Χορεύοντας και τραγουδώντας πάνω στο ηφαίστειο: Η Ευρώπη ανάμεσα σε δύο πολέμους

Ένα ταξίδι σε μια εποχή που φαντάζει αθώα και ανέμελη. Ήταν όμως; Του Αντώνη Ξαγά

Franz FerdinandΟ θάααανατος, διακοπές στο Σαράγιεβο πάει
Η Ευρώπη. Από τη δεκαετία του ‘10 έως εκείνη του ‘40. Άρχισα να γράφω ένα κείμενο... «Άρχισα να γράφω ένα τραγούδι, βλέποντας ένα σίριαλ στην τηλεόραση, σε άλλες εποχές, στη Νορμανδία, στις αρχές του αιώνα, (...) έρωτες το καλοκαίρι». Μου αρέσει να βλέπω επίκαιρα των παλιών εποχών. Ασπρόμαυρα, με κόκκο, με παράσιτα στον ήχο, με τους ανθρώπους να περπατάνε κάπως αστεία, με γρήγορα βηματάκια, χάρις σε ένα τεχνικό καπρίτσιο της νεοεμφανιζόμενης τεχνολογίας του κινηματογράφου. Πως το εξηγείς κύριε Ψυχολόγε ότι με πιάνει κι ένα αίσθημα άβολης νοσταλγίας; Για κάτι που δεν έζησα; Ναι, ξέρω, λες ότι αυτή είναι και η ισχυρότερη. Όμως ισχύει αυτό και για εποχές όπου οι συμφορές έπεφταν η μία πάνω στην άλλη; Και πως εξηγείς κύριε Ιστορικέ ότι με πιάνει και μια απελπισία έτσι που τους βλέπω, που διαβάζω τις ιστορίες τους, πως είναι δυνατόν να πήγαιναν έτσι ανυποψίαστα προς την καταστροφή και δεν έκαναν τίποτα, σου ‘ρχεται να φωνάξεις, «εεε που πάτε, δεν βλέπετε;». Ναι, πράγματι, αυτή είναι η εκ των υστέρων ευκολία της ματιάς που γνωρίζει το αποτέλεσμα, η τελεολογική στάση που θεωρεί ότι όλα ήταν αναπόφευκτο να καταλήξουν εκεί που κατέληξαν. Και μετά αρχίζουν και οι εύκολες αναλογίες (ειδικά αυτή την Βαϊμάρη την έχουνε ξεσκίσει) και το παιχνίδι με τα ΑΝ. Κι ας έλεγε το ...πανούσειο αξίωμα «αν η γιαγιά μου είχε ρουλεμάν θα ήτανε πατίνι», και όμως... Μπροστά στο μέγεθος της καταστροφής, είναι αφόρητη η σκέψη ότι μια τιμονιά, μια αυθόρμητη απόφαση της στιγμής, ένα πέταγμα μιας πεταλούδας (τώρα που μάθαμε όλοι τη θεωρία του χάους) θα μπορούσε να αλλάξει την μοίρα εκατομμυρίων ανθρώπων... Και όλος ο 20ος αιώνας θα γραφόταν διαφορετικά. Ίσως. Σίγουρα!

Γιατί πράγματι στην αρχή υπήρχε μια «λάθος» στροφή. Η οποία οδήγησε τον διάδοχο της Αυστροουγγαρίας Φραγκίσκο-Φερδινάνδο, τον Franz Ferdinand (αν σας θυμίζει κάτι το όνομα, έχετε απόλυτο δίκιο) κατ’ ευθείαν στην κάνη του δολοφόνου του, του Σέρβου εθνικιστή Gavrilo Prinzip, εκείνη την καλοκαιρινή Κυριακή του 1914, στο Σαράγιεβο. Και μετά ακολούθησε το ντόμινο της παράνοιας. Οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις, σαν υπνοβάτες, σχεδόν κατά λάθος, μπήκαν στο χορό, επιστρατεύσεις, κηρύξεις πολέμου, εισβολές, καπέλα στον αέρα, τραγούδια, παρελάσεις, εθελοντές χαρούμενα στοιβαγμένοι στα τραίνα για το μέτωπο, σε λίγες εβδομάδες βρέθηκαν όλοι εναντίον όλων, για να γράψουν νέες σελίδες τιμής και ανδρείας. Φευ...

