16 Horsepower

The Early Years

Άλλοι χρησιμοποιούν για δεκανίκι τη θρησκεία κι άλλοι τη μουσική. Μερικοί και τα δύο. Ένας τέτοιος είναι ο David Eugene Edwards από το Denver του Colorado, που έγινε fatherless child στα πέντε του και την ανατροφή του ανέλαβε ο κήρυκας στην «Εκκλησία του Ναζηραίου» παππούς του. Μεγάλωσε μέσα στα gospel, το bluegrass και τη φολκ. Μετά από σύντομη συμμετοχή στους Denver gentlemen, έφτιαξε το 1993 τους Sixteen Horsepower, στους οποίους γράφει στίχους για τον πειρασμό και την αμαρτία, τη δύναμη της πίστης και της προσευχής, το θάνατο, και στους οποίους τραγουδάει και παίζει μια σειρά από όργανα, όπως μπαντονεόν και μπάντζο. Η μουσική τους είναι εναλλακτική κάντρυ και σκοτεινό μπλουζ, όπως θα ακουγόταν ο John Fogerty αν πάθαινε συναισθηματική υπερχείλιση. Oι διασκευές που δισκογράφησαν μέχρι στιγμής (και που η επιλογή τους έχει τη δική της σημασία) είναι το Partisan του Leonard Cohen, το Fire spirit των Gun Club, το Bad moon rising των Creedence Clearwater Revival, το Nobody 'cept you του Bob Dylan, το παραδοσιακό Wayfaring stranger και το Day of the lords των Joy Division.

Ξεκίνησαν σαν τρίο με τον Edwards, Soll και τον πρώην Passion Fodder, Jean-Yves Tola και ηχογράφησαν το πρώτο τους άλμπουμ για την A&M με guest τον Gordon Gano των Violent Femmes. Στη σύνθεση που ηχογράφησε το δεύτερο άλμπουμ Low estate σε παραγωγή του John Parish, προστέθηκε κι ο Pascal Humbert, από τους Passion Fodder κι αυτός. Παρόλο που το γκρουπ έγινε δημοφιλές στη Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα και Σκανδιναβικές χώρες, η A&M τους θεώρησε ασύμφορους και τους αποδέσμευσε. Δεν άργησαν να βρουν την πόρτα της γερμανικής Glitterhouse ανοιχτή και την άνοιξη του 2000 κυκλοφόρησαν το τρίτο τους άλμπουμ (με την προσθήκη του κιθαρίστα Steve Taylor απ'τους Hoss) και ένα live cd που διακινείται μόνο ταχυδρομικά.