Conflict

The Ungovernable Force

ConflictΣε έναν χώρο που από τη φύση του δεν υπάρχουν ηγέτες, αρχηγοί και άνθρωποι που θα επιβάλουν την γνώμη τους, οι Conflict διέθεταν και διέθεσαν όλα αυτά τα χαρακτηριστικά, επιβλήθηκαν και αντέχουν ως και σήμερα, διακηρύττουν, προκαλούν και βρίσκονται αλληλέγγυοι στους κάθε λογής κατατρεγμένους. Στον χώρο του anarcho-punk, η ηγεσία κάποιου γκρουπ νοείται ως η βοήθειά του σε κάποιο πιο αδύναμο ή νεώτερό του. Στην, έτσι κι αλλιώς, φανταστική πυραμίδα του χώρου, αν φανταστούμε τους Crass στην κορυφή, στο αμέσως πιο κάτω επίπεδο θα τοποθετήσουμε τους Flux Of Pink Indians, τους Subhumans και τους Conflict. Τα πιο πάνω αναφερόμενα συγκροτήματα, φτιάχνοντας τη δική τους δισκογραφική εταιρία, στάθηκαν αρωγοί σε δεκάδες γκρουπ, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να κυκλοφορήσουν το υλικό τους που δεν θα μπορούσαν αλλιώς ποτέ να εκδώσουν.
Για τα τρία πρώτα συγκροτήματα υπάρχει περιληπτική αναφορά σε παλαιότερα τεύχη του MiC. Η αναφορά για τους Conflict θα είναι λίγο αναλυτικότερη.

1. It's time to see who's who

Οι Conflict δημιουργήθηκαν στις αρχές του 1981 σε μια γειτονιά του νοτιοανατολικού Λονδίνου από τους Colin Jerwood φωνητικά και John "Big" Clifford μπάσο. Οι Graham Ball κιθάρα και Ken Barnes ντραμς που συμπλήρωναν την τετράδα πολύ γρήγορα αντικαταστάθηκαν από τους Steve και Francisco "Paco" Carreno αντίστοιχα.

Αρκετά μικροί ηλικιακά, γραπώνονται στο άρμα των Crass, οι οποίοι τους δίνουν τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν το ντεμπούτο τους, κυκλοφορώντας τον Ιούνιο του 1982 το EP The House That Man Built στην Crass Records. Πρόκειται για ένα καταπληκτικό δισκάκι που κατορθώνει να ακροβατεί ανάμεσα στο ατόφιο, γρήγορο και επιθετικό street punk, και τις "κρασοειδείς" επιρροές και αντιλήψεις περί διαμόρφωσης της μουσικής μέσω των στίχων. Τα τέσσερα κομμάτια του δίσκου είναι τα σπινταριστά Conflict και Blind Attack, το I've Had Enough (με φωνητικά από την Pauline Beck), και το αντιπολεμικό Wargames. Για ξεκίνημα το single τα πήγε πολύ καλά, σκαρφαλώνοντας στο νούμερο τρία του ανεξάρτητου τοπ, χαρίζοντας την πρώτη τυπική αναγνώριση του συγκροτήματος, παράλληλα όμως, δημιούργησε προσδοκίες, καθώς ο χώρος συχνά ξεπέταγε μικρά αριστουργήματα χωρίς ικανοποιητική συνέχεια.

The house that man builtΗ δεύτερη κυκλοφορία των Conflict θα βγει στην Xntrix Records των Poison Girls τον Οκτώβριο του 1982. Πρόκειται για το EP Live At The Centro Iberico και τα έξι κομμάτια του Kings And Punks, Meat Means Murder, Exploitation, Bullshit Broadcast, Vietnam Serenade και No Island Of Dreams προέρχονται από συναυλία σε κατάληψη στο Λονδίνο τον Αύγουστο του 1982.

