Compile In Me

Η αβάσταχτα συναισθηματικά ευφυής ρετροσπεκτίβα της Efficient Space Records

Άρκεσαν 3 μόνο κυκλοφορίες για να ωθήσουν τον Άρη Καραμπεάζη να γράψει 2029 λέξεις για αυτό το λέιμπελ. Κάτι το ιδιαίτερο πρέπει να υπάρχει εδώ...

András and Instant PetersonΔεν έχει περάσει καν ένας χρόνος από την ‘κανονική’ κυκλοφορία της συλλογής ‘Sky Girl’. Ένα κάπως παράδοξο εγχείρημα δύο Γάλλων παραγωγών για ένα νεότευκτο αυστραλέζικο label, ταγμένο, αλλά όχι υποταγμένο, στις παραδοχές αυτής της ομοίως παράδοξης ακουστικοηλεκτρονικής folk(tronica;), που είτε μας ταλαιπωρεί, είτε μας γοητεύει τα τελευταία χρόνια, το ζήτημα είναι ότι έχει μπόλικα χαμένα αριστουργήματα, αλλά και εξίσου μπόλικα θαμμένα σκουπίδια, στα οποία καλύτερα είναι να ψάχνουν οι άλλοι για εμάς, όπως συνήθως γίνεται με τα σκουπίδια (μέρες που είναι). Η συλλογή είναι ήδη σημείο αναφοράς για τους diggers της σήμερον (ΟΚ, βοήθησε και η αποθέωση στο pitchfork, ή μήπως όχι πλέον;), ορισμένα από τα τραγούδια της αναφέρονται ήδη εδώ κι εκεί ως ‘αγαπημένα’ πολλών και παρότι θεωρητικά δεν έχει εξαντληθεί, στην πράξη όποιος την βρίσκει και την αγοράζει στην έκδοση του βινυλίου έναν αναστεναγμό ανακούφισης τον βγάζει.

Έκτοτε έχουν κυκλοφορήσει άλλες δύο συλλογές από την αυστραλέζικη εταιρεία. Στο ίδιο επίπεδο ως προς τις ανιχνευτικές ικανότητες και το εν γένει ποιοτικό υλικό, αλλά ένα- δυο βήματα πίσω σε επίπεδα συναισθηματικής βαρύτητας, εν σχέση με την ‘Sky Girl’, όπως αναλυτικά θα δούμε και παρακάτω. Όπως και να έχει μια καλή ευκαιρία για να προβληματιστεί κανείς ανούσια αναφορικά με τη σημασία του να ξοδεύει στις μέρες μας 30 € (και βάλε ενίοτε) όχι για να αποκτήσει κάποιο άλμπουμ, αλλά μία ακόμη συλλογή τραγουδιών.

Σε περιόδους και ημέρες που κατακλυζόμαστε από compilation, mixtape, radar του Spotify ως προς τις προτιμήσεις και τη διάθεση μας, και που εν γένει ο κάθε σχετικός και μη μαζεύει τραγούδια (και μη) συνήθως άσχετα αυτά (μεταξύ τους, για το ψαγμένο του πράγματος) και μας καλεί να τα μοιραστεί μαζί μας. Και αυτό για να νοσταλγήσουμε όλοι μαζί τις ωραίες εκείνες ημέρες που φτιάχναμε κασέτες (ή έστω CD-R και αυτά στη σφαίρα της νοσταλγίας πέρασαν) για τις (υποψήφιες) αγαπημένες μας προκειμένου να τις ρίξουμε στο κρεβάτι μιλήσουμε στην ψυχή τους με λόγια άλλων, που όμως είναι σαν να είναι δικά μας (και ταυτόχρονα πετούσαμε από το παράθυρο τις συλλογές, που για τον ίδιο λόγο τους είχε ετοιμάσει ο πρώην, πάντα υπάρχει ένας εξίσου μουσικόφιλος, μην ξεγελιέστε).

