Ένας αναγνώστης από το μέλλον αποκαλύπτει το παρελθόν των Pink Floyd
Ξεφυλλίζοντας παλιά κιτρινισμένα και (δικαίως) ξεχασμένα περιοδικά μαθαίνεις για την συμπαντική (πιθανώς και εξωγήινη) διάσταση των Pink Floyd. "Ψυχεδελικό" άρθρο του Στέργιου Βολόγκα
Οι Pink Floyd είναι το συγκρότημα που άλλαξε την γνώμη των ακροατών και των κριτικών για την λεγόμενη σύγχρονη μουσική που έως τότε χωρίζονταν από μας τους «ειδικούς» της τέχνης, τους «ψαγμένους» της διανόησης, σε ποπ, ροκ, κλασική, ψυχεδελική, ηλεκτρονική και πάει λέγοντας. Σήμερα η ιστορία τους δεν αποτελεί κανενός είδους μυστικό, είτε πρόκειται για την μουσική τους είτε την ιστορική τους διαδρομή. Στα μέσα όμως της δεκαετίας του ’70 ήταν το ίδιο ξεκάθαρα τα πράγματα; Πόσα στοιχεία και ντοκουμέντα ήταν γνωστά για τα μέλη τους, το παρελθόν τους, τις γνώσεις τους πάνω στην μουσική και τον τρόπο να δημιουργούσαν; Τα μουσικά τους έργα από πού εμπνέονταν, πώς διεκπεραιώνονταν, πού στόχευαν, ποιά ήταν τα μηνύματά τους;
Θέλω όμως να θέσω διαφορετικά αυτό το ερώτημα σε όλους μας. Για την ακρίβεια της κουβέντας μας το ερώτημα τίθεται κάθε μέρα σήμερα που ζούμε όλοι μας την κοινωνία της πληροφορίας στο έπακρο και την «χαιρόμαστε». Οι ειδήσεις, η πληροφορία, τα γεγονότα σ’ αυτό τον κόσμο πολλές φορές «κατασκευάζονται, οι λεγόμενες ψευδείς ειδήσεις “fake news” είναι πλέον καθημερινότητα.
Μέσα από ένα άρθρο που δημοσιεύθηκε σε εγχώριο περιοδικό πριν από (42) ολόκληρα χρόνια, πιστεύω ότι μπορούμε να μάθουμε πολλά για τους Pink Floyd και όχι μόνο, κοιτώντας εμπρός, πίσω αλλά και πλάγια. Δεν έχω καμία πρόθεση να θίξω στο ελάχιστο τον προφανώς νεαρό συντάκτη του, γιατί και εγώ όταν το διάβαζα στα 1976 νεαρός αναγνώστης ήμουν, έτοιμος να «ρουφήξω» οτιδήποτε μ’ ενδιέφερε, με ερέθιζε και με ενθουσίαζε ταυτόχρονα.
Η ιστορία ξεκινά κάπου στο μακρινό 1975. Από το 1975 έως το 1981 εκδίδονταν στην Ελλάδα το περιοδικό «ΑΙΝΙΓΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ» με υπότιτλο «Μηνιαίο περιοδικό για την έρευνα του αγνώστου». Έως το 1981 που σταμάτησε την κυκλοφορία του εκδόθηκαν 76 τεύχη και εκδότης του ήταν ο οίκος «ΧΡΥΣΗ ΤΟΜΗ» των Χρήστου Λάζου και Σπύρου Αλεβιζόπουλου. Το περιοδικό κάλυπτε ένα μεγάλο εύρος θεμάτων που αφορούσαν αστρονομία, ιστορία του διαστήματος, παλαιοντολογία, αρχαίες θρησκείες, τεχνολογία, αρχαιολογία, αναφορές σε ιπτάμενους δίσκους (Α.Τ.Ι.Α ή UFO αν θέλετε) και εν γένει μυστήρια, ανεξιχνίαστα περιστατικά και ιστορίες. Η θεματολογία του καλυπτόταν κατά ένα μέρος από τους τακτικούς συντάκτες τους και κατά ένα άλλο μέρος από αναδημοσιεύσεις μεταφρασμένων άρθρων. Επίσης αφιέρωνε σελίδες σε γράμματα αναγνωστών και στο τέλος κάθε τεύχους «έδινε χώρο» στους αναγνώστες του δημοσιεύοντας άρθρα τους με σχετική θεματολογία.
