Φιλοσοφία μετά Μουσικής
Τρίτο και τελευταίο μέρος της τριλογίας του Δημήτρη Κοργιαλά, η ιστορία φτάνει ως τις μέρες μας αλλά δεν τελειώνει εδώ. Η συνέχεια είναι ανοιχτή για όποιον θέλει να το "φιλοσοφήσει (ακόμη πιο) πολύ"
“Sartre said that hell is other people, I believe that most of them are”
Είχαμε ολοκληρώσει το Β΄ μέρος του αφιερώματος με τον Nietzsche και τη συχνή αναφορά του ονόματός του ή διάφορων φράσεών του από μουσικούς. Λέγαμε, επίσης, πως αυτόν τον φιλόσοφο τον κυνηγάει η ρετσινιά ότι υπήρξε πρόδρομος του Ναζισμού. Και τούτο βέβαια δεν είναι αληθές, έστω κι αν κάποια κείμενά του εμφανίζουν όντως αρκετά προβλήματα. Άλλωστε, όπως πιστεύουν πολλοί, ο Nietzsche μάλλον θα αποδοκίμαζε το καθεστώς, αν ζούσε εκείνη την περίοδο στη Γερμανία. Πέθανε το 1900, αρκετά χρόνια πριν την ανάληψη της εξουσίας από τους Ναζί.
Ωστόσο, ο Martin Heidegger (Μάρτιν Χάιντεγκερ) έζησε από μέσα αυτό το καθεστώς και ίσως να οραματίστηκε ότι θα μπορούσε κάποτε να γίνει ο πνευματικός καθοδηγητής του. Ο λόγος που έβγαλε κάποτε κατά την πρυτανεία του στο πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ αποτελεί μνημείο μίσους και αντισημιτισμού. Κατηγορούμε τον Heidegger για τις ναζιστικές ιδέες του. Και καλά κάνουμε. Διότι ακόμη και όταν αποκαλύφθηκε η κτηνωδία των Ναζί μετά το 1945, η σιωπή του υπήρξε προκλητική.
Ως φιλόσοφος ο Heidegger είναι ο συγγραφέας ενός από τα σπουδαιότερα φιλοσοφικά έργα του 20ου αιώνα, του Είναι και Χρόνος. Μέσα σε αυτό το βιβλίο επαναφέρει το ερώτημα: “Τι είναι το Είναι;”, δηλαδή ποια η σημασία του. Επομένως, δεν είναι τυχαίο που έτσι ξεκινούν το τραγούδι Heidegger οι Βερολινέζοι Pigor & Eichhorn: “Was ist Sein? Was ist Sein?”.
Ο Heidegger είναι αρκετά δυσνόητος αν δεν είσαι ειδικός. Αλλά δεν χρειάζεται να ανησυχείς, αφού και ειδικός να είσαι, πάλι δυσνόητος θα είναι. Κύρια έννοια της θεωρίας του –και πασίγνωστη σε όλους– είναι το Dasein. Τι ακριβώς είναι αυτό; Συμφωνήσαμε ότι σκοπός μας είναι να μιλήσουμε για το Είναι. Και ο Heidegger λέει ότι δεν μπορώ να μιλάω για το Είναι παρά μόνο στο μέτρο που υπάρχει ένα ον το οποίο κατανοεί το Είναι. Τούτο το ον είναι ο άνθρωπος, αφού σε αυτόν εμφανίζεται και γίνεται κατανοητό το Είναι. Επομένως, την ανθρώπινη ύπαρξη που κατανοεί το Είναι ο Heidegger την ονομάζει Dasein.