Λίγους μήνες αργότερα, τον Μάρτιο του 1983, βγαίνει και το πρώτο LP του συγκροτήματος με τίτλο It's Time To See Who's Who σε παραγωγή του Pete Wright των Crass στην Corpus Christi. Η συγκεκριμένη εταιρία ανήκε στους Crass, μάλλον όμως λειτουργούσε σαν αναπληρωματική στη μεγάλη "αδελφή" της. Ο λόγος που δεν κυκλοφόρησε αυτός ο δίσκος στην πρωτευούσης σημασίας Crass Records έχει να κάνει με την πολιτική των "ιδιοκτητών" της που -με ελαχιστότατες εξαιρέσεις- δεν "επέτρεπαν" σε κάποιο γκρουπ να ηχογραφήσει για δεύτερη φορά κάτι σε αυτήν, με τη λογική πως η ευκαιρία για βοήθεια δόθηκε, τώρα το κάθε γκρουπ που βοηθήθηκε θα φτιάξει τη δική του δισκογραφική, θα κυκλοφορεί εκεί τους δίσκους του και στη συνέχεια θα δώσει την ευκαιρία σε άλλα γκρουπ να ηχογραφήσουν σε αυτήν, τα οποία με τη σειρά τους θα συνεχίσουν αυτή την αλυσίδα.

Ό δίσκος ξεφεύγει από τα παραδοσιακά anarcho punk δεδομένα του ασπρόμαυρου εξώφυλλου και των κολάζ φωτογραφιών, καθώς βγαίνει με μία εντυπωσιακή και πολύχρωμη εικόνα στο εξώφυλλό του, στίχους καλλιγραφικά γραμμένους πάνω σε μια πλούσια έκδοση που θεωρητικά αντιτίθεται στις minimal τεχνοτροπίες των συγκροτημάτων του είδους.

Τα δεκατέσσερα κομμάτια του δίσκου είναι μια ολοκληρωτική επίθεση ενάντια στην πολιτική, στους θεσμούς, στους πολέμους, ενώ καταφέρονται ακόμη και ενάντια στους punk rock stars, με τους Exploited να έχουν την τιμητική τους. Και αν όλα αυτά ήταν λίγο πολύ αναμενόμενα, από αυτό το δίσκο αρχίζει να φαίνεται μια κλίση των θεμάτων του γκρουπ σε θέματα προστασίας των ζώων και χορτοφαγίας, κάτι που με τον καιρό θα διευρύνεται όλο και περισσότερο.

Η φυσιολογική κατάληξη αυτού του δίσκου ήταν να καταλάβει την πρώτη θέση στα ανεξάρτητα charts για τρεις μάλιστα εβδομάδες, ενώ στο πέρασμα των χρόνων γνώρισε και μερικές επανεκδόσεις, με κυριότερη αυτή που προσθέτει στο υλικό του δίσκου και το The House That Man Built και το επόμενο single τους το To A Nation Of Animal Lovers.

2. Increase the pressure

PressureΜετά την ολοκλήρωση του πρώτου τους άλμπουμ, οι Conflict αντικαθιστούν στην κιθάρα τον Steve με τον Kevin Webb, και με αυτόν στη σύνθεσή τους κυκλοφορούν το single To A Nation Of Animal Lovers, τον Οκτώβριο του 1983, και πάλι στην Corpus Christ. Τα τρία κομμάτια του δίσκου είναι τα Berkshire Cunt, Meat Means Murder και Whichever Way You Want It. Η κιθάρα του Kevin αλλάζει λίγο τον ήχο του γκρουπ (αισθητά προς το καλύτερο), κάνοντάς τον λίγο περισσότερο μεταλλικό, πιο ξεκούραστο στο αυτί και πιο οργανωμένο, ενώ στιχουργικά το single επικεντρώνεται αποκλειστικά και μόνο στην προστασία των ζώων. Τα μέλη των Conflict, πλην του Paco, είναι όλα χορτοφάγα και πρωταγωνιστούν σε οτιδήποτε έχει να κάνει με την προστασία των ζώων, ενώ σκοπός πλέον της κοινωνικής τους ζωής γίνεται η διάδοση των ιδεών μέσω των δίσκων τους για τα δικαιώματα των ζώων. Το συγκεκριμένο single, μαζί με το New Smell των Flux Of Pink Indians, θεωρούνται ως τα πιο επιδραστικά στο χώρο του punk rock όσον αφορά στο πόσο κόσμο έστρεψαν στη μη κατανάλωση κρέατος. Εδώ εμφανίζεται στα φωνητικά για πρώτη φορά και ο Steve Ignorant των Crass, σε μια συνεργασία του με το γκρουπ που θα επαναληφθεί και πολλές φορές αργότερα.

