1-10 albums of the '70s
1. The Clash - London Calling [1979]
"Στο παρόν όλοι κινούμαστε με την θέα που μας επιτρέπει η ομίχλη της εποχής, ενώ κοιτάζοντας πίσω από απόσταση όλα φαίνονται καθαρότερα", σύμφωνα με τον Κούντερα. Το 'London Calling' δεν χρειάστηκε χρόνο. Έκλεισε με ορμή την πόρτα στα 70s, διαλύοντας την ομίχλη με ένα χαστούκι. Πάρτι στα 80s χωρίς τραγούδια του ήταν άκυρο. Κάτι σαν ΕΤ3 χωρίς "Κυριακή στο χωριό".
Είναι δίσκος γεμάτος αναφορές και φόρους τιμής: Στη reggae, στη ska, στην pop, στο εκρηκτικό rock'n'roll του 'Brand New Cadillac'. Στο εξώφυλλο του Elvis. Στον George Orwell, στον Montgomery Clift και στον ποιητή William Blake. Στον Ισπανικό εμφύλιο, σε αναμνήσεις ναζιστικών εγκλημάτων, στην εξέγερση μεταναστών σε συνοικίες που φλέγονται. Με προσθήκη πιάνου, πνευστών και διαφόρων κρουστών σε κιθάρα/μπάσο/τύμπανα, τον Strummer να αναλαμβάνει φωνητικά στα πιο 'αγωνιστικά' τραγούδια και τον Jones στα πιο προσωπικά, το 'London Calling' δεν είναι crossover αλλά ένα καζάνι που βράζει, γεμάτο με ύμνους της γενιάς των Clash.
Σκληροπυρηνικοί της punk 'κοινότητας' βιάστηκαν να το αποκηρύξουν ως προδοτικό, αφού ξέφευγε από τα στενά τους όρια. Στην ουσία δεν υπάρχει καμιά τομή με το παρελθόν του γκρουπ. Καμιά από τις αναφορές δεν συνιστά νοσταλγία, βουτιά στο παρελθόν ή οτιδήποτε τέτοιο. Μακριά από το μηδενισμό της blank generation, το 'London Calling' όπως όλοι οι δίσκοι των Clash είναι πραγματικό Combat Rock. Θανάσης Παπαδόπουλος
2. Joy Division - Unknown Pleasures [1979]
Kάθε μεγαλειώδες έργο τέχνης υποχρεούται να κουβαλά μια μοναδική μυθολογία, μα τούτη δω έχει αποκτήσει βιβλικές διαστάσεις. Tο Unknown Pleasures αποτελεί το μοιραίο ξέσπασμα της διαταραγμένης προσωπικότητας του Ian Curtis, αυτής της νευρωτικής φύσης που μπερδεύτηκε ανάμεσα στην ανεμελιά της μετεφηβικής ηλικίας, τον πρόωρο γάμο του, τη γλύκα της εφήμερης δόξας, τις υποχρεώσεις της καθημερινότητας, την επιληψία, τον έρωτα, τις καταχρήσεις. H αγωνία του, παρέα με τη ζωώδη έμπνευση των τριών κολλητών του, μετουσιώθηκε σε δέκα τραγούδια που αποτελούν την κορύφωση του συνθετικού και στιχουργικού ανθρωπισμού που καταλήγει υπαρξισμός που καταλήγει πεσσιμισμός που καταλήγει μηδενισμός. Tο Unknown Pleasures δεν μπορείς απλώς να το ακούσεις για την πρωτοποριακή post-punk-progressive-rock μουσική του. Mπορείς μόνο να το ζήσεις, να το βιώσεις ως αληθινός μάρτυρας, να τρεκλίσεις στην απόγνωση του She's Lost Control, να σπαράξεις στο ξέσπασμα του New Dawn Fades, να τρομάξεις στην κλειστοφοβία του Insight, να κουλουριαστείς στην ένταση του Day of the Lords. Για πρώτη φορά στην ιστορία της ροκ τα τύμπανα ηχογραφήθηκαν κομμάτι κομμάτι (ξεχωριστά τα τομ, ξεχωριστά τα πιατίνια κ.