Υπάρχουν χαρακτηριστικά που βρίσκονται στην ίδια τη δομή της ανθρώπινης ύπαρξης, δηλαδή τα έχουμε όλοι. Και τα έχουμε με δύο τρόπους: είτε με τρόπο αυθεντικό είτε με τρόπο αναυθεντικό. Το πώς τα έχουμε κάθε φορά, αυτό είναι που καθορίζει το ποιοι είμαστε. Για τον Heidegger, κάθε Dasein, δηλαδή κάθε ανθρώπινη ύπαρξη, οφείλει να αναλαμβάνει την ευθύνη για το νόημα που αποδίδει στον εαυτό της και στον κόσμο. Και αυτό το επισημαίνουμε επειδή υπάρχει η τάση στο Dasein να αυτοκατανοείται σαν κάτι που είναι εκεί έτοιμο από άλλους (π.χ. ένας άνθρωπος απολαμβάνει όπως οι άλλοι, διαβάζει και μιλάει όπως οι άλλοι, ερμηνεύει τις καταστάσεις όπως οι άλλοι κ.ο.κ.). Αυτή η τάση ονομάζεται αναυθεντικότητα. Λέμε, δηλαδή, ότι όταν το Dasein δεν κατανοεί τον εαυτό του ως πηγή νοήματος για τον κόσμο, τότε βρίσκεται σε κατάσταση αναυθεντικότητας. Βέβαια, η αναυθεντικότητα είναι αναπόφευκτη, δεν υπάρχει μέθοδος αποτροπής της. Ωστόσο υπάρχουν κάποιες στιγμές αυθεντικότητας. Είναι π.χ. όταν χάνω τη γη κάτω από τα πόδια μου, όταν για κάποιο λόγο όλες οι βεβαιότητές μου κλονίζονται. Εκείνες ακριβώς τις στιγμές καλούμαι να επανανοηματοδοτήσω τον εαυτό μου και τον κόσμο, να γίνω εγώ η πηγή νοήματος. Τότε θα είμαι αυθεντικό Dasein.
Ωστόσο, αν θέλω πραγματικά να περιγράψω το Dasein, θα πρέπει να το δω στην ολότητά του, άρα να συμπεριλάβω και τον θάνατό του. Η έννοια του θανάτου είναι για τον Heidegger κρίσιμη, επειδή αποτελεί μέρος της ταυτότητάς μου. Έτσι, το να ξεχνάω ότι ο θάνατός μου είναι επικείμενος, αυτό με καθιστά αναυθεντικό, επειδή δεν συλλαμβάνω το Dasein ως ολότητα. Συλλαμβάνω το ποιος είμαι κοιτάζοντας πάντα τον θάνατό μου. Ο θάνατος είναι για το Dasein μέρος της ολότητάς του.
Είπα, όμως, στην αρχή ότι ο Heidegger επαναφέρει το ερώτημα για το Είναι. Και τούτο σημαίνει ότι ένα τέτοιο ερώτημα είχε για πολλά χρόνια λησμονηθεί. Πώς συνέβη αυτή η λήθη του Είναι; Ιδού άλλο ένα ερώτημα του φιλοσόφου. Κλείνοντας τον έναν και μοναδικό δίσκο τους, το 13 του 1978, οι Ολλανδοί πάνκηδες Panic στο Requiem For Martin Heidegger αναρωτιούνται –μάλλον χαιρέκακα– για το πού μπορεί να πήγε η ψυχή του Γερμανού φιλοσόφου μετά τον θάνατό του: στον Παράδεισο ή στην Κόλαση; Και υπάρχει κάπου η φοβερή φράση: “In the middle of the winter of '76, Heidegger passed into the nix”. Όπου “nix” εσείς μεταφράζετε “nothing” (χαϊντεγκεριανά μιλώντας: “τίποτα” ή “μηδέν” ή “λήθη”). Προφανώς και αναφέρονται –έστω έμμεσα και περιπαικτικά– στη θεωρία του φιλοσόφου, αλλά στον στίχο αυτό κάνουν ένα μικρό λάθος: ο Heidegger πέθανε μεν το 1976, αλλά την Άνοιξη (πιο συγκεκριμένα το Μάιο), όχι το Χειμώνα.
Αυτά τα ζητήματα για το νόημα της ύπαρξης είναι μεγάλα στη φιλοσοφία και μάλλον αναπάντητα. Ωστόσο, πολλές φορές όλοι τα σκεφτόμαστε. Το ίδιο και ο Konstantin Gropper που, υπό το project των Get Well Soon, προβληματίζεται για το Είναι. Στο Mail From Heidegger, ο Gropper γράφει στίχους όπως: “Thrown into this world / and then like this / this cannot be all there is” και “Oh! He'll understand / He knows about being / the darkness I'm seeing”. Υπέροχα πράγματα.