Με τρία επιτυχημένα singles και ένα άλμπουμ ήδη κλασικό, το επόμενο βήμα των Conflict ήταν να στήσουν την δική τους ανεξάρτητη εταιρία από όπου θα κυκλοφορούσαν τους δίσκους τους, αλλά και θα βοηθούσαν άλλα μικρότερα συγκροτήματα να κάνουν το ίδιο.

Ονομάστηκε Mortarhate και η πρώτη της κυκλοφορία ορίστηκε για τον Ιανουάριο του 1984. Πρόκειται για το single The Serenade Is Dead που περιέχει το ομώνυμο τραγούδι, καθώς και τα The Positive Junk και The System Maintains. Το δισκάκι κατάφερε να εισέλθει ακόμη και στους επίσημους καταλόγους των επιτυχιών της Αγγλίας, δείχνοντας τη δύναμη και το πλήθος των οπαδών του anarcho punk κινήματος. Τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς κυκλοφορεί και το δεύτερο LP του συγκροτήματος με τίτλο Increase The Pressure. Ο δίσκος περιλαμβάνει στην πρώτη πλευρά του νέο στούντιο υλικό, ενώ η δεύτερη πλευρά είναι ηχογραφημένη ζωντανά σε μια συναυλία στο Brixton Ace στις 8-10-83.

Η πρόθεση των Conflict σε αυτό το δίσκο είναι να φτάσουν στα άκρα, ξεκαθαρίζοντας τον ρόλο τους στη μουσική σκηνή. Συνθετικά, τα εφτά τραγούδια του δίσκου είναι ένα σκαλοπάτι πιο πάνω του It's Time To See Who's Who και αυτό οφείλεται κατά πρώτο λόγο στην καλύτερη δουλειά του Webb στην κιθάρα από τον προκάτοχό του, αλλά και στην εμπειρία που αποκτήθηκε με τον καιρό από τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος. Οι επιρροές τους από τους Crass δεν κρύβονται, αλλά κοντά σε αυτές προσθέτουν και στοιχεία προερχόμενα από διαφορετικές σχολές, όπως αυτή των Discharge και των Varukers ή ακόμη-ακόμη των Minor Threat. Στιχουργικά και πάλι η προσοχή τους στρέφεται κατά κύριο λόγο στην υπεράσπιση των ζώων, ενώ εμφανίζονται ακόμη περισσότερο επιθετικοί ενάντια στο κράτος και τους θεσμούς, διαχωρίζοντας μάλιστα την θέση τους από τα λεγόμενα ειρηνικά anarcho punk συγκροτήματα, ξεκαθαρίζοντας με δήλωσή τους στο (από κάθε πλευρά εξτρεμιστικό) εξώφυλλο του δίσκου πως αυτοί δεν είναι ειρηνιστές και πως θα πολεμήσουν ενάντια σε αυτούς που κόβουν την ελευθερία τους. Η live πλευρά του δίσκου είναι κάπως κακόηχη και βασίζεται αποκλειστικά σε κομμάτια του πρώτου δίσκου και των τριών singles που κυκλοφόρησαν. Αρκετά χρόνια αργότερα ο δίσκος επανεκδόθηκε με bonus tracks το single The Serenade Is Dead και το μεταγενέστερο EP This Is Not Enough.

3. The ungovernable force

The Ungovernable ForceΤον Αύγουστο του 1984 οι Conflict ταξιδεύουν για μια περιοδεία στην Αμερική. Μία από τις συναυλίες και συγκεκριμένα αυτή στο Λος Άντζελες, ηχογραφείται και κυκλοφορεί σαν Live LP με τίτλο Only Stupid Bastards Help EMI. Όπως καταλαβαίνετε ο τίτλος του δίσκου είναι μια ευθεία επίθεση στους δήθεν επαναστάτες New Model Army που μόλις είχαν υπογράψει στην εν λόγω πολυεθνική δισκογραφική, κάτι που κατά τους Conflict θεωρήθηκε σαν ξεπούλημα και λόγος για κράξιμο, όπως αυτός διατυπώνεται χωρίς ευγένεια και στο οπισθόφυλλο του δίσκου. Δισκογραφική εταιρία που κυκλοφόρησε ο δίσκος; Μα φυσικά η ...Model Army στη μια και μοναδική κυκλοφορία της.

