Ηθοποιοί που θέλησαν να γίνουν μουσικοί
Από το σανίδι μέχρι τη σκηνή δεν είναι μακρύς ο δρόμος. Του Παναγιώτη Αναστασόπουλου
Ιστορικόν πλαίσιον
«Τον πλούτον πολλοί ηγάπησαν, την δε δόξαν την μουσικήν έτι πλείονες ηθοποιοί». Αυτό θα μπορούσε κάλλιστα από αρχαιοτάτων χρόνων να αποτελεί φιλοσοφική ρήση, αν η από καταβολής κόσμου διαμορφωμένη αυτή τάση εκτοξευόταν κατά την ακμή της Ακαδημίας του Πλάτωνα και όχι στα ‘00s. Όμως, όσο κι αν ο θεός Απόλλωνας, εκτός από τα τσακίρικα μάτια της Δάφνης, με το δίκιο του καμάρωνε για τις μουσικές επιδόσεις του χορού, σίγουρα δε θα μπορούσε ποτέ να φανταστεί αυτό που θα ακολουθούσε στα χρόνια μετά το άτυπο τέλος του θεάτρου που σηματοδότησε το Περιμένοντας τον Γκοντό. Κάπως έτσι, η υποκριτική κατέληξε ανεπαρκής για τα ανήσυχα πνεύματα πολλών ηθοποιών, που πλέον εξερευνούσαν τη μουσική ως καλλιτεχνικό τους El Dorado. Άσχετα με το αν στις περισσότερες περιπτώσεις το όνειρο αυτό έμοιαζε με τον Εφιάλτη στην Οδό Φιλύρας (όχι της unter den linden, αν καταλαβαίνετε τι εννοώ).
Μουσική ματαιότης ματαιοτήτων…
Ομολογουμένως, πάντα υπήρχαν αρκετοί ηθοποιοί που γνώριζαν να τραγουδούν. Άλλωστε, από καταβολής καλλιτεχνικού κόσμου οι βίοι των τεχνών δεν ήταν απλώς παράλληλοι, αλλά συχνά επάλληλοι. Μάλιστα, δεν είναι πλέον λίγα τα χρόνια που η μουσική παιδεία αποτελεί σχεδόν αυτονόητο συμπλήρωμα της υποκριτικής. Επειδή όμως ζούμε στα μεθεόρτια του Halloween, είναι προτιμότερο εδώ να μην αναφερθούμε σε αυτές τις παραπάνω κατανοητές περιπτώσεις, αλλά σε εκείνες τις ειδικότερες που οι ηθοποιοί επιδίωξαν να αφήσουν το μουσικό αποτύπωμά τους στη δισκογραφία. Οι περισσότεροι μάλιστα από αυτούς το έκαναν αποσπασματικά, με αποτελέσματα φρικιαστικά, αδιάφορα ή απλώς συμπαθητικά, ενώ υπήρξαν και υπάρχουν (και σίγουρα θα υπάρξουν) κάποιοι που απέδειξαν ότι πραγματικά «το είχαν». Αν, παρ’ όλα αυτά, χτυπήσει το κουδούνι σας, ανοίξετε την πόρτα και δείτε έναν ηθοποιό Jason Voorhees να σας ρωτά “sing or treat?”, κάνετε ένα κόπο προς την κουζίνα και φέρτε του ένα κερασματάκι. Για το καλό σας…
Είστε έτοιμοι; Το τρελό μουσικό τρενάκι (του τρόμου) πρόκειται να ξεκινήσει τις διαδρομές του και να κάνει στάσεις στα 50s, 60s, 70s, 80s, 90s και post-00s (ε, άρθρο που δεν έχει τη λέξη “post” τουλάχιστον μία φορά, δε μπορεί να σέβεται τον εαυτό του). All aboard, που ούρλιαζε κι ο reality star Ozzy!
Τα διστακτικά 50s
Sophia Loren
Για να την τοποθετήσει το AFI (όχι, το αγαπητό συγκρότημα, αλλά το American Film Institute) στην 21η θέση της λίστας των πενήντα μεγαλύτερων σταρ της Αμερικανικής κινηματογραφικής ιστορίας, σίγουρα θα είχε ακούσει το «Τι 'ναι Αυτό που το Λένε Αγάπη». Εντάξει, δεν είμαι σε θέση να το γνωρίζω, αλλά… το νιώθω. Η ερμηνεία της στο πασίγνωστο τραγούδι του Τώνη Μαρούδα, που πρωτοακούστηκε στην ταινία “Boy on a Dolphin” του Jean Negulesco με τον τίτλο “S'agapò”, δεν έκανε απλά υπερήφανους όσους μιλούσαν ελληνικά, αλλά ανέδειξε τις φωνητικές της δυνατότητες. Ακούστε τη συλλογή της “Antologia” με τις σημαντικότερες στιγμές της πολυδιάστατης δικογραφίας της, που εκτείνεται από το “Mambo Bacan” και τη soft jazz της θεάς Julie London, μέχρι τη συμμετοχή της στο “Peter and the Wolf” του Sergei Prokofiev στο πλευρό της Russian National Orchestra και των Mikhail Gorbachev, Bill Clinton και… Antonio Banderas. Να, λοιπόν, κι άλλος ένας ηθοποιός που «την είδε» τραγουδιστής. Είδατε κι εσείς; Ζουν Ανάμεσά Μας, που έλεγε κι ο σκηνοθέτης John Carpenter, ο οποίος έχει έμπρακτα παντρέψει το Halloween με τη μουσική.