Φοιτήτρια (και ερωμένη) του Heidegger ήταν η Hannah Arendt (Χάνα Άρεντ), ίσως η σπουδαιότερη γυναίκα φιλόσοφος στην ιστορία. Περισσότερο γνωστή είναι επειδή μάλλον πλήγωσε το ηθικό εγώ μας. Διότι, εδώ που τα λέμε, όλοι μας επαναπαυόμαστε πιστεύοντας πάντα ότι σε αυτόν τον κόσμο κάποιοι άνθρωποι είναι καλοί και άλλοι είναι κακοί, διαβολικοί, διεστραμμένοι σαδιστές που προκαλούν δεινά στην ανθρωπότητα. Δηλαδή νομίζουμε ότι το Κακό υπάρχει σε συγκεκριμένους ανθρώπους που αν τύχει και τους δοθεί η εξουσία, θα θρηνήσουμε εκατομμύρια θύματα. Για παράδειγμα, όλοι πίστευαν ότι ο Άντολφ Άιχμαν, αρχιτέκτονας του Ολοκαυτώματος, είναι άνθρωπος διαβολικός, ότι το Κακό εδρεύει μέσα του. Η Arendt, όμως, έδειξε ότι αυτός ο Γερμανός αξιωματικός δεν ήταν παρά ένας άνθρωπος σαν όλους τους άλλους, ένας τυπικός γραφειοκράτης, ένας εκνευριστικά φυσιολογικός άνθρωπος. Και το ζήτημα ήταν ότι “υπήρχαν πολλοί σαν αυτόν και ότι οι περισσότεροι από αυτούς δεν ήταν ούτε διεστραμμένοι ούτε σαδιστές, αλλά ήταν, και εξακολουθούν να είναι, φοβερά και τρομακτικά φυσιολογικοί”.
Εμείς πάντα πιστεύαμε ότι τα μεγαλύτερα εγκλήματα διαπράττονται από τους πιο διαβολικούς ανθρώπους. Όμως, κατά την Arendt τα μεγαλύτερα εγκλήματα τα διαπράττουν, υπό προϋποθέσεις, οι πιο φυσιολογικοί. Ο καθένας από εμάς, ο πιο ασήμαντος, μπορεί να γίνει ένας θηριώδης Άιχμαν, εφόσον το επιτρέψουν οι συνθήκες, εφόσον δηλαδή αρνηθούμε να σκεφτόμαστε, άρα και να κρίνουμε. Σε αυτή την περίπτωση το Κακό φυτρώνει παντού σαν μανιτάρι. Και αυτό η Arendt το ονόμασε κοινοτοπία του κακού (banality of evil). Οι Nine Horses του David Sylvian έχουν στο ντεμπούτο άλμπουμ τους ένα τραγούδι με τίτλο The Banality of Evil. Έτσι, η Arendt έδωσε μια εξήγηση για το πώς συνέβη το φρικαλέο έγκλημα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και απάντησε στο ερώτημα για το πώς κάποιος άνθρωπος που είναι φοβερά φυσιολογικός μπορεί να διαπράξει θηριώδη εγκλήματα. Γεφύρωσε αυτά τα δύο άκρα: το φυσιολογικό με το κτηνώδες. Εξήγησε πότε μπορούν αυτά να συμπίπτουν.
Αυτή, λοιπόν, ήταν η φοιτήτρια του Heidegger. Οι Γερμανοί GWLT γράφουν ένα τραγούδι με το όνομά της, δηλώνοντας κάποτε ότι επηρεάστηκαν από αυτά που εκείνη έγραψε για τη δίκη του Άιχμαν και ότι αν ως “ανδρική μπάντα” έχουν μια γυναίκα ως πρότυπο, τούτη είναι η Arendt. Κάντε, λοιπόν, μια σκέψη για τη Hannah Arendt καθώς ακούτε το νοσταλγικό instrumental Artibai (Song For Hannah Arendt) του Eugen Bidegain.
Ο Heidegger ήταν φαινομενολόγος και μετά στράφηκε στην ερμηνευτική φαινομενολογία. Αλλά έχει και συνεισφορά στο φιλοσοφικό ρεύμα του υπαρξισμού, επηρεάζοντας τον Jean-Paul Sartre (Ζαν Πολ Σαρτρ). Δηλαδή, όταν ο Father John Misty στο I'm Writing a Novel λέει: “Heidegger and Sartre, drinking poppy tea”, αναγνωρίζει σε αυτούς τους δύο μια φιλοσοφική συγγένεια. Και πώς όχι, αφού ένα από τα πιο γνωστά φιλοσοφικά βιβλία του Sartre είναι Το Είναι και το Μηδέν, που ο τίτλος θυμίζει το Είναι και Χρόνος του Heidegger.