Efficient Space RecordsΤα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι με τις συλλογές της Efficient Space και με τα τραγούδια που εμπεριέχονται σε αυτές. Έστω και με μόλις τρεις κυκλοφορίες μέχρι σήμερα, θεωρώ ότι οι συμπαθείς (θα έλεγα αν τους γνώριζα) τύποι από την Αυστραλία, καταφέρνουν (σε εντυπωσιακό βαθμό στην περίπτωση της Sky Girl) να πείσουν για αυτό ακριβώς που προσπαθούν οι περισσότεροι compilers της τελευταίας δεκαετίας τουλάχιστον, από τους μεγαλοσχήμονες της Soul Jazz Records μέχρι τους low profile ελιτιστές της Minimal Wave Records (…and her name was Veronica, και τέτοια).

Να αποδείξουν δηλαδή έστω και πρόσκαιρα και σίγουρα αυθαίρετα ότι η μουσική ιστορία είναι δυνατόν να γραφτεί από την αρχή από αυτούς που όχι μόνο δεν την έγραψαν την πρώτη φορά, αλλά επί της ουσίας δεν βρέθηκαν καν στο παρασκήνιο αυτής. Τραγούδια όπως το προεξέχον αισθητικά ‘Wild Dream’ του Joe Tossini παραδίδουν στο ακροατή του σήμερα αυτή την ισόποσα γλυκά και ανησυχητική ψευδαίσθηση περί του ότι δήθεν πρόκειται πράγματι για υπόγεια hits, που παρότι είχαν γραφτεί σε ένα σκονισμένο ατομικό υποσυνείδητο, χρειάστηκε το διορατικό χέρι του compiler για να τα επαναφέρει στην σημερινή συγχυσμένη μουσική επικαιρότητα.

Παρόλα ταύτα, η ταύτιση του τρέχοντος μουσικού αισθητηρίου με επιλογές που ανασύρονται από το παρελθόν έστω και σε συνθήκες πρωτο-καλλιέργειας αυτού κρύβει ουκ ολίγους κινδύνους. Όχι ζωής και θανάτου ασφαλώς, αλλά σίγουρα εμμονικής προσκόλλησης σε πράγματα και πρόσωπα που εξ αντικειμενικών συνθηκών ξέμειναν εκεί που βρέθηκαν περισσότερο επειδή δεν είχαν την ολιστική ικανότητα του να βρεθούν πέντε βήματα πιο κάτω από την άμμο της μουσικής αφάνειας, παρά επειδή τάχα μου και δήθεν η ζωή, η τέχνη και το λαϊκό αισθητήριο είναι άδικα και αντιδικούν συνήθως με την ορθή πορεία των πραγμάτων.

ΟΚ, είναι μερικές φορές, και τις περισσότερες είναι ίσως και κακόγουστα, για αυτό και δεν πιστεύουμε τον Δημήτρη Κάζη όταν διατείνεται όψιμα ότι ο David Lee Roth είναι σπουδαιότερος από τον Morrissey και τον Greg Sage (μαζί ή χώρια άραγε;). Καθώς όμως με τον Κάζη μαζί δεν κάνουμε και χώρια δεν μπορούμε ως γνωστόν, θα συμφωνήσω κατά βάση με την επισήμανση περί της αφαίμαξης χιούμορ (έστω πλάκας) που επιφύλαξε στο rock ‘n’ roll το πέρασμα του Bob Dylan μέσα από τα σπλάχνα του. Συνεπώς ας αντιμετωπίσουμε με το απαιτούμενο χιούμορ ανοχής το περιεχόμενο αυτών των συλλογών, έστω και αν αρκετές φορές έχουμε την αίσθηση ότι βρισκόμαστε μπροστά σε κάτι που θα μπορούσε όντως να αλλάξει τη μουσική (μας) ιστορία όπως την έχουμε ζήσει. Κοινώς, μην ξοδεύετε άδικα τους κόπους των γονιών σας και το μέλλον των παιδιών σας αναζητώντας και «χτυπώντας» τα αυθεντικά πρώτα εφτάϊντσα κλπ. Και κάπως έτσι ως παρακάτω, μια χαρά γίνεται η δουλειά.

