Τα λόγια είναι περιττά
Από τότε που άρχισα να ακούω μουσική θεωρούσα απαραίτητο συστατικό ενός τραγουδιού την ανθρώπινη φωνή. Λίγο αργότερα όταν με το Μουσικόραμα και κάποια αποσπασματικά κλιπάκια στην ΥΕΝΕΔ συνδυάστηκαν η εικόνα με τον ήχο πρόσεχα κατά κύριο λόγο την εμφάνιση του ασκούντος τα φωνητικά καθήκοντα που η περσόνα του καπέλωνε όλους τους άλλους μουσικούς. Όσοι από εσάς θυμάστε τα πιο πολλά από τα πρώτα videoclip δεν ήταν τίποτα άλλο από τους καλλιτέχνες να παίζουν πάνω σε μια υποτυπώδη σκηνή και από κάτω κάποιες fake ευτυχισμένες φατσούλες να κραδαίνουν σημαιάκια και να κουνιούνται με τους playback ρυθμούς.
Μέχρι και τους Smiths είχα δει σε τέτοιο πανηγυρτζίδικο και τώρα που άρχισε να λειτουργεί καλύτερα η μνήμη μου το πρώτο "άφωνο" που άκουσα και ξανάκουσα ήταν το δικό τους "Oscillate Wildly". Η αρχή είχε γίνει και μαζί της σταμάτησε η απαξίωση τέτοιων δημιουργιών που πλέον είχαν κερδίσει δέουσα προσοχή.
Στη πορεία προστέθηκαν και άλλα παρόμοια είτε από ονόματα που ασχολήθηκαν αποσπασματικά με το είδος είτε με άλλα που οικειοποιήθηκαν ένα no singing δόγμα. Ειδικά τώρα συγκροτήματα όπως οι Electrelane, οι Sierpinsky και οι Sputnik's Down κυκλοφορούν μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες πρόσφατες κυκλοφορίες χωρίς να χρειάζονται κάποιον ή κάποια να τραγουδάει στην σύνθεσή τους, ενώ ίσως το μόνο νέο ρεύμα η ηλεκτρονική μουσική, δεν πολυκαταδέχεται τα λόγια.
Και καλά όλα τα παραπάνω αναφορικά με ότι ακούστηκε από την έλευση του rock and roll και έπειτα. Ο Χατζιδάκις που χωράει; Που από ένα πολύ μεγάλο σύνολο δουλειάς τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά, μόνο το Τζοκόντιο χαμόγελο του φτάνει για ένα πρότυπο οργανικό δίσκο. Και αυτούς που επηρέασε; Rene Aubry και Pascal Comelade δύο από δαύτους. (Παρεμπιπτόντως οι Γάλλοι μέσα σε μια γενική τους νοοτροπία που μας αντιμετωπίζει ως όχι τόσο σοβαρούς, όσο αρέσκονται να θεωρούν τους ευατούς τους, τρέφουν αρκετά συχνά φιλελληνικά συναισθήματα).
Beach Boys : Pet Sounds (Pet Sounds)
Ότι έκανε πραγματικά σπουδαίο αυτό τον δίσκο βρίσκεται και εδώ. Μερικές από τις ομορφότερες μελωδίες της δεκαετίας του 60', σμίγουν σε φωτεινή ενορχήστρωση με ήχους από κόρνες ποδηλάτων, χαβανέζικα όργανα και γαβγίσματα σκύλων. Ντελίριο δυτικής ακτής που προϋπολογίζει τη χαρά του να ζεις ακόμα και εκεί που δεν περιμένεις να φανεί.
New Order : Elegia (Low Life)
Είχαν μέχρι τότε συνδυάσει το new wave τρόπο τους με πρωτοποριακά χορευτικά καλέσματα, διαμορφώνοντας μια μέχρι και σήμερα αξεπέραστη sad dance πρόταση. Μόνο που είχαν ξεφύγει από τα ήθος και τις διδαχές του Τμήματος Χαράς και αυτή η ελεγεία τους δεν ακούγεται τόσο σαν μια προσπάθεια επιστροφής σ'αυτά, όσο σαν μια προσπάθεια εξιλέωσης.
Στέρεο Νόβα : Ευδοκία (Στέρεο Νόβα)
Η γένεση του μεγαλύτερου ελληνικού συγκροτήματος της τελευταίας δεκαπενταετίας, παρά την ερασιτεχνική παραγωγή και τα φθηνά όργανα δεν μπορεί να κρύψει τα προφανή: Το αντάμωμα της entertain rap αισθητικής με μια ιδιότυπη ευαισθησία που δύσκολα συναντάται σε άλλους εκφραστές του είδους, συνιστά μεγαλειώδες αποτέλεσμα.
