Φιλοσοφία μετά Μουσικής
Από τον Καρτέσιο και τον Καντ έως τον Μαρξ και τον Νίτσε μας πηγαίνει στο δεύτερο μέρος του τριλογιακού του μουσικού οδοιπορικού ο Δημήτρης Κοργιαλάς
“It is said that ‘I think, therefore I am’ / Are we really thinking?”
Στο Α΄ μέρος αυτού του αφιερώματος κλείσαμε το κεφάλαιο της αρχαιότητας μιλώντας για την Ελληνιστική εποχή και τη διαμάχη ανάμεσα σε Επικούρειους και Στωικούς. Ούτε οι μεν ούτε οι δε αμφέβαλαν ποτέ για την ορθότητα του δόγματός τους, μέχρι να αναδυθεί ένα τρίτο φιλοσοφικό ρεύμα την ίδια περίοδο: οι Σκεπτικοί. Αρχικά με τον Πύρρωνα από την Ηλεία κι έπειτα στην πλατωνική Ακαδημία με τον Αρκεσίλαο και τον Καρνεάδη, οι Σκεπτικοί ισχυρίζονταν ότι η βέβαιη γνώση είναι αδύνατο να αποκτηθεί. Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί, διότι είναι άλλο να λες: “Είναι αδύνατο να αποκτήσω τη γνώση” και άλλο: “Αμφιβάλλω για τη γνώση μου”. Το πρώτο το υποστήριξαν οι Σκεπτικοί, το δεύτερο πολλούς αιώνες αργότερα ο René Descartes (Ρενέ Ντεκάρτ).
Ζητώντας να καταρρίψει όλες τις γνώσεις που αξίωναν αλήθεια και που στο παρελθόν είχε ανεξέταστα αποδεχθεί, ο Descartes αποφάσισε να αμφιβάλλει γι’ αυτές. Σκοπός του ήταν να εντοπίσει ένα σταθερό σημείο, ένα θεμέλιο για το οποίο θα ήταν αδύνατο να αμφιβάλλει. Ο φιλόσοφος, λοιπόν, αμφιβάλλει για τα πάντα: για τα αντικείμενα του εξωτερικού κόσμου, για το ίδιο το σώμα του και όλα τα άλλα. Για ένα μόνο πράγμα είναι αδύνατον να αμφιβάλλει, για τη σκέψη του, αφού ακόμη και η ίδια η αμφιβολία είναι κάποιου είδους σκέψη. “Είμαι, λοιπόν, ένα σκεπτόμενο πράγμα”, συνειδητοποιεί ο Descartes, “και υπάρχω καθόσον σκέφτομαι”. Μπορείς να το πεις και αλλιώς: “Σκέφτομαι, άρα υπάρχω”.
Ο Descartes χωρίς να το επιδιώξει κατόρθωσε και έφτιαξε μια φράση που μπορούσε να γίνει σλόγκαν. Εμείς σήμερα τη βλέπουμε να αναγράφεται σε τοίχους βιβλιοθηκών ή με σπρέι σε υπόγειους σιδηροδρόμους, να τη χαράσσουν επάνω σε παγκάκια και, φυσικά, τη συναντούμε σε στίχους τραγουδιών. Για παράδειγμα, οι Moody Blues ξεκινούσαν το τέταρτο άλμπουμ τους, το On the Threshold of a Dream, με τη φράση: “I think / I think I am / Therefore I am”. Οι Divine Comedy το 1994 πειράζουν λίγο την καρτεσιανή φράση: “I think, therefore I am a lucky man”. Βέβαια, παίζουν με τις λέξεις, όπως και ο Prince: “I rock, therefore I am”. Αλλά η Dionne Farris στο Reality θέτει ένα πιο φιλοσοφικό ερώτημα: “It is said that "I think, therefore I am" / Are we really thinking?”.