Λέμε λοιπόν, για να έχουμε :

Sky Girl: Compiled by Julien Dechery and DJ SundaeVarious Artists: Skygirl
Efficient Space – July 2016
Compiled by Julian Dechery and DJ Sundae

Όπως σοφά και λιτά έχει διδάξει γράψει ο Χρήστος Δασκαλόπουλος Μπάμπης Αργυρίου η φάση με το ντεμπούτο άλμπουμ είναι ότι έχεις όλη σου τη ζωή για να το ετοιμάσεις στο μυαλό και την ψυχή σου, ενώ για το δεύτερο εταιρεία, κοινό και διάφοροι περίεργοι οπαδοί σου γκρινιάζουν όταν καθυστερήσεις πάνω από 18 μήνες (για κάποιο περίεργο λόγο το έχουν εναρμονίσει με την περίοδο της προφυλάκισης). Ή κάπως έτσι μας τα είπανε οι παραπάνω σοφοί τέλος πάντων. Κάπως έτσι και με τους compilers το λοιπόν φαντάζομαι, όταν ακούω και ξανακούω την Skygirl. Με δεκαπέντε τραγούδια που δεν αποτυγχάνουν σε κανένα σημείο, αλλά και με δομή που δεν σε αφήνει καν να φανταστείς ότι τυχόν κάποιο από τα 15 έχει αποτύχει, παρότι σαφώς κάποια έχουν μικρότερη ικανότητα εθισμού από τα υπόλοιπα.

Δεν χρειάζεται νομίζω να πούμε πολλά περισσότερα για αυτή τη συλλογή. Η μία και μόνη νότα στο σοφό πιάνο του Cold Café της Karen Marks πείθει ότι όπως τα πολλά λόγια έτσι και οι πολλές νότες είναι φτώχεια, και αφού μόλις το έγραψα εγώ αυτό, φανταστείτε περί τι κοπής διαμαντιού πρόκειται.

Στο Sara του Gary Davenport ο μέσος Έλληνας αισθηματίας ακροατής καταριέται τον εαυτό του που γεννήθηκε σε χώρα που δεν ευδοκιμεί αυτό το όνομα και σκαλίζει το παρελθόν του να θυμηθεί αν του είχε τύχει καμία Sara σε κάποιο Erasmus, σε κάποιο μεταπτυχιακό, έστω σε ένα απλό ταξίδι αναψυχής, που αποδείχτηκε λίγο πιο επιτυχημένο από τις αρχικές προσδοκίες βρε αδερφέ. Δεν τολμώ καν να μιλήσω (και πάλι) για το Wild Dream και το πόσο απαραίτητο θα γίνει στις όσες ζωές και αν έχετε, θα ήταν όμως σαφώς παράλειψη το να αγνοηθεί το αποστεωμένο italo disco του Driving Down της Angel, ένα θανατηφόρο minimal wave (ωπ, της ξέφυγε της Βερόνικας αυτό;) από το 1982 από ένα 7’’ της σεφερλικά τιτλοφορημένης Teddy Bear Records.

Ακούστε αυτή τη συλλογή, αγοράστε αυτή τη συλλογή, αγοράστε την για το αγόρι σας, το κορίτσι σας, πάρτε ο καθένας από μία να μην μαλώνετε όταν χωρίσετε για το ποιος θα την πάρει, και αν τελικά χωρίσετε πάρτε και τις δύο εσείς να του/της την φέρετε. Διότι αυτή η συλλογή – όσο κλισέ και αν ακούγεται - τους τελευταίους δώδεκα μήνες που υπάρχει με κάθε τρόπο εκεί έξω μας υπογράμμισε όντως τον μοναδικό τρόπο με τον οποίο πρέπει να ακούμε μουσική.
 