Tony Perkins
Ναι, αυτός είναι: ο crooner Norman Bates, που αγαπά τη βαλσαμωμένη μαμά του, αλλά και τα βινύλια, δεδομένου ότι κυκλοφόρησε ως Tony (guys, μη με μπερδεύετε με τον psycho) τρία άλμπουμ το 1957 και 1958 (prolific, δε λέω) και μια συλλογή ως Anthony το 1964, όταν αποφάσισε να βγει από την κινηματογραφική ντουλάπα. Απόγειό του υπήρξε το single “Moon-Light Swim”, που έκοψε κεφάλια (ούπς!) φτάνοντας στο #24 του chart το 1957 και τέσσερα χρόνια αργότερα αναδείχτηκε περισσότερο από τον Elvis Presley με πιο μεστή ενορχήστρωση και ένα μάτσο κοπέλες με όμορφα φορέματα στα δεύτερα φωνητικά. Αλήθεια! Αν εξαιρέσει κανείς την εμμονή του να τραγουδά στη γαλλική γλώσσα, οι περισσότερες καλές του στιγμές προσπαθούν να θυμίσουν τον Chet Baker. Αν και είπα «προσπαθούν», δεν παύουν οι ενοχές να με ζώνουν …
Τα τραγικά 60s
Richard Harris
Όταν ακούτε “MacArthur Park”, τι σας έρχεται στο νου; Προσέξτε: αν απαντήσετε η Donna Summer, τότε θα οδηγήσετε τον Albus Dumbledore, που το έφτασε στο #2 του Billboard Hot 100 chart και στο τσακ έχασε το Grammy Award το 1969, να πέσει στις αγκάλες του Lord Voldemort. Τι άλλο να έκανε, δηλαδή, ο πολυβραβευμένος για τις υποκριτικές του ικανότητες κ. Διευθυντής, για να σας πείσει ότι ήταν και καλός μουσικός; Κυκλοφορούσε δικά του ή συμμετείχε σε άλμπουμ άλλων από το 1967 έως το 2004 και γενικά δεν έχανε ευκαιρία να μπει στο στούντιο είτε μόνος, είτε στο κάλεσμα φίλων. Χαρακτηριζόταν για το πάθος και τη μελοδραματικότητα της ερμηνείας του, αρετές οι οποίες απέκρυπταν μάλλον περίτεχνα τις ερμηνευτικές του αδυναμίες.
Joe Pesci
Ομολογώ πως δύσκολα θα έμπαινα στον πειρασμό να αγοράσω ένα δίσκο του Joe Ritchie. Ιδιαίτερα, αν γνώριζα ότι πίσω από το ψευδώνυμο αυτό κρυβόταν ο Joe Pesci. Τώρα, αν με ρωτάτε πόσο ακριβής είναι ο τίτλος του ντεμπούτου του “Sure Can Sing!” (1968), ξεγλιστράω άκομψα κάνοντας ότι δεν άκουσα την ερώτηση. Όσο δε για τον επόμενο big band jazz, blues, pop δίσκο “Vincent LaGuardia Gambini Sings Just for You”, που κυκλοφόρησε μετά από τριάντα χρόνια, θα μπορούσα ίσως να τον πω ισάξιο του προηγούμενου (ακούστε το καλύτερο “Wise Guy” να δανείζεται το “Rapture” των Blondie και θα καταλάβετε). Τα φωνητικά του μπινελίκια ήταν σταθερά δυναμικά, αλλά απογειώθηκαν στο κύκνειο άσμα του με τον εύγλωττο τίτλο “Pesci... Still Singing” (2019).
Clint Eastwood
Το μουσικό σαράκι ήρθε και στρογγυλοκάθισε στο μυαλό του Χάρυ, πριν καν αυτός αρχίσει να… βρομίζει, να τρώει σπαγγέτι και να σημαδεύει ανεξέλεγκτα με το μάγκνουμ του (όχι το παγωτό, φυσικά). Πήρε σάρκα και οστά με το άλμπουμ “Rawhide's Clint Eastwood Sings Cowboy Favorites” (1963), που περιείχε τραγούδια που κατά την κρίση του όντως αξιόλογου σκηνοθέτη και ηθοποιού θα ήθελε να ακούει κάθε γελαδάρης της εποχής. Τα μέτρια φωνητικά του ήταν μεν πιο ζωντανά, σε σχέση με εκείνα στο “Gran Torino”, αλλά όχι το ίδιο ιδιαίτερα. Τι κι αν ο δίσκος δεν απέφερε Million Dollars στο Baby και να μπει στα καλύτερα του Billboard; Τι κι αν ο Kal Mann, παραγωγός της Cameo, του είπε ότι ποτέ δε θα καταφέρει να κάνει καριέρα τραγουδιστή; Ο Κάλαχαν δεν έπαψε ποτέ να ζει το όνειρό του από διάφορες σκοπιές, ιδρύοντας το 1995 κάτω από την ομπρέλα της Warner Bros Records τη Malpaso Records, γράφοντας περιστασιακά μουσική για τις ταινίες του.
William Shatner
Ο καπετάνιος του USS Enterprise James T. Kirk είχε κόλλημα να γίνει τραγουδιστής και ασχολήθηκε ενεργά από το ντεμπούτο του “The Transformed Man” (1968) που κυκλοφόρησε στη Decca Records μέχρι και πρόπερσι. Μόνο που τα φωνητικά του έμοιαζαν περισσότερο με στομφώδεις Σεξπιρικούς μονολόγους, συνήθως σε διασκευές γνωστών τραγουδιών, όπως των “Lucy in the Sky With Diamonds”, “Mr. Tambourine Man”, “Bohemian Rhapsody”, “Space Oddity” και “Common People” (τρέμε Jarvis!). Όμως, παρά τα καθόλου κολακευτικά σχόλια που ακούστηκαν όχι μόνο από τους Klingons, επειδή ήταν μεγάλος σταρ αλλά και Trekkie, συνεργάστηκε με τους Iggy Pop, Henry Rollins, Joe Jackson, Aimee Mann, Joe Walsh και πολλούς άλλους. Ως final frontier ανέκυψε και η συμμαχία του με τους Vulcans, που πήρε δισκογραφική σάρκα και οστά μέσω του “Spaced Out: The Very Best of Leonard Nimoy & William Shatner” (1996). Για δείτε παρακάτω…
Leonard Nimoy
Τη μουσική δόξα του καπετάνιου ζήλεψε και έτερος του πληρώματος του USS Enterprise, ο ίσως και περισσότερο συμπαθής Spock, που προσπάθησε όντως να τραγουδήσει, ξεπερνώντας οριακά τον καπετάνιο του. Η αγάπη του για την pop και τη rock, που σύντομα έδωσε τη θέση της στις country διασκευές, ξεκίνησε με το “Leonard Nimoy Presents Mr. Spock's Music from Outer Space” (1967) και συνεχίστηκε με το “Two Sides of Leonard Nimoy” (1968). Στο δίσκο αυτό υπάρχει το trash σουρεάλ “The Ballad of Bilbo Baggins” (ναι, του κυρίου Hobbit), το οποίο δείχνει πόσο διορατικοί ήταν οι Vulcans προβλέποντας τη μεταγενέστερη διαστημικών διαστάσεων κυριαρχία του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών, αλλά και τη θεματική εκπομπών τύπου Το Κάστρο του Takeshi (δείτε το κλιπάκι και θα καταλάβετε).