Ο Sartre ήταν ο νομπελίστας που το 1964 αρνήθηκε το Nόμπελ, επειδή όπως είπε: “Ο συγγραφέας πρέπει να αρνηθεί να μετατρέψει τον εαυτό του σε όργανο, ακόμα κι αν αυτό συμβαίνει κάτω από τις πιο τιμητικές περιστάσεις, όπως στην προκειμένη περίπτωση”. Ήταν, επίσης, συγγραφέας φιλοσοφικών βιβλίων, δοκιμίων, άρθρων και θεατρικών έργων. Είχε μεγάλη πέραση κάποια εποχή (και ίσως έχει ακόμη αρκετή), τόση ώστε κάποιοι Νεοζηλανδοί να ονομάσουν την μπάντα τους Jean Paul Sartre Experience.
Θα θυμάστε που παραπάνω λέγαμε για τον Heidegger και το δίπολο αυθεντικότητα/αναυθεντικότητα. Παραδεχόμασταν ότι οι άνθρωποι βρισκόμαστε σε κατάσταση αναυθεντικότητας. Απολαμβάνουμε όπως οι άλλοι απολαμβάνουν, διαβάζουμε και βλέπουμε όπως οι άλλοι διαβάζουν και βλέπουν, δεν αντλούμε το νόημα από τον εαυτό μας. Αυτοί οι άλλοι είναι πάντα εκεί καθορίζοντας την καθημερινότητα και την ύπαρξή μας. Στο θεατρικό του έργο Κεκλεισμένων των Θυρών, ο Sartre ανεβάζει στη σκηνή τρία πρόσωπα, τα οποία έχουν -όπως όλοι μας- μια αυτοεικόνα. Προβάλλουμε στους συνομιλητές μας την εικόνα που θέλουμε να έχουν για μας. Και όταν είμαστε δύο, δεν υπάρχει πρόβλημα, μπορούμε να συμβιβαστούμε και ο καθένας να αποδεχθεί την εικόνα του άλλου. Αλλά όταν υπάρχει κι ένας τρίτος, τότε αντιλαμβανόμαστε ότι “η Κόλαση είναι οι άλλοι”, εκείνοι οι τρίτοι που αποδομούν την εικόνα που με τόσο κόπο φτιάξαμε και προβάλλουμε για τον εαυτό μας. Αυτό το “η Κόλαση είναι οι άλλοι”, είναι μια από τις πιο γνωστές φράσεις του Sartre και ο Van Morrison στο Goin' Down to Monte Carlo, αγωνιώντας να ξεφύγει από τους άλλους, λέει: “Sartre said that hell is other people, I believe that most of them are”. Και παρακάτω: “Ι don't care I'm trying to get away from people, that are trying to drive me mad”.
Όμως, ο Sartre έχει μείνει στην ιστορία της φιλοσοφίας για τον υπαρξισμό του. Στο μικρό βιβλίο Ο Υπαρξισμός είναι ένας Ανθρωπισμός, ο φιλόσοφος δίνει τη βασική ιδέα αυτού του φιλοσοφικού ρεύματος: Η ύπαρξη προηγείται της ουσίας. Τι μπορεί να σημαίνει αυτό;
Είμαστε συνηθισμένοι να πιστεύουμε ότι η ουσία προηγείται της ύπαρξης. Δηλαδή, το ότι έχουμε γεννηθεί κάπως, τούτο είναι που σε μεγάλο βαθμό προσδιορίζει και την ύπαρξή μας, τον τρόπο συμπεριφοράς μας και, γενικά, τον τρόπο ζωής μας. Ο Sartre αυτό το αντιστρέφει: ο άνθρωπος δεν προσδιορίζεται εκ των προτέρων. Η ύπαρξη προηγείται της ουσίας, δηλαδή επιλέγω εγώ το πώς υπάρχω, επιλέγω εγώ πώς θα φτιάξω τον εαυτό μου, εγώ πώς θα ζήσω. Αυτό, βέβαια, έχει και κάποιες ηθικές συνέπειες. Αν ο καθένας μας είναι ο μόνος υπεύθυνος για αυτό που είναι, τότε δημιουργούμε και μια εικόνα του ανθρώπου. Δηλαδή, εφόσον έχουμε επιλέξει εμείς μόνοι μας τον τρόπο ύπαρξής μας, σημαίνει ότι θεωρούμε πως αυτή είναι και η ιδανική εικόνα που φτιάχνουμε για τον άνθρωπο. Που πάει να πει ότι η ευθύνη που έχουμε για τις πράξεις μας, η στάση μας απέναντι στις καταστάσεις, κατά κάποιον τρόπο δεσμεύει όλη την ανθρωπότητα.
