Φιλοσοφία μετά Μουσικής
...και μουσική μετά φιλοσοφίας. Μια τριλογία άρθρων του Δημήτρη Κοργιαλά η οποία πιάνει το νήμα, από που αλλού, από τους χρόνους προ Χριστού και από τους "σούπερ σταρ" της αρχαίας Ελλάδας
“Pythagoras would be so proud of us”
Είναι Μάρτης του 1979 και η Eurovision διεξάγεται στην Ιερουσαλήμ. Η Ελλάδα έχει στείλει για εκπρόσωπό της την Ελπίδα με ένα τραγούδι που έκτοτε θα γίνει από τα πιο δημοφιλή γιουροβιζιονικά κομμάτια στη χώρα, το Σωκράτη, εσύ σούπερ σταρ. Νιώσαμε ως λαός για άλλη μια φορά την ανάγκη να υπενθυμίσουμε την ιστορία μας στην Ευρώπη. Ένα τραγούδι για τον αρχαίο φιλόσοφο Σωκράτη οπωσδήποτε θα συγκινούσε τους Ευρωπαίους που, όπως πάντα πιστεύουμε, έχουν μελετήσει σε βάθος τα πλατωνικά κείμενα.
Η ίδια η ερμηνεύτρια σε συνέντευξή της στην ΕΡΤ αρνείται να κάνει προγνωστικά, αλλά δήλωσε πως “τα πράγματα δείχνουν ότι θα πρέπει να πάμε καλά”. Μάλιστα, συμπληρώνει ότι το τραγούδι κυκλοφόρησε και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, επειδή “ζητήθηκε από αυτές”. Επομένως, γιατί να μην χτυπήσουμε ακόμη και την πρωτιά;
Στη σκηνή ανέβηκε, λοιπόν, η Ελπίδα με την τετραμελή χορωδία της κατά τις 11 το βράδυ, ντυμένοι όλοι με αρχαίες χλαμύδες. Ερμήνευσαν μια χαρά το τραγούδι και δεν πήγαμε άσχημα, λάβαμε την όγδοη θέση. Αλλά, όπως και να το κάνουμε, υπήρξε μια απογοήτευση. Και τι δεν έλεγαν οι στίχοι: ο Σωκράτης παρουσιαζόταν ως ο “πρώτος Χριστός” (γενική πεποίθηση ακόμα και σήμερα), ως αγνός και αδικημένος, ως κάποιος που μιλούσε στο πλήθος μόνο “για αγάπη και φως”. Αλλά ο “Πιλάτος λαός” (οι Αθηναίοι είναι αυτοί) τον καταδίκασαν σε θάνατο. Ο Σωκράτης πήρε το κώνειο αδιαμαρτύρητα και ξεκίνησε να βρει τον “αιώνιο Θεό”.
Έλα μου, όμως, που τα πράγματα δεν είναι ακριβώς έτσι. Αρχικά να πω -και για να κλονίσω κάποιες πεποιθήσεις- ότι ο Σωκράτης δεν ήταν δάσκαλος κανενός. Στην πραγματικότητα, δεν ήταν καν δάσκαλος. Διότι για να είναι κάποιος δάσκαλος, θα πρέπει να διδάσκει. Και για να διδάσκει, θα πρέπει να γνωρίζει κάτι, ώστε να το διδάξει και στους άλλους. Όμως, ως γνωστόν, ο Σωκράτης ισχυριζόταν ότι δεν γνώριζε τίποτα (“έν οίδα, ότι ουδέν οίδα”), επομένως δεν είχε τίποτα να διδάξει σε κανέναν. Στην πραγματικότητα ο φιλόσοφος έβγαινε στην αγορά των Αθηνών και ξεκινούσε διάλογο με τους Αθηναίους πολίτες, προσποιούμενος ότι δεν γνωρίζει απολύτως τίποτα και ότι ήθελε απλώς να διδαχθεί από εκείνους. Αυτή η στάση είναι η λεγόμενη “σωκρατική ειρωνεία”. Όταν έπειτα από καταιγισμό ερωτήσεων ο Σωκράτης οδηγούσε τον συνομιλητή του σε αδιέξοδο (“απορία”) και ξερίζωνε από μέσα του κάθε εσφαλμένη πεποίθηση, τον καλούσε να ξεκινήσουν την αναζήτηση μαζί από την αρχή (“εθελω σκοπείν μετά σου”). Έτσι παρουσιάζεται ο Σωκράτης στους πρώτους διαλόγους του Πλάτωνα, αυτούς που σήμερα ονομάζουμε απορητικούς διαλόγους. Δεν είχε μεγάλη σημασία να καταλήξουν σε κάποιο οριστικό αποτέλεσμα οι δύο συνομιλητές, το σημαντικότερο ήταν να υπάρξει πρόοδος: να απομακρυνθούν όσο γίνεται από το ψεύδος. Και ο σωκρατικός έλεγχος ήταν η καταλληλότερη μέθοδος για αυτόν τον σκοπό.
