ψαρωμένος, ποιος ξέρει. Στο Λονδίνο τουλάχιστον. Γιατί στη Βρέμη δε μιλάει. Μπόνους για τις παλιές καραβάνες, το Funhouse από τη συναυλία στην Αθήνα.
"In the sun, in the sun I feel as one..."
Είναι ο Κερτ Κομπέιν ο μεγαλύτερος ροκ μουσικός που πέρασε από τον πλανήτη τα τελευταία είκοσι χρόνια; Δεν ξέρω, πάντως το μέγεθός του ως συνθέτη μαρτυρεί μεταξύ άλλων και το γεγονός ότι αν απογυμνώσεις τα τραγούδια του από τα ντράιβ και τα εφέ, η μαγεία δε χάνεται -αυξάνει ενδεχομένως.
Αναρωτιέμαι γιατί γνωρίζω απ' έξω το Unplugged in New York, καλύτερα κι από το Nevermind. Είναι δυνατό να το έχω ακούσει περισσότερες φορές; Και μάλιστα το '94, που το αίμα έβραζε κι εξατμιζόταν; Δεν είχα την τύχη να παρακολουθήσω καμία συναυλία των Nirvana, αν και εξελίσσονταν παράλληλα με την εφηβεία μου. Ο χώρος, το χρήμα ήταν τα προφανή εμπόδια. Παρότι είμαι σίγουρος ότι θα τους σνόμπαρα, αν μου δινόταν η ευκαιρία: "Έλα μωρέ, Nirvana τώρα...". Μες σ' ένα τέτοιο κλίμα ελαφράς αδιαφορίας έφυγε κι ο άλλος ο μουρλός, και δεν μπορούσαμε έπειτα να το χωνέψουμε με τίποτα. Εδώ τον ακούμε στο κύκνειο άσμα του. Εν γνώση του, εν αγνοία του; Να μην το ρίξουμε στους μελοδραματισμούς, μα η συγκίνηση... Άι, τέρμα τα λόγια. Ανοίξτε μια μπύρα κι αράξτε να το απολαύσουμε παρέα.
Όσο για κλείσιμο; Kick Out the Jams, motherfuckers! Μαζί με το It's Alive των Ramones. Μη μας πάρει κι από κάτω.
----