Ακολουθούν μαζεμένα δύο singles, τα: This Is Not Enough / Neither Is This τον Μάρτιο του 1985 και το The Battle Continues τον Οκτώβριο, με τα τραγούδια Mighty And Superior και To Whom It May Concern. Το πρώτο single κυκλοφόρησε με σκοπό τα χρήματα που θα μαζέψει να δοθούν στην οργάνωση Stop The City. Ο σκοπός επετεύχθη με περισσότερα από σαράντα χιλιάδες αντίτυπα να έχουν πουληθεί, ενώ το δεύτερο single, πουλώντας ακόμη παραπάνω, έφτασε ως το νούμερο τριάντα εφτά των charts, κάνοντάς το και το πιο επιτυχημένο στην ιστορία του γκρουπ. Πάντως, όπως σημειώνεται από το ίδιο το γκρουπ, κανονικά με αυτή τη θέση θα έπρεπε να προσκαλεστούν στο Top Of The Pops, κάτι που φυσικά δεν έγινε ποτέ.

Αμέσως μετά, αντικαθίσταται ο John Clifford με τον Paul 'Oddy' Hoddy, πρώην μέλος των Broken Bones, και τον Αύγουστο του 1986 κυκλοφορούν τον τέταρτό τους δίσκο με τίτλο The Ungovernable Force.

Αυτός ο δίσκος αποτελεί το αποκορύφωμα στην καριέρα των Conflict. Με τους Crass πλέον να έχουν διαλυθεί, ο χώρος φαίνεται να μένει ακέφαλος. Πολλοί ήδη κατέθεσαν τα όπλα, ενώ και οι λίγοι που απομένουν, συνεχίζουν άνισα τον αγώνα. Εκεί θα ξεπροβάλλει επιβλητικά ο Colin. Κατασταλαγμένος πλέον, ξέρει πού ν' αναφερθεί και κυρίως πώς ν' αναφερθεί. Στίχοι που πονάνε, στίχοι που καταδεικνύουν, στίχοι που υποδεικνύουν.

Αδιαμφισβήτητος ηγέτης πλέον, καθοδηγεί με ένα δίσκο μανιφέστο, που το Ungovernable Farce της εισαγωγής κλείνοντας γίνεται Ungovernable Force. Στα δεκατέσσερα κομμάτια του δίσκου υπάρχει και ο φόρος τιμής στους Crass με το C.R.A.S.S., υπάρχει και το φτύσιμο στο μοδάτο punk που συμπεριλαμβάνει και τους Sex Pistols, ενώ δεν ξεχνιούνται για μια ακόμη φορά οι New Model Army που πρέπει να τους πείραξε πολύ αυτή η υπογραφή στην E.M.I. Μεγαλύτερη όμως, εντύπωση προκαλούν τα δυο κομμάτια (The Arrest και This Is A.L.F.) που κοιτώντας τους στίχους διαπιστώνει κανείς πως είναι προκηρύξεις που όμως "μελοποιούνται" για να καταλήξουν τραγούδια! Όλα τα παραπάνω δίδονται μέσα σε ένα συμπαγές, δυναμικό και άτρωτο μουσικό σχεδιασμό ενός δαιμονισμένου καθαρόαιμου και επιθετικού punk rock βομβαρδισμού. Είναι ένας από τους καλύτερους δίσκους του είδους, μια κλασική αγορά για κάποιον που απλώς θέλει να πάρει μια γεύση για το τι γίνεται και σε εκείνη την τελείως ακριανή πλευρά του punk. Μάλιστα, η επανέκδοση της Mortarhate σε CD που περιλαμβάνει και αρκετό έξτρα υλικό, με φωτογραφίες και στίχους, καθώς και κομμάτι από το The Battle Continues θα σας ικανοποιήσει ιδιαίτερα.