Τα μεταβατικά 70s
Burt Reynolds
Τα ‘70s υπήρξαν η δεκαετία που ο Burt Reynolds κατέκτησε πολλές κορυφές (όχι όμως ορέων). Γιατί λοιπόν να μη γίνει και τραγουδιστής; “Ask Me What I Am” λεγόταν το ντεμπούτο του το 1973, που αποτέλεσε ταυτόχρονα και το κύκνειο μεγάλης διάρκειας άσμα του. Δε νομίζω όμως να τον ρώτησε κανείς. Η όλη εικόνα του ήταν απόλυτα συμβατή με την country μουσική που προσπάθησε να υπηρετήσει, μόνο που η φωνή του δεν είχε το απαιτούμενο twist που θα τον έστελνε στα αστέρια. Προσπάθησε να σώσει την κατάσταση με δύο ακόμα singles, αλλά ούτε το ειδικό βάρος της Dolly Parton αποδείχτηκε αρκετό.
Katey Sagal
Μέσα στα πασούμια της τσαχπίνας Peggy Bundy του “Married... with Children” κρυβόταν (και) μια ασυνήθιστη για ηθοποιό τραγουδίστρια, που ήθελε να βαδίσει στα ίχνη της μητέρας της. Ξεκίνησε το 1973 κάνοντας δεύτερα φωνητικά στους Bob Dylan, Etta James και Tanya Tucker, ενώ τρία χρόνια αργότερα τραγουδούσε με τους The Group with No Name. Το 1978 έκανε δεύτερα φωνητικά στο προσωπικό ντεμπούτο του Gene Simmons (άβαφτη φαντάζομαι) και ήταν μέλος των Harlettes στο πλευρό της Bette Midler, το 1981 τραγούδησε στο άλμπουμ “Take No Prisoners” των Molly Hatchet και το 1985 στο single “Soul Kiss” της Olivia Newton-John. Έχει επίσης συμμετοχές στα σάουντρακ των ταινιών “Silent Rage” (1982), “Valley Girl” (1983), “Loose Cannons” (1990) και “Sons of Anarchy” (2010). Το ντεμπούτο της λεγόταν “Well....” (1994), δέκα χρόνια αργότερα κυκλοφόρησε το “Room” και τέλος το “Covered” (2013). Εύγε Καιτούλα. Εξαιρετική! Συγχαρητήρια στη μαμά σου!
Steve Martin
Αυτός εδώ φαίνεται να πήρε πολύ σοβαρά τη μουσική. Μάλιστα, από τις πρώτες μέρες που διακρινόταν ως αυτοσαρκαζόμενος stand-up comedian δε δίσταζε να παίζει μπάντζο. Οι δύο πρώτοι του δίσκοι έγιναν πλατινένιοι και ο τρίτος χρυσός. Κι αυτός, εξακολουθούσε να είχε κόλλημα με την ηθοποιία. Μετά από ένα ακόμα άλμπουμ ήρθε με καθυστέρηση δεκαοκτώ ετών το folk “The Crow: New Songs for the 5-String Banjo” (2009), στο οποίο πλαισιώνεται από την Dolly Parton (όποια πέτρα κι αν σηκώσεις…) και τον Vince Gill. Στους δε επόμενους δίσκους που κυκλοφόρησε εμφανίστηκε απόλυτα κατασταλαγμένος στο να συνεργάζεται κατ’ επανάληψη με την obviously “not aware of too many things” Edie Brickell και τους Steep Canyon Rangers.
Peggy Lipton
Οι λόγοι που η Peggy τα έφτιαξε με τον Paul McCartney και παντρεύτηκε τον Quincy Jones, δεν είχαν να κάνουν με την τόσο καλή φωνή ή τη συνθετική ικανότητά της. Εντάξει, μη νομίστε ότι ήταν παράφωνη, αλλά λάβετε υπόψη ότι το παρουσιαστικό της ήταν πολύ καλύτερο. Βαθυστόχαστη ερώτηση: έφτανε όμως αυτό για να της γράψει δύο τραγούδια η Laura Nyro που να σκαρφαλώσουν στα Billboard charts και ένα ο “The Season of the Witch” (ω, τι ανατριχιαστική τραγουδάρα κι αυτή) Donovan; Ναι, έφτανε και παραέφτανε, όπως αποδείχτηκε.
Billy Bob Thornton
Ο roadie Billy Bob ναι μεν ξεκίνησε τη μουσική περιπέτειά του στα ‘70s ως ντράμερ των Tres Hombres, που απέσπασαν κολακευτικά σχόλια από τον Billy Gibbons (ZZ Top), και συνέχισε με τους Νοτιοαφρικανούς ρόκερς Jack Hammer το1986, αλλά την πήρε στα σοβαρά από το “Private Radio” και μετά, κυκλοφορώντας δεκατέσσερις δίσκους μόνος ή με τους The Boxmasters. Μελαγχολικός ερμηνευτής, που κάποιες φορές προσπαθεί να μιμηθεί τον Mark Knopfler, δε δίστασε να δηλώσει ότι η μουσική είναι αυτό που αγαπά και ότι έγινε κατά τύχη ηθοποιός. Αγαπητέ Βασιλάκη, μετά την ερμηνεία σου στο “Fargo”, τελικά πιστεύω πως η ζωή έκανε καλά που δε σε πήρε στα σοβαρά.