ο.κ.), το μπάσο οδηγούσε τόσο μπροστά, η κιθάρα ήταν σαν να μην υπήρχε. Kαι όμως, αυτή η ανεπανάληπτη μουσική ξεθώριαζε τις στιγμές που ο Curtis ούρλιαζε "Where will it end, where will it end" ή "It was me, waiting for me, hoping for something more", εκθέτοντας άνευ όρων την ίδια του την ύπαρξη στους ανυποψίαστους ακροατές-βρυκόλακες που λίγους μήνες μετά ρούφηξαν με απληστία την αυτοκτονία του. Tο Unknown Pleasures δεν είναι απλά ένας σπουδαίος δίσκος, είναι συγκλονιστική εμπειρία ζωής. Mακάριοι οι κατέχοντες. Βασίλης Παυλίδης
3. Sex Pistols - Never Mind the Bollocks [1977]
Οργισμένους αντάρτες και απροσάρμοστους, στη λογοτεχνία, το σινεμά και τη μουσική βρίσκεις πολλούς, η περίπτωση των Sex Pistols όμως είναι το απόλυτο μνημείο του είδους, ο Παρθενώνας πριν το ξαλάφρωμα του Έλγιν. Όπως συμβαίνει πάντα, μια ατέλειωτη αλυσίδα συμπτώσεων προηγήθηκε της κυκλοφορίας του δίσκου. Η γνωριμία του ευφυούς και χοληστερού Rotten που ποτέ δεν έγλειψε το κοινό του με τους καλούς μουσικούς Matlock και Jones, το αγγλικό περιβάλλον τη δεδομένη στιγμή, η γνωριμία με τον McLaren που δεν τους άφησε να παραμείνουν υπόθεση γειτονιάς, ο Chris Thomas και η απίστευτη παραγωγή του... Δεν υπάρχει άλλος δίσκος που να έχει προκαλέσει τέτοια αναστάτωση στις εταιρείες που πλήρωναν αποζημίωση για να μην τον κυκλοφορήσουν, το BBC που τον σνόμπαρε κι αναγκάστηκε να βγάλει chart χωρίς νούμερο ένα, την αγγλική κοινωνία εν γένει που δεν άντεχε τέτοιο φτύσιμο στη μούρη. Το Never mind μοιάζει με κείνους τους γκουρού που πείθουν τους ανθρώπους να κάνουν απίθανα πράγματα, έκοψε το ροκ στη μέση όπως εύστοχα είπε κάποιος, έπεισε τους μουσικόφιλους (με εξαίρεση κάτι λίγους που έμειναν πιστοί στους Fleetwood Mac) να ξεχάσουν το ηδονιστικό, φλύαρο, τεχνοκρατικό, αρεναπό ροκ και να φτιάξουν γκρουπ, να παίξουν μουσική που να εκφράζει την οργή και τη δυσφορία τους χωρίς περιορισμό. Εκατομμύρια ήταν αυτοί που υπάκουσαν, κανείς όμως δεν ξεπέρασε το δάσκαλό του. Ζήτω η 28η Οκτωβρίου! (μέρα κυκλοφορίας του). Μπάμπης Αργυρίου
4. Gang of Four - Entertainment [1979]