Βρίσκοντας λοιπόν το θεμέλιο που αναζητούσε, ο Descartes θα φθάσει αργότερα να υποστηρίξει ότι το σύνολο της πραγματικότητας εξαντλείται σε δύο υποστάσεις: μια υλική και μια νοητική, οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση μεταξύ τους, είναι αδύνατο να επικοινωνούν. Αυτός είναι ο λεγόμενος καρτεσιανός δυϊσμός. Και από τούτο το σημείο ξεκινούν τα μεγάλα προβλήματα. Διότι αν ο άνθρωπος αποτελείται από δύο υποστάσεις, σώμα και νόηση, τότε πώς αυτές επικοινωνούν μεταξύ τους; Πώς κάτι που είναι άυλο επικοινωνεί με κάτι που είναι υλικό; Πώς μπορούμε να κάνουμε σκέψεις (οι οποίες είναι άυλες) και αυτές να θέτουν το υλικό σώμα μας σε κίνηση; Αιώνες αργότερα οι συμπεριφοριστές είπαν ότι ο δυϊσμός δεν μπορεί να ισχύει και ότι πρέπει να θέσουμε διαφορετικά το ερώτημα. Ειδικότερα, ο Gilbert Ryle (Γκίλμπερτ Ράιλ) το 1949 ισχυρίστηκε ότι όλους τους προηγούμενους αιώνες υπερίσχυσε το “δόγμα του φαντάσματος μέσα στη μηχανή”, ότι δηλαδή το σώμα είναι η μηχανή και ο νους κάτι σαν φάντασμα μέσα σε αυτή. Όμως, δεν μπορούμε να σκεφτόμαστε πια με τέτοιους όρους.
Όταν οι καλλιτέχνες ανακάλυψαν τη φράση του Ryle, σκάρωσαν ένα σωρό τραγούδια. Για παράδειγμα, ακούστε το Chrome Neon Jesus των Teenage Wrist, ή ακόμα το Real or Not του Warren Zevon. Νομίζω πάντως ότι οι περισσότεροι τραγουδοποιοί παίρνουν τη φράση επειδή είναι πιασάρικη και την προσαρμόζουν κατά το δοκούν. Μόνον ο Dustin Kensrue, που είναι ψαγμένος σε αυτά, δίνει στο There's Something Dark Inside of Me τη σωστή ερμηνεία (δεν ήταν δα και τόσο δύσκολο): “There's something dark inside of me / There is a ghost in this machine”. Ο Kensrue είναι βασικός στιχουργός και τραγουδιστής των Thrice γράφοντας και μαζί τους παρόμοιους στίχους. Παλιότερα, το 2007, είχε γράψει το Digital Sea με αναφορά στον Descartes: “And the ghost of Descartes screams again in the dark: / "Oh, how could I have been so wrong?"”. Όλα αυτά δεν έχουν μεγάλη σημασία τώρα. Το σημαντικό είναι ότι με τον Descartes η σκέψη θα έχει στο εξής τα πρωτεία, αυτή καλείται να κατασκευάσει από την αρχή τον κόσμο στη νεότερη εποχή, να τον επανερμηνεύσει. Οι αισθήσεις μάς εξαπατούν και δεν είναι αξιόπιστες, μόνο η νόηση μπορεί να βρει την αλήθεια.
Υπάρχει μια τριάδα ορθολογιστών φιλοσόφων, που συχνά μελετώνται μαζί για διάφορους λόγους: είναι οι Descartes, Spinoza και Leibniz. Θα περίμενε κανείς να υπάρχουν περισσότερες μουσικές αναφορές στον Spinoza, επειδή πραγματικά ήταν ένας φιλόσοφος μπροστά από την εποχή του σε πολλά ζητήματα. Το οργανικό Spinoza was a Soul Garagist του Pascal Comelade δεν είναι αρκετό. Αλλά ύστερα σκέφτεσαι ότι ίσως πολλούς αναγνώστες να δυσκολεύει ο τρόπος που ο Spinoza έγραψε το βασικό του έργο, την Ηθική. Είναι ένα βιβλίο γεμάτο με προτάσεις, αξιώματα και άλλα μαθηματικά εργαλεία, επειδή ο σκοπός του συγκεκριμένου φιλοσόφου είναι να φθάνει κάθε φορά σε απόδειξη. Και, μάλιστα, όταν καταλήγει σε ένα λογικό συμπέρασμα, γράφει το ευκλείδειο “όπερ έδει δείξαι” (που σημαίνει: “αυτό ακριβώς που έπρεπε να αποδειχθεί”).
