Arbouretum
Οι Arbouretum είναι μια μπάντα από τη Βαλτιμόρη που, τα τελευταία χρόνια, μας χαρίζει το ένα διαμάντι μετά το άλλο. Ο ιθύνων νους του γκρουπ, ο Dave Heumann, έχει συνεργαστεί κατά καιρούς με τον Will Oldham, τον Cass McCombs και τον Papa M. Όταν αποφάσισε πως ο ρόλος του session μουσικού δεν του αρκούσε, έφτιαξε τη δική του μπάντα, όπου γράφει όλους τους στίχους, συνθέτει την περισσότερη μουσική, παίζει κιθάρα και τραγουδάει. Μαζί του (στo φετινό line-up) ο μπασίστας Corey Allender, ο ντράμερ JV Brian "Buck" Carey και ο Matthew Pierce (πλήκτρα και κρουστά). Οι Arbouretum είναι η πιο "γήινη", αλλά και η κορυφαία μπάντα αυτού του αφιερώματος, ενώ ο Heumann είναι από τους σύγχρονους δημιουργούς που σέβομαι απεριόριστα. Κάθε φορά που ακούω τα τραγούδια του αισθάνομαι ότι ακούω μια συλλογή διηγημάτων με υπέροχο soundtrack...
Από την πρώτη κιόλας κυκλοφορία τους, το Long Live The Well-Doer (2004), οι Arbouretum έδειξαν πως ξέρουν καλά τα κατατόπια της σύγχρονης americana. Ήταν σαφής η πρόθεσή τους να αναμείξουν ψυχεδελικές εμμονές και blues διαθέσεις με κάποια ψήγματα post-rock φρεσκάδας στις κλιμακώσεις τους. Κάποιες σπαρακτικές συνθέσεις έδειχναν πως οι πρότερες συνεργασίες είχαν αφήσει ανεξίτηλα σημάδια στην αισθητική του Heumann. Αυτός ο δίσκος είναι φτιαγμένος για μοναχικές νυχτερινές ακροάσεις με... μπόλικο ουίσκι! Στο Long Live The Well-Doer, οι Arbouretum αντιπρότειναν τα δικά τους blues, σε μια εποχή που το πλαστικό R'n'B έτεινε να ευνουχίσει κάθε γνήσιο καημό. Τουλάχιστον τα μισά κομμάτια από αυτό το δίσκο θα μπορούσαν να είναι τραγουδισμένα από τον Bonnie "Prince" Billy. Τα "Jonas Got A Tooth", "People Flock Not To The Good" και "Early Bird Gets The Worm" θα δέσποζαν σε μια υποθετική κυκλοφορία με τα "κομμένα" sessions του Arise Therefore, ενώ το "I am a Somnabulist" θα μπορούσε να είναι αποτέλεσμα συνεργασίας των Warren Ellis και Bill Callahan! Το απόλυτο highlight του δίσκου, είναι το "All That Will Be Has Become, All That Has Come Isn't Gone", το οποίο αποτελεί τη minimal blues εκδοχή των σύγχρονων αστικών mantra: Μια ρυθμικά επαναλαμβανόμενη "προσευχή" που αιωρείται πάνω από κιθαριστικούς στροβιλισμούς. Στην απλότητα αυτού του κομματιού φανερώνεται η συνθετική ιδιοφυία του Heumann, ο οποίος μας προϊδέαζε για τη συναρπαστική δισκογραφική συνέχειά του, με τον τίτλο του τραγουδιού "Song's a seed in my garden"...
Η βασική διαφοροποίηση των Arbouretum, από τον φίλτατο Will Oldham και από τα υπόλοιπα "ιερά τέρατα" της alt-country, ήταν η μεγάλη αγάπη τους για τις ηλεκτρικές εντάσεις. Μια αγάπη που αποκρυσταλλώθηκε τρία χρόνια αργότερα στο Rites Of Uncovering. Ένας δίσκος θεματολογικά επηρεασμένος από το βιβλίο του Paul Bowles, "The Sheltering Sky", δείχνοντας την τάση του Heumann να εμπλέκει στη δουλειά του επιρροές από κάθε μορφή τέχνης που τον εμπνέει. Στο Rites Of Uncovering, τα heavy blues παίρνουν τα ηνία και η στιχουργική μαεστρία του Dave τον φέρνει στην πρώτη γραμμή των ταλαντούχων δημιουργών της εποχής μας. Η ερμηνεία του εξακολουθεί να στοιχειώνεται από τις ηχογραφήσεις των Palace, αλλά οι κιθάρες κάνουν τη διαφορά: Είναι αδύνατο για κάποιον που γουστάρει τις μετεξελίξεις της blues αισθητικής, να μην αγαπήσει αυτό το άλμπουμ και, κυρίως, κομμάτια όπως το "Pale Rider Blues", ή το "Ghosts Of Here And There". Ο ήχος βολοδέρνει μεθυσμένος γεννώντας συνεχώς παράταιρους συνειρμούς - από Grateful Dead μέχρι Kyuss, από Neil Young μέχρι Midlake, από Blue Cheer μέχρι Smog και από Hendrix μέχρι Fairport Convention! Στo "The Rise" η νεο-folk συναντά και ισορροπεί με τα stoner-blues των Oneida, ενώ τα "Mohammed's hex and bounty" και "Two Moons" θα τα ζήλευαν εξίσου ο Oldham και ο Callahan! Για ακόμη μια φορά οι Arbouretum βουτάνε σε μια blues παραζάλη ενδοσκόπησης, αν και οι περιγραφικοί στίχοι του Heumann οριοθετούν το σενάριο για κάποιο πρωτόγνωρα ευαίσθητο road movie.