Από το Entertainment και πέρα το punk έπαψε να είναι καρτουνίστικο και εγκλωβισμένο σε αισθητικά κλισέ και στερεότυπες συμπεριφορές. Οι Gang Of Four έδωσαν έμπρακτα (οι Mekons ως ιδέα, οι Fall ως συμπεριφορά) τις βάσεις για να εδραιωθεί στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού κυρίως το διανοούμενο punk της Dischord και της SST, των Fugazi και αργότερα των Rage Against The Machine. Οι Βρετανοί πανκς κατά βάση δεν τους ακολούθησαν και είτε "μαύρισαν" την ψυχή τους, είτε κατέληξαν ατραξιόν σε τουριστικές καρτ-ποστάλ. Σε κάθε περίπτωση όμως από εδώ "έκλεψαν" και οι U2 τις κιθάρες που τους ξεχώρισαν από το σωρό. Ιδεολογικά πρόκειται για ένα κυνικό αριστούργημα, αφιερωμένο στις ανάγκες της εργατικής τάξης για στιβαρή συνθηματολογία. Διαπλέκει το μαύρο χιούμορ με την απελπισία πάνω σε ένα άνευ προηγουμένου, σύγχρονου και επόμενου συμπλέγμα του funk με το punk, που όσοι και να το επιχείρησαν, μόνο οι Gang Of Four το πέτυχαν χωρίς να αλλοιώσουν την ουσία του τελευταίου. Χρόνια αργότερα θυμηθήκαμε ότι μέσα του υπάρχουν αναλλοίωτα μες στο χρόνο περισσότερα από δυο-τρία singles ανυπέρβλητης pop ευστοχίας, με το Anthrax να παραμένει ο απόλυτος ύμνος της αστικής αδυναμίας για πραγματική αγάπη, τραγούδι τόσο τρομοκρατικό, όσο και τρομοκρατημένο. Υπεράνω οποιασδήποτε κριτικής η εκτελεστική ορμή και το τεχνικό πάθος όλων των μελών του κουαρτέτου από το Leeds και πλέον στα τέλη των 00s περισσεύει και η οποιαδήποτε συζήτηση για την επιδραστικότητα του ήχου των Gang Of Four στους δρόμους του εναλλακτικού ροκ προς τη ρυθμική αποθέωση. Τίποτε δεν περισσεύει όμως και τίποτε δεν έχει μείνει από έξω από το σπουδαιότερο ροκ άλμπουμ όλων των εποχών, για όσους τυχόν πιστεύουμε ότι η μουσική ιστορία ξεκινάει το 1977. Άρης Καραμπεάζης
5. Television - Marquee Moon [1977]
Δεν υπάρχει πιο δύσκολο πράγμα από το να γράψεις για ένα δίσκο που σε έχει συγκλονίσει, και συνεχίζει να το κάνει για πάνω από τη μισή σου ζωή, κάτι που να ενδιαφέρει και κάποιον άλλο. Θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί τον θεωρώ τον καλύτερο ροκ δίσκο των 70s. Αυτός ο δίσκος είναι μοναδικός γιατί συνδυάζει χωρίς ίχνος προσποίησης ή συμβιβασμού πανκ ενέργεια με εμπνευσμένα βιρτουόζικο παίξιμο, στα άκρα και τα δύο. Είναι εκπληκτικός γιατί ενσωματώνει στην πεπερασμένη φόρμα του ροκ τραγουδιού και προσαρμόζει στους πρωτόγονα σέξι ζωογόνους ρυθμούς του τον εγκεφαλικό και έξω από κάθε συμβατική νόρμα κιθαριστικό αυτοσχεδιασμό. Ο απόλυτος συγκερασμός του Απολλώνιου με το Διονυσιακό στοιχείο σε σαγηνευτικά παρακμιακό, λουριντικό νεοϋορκέζικο πακέτο. Τι άλλο να ζητήσει κανείς; Ο Tom Verlaine και ο Richard Lloyd είναι για την ροκ κιθάρα ότι ήταν ο John Lennon για τον ροκ στίχο: κωλόπαιδα από το πουθενά που εξελίχτηκαν σε επαναστατικούς ανανεωτές βάζοντας στο λεξιλόγιο φράσεις που κανένας άλλος δεν είχε διανοηθεί να χρησιμοποιήσει, και το έκαναν τόσο φυσικά και τόσο