World War 1Ηρωισμός πνιγμένος στη «μουστάρδα»...
Η τιμή και η ανδρεία θα θαφτούν οριστικά στα χαρακώματα, τούτες τις σκαμμένες πάνω στη γη πληγές, προστάτες και παγίδες θανάτου συγχρόνως για τους ανθρώπους-ποντίκια (τα αφηγήθηκαν σε συγκλονιστικές σελίδες συγγραφείς όπως ο Ρεμάρκ ή ο δικός μας Μυριβήλης στη «Ζωή εν τάφω»). Με το θάνατο να έρχεται από μακριά, ανώνυμος, βουβός και αντι-ηρωικός. Ο πόλεμος της νέας εποχής ήταν τεχνολογικός, ο θάνατος βιομηχανικός, το τανκ, το αεροπλάνο, το μοντέρνο πυροβολικό, τα ύπουλα χημικά αέρια. Για τέσσερα χρόνια η (αυτοβαυκαλιζόμενα) πολιτισμένη Ευρώπη θα βυθιστεί σε ένα βάρβαρο όργιο βίας, ένα λουτρό αίματος, τα νούμερα θα είναι τόσο αδιανόητα μεγάλα που η αίσθηση του μεγέθους χάνεται.

Το τέλος θα γραφτεί σε ένα αντάξια μεγαλοπρεπές σκηνικό, στο παλάτι των Βερσαλλιών, το κλίμα θα είναι πανηγυρικό, με πομπώδεις διακηρύξεις για το μέλλον, «η ανθρωπότητα δεν θα επιτρέψει να ξανασυμβεί», όπως αποδείχθηκε όμως, ο διαιτητής είχε απλά σφυρίξει ημίχρονο (κάποιοι μάλιστα υποστηρίζουν -και όχι άδικα- ότι δεν πρέπει να μιλάμε για δύο διακριτούς πολέμους, αλλά για έναν μόνο και τριακονταετή).

Το τέλος ήταν μια κάποια λύτρωση δεν αποδείχθηκε όμως και κάθαρση. Και θα αφήσει φαρμακερά κατάλοιπα και λογαριασμούς ανοιχτούς σε όλες τις πλευρές. Σε νικητές και ηττημένους. Οι ηττημένοι (οι οποίοι αισθάνονταν νικητές της ...καρδιάς τους και πισώπλατα προδομένοι) θα βράζουν στο ζουμί της μνησικακίας πατημένοι από το βάρος υπέρογκων πολεμικών αποζημιώσεων και περιμένοντας τη ρεβάνς (κι ένας δεκανέας επέστρεφε πληγωμένος από το μέτωπο με ένα σατανικό «θα σας δείξω εγώ» χαμόγελο κάτω από ένα γελοίο μουστάκι). Αλλά και οι νικητές μετρούσαν βαρύτατες απώλειες σε νεανικό μελλοντικό αίμα, στη Γαλλία σχεδόν το ένα τέταρτο των νέων στρατεύσιμης ηλικίας είχε εξοντωθεί (μετά θα έρθει και ο ιός της γρίπης για να αποτελειώσει το έργο του χάρου σε παγανιά). Ο πόλεμος θα αφήσει πίσω του μια γενιά κατεστραμμένη, τόσο σωματικά όσο και ψυχολογικά, το θέαμα των ανάπηρων ζητιάνων στους δρόμους των μεγαλουπόλεων θα αποτελούσε καθημερινότητα τα επόμενα χρόνια, δεν είναι λοιπόν περίεργο το ότι η χώρα θα οχυρωθεί φοβισμένη πίσω από την ψευδαίσθηση ασφάλειας της «ανίκητης» γραμμής Μαζινό. Από τη δική τους μεριά οι Άγγλοι, από παγκόσμιοι πιστωτές θα βρεθούν βαθιά χρεωμένοι και με την αυτοκρατορία τους όπου «ο ήλιος δεν έδυε ποτέ» να τρίζει. Μοναδική πραγματική νικήτρια (και) αυτού του πολέμου ήταν η νεόκοπη δύναμη από την άλλη μεριά του Ατλαντικού, μία συνέπεια τα πλοκάμια της οποίας φτάνουν μέχρι τις ημέρες μας.