Αυτές οι ιδέες φυσικά παρερμηνεύθηκαν. Κάποιοι είπαν ότι οι υπαρξιστές είναι άνθρωποι απαθείς και εφησυχασμένοι. Με αυτό το παράπονο ξεκινάει και ο Σαρτρ το βιβλίο του. Το 1953 η Σωτηρία Μπέλλου τραγουδάει: “Υπαρξιστής θα γίνω / και φράγκο δε θα δίνω / το σύμπαν κι αν καεί”. Και στο ρεφρέν: “E ρε κόσμε, πω πω πω / θα το ρίξω στον υπαρξισμό”. Βέβαια, οι στίχοι αυτοί του Μπάμπη Μπακάλη αναφέρονται στους Έλληνες υπαρξιστές του ’50 και στον αρχηγό τους Σίμο Τσαπνίδη (ή απλώς Σίμος ο υπαρξιστής). Κάπου μέσα στο τραγούδι περιγράφεται και το στυλ του Έλληνα υπαρξιστή: “Με μούσι και μουστάκι / και παρδαλό σακάκι / τους δρόμους θα γυρνώ”.
Ο Σίμος διάβασε το παραπάνω βιβλιαράκι του Sartre –που καταλήγει στην περίφημη πρόταση ότι ο άνθρωπος είναι καταδικασμένος να είναι ελεύθερος– και το έριξε στο ξεφάντωμα. Καταλαβαίνετε ότι μάλλον δεν είχε κατανοήσει και πολλά από υπαρξισμό, δεν κατάλαβε δηλαδή ότι αυτή η καταδίκη ελευθερίας, για την οποία μιλάει ο Sartre, σημαίνει ότι είμαστε αποκλειστικά υπεύθυνοι των πράξεών μας και ότι τούτο βαραίνει στους ώμους μας όσο δέκα τόνοι. Ωστόσο, τίποτα κακό δεν βλέπω σε όλο αυτό. Ίσως μάλιστα να είναι η μοναδική παρερμηνεία που θα μπορούσε να έχει κάποιο θετικό αποτέλεσμα. Διότι ο Σίμος έκανε τον χώρο του, την Παράγκα στου Ψυρρή, κέντρο φιλοσοφικών και εναλλακτικών συγκεντρώσεων, τόπο συνάντησης νέων (κυρίως των λαϊκών τάξεων). Όλα αυτά μέχρι φυσικά να σφραγίσει το μέρος η αστυνομία ύστερα από καταγγελία των κατοίκων για όργια. Μεταξύ μας, η “ηθική ενόχληση” δεν ήταν από φόβο, αλλά υπέβοσκε μάλλον ένας φθόνος για εκείνους που χαίρονται τη ζωή.
Ο έτερος νομπελίστας υπαρξιστής ήταν ο Albert Camus (Αλμπέρ Καμύ), ένα πραγματικά μεγάλο μέγεθος στην ιστορία της Φιλοσοφίας. Σκοτώθηκε το 1960 σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, αλλά μέχρι τότε είχε προλάβει να μας δώσει εκπληκτικά έργα. Το 1942 δημοσίευσε ένα λογοτεχνικό βιβλίο, τον Ξένο, και ένα φιλοσοφικό δοκίμιο, τον Μύθο του Σισύφου. Και υποτίθεται ότι το ένα βιβλίο εξηγεί το άλλο. Μένουμε εμβρόντητοι με την αδιαφορία του Μερσώ, του χαρακτήρα στον Ξένο, ο οποίος μοιάζει να μην έχει συναισθήματα, βουτηγμένος στη ρουτίνα, μέσα σε μια “δηλητηριασμένη γαλήνη”, σε έναν ανέκφραστο κόσμο. Στην πραγματικότητα, η φιλοσοφία του Camus είναι η φιλοσοφία του Παραλόγου, του συναισθήματος εκείνου που καταλαμβάνει τον άνθρωπο όταν είναι αποστασιοποιημένος από τη ζωή του, όταν νιώθει ξένος προς τον εαυτό του, όταν η σύγκρουση με τον φθαρτό κόσμο εκμηδενίζει κάθε ελπίδα.
Στο τέλος του πρώτου μέρους του Ξένου, ο Μερσώ σκοτώνει σε μια παραλία έναν Άραβα και αυτό το κάνουν τραγούδι οι Cure. Το Killing an Arab κυκλοφόρησε λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1978 και ήταν το πρώτο single του συγκροτήματος: “I'm alive / I'm dead / I'm the stranger / Killing an Arab”. Οι δε Tuxedomoon στο L'Etranger παραθέτουν και αυτούσιες προτάσεις από το ίδιο βιβλίο: “Mother died today / Or maybe yesterday / I don't know / Got to ask my boss to let me go / At the funeral they expected me to cry”.