Οι Descartes, Spinoza και Leibniz, πέραν όλων των άλλων, έθεσαν ζητήματα και για τον Θεό. Ο πρώτος μάς έδωσε δύο αποδείξεις για την ύπαρξη του Θεού, ο δεύτερος προσπάθησε να δείξει ότι ο Θεός δεν είναι κάτι υπερβατικό, δεν μπορεί να είναι πέραν του κόσμου τούτου, και ο τρίτος θέλησε να αθωώσει τον Θεό. Και δικαιολογημένα θα ρωτήσετε: “Να αθωώσει τον Θεό από ποια κατηγορία;”. Πρόκειται εδώ για το ζήτημα της θεοδικίας, δηλαδή δικάζουμε τον Θεό, τον καλούμε να απολογηθεί για το κακό που υπάρχει σε αυτόν τον κόσμο. Πώς είναι δυνατόν ένα ον παντοδύναμο και πανάγαθο να δημιουργήσει έναν κόσμο στον οποίο βασιλεύει το κακό; Αυτή είναι η ερώτησή μας προς τον Θεό.
Το ερώτημα, βεβαίως, είναι πολύ παλιό και σχεδόν πάντα οι άνθρωποι, όποτε το έθεσαν, κατέληξαν να αθωώνουν τον Θεό και να κατηγορούν τους εαυτούς τους. Το ίδιο κάνει και ο Leibniz (Λάιμπνιτς): οι άνθρωποι είναι αυτοί που έχουν την ευθύνη, καθότι είναι ελεύθεροι, άρα πράττουν ελεύθερα και άλλα τέτοια. Ο δε Θεός επέλεξε τον καλύτερο δυνατό κόσμο. Και υπάρχει σε αυτό, βέβαια, μια αισιοδοξία, σαν εκείνη που βγαίνει από τους στίχους του Deft Left Hand των Babyshambles: “Don't despair, don't dismay, dry your tears / Everything is for the best in the best of all possible worlds”.
Πράγματι αποτελεί έκπληξη το πώς διάφορα pop συγκροτήματα μπολιάζουν τους στίχους τους με τόσο “βαριές” φιλοσοφικές θεωρίες, αλλά και πώς αυτές οι θεωρίες μπορούν και συμμορφώνονται. Η pop είναι το μεγάλο χωνευτήρι των αιώνων. Οι Βρετανοί ABC έκαναν πάταγο το 1982 με το πρώτο τους άλμπουμ, το The Lexicon of Love. Τρία χρόνια αργότερα τολμούν στο αρκετά συμπαθητικό Fear of the World να θίξουν το ζήτημα της θεοδικίας μαζί με την απάντηση ότι τούτος ο κόσμος είναι ο καλύτερος δυνατός: “There's so much panic in this world / But we are living in the best οf all possible worlds”. Το ομορφότερο από όλα, όμως, είναι το Best of all Possible Worlds του Roger Miller από το μακρινό 1969, ένα country jail song με σκωπτικούς στίχους που έχει γράψει ο Kris Kristofferson.
Η νέα εποχή στην ιστορία της φιλοσοφικής σκέψης εγκαινιάζεται, λοιπόν, με τον Descartes. Είναι περίπου τότε που αρχίζουν να τίθενται τα πολιτικο-κοινωνικά ερωτήματα για το πώς φτιάχτηκαν οι ανθρώπινες κοινωνίες, πώς οι άνθρωποι εγκατέλειψαν τη λεγόμενη φυσική κατάσταση και δημιούργησαν πολιτική κοινωνία. Κάπως έτσι εισάγονται σιγά σιγά οι θεωρίες του κοινωνικού συμβολαίου. Ο Descartes πέθανε το 1650 και την επόμενη χρονιά δημοσιεύεται το Leviathan του Thomas Hobbes (Τόμας Χόμπς), ένα από τα πιο πολυσυζητημένα βιβλία στην πολιτική φιλοσοφία. Οι Manic Street Preachers έχουν ένα τραγούδι με τον τίτλο Leviathan μέσα στη VA συλλογή Help! A Day In The Life του 2005. Το κομμάτι των Manics είναι πολιτικό, αλλά ένας ανυποψίαστος ακροατής ίσως δεν κατανοεί στίχους ειρωνικούς όπως: “Leviathan, yeah we all want one” ή “Leviathan, I am your son”. Τι στο καλό είναι πάλι τούτο;