Συνεπώς, όλα εκείνα που λένε οι στίχοι του τραγουδιού περί της υποτιθέμενης διδασκαλίας του Σωκράτη “για αγάπη και φως” καταρρίπτονται. Φαίνεται ότι ούτε η στιχουργός Σώτια Τσώτου ούτε η επιτροπή ούτε η ερμηνεύτρια είχαν διαβάσει ποτέ κάποιον πλατωνικό διάλογο.
Για την ιστορία, ο Σωκράτης κατηγορήθηκε για ασέβεια, ότι εισάγει νέους θεούς (“καινά δαιμόνια”) στην πόλη των Αθηνών και ότι διαφθείρει τους νέους. Στην πραγματικότητα, όμως, η δίκη του είχε πολιτικό υπόβαθρο. Θεωρήθηκε ότι άνθρωποι μοιραίοι για την Αθήνα (π.χ. Αλκιβιάδης, Κριτίας, Χαρμίδης) ήταν ακόλουθοί του και στενοί του φίλοι. Στη δίκη οι κατήγοροί του ζήτησαν τον θάνατό του. Η απόφαση ήταν μεν καταδικαστική, αλλά οι Αθηναίοι δικαστές έδιναν το δικαίωμα και στον καταδικασθέντα να αντιπροτείνει μια ποινή για τον εαυτό του. Ο Σωκράτης τότε έκανε κάτι απρόβλεπτο: δεν αποδέχθηκε την ετυμηγορία των δικαστών και άρχισε να τους προκαλεί. Απαίτησε όχι μόνο να μην του επιβληθεί χρηματικό πρόστιμο, αλλά να σιτίζεται δια βίου δωρεάν στο Πρυτανείο. Ύστερα από τέτοιες παράλογες απαιτήσεις, η δεύτερη ψηφοφορία ήταν συντριπτικά υπέρ της θανατικής ποινής. Συζητείται στην έρευνα ότι αυτή η προκλητική στάση του Σωκράτη ισοδυναμούσε με αυτοκτονία και ότι ο ίδιος το γνώριζε αυτό και το επέλεξε. Σε αυτή την ερμηνεία προστίθεται το γεγονός ότι ο φιλόσοφος δεν απέδρασε, ενώ θα μπορούσε (οι Αθηναίοι έκαναν συχνά τα στραβά μάτια). Έμεινε στο δεσμωτήριο και ύστερα από ένα μήνα ήπιε το κώνειο αφήνοντας μέχρι σήμερα το στίγμα επάνω στην αθηναϊκή δημοκρατία ότι αυτή ήταν που σκότωσε τον Σωκράτη.
Από αυτό το δραματικό ιστορικό γεγονός πήραν οι Socrates το όνομά τους - ολόκληρη η ονομασία της μπάντας είναι Socrates Drank the Conium. Βέβαια, πιο σωστά θα ήταν: Socrates Drank the Hemlock, αφού Conium είναι η λατινική ονομασία (εγώ θα ονόμαζα το γκρουπ Death by Hemlock, αλλά δεν έχει σημασία). Το πρώτο τους άλμπουμ του 1971 είχε -εννοείται- τον τίτλο Socrates Drank the Conium, ενώ το δεύτερο της επόμενης χρονιάς Taste of Conium. Η σχέση των Socrates με τον Σωκράτη, και γενικά με τη φιλοσοφία, περιορίστηκε στο όνομά τους και στους τίτλους αυτών των δύο δίσκων.