Τα επόμενα 20 χρόνια θα κυλήσουν υπό την σκιά των εμπειριών του πολέμου. Ενός πολέμου ο οποίος άγγιξε τους πάντες, τις κοινωνίες ολόκληρες. Ναι, ανέκαθεν «διοργάνωνε» πολέμους το ανθρώπινο είδος. Τα παλιά τα χρόνια όμως η ζωή παρείχε μια «κυκλική» ασφάλεια, οι μάχες γίνονταν μακριά, οι ήχοι από τα κανόνια δεν έφταναν μέχρι τα άμαχα σπίτια. Μετά γινόταν ειρήνη και όλοι ξανάπιαναν το νήμα εκεί που το είχαν αφήσει. Τούτη τη φορά όμως τα πράγματα ήταν διαφορετικά...

Πολλοί άνθρωποι έχασαν το έδαφος κυριολεκτικά κάτω από τα πόδια τους, σε άλλη πατρίδα γεννήθηκαν, σε άλλη κατέληξαν και σε άλλη πέθαναν, όλα αυτά χωρίς να μετακινηθούν ρούπι από το σπίτι τους. Τρεις παραδοσιακές αυτοκρατορίες διαλύθηκαν (Οθωμανική, Αυστροουγγρική, Ρωσική), στη Γερμανία ο Κάιζερ εστάλη διακοπές. Θα τις αντικαταστήσουν μονοεθνικά κράτη με μειονότητες, όπου ο έστω και άνωθεν επιβεβλημένος συγκερασμός του διαφορετικού στις πολυεθνικές αυτοκρατορίες θα αντικατασταθεί από τον εθνικισμό και από το ιδανικό της «εθνικής καθαρότητας». Μία ωρολογιακή βόμβα η οποία δεν θα αργούσε να σκάσει.

J’accuseΓι’ αυτό φτάσαμε εδώ που φτάσαμε...
Η πιο δραματική όμως αλλαγή διαδραματίστηκε μέσα στα κεφάλια των ανθρώπων. Στον πυρήνα των αξιακών τους θεμελίων. Γιατί ήταν η ίδια η έννοια του πολιτισμού η οποία τέθηκε υπό αμφισβήτηση. Και η πίστη στον ορθολογισμό, στην τεχνολογική πρόοδο, στην καινοτομία ως αυταξίες. Οι τότε διανοούμενοι έξυναν κεφάλια και μούσια στην προσπάθεια να εξηγήσουν τα ανεξήγητα. Στην βουβά συγκλονιστική ταινία του Abel Gance «J’accuse» (Κατηγορώ!), οι νεκροί του πολέμου ζωντανεύουν και «ρωτάνε γιατί πολεμήσαν». Και πως η ελπίδα, η αισιοδοξία της τεχνολογίας, του χαρούμενου φιλελευθερισμού της μπελ-επόκ οδήγησε στο σφαγείο; Μήπως είχε τελικά δίκιο εκείνος ο Φρόιντ όταν έλεγε ότι ο πολιτισμός είναι μια κρούστα μόνο που καλύπτει τα μαύρα ένστικτα της ψυχής;

Μια γενικότερη απαισιοδοξία έπεσε... Ένα αίσθημα παρακμής, παραίτησης και κυνισμού. Και στο πύρινο αμόνι της μάχης θα σφυρηλατηθεί μια νέα ριζοσπαστική αντίληψη πλήρους ρήξης με τον παλιό κόσμο, τις ιδεολογίες και τις κατεστημένες τάξεις που οδήγησαν στην αιματοχυσία. Κάποιοι πείστηκαν ότι η καταστροφή είναι μια καθαρτήρια εμπειρία. Η βία νομιμοποιήθηκε ως εργαλείο πολιτικής δράσης. Δεν είναι τυχαίο ότι κατά τη διάρκεια αλλά και αμέσως μετά τον πόλεμο εμφανίστηκαν στο πολιτικό προσκήνιο ο φασισμός και ο κομμουνισμός, και πριν πέσουμε στη λούμπα της θεωρίας των δύο άκρων θα σημειώσουμε ότι παρά τις τεράστιες διαφορές τους, οι δύο τούτες κοσμοθεωρίες είχαν κάτι κοινό: υπήρξαν κινήματα της νεωτερικότητας, της ουτοπίας, κινήματα τα οποία αποζητούσαν μία νέα τάξη πραγμάτων, ένα άλλο μέλλον και έναν νέο άνθρωπο. Ο «νέος άνθρωπος». Ήταν το μότο των ημερών, όραμα και εφιάλτης συνάμα. Ο Υπεράνθρωπος, ο Φρανκενστάιν, ο Σούπερμαν, όλοι δημιουργήματα των καιρών εκείνων...