Το καλοκαίρι του 1976 το περιοδικό κυκλοφόρησε ένα διπλό χορταστικό τεύχος το Νο. 14 (ΙΟΥΛ-ΑΥΓ), το οποίο πήρα με λαχτάρα για διάβασμα στις σχολικές μου διακοπές. Η θεματολογία γνώριμη: "ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΕΞΩΓΗΙΝΩΝ" (αλλιώς βεγγέρες εξωγήινων στην βεράντα μας), "ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΞΩΓΗΙΝΗ ΕYΦYΙΑ" (είχε προ πολλού τελειώσει η έρευνα με ασφαλή συμπεράσματα για την γήινη ευφυΐα και είχαμε περάσει από το 1976 στην...εξωγήινη) και ένα τελευταίο θέμα, "ΑΠΑΓΩΓΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ;" (εδώ έχουμε ακόμα απορίες καθώς δεν έχουμε ακόμα λύσει όλα τα σενάρια απαγωγών). Δείτε μόνοι σας το εξώφυλλο.
Τώρα θα που πείτε που κολλάνε οι Pink Floyd στα «ΑΙΝΙΓΜΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ»; Αυτό δεν περνούσε καν από το μυαλό μου, έως ότου έφτασα στη σελίδα 120 και στο τμήμα του περιοδικού όπου δημοσιεύονταν οι «Συνεργασίες αναγνωστών». Εκεί το τετρασέλιδο άρθρο του αναγνώστη και συντάκτη ταυτόχρονα Στέφανου Παναγιωτάκη (αγνώστων λοιπών βιογραφικών στοιχείων) “PINK FLOYD: από μια εποχή του Μέλλοντος ερχόσαστε;” μας παρουσιάζει την ιστορία, τη μουσική και τις ιδέες που υλοποίησαν οι Pink Floyd με την βοήθεια της μουσικής και όχι μόνο, σ’ ένα άρθρο το οποίο σήμερα μας διδάσκει περισσότερα για τον τρόπο που έφτανε τότε η πληροφορία στα χέρια μας, τη διάχυσή της, τον ρόλο του τύπου (τότε), την γνώση (γενικά), την κοινωνία, τις εποχές και λιγότερο τελικά … για την μουσική.
Διαβάστε το αρχικό άρθρο αυτούσιο όπως δημοσιεύτηκε στο περιοδικό.
Όταν διάβαζα το άρθρο (42) χρόνια πριν στην Ελλάδα, δεν κυκλοφορούσε κανένα αξιόπιστο και αξιόλογο μουσικό έντυπο, ούτε υπήρχε εναλλακτικός τρόπος ενημέρωσης θαυμαστών, οπαδών, φιλόμουσων, ακροατών ή εν γένει μουσικόφιλων ανήσυχων αυτιών. Τα «ειδικά» έντυπα που κυκλοφορούσαν ήταν μετρημένα – δεν μιλάμε για τα περιοδικά ποικίλης ύλης (Φαντάζιο, Ρομάντζο και βάλε) – όπως το Μοντέρνο Τραγούδι και ΤΗΛΕΟΡΑΣΙΣ, Μοντέρνοι Ρυθμοί και άλλα λιγότερο γνωστά που αναλίσκονταν κυρίως σε αναπαραγωγή ειδήσεων των εταιρειών, δελτία τύπου, κουτσομπολιά ανακατεμένα με μουσική και συνεντεύξεις μεταξύ τυρού και αχλαδίου, προκατασκευασμένα και τυποποιημένα για μαζική κυρίως κατανάλωση. Έτσι οτιδήποτε περισσότερο φάνταζε πάντα μεγαλύτερο και σημαντικότερο.
Τα χρόνια όμως πέρασαν, οι εποχές και η μουσική άλλαξε όπως και η πληροφόρηση. Στα 1976 οι Pink Floyd ήταν σίγουρα ένα αίνιγμα για την ελληνική μουσική πραγματικότητα, αλλά ο συντάκτης κάνει τ’ αδύνατα δυνατά για να μας τους παρουσιάσει ως το συγκρότημα που ανακάλυψε ο Έριχ Φον Ντένικεν μελετώντας το Στόουνχεντζ, τη σχέση τους με τους εξωγήινους πολιτισμούς, τα UFO, τις εξωγήινες τεχνολογίες και τις τελετουργικές πρακτικές εφαρμογές τους στην Γη.