Όμως, ο Αθηναίος φιλόσοφος μνημονεύεται περισσότερο στο εξωτερικό. Για παράδειγμα, ο Cat Stevens στο Editing Floor Blues του 2014 τού κάνει μια ωραιότατη αγιογραφία, παρόμοια με εκείνη στο Σωκράτη, εσύ σούπερ σταρ. Το ίδιο περίπου λέγεται και στο How Fortunate the Man with None του Bertolt Brecht, που το μελοποίησαν οι Dead Can Dance (αργότερα ο John Martyn άλλαξε εντελώς τη μουσική). Μεγαλύτερο ενδιαφέρον, όμως, έχει η αναφορά που κάνουν στον Σωκράτη οι Sonny & Cher στο Love Don’t Come του 1967, όπου τοποθετούν το όνομά του στον ίδιο στίχο (στον πρώτο) μαζί με τους ποιητές. Και αυτό έχει μια αξία, επειδή στην πλατωνική Πολιτεία τίθεται ένα από τα μεγαλύτερα φιλοσοφικά προβλήματα: η εξορία των ποιητών από την ιδανική πόλη. Βέβαια αυτή είναι πεποίθηση του Πλάτωνα, αλλά αυτός βάζει τα λόγια στο στόμα του Σωκράτη. Και ο περισσότερος κόσμος πίστευε πάντα -και συνεχίζει να πιστεύει- πως ό,τι γράφει ο Πλάτωνας είναι αυτά ακριβώς που είπε ο Σωκράτης. Ωστόσο, σκεφτείτε ότι αν κάτι τέτοιο συνέβαινε, τότε ο Πλάτωνας δεν θα ήταν φιλόσοφος, αλλά ένας απλός καταγραφέας. Από την άλλη, αν αυτά είναι λόγια του Πλάτωνα, τότε τι στην ευχή είπε ο Σωκράτης; Αυτό είναι το λεγόμενο σωκρατικό πρόβλημα (ή σωκρατικό ζήτημα), ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα στις φιλοσοφικές σπουδές, που μάλλον θα παραμείνει άλυτο. Δεν ξέρουμε τι πραγματικά είπε ο Σωκράτης, δεν άφησε κανένα κείμενο. Αδυνατούμε να ξεχωρίσουμε τον ιστορικό Σωκράτη από τον λογοτεχνικό Σωκράτη. Ίσως θα μπορούσαμε, πάντως, να του αποδώσουμε μία ηθική θέση (κρατώντας πάντα τις απαραίτητες επιφυλάξεις), για τον λόγο ότι ο ίδιος ο Σωκράτης στους πλατωνικούς διαλόγους δεν την υποβάλλει ποτέ σε έλεγχο. Σύμφωνα με αυτή τη θέση: “Είναι προτιμότερο να αδικείσαι παρά να αδικείς”. Αντιλαμβάνεστε ότι τούτη η πρόταση “σκοτώνει”. Και σκοτώνει ό,τι μπορείτε να φανταστείτε: την ιδέα που έχουμε για τον εαυτό μας, την ιδέα που έχουμε για το άτομο γενικά κλπ. Αντιλαμβάνεστε, επίσης, ότι αυτή η πρόταση είναι στην ουσία της χριστιανική και ότι η διαδεδομένη πεποίθηση -που πριν απορρίψαμε- ότι ο Σωκράτης ήταν “ο πρώτος Χριστός”, παίρνει τώρα τη ρεβάνς. Σε μια εποχή που η αρετή ήταν να κάνεις καλό στους φίλους σου και κακό στους εχθρούς σου, ο Σωκράτης ισχυρίζεται ότι είναι προτιμότερο να αδικείσαι παρά να αδικείς, αντιστρέφοντας μια για πάντα τα ήθη του αρχαίου κόσμου (τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο). Και μόνο γι’ αυτό ο Σωκράτης θα άξιζε μια σημαντική θέση στην ιστορία της φιλοσοφίας. Άρα, πολύ καλά κάνει ο Peter Murphy στο Socrates the Python που τοποθετεί τον Αθηναίο φιλόσοφο μέσα σε όλη τη σοφία του κόσμου. Μαζί με αυτόν, όμως, αναφέρει και τον Πυθαγόρα.
Ο Πυθαγόρας είναι μια από τις πιο μυστήριες φυσιογνωμίες της φιλοσοφίας, είναι απολύτως σκοτεινός, πιο σκοτεινός κι από τον Ηράκλειτο (που σιγά μην είναι σκοτεινός). Και όταν λέω σκοτεινός, εννοώ ότι κανείς δεν έχει βρεθεί να ρίξει αρκετό φως στη φιλοσοφία και τον βίο του. Έχουμε, βεβαίως, κάποιες πληροφορίες γι’ αυτόν, αλλά περισσότερο με τη μορφή της παράδοσης από στόμα σε στόμα.
Η σχολή των Πυθαγορείων ήταν μια κλειστή ομάδα μυημένων, στην οποία ο Πυθαγόρας θεωρούνταν αυθεντία, κάτι σαν θεός, και απαγορευόταν δια ροπάλου να διαρρεύσει το οτιδήποτε προς τα έξω. Γνωρίζουμε, επίσης, ότι ήταν θεμελιωτής των Μαθηματικών και ότι πίστευε στη μετενσάρκωση (θέση που υιοθέτησε αργότερα ο Πλάτωνας). Στον Πυθαγόρα αποδίδουμε και το πυθαγόρειο θεώρημα. Βέβαια, το γεγονός ότι σε όλα τα ορθογώνια τρίγωνα ισχύει ότι το τετράγωνο της υποτείνουσας ισούται με το άθροισμα των τετραγώνων των δύο άλλων πλευρών, ήταν κάτι γνωστό πριν από τον Πυθαγόρα. Όμως, αυτός κατάφερε και το απέδειξε κάνοντάς το θεώρημα, εργαλείο δηλαδή για να κάνουμε επιστήμη.