Midnite Spares: Compiled by András and Instant Peterson Various Artists: Midnite Spares
Efficient Space- September 2016
Compiled by Andras and Instant Peterson

Αρκετά πριν συμπληρώσουν το 18μηνο τους οι παραπάνω το λοιπόν, το label ρίχνει στο τραπέζι ντόπιο προϊόν, επιλεγμένο με ντόπιο γούστο και υλικά. Εδώ στην Ελλάδα ξέρουμε καλά από Αυστραλέζικο ροκ, το έχουμε τιμήσει ίσως περισσότερο από κάθε άλλη ροκ γωνιά του πλανήτη και πρόσφατα συνομιλούσα με σχεδόν σεσημασμένο βετεράνο χεβιμεταλλά της περιφέρειας Χαλανδρίου που μου έλεγε «τι ήταν και αυτό το Blue Bar ρε φίλε, δεν τολμούσες να πας... Αυστραλία, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, που τα έβρισκαν και τα έπαιζαν δηλαδή. Τρεις –τέσσερις φορές είχα πάει και πέρασα χάλια, μην ακούς τώρα που το πέρασαν στο μύθο και αυτό». Δεν συμφώνησα, αλλά ούτε και διαφώνησα. Καλό είναι να κρατάμε μια ουδέτερη στάση που και που. Αυστραλία και πάλι το λοιπόν, παρότι σε σαφώς πιο υποτονικές διαθέσεις από αυτές για τις οποίες με μανία προσπαθούσαν να μας πείσουν οι Παλιοί (για αυτό και δεν διαφώνησα με τον τύπο βασικά, επειδή την θυμάμαι κι εγώ τη μανία αυτή).

Στα liner notes της συλλογής στο bandcamp site της εταιρείας, υποστηρίζεται η άποψη ότι τα δέκα τραγούδια και αντίστοιχα οι δέκα δημιουργοί που συναντώνται εδώ εδράζουν κοινό ενδιαφέρον στη αδιαφορία για τη φήμη, την επιτυχία και τα charts. Θα διαφωνήσω μάγκες και θεωρώ ότι τους αδικείτε τους ανθρώπους (σας) καθ’ ο μέρος τους αντιμετωπίζετε έτσι.

ΟΚ, υπάρχει η επισήμανση περί του ότι κάποιοι εκ των δέκα κάτι κουτσοπέτυχαν εδώ κι εκεί, αλλά πως μπορεί να αρνηθεί κανείς - έστω και όψιμα- ότι το Arabs των Poets Of The Machine είναι ένα τραγούδι το οποίο στοχεύει ευθέως στα μεγάλα ακροατήρια, έστω και χωρίς μεγαλεπήβολες διαθέσεις, αλλά με μάλλον απλοϊκές, και για αυτό ανεπιτήδευτα γοητευτικές, μεθόδους. Σε κάθε επόμενη ακρόαση της απειλής- προτροπής ‘That mystic desert beat/it burns your hand and feet’ φαντασιώνομαι μία παραγωγή τύπου K.L.F. να φέρνει τα πράγματα εκεί που τους αξίζουν και την δόξα και το ένα εκατομμύριο λίρες για κάψιμο εκεί που τους πρέπουν.

Παρότι η Skygirl θα διατηρεί πάντοτε την ερεθιστική ιδιότητα της πρώτης φοράς κατά την οποία όλοι ήξεραν τι και πως να κάνουν και το έκαναν όντως όπως ακριβώς έπρεπε, η δεύτερη αυτή συλλογή της Efficient Space επιβεβαιώνει με τον καλύτερο τρόπο πως πράγματι υπάρχει ‘χαμένη μουσική’ η οποία αξίζει να απολέσει επιτέλους –έστω και μεταξύ μυημένων και πάλι, αλλά πάντως σε ένα εν δυνάμει ευρύτερο κύκλο όσο να πεις- τον παραπάνω επιθετικό της προσδιορισμό και να καταστεί έστω και σε αυτό το χρονικό σημείο μουσική που στάθηκε δίπλα σε αυτούς που της άξιζαν, καθότι στην τελική αυτό έχει σημασία είτε μιλάμε για δέκα νοματαίους, είτε για δέκα εκατομμύρια ακόλουθους.
 

