Χερουβείμ Χουβερφόνικ
Μ Π Ο Ρ Ε Ι ν α Σ Υ Μ Β Α Δ Ι Ζ Ε Ι αγγελικός ήχος και μοναχικό «αστικό» σάουντρακ; Άψογες και ψυχρές ενορχηστρώσεις με θερμά και αποκαλυπτικά συναισθήματα (ή και ακριβώς το αντίστροφο); Κλασσική τραγουδοπλαστική με μεταμοντέρνα σαντιγύ; Οι αντιθέσεις δεν σώνονται ποτέ στους Hooverphonic. Ένα γκρουπ από μόνο του σκέτο πνεύμα αντιλογίας.
Ι Δ Ο Υ η Π Ρ Ω Τ Η έ κ π λ η ξ η Π Ο Υ δοκίμασα με ετούτο το γοητευτικό τρίο : η μουσική τους είναι ευχάριστη και διαπεραστική αλλά η περιγραφή της μου μοιάζει εξαιρετικά δύσκολη. Πράγματι, στην περίπτωση Hoover / Phonic υπάρχει ένα παράλληλο διπλό στοιχείο. Λες και μια thin red line χωρίζει τους δύο αντίρροπους χαρακτήρες που κρύβει το χαριτωμένο τρίο: τον εύθραστο και συνάμα στέρεο και γυαλιστερό ήχο, το γνώριμο και το απόκοσμο μουσικό στυλ, τη χιλιοπαιγμένη μουσική και τη νέα μουσική. Αν και στην περίπτωσή τους η λεπτή αυτή γραμμή είναι μπλε : αυτό είναι το χρώμα τους, αυτό διαποτίζει και τα τρία ανεξαίρετα εξαιρετικά εξώφυλλα των δίσκων τους (και άλλα πέντε των σίνγκλς)· το νέον μπλέ των τηλεφωνικών θαλάμων, των λάμψεων των αυτοκινητοδρόμων, των θαμπών φώτων κάποιων μακρυνών αεροδρομίων, το μπλε του ουρανού τη νύχτα. Και, κατά ένα ανεξήγητο τρόπο, το Μπλε του Ντέρεκ Τζάρμαν και ότι σήμαινε αυτό.
Α Π Ο π ο ι ο 4 A Δ Ι Ο μ ε λ ε τ ά τ ε ; Μπορούμε να μαρτυρήσουμε έστω μια ευθεία αναφορά / επιρροή; Προσωπικά, οσφραίνομαι και ευφραίνομαι με τη γόνιμη επιρροή από τους Cocteau Twins, δηλαδή από «το καλύτερο συγκρότημα που υπήρξε ποτέ» (ρήση του γνωστού αρχιμαφιόζου Αri Karabeazi). Μέχρι τώρα δε συνάντησα υγιή και μπλενταρισμένη επιρροή από τους Magnifint Three (αγαπητοί μου H. πείτε μου σας παρακαλώ ότι ο τίτλος Magnificent Tree είναι για εκείνους και απλά ξεχάσατε να βάλετε το h) και δεν μιλάω για μιμήσεις σχημάτων ούτως ή άλλως γκεττοποιημένων κάτω από gothic ετικέτες (Mellonta Tauta κλπ.). Πέρα από αυτούς οι υπόλοιπες επιρροές είναι τόσο γοητευτικά ανακατεμένες που δύσκολα ξεχωρίζουν. Δηλαδή συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο από αυτό που μας τραγουδά προκλητικά η μικρή στο Vinegar and salt. Τι άλλο; ο ήχος της 4ΑD γενικά είναι διακριτικά παρών - της εταιρείας που όσο δεν υπάρχει τόσο θα φανερώνονται όμορφα εξώγαμα. Μπορεί να μας ξενίζει όλους η ιδέα της ευθείας αναφοράς στην παρέα, πρέπει όμως να παραδεχτούμε ότι η αιθερομαντική αποθήκη ήχων του Ivo παρείχε όλα τα απαραίτητα. Αν διαλέξω προσεκτικά ορισμένα κομμάτια από τους καλλιτέχνες της, βγάζω άνετα μια συλλογή με τίτλο «Tribute στους Hooverphonic αλλά πριν δημιουργηθούν». Ακούστε το Last night των Lush (από το Lovelife) και θα καταλάβετε τι εννοώ.