Επίσης, γνωρίζουμε ότι ο Πυθαγόρας είδε τη μουσική αρμονία με μαθηματικό τρόπο, ότι μελέτησε τους ήχους των χορδών της λύρας σε σχέση με την αναλογία μεταξύ τους και μίλησε για τη μουσική των σφαιρών, τη μουσική που συνθέτουν κατά την κίνησή τους οι ουράνιοι θόλοι (οι αρχαίοι πίστευαν ότι είναι πολλοί). Και μάλλον σε αυτή την ενασχόληση του φιλοσόφου με τη μουσική αναφέρεται ο crooner Nat King Cole, όταν κλείνει το Sing, You Sinners λέγοντας: “Pythagoras would be so proud of us”. Και οι Genesis συνδέουν τον φιλόσοφο με τη μουσική, αλλά κάπως ανάποδα. Στο επικό 23λεπτο Supper's Ready κάποια στιγμή αναφέρεται ότι ο Πυθαγόρας γράφει στίχους για μια ολοκαίνουργια μελωδία, ενώ εμείς θα περιμέναμε να γράφει τη μελωδία και όχι τους στίχους. Πάντως, γενικά οι αναφορές στον Πυθαγόρα γίνονται σε instrumental κομμάτια. Για παράδειγμα, το Pythagoras's Trousers των Penguin Cafe Orchestra ή το Kisses for Pythagoras των κραουτροκάδων Faust, ένα κομμάτι μόνο με ήχους. Ενώ μία από τις μεγαλύτερες μορφές της Ambient και New Age, ο Γερμανός Florian Fricke, κάθεται στο πιάνο του και σκαρώνει μελωδίες υπό τον τίτλο Garden of Pythagoras. Η μουσική των Popol Vuh διαθέτει μια θεραπευτική δύναμη. Ο Fricke μάς έδωσε ήχους διαλογισμού και ενδοσκόπησης, εικόνες θρησκευτικής κατάνυξης, το έργο του υπήρξε πλούσιο και μεταφυσικό. Πέθανε στα 58 του χρόνια τον Δεκέμβριο του 2001 έχοντας το πρόσωπό του αποκτήσει -κατά έναν περίεργο τρόπο- μια όψη ασκητική.
Ο Πυθαγόρας ήταν προσωκρατικός φιλόσοφος, το ίδιο και οι Ελεάτες. Αυτοί ονομάστηκαν έτσι επειδή η σχολή τους βρισκόταν στην Ελέα, μια αρχαία ελληνική αποικία στη Νότια Ιταλία. Ιδρυτής της σχολής ήταν ο Παρμενίδης και μέγας μαθητής του ο Ζήνων, πασίγνωστος για τα παράδοξά του. Για παράδειγμα, έδειχνε ότι αν αφήσουμε να τρέχουν μαζί ο Αχιλλέας και μια χελώνα, δίνοντας ένα μικρό προβάδισμα στη χελώνα, τότε ο Αχιλλέας δεν θα τη φθάσει ποτέ. Ένα άλλο παράδοξο ήταν εκείνο με το βέλος, όπου ο Ζήνων δείχνει ότι εκτοξεύοντάς το προς τον στόχο, δεν μπορεί να κινείται, αλλά θα στέκεται στον αέρα και στο σημείο που ήδη βρίσκεται. Δεν υπάρχει κίνηση, ισχυρίζεται ο Ζήνων. Όταν, λοιπόν, η Dessa στο Fighting Fish λέει: “Zeno's αrrow never hits the mark / It's always hanging there over its shadow”, σε αυτό το παράδοξο αναφέρεται. Δεν ξέρω, βέβαια, πόσοι από τους ακροατές της γνωρίζουν για ποιο πράγμα μιλάει και δεν νομίζω να τους ενδιαφέρει κιόλας. Άλλωστε, εμάς αυτά τα παράδοξα μας φαίνονται σήμερα σαν σπαζοκεφαλιές για αργόσχολους. Στην πραγματικότητα, όμως, συντελείται μια επιστημονική επανάσταση εκείνη την εποχή. Διότι αν οι αισθήσεις μάς λένε ότι το βέλος κινείται, αλλά η λογική μάς λέει το αντίθετο, τότε σε ποιο από τα δύο να έχω εμπιστοσύνη: στις αισθήσεις ή στη λογική; Με ποιο όργανο να κάνω επιστήμη: με τα αισθητήρια ή με τον νού;
Ο Αριστοτέλης δεν μπορούσε με τίποτα να συμβιβαστεί με την ιδέα ότι δεν υπάρχει κίνηση. Απέρριψε τα παράδοξα του Ζήνωνα χωρίς δεύτερη κουβέντα και έδειξε ότι υπάρχει κίνηση. Ο Αριστοτέλης ήταν μάλλον ο πιο ευφυής φιλόσοφος -το παραδέχεται και ο Sting στο Until-, αλλά για μια στιγμή πίστεψε -μάλλον αφελώς- ότι θα γινόταν ο δεύτερος σχολάρχης της Ακαδημίας μετά τον ιδρυτή της τον Πλάτωνα. Ο τελευταίος, πεθαίνοντας, άφησε τελικά τη σχολή στον ανιψιό του τον Σπεύσιππο. Δεν μας έμεινε σχεδόν τίποτα από αυτόν, μόνο κάποιες απόψεις σκόρπιες. Φαίνεται, πάντως, ότι ήταν γερός φιλόσοφος, από τους καλύτερους μέσα στην Ακαδημία. Πλάτωνας, όμως, δεν ήταν. Και εδώ που τα λέμε, πνεύματα σαν αυτά του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη δεν ξαναεμφανίστηκαν μέχρι σήμερα. Ίσως μόνο ο Immanuel Kant να φθάνει σε τέτοιες κορυφώσεις.