αναθεματισμένα καλά που άλλαξαν τον κόσμο. Και όταν μιλάω για ροκ εννοώ εκείνο το βρώμικο, ιδρωμένο ιδίωμα των μικρών σκοτεινών κλαμπ, με όλο το σεβασμό στον Robert Fripp και άλλους καθηγητές. Και τέλος, ήταν η μαγεία του 77. Δεν εξηγείται αλλιώς το ότι με την ίδια συνταγή και τις ίδιες προθέσεις μετά από ένα χρόνο βγήκε η πιο μεγαλειώδης φόλα. Γεγονός που έκανε τον Tom κομμάτια. Δημήτρης Κάζης
6. The Modern Lovers - The Modern Lovers [1976]
Εδώ βρίσκονται οι ρίζες του πανκ, εδώ και του LoFi. H αποκάλυψη του καλλιτέχνη που γεννήθηκε περίεργος, ιδιαίτερος και μοναδικός και θέλησε και θέλει όσο τίποτε άλλο να είναι ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Η λέξη "ιδιοσυγκρασιακός" στα λεξικά πρέπει να έχει δίπλα της τη φωτογραφία του Jonathan Richman. Όταν ο μοναχικός πιτσιρικάς Εβραίος μικροαστός διανοούμενος που το rock 'n' roll του έσωσε τη ζωή άκουσε τους Velvet Underground, σχηματίστηκε στο μυαλό του η μουσική που σημάδεψε τις δικές μας ζωές. Ο Jonathan είναι ο μοναδικός περφόρμερ στην ιστορία του ροκ που ήταν σε όλη του την πορεία 100% ειλικρινής. Εκεί που κυριαρχεί η πόζα, αυτός αντέταξε το ψυχικό ξεγύμνωμα μπροστά στο ακροατήριο και κλώτσησε δυο φορές τη μεγάλη επιτυχία για να κάνει αυτό που του έλεγαν οι φωνές από μέσα του, γι' αυτό και κατέληξε μετά από 40 χρόνια καριέρας να παίζει μπροστά σε διακόσια άτομα και κανένας να μην το θεωρεί αποτυχία. Το ροκ των πρώτων Lovers είναι ωμό, άγρια αστικό, αρχέτυπο και φαινομενικά χύμα και στα όρια του απλοϊκού. Στην πραγματικότητα είναι απαλλαγμένο από κάθε περιττό ψιμύθιο και παιγμένο με τα βασικά όργανα-συν τα πλήκτρα του Jerry Harrison να χρωματίζουν όταν και όσο πρέπει- με ανατριχιαστική αφοσίωση και πάθος.
Στιχουργικά είναι μικροί ύμνοι στην ελευθερία, ελεγείες της ανθρώπινης αδυναμίας και αφοπλιστικά δείγματα της απόλυτης κατανόησης, αγάπης και τρυφερότητας του Jonathan απέναντι στον άλλο. Τα στοιχεία δηλαδή που τον ξεχωρίζουν από οποιονδήποτε ροκ τραγουδοποιό ανέβηκε ποτέ στη σκηνή. Δημήτρης Κάζης
7. Talking Heads - Fear of Music [1979]
Στα δύο πρώτα άλμπουμ τους (που το 80% των κομματιών τους είναι για πέταμα) οι TH ήταν ένα γκρουπ που ψιθύριζε πίσω από ένα υστερικό τραγουδιστή. Στο Fear of music, of heaven, of animals, of drugs... το ίδιο γκρουπ εμφανίζεται με στεντόρια φωνή. Να το αποδώσουμε στην τεχνική τους βελτίωση, στην πολύμηνη προετοιμασία, στην καλύτερη επικοινωνία με τον παραγωγό Eno, στην επιλογή τους να αυξήσουν την ποσότητα των κιθαριστικών riffs;