4. Turning rebellion into money

Conflict2Μετά από ένα τέτοιον δίσκο, φάνηκε ξεκάθαρα πως είχε έλθει η ώρα για μια μεγάλη μάχη. Μια μάχη που από την αρχή της είχε προκαθορισμένο νικητή. Οι Conflict όμως, θα είχαν να λένε πως επιχείρησαν το αδιανόητο. Την Κυριακή 18 Απριλίου του 1987 οργανώθηκε από τους ίδιους η συναυλία με τίτλο Gathering Of The 5000 στο Brixton Academy του Λονδίνου. Συμμέτοχοι στο γεγονός παραπάνω από μια ντουζίνα οργανώσεις που προέρχονταν από διάφορους πολιτικούς, κοινωνικούς και άλλους χώρους αντίδρασης.

Τελικό αποτέλεσμα; Ένα μεγάλο φιάσκο, καθώς τίποτα δεν λειτούργησε σωστά ούτε από τους οργανωτές ούτε από τις πολλές χιλιάδες των παρευρισκόμενων, με αποτέλεσμα στο τέλος μέσα σε ένα απόλυτο χάος να δημιουργηθούν οι μεγαλύτερες ταραχές που συνέβησαν ποτέ στην Αγγλία από μια και μόνο συναυλία. Ακολούθησε η βίαιη διακοπή της, με τελικό αποτέλεσμα πενήντα δύο οπαδοί των Conflict να συλληφθούν και αρκετοί αστυνομικοί να τραυματιστούν. Μετά από όλη αυτή την ιστορία, οι Conflict δε μπορούσαν να εμφανιστούν σχεδόν πουθενά σε όλη τη Βρετανία, με το όνομά τους να γίνεται συνώνυμο της βίας και της ακρότητας.

Ήταν μία διοργάνωση που, αν και κινηματογραφήθηκε, ποτέ δεν είδε το φως της δημοσιότητας. Αντίθετα, κυκλοφόρησε το διπλό LP Turning Rebellion Into Money τον Ιούλιο του 1987 σα ντοκουμέντο αυτού του γεγονότος. Από ιστορικής πλευράς, άξιο αναφοράς είναι η συμμετοχή και πάλι του Steve Ignorant σε πρωταγωνιστικό ρόλο, καθώς τα μισά σχεδόν από τα τριάντα δύο τραγούδια του δίσκου είναι των Crass. Σε αυτό το live άλμπουμ και με τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έμελλε να διεξαχθεί, τις στιγμές που ακούγεται σωστά σε γεμίζει από την ένταση, το πάθος, αλλά και την οργή που αναδύεται στους πρωταγωνιστές και το κοινό. Όλες οι, ας το πούμε, επιτυχίες των Conflict είναι μαζεμένες εδώ, από το One Nation Under The Bomb ως και το To Whom It May Concern, κάνοντας το δίσκο εκτός από ένα φοβερό live και κάτι σαν Best Of για κάποιον που θέλει λίγα και μαζεμένα. Για να μη μιλήσουμε και για τα ίδια τα κομμάτια των Crass που πραγματικά δεσπόζουν στο δίσκο. Η επανέκδοσή του σε CD φροντίζει και προσφέρει σα μπόνους τα κομμάτια από το Live At The Centro Iberico. Οπωσδήποτε μια σημαντική αγορά, ενός δίσκου που σηματοδότησε μια ολόκληρη εποχή ακριβώς είκοσι χρόνια πριν.