Στην αρχή μας λέει ότι είναι «οπαδοί της νεοσύστατης λέσχης UFO του Λονδίνου» (sic), μόνο που η συγκεκριμένη λέσχη ήταν απλώς ένα μουσικό υπόγειο club στο Λονδίνο όπου εμφανίζονταν διάφορα γκρουπ της εποχής (όπως Pink Floyd, Soft Machine, Procol Harum Move κ.ά.) στο νούμερο 31 της Tottenham Court Road, ασφυκτικά στενό και μικρό με επίσης μικρότερο βίο (αρχές 1966 έως Ιούνιο 1967), πριν μετακομίσει στο Club Roadhouse στο Λονδίνο σε μεγαλύτερο χώρο. Όπως καταλαβαίνουμε μόνο UFO (ή επιβάτες αυτών) δεν ήταν οι Pink Floyd.
Χωρίς να πτοηθεί ο συντάκτης συνεχίζει ότι το γκρουπ «μακριά από τις εμπειρίες των ναρκωτικών και παραισθησιογόνων»(sic), συνθέτει με όσα είχαν μάθει ως φοιτητές στην Αρχιτεκτονική και την Μαθηματική Σχολή. Τα σκετς του «Κάψτε το σενάριο» ωχριούν μπροστά στα γραφόμενα στο άρθρο όπου γίνεται μια μίξη ηλεκτρονικής μαθηματικής προσέγγισης αλά-Ξενάκη, αρχιτεκτονικής Καλατράβα προσαρμοσμένη όμως στις επιταγές της μεταπολιτευτικής κοινωνικής κουλτούρας που θέλει την κοινωνία και τους νέους να δημιουργούν μακριά από την μάστιγα των ναρκωτικών κάνοντας στην στρουθοκάμηλο.
Για τον συντάκτη η μουσική των Pink Floyd έχει ονοματεπώνυμο και ονομάζεται «Κοσμικό Ρόκ»(sic). Κατά το Κοσμικό Φως; Ή κάτι άλλο που αγνοούμε; Πέρα φυσικά από το γεγονός που βλέπει τους Pink Floyd και σαν εν δυνάμει επιστήμονες οι οποίοι θέλουν με τη μουσική και την στάση τους «να υποστηρίξουν θεωρίες διασήμων ερευνητών του διαστημικού χώρου με κύριο θέμα πάντα την ύπαρξη εξωγήινων πολιτισμών και το μέλλον του ανθρώπου». Ο όρος που επικρατούσε στην τότε μουσική αρθρογραφία ήταν space-rock ή art-rock και αποδόθηκε έτσι λόγω της μουσικής υφής και κατεύθυνσης των γκρουπ, αλλά αυτό δεν αναβάθμιζε αυτόματα τους μουσικούς σε ...κοσμοναύτες ή διδάκτορες με έδρα Αστροφυσικής στο Cambridge και αντικείμενο πιθανές αποικίες εξωγήινων στον Άρη.
Επειδή όμως η μουσική των Pink Floyd ήταν σε όλες τις διαστάσεις της κάτι καθολικά πρωτόγνωρο στην μουσική σκηνή και βιομηχανία, η μουσική αρθρογραφία και φαντασία έπαιρνε τρομακτικές διαστάσεις. Η αλήθεια είναι ότι ο επιμελητής και διορθωτής κειμένων του περιοδικού (αν υπήρξε) είναι και ένας από τους κύριους παράγοντες που «καίει» κυριολεκτικά το άρθρο του συντάκτη εκεί που πάει να βρει κάποιες ισορροπίες. Όλο το άρθρο, όπου και αν διαβάσετε, βρίθει από ανορθογραφίες είτε στα ελληνικά είτε στις ξένες λέξεις (πχ η ταινία “Zabriskie Point” γίνεται “Zabriskie Roint“ και το βιβλίο “Childhood’s End” γίνεται “Childhoosd Edn” και άλλα πολλά.
