Ύπνος στο αεροδρόμιο
Αυτό μάλιστα. Είναι θέμα για αφιέρωμα. Κανονικά θα ‘πρεπε να το κάνουμε 3-4 φορές το χρόνο. Σωστό είναι να αποενοχοποιηθεί το να δηλώνει κανείς ότι δεν του αρέσει ένα άλμπουμ που θεωρείται για χι ψι λόγους, μεγάλο, αριστούργημα, κλασικό, διαχρονικό, επιδραστικό κλπ κλπ. Βέβαια καλό είναι επίσης όποιος το κάνει να λέει και κάτι παραπάνω, δε σημαίνει και τίποτα ένα ξερό δε μ ‘αρέσει από μόνο του, στην καλύτερη περίπτωση είναι αδιάφορο. Είναι πάρα πολύ σημαντικό να υπάρχει αντίλογος. Η ιστορία της τέχνης στην πραγματικότητα χτίζεται πιο αντικειμενικά μέσα από τον αντίλογο. Επιχειρήματα και προτάσεις από πολλές διαφορετικές οπτικές θα καταλήξουν σιγά σιγά σε μια σούμα συμπερασμάτων που θα είναι πιο ενδιαφέροντα και τελικά μάλλον πιο πειστικά από τα κοινώς αποδεκτά, τα οποία πολύ συχνά λόγο κεκτημένης ταχύτητας, υιοθετούνται από τους περισσότερους άκριτα και δεν αποτελούν πραγματική άποψη.
Τα ακούμε προσεκτικά και με παρθένο αυτί τέτοια «μεγάλα» άλμπουμ; Δυστυχώς όχι συνήθως. Παρασυρόμαστε εύκολα από τις μόδες και την επικρατέστερη αποτίμηση. Ακούμε από την αρχή προκατειλημμένοι. Όταν καταφέρουμε να ξεφύγουμε από αυτή την παγίδα αρχίζει να έχει η διαδικασία της ακρόασης μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Υπάρχουν δύο τρόποι να ακούσει κανείς ένα έργο. Ο ένας είναι ο προσωπικός, αυτός που ακολουθεί τις ιδιοσυγκρασιακές προτεραιότητες του ακροατή και ο άλλος είναι ο ερευνητικός, ο επιστημονικός, αυτός που αναλύει πέρα από το προσωπικό γούστο. Κατά τη γνώμη μου η πιο ολοκληρωμένη αποτίμηση προκύπτει όταν οι δύο αυτοί τρόποι συγχωνευθούν. Ίσως να πιστεύουν πολλοί ότι ο δεύτερος τρόπος είναι αυτός που πρέπει να ακολουθεί ο κριτικός ούτως ώστε να είναι όσο το δυνατόν πιο αντικειμενικός, όμως έτσι κάτι χάνεται. Ο λόγος για τον οποίον αγγίζει ένα έργο προσωπικά έναν σοβαρό ενεργό ακροατή δεν είναι υποδεέστερος. Το γεγονός ότι έχει συγκινηθεί πρέπει να κοινωνηθεί επίσης. Ακόμα κι αν έχει συγκινηθεί αρνητικά, όταν το έργο δεν του αρέσει. Ο λόγος που δεν του αρέσει έχει ενδιαφέρον.
Υπάρχουν άπειροι δίσκοι ανώτεροι από τους διάσημους, τους οποίους τείνουμε να κρίνουμε αυστηρά (αν τους ακούσουμε ποτέ) επειδή δεν τους ξέρει ούτε η μάνα τους. Αυτό δεν σημαίνει αυτομάτως ότι οι διάσημοι δεν είναι καλοί, ούτε ότι όλοι οι άσημοι αξίζουν. Μην πάμε στο άλλο άκρο, απλά ας ζυγίσουμε σοφότερα. Ας κρίνουμε πιο προσεκτικά. Ας ακούσουμε με τον ίδιο τρόπο και τις δύο περιπτώσεις και ας ξεχάσουμε (γίνεται) ότι κι αν ξέρουμε ή δεν ξέρουμε για αυτούς. Κι αν κάνουμε και κα’να λάθος, ‘ντάξει, δεν χρειάζεται να αυτοκτονήσουμε από τη ντροπή μας, τα λάθη για να γίνονται είναι. Μας δίνουν την ευκαιρία να γίνουμε καλύτεροι διορθώνοντάς τα.
Ευκαιρία για αντίλογο. 3 δίσκοι για τους οποίους δύσκολα θα ακούσεις κάτι αρνητικό (αν γίνει θα ‘ναι στα κρυφά και συνωμοτικά μην τυχόν και σου πετάξουν καμιά ντομάτα).
Brian Eno - Ambient 1, Music for Airports
Ο πονοκέφαλος ο ίδιος. Αυτή είναι η αίσθηση που μου προκαλεί αυτός ο δίσκος. Ένας συνεχόμενος mild πονοκέφαλος από αυτούς που σου σπάνε τα νεύρα γιατί δε σ’ αφήνουν σε ησυχία κι ας μην πονάς και πολύ. Απορώ με αυτούς που δεν τους άρεσε ο φετινός δίσκος με τον Roger Eno. Το λέω γιατί δεν είναι πολύ μακριά σαν ιδέα από το «Μusic for airports» με τη διαφορά ότι είναι πολλά μικρά κομμάτια που σπάνε αυτή την ταλαίπωρη ατέλειωτη ροή όπου τίποτα δεν συμβαίνει.