Δυο χρόνια μετά, η ηλεκτρική folk-blues εποποιία του Heumann βρίσκεται στο απόγειό της, με το Song of the Pearl. Εδώ, η ερμηνεία του έχει αυτονομηθεί από το φάντασμα του Oldham και η θεματολογία κυριαρχείται από την γοητεία των απέραντων αμερικάνικων τοπίων. Οι παραμορφώσεις φωνής και κιθάρας ευλογούν ένα ηλεκτρικό πανδαιμόνιο που ελίσσεται μέσα στην αποπνικτική μελαγχολία και καταφέρνει να βρει μια ανέλπιστη διέξοδο προς την επιφάνεια. Το ομότιτλο τραγούδι θα έπρεπε να το ακούσει οποιοσδήποτε σκέφτεται να αναμίξει την ψυχεδελική folk με την σύγχρονη minimal Americana. H εξαιρετική διασκευή στο "Tomorrow is a Long Time" του Dylan, αποτελεί τον ιδανικό επίλογο σε ένα άλμπουμ όπου δεσπόζουν οι δυναμίτες "Infinite Corridors", "Thin Dominion" και "The Midnight Cry". Γνήσιοι rock ύμνοι που θα γοητεύσουν τους λάτρεις του Neil Young και των Built To Spill. Tραγούδια που λείπουν ακόμη κι από το πλούσιο ρεπερτόριο των Pearl Jam! Και μια και ανέφερα τους stars του grunge, πρέπει να παραδεχτώ πως ο Dave Heumann δείχνει εδώ και χρόνια ένα δρόμο που (κακώς!) δεν πήρε ο Vedder. Φυσικά, o συνδυασμός τσαμπουκαλεμένων αυτοσχεδιασμών και "βουνίσιας" ευαισθησίας που χαρακτηρίζει τους Arbouretum απέχει πολύ από τα επιτηδευμένα πονήματα των Pearl Jam, αλλά, πίσω από το βόμβο των ενισχυτών τους, υποβόσκει και ο απόηχος της ακμής του Seattle...
Φέτος, μέσα στην παραζάλη της στημένης αναβίωσης του grunge, οι Arbouretum επέστρεψαν με το έπος που ακούει στο όνομα The Gathering. Χωρίς ιδιαίτερες αλλαγές στον ήχο τους, αν και ήταν αναμενόμενη κάποια διαφοροποίηση - λόγω της αλλαγής στη σύνθεση του group: Ο Matthew Pierce, που παίζει πλήκτρα, αντικατέστησε τον κιθαρίστα David Bergander, ενώ ο ντράμερ Daniel Bond ήταν πολύ απασχολημένος ακολουθώντας τους Beach House στις περιοδείες τους και έδωσε τη θέση του στον JV Brian "Buck" Carey.
Στο The Gathering, η μουσική και οι στίχοι του Dave σκιαγραφούν εκ νέου το συλλογικό ασυνείδητο της αμερικάνικης παράδοσης, ενώ ο ίδιος δηλώνει πως η θεματολογία του άλμπουμ είναι επηρεασμένη από το "Κόκκινο Βιβλίο" του Carl Yung. Το εν λόγω βιβλίο σηματοδοτεί την απόσυρση του Yung από τα εγκόσμια (μετά από μια έντονη σχέση με τον Freud) και την πολύχρονη μελέτη του σε προσωπικά οράματα (κάποιοι είπαν τότε πως ο Jung έχασε τα λογικά του!). Με αυτά τα δεδομένα, γίνεται απόλυτα κατανοητό το σκηνικό της blues κλειστοφοβίας που χρωματίζει κάθε στιγμή του δίσκου. Στις στιχουργικές ακροβασίες του, ο Heumann ξεπερνά το μοτίβο της καταγραφής ερειπίων στη λεωφόρο του αμερικάνικου ονείρου. Τολμά κάποιες πιο προσωπικές (αν και γενικόλογες) νύξεις, οι οποίες χρωματίζονται από επάλληλες στρώσεις μυθολογικών και λογοτεχνικών αναφορών.
Το γοητευτικό σκοτάδι του ήχου τους, ηλεκτρισμένο και μονοκόμματο, ατενίζει ατρόμητο την παράδοση της "κιθαριστικής απεραντοσύνης". Σε ύμνους όπως τα "Waxing Crescent", "The Empty Shell" και "Song Of The Nile", η americana βρυχάται σε ένα αυτοσχεδιαστικό πανηγύρι, γεμάτο παραμορφώσεις και τσιτωμένους ενισχυτές. Ο Heumann μοιάζει απολύτως κατασταλαγμένος στο ρόλο ενός μεταμοντέρνου bluesman. Ακόμη και η διασκευή στο "Highwayman" του Jimmy Webb (ένα τραγούδι που έγινε γνωστό στα 60s από τους Highwaymen -μπάντα που περιελάμβανε τους Johnny Cash και Willie Nelson!), είναι απολύτως ταιριαστή με την εικόνα ενός ανήσυχου νεο-beat παρία που περιφέρεται στην αμερικάνικη ύπαιθρο αναζητώντας περιπέτειες που έχουν προ πολλού εκλείψει. Θα σας έλεγα πως οι Arbouretum πρέπει να είναι η αγαπημένη μπάντα κάθε ψαγμένου αμερικάνου νταλικέρη, αλλά αμφιβάλλω για το αν υπάρχει έστω κι ένας τέτοιος...
Υ.Γ.: Ο Dave συμμετέχει επίσης σε δύο άλλα σχήματα: Τους Coil Sea και τους Human Bell. Αυτά, όμως, θα τα πούμε σε κάποιο επόμενο "Fractal in the MiC"...
_____
NEXT: The People's Temple