Και αν για τις αγγλικές λέξεις είχαν προσλάβει διορθωτή με τουριστικά αγγλικά για καμάκι μεταξύ Σαντορίνης και Μυκόνου, το προσπερνάμε, αλλά στις ελληνικές λέξεις για ένα τέτοιο περιοδικό τα λάθη είναι μνημεία δολοφονικών ενστίκτων που ούτε και η ...Δέσποινα Στυλιανοπούλου ως υπηρέτρια σ’ ελληνική ταινία επιστρατεύοντας το αμίμητο ταλέντο της δεν θα μπορούσε να τα ξεπεράσει σε φαντασία και πλήθος. Ειδικά εκεί που γράφει και περιγράφει το “Interstellar Overdrive” δουλεμένη μουσική με «ηλεκτροφονικά εφφέ»(sic) των Pink Floyd βγάζει εκτός μάχης ακροατές, αναγνώστες και ότι άλλο βρει στο πέρασμα του.
Εκείνο όμως που μου κάνει περισσότερη εντύπωση είναι η αρχή του άρθρου που βάζει την ταφόπλακα πριν ακόμη ξεκινήσει, αφού το εισαγωγικό σημείωμα του περιοδικού στο άρθρο του συντάκτη γράφει ότι «το άρθρο από τον αναγνώστη μας κ. Στέφανον Παναγιωτάκη θα επιπλήξει»(sic) δίνοντας την χαριστική βολή στο συντάκτη από τ’ αποδυτήρια του περιοδικού. Απορώ! Το συντακτικό σαρδάμ (μόνο έτσι το εκλαμβάνω) αξεπέραστο. Ούτε ο Λάμπρος Κωνσταντάρας στο «Υπάρχει και φιλότιμο» με το αμίμητο «Θα …σας εξαφανίσωμεν» δεν το ξεπερνά.
Ακόμη όμως ένα σοβαρό στοιχείο που δεν βλέπει ο αναγνώστης του άρθρου είναι ότι πέρα από τα απαράδεκτα ορθογραφικά και συντακτικά λάθη του συγκεκριμένου άρθρου, η υπόλοιπη ύλη του περιοδικού είναι σωστά ορθογραφημένη και συντακτικά άρτια. Γιατί το άρθρο για τους Pink Floyd είναι χύμα στο κύμα και στο έλεος του δαίμονα του τυπογραφείου δεν θα το μάθουμε ποτέ.
Βέβαια η επιθυμία του συντάκτη να μας να μας γνωρίσει το συγκρότημα, το όνομα και την προέλευση του από πιο κοντά, καθώς δεν υπήρχαν διαθέσιμες πηγές, για μια ακόμη φορά αφήνει να ξεχυθεί από μέσα του η αχαλίνωτη ελληνική φαντασία και να «μεταφράσει» τους Pink Floyd ως «Ρόδινος Φλαμανδός»! Στα 1976 είμαι σίγουρος ότι πολλοί το πίστεψαν, όπως και εγώ, αφού δεν υπήρχαν εναλλακτικοί τρόποι να το διασταυρώσεις, καθώς η φαντασία του Syd Barrett που ένωσε τα ονόματα δύο Αμερικάνων μουσικών του blues, του Pink Anderson και Floyd Council για να φτιάξει μια μοναδική μπάντα, κανείς δεν ξέρει πως λειτούργησε. Άλλωστε ποιος ήξερε τότε ότι πριν καταλήξουν τα μέλη στο Pink Floyd, «πέρασαν» από διάφορα ονόματα όπως “Tea Set” και “The Pink Floyd Sound”. Όλα αυτά μικρή τελικά σημασία έχουν μπροστά στην νέα μουσική που «έχτισαν» οι ίδιοι στα επόμενα χρόνια.