Ο Πλάτωνας, λοιπόν, είναι από τους πιο γνωστούς φιλοσόφους, ίσως ο πιο γνωστός. Λέγεται ότι είναι ο φιλόσοφος που έχει διαβαστεί περισσότερο από όλους κατά τους τελευταίους εικοσιτέσσερις αιώνες και το βέβαιο είναι ότι δεν έπαψε ποτέ να διαβάζεται. Γι’ αυτό άλλωστε το συγγραφικό του έργο έφτασε σε μας σήμερα ακέραιο. Είναι ένας από τους δύο φιλοσόφους της αρχαιότητας που μας έχουν μείνει όλα τους τα κείμενα (ο άλλος είναι ο νεοπλατωνικός Πλωτίνος). Είπε κάποτε μια ψυχή ότι όλη η φιλοσοφία μετά τον Πλάτωνα είναι απλώς υποσημειώσεις στο έργο του. Υπερβολές είναι αυτές, αλλά η γκαραζόμπαντα από το Μιζούρι που ονομάστηκε Plato and the Philosophers σε αυτή την υπεροχή του φιλοσόφου παραπέμπει. Ακούστε τη συλλογή Thirteen O' Clock Flight To Psychedelphia να χαρείτε beat, garage και psych.
Όσον αφορά το έργο του Πλάτωνα, πολλοί σχολιάζουν είτε την περίφημη αλληγορία του σπηλαίου, που μαθαίνουν τα παιδιά στο Λύκειο (η τρελούτσικη κιθαρίστρια Marnie Stern τη μνημονεύει στο Plato's Fucked Up Cave), είτε την προσέγγισή του για τον έρωτα. Λέμε σήμερα, για παράδειγμα, ότι αυτός είναι ένας πλατωνικός έρωτας και εννοούμε ότι δεν είναι σαρκικός. Η ανάγνωση αυτή βασίζεται στο Συμπόσιο και στον Φαίδρο, διάλογοι και οι δύο για τον έρωτα (ο Φαίδρος όχι αποκλειστικά).
Τον έρωτα ο Πλάτωνας τον είδε όχι σαν ηδονή του σώματος, αλλά σαν μέθοδο απόκτησης της γνώσης. Αν ο Σωκράτης θέλησε να ορίσει τις καθολικές έννοιες (αυτό ισχυρίστηκε ο Αριστοτέλης), π.χ. τη Δικαιοσύνη, τη Γενναιότητα, την Οσιότητα κλπ., ο Πλάτωνας κατέστησε αυτές τις έννοιες εντελώς ανεξάρτητες από τον αισθητό κόσμο. Διότι αυτός ο τελευταίος είναι ένας κόσμος διαρκούς ροής, μεταβολής και φθοράς και, άρα, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα στο να τον ερευνήσουμε. Πράγματι, πώς μπορείς να μελετήσεις κάτι και να αποφανθείς, όταν αυτό το ίδιο πράγμα διαρκώς μεταβάλλεται; Θα πρέπει να υπάρχει ένα άλλο, δεύτερο επίπεδο πραγματικότητας πιο έγκυρο, όπου τα αντικείμενά του, σε αντίθεση με τα αντικείμενα του αισθητού κόσμου, δεν θα υπόκεινται σε καμία μεταβολή ή φθορά, δεν θα τα αγγίζει ο χρόνος. Αυτό που λέμε, λοιπόν, αλήθεια στη φιλοσοφία, πρέπει να αναζητηθεί σε εκείνο το επίπεδο, πρέπει να προσπαθήσουμε να γνωρίσουμε τα αντικείμενα εκείνου του επιπέδου. Τα αντικείμενα αυτά ο Πλάτωνας τα ονομάζει Ιδέες (ή Είδη) και το επίπεδο αυτό το ονομάζει Νοητό. Προσεγγίζουμε τον αισθητό κόσμο με τις αισθήσεις, αλλά το Νοητό με την ψυχή.