5. The final conflict

Με το Turning Rebellion Into Money τελειώνει και η πρώτη περίοδος των Conflict. Θεωρώ πως ότι ήταν να προσφέρουν, το πρόσφεραν και με το παραπάνω. Κάθε περαιτέρω κίνηση όσο δυνατή και να ήταν δεν θα επέβαλλε καμία καινοτομία και απλώς θα ήταν όπως το νερό που τρέχει στο ήδη διαμορφωμένο αυλάκι. Κάπου εδώ αποχωρεί για προσωπικούς του λόγους από το συγκρότημα ο Kevin Webb που λίγα χρόνια αργότερα και εντελώς ξαφνικά θα φύγει από τη ζωή. Αντικαθίσταται από τον Chris Parrish, με τον οποίο το γκρουπ θα κυκλοφορήσει τον Δεκέμβριο του 1988 το The Final Conflict. Φουλ μέλος σ' αυτό το δίσκο ο Ignorant, κάτι που σημαίνει πως οι δύο σημαντικότερες φωνές του anarcho punk χώρου ενώνουν τις δυνάμεις, δημιουργώντας προσδοκίες ανάλογες των παλιών ημερών των Crass. Ηχητικά, το πείραμα πετυχαίνει ως ένα σημείο, καθώς η εναλλαγή στα φωνητικά και μέσα στα ίδια τα τραγούδια είναι πετυχημένη, οι συνθέσεις αν και έχουν χάσει λίγο από τη σπιρτάδα τους κινούνται σε ικανοποιητικά επίπεδα, παρόλο που η κιθάρα του Parrish λίγο θα ξενίσει τους παλαιότερους οπαδούς. Από εκεί και πέρα, έχουμε να κάνουμε με ένα δίσκο αισθητά κατώτερο των προηγούμενων, με τα κομμάτια να έρχονται και να φεύγουν χωρίς να σου αφήνουν κάτι το ιδιαίτερο στο πέρασμά τους. Στιχουργικά δεν εκπλήσσεσαι, καθώς όλα τα έχεις ακούσει και στο παρελθόν, υποκλίνεσαι όμως για τη διάρκεια και την επιμονή του γκρουπ να παλεύει για τις ιδέες του. Υπάρχουν τρεις-τέσσερις καλές στιγμές, όπως το Let The Battle Commerce, ή το I Heard A Rumor, αλλά γενικά οι προσδοκίες ήταν μεγαλύτερες.

Against all oddsΑντίθετα, το LP Against All Odds που κυκλοφόρησε σχεδόν ταυτόχρονα με το Final Conflict κάνει την έκπληξη. Στα καλά καθούμενα βγαίνει ένας δίσκος διαφορετικός από τους προηγούμενος. Είναι πιο πολύπλοκος συνθετικά, είναι δυναμικός εκεί που χρειάζεται, αλλά και πολλές φορές γίνεται λυρικός, ασυνήθιστο φαινόμενο για τους Conflict. Είναι ίσως ο μόνος δίσκος που μπορεί να γίνει αποδεκτός και από άτομα που ποτέ δεν θ' ασχοληθούν με αυτό το είδος. Ξεκινώντας με το δεκατετράλεπτο ομώνυμο τραγούδι που ταράζει τις αισθήσεις με την παράξενη επική εισαγωγή του και μεταβάλλεται αδιάκοπα από ένα αγριεμένο χαοτικό punk κήρυγμα που δίνει τη σειρά του στην παράνοια του Ignorant και καταλήγει μετά από συνεχόμενες εναλλαγές σε ένα φουριόζο γεμάτο ένταση τέλος. Και αν μέσα σ' ένα και μόνο κομμάτι οι Conflict μπορούν και ενσωματώνουν τόσα πολλά στοιχεία, στα κομμάτια της δεύτερης πλευράς διευρύνουν ακόμη περισσότερο τους ορίζοντες, καθώς περιβάλλουν τους στίχους-κηρύγματά τους πλέον, με μουσικές από διαφορετικές τεχνοτροπίες. Έτσι, εκτός από τις μόλις δύο punk rock κλασικές φόρμες, θα βρούμε κιθαριστικές μπαλάντες, τζαζάκια, Zappa-ικές ειρωνικές αναφορές, μέχρι και πειραματισμό με electro-pop. Είναι πραγματικά ένας πολύ καλός δίσκος που μπορεί ν' αγαπηθεί και πέρα από το στενό κύκλο των οπαδών των Conflict.

Θεωρητικά, μετά το Against All Odds σταματάει η καθημερινή ενασχόληση των Conflict με το συγκρότημα, χωρίς να σημαίνει πως αυτό έχει διαλυθεί. Υπάρχει φυσικά και το πρόβλημα με την απαγόρευση των συναυλιών τους σχεδόν παντού στην Αγγλία και έτσι ο Colin βρίσκει χρόνο ν' ασχοληθεί περισσότερο με την Mortarhate. Σε αυτή λοιπόν, βρήκαν καταφύγιο αρκετά anarcho-punk συγκροτήματα και κυκλοφόρησαν τις δουλείες τους, με γνωστότερα αυτών να είναι οι Exitstance, οι Liberty, οι Icons Of Filth και οι Lost Cherrees. Επίσης, η Mortarhate κυκλοφόρησε και αρκετές συλλογές που συμπεριλαμβάνουν μικρότερης εμβέλειας συγκροτήματα, κάνοντας πράξη τον λόγο πως δεν χρειάζεται να ξέρεις το πώς να πεις κάτι, αρκεί να το πεις.