Τα σκληροπυρηνικά 80s
Bruce Willis
Και συ τέκνον Βρούτε; Everybody else is doing it, so why can’t I? θα μας απαντούσε, αν τον ρωτούσαμε, παραφράζοντας ελαφρά τους Cranberries, για να μας δείξει ότι το κατέχει το άθλημα. Θα μας έλεγε, μάλιστα, ότι στο ντεμπούτο του “The Return of Bruno” (1987) που κυκλοφόρησε στη Motown Records, παρέδωσε μαθήματα rhythm and blues και soul music, έχοντας στο πλευρό του κάποιους τύπους και τύπισσες που λέγονταν Booker T. Jones, The Pointer Sisters και The Temptations. Η δημοτικότητά του από την τηλεοπτική σειρά “Moonlighting” εκτόξευσε το “Respect Yourself” στο top 5 του Billboard singles chart, χωρίς καν να έχει αρχίσει το franchise “Die Hard”, καλύπτοντας τις όχι και τόσο κραυγαλέες ατέλειες των φωνητικών του.
Jackie Chan
Τώρα τι θα λέγατε, αν μαθαίνατε ότι ο master των πολεμικών τεχνών και του slapstick έχει κυκλοφορήσει από το 1984 δώδεκα άλμπουμ στα οποία τραγουδά σε πέντε γλώσσες και εννέα (ναι, δέκα παρά ένα δηλαδή) best of; Ξαναδιαβάστε το, κουνήστε πέρα - δώθε το κεφάλι σας, πάρτε ανάσα και αναρωτηθείτε πόσα σούπερ γκρουπ έχουν κάνει κάτι παράλογο, εεε, ανάλογο ήθελα να πω. Ξεκίνησε τραγουδώντας τα τραγούδια των τίτλων τέλους των ταινιών που πρωταγωνιστούσε και ερμήνευσε διάφορα ευρείας γκάμας τραγούδια άλλων, από την Adele μέχρι τον James Brown. Πάντως, δεν αποδείχτηκε με τίποτα ούτε Bruce Lee, ούτε Anita Mui…
Eddie Murphy
Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες περιπτώσεις είναι αυτή του Eddie Murphy. Θυμηθείτε πως το περίφημο “Party All the Time” (1985), που έγραψε μαζί με τον Rick James έφτασε στο #2 του Billboard Hot 100 και κράτησε τη θέση του για τρεις εβδομάδες, χάνοντας την πρωτιά από το “Say You, Say Me” του Lionel Richie. Κοντά σε αυτό βάλτε και το υπέροχο reggae “Red Light” (2013), στο οποίο ο Beverly Hills Cop παίζει μαζί με τον Snoop Dogg και κρατήστε τελικά ότι κυκλοφόρησε τρία στούντιο άλμπουμ, εκτός από τις κατά καιρούς συνεργασίες του με τους Michael Jackson και Shabba Ranks και τη συμμετοχή του σε διάφορα σάουντρακ.
David Hasselhoff
Όταν πάρκαρε την 1982 Pontiac Trans Am και ξέπλενε την άμμο μαζί με τη βαρβατίλα στα αλμυρά νερά της Φλόριδας και της Χαβάης, κάνοντας ρεκόρ αποτροπής πνιγμών στο Baywatch, έπιανε το μικρόφωνο. Αν και ντεμπούταρε άτυπα το 1977, στη συνέχεια το ξανασκέφτηκε πιο ώριμα, με αποτέλεσμα να επανέλθει το 1984 και να μην πάψει ποτέ να μας βασανίζει, εεε συντροφεύει ήθελα να γράψω, με την δεν-τη-λες-με-τίποτα-και-αξιόλογη φωνή του. Κάτι μεταξύ μιλάω μελωδικά, προσπαθώ να γίνω αισθησιακός, μπορώ άνετα να παίξω σε μπάντα γερμανικής μπυραρίας ή τραγουδάω άμα λάχει μεταμεσονύχτια στο RTL (Σ.τΑ.: και κομμάτι μου να ταυτίζεται στο γερμανικό συλλογικό συνειδητό με την Πτώση του Τείχους). Κι αφού όλα τα είχε ο μπαξές, από λίμπο μέχρι hard rock και Modern Talking beat, πώς να μην ηχογραφήσει δεκατρία άλμπουμ ο Knight Lover; Άλλος για την Pamela;
Alyssa Milano
«Δε με ενδιαφέρει να μεταπηδάω. Δε θέλω να με θεωρούν ως άλλη μια ηθοποιό που το γύρισε σε τραγουδίστρια. Προτιμώ να κυκλοφορώ τη μουσική μου εκεί όπου θα εκτιμηθεί, παρά σε μέρη όπου θα γελοιοποιηθεί». Κατασταλαγμένη, δε λέω. Κι έτσι, τα τέσσερα στούντιο άλμπουμ της κυκλοφόρησαν στην Ιαπωνία από το 1989 μέχρι το 1992. Οι απόψεις της όμως δεν αποδείχτηκαν τόσο αποκρυσταλλωμένες, αφού δεν απαξίωσε το #11 στο Billboard Hot 100 και το #6 στο Billboard Adult Contemporary chart που έφτασε το charity single "Voices That Care" που συμμετείχε. Τελικά, φαίνεται πως η χώρα του ανατέλλοντος ηλίου δίδαξε μουσικό πολιτισμό στη γηραιά ήπειρο δια της εν λόγω αοιδού. Arigato, λοιπόν (και δεν αναφέρομαι στο πάλαι ποτέ νυχτερινό κέντρο διασκεδάσεως στην Αρετσού).