Τώρα είναι αυτό τέχνη;
Αυτό το πνεύμα της ανατροπής και της αμφισβήτησης θα διεισδύσει παντού, προκαλώντας νέες ή επιταχύνοντας καταλυτικά παλιότερες διεργασίες. Και στην επιστήμη ακόμη. Όπου η σχετικότητα και η κβαντική ουσιαστικά μετέτρεψαν προαιώνιες βεβαιότητες σε έναν σωρό ερειπίων. Στην τέχνη η ορμή του θα εξίσου είναι σαρωτική. Νέοι αδίστακτοι καλλιτέχνες προκαλούν το κατεστημένο, βγάζουν πολεμικά μανιφέστα, αλλάζουν γραμματική, συντακτικό, ακόμη και τα ίδια τα γράμματα, ανατρέπουν τους κανόνες του παραδεγμένου αισθητικά ωραίου στην προσπάθεια τους να δώσουν έκφραση και μορφή στο άλογο και το παράλογο, την τυχαιότητα και την ματαιότητα της ύπαρξης. Τίποτε δε θα μείνει στο βάθρο του ιερού, «δεν υπάρχουν πια θεμέλια, όλα έχουν ανατιναχτεί» όπως έλεγε ο ντανταϊστής Hugo Ball. Θα προκύψει μια τέχνη σχεδόν σκανδαλώδης, προβοκατόρικη. Τα αυστηρώς λιτά κτίρια του Bauhaus, τα «ready made» του Duchamp, η λεκτική βία του νταντά, ο τεμαχισμός της πραγματικότητας από τους κυβιστές και τους εξπρεσιονιστές, το θέατρο του παραλόγου και της σκληρότητας, η αποδόμηση της καθιερωμένης μουσικής αρμονίας και σημειολογίας, όλα αυτά που θα μπουν στη θεωρία της τέχνης κάτω από την ταμπέλα της «avant garde», της εμπροσθοφυλακής δηλαδή, ενός (κατά σύμπτωση;) ...πολεμοχαρούς όρου. Η διαπλοκή με την πολιτική θα ήταν πολλές φορές αναπόφευκτη συνέπεια, οι σουρεαλιστές π.χ. του Παρισιού στράφηκαν στον αναρχισμό και τον κομμουνισμό, οι φουτουριστές -στην αρχή τουλάχιστον- στον φασισμό (ο «ατσαλένιος» ρομαντισμός του οποίου δεν άφησε ανέγγιχτους και πολλούς σπουδαίους ποιητές και φιλόσοφους της εποχής, από τον Έλιοτ και τον Έζρα Πάουντ μέχρι τον Σελίν και τον Χάιντεγκερ – για να μην αναφερθούμε και στη συμπάθεια του Τσόρτσιλ). Ένα ακόμη δείγμα των θολών και ταραγμένων νερών των χρόνων εκείνων.

