Too much monkey business
Εγώ και το δισκάδικο, ε; Με δυο λέξεις: Πολύ ακριβό.
‘Όλα τα δισκάδικα μου φαινόντουσαν ακριβά. Ο πρώτος δίσκος που αγόρασα, το Today του Elvis Presley, έκανε 120 δραχμές το 1976 από το δισκάδικο της Χαροκόπου στην Καλλιθέα. Τρία χρόνια μετά, έδωσα 350 για το Communiqué των Dire Straits σ ένα συνοικιακό δισκοπωλείο της Ξηροκρήνης. Ακόμα έχω το It’s A Condition των Romeo Void με την εξωπραγματική τιμή των 680 δραχμών από το Στέρεοντισκ το 81, όταν όλα τα εισαγωγής είχαν 500 - 550 το πολύ. Κι αυτό ήταν ήδη πολύ πολύ. Έβγαινα για δέκα δίσκους κι έφταναν τα λεφτά μου για δυο.
Κι όταν, χρόνια αργότερα, βοηθούσα φίλους μου σε δισκάδικα που άνοιγαν, πάλι ακριβοί μου φαινόντουσαν οι δίσκοι. Κι ας έβγαζαν τα παιδιά ελάχιστο κέρδος, 20%, ενώ ο νόμος της αγοράς όριζε αμείλικτα το 40% ως κατώφλι βιωσιμότητας.
Αποτέλεσμα: να 'χω ανέκαθεν και μέχρι σήμερα περισσότερους δίσκους στην wanting list μου απ' ό,τι στη δισκοθήκη μου. Ξέρετε με θεωρώ γεννημένο μουσικόφιλο με το αναφαίρετο δικαίωμα να 'χω ΤΑ ΠΑΝΤΑ από ηχογραφημένη μουσική. Επιπροσθέτως η προσωπική μου ιστορία έχει να καταδείξει ότι, όποια και όση μουσική έχω, την μοιράζομαι διαχρονικά και ποικιλότροπα, χωρίς κτητικότητα ή μονομανία ή επίδειξη. Ηθικό πλεονέκτημα, ρε φίλε! Απλά μου αρέσει τόσο η μουσική. Και τα δισκάδικα λειτουργούσαν ως φρένο κι όχι ως μέσο στην επιδίωξή μου να την αφομοιώσω ΟΛΗ.
Και δεν ήταν μόνο το οικονομικό. Γκρουπ που ανακάλυπτα αργά, δεν κυκλοφορούσαν πια στην αγορά, ήταν δυσεύρετα, συλλεκτικά, μου έλεγαν. Ήμουν μικρός δεν ήξερα. Παρεξήγηση.
Το εμπόριο μεταχειριζόταν, ανέκαθεν κι ερήμην μου, τη μουσική σαν τα ρούχα ή τα παπούτσια, με εποχιακές κολεξιόν. Και τα δισκάδικα, οι επαρχιακοί μικροπωλητές ενός άπληστου κερδοσκοπικού μηχανισμού εταιρειών και μεσαζόντων ήταν οι φιλότιμοι, μουσικόφιλοι ως επί το πλείστον και οι ίδιοι, μεροκαματιάρηδες που σου χαμογελούσαν ενθαρρυντικά όταν αυτό που 'ψαχνες το γούσταραν ή σου απολογούνταν όταν δεν μπορούσε να βρεθεί στο παγκόσμιο γιουσουρούμ σε λογική τιμή το τελευταίο σου σκάλωμα. Εντάξει, στο τέλος το κατάλαβα ότι δεν φταίνε οι ίδιοι, αλλά ο καπιταλισμός, ηλίθιε.
Και το κείμενο είναι γραμμένο από μένα. Δις ιζ ε τρολλ, ολράιτ;
Απλά όποτε μπαίνω σε δισκάδικο, είναι σα να μπαίνω στα Χάρροντς. Και να με λένε Όλιβερ Τουίστ.
Τις προάλλες έπεσα πάνω στο τελευταίο Protomartyr. 28 ευρώ, μονός, απλός δίσκος. Αγκρρρρρρρρρ!