Από αυτόν τον συλλογισμό απορρέει ότι ο αισθητός κόσμος της μεταβολής και της φθοράς θα είναι κατώτερος, λιγότερο πραγματικός από το Νοητό. Και μάλιστα τα πράγματα του αισθητού κόσμου είναι αυτό που είναι, ακριβώς επειδή με κάποιο τρόπο μετέχουν στο Νοητό. Αυτή είναι η περίφημη πλατωνική Θεωρία των Ιδεών. Αν, λοιπόν, θελήσει κάποιος να ορίσει τη Δικαιοσύνη (όπως θα ήθελε ο Σωκράτης), θα πρέπει να αναχθεί στο Νοητό επίπεδο και να γνωρίσει την Ιδέα της Δικαιοσύνης. Μια από τις Ιδέες του Νοητού είναι και η Ωραιότητα. Για να το καταλάβουμε καλύτερα: κάθε τι που είναι ωραίο στον αισθητό κόσμο, το οφείλει στο γεγονός ότι μετέχει στην Ιδέα της Ωραιότητας που υπάρχει στο Νοητό επίπεδο.
Πώς, όμως, όλα αυτά σχετίζονται με τον Έρωτα; Πώς μπορεί ο Έρωτας να είναι μέθοδος απόκτησης της γνώσης; Στο Συμπόσιο τα πράγματα είναι απλά. Ο έρωτας είναι πάντα έρωτας για το ωραίο. Μέσα από τέσσερα στάδια η ψυχή αποχωρίζεται τον αισθητό κόσμο και ανάγεται σε ένα επίπεδο όπου ατενίζει την ίδια την Ιδέα του Ωραίου. Πρόκειται για μια παιδαγωγική διαδικασία στην οποία λαμβάνουν μέρος ο καθοδηγητής και ο καθοδηγούμενος. Αρχικά, ο καθοδηγούμενος ερωτεύεται ένα σώμα επειδή είναι ωραίο, ύστερα βλέπει ότι και άλλα σώματα είναι ωραία, συνειδητοποιώντας ότι όλα αυτά έχουν κάτι κοινό: την ωραιότητα. Σε ένα τρίτο στάδιο, βλέπει ότι η ωραιότητα δεν υπάρχει μόνο σε σώματα, αλλά και σε λόγους, πράξεις ή τέχνες, καταλαβαίνοντας ότι όλα αυτά είναι εκδηλώσεις ωραίων ψυχών. Ο καθοδηγούμενος έχει πλέον απομακρυνθεί από το σαρκικό επίπεδο, το θεωρεί ασήμαντο. Είναι τώρα έτοιμος να κάνει το μεγάλο άλμα, το οποίο γίνεται εντελώς ξαφνικά (“εξαίφνης”) και ο καθοδηγούμενος ατενίζει ένα ωραίο που δεν έχει ξαναδεί: είναι η ίδια η Ιδέα του Ωραίου, αυτή που χαρίζει την ωραιότητα σε όλα τα άλλα (σώματα, αντικείμενα, λόγους, πράξεις, τέχνες κλπ).
Η παραπάνω ανάβαση είναι μια μετάβαση από το σώμα στην ψυχή (είπαμε νωρίτερα ότι αυτή μόνη της, χωρίς το σώμα, μπορεί να γνωρίσει τις Ιδέες). Η σταδιακή αποδέσμευση από το σαρκικό επίπεδο, η απεξάρτηση από το σώμα και η αναγωγή σε κάτι ανώτερο ονομάστηκε πλατωνικός έρωτας. Είναι ένα επίπεδο του έρωτα, στο οποίο το σώμα δεν παίζει πλέον ρόλο και η ψυχή ατενίζει την αλήθεια. Εδώ ακριβώς εντοπίζεται και η βασική παρεξήγηση: ο πλατωνικός έρωτας θεωρείται και σήμερα, μάλλον από άγνοια, ότι είναι ένας έρωτας ανολοκλήρωτος, ένας έρωτας που δεν έφτασε ποτέ στο σαρκικό επίπεδο. Ενώ, όπως είπαμε παραπάνω, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο: ξεκινάει από το σαρκικό επίπεδο και οδηγείται πέρα και πάνω από αυτό. Ο Πλάτωνας δεν αρνείται τη σαρκική έλξη, άλλωστε από αυτή ξεκίνησε η αναζήτηση. Ωστόσο, το σαρκικό πάθος θα πρέπει μάλλον να συνοδεύεται πάντα από ένα διανοητικό δούναι και λαβείν.
Αναφορές για τον πλατωνικό έρωτα ακούμε στο My Heart Stood Still, όταν η Ella Fitzgerald τραγουδάει: “I read my Plato, Love, I thought a sin / But since your kiss, I`m reading Missus Glyn”. Η Elinor Glyn ήταν συγγραφέας σκανδαλωδών ερωτικών μυθιστορημάτων. Και η Ella Fitzgerald λέει ότι διάβαζε Πλάτωνα, παραμένοντας στη φαντασίωση, μέχρι που ο αγαπημένος της τη φίλησε και έπιασε τα βιβλία της Glyn. Δηλαδή, από ένα μη σαρκικό ερωτικό επίπεδο πέρασε στον σαρκικό πόθο.