SiemensΜεταπολεμικά χρόνια (ή μήπως προπολεμικά;)
Τα πρώτα χρόνια μετά θα είναι δύσκολα. Ασταθή πολιτικά, με εμφύλιες συγκρούσεις, κινήματα και πραξικοπήματα στην ημερήσια διάταξη (και στα δικά μας τα μέρη), οικονομική δυσπραγία και υπερπληθωρισμό (ο οποίος ειδικά στη Γερμανία θα αφήσει μεγάλες και αγιάτρευτες ουλές). Μετά όμως από κάθε κατήφορο έρχεται κάποια στιγμή και ο ανήφορος (και τούμπαλιν βέβαια!). Η ζωή θα ξαναπάρει μπρος και η ανοικοδόμηση θα ξεκινήσει με τις δυνάμεις που απελευθέρωσε ο πόλεμος να έχουν και απελευθερωτικές επιδράσεις σε πολλούς τομείς (η καταστροφή ως ...ευκαιρία). Η ανάπτυξη ήρθε με νέο πλούτο να δημιουργείται έξω από τα παραδοσιακά αριστοκρατικά τζάκια, μία νέα «μεσαία» τάξη να αναδύεται αλλά και μια διεκδικητική εργατική τάξη να επιτυγχάνει σημαντικές αλλαγές, πληρωμένες διακοπές, την εβδομάδα των 40 ωρών, κοινωνική πρόνοια (υπό τον μπαμπούλα και του κομμουνιστικού αντίπαλου δέους ενίοτε). Κοντολογίς, ήταν η φρενήρης ώρα των επονομαζόμενων «χρυσών» (ή βρυχούμενων – κατά το roaring) 20s. Η τεχνολογία υποσχόταν πάλι (!) αισιοδοξία για το μέλλον κι ένα lifestyle του «μοντέρνου», οι αλά-Φορντ αλυσίδες παραγωγής έβγαζαν νέα καταναλωτικά προϊόντα, μαζικές συσκευές οι οποίες θα απελευθέρωναν τον άνθρωπο από τα δεσμά της εργασίας και του ωραρίου. Και του νοικοκυριού επίσης! Γιατί για τις γυναίκες είχε σημάνει η αρχή της μακράς πορείας της χειραφέτησης. Οι συνθήκες ήταν ...ακούσια ευνοϊκές. «Ας είμαι ακόμη όμορφη όταν θα επιστρέψουν τα αγόρια» ήταν μια γυναικεία προσευχή στην Αγία Γενεβιέβη στο Παρίσι του πολέμου. Τα αγόρια γύρισαν, πολλά ήταν όμως πληγωμένα, σακατεμένα. Το κενό θα αναπληρώσουν οι γυναίκες, οι οποίες αναλάμβαναν όλο και περισσότερες ευθύνες εκτός σπιτιού διεκδικώντας ταυτόχρονα έναν νέο κοινωνικό ρόλο, προκαλώντας τα κατεστημένα ήθη ακόμη και με τη μόδα, με τα αντρικά χτενίσματα ή τα πανταλόνια και τα αθλητικά που σχεδίαζε τότε η Κοκό Σανέλ. Σε κάποιες χώρες απέκτησαν ακόμη και δικαίωμα ψήφου.

Πούλα, πούλα!
Τα χρυσά 20s δεν κράτησαν ούτε καν ολόκληρη τη δεκαετία. Και το λυκαυγές μιας νέας υποσχόμενης εποχής τελικά μάλλον ...λυκόφως αποδείχθηκε, προάγγελος μιας βαθύτερης νύχτας. Και όλα άλλαξαν εν μία ...ημέρα. Δεν είχε περάσει πολύ καιρός από τότε που ο πρόεδρος των ΗΠΑ, ο Χούβερ, θριαμβολογούσε για την οικονομία που ήταν θωρακισμένη, για την ανάπτυξη που το βέλος θα έδειχνε συνέχεια προς τα πάνω. Μέχρι που ήρθε εκείνη η απρόβλεπτη μαύρη Πέμπτη, το ημερολόγιο έδειχνε 29 Οκτωβρίου 1929. Και μετά, οι καθαρίστριες βρέθηκαν να σκουπίζουν μετοχές αξίας κωλόχαρτου από τα πατώματα των χρηματιστηρίων, οι αποταμιεύσεις κουρεύτηκαν ...γουλί και ο παγκόσμιος φαύλος κύκλος χρεών και δανείων έσπασε με κρότο. Τα σεισμικά κύματα θα χτυπήσουν ολόκληρο τον κόσμο. Και πιο σκληρά τις ήδη χτυπημένες ευρωπαϊκές χώρες. Ήταν η ώρα της Μεγάλης Κατάθλιψης. Και της μαζικής ανεργίας. Στη Γερμανία η ιστορία θα πάρει μία μοιραία τροπή. Πάνω στα φτερά της μεσαίας τάξης, εκείνων δηλαδή που φοβούνταν ότι θα μείνουν άνεργοι (και ουχί των ανέργων όπως καμιά φορά λέγεται) ο Αδόλφος από ένα περιθωριακό 2% θα σκαρφαλώσει στο 38%, το 1933 θα του παραδοθεί τελικά πεσκέσι η εξουσία από το γερμανικό κατεστημένο. Έξι χρόνια απομένουν για να φτάσουμε στο blitzkrieg (άνευ ..bop). Και η ιστορία ήδη μπήκε στις ράγες εκείνες που θα οδηγήσουν κάποια στιγμή σε ένα άσημο χωριό έξω από την Κρακοβία...

(Μια πρώτη συντομευμένη εκδοχή του κειμένου είχε δημοσιευτεί στο τεύχος 102 του περιοδικού ΣΟΝΙΚ)