Oz Waves: Compiled by Steele BonusVarious Artists: Oz Waves
Efficient Space-February 2017
Compiled by Steele Bonus

Και κάπως έτσι στην παράξενη αυτή σεζόν πέρασε η καλοκαιριά και ήρθε ο χειμώνας και μαζί του ήρθε (με κάποια σχετική καθυστέρηση είναι αλήθεια) η τρίτη κατά σειρά συλλογή της Efficient Space απασχολούμενη και πάλι με τα «παράξενα κύματα» (sic) του αυστραλέζικου D.I.Y. της δεκαετίας του ’80. Για το οποίο (D.I.Y.) διαπιστώνουμε με ενδιαφέρον ότι κινείται σε κάθε άλλο παρά παράλληλη πορεία με το κυρίως ρεύμα του underground της εποχής (λέμε κάτι παραδοξότητες ώρες ώρες όμως), όπως αυτό εκφράστηκε μέσα από ακραίες του ροκ και του πανκ περσόνες και τα δημιουργήματα τους, τις οποίες είμαι σίγουρος ότι πολύ καλά γνωρίζετε, οπότε δεν κάθομαι να τις απαριθμήσω έστω και παραδειγματικά (έχουμε και δουλειές).

Η αλήθεια είναι (για να λέμε και αυτή του στραβού) ότι εδώ τα πράγματα δεν είναι και τόσο εντυπωσιακά, κυρίως από την άποψη ότι έχουμε να κάνουμε με έναν θεμιτά υπόγειο μεν, αλλά πάντως όχι παντελώς απεξαρτημένο, ηλεκτρονικό ήχο, οριακά κινούμενο ανάμεσα σε dance και σε πιο esoteric βιομηχανικά μονοπάτια, που όσο τα χάραξαν τύποι όπως οι Chris And Cosey (απολύτως δίκαια αναφέρονται φαρδιά πλατιά στα liner notes, παρότι αυτό γίνεται με μία αστικού μύθου τύπου ιστορία για νανουρίσματα με το εναρκτήριο κομμάτι της συλλογής) δεν τα χάραξε κανείς.

Όπως κάθε συλλογή που σέβεται τον εαυτό της, έτσι και η Oz Waves κλείνει (παρά ένα τραγούδι) με αυτό που θα ανακηρύξω ως το καλύτερο της κομμάτι, δηλαδή το Take A Walk In The Sun (Moral Fibro). Πρόκειται για ένα εξόχως ανάλαφρο δείγμα (μικρό σε διάρκεια άλλωστε) πρώιμου υπόγειου Balearic, που ακόμη και αν ξυπνήσεις σε μία μισογεμισμένη μπανιέρα από ότι σε μία καλά φωτισμένη παραλία, δεν θα σε παρεξηγήσει, παρά θα σε αποζημιώσει κατά μείζονα λόγο ως προς τις προθέσεις που πρέπει να έχει η ουσιαστική μουσική έναντι των ειλικρινών ακροατών της.

Αυτήν εδώ την τρίτη συλλογή της Efficient Space ομολογώ ότι δεν την έχω ακούσει όσο έπρεπε, οπότε δεν έχω να γράψω και να διακηρύξω περισσότερα, καθότι ακόμη it grows in me, που λένε και στο χώρο του αδυσώπητου real estate.

Εκεί είναι οι Αυστραλοί το λοιπόν (όπως και η Αυστραλία άλλωστε), εδώ είμαστε και εμείς. Θα επανέλθουμε σίγουρα (λέμε τώρα, συμβόλαιο θα υπογράψουμε..., εδώ ακόμη περιμένει ο Γιώργος Λεβέντης τις τρεις υπόλοιπες επανεκδόσεις των Pet Shop Boys), όταν επανέλθουν και αυτοί.

«Can’t you hear/Can’t you hear the thunder ?/You better Run/You better take cover».