K A T A τ α A Λ Λ Α, ο A L E X C a l l i e r (βασικός συνθέτης, προγραμματιστής και μπασσίστας των Hooverphonic της μπάντας) δηλώνει πως φιλοδοξία του παραμένει το να σκαρώνει παλιομοδίτικες μελωδίες με φουτουριστικά σαμπλς και ατμόσφαιρες και πως οι προτιμήσεις του είναι αυτές ενός απλού ανήσυχου ακροατή : κυμαίνονται από τον Miles Davies και τον Dizzy Gillespie στον Serge Gainsbourg και τον David Sylvian, αλλά και τους Pixies (είναι φίλος με τον Frank Black και ακούει και όλα όσα του προτείνει) και φυσικά τους Cocteaus. Επιρροές του αποτελούν ακόμη η ζωγραφική αλλά και το παμπάλαιο κτίριο στο οποίο μένει στο Βέλγιο, όπου παραμένει και η υπόλοιπη μπάντα. Και φυσικά το σινεμά, το οποίο άλλωστε σπούδασε στο Βέλγιο. Η Geike, διακριτικότερη, αναφέρει τους Joni Mitchell, Massive Attack, Sneaker Pimps, Jeff Buckley.
Η Ο Ο V E R 1 ν τ ί ο ν Η Ο Ο V E R. Ή πως η πολυεθνική μαλακία είναι πάντα πιο διασκεδαστική από την ατομική μαλακία. Επειδή λοιπόν σε κάποια φάση κινδυνεύσαμε να παρασυρθούμε και αντί να αγοράσουμε σκούπα Χούβερ να μπερδευτούμε και αντί αυτής να πάρουμε το CD Hoover, το γκρουπ μηνύθηκε, «δικάστηκε» και αποφασίστηκε η αλλαγή του ονόματός του. Στην πορεία πάντως έγινε αντιληπτή και η ύπαρξη και άλλου (αμερικάνικου) συνονόματου γκρουπ οπότε έβαλαν το phonic και ησύχασαν οι άνθρωποι. Άσε που καλύτερα ακούγεται έτσι. Και τι δε θάδινα πάντως να διάβαζα τα επιχειρήματα της σκουποπλευράς. Ειδικά στις μέρες μας που λέμε ότι απουσιάζουν οι καλές κωμικές πένες.
A n e w S T E R E O P H O N I C s o u n d S P E C T A C U L A R (Sony, 1996) Με στοιχεία από τριπ χοπ, dark, ethereal, smooth soul μέσω μιας ιδιότυπης προσωπικής οπτικής, αλλά και με ολοφάνερη την αγάπη για τα δημιουργήματα των Cocteau Twins, το new stereophonic sound spectacular (τίτλος όσο αυτοειρωνικός άλλο τόσο κυριολεκτικός, για όσους πιάσουν το υπονούμενό τους) είναι φουλ από άπειρες μουσικές και στυλιστικές επιλογές : το Wardrobe είναι αυτό που θα έβγαινε από τους Cocteaus αν έπαιζαν γαργαλιστική σόουλ, το Plus profond είναι μια μικρή σπονδή στα γυναικεία darkwave των 80ς, ένα πανέμορφο αιθερόβαμμα στη Cinderella, άκρατος ρομαντικισμός στα Someone και Ιnnervoice - μου επιτρέπετε να εφεύρω τον όρο «ρομαντικό τριπ χοπ» ; Για μένα το ακαταμάχητο φιλί εδώ δίνει το «No 9», που αποτελεί ένα προμήνυμα για το πως θα εξελιχθεί ο ήχος τους στις επόμενες δημιουργίες τους. Δε νομίζω βέβαια να χρειάζεται να αναφέρω τα δύο opening tracks, Inhaler και 2 Wicky, που στέκονται δίπλα στα καλύτερα των Massive και Portishead. Το δεύτερο, με το κιθαριστικό σαμπλ από το Walk on by του Ιsaac Hayes, λατρεύτηκε και από το σάουντρακ του Stealing Beauty - κατά τη γνώμη μου αταίριαστο στα φωτεινά Τοσκανικά τοπία, άλλο αν ο Bertolucci το έβαλε για να αντικαθρεφτίσει το δαιδαλώδες ψυχικό confusion των ηρώων του. Το σχήμα εδώ πειραματίζεται και με βαρύτερο χιπ χοπ σκελετό στο Sarangi ή ρυθμικότερες κιθάρες, στο Revolver. Μιξαρίστηκε από τον Roland Harrison (Bjork, Soul II Soul, Simply Red), ήταν το μοναδικό άλμπουμ με τη φωνή της Liesjie και υπήρξε ένα από τα καλύτερα ντεπούτα της πενταετίας 95-00.