Don Johnson
Ο βραβευμένος James “Sonny” Crockett του Miami Vice τραγούδησε το “Heartbeat” (1986) που έφτασε στο #5 του Billboard Hot 100 singles chart. Μέσω του βγαλμένου από την όχι και τόσο ποιοτική πλευρά των ‘80s αυτού τραγουδιού, όλα τα μεν ερωτευμένα κορίτσια είχαν την ευκαιρία να απολαύσουν τον ιππότη τους, τα δε αγόρια των κοριτσιών να συγκινηθούν με το ακαδημαϊκό προφίλ των όμορφων κοριτσιών που έπαιζαν στα βίντεο κλιπ του. Έκανε ντουέτο με την Barbra Streisand και τον Willie Nelson, αλλά σύντομα ήρθε στα συγκαλά του και σταμάτησε στα δύο άλμπουμ το 1989. Μετά έκανε στροφή σε κάτι που διακρινόταν περισσότερο, ασχολούμενος με τη Melanie Griffith και την Uma Thurman. Είδατε; “Tell it Like It Is” τραγουδούσε κι εγώ νόμισα ότι απευθυνόταν σε μένα…
Anthony Hopkins
“What did you see Clarice?” ρωτούσε ο Αννίβας την κρυφή αγαπημένη του κι εκείνη άρχιζε την δολοφονική ψυχανάλυση. Πότε όμως το έλεγε αυτό; «Δε γνωρίζω» είναι η σωστή απάντηση, αλλά, αν με πιέσετε να κάνω μια βάσιμη υπόθεση, θα πω ότι το έλεγε όταν δε συνέθετε κλασική μουσική. Η σχέση του με αυτήν (τη μουσική, όχι την ντιτέκτιβ) ξεκίνησε το 1986 με το μάλλον αφηγηματικά τρομακτικό single “Distant Star”, που έφτασε στο #75 του UK Singles Chart, και μεταξύ άλλων, περιλαμβάνει περιοδείες, εμφανίσεις με τους André Rieu, Stephen Barton, Dallas Symphony Orchestra, City of Birmingham Symphony Orchestra και το άλμπουμ “Composer”. Εντάξει Αντώνη, το πιάσαμε το υπονοούμενο. Ύστερα από όλα αυτά, μάλλον εύλογα θα αναρωτηθείτε πότε έβρισκε χρόνο για να σχεδιάζει και εκτελεί τις γαστριμαργικές δολοφονίες του. Μα, προφανώς, όταν δε διάβαζε σενάρια βασισμένα στα βιβλία του Kazuo Ishiguro. Και η άσχετη πληροφορία της ημέρας: το Red Dragon είναι το καλύτερο βιβλίο με τον Hannibal.
Τα αμήχανα 90s
Keanu Reeves
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια επηρεασμένη από το grunge και ιδίως τους Soul Asylum μπάντα που λεγόταν Dogstar και είχε μπασίστα τον Keanu Reeves. Το 1995 άνοιξε τις συναυλίες των Bon Jovi και David Bowie, αλλά ύστερα από ένα EP και δύο άλμπουμ διαλύθηκε το 2002, για να επανενωθεί όμως φέτος και να περιοδεύσει κυκλοφορώντας μάλιστα τον τρίτο της δίσκο με τίτλο “Everything Turns Around”. Τι κακό να πει κανείς για τον καλό άνθρωπο Keanu; Ακόμα κι αν ψάξει, δε θα βρει. Οπότε, λέω πως είναι και ένας καλός μπασίστας.
Kevin Bacon
Τι θα πιστεύατε περισσότερο; Ότι ο χορευτής κύριος “Footloose” τραγουδούσε καλά ή ότι έπαιξε στο Friday the 13th; Για να μη σας παιδεύω: και τα δύο είναι σωστά. Το 1995 σχημάτισε μαζί με τον αδελφό του Michael τους The Bacon Brothers, με τους οποίους κυκλοφόρησε εννέα άλμπουμ με rock, soul, folk και country τραγούδια. Ακούστε τον να τραγουδά το “Go My Way” και θα με εννοήσετε, λάβετε επίσης υπόψη ότι τραγούδησε με τον Billy Joel και εκτιμήστε την ομολογία του ότι στην εκτός μουσικής δημοτικότητά του οφείλεται η προσέλευση αρκετού κόσμου στις συναυλίες του. “Let's Hear It for the Boy” τραγουδούσε η Deniece Williams στην ταινία, αλλά μάλλον ο Kenny Loggins ήταν εκείνος που «την άκουσε» περισσότερο…
Naomi Campbell
Αν τα έβαζες με την Naomi δεν αναρωτιόσουν για ποιον χτυπάει η Dolce & Gabbana. Ύστερα από τόσες επιθέσεις, ήξερες καλά ότι χτυπούσε για σένα. Παρόλα αυτά όμως η Babywoman είχε σουξέ, αφού στη σύντομη R&B μουσική πορεία της συνεργάστηκε με διάφορους παραγωγούς και τραγουδοποιούς όπως τους Gavin Friday (έμεινα ενεός, που έλεγε κι ο παππούς μου), Marc Bolan (σοκ κατά ριπάς), Tim Simenon και P.M. Dawn. Το “Love & Tears” ήταν top 40 single, αλλά το περιοδικό Q το 2006 κατέταξε το δίσκο “Babywoman” ως τον έκτο των πενήντα χειρότερων άλμπουμ όλων των εποχών. Ζηλιάρηδες… Έχετε βρε σεις τέτοιες γάμπες; Ε;
Christopher Lee
Πάνω στον πύργο του Orthanc, εκεί στην καρδιά του Isengard, μεγαλούργησε ο Saruman Luciano (Pavarotti) του σκότους. Μεταλάς κατά συνείδηση και φωνητική χροιά, αλλά και too old to rock ‘n’ roll για να ξεκινήσει μουσική - αφηγηματική καριέρα με το “Christopher Lee Sings Devils, Rogues & Other Villains” (1998), άφησε τις σκληρές πτυχές του να βγουν με τα “Charlemagne: By the Sword and the Cross” (2010) και “Charlemagne: The Omens of Death”. Στο δεύτερο μάλιστα έβαλε το σε σχήμα devil's horns χεράκι του ο Richie Faulkner, εφεδρικός κιθαρίστας των Judas Priest, ενώ στη συνέχεια το λύσσαξε θεματολογικά με τα eps “A Heavy Metal Christmas”, “Metal Knight”, “The Ultimate Sacrifice” και “Jingle Hell”,που έφτασε στο #18 του Billboard Hot 100, με αποτέλεσμα να γίνει ο γηραιότερος που είχε top 20 hit.