Conclusion

Το 1993 κυκλοφορούν οι Conflict το όγδοό τους LP με τίτλο Conclusion. Εκείνο τον καιρό υπήρξαν ανακατατάξεις στο συγκρότημα, καθώς στις κιθάρες προσλαμβάνονται οι Ferenc Collins και Marshall Penn, συμπληρώνονται τα φωνητικά με την Jackie Hanna, ενώ νά και τα keyboards που παίρνουν το μερίδιο που δεν τους αναλογεί, με το Mark Pickstone, πρώην Schwartzeneggar, να βρίσκεται πίσω από τον χειρισμό τους. Το Conclusion επιχειρεί να περπατήσει στα πατήματα που χάραξε το Against All Odds και θα μπορούσε και αυτό να χαρακτηριστεί πολύπλοκο σαν τον προκάτοχό του. Η διαφορά τους έγκειται στο γεγονός πως το μεν πρώτο δημιουργεί αποτέλεσμα που ξαφνιάζει ευχάριστα, ενώ εδώ πολλές φορές καταντάει βαρετό. Η χρήση του keyboard υπερβαίνει μάλλον το κανονικό για ένα τέτοιο συγκρότημα, που όσο και αν στιχουργικά κινείται σε ανάλογα του παρελθόντος επίπεδα, μουσικά στερείται κάπως εμπνεύσεως. Το ρυθμικό Climbing The Stairs από αυτό το δίσκο χρησιμοποιήθηκε ως b side στο επόμενο single These Colours Don't Run.

Conflict 3Από κει και πέρα το γκρουπ πέφτει σε χειμερία νάρκη, μ' ένα ξύπνημα το 1997 για μια περιοδεία στην Αυστραλία, ώσπου μόλις το 2000 και μετά από παρότρυνση του Paco, αποφάσισε ο Colin μια επανασύνδεση που τελικά κρατάει ως τις μέρες μας.

Αποτέλεσμα αυτής είναι το CD single Now You've Put Your Foot In It του 2001, ενώ δύο χρόνια αργότερα ακολούθησε το LP There's No Power Without Control που ξαναφέρνει τον ήχο εκεί που τον άφησε το Ungovernable Force, αλλά χωρίς εκείνο το συναίσθημα που σε ξεσήκωνε κάποτε. Από αυτό το δίσκο κυκλοφόρησε ως AVCD (δεν ξέρω τι είναι αυτό) το single Carlo Jiuliani που περιλαμβάνει, πλην του ομώνυμου και του War, ένα νέο κομμάτι το A Gaping Hole.

Αυτό τον καιρό οι Conflict είναι ενεργοί και μουσικά και κοινωνικά ακόμη, έχοντας όμως την απώλεια του Paco, ο οποίος λόγω σοβαρού προβλήματος υγείας δε μπορεί να δραστηριοποιηθεί όπως αυτός θα το ήθελε. Πάντως, στα σχέδια του γκρουπ είναι μέσα στο 2007 να κάνουν ένα ακόμη Gathering Of The 5000, και αν τα ονόματα που φημολογείται πως θα συμπαρασταθούν στο γεγονός αυτό είναι αληθινά, τότε θα μιλάμε για ένα ακόμη τρομακτικό γεγονός που θα λάβει χώρα στα συναυλιακά δρώμενα της Αγγλίας.

Τέλος, για κάποιον που θέλει μια πιο επιδερμική ενασχόληση με τους Conflict, να ξέρει πως πολλές συλλογές έχουν κυκλοφορήσει, με μια από τις κυριότερες να είναι το CD Rebellion Sucks του 2004. Είναι μια καλή αγορά, καθώς περιλαμβάνει αρκετά κομμάτια από όλη την καριέρα του συγκροτήματος και προσφέρεται μαζί μ' ένα DVD από μια συναυλία τους στο Λονδίνο.