B L U E w o n d e r P O W D E R m i l k (Sony, 1998) Η κάμπια γίνεται πεταλούδα και βγαίνει στον κόσμο χωρίς να φοβάται την ομορφιά της ή την απειλή του. Η Geike Arnaert έρχεται (η Liesjie συμμετέχει πάντως φιλικά σε φωνητικά, ιδίως στο Club Montepulciano), η θερμή φωνή της (όλοι μιλούν για σύνθεση Liz Fraser - Tracey Thorn (;)) και τα σαμπλς λιγοστεύουν. Ως Hooverphonic πλέον γνωρίζουν τη χλιδή με τις πολυτελείς ενορχηστρώσεις : πλούσια έγχορδα υπερχειλίζουν πολλές από τις συνθέσεις, πολλά και διαφορετικά όργανα προσθέτουν στις λεπτομέρειες κι οι συνθέσεις λες και καλύπτονται από άπειρη χρυσόσκονη. Ακόμα και μία υποψία εξωτικού βρίσκεται εδώ για να σε αποπλανήσει. Δεν είναι τυχαίο ότι εδώ έχουμε ορισμένα καθαρά μπονβιβερίστικα τραγούδια - όπως π.χ. το Club Montepulciano, μια άψογα στυλιζαρισμένη ωδή στα καλύτερα ... κοκτέηλς (κι όχι μόνο, κι όχι μόνο), το Rennaisence affair ή το Battersea, μία επιρρεπής στα πάντα σύνθεση που θα ζήλευε ο Billy MacKenzie. Oι τρεις νεανίες είναι πολύ καλά διαβασμένοι και φαίνεται να γνωρίζουν καλά και τα ονειρικά σάουντρακ του Angelo Badalamenti και τις καλύτερες retro - futuristic δημιουργίες των τελευταίων ... 50 ετών. Ως παραγωγός επιλέχτηκε ο Mike Plati, με προϋπηρεσία σε Bowie αλλά και Cure. Είναι ο δίσκος για τον οποίο ο ιδιοτροπάνθρωπος Greil Marcus έγραψε στον Interview «διάβολε, τον ακούω ξανά και ξανά και ξανά ...», ενώ το Face προτίμησε να το περιορίσει σε εικόνες : «είναι το σάουντρακ των βροχερών ημερών».
T H E m a g n i f i c e n t T R E E (Sony, 2000) Eδώ η (αχ) Geike (αληθεύει ότι πάτησε δεν πάτησε τα 20;) μοιάζει πλήρως χαλαρή και απελευθερωμένη από το ίδιο το εύπλαστο και αβανταδόρικο υλικό των τραγουδιών. Κατασταλαγμένοι όσο ποτέ (άρα απουσιάζει και το στοιχείο της έκπληξης) πλάθουν ευκολοάκουστα μα και αινιγματικά 2000'ς σόουλ και τριπ χοπ τραγούδια με ιδιόμορφες ιστορίες και απλά συναισθήματα. Και ως λάτρεις βέβαια του easy listening δε διστάζουν να μεταδώσουν και μια φευγαλέα ατμόσφαιρα λάμψης, όπως με τη χρήση του σαμπλ της Δαλιδά στο Vinegar and salt. Παρατηρείστε όμως και το Crosby, Stills & Nash σαμπλ στο ομώνυμο, την πιο εμπορική πλευρά τους στο Out of sight (σαν Morcheeba / Archive), το Every time we live together we die a bit more (που θυμίζει ... Vyllies) και το Frosted flake wood που ανασύρει Bowie της Laughing Gnome περιόδου. Βαρυφορτωμένες ορχηστρώσεις όχι μόνο δε λείπουν αλλά και περισσεύουν, σε σημείο που αναρωτιέσαι αν είναι όλα programmed ή χώρεσαν στο στούνιο και καμμιά συμφωνική. Μόνο που οι συνθέσεις δεν θα ήταν τίποτα χωρίς την παρ-ερμηνεία της Geike, η εύθραυστη φωνή της οποίας τους δίνει ύψος: τις εξυψώνει και τις εξαϋλώνει. Είπαμε ατμόσφαιρα : η λέξη κλειδί για τη μουσική των Hooverphonic. Πρώτα η δημιουργία ατμόσφαιρας, και ακολουθεί η δημιουργία εικόνων. Κάθε τρακ και μια ευσύνοπτη ιστορία, ένα φιλμ μικρού μήκους αλλά μεγάλου αισθησιασμού.
