Farewell to a hooker
Μπουμ μπουμ μπουμ μπουμ. Η All Star μπάντα των πιονέρων του ηλεκτρικού μπλουζ των ουρανών, σιγά σιγά συμπληρώνεται. Από την προηγούμενη βδομάδα δίπλα στο Muddy Waters, τον Willie Dixon, τον T-Bone Walker και τόσους άλλους, διάσημους και άγνωστους, τζαμάρει και ο John Lee Hooker. H βαριά βραχνή του φωνή και το χτύπημα του καλογυαλισμένου του σκαρπινιού στο αιώνιο σανίδι που στοίχειωσαν για πάντα τη μουσική που αγαπάμε, δεν είναι πια μαζί μας.
Ας μιλήσουμε για παλιές ιστορίες. Τόσο παλιές που τα γεγονότα δίνουν τη θέση τους στο μύθο και η ακρίβεια της καταγραφής στη γοητεία του παραμυθιού. Ο John Lee Hooker σύμφωνα με το ΝΜΕ γεννήθηκε το 1917. Σύμφωνα με την εγκυκλοπαίδεια λαϊκής μουσικής της Penguin, το '16. Ο ίδιος σε μια συνέντευξή του είπε ότι γεννήθηκε το '20, αλλά είχε πει ψέματα ότι ήταν μεγαλύτερος για να τον πάρουν στο στρατό και να ρίχνει τα κορίτσια με τη στολή (όσοι πήγαμε φαντάροι εδώ κουνάμε στωικά το κεφάλι και σκεφτόμαστε πώς αλλάζουν τα πράγματα...). Μπορεί κανένας να φανταστεί να συμβαίνει κάτι τέτοιο σήμερα που όλοι είμαστε φακελωμένοι από τη στιγμή της σύλληψής μας; Πολλοί λένε ότι υπήρχε πάντα, και σήμερα, λίγες μέρες μετά τον ήσυχο θάνατό του στον ύπνο του, αυτό φαίνεται το πιο αληθινό απ' όλα.
Ο κόσμος τα τελευταία ογδόντα χρόνια άλλαξε πιο πολύ απ' όσο είχε αλλάξει τα προηγούμενα οχτακόσια. Το ίδιο και η μουσική. Ο John Lee ήταν μάρτυρας της αλλαγής και έβαλε και το χεράκι του. Από τα αγροτικά μπλουζ του δέλτα του Μισισιπή μέχρι την ηλεκτρονικά ραφιναρισμένη παραγωγή του 'Healer', που το άτεχνο μουρμουρητό του έκανε τις ταχυδακτυλουργίες του Santana να σκάνε σαν σαπουνόφουσκες, ήρθαν τα πάνω κάτω. Αυτός όμως, όπως όλοι όσοι έχουν ειδικό βάρος, δεν κουνήθηκε ρούπι από τις αρχές του. Μπορεί να άλλαξε τα απίθανα παρδαλά ρούχα με τα τεράστια πέτα που φορούσε στην εμφάνισή του στο Blues Brothers με το κομψό κουστουμάκι που ποζάρει στο εξώφυλλο του Mr. Lucky, αλλά από μέσα έμεινε το ακατέργαστο κομμάτι πολύτιμου μετάλλου που ήταν από την αρχή. Και υποχρέωσε τον κόσμο να του υποκλιθεί, έστω και αν του πήρε πάνω από πενήντα χρόνια να το πετύχει.
Όχι πάντα και όχι απόλυτα. Πολλοί ήταν εκείνοι που του γύρισαν την πλάτη, και πιο πολύ γιατί τον αγκάλιασαν άλλοι παρά για αυτό που ήταν. Όταν οι πιτσιρικάδες από το Newcastle που έφτιαξαν ένα γκρουπ και το ονόμασαν Animals έβαλαν στον πρώτο δίσκο τους το 'Boom Boom', το λευκό ροκ κοινό ανακάλυψε τον John Lee Hooker. Tην ίδια στιγμή οι μαύροι του γύρισαν την πλάτη, όπως έκαναν και με όλους τους υπόλοιπους μπλουζίστες. Ακόμα και σήμερα, το ακροατήριο σε μια μπλουζ συναυλία είναι κατά 90% ασπρούληδες. Τα αδέλφια δεν συγχώρησαν ποτέ την ανταπόκρισή τους στο αγκάλιασμα των λευκών. Ανάποδος ρατσισμός; Το θέμα είναι πολύ λεπτό και πολύπλοκο. Δεν το σχολιάζω, απλά το αναφέρω.
Η εμμονή με το μοντέρνο και επιδεικτικά κομψό ντύσιμο χαρακτήριζε πάντα τους bluesmen της γενιάς του, όπως και τους δικούς μας ρεμπέτες. Η μανία με τα αυτοκίνητα, και σαν απόκτημα, και για επίδειξη, αλλά και σαν μέσο περιπλάνησης και ελευθερίας, επίσης. Και δεν είναι τυχαίο. Όλοι αυτοί ξεκίνησαν κάτω από το μηδέν, πέρασαν μέσα από την κόλαση, μετουσίωσαν τα βάσανά τους σε μουσική και στάθηκαν στα πόδια τους μέσα από αυτήν. Όταν ήρθε η επιτυχία, η αναγνώριση και τα λεφτά, οι πρώτες επιθυμίες που ικανοποίησαν ήταν τα υλικά αγαθά που τους έλειπαν μια ζωή και τα ποθούσαν. Και αυτό είναι ό,τι πιο «βρώμικο», ό,τι πιο ρεμπέτικο και ό,τι πιο μπλουζ. Τι να τα έκαναν δηλαδή; Μετοχές και ομόλογα, ή πίνακες ζωγραφικής; Φαντάζεστε τον John Lee Hooker σε έκθεση ιμπρεσιονιστών;
Το ξέρω ότι το κείμενό μου είναι αποσπασματικό και ανακόλουθο. Δεν προσπαθώ να γράψω την ιστορία του εκλιπόντα, ούτε να συντάξω επίσημο επικήδειο. Ο John Lee έζησε πολλά χρόνια, η ζωή του ήταν γεμάτη και γνώρισε τον κόσμο από όλες τις μεριές. Και πέθανε ειρηνικά στον ύπνο του και όρθιος, μια που λίγες μέρες πριν έπαιξε. Δεν είναι για δάκρυα, αλλά για έναν ήρεμο αποχαιρετισμό. Cool, όπως ήταν πάντα ο ίδιος.