Μέσα στις σελίδες του βιβλίου του ο Hobbes υποστηρίζει ότι στη φυσική κατάσταση -δηλαδή στην κατάσταση όπου οι άνθρωποι βρίσκονται ακόμα στη φύση και δεν έχουν δημιουργήσει πολιτικές κοινωνίες- η βία και οι δολοφονίες είναι στην ημερήσια διάταξη, επειδή ο άνθρωπος είναι εγωιστής, έχει μια έμφυτη επιθετικότητα και πολύ εύκολα γίνεται λύκος του ανθρώπου (homo homini lupus). Αν ήθελαν οι άνθρωποι να σώσουν τους εαυτούς τους, θα έπρεπε να εγκαταλείψουν τη φυσική ζωή, να κάνουν τη μετάβαση προς μια άλλη κατάσταση. Σε αυτή τη νέα πραγματικότητα συνάπτουν μια συμφωνία μεταξύ τους, με την οποία δέχονται να παραχωρήσουν μέρος της ελευθερία τους σε κάποιον τρίτο (στο κράτος ή σε έναν κυρίαρχο ηγεμόνα), ώστε να αποτρέψουν τον αφανισμό τους. Αντιλαμβάνεστε ότι επειδή η μετάβαση στην πολιτική κοινωνία έγινε εξαιτίας του φόβου του θανάτου, το κράτος αυτό θα πρέπει να συγκεντρώνει απεριόριστη δύναμη για να μπορεί να επιβάλλει την ασφάλεια και την πειθαρχία. Για αυτόν τον λόγο ο Hobbes το ονομάζει Leviathan (όνομα που δανείζεται από εκείνο το τρομακτικό κήτος που αναφέρεται δυο-τρεις φορές στην Παλαιά Διαθήκη). Σε τέτοιες συνθήκες η απόλυτη υπακοή είναι αναγκαία. Μια υποψία ανυπακοής ή κάποιου τύπου εξέγερση, δηλαδή η οποιαδήποτε απόπειρα διάλυσης αυτής της πολιτικής κοινωνίας, θα μας γυρνούσε πίσω στη φυσική κατάσταση. Και όλοι γνωρίζουμε ότι τούτη είναι ένα χάος, μια εμπόλεμη κατάσταση που βασιλεύουν η βία και ο θάνατος. Οι Manic Street Preachers στο τραγούδι τους καταγγέλλουν αυτή την άνευ όρων υπακοή, τη συντηρητική άποψη ότι ακόμα και μια απολύτως ανελεύθερη κοινωνία είναι προτιμότερη από την έλλειψη νόμου. Πολλοί άνθρωποι γύρω μας έχουν κρυμμένο έναν μικρό Hobbes μέσα τους χωρίς να το γνωρίζουν, πολλοί επιθυμούν ένα κράτος-Leviathan: πειθαρχία, τάξη και ασφάλεια στο έπακρο.
Το βιβλίο ήταν ένα σκάνδαλο. Διότι ενώ οι θεωρίες του κοινωνικού συμβολαίου αποτελούσαν πάντα δεξαμενή επιχειρημάτων εναντίον της απολυταρχικής μοναρχίας, ο Hobbes, χωρίς να παραβιάζει κάποια αρχή της νεωτερικότητας και χρησιμοποιώντας τα πιο μοντέρνα θεωρητικά υλικά που είχε στη διάθεσή του, έδειξε ότι μια θεωρία του κοινωνικού συμβολαίου οδηγεί κατ’ ανάγκην στην ανελευθερία. Αντιλαμβάνεστε ότι κάτι τέτοιο τίναζε στον αέρα το πρόγραμμα της νέας εποχής. Γι’ αυτό και οι σύγχρονοί του ή οι μετέπειτα στοχαστές στα κείμενά τους βάλθηκαν να απαντούν διαρκώς στον “κύριο Hobbes”. Ο ίδιος ο Hobbes θεμελίωσε τη μετάβαση στην πολιτική κοινωνία επάνω στον φόβο του θανάτου. Από την άλλη, ο John Locke (Τζον Λοκ) θεμελίωσε την ίδια μετάβαση επάνω στην ανάγκη διατήρησης της ιδιοκτησίας. Και μιλώντας ο Locke για ιδιοκτησία, εξηγούσε ότι εννοούσε τη ζωή, το πρόσωπο, την περιουσία και την ελευθερία του καθενός – όλα μαζί. Δίκαια θεωρείται ο “Πατέρας” του Φιλελευθερισμού. Όμως, τον όρο “Κοινωνικό Συμβόλαιο” -δείτε ότι οι David Byrne και Brian Eno μιλούν για “social contract” στο Everything That Happens- τον εισήγαγε ο Jean-Jacques Rousseau (Ζαν-Ζακ Ρουσσώ).