Υπάρχει, επίσης, μια ιστορία που συνδέει τον folk τραγουδοποιό Nick Drake με τον Camus. Λέγεται ότι όταν o Drake βρέθηκε νεκρός από τη μητέρα του στο δωμάτιό του, στο κομοδίνο δίπλα του υπήρχε ένα αντίτυπο του Μύθου του Σισύφου. Μια άλλη εκδοχή θέλει τον ίδιο τον Drake, λίγες μέρες πριν αυτοκτονήσει, να δίνει ένα αντίτυπο του βιβλίου στη μητέρα του, σαν να της έστελνε μήνυμα. Ό,τι από τα δύο κι αν συνέβη, είναι προφανές ότι επιχειρείται να δημιουργηθεί μια σύνδεση ανάμεσα στον Albert Camus και τον Nick Drake, ότι το βιβλίο του πρώτου κατά κάποιον τρόπο πρέπει να οδήγησε τον δεύτερο στην αυτοκτονία. Ωστόσο, αν ρωτούσαμε τον ίδιο τον Camus, θα αρνιόταν ότι ο Drake είναι ένας Παράλογος άνθρωπος, διότι το συμπέρασμα στον Μύθο του Σισύφου είναι ότι ο Παράλογος άνθρωπος δεν αυτοκτονεί. Επομένως, είναι λάθος να συνδέουμε αιτιακά τον Γάλλο φιλόσοφο με τον μουσικό. Ο Nick Drake ήταν ένας από τους Βρετανούς folk ήρωές μας. Άφησε πίσω του τρία θαυμάσια άλμπουμ από το 1969 έως το 1972, που, από πλευράς ενορχήστρωσης, το καθένα ήταν πιο γυμνό από το προηγούμενο – όπως ακριβώς άδειαζε σταδιακά και η ψυχή του καλλιτέχνη.
Άδοξα πήγε ο Nick Drake, όπως το ίδιο άδοξα πήγε και ο Alan Turing (Άλαν Τούρινγκ). Μαθηματικός, φιλόσοφος, πατέρας των υπολογιστών και κρυπτογράφος. Αυτή η τελευταία του ιδιότητα μάλλον συνέβαλε καθοριστικά στο να σωθεί ο κόσμος, αφού στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο “έσπασε” τον κώδικα της γερμανικής Enigma (σε αυτό αναφέρονται οι Matmos με το Enigma Machine for Alan Turing). Το “ευχαριστώ” ήταν να τον κατηγορήσουν για σεξουαλική διαστροφή, λόγω της ομοφυλοφιλίας του. Ο Turing αυτοκτόνησε παίρνοντας κυάνιο. Ένα μισοφαγωμένο μήλο που βρέθηκε δίπλα του συνέβαλε στο να φτιαχτούν μερικές ρομαντικές ιστορίες.
Περιμένουμε οι μουσικές αναφορές στον Turing να έχουν σχέση με υπολογιστές, με ηλεκτρονική μουσική, με synthies και άλλα τέτοια. Και, πράγματι, έτσι είναι. Ο Alexander Stover με το project Binärpilot έναν τέτοιο ήχο έχει στο Song For Alan Turing. Το ίδιο και ο Stephen J. Pride με το A Song for Alan Turing, αλλά και οι Red Fetish με το Alan Turing. Μονάχα οι Skycrapers με το δικό τους Song for Alan Turing κάνουν τη διαφορά. Αλλά στο μέλλον αναμένουμε περισσότερες αναφορές στην τεχνητή νοημοσύνη. Άλλωστε, η δεκαετία που έρχεται θα είναι αυτή της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης, δηλαδή της κυριαρχίας των ρομπότ και της τεχνητής νοημοσύνης. Πράγματι, οι Kraftwerk ήταν μπροστά (“We are the robots”), αλλά και ο Turing ακόμη πιο μπροστά, αφού η περιβόητη μηχανή του (μηχανή Turing) αποτελεί κομβικό σημείο στην εξέλιξη των υπολογιστών και της τεχνητής νοημοσύνης.