Δεν πείθομαι από αυτό που λέει ο Brian, ότι δηλαδή πρέπει να ακούς το «Αmbient 1» χωρίς να συγκεντρώνεσαι σε αυτό, σαν συνοδευτικό μέσα στο χώρο που βρίσκεσαι, σαν ταπετσαρία. Όπως και να το ακούσω το ίδιο ενοχλητικό μου φαίνεται. Και άδειο. Συμπαθάτε με αλλά το πιστεύω. Δεν ξέρω τι εντύπωση μπορεί να έκανε τότε στα τέλη των 70s, αλλά από τότε έχουν γίνει άπειρα πράγματα πάνω σε αυτό το μοτίβο, πολλά από αυτά εξαιρετικά και σίγουρα πιο σε βάθος δουλεμένα. Ακόμα και ο ίδιος ο Eno (δεν ξέρω αν το συνειδητοποιεί) απάντησε στον εαυτό του πολύ ηχηρά λίγα χρόνια μετά με το αριστουργηματικό «On Land», το οποίο είναι το πραγματικό σήμα κατατεθέν του ambient ιδιώματος. Δεν ξέρω αν θα αλλάξω γνώμη ποτέ... μπορεί. Μέχρι τότε προτιμώ να ακούω στα αεροδρόμια τους περαστικούς και τις ταξιδιωτικές ανακοινώσεις παρά το «Αmbient 1».
Nirvana - Nevermind
Οι Nirvana είναι ένα συγκρότημα που θα γούσταρα πολύ να γουστάρω. Έχουν την αγριάδα και την ορμή της νεότητας. Αληθινά, όχι επιτηδευμένα. Αλλά έγιναν σουπερστάρς. Αυτό όμως δεν είναι απαραίτητα το κακό. Το κακό είναι ότι η μπάντα δεν έζησε αρκετά για να καταφέρει να ξεπεράσει το σοκ της επιτυχίας και να βουτήξει σε πιο βαθιά δημιουργικά νερά, κάτι που έδειχνε ότι είχε πρόθεση να κάνει και από το τελευταίο άλμπουμ «In Utero», αλλά και στη συλλογή κομματιών “Incesticide” που είναι κυρίως ηχογραφήσεις της ίδιας περιόδου με το “Nevermind”. Ο λόγος όμως που δεν γουστάρω αυτό που συμβαίνει με τους Nirvana είναι και ο λόγος για τον οποίο έγιναν διάσημοι. Το «Nevermind». Ένας δίσκος κατά τη γνώμη μου αποστραγγιγμένος από την ψυχική ένταση, τον τρομώδη εξπρεσιονισμό που έδειξαν αργότερα ότι ήταν ικανοί να εκπέμψουν (κάτι ήξερε ο Thurston που τους προώθησε). Τα είχαν αυτά αλλά για κάποιο λόγο τα άφησαν έξω από το στούντιο εκείνο τον καιρό.
Αν και δεν τους έχω δει ποτέ ζωντανά, έχω μια εντύπωση ότι στα λάιβ τα καταφέρνανε καλύτερα. Στον δίσκο που τους έκανε διάσημους, ο ήχος φτηναίνει. Γίνεται λιγότερο τριχωτός και... μαζεύεται. Επίσης έχουν διαλεχτεί τα κομμάτια εκείνα που θα γίνονταν άμεσα καταναλώσιμα από τα ίντι εφηβόπουλα της εποχής. Δεν μπορώ να «πάθω» με το «Nevermind» όπως μου συμβαίνει με το «Incesticide», που έχει τα... άλλα, τα πιο σκοτεινά, τα πιο βρόμικα (σχεδόν μοιάζουν με πρώιμους Swans) και τα οποία θα μπορούσαν να γίνουν σύμβολο της νεολαίας μιας πιο αφυπνισμένης κοινωνίας, όχι τόσο λουστραρισμένης όσο αυτή της Αμερικής των 90s.
Neu! - 2
Ντάξει, χωρίς να είναι κάτι ιδιαίτερα καλό, το πρώτο Neu! άλμπουμ τρωγόταν. Ήταν ας πούμε μια πρωτότυπη ιδέα για την εποχή του (τίποτα παραπάνω). Οι Neu! όμως ήταν ένα συγκρότημα που έμεινε με έναν τρόπο στην ιστορία της μουσικής pop κουλτούρας (έστω και ως περιφερειακοί ήρωες της) χωρίς να έχουν προσφέρει κάτι σημαντικό. Υπάρχουν αναμασήματα που έχουν το λόγο ύπαρξής τους είτε ως μανιέρες των ίδιων καλλιτεχνών επάνω στις ιδέες τους, είτε ως μεταφορές ιδεών από ένα συγκρότημα σε ένα άλλο. Το Neu! 2 δεν βλέπω να μας αφορά και πολύ σήμερα. Όχι μόνο δεν έχει να πει τίποτα διαφορετικό από το προηγούμενο αλλά το λέει και με χειρότερο τρόπο, μιας και υποτίθεται ότι γίνεται μια προσπάθεια για έναν ακόμα πιο «περίεργο» ήχο, πιο πρωτοποριακό και πιο ακραίο. Τάχα μου. Απλώς οι άνθρωποι κάνουν ότι να ‘ναι χωρίς δημιουργικό λόγο. Οι πειραματισμοί είναι άστοχοι, σκέτο εφφέ. Τελικά… έβγαιναν και τότε στα 70s κακά άλμπουμ! Ευτυχώς μετά βγήκε και το τρίτο που παίζει να ‘ναι και το καλύτερό τους. Και πάλι όμως...