Ronny Jordan : After Hours (The Antidote)
Δεν τον άφησαν ποτέ αδιάφορο τα γκόσπελ μα ούτε και η έκρηξη του βρετανικού funk. Είδε την μαύρη μουσική ως ένα ενιαίο αποτέλεσμα που συνενώνει διαφορετικές μορφές. Σ'αυτό εδώ πρωτοπροσπάθησε να προσδώσει στο προσωπικό ιδίωμά του ραπ στοιχεία, εγκαινιάζοντας την πιο ουσιαστική περίοδο της acid jazz.
Les Negresses Vertes : La Valse (Miah)
Γάλλοι που δεν μπορούν μα και δεν θέλουν να απεμπλακούν εύκολα από την πολυπολιτισμική παράδοση του τόπου τους. Πριν από το ξεφάντωμα του υπόλοιπου δίσκου τους καταθέτουν τα διαπιστευτήρια της μελωδικότητας τους, νοσταλγικά βαλσάροντας σε μεσόγειο φόντο.
Pascal Comelade : The Scatalan Logicofobism (Traffic D' Abstractions)
Γαλατών συνέχεια. Ο Πασκάλ παίζει με τα οργανάκια του. Όχι δεν παλιμπαιδίζει. Απλά υπενθυμίζει σε όλους μας μια ανέσπερη παιδικότητα που παρόλο που δεν ομοιάζει πάντα με τη προσωπική μας, αποτελεί μια αέναη προτροπή να ξαναδούμε τον κόσμο με αθώο βλέμμα.
Combustible Edison : Alright, Already (Schizophonic)
Ψηλομύτα noblesse άποψη μιας dolce vita πραγματικών δανδήδων, που φορούν ανοιχτόχρωμα σακάκια σε κάμπριο αμάξια, περιστοιχιζόμενοι από μοιραίες γυναίκες. Ας άκουγαν τουλάχιστον τέτοια οι οπαδοί του εγχώριου life style μήπως και κληρονομήσουν λίγο αριστοκρατικότητα που θα τους απομακρύνει από τον χυδαίο κυνισμό των σκυλάδικων.
Marden Hill : Masque (London Pavillion Vol.2)
Easy listening ποζάτου ρεπερτορίου που με τα απρόβλεπτα οργανικά του περάσματα ερωτοτροπεί με απόηχους soundtrack κατασκοπικών ταινιών. Μόνο που οι εδώ πρωταγωνιστές δεν κέρδισαν τη διασημότητα των κινηματογραφικών υπερπρακτόρων και ας απελευθέρωσαν τη φαντασία όσο λίγοι.
Felt : Red Indians (The Splendour Of Fear)
Η είδηση της εκ νέου κυκλοφορίας του καταλόγου τους χαροποιεί και συγκινεί. Καθόρισαν και αυτοί με τον τρόπο τους τη δεκαετία του '80 διαμορφώνοντας μια πρόταση δυσεύρετου μουσικού ήθους ενώ σε κομμάτια όπως αυτό δαχτυλοδείχνουν ένα τρόπο παιξίματος που θα επηρεάσει μεταγενέστερους καλλιτέχνες.
Sabres of Paradise : Smokelbech ΙΙ (Smokelbech ΙΙ)
Έπρεπe να έρθει αυτή η στιγμή του για να πάρει ο Andrew Weatherall το πιο σημαντικό μάθημα: Ότι όσο και να πειραματίζεσαι δημιουργώντας με τόλμη πολυμορφικά υβρίδια από το σμίξιμο trance, techno και trip hop, η ομορφιά του τελικού αποτελέσματος θα εξαρτάται βασανιστικά πάντα από την ποιότητα της μουσικής σύνθεσης.
Sharon Shannon : Cavan Potholes (Common Ground. Voices Of Modern Irish Music)
Υποδειγματικός είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζει τις ιρλανδικές και κελτικές παραδόσεις χωρίς να γίνεται δέσμια της τεχνοτροπίας τους. Η σύνθεση αυτή του Donal Lunny της δίνει την ευκαιρία να εισάγει για άλλη μια φορά αλλότρια στοιχεία, δίνοντας στη μουσική της λαμπρό τόνο οικουμενικότητας.