Συχνά μας φαίνεται ότι το μυαλό τέτοιων ανθρώπων λειτουργεί όπως η κεντρική μονάδα επεξεργασίας του ηλεκτρονικού υπολογιστή, δίχως συναίσθημα, εντελώς ψυχρά. Είναι σαν να διεκπεραιώνουν μια διαδικασία με αναγκαίο ρυθμό. Διατυπώνουν προτάσεις και από αυτές συμπεραίνουν άλλες. Ίσως να τις αριθμούν κιόλας. Για παράδειγμα, ο Ludwig Wittgenstein (Λούντβιχ Βίτγκενσταϊν), ένας από τους πιο γνωστούς φιλοσόφους στην ιστορία, στο έργο του Tractatus Logico-Philosophicus έχει γράψει μόνον 7 προτάσεις, καθεμία από τις οποίες συνοδεύεται από δεκάδες άλλες υποπροτάσεις και ανθυποπροτάσεις που εξηγούν και κάνουν παρατηρήσεις στη βασική. Έχοντας το κείμενο αυτή τη δενδροειδή μορφή, αντιλαμβάνεστε πόσο μεγάλη βαρύτητα έχει κάθε βασική πρόταση. Και η πρώτη από αυτές λέει: “The world is all that is the case”. Αλλού αναγράφεται και ως: “The world is everything that is the case”. Είναι μικρή η διαφορά, ωστόσο το ερώτημα είναι πώς μπορεί να μεταφραστεί αυτό στα ελληνικά. Η ελληνική μετάφραση λέει: “Ο κόσμος είναι όλα όσα συμβαίνουν”. Αλλά νομίζω ότι θα ήταν καλύτερα να μεταφράζαμε το “the case” ως το ισχύον. Δηλαδή, η πρόταση 1 θα έλεγε: “Ο κόσμος είναι όλα όσα ισχύουν”. Και ποια είναι αυτά που μπορούν ισχύουν; Μήπως τα αντικείμενα; Όχι βέβαια. Αυτά που μπορούν να ισχύουν, είναι μάλλον σύνθετα πράγματα, όπως τα γεγονότα. Ναι, ο Wittgenstein ξεκινάει το Tractatus λέγοντας ότι ο κόσμος ορίζεται ως κόσμος γεγονότων, όχι ως κόσμος πραγμάτων. Αυτό ακριβώς λέει στην υποπρόταση 1.1: “The world is the totality of facts, not of things”.
Επέμεινα στην πρόταση 1 του Tractatus, επειδή την αναφέρουν οι Καναδοί New Pornographers στο Chump Change. Λένε δηλαδή: “Now wipe that look from your face / The world is that which is the case”. Η 7η και τελευταία πρόταση του Wittgenstein στο βιβλίο, λέει: “Για όσα δεν μπορεί κανείς να μιλάει, για αυτά πρέπει να σωπαίνει”. Και εδώ σωπαίνει και το βιβλίο, δεν υπάρχει καμιά υποπρόταση που να εξηγεί τη βασική. Ο φιλόσοφος δεν έχει κάτι άλλο να πει, επειδή δεν υπήρχε κάτι άλλο να πει. Όταν ο Wittgenstein ολοκλήρωσε το Tractatus, πίστεψε ότι είχε δώσει λύση σε όλα τα φιλοσοφικά προβλήματα. Συνεπώς, άλλαξε και τη ζωή του. Πέθανε το 1951 από καρκίνο, ενώ δύο χρόνια αργότερα δημοσιεύθηκε ένα δεύτερο έργο, οι Φιλοσοφικές Έρευνες. Σε αυτό το βιβλίο ο Wittgenstein διαφοροποιείται σε μερικά από αυτά που είχε πει στο Tractatus και συνδέει το νόημα των λέξεων με τη χρήση τους. Όταν οι Matmos τού αφιερώνουν το Roses And Teeth For Ludwig Wittgenstein, αναφέρουν στην αρχή του κομματιού τρεις προτάσεις από το βιβλίο: “Ένα νεογέννητο δεν έχει δόντια”, “Μια χήνα δεν έχει δόντια” και “Ένα ρόδο δεν έχει δόντια”. Για λόγους που είναι αδύνατον να εξηγήσω εδώ, ο Wittgenstein στο βιβλίο του ισχυρίζεται ότι η τρίτη πρόταση είναι η πιο αληθινή, αλλά και η πιο ασαφής.
Ο Wittgenstein ανήκει σε εκείνη τη φιλοσοφική παράδοση που ονομάστηκε Αναλυτική Φιλοσοφία και προέκυψε από τη Φιλοσοφία της Γλώσσας στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Η pop μουσική, όμως, φαίνεται ότι επιμένει να αναφέρεται ακόμα στους κλασικούς φιλοσόφους, για τους οποίους τόσο πολύ μιλήσαμε σε αυτό το αφιέρωμα. Είναι εκείνοι οι φιλόσοφοι που σήμερα λέμε ότι ανήκουν στην άλλη φιλοσοφική παράδοση, αυτή της Ηπειρωτικής Φιλοσοφίας.