Οι περισσότεροι έχουν στρεβλή κατανόηση για τον πλατωνικό έρωτα, όχι όμως και ο Van Morrison. Σε ένα πανέμορφο τραγούδι του 1987, το I Forgot That Love Existed, ο αγαπητός Van νιώθει απογοητευμένος από τον σαρκικό έρωτα και ανάγεται στον πνευματικό (“then I saw the light”). Υμνεί τους Σωκράτη και Πλάτωνα ως σωτήρες που δεν άφησαν τον έρωτα στη φθορά του αισθητού, αλλά τον εξύψωσαν σε ένα ανώτερο, μεταφυσικό επίπεδο: “Socrates and Plato / Praised it to the skies”.
Ο Πλάτωνας είναι, λοιπόν, πασίγνωστος. Μπορεί κάποιος να μην έχει διαβάσει λέξη από τα πλατωνικά κείμενα, όμως τη φράση “πλατωνικός έρωτας” την ξέρει και την έχει πει κάποτε. Βέβαια, θα μου πείτε, ο Αθηναίος φιλόσοφος δεν πουλάει σήμερα όσο θα έπρεπε. Και εγώ θα απαντήσω ότι αυτό οφείλεται μάλλον στην προκατάληψη του καταναλωτή/αναγνώστη ότι η φιλοσοφία είναι ένα αντικείμενο δύσκολο και πολύ θεωρητικό, άρα μη εμπορικό και αχρείαστο. Σωστά διαμαρτύρονται, λοιπόν, οι Clash στο The Magnificent Seven, που λένε ότι όλα πλέον είναι εμπόριο και εικόνα, ώστε ακόμα και ο σκύλος Rin Tin Tin είναι, ως σταρ του Σινεμά, πιο γνωστός από τον Αθηναίο φιλόσοφο: “Plato the Greek or Rin Tin Tin / Who's more famous to the billion millions?”. Ίσως πάλι να φταίει που ο Πλάτωνας δεν υποστήριξε με θέρμη τις ηδονές του σώματος (και πώς θα γινόταν αυτό, αφού είπαμε ότι το σώμα εμποδίζει την απόκτηση της γνώσης;). Οπότε σε μια εποχή εμμονικής επιδίωξης της σαρκικής ηδονής, όπως η δική μας, ο Πλάτωνας φαίνεται, ως προς αυτό το θέμα τουλάχιστον, να μην βρίσκει αρκετούς υποστηρικτές.
Φανατικούς οπαδούς βρίσκει, όμως, ο Επίκουρος, ο οποίος ήταν ο φιλόσοφος του ηδονισμού. Θέλει κι εδώ προσοχή, διότι και η δική του θεωρία διαστρεβλώθηκε από τους αντιπάλους του. Ο Επίκουρος δεν πρόταξε τη σαρκική ηδονή (όπως θεωρείται από πολλούς), αλλά την πνευματική. Επικούρειοι και Στωικοί ανήκουν στα φιλοσοφικά ρεύματα που αναπτύχθηκαν στα Ελληνιστικά χρόνια και υπήρξε αντιπαλότητα μεταξύ τους σε πολλά ζητήματα. Το κοινό τους χαρακτηριστικό, όμως, ήταν ότι και οι δύο θεωρίες λειτουργούσαν για τους οπαδούς τους θεραπευτικά. Σε καιρούς μακεδονικής και, αργότερα, ρωμαϊκής κυριαρχίας, όπου όλες οι σταθερές χάνονται και η αγωνία είναι διάχυτη, μια σοβαρή φιλοσοφική θεωρία θα πρέπει να δίνει απαντήσεις σε αυτά τα προβλήματα.