Jack Black
Το ευρύτερο κοινό πήρε μια ιδέα για τις μουσικές δυνατότητές του από τις συμμετοχές του στις ταινίες “High Fidelity” και “School of Rock”. Κάποιοι όμως τις γνώριζαν καλύτερα μέσα από τους Tenacious D που σχημάτισε το 1994 με τον Kyle Gass και το Grammy Award for Best Metal Performance που κέρδισαν με το “The Last in Line” το 2015. Κατά τα λοιπά, η ζωή του είναι γεμάτη από μουσική: έχει παίξει μαζί με τους Pearl Jam, Tool, Dave Grohl, Queens of the Stone Age, Meat Loaf, The Vandals και Eagles of Death Metal, ενώ έχει εμφανιστεί σε βίντεο κλιπ των Dio, Beck, Foo Fighters, The Mooney Suzuki και πολλών άλλων. Χρειάζεται να πω κάτι άλλο;
Corey Feldman
Άλλος ένας από το franchise “Friday the 13th”, μόνο μεταγενέστερος και συγκεκριμένα από το “The Final Chapter” (1984). Γνωστός από τους παιδικούς του ρόλους στις ταινίες “Gremlins” (1984), “The Goonies” (1985) και “Stand by Me” (1986), πέρασε τις εμπειρίες του στα τραγούδια με το “Love Left” (1992) και μετά με το “Former Child Actor” (2002), όπου -μάταια- βοηθήθηκε από τον Rick Springfield και νόμισε ότι θα σπάει τα στεγανά με τις διασκευές των “I’m Flying Away” των The Dead Milkmen (πόσα ακόμα χτυπήματα θα μπορέσω να αντέξω…), “Imagine” του John Lennon και “Jingle Bell Rock” του Bobby Helms. Και το χειρότερο; Συνέχισε και σόλο και με τους Corey Feldman's Truth Movement μέχρι πολύ πρόσφατα. Εξαντλήθηκα…
Jamie Foxx
Δεν το λες καθόλου τυχαίο που ο Django μάζεψε κάμποσα βραβεία παίζοντας τον Ray Charles στην ταινία “Ray” (2004). Ο τύπος έχει πλέον στο ενεργητικό του πέντε δίσκους και δύο περιοδείες, αλλά οι R&B, hip hop και soul δεξιότητές του είχαν φανεί από το ντεμπούτο του με το “Peep This” (1994), το οποίο έφτασε στο #78 του Billboard 200. Όλα τα τραγούδια φέρουν την υπογραφή του, ενώ ακόμα και από τα σαμπλς των Art of Noise, Sexual Harassment και Prince μπορεί κάποιος να βγάλει ενδιαφέροντα συμπεράσματα για τη μουσική του ευρύνοια. Κι αν αυτό θεωρείται επιτυχία, τότε τι να πει κανείς για το επόμενο “Unpredictable” (2005), όπου συμμετέχουν οι (aK&B, δηλαδή προ Kim και Bianca) Kanye West και Ludacris, που έφτασε στο #2;
Τα αναβαθμισμένα post-00s
Juliette Lewis
Εδώ είμεθα! Ναι, η Ιουλιέττα αποδεικνύεται Natural Born Killer στη μουσική όσο λίγες. Σκηνική παρουσία σούπερ, φωνή μια χαρά και υπερχείλιση ροκιάς. Η πρώιμη PJ Harvey της μεγάλης οθόνης (sorry λατρεμένη μου Polly) πέρασε μέσα από rock καταχρήσεις, δήλωσε Χριστιανή - Σαϊεντολόγος και βγήκε νωρίς στο δρόμο για να περιοδεύσει με τους Juliette and the Licks. Εκτός από τους προσωπικούς και με τη μπάντα της δίσκους που κυκλοφόρησε από το 2004 και μετά, έχει τραγουδήσει στις ταινίες “The Other Sister” και “Blueberry”, έχει διασκευάσει το “Hardly Wait” της PJ Harvey και έχει κάνει φωνητικά στα άλμπουμ “Always Outnumbered, Never Outgunned” των Prodigy και “Honkey Kong” των the Boots Electric. Και πολύ “Purgatory Blues”, baby!
Hugh Laurie
Ο Πρίγκηπας Αντιβασιλέας Γεώργιος, μαζί με τον τρομερό Baldric και τον φερώνυμο ήρωα στο Blackadder γέμισαν με δάκρυα χαράς πολλά βράδια μας. Τότε δε μπορούσαμε να φανταστούμε ότι ο Πρίγκηψ ήταν ένας απίστευτος πολυοργανίστας τραγουδοποιός και λάτρης των blues που θα έπαιζε και θα τραγουδούσε όχι μόνο κατά τις εμφανίσεις του στη μικρή και τη μεγάλη οθόνη, αλλά και στους κάμποσους δίσκους που θα κυκλοφορούσε. Μάλιστα, στο ντεμπούτο του “Let Them Talk” συμμετέχουν οι Dr. John και Tom Jones. Επίσης, έχει παίξει με κουιντέτο στο Cheltenham Jazz Festival και στο RMS Queen Mary. Λέτε να ζήλεψε τη δόξα του Mike Oldfield που είχε κυκλοφορήσει το “QE2” (Queen Elizabeth 2) και γι’ αυτό να κυκλοφόρησε τη συγκεκριμένη συναυλία σε DVD και Blu-ray;
Jeff Daniels
Ο Αθηναίος (της Τζόρτζια) πολυβραβευμένος ηθοποιός μόνο περιστασιακά δεν ασχολείται με τη μουσική. Έχει γράψει τετρακόσια περίπου κυρίως country τραγούδια και δώσει περισσότερες από τριακόσιες συναυλίες (αγχώθηκες, Mick;), τα έσοδα των οποίων διαθέτει αποκλειστικά στο ιδιόκτητο Purpose Rose Theatre Company, που στηρίζει νέους ηθοποιούς και σεναριογράφους. Κυκλοφόρησε έξι δίσκους, με τον τελευταίο να τιτλοφορείται “Days Like These”, βάζοντας την τελευταία λέξη στον πληθυντικό αριθμό, για να γλιτώσει από την οργή του Van the Man που τον είχε προλάβει δεκαεννιά χρόνια νωρίτερα.