Πέρα όμως από την άκρατη φαντασία στην μετάφραση ο νεαρός συντάκτης, αφού έχει προφανώς διαβάσει «τόνους» από περιοδικά και βιβλία επιστημονικής φαντασίας και αφού τα έχει ανακατέψει με άλλα άρθρα του περιοδικού πού αφορούν την παραψυχολογία, την αστρονομία, την εξερεύνηση του διαστήματος και τις εκλαϊκευμένες επιστήμες εν γένει, πιθανώς έχει «ρουφήξει» και οτιδήποτε παρόμοιο από εφημερίδες και άλλα περιοδικά, τα ρίχνει όλα στην μαρμίτα του αλχημιστή και αφού καθίσει στην συνέχεια στο ανάκλιντρο της Πυθίας και μασήσει μερικά φύλλα από παρτιτούρες των Tangerine Dream αναμεμιγμένα με δόσεις Yes και ELP, οι μουσικοί χρησμοί του ξεπερνούν σε πολυπλοκότητα και τα ίδια τα πέρατα του Σύμπαντος.
Χωρίς να θέλει σίγουρα να μπερδέψει αλλά μάλλον να διαφωτίσει, θα μπορούσε να είναι ο καθοδηγητής της φιλοσοφίας των σημερινών γκουρού της μουσικής βιομηχανίας που μας παρουσιάζουν οτιδήποτε μέτριο και άνοστο για αποσταγμένη γνώση και εμπειρία. Αλλά η ικανοποίηση που ο ίδιος παίρνει όταν γράφει «Το πρώτο τραγούδι είναι μία διαμαρτυρία αλλά και μία προειδοποίηση στα μεγάλα πρόσωπα τής Γης, πού κρατούν το στόμα κλειστό στο καυτό θέμα των ιπταμένων δίσκων «Let There be More Light» (Αφήστε να φωτιστεί ή υπόθεση) … πού θυμίζει σ’ όλους όσους το ακούνε την ενδόμυχη σκέψη ότι έστω και μια φορά στην ζωή ένιωσαν το κάλεσμα των άστρων, την τάση να νιώθει ξένος στη Γη ή παρόμοια συναισθήματα» νομίζω ξεπερνά τη σύγχυση και την αγωνία της πρότασης και φτιάχνει κάτι εντελώς καινούργιο το οποίο συγχέει την λογοτεχνία με τα UFO, την κατασκοπία με την αριστερή κουλτούρα αλλά και το κουτσομπολιό της «διπλανής πόρτας» με την είδηση, αφού το παραπάνω κομμάτι καταφέρνει να κοντράρει στα ίσια σε φαντασία και νοήματα τα πάλαι ποτέ άρθρα του Αργύρη Ζήλου που άλλα διάβαζες, άλλα καταλάβαινες και άλλα άκουγες. Ίσως τελικά οι παραπάνω σκέψεις του Παναγιωτάκη βρίσκονται πιο κοντά στο συναίσθημα που σου προκαλούσε η πρωτόγνωρη μουσική εμπειρία των Pink Floyd όταν απλώς είχες ένα οικιακό πικάπ, όρεξη και επιθυμία για κάτι καινούργιο, άντε ίσως και λίγο βερμούτ για καύσιμη ύλη για ένα ταξίδι στ’ άστρα με κλειστά τα μάτια, ανοιχτά τα παράθυρα και τέρμα την ένταση και άσε τους γείτονες να φωνάζουν.
Πάντως εκτός από αστρολογικές προβλέψεις και την «επιθυμία» των Pink Floyd να έρθουν σε επαφή με ανώτερες εξωγήινες οντότητες, για να μάθουμε εμείς οι κοινοί θνητοί όλα τα μυστικά που κρύβονται μέσα μας και έξω μας, ο Παναγιωτάκης δίνει και στοιχεία που δείχνουν την αναζήτηση και επαφή των Pink Floyd με τις άλλες τέχνες, όπως η συνεργασία τους με τον Γάλλο πρωτοποριακό χορογράφο Roland Petit που χορογραφεί επί σκηνής στο Παρίσι τραγούδια τους το 1972 και 1973. Για να το συνδέσουμε με το σήμερα, το “Pink Floyd Ballet” του Roland Petit παρουσίασε το ίδιο χορόδραμα με εμπλουτισμένα χορευτικά και μουσική των Floyd στις 12 Απριλίου 2010 στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
Μετά όμως «καίει» ξανά το κείμενό του και λέει ότι επειδή οι Pink Floyd είναι τόσο σπουδαίοι και οι άλλοι απλώς κάνουν μπουρμπουλήθρες μόνο αυτοί θα επιπλεύσουν (sic) από τους υπόλοιπους αφού ξέρουν από κολύμπι στην ανοιχτή θάλασσα συν ότι φοράνε και στολές βατραχανθρώπων για μακρινές αποστάσεις. Αφού διαθέτουν τόση ικανότητα και φαντασία, πέρα από την εξειδικευμένη ανώτερη γνώση, η φήμη τους σίγουρα συναγωνίζεται σε ντελίριο εκείνη των ομοεθνών τους Beatles, που οι οπαδοί απανταχού την ονομάζουν Beatlemania. Στην περίπτωση των Pink Floyd ο Παναγιωτάκης που ξέρει να πλάθει και να δημιουργεί νέες λέξεις και έννοιες μας λέει ότι η τάση αυτή στην περίπτωση μας λέγεται Pinkfloydiana! Μπαμπινιώτη τρέμε, φτιάξε καινούργιο λεξικό.