Στο FOM το art funk τους βρίσκεται στην καλύτερη ισορροπία, στο Remain in light που ακολούθησε οι αφρικάνικοι ρυθμοί κέρδισαν έδρες εις βάρος του new wave. Εδώ είναι συγκεντρωμένα και τα περισσότερα καλά (μόνο καλά;) τραγούδια τους. Με εξαίρεση κανενός διαθέτουν την προσωπικότητα ενός single. Το I Zimbra είναι ένα καθαρό afrobeat που το κάνουν πιο εξωτικό οι στίχοι απ'το ποίημα Gadji beri bimba του ντανταϊστή Hugo Ball. Ήταν και μια πρόγευση για το My life in the bush of ghosts που έβγαλαν αργότερα οι μουσίτσες Eno/Byrne αφήνοντας έξω τους υπόλοιπους. To Mind είναι ένα αργό house, το Air είναι σχεδόν οδυνηρά μελωδικό, το Drugs παίζει στα όρια του dark με μια ανάσα που γίνεται ο ρυθμός του, το Cities είναι ένα απ'τα καλύτερα driving songs ever, το Life during wartime είναι η απάντηση του CBGB στο Miss you του Studio 54. Αν έγινε κατανοητό πως κανένα κομμάτι εδώ μέσα δεν είναι αντίγραφο άλλου να μη συνεχίσω. 30 χρονών δίσκος και δε μοιάζει μέρα μεγαλύτερος από 17. Μπάμπης Αργυρίου
8. David Bowie - The Rise and Fall of Ziggy Stardust [1972]
Ο Bowie δεν είναι μόνο στον καθρέφτη ένας κομψός, στιλάτος τύπος. Ηχεί και σαν τέτοιος ακόμα και στα βαριά του κομμάτια. Δεν θα σε κάνει να συγκινηθείς μέχρι δακρύων αλλά θα παίξει με τη διάθεσή σου σαν τρενάκι του λούνα παρκ. Αν σκηνοθετούσε δε θα έκανε δράμα αλλά musical. Το Ziggy Stardust που έφτιαξε στα 25 του είναι ένα πολύπλευρο, μεγαλειώδες, αρχοντικό, θεατρικό σύνολο με 11 τραγούδια χωρίς αφέλεια, ομοιομορφία, πλαδαρότητα. Οι επιρροές από Beatles, T-Rex και Velvet U περνούν στα ψιλά. Ο εξωγήινος Ziggy που πεθαίνει στη σκηνή στην προσπάθειά του να σώσει τον καταδικασμένο κόσμο είναι το παραμύθι που διαπερνά χαλαρά τα τραγούδια και που είχε μεγαλύτερη σημασία για τη ζωντανή παρουσίασή του παρά για τα ίδια τα τραγούδια στα οποία έβαλε τη σφραγίδα του ο Mick Ronson. (Ηθικό δίδαγμα: Μη φοβηθείς να φωνάξεις έναν καλύτερο από σένα κιθαρίστα που θα βελτιώσει τις ιδέες σου και μετά δάνεισέ τον και στο φίλο σου Lou για το Transformer του). Θα θυσιάσω εδώ και 6 λέξεις για τους Trevor Bolder - bass, Mick Woodmansey - drums. Ο Bowie είναι το πρώτο όνομα που συναντώ όταν προσγειώνω το μυαλό στην αρχή της δεκαετίας που σκαλίζουμε και αυτός είναι ο σπουδαιότερος δίσκος του στον οποίο έγραψε όλα πλην ενός τα τραγούδια, έπαιξε κιθάρα, σαξόφωνο, πιάνο, +ενορχήστρωσε, +πάραξε. Το ίδιο ισχύει και για τις σπάνιες επισκέψεις μου στο glam, σταθμό που τον κράτησε για λίγο πριν φύγει για soul και ηλεκτρονικούς προορισμούς. Το τελευταίο ανεπανάληπτο άλμπουμ πριν τον κατακλυσμό. Μπάμπης Αργυρίου
9. Ramones - Ramones [1976]