Robert Downey, Jr.
Ο Sherlock Holmes ξεκίνησε το 1992 τραγουδώντας το τραγούδι “Smile” για το αυτοβιογραφικό φιλμ του Charlie Chaplin όπου πρωταγωνιστούσε, αλλά πέρασαν δώδεκα χρόνια μέχρι το ντεμπούτο και μοναδικό ως τώρα άλμπουμ του με τίτλο “The Futurist”, που ακούγεται ως προοικονομία της όλης Tony Stark φάσης. Σε αυτό βοηθήθηκε από πάρα πολλούς, μεταξύ των οποίων οι Jon Anderson (oh, Yes) και Charlie Haden. Τη φωνή του δεν τη λες κακή με τίποτα (πολύ Βρετανικό δεν ακούγεται αυτό;), αλλά ούτε και καλή. Αυτό όμως δεν την εμπόδισε να ακουστεί σε επεισόδιο της Ally McBeal να τραγουδά το “Every Breath You Take” μαζί με τον Sting, τον οποίο μιμείται εντυπωσιακά. Συνεπώς, βάσιμα μπορούμε να υποθέσουμε ότι he can’t stand losing (him).
Ryan Gosling
O Ken από το πολύ “La La Land” αγάπησε τις νότες και είπε να ασχοληθεί με τη μουσική. Το 2007 ηχογράφησε το συμπαθητικούλι “Put Me in the Car”, αλλά ξέχασε να κατέβει από αυτό, μέχρι που τον έπεισε ο παλιόφιλος Zach Shields. Ως τότε το μόνο κοινό που είχαν ήταν το ότι τα είχαν με τις αδελφές McAdams, οπότε αποφάσισαν να συσφίγξουν τη σχέση τους φτιάχνοντας ένα indie rock συγκρότημα που τραγουδά στοιχειωμένους στίχους. Έτσι γεννήθηκαν οι Dead Man's Bones, που έπαιξαν όλα τα όργανα του δίσκου, με το μοναχοφάη Ryan να ανλαμβάνει την κιθάρα, το πιάνο, το μπάσο, το τσέλο και τα φωνητικά. Κρίμα πάντως που ξέχασε τα ντραμς… Μαζί τους τραγούδησε η Silverlake Conservatory's Children's Choir, η οποία, κατά μεταγενέστερη δήλωση του Ryan, ξενέρωσε το rock στοιχείο του ήχου τους. Αγαπητέ Ryan, πού να ήξερες τελικά ότι τις πιο τρομακτικές καταστάσεις θα τις ζούσες στο πλευρό μιας… Βαρβάρας!
Scarlett Johansson
Μόνο Χαμένη στη Μετάφραση μπορείς να την πεις. Στο τραγούδι, από την άλλη, χαμένη δεν τη λες με τίποτα κι όχι επειδή έχει θεωρηθεί ως sex symbol. Στο ντεμπούτο της “Anywhere I Lay My Head” διασκεύασε δέκα τραγούδια του Tom Waits (γκλουπ!) με τη βοήθεια των David Bowie, Yeah Yeah Yeahs και Celebration. Περισσότερο όμως κόλλησε με τον Pete Yorn, με τον οποίο κυκλοφόρησαν τον εμπνευσμένο από τα ντουέτα του Serge Gainsbourg με την Brigitte Bardot δίσκο “Break Up”, ενώ τραγούδησε με τους Jesus and Mary Chain και Justin Timberlake. Το 2015 έφτιαξε τη μπάντα Singles με τις Este Haim (HAIM), Holly Miranda, Kendra Morris και Julia Haltigan, από την οποία αποχώρησε σύντομα, για να τραγουδά στο εξής για τις ανάγκες κάποιων ταινιών της. Όλα στο κόκκινο!
Toni Collette
Μάλλον η Έκτη Αίσθηση ήταν αυτή που προκάλεσε στην Toni την απόφαση να ασχοληθεί με τη μουσική. Εντάξει, έπαιζε πιάνο από μικρή, αλλά σύντομα το παράτησε, χωρίς καν να φαντάζεται ότι το 2006 θα κυκλοφορούσε το άλμπουμ “Beautiful Awkward Pictures” με τους Toni Collette & The Finish, όπου έπαιζε ντραμς ο σύζυγός της Dave Galafassi (και πολλή φάση). Να όμως που ταυτόχρονα ο δίσκος αυτός πράγματι σήμανε το finish της ενασχόλησής της με τη μουσική, αφού υπήρχαν ήδη σε εξέλιξη άλλα ταλέντα της. Όχι πως η κατά δήλωσή της shower singer φωνή της ήταν άσχημη, αλλά πάλι δε μπορείς να μην την πεις επιφυλακτική και απολύτως συνηθισμένη. Τελικά, δεν είναι κρίμα να έχεις πατριωτάκια μπάντες όπως τους Sunnyboys, Screaming Tribesmen και Dubrovniks και όταν ακούς τη λέξη garage να σκέφτεσαι ένα χώρο όπου παρκάρουν αυτοκίνητα; Είναι. Πώς να το κάνουμε;
Kiefer Sutherland
Τρέμετε Tom Petty και Jason Isbell! Ο Jack Bauer είναι ροκάς, αγριεμένος και παρών από το 2016 με το ντεμπούτο του “Down in a Hole”, αλλά και δύο ακόμα άλμπουμ που κυκλοφόρησε ανά τριετία. Άρα δεν είναι απαραίτητο να έχεις παίξει στο “Flatliners” για να ξέρεις πότε έρχεται το επόμενο. Να είστε σίγουροι ότι δεν έχουμε τελειώσει με αυτόν, αφού, όπως δήλωσε στο Billboard, έχει πλέον εξοικειωθεί πλήρως και δεν τον ενδιαφέρει το «στίγμα» του ηθοποιού που ασχολείται με τη μουσική. Χμ, σα δήλωση εκ του ασφαλούς, δεν ακούγεται αυτή; Πάντως, ας μη λησμονούμε ότι κάτι πρέπει να κληρονόμησε από τον cloudbuster μπαμπά του, που έχει συμπρωταγωνιστήσει στο σχετικό βίντεο κλιπ ως Wilhelm Reich με την τρομερή Kate Bush να έχει αναλάβει το ρόλο του γιου του και την επιβλητική μουσική.