Προχωρώντας επίπεδο και ανάλυση ο αρθογράφος κάνει στη συνέχεια κριτική στο “Dark side of the moon” όπου αφού συμβουλευτεί τον Έριχ Φον Ντένικεν και τον δικό μας Γιώργο Μπαλάνο, αποφασίζει ότι το πρίσμα του εξωφύλλου με το διαθλώμενο φως μαζί με τις φωτογραφίες των Πυραμίδων στο εσώφυλλο είναι μυστήρια άλυτα αλλά όχι ακατανόητα που οι πρωτοπόροι της μελλοντικής μουσικής (sic) – νέος αχαρτογράφητος μουσικός όρος – θα λύσουν και θα ξεδιαλύνουν δια της επαναληπτικής ακρόασης αφού “ο ηλεκτρονικός συνθέτης κάνει θαύματα”.
Βέβαια στην Ελλάδα του ’70 εκτός από τους Pink Floyd και η Φυτίνη έκανε θαύματα. Όπως έλεγε και η γνωστή διαφήμιση «Θαύμα φαγητό θα γίνει με την νέα την Φυτίνη». Οι κριτικές υπερβολές, ανακρίβειες, γλωσσικές πρωτοτυπίες, φουτουριστικά στολίδια περιγραφών και συμπερασμάτων ήταν ίδιον των αρθογράφων του παρελθόντος, καθώς ότι δεν κάλυπτε η σωστή πληροφόρηση το υπερκάλυπτε η περίσσια φαντασία και το νεανικό πάθος για αναζήτηση.
Αλλά και σήμερα που τα πάντα είναι στο φως όχι του ηλίου ή της λάμπας αλλά στο μικροσκόπιο της ηλεκτρονικής, της γρήγορης σύγκρισης γεγονότων, ειδήσεων, εννοιών και συμπερασμάτων, βλέπουμε να γράφονται ακόμη υπερβολές, εννοιολογικές ασάφειες αλλά κυρίως αθλιότητες άνευ ηθικού στηρίγματος και αυτή είναι για μένα η κύρια διαφορά και όχι ότι δεν μαθαίνουμε ή δεν γνωρίζουμε γεγονότα ή καταστάσεις, αλλά το ότι τα περιγράφουμε και κυρίως τα «πλασάρουμε» όχι μόνο χωρίς εσωτερική κρίση, αλλά πλημμυρισμένα από αμοραλιστικό αυνανισμό και αυτοπροβαλλόμενο εγωιστικό πάθος.
Το συμπέρασμα του Στέφανου Παναγιωτάκη ότι οι Pink Floyd «δουλεύουν με βάση τα μαθηματικά και η μουσική τους θα μπορούσε να χαρακτηριστεί σαν «στοχαστική»... Δεν τούς ενδιαφέρει παρά η συνέπεια και η ακρίβεια στη δουλειά τους, η ανακάλυψη νέων δρόμων στη μουσική τους και ή αναζήτηση καινούριων εκφραστικών μέσων» μπορεί να στερείται δομικής βάσης και να χωλαίνει σε εννοιολογική ανάπτυξη, αλλά σίγουρα εστιάζει στο κυρίως ζητούμενο το οποίο είναι η ανησυχία των μουσικών για εύρεση νέων δρόμων αλλά και η ευαισθητοποίηση των ακροατών σε οτιδήποτε αληθινό και κριτικά ζητούμενο και συζητήσιμο.