Σε αυτό το αφιέρωμα δεν έχει σημασία η παραπάνω διάκριση των φιλοσοφικών παραδόσεων. Αυτό που μας ενδιέφερε ήταν το πώς η pop κουλτούρα και, ειδικότερα, η pop μουσική εμπνεύστηκε και αφομοίωσε τα διδάγματα της φιλοσοφίας. Η αλήθεια είναι ότι οφείλουμε να φιλοσοφούμε. Εφόσον είμαστε όλοι περαστικοί από αυτόν τον κόσμο, τουλάχιστον ας “φύγουμε” έχοντάς τον καταλάβει όσο το δυνατόν καλύτερα. Δηλαδή, όταν ο Γιάννης Πάριος λέει: “Άνθρωπε φιλοσόφησε” επειδή δεν ξέρεις την ώρα που θα φύγεις από τη ζωή, εννοεί να σκεφτούμε καλύτερα ποιοι είμαστε, τι είναι η ζωή και ο θάνατος.
Πρέπει να ζήσουμε μια πιο πνευματική ζωή από αυτή τη διεκπεραιωτική που επιλέξαμε ή παρασυρθήκαμε να ζούμε. Αυτό το κατάλαβε και ο Lou Reed. Σε ένα ωραίο τραγούδι του από το 1989, το Dime Store Mystery, ο Reed μιλάει για την ανθρώπινη πνευματικότητα, που όλο και περισσότερο τίθεται στο περιθώριο. Επηρεασμένος από τον τότε πρόσφατο θάνατο του Andy Warhol και έχοντας παρακολουθήσει τον Τελευταίο Πειρασμό του Σκορτσέζε (μεταφορά στο σινεμά του βιβλίου του Νίκου Καζαντζάκη), ο Lou γράφει στίχους όπως: “I wish I hadn't thrown away my time / on so much Human and so much less Divine”. Σε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξή του στο Rolling Stone εκείνη την περίοδο, δηλώνει με υπερηφάνεια ότι οι στίχοι αυτοί είναι από τους καλύτερους που έγραψε στη ζωή του (“I think that that’s one of the most stunning lines that I’ve ever written in my life, and I’m enormously proud of it”). Στο ίδιο τραγούδι ο Reed μνημονεύει –όχι τυχαία– τον Descartes και τον Hegel.
Δείτε το, λοιπόν, κι έτσι. Η φιλοσοφία είναι ένα πνευματικό καταφύγιο μακριά από αυτή την πεζή πραγματικότητα. Το λέει και ο Ρασούλης στο Μου είπαν πως σε είδανε με τον Καστοριάδη:
“Μου είπαν πως σε είδανε με τον Καστοριάδη
εσύ να το φιλοσοφείς και 'γω βαθιά στον Άδη.
Και συζητώ με τις ψυχές πού 'να ναι η αγάπη
και για το θέμα ρώτησα τον χάρο τον σατράπη.
Μα αυτό που μου 'πε μου άφησε αγιάτρευτο σημάδι
πως είναι σώα και ευτυχής με τον Καστοριάδη”.
Εδώ, όμως, πρέπει να σταματήσω. Επέλεξα σε αυτό το αφιέρωμα να αναφερθώ σε πολύ βασικά πράγματα. Και τούτο σημαίνει, φυσικά, ότι το θέμα δεν μπορεί να εξαντλείται εδώ. Αλλά πιστεύω τουλάχιστον να έδωσα ένα στίγμα και τώρα δεν έχω τίποτα περισσότερο να πω. Και καθόσον η ζωή συνεχίζει να δημιουργεί νέες μορφές σκέψης και μουσικής, δεν μπορούμε να εμποδίσουμε κανέναν να υποστηρίξει ότι όλα αυτά που είπαμε ήταν απλώς διευκρινίσεις και εν τέλει στερούνται νοήματος. Ωστόσο, εμείς, αφού συμφωνήσουμε, θα απαντήσουμε πως ό,τι είπαμε μας βοήθησε να πάμε πιο πέρα. Ή, όπως έγραψε και ο Wittgenstein, “πετάξαμε μακριά τη σκάλα, αφού πρώτα ανεβήκαμε με αυτή”.
Κλικ εδώ για το Μέρος Α΄: Η αρχαιότητα
Κλικ εδώ για το Μέρος B΄: Νεότεροι χρόνοι