Macaulay Culkin
Τον είδαμε Μόνο στο Σπίτι να τραγουδά ολίγο από το “White Christmas” πριν ουρλιάξει από το after shave, αλλά δεν ψυλλιαστήκαμε τη συνέχεια. Την ίδια χρονιά, δηλαδή το 1991, όχι μόνο έγινε φίλος με τον Michael Jackson, έπαιξε και στο βίντεο κλιπ του “Black or White”, αλλά και κοιμήθηκε μαζί του, καταθέτοντας αργότερα ότι οι κατηγορίες που αποδόθηκαν στο Μιχάλη ήταν ανυπόστατες. Αυτό όμως που σίγουρα κόλλησε από εκείνον ήταν το μικρόβιο της μουσικής, που γνώρισε το απόγειό του από το 2013 και μετά, όταν άρχισε να περιοδεύει με τους The Pizza Underground. Ναι, καλά υποθέσατε, αυτή ήταν μια σατιρική rock μπάντα που έμπλεκε την pizza με τους The Velvet Underground. Να μερικοί τίτλοι τραγουδιών τους: “I'm Waiting For Delivery Man” (“I'm Waiting for the Man”), “All Pizza Parties” (“All Tomorrow's Parties”), “Pizza Gal” (“Femme Fatale”) και “Take a Bite of the Wild Slice” (“Walk on the Wild Side” του Lou Reed). Αναφωνώ Decadence, σπεύδοντας να ξεκαθαρίσω ότι δεν αναφέρομαι στο Ντέκα της συμβολής των οδών Βουλγαροκτόνου και Πουλχερίας.
Jeff Bridges
Δύο χρόνια πριν ο “Big Lebowski” τραγουδήσει την επιτυχία του “What a Little Bit of Love Can Do” (2011) είχε πρωταγωνιστήσει στην ταινία “Crazy Heart”, στην οποία υποδύεται τον εμπνευσμένο από τη ζωή του Hank Thompson ρόλο ενός τραγουδιστή της country music. Κι έτσι ήρθε μάλλον φυσιολογικά, αλλά όχι και τόσο γρήγορα, το “Be Here Soon” (2000), που του εξασφάλισε συμβόλαιο με τη Blue Note Records και τον παραγωγό T-Bone Burnett για τον επόμενο δίσκο του, όπου μεταξύ άλλων συμμετέχουν οι Roseanne Cash και Ryan Bingham. Κι όταν ο Κωνσταντίνος Β έλεγε: «από παιδί αναρωτιόμουν ποιος έχει τη δύναμη / αυτός που χτυπάει ή αυτός που πονάει;», ο Jeff δήλωνε: «έπαιζα αρκετά μουσική και δυσκολεύτηκα να αποφασίσω: ήμουν ηθοποιός, μουσικός ή μπορούσα να είμαι και τα δύο;» Πάντως, το παλεύει αξιοπρεπώς…
Kevin Costner
Μαντέψτε ποιος είναι ο τραγουδιστής στην country rock μπάντα των Kevin Costner & Modern West. Σωστό. Καλά, ποιος άλλος θα μπορούσε να είναι; Ο… Modern West; Ποιος είναι όμως ο ιθύνων νους της; Λάθος! Η γυναίκα του Christine (προφανώς όχι η McVie), που έβαλε το χεράκι της το 2007 για τις περιοδείες σε Κωνσταντινούπολη και Ρώμη, αλλά και τις εμφανίσεις σε διάφορα μέρη διεξαγωγής αγώνων αυτοκινήτων. Το υλικό που έπαιζαν ζωντανά κυκλοφόρησε την επόμενη χρονιά στο δίσκο “Untold Truths”, που έπιασε το #61 του Billboard Top Country Albums και το #35 του Top Heatseekers chart. Ακολούθησαν κι άλλα άλμπουμ και μια επεισοδιακή συναυλία στο Big Valley Jamboree όπου σκοτώθηκε μια θεατής από κεραυνό, για την οικονομική ενίσχυση των παιδιών της οποία ο Costner διοργάνωσε αργότερα δημοπρασία. Yee haw, Kevin. Είσαι πραγματικά καλός!
Jeff Goldblum
Η Μεγάλη Ανατριχίλα ήρθε για μένα τρία χρόνια αργότερα με το “The Fly” (1986), παρά την εκπληκτική πρωτότυπη ταινία του 1958. Για τον ίδιο τον Jeff μάλλον ήρθε όταν συμπλήρωσε τα 65 του χρόνια, με την κυκλοφορία του ντεμπούτου των The Mildred Snitzer Orchestra. Ο συμπαθής τζαζ πιανίστας και τραγουδιστής με σύντομη προϋπηρεσία στο πλευρό του Gregory Porter, εξασφάλισε συμβόλαιο με τη Decca Records, μέσω της οποίας κυκλοφόρησε τρία άλμπουμ. “Tell 'em, Jeff!”