Ο Επικουρισμός αποκτά τελευταία όλο και μεγαλύτερο κοινό, επειδή η σύγχρονη εποχή μοιάζει με την Ελληνιστική περίοδο. Και μην ξεχνάμε, επίσης, ότι μιλάμε συνεχώς για αυτοβελτίωση. Οπότε, σήμερα ο Επίκουρος θα ήταν ένας μεγάλος σταρ, αφού βασικό μέρος της φιλοσοφίας του είναι αυτό που αναζητούμε όλοι: η επίτευξη της γαλήνης, της αταραξίας. Σκέφτηκε, λοιπόν, ότι για να επιτευχθεί η αταραξία, θα πρέπει να αποδομηθούν οι βασικές ιδέες που δημιουργούν στους ανθρώπους άγχος και φόβο. Για παράδειγμα, η σκέψη του θανάτου αποτελεί κύρια πηγή φόβου, αγωνίας και άλλων δεινών. Όμως, για τον Επίκουρο “ο θάνατος δεν είναι τίποτα για μας. Διότι, όταν εμείς υπάρχουμε, ο θάνατος δεν είναι παρών. Και όταν ο θάνατος έχει έρθει, εμείς δεν υπάρχουμε”. Μια άλλη σκέψη που δημιουργεί φόβο στους ανθρώπους είναι η ύπαρξη των θεών. Για τον Επίκουρο οι θεοί υπάρχουν μεν, αλλά δεν ασχολούνται με τις ανθρώπινες υποθέσεις. Επειδή ακριβώς είναι θεοί, θα πρέπει να είναι τέλεια όντα, άρα και ευδαίμονες. Αν, επομένως, ασχολούνταν με τους ανθρώπους, τούτο θα σήμαινε ότι κάτι τους λείπει και τότε δεν θα ήταν τέλειοι, άρα ούτε θεοί. Συνεπώς, είτε υπάρχουν θεοί είτε όχι, για εμάς είναι ακριβώς το ίδιο και πρέπει να πάψουμε να αισθανόμαστε φόβο και ενοχές. Αυτό ακριβώς εννοούν οι Cud όταν στο Epicurean’s Answer λένε: “Freedom from guilt I say / Do as thou wilt that's what I pray”. Το τραγούδι αυτό είναι ούτως ή άλλως ωραίο συνθετικά, αλλά τα πάει καλά και στιχουργικά προσπαθώντας να αποτυπώσει τη συγκρουσιακή ατμόσφαιρα ανάμεσα σε Στωικούς και Επικούρειους, ενώ ο αφηγητής παίρνει σαφέστατα το μέρος των δεύτερων. Οι αρχικοί στίχοι, οι οποίοι επαναλαμβάνονται και δείχνουν κάποιο φθόνο των Στωικών προς τους Επικούρειους, είναι οι πιο χαρακτηριστικοί του κομματιού: “The Stoic frowns and knits his brow / The censor wants to stop us / The critic hates my guileless prose / My simple modern opus”.
Θα ήταν ενδιαφέρον να είχε γραφτεί και μια απάντηση των Στωικών, ένα Stoic’s Answer φερειπείν, αλλά αυτό δεν συνέβη (ακόμα). Ας μη ζητάμε και πολλά, η φιλοσοφία των Στωικών δεν είναι εύκολη. Και το ότι κάποτε μια garage μπάντα ονομάστηκε The Stoics (ήταν εκείνοι με το κλασικό Enough Of What I Need), αυτό δεν λέει και πολλά, αφού πέραν αυτού δεν είχε καμία σχέση με τον Στωικισμό. Οι περισσότεροι χρησιμοποιούν τη λέξη “Στωικός” με τη σημασία του υπομονετικού ανθρώπου. Μόνο η Suzanne Vega κάνει πιο σοβαρές αναφορές στη στωική φιλοσοφία. Στο δίσκο Tales from the Realm of the Queen of Pentacles έχει δυο όμορφα τραγούδια με στωικό περιεχόμενο και κάπου αναφέρει τον Επίκτητο, που δούλος γεννήθηκε και ελεύθερος πέθανε, που τόσα ωραία είπε και τίποτα δεν έγραψε (ευτυχώς τα κατέγραψε ο μαθητής του, ο Αρριανός).
Ελάχιστες είναι, λοιπόν, οι μουσικές αναφορές στους Στωικούς. Και εννοώ οι απευθείας αναφορές, διότι το μόνο βέβαιο είναι ότι πολλά τραγούδια στη μουσική βιομηχανία εκφράζουν στους στίχους τους στωικές θέσεις, αλλά ούτε οι στιχουργοί τους ούτε οι ερμηνευτές τους το γνωρίζουν. Δηλαδή, όταν με πόνο τραγουδάει ο αοιδός: “Για κάποιο λόγο γίναν όλα”, εκφράζει εκείνη την ώρα μια θέση στωική. Αλλά κατά το ήμισυ, επειδή ακριβώς οι φιλόσοφοι θα προσπαθούσαν τουλάχιστον να μας δείξουν αυτόν τον αναθεματισμένο λόγο για τον οποίο γίναν όλα. Ο αοιδός, όμως, δεν αισθάνεται ότι πρέπει να μας τον αποκαλύψει. Και γι’ αυτό δικαίως εμείς θα τον χαρακτηρίσουμε μοιρολάτρη. Oh, wait, το λέει κι ο ίδιος: “Ήταν φαίνεται μοιραίο να μ' αφήσεις”.
Σταματώ εδώ, αρκετά με την αρχαία φιλοσοφία. Στο δεύτερο μέρος του αφιερώματος θα πάρουμε μια γεύση από την εποχή της νεωτερικότητας και τις μουσικές αναφορές σε αυτή. Μέχρι τότε ξεφυλλίστε πλατωνικούς διαλόγους, αποστηθίστε επικούρεια αποφθέγματα και κερδίστε την αταραξία. Εις το επανιδείν!