Όπως κι οι επόμενοι, έτσι κι ο πρώτος δίσκος των Ramones ποτέ δεν έφτασε τις πωλήσεις που ονειρευόντουσαν τα μέλη του. Στα τεράστια Αμερικάνικα venues που σνόμπαραν τους δημιουργούς του, κατέληξαν να φτιάχνουν περιουσίες παίζοντας οι μουσικοί που τον είχαν λιώσει στο παίξιμο. Σήμερα, για τους Ramones:
- μέχρι κι ο τυμβωρύχος Bono τους έχει δηλώσει ως επιρροή του
- το γκαζμαπόλιταν του μεταμοντέρνου άντρα (λέγε με maxim) έχει δώσει δώρο dvd με λάιβ τους
- το ζάρα έβγαλε μπλουζάκια με το λογότυπό τους, φτηνότερα κι από έναν καφέ στο Σύνταγμα
Για το δίσκο:
- μόνο το Τηλέραμα δεν έχει στο μεταξύ αναφέρει ότι μ' αυτόν ξεκίνησε το punk-rock
- ο μοναδικός εναπομείνας της μπάντας μαζί με 3 σκιάχτρα-φαντάσματα τιγκάρει το γκαγκάριν κι εκεί παιδιά που γεννήθηκαν τουλάχιστον μια δεκαετία μετά, ξέρουν όλα τα τραγούδια του απ' έξω.
Παρ' όλα αυτά, άλλοι είναι οι λόγοι για τους οποίους το ντεμπούτο των Ramones επιλέχθηκε από τους συντάκτες σ' αυτή τη θέση:
α) το εξώφυλλό του
β) τα τραγούδια του
γ) η (παρατεταμένη ή μη) εφηβεία μας._ Νάντια Πούλου
10. David Bowie - Low [1977]
Η Μπαουική "Τριλογία του Βερολίνου" υπήρξε η απόλυτη ηχοποίηση της Μοναχικού Ευρωπαίου της Μοντέρνας Πόλης. Τι σήμαινε άραγε ο τίτλος Low; Τις χαμηλές διαθέσεις του Bowie (εκδοχή του παραγωγού Tony Visconti που ανέλαβε την πολιτική ευθύνη για τις ηχογραφήσεις), την προσγείωση μετά την ναρκωτική περιπλάνηση από Station to Station, την βουτιά στην τέχνη προς εξεύρεση απαντήσεων; Ή ένα νέο σπαρακτικό Low profile που ενδύεται ο βασανισμένος καλλιτέχνης κι επιχειρεί να κινηματογραφηθεί στο εξώφυλλο;
Ο δίσκος έμοιαζε πρωτόγνωρος, με την μια πλευρά γεμάτη αγκάθινα ποπ συρματοπλέγματα και την άλλη γεμάτη οργανικά συμπλέγματα. Ο πρώτος άξιος απόγονος της κληρονομιάς των Kraftwerk και των Neu! έπρεπε να διαμοιραστεί, και ορθώς, σε αυτό το στοιχειωτικότερο δυνατό ροκ εντ ρολ και στα ρομποτικά πληκτρολογίσματα.
Έχω την αίσθηση πως η σπορά του Low θα φανεί περισσότερο στα επίγονα τέκνα του Post-punk, του New Wave και του Industrial - πέρα από το γεγονός ότι έσπρωξε πολλούς μουσικούς προς τα εκεί ή πασπάλισε με την διαβολική του σκόνη την αύρα των ειδών αυτών. Οι Wire, οι Joy Division, οι Bauhaus, οι Public Image Ltd θα δείξουν πόσο Low έπεσαν και άκουσαν. Η αρχή των Tuxedomoon βρίσκεται στο Warzawa, του Billy Mckenzie και των Associates στο The Secret Life of Arabia. Τα αερόβια κήμπορντς των New Order και το θεόλευκο dance rock στο Sound and Vision. Θα ακολουθήσει το διαφορετικά θυελλώδες Heroes, πάντα μαζί με τον Eno, είκοσι χρόνια προτού πέσει το Τείχος. Λάμπρος Σκουζ