C I N Θ Ε Σ Ε Ι Σ Γι' αυτό και η σχέση τους με τον κινηματογράφο δεν περιορίζεται μόνο σ' αυτό που μας μεταδίδουν. Αφ' ενός συνθέτουν σάουντρακς : ο Alex πρόσφατα έγραψε για το Βελγο- Αμερικάνικο Shades (με τον Mickey Rourke), με συμμετοχή της μικρής αλλά και του πολύ (νυν) κιθαρίστα τους Raymond Geerts. Εδώ συμπεριλήφθηκε και η διασκευή του Dave Berry «This Strange Effect» που υπήρχε και στο 2ο τους. Κι άλλα σάουντρακ υπάρχουν στα σκαριά. Ήδη όμως μπήκαμε και σε μια ακόμα διάσταση του κινηματογραφικού τους ήχου. Όλο και περισσότεροι επιλέγουν χουβερφωνικά τραγούδια για να επενδύσουν κινηματογραφικές σκηνές. Η επιλογή τις περισσότερες φορές είναι τουλάχιστον ατυχής. Το 2 Wicky στο ... I know what you did last summer, το Eden στο ... I still know what you did last summer (όπου μάλιστα παίχτηκε ολόκληρο, πράγμα που βλέπουμε ελάχιστες φορές να συμβαίνει στις αμερικανικούρες), το Out of sight γράφτηκε για την ομώνυμη μπαρούφα του S. Soderbergh, για να μη μιλήσουμε για τα διαφημιστικά σποτς. Μέχρι και το Baywatch έπαιξε κομμάτι τους. Άρα μπορούμε όλοι να τους αγοράσουμε άφοβα. Απορώ όμως γιατί δεν προτίμησαν εκεί για επένδυση τις δισκάρες του ίδιου του Hasselhoff που σαφώς ταιριάζουν περισσότερο σε μπουτίκ κρεάτων (αλλά μάλλον ούτε αυτοί ούτε κι ο ίδιος δεν θα μπορεί να τις ακούσει). Αληθεύει βρε παιδιά; «Χμ, ναι, αλλά δεν θα το κρίνουμε εμείς το Baywatch (....) αρκεί να υπάρχει σεβασμός στη χρήση», απαντάει προσεκτικά ο Alex (πιθανώς πριν σκάσει στα γέλια ή πέσει σε κατάθλιψη). Μου θυμίζει μια φράση 5 λέξεων με την οποία μας έκανε με το γάντι τη μούρη κρέας ένα παλιό boss όταν υπερβαίναμε τα όρια. Πειράζει που έκανα αυτό μποςς ; Όχι, έλεγε. «Αρκεί να μη γίνει συνήθεια».
Τ Ε Λ Ο Σ Με το που στροβιλίζονται οι τρεις δίσκοι με τα μπλε εξώφυλλα, ένας γλυκός και θαλπωρός ήχος σού ρχεται ευθέως και σε πρώτη χουβερφωνική μετάδοση. Αν η τριπ χοπ των Massive επιδίωκε να ξεκλειδώσει τα μυστικά της μηχανής που λέγεται σώμα κι εκείνη των Portishead εκείνα της ψυχής μας, η τριπ χοπ των Ηοover(phonic) απλώνεται γλυκά στην περιοχή των συναισθημάτων - και τα ξεκλειδώνει με τη μία.