Όποιος παρακολουθεί την Ιστορία της Φιλοσοφίας, θα έχει καταλάβει ότι μιλάμε εδώ για μια εποχή όπου έρχεται στην επιφάνεια το άτομο. Είναι το άτομο που μόνο του θα γνωρίσει, το άτομο που θα ωφεληθεί, το άτομο που θα προστατευθεί κ.ο.κ. Είναι η εποχή της νεωτερικότητας, βασικό χαρακτηριστικό της οποίας είναι η αρχή της υποκειμενικότητας: το ανθρώπινο υποκείμενο θα θεωρεί αληθές ως προς τη γνώση και ορθό ως προς την πράξη ό,τι υποβάλλεται με επιτυχία στον κριτικό έλεγχο του Λόγου του. Κάθε αυθεντία καταρρέει, κάθε ιερό βιβλίο δεν είναι πλέον πιστευτό, παύουμε στο εξής να ερμηνεύουμε τον κόσμο με αναφορά στον Θεό. Ως αλήθεια δεν θα θεωρείται ό,τι μας έχει παραδοθεί (αυτό δεν έλεγε και ο Descartes;), αλλά θα λάμβάνουμε ως έγκυρο αυτό που θα περνάει επιτυχώς από την κριτική εξέταση του Λόγου μας. Εκφράζεται πλέον μια εμπιστοσύνη στον ίδιο τον άνθρωπο και τις ικανότητές του, σε κάθε άνθρωπο ξεχωριστά, επειδή ακριβώς διαθέτει Λόγο και είναι ον ορθολογικό. Ο κάθε άνθρωπος τώρα αποκτά απόλυτη αξία.
Την αποκορύφωση αυτού του σκεπτικού τη βρίσκουμε στον Immanuel Kant (Ιμμάνουελ Καντ), έναν από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους στην ιστορία. Απογοητεύεσαι, όμως, αν προσπαθήσεις να διαβάσεις κείμενά του, επειδή είναι πολύ δύσκολος και χρειάζεσαι είτε διδασκαλία είτε βοηθητικά εγχειρίδια. Ο Kant γράφει στρυφνά και ο αναγνώστης πολλές φορές έχει την αίσθηση ότι τούτος ο Γερμανός φιλόσοφος κάνει τα εύκολα δύσκολα. Λόγω της μεγάλης δυσκολίας των κειμένων του οι φοιτητές φιλοσοφίας συχνά νιώθουν θύματα βασανισμού και για να ελαφρύνουν κάπως την κατάσταση έχουν επινοήσει πολλές φράσεις και memes που παίζουν με το επώνυμο του φιλοσόφου. Για παράδειγμα, συχνά αντικαθιστούν το “can’t” με το “kant”. Έτσι, ο καθένας μπορεί να γκουγκλάρει και να βρει φράσεις όπως: “Oh no, I Kant” ή “I want to stop philosophizing, but I Kant” και άλλες πολλές. Οι πιο πονηροί, βέβαια, όποτε θέλουν ακούν και τη λέξη “cunt”. Γι’ αυτό και ο τραγουδιστής των Sparks στο Hasta Mañana Monsieur σοκάρεται όταν η αγαπημένη του αναφέρει κάποια στιγμή τον φιλόσοφο: “You mentioned Kant and I was shocked / You know, where I come from, none of the girls have such foul tongues”.
Τα έργα του Kant είναι πολλά και μεγάλης σπουδαιότητας για την ανθρώπινη σκέψη. Ο Γερμανός φιλόσοφος μελέτησε τους όρους με τους οποίους σκεφτόμαστε, έδειξε τα όρια της σκέψης μας, πώς γνωρίζουμε, ποια πράγματα γνωρίζουμε, πότε πρέπει να παραιτηθούμε από οποιαδήποτε αξίωση της γνώσης. Επίσης, μελέτησε τις προϋποθέσεις της πράξης μας, πότε μια πράξη είναι αγαθή, πότε κακή και τι ρόλο παίζει ο Λόγος σε όλα αυτά. Τη λέξη “Λόγος” δεν την ανέφερα τυχαία, αφού τρία από τα κυριότερα έργα του Kant την έχουν στον τίτλο τους (Κριτική του Καθαρού Λόγου, Κριτική του Πρακτικού Λόγου και Η θρησκεία στα όρια του Λόγου και μόνον). Όταν, λοιπόν, οι Scritti Politti στο Boom! There She Was λένε: “I got a reason girl was Immanuel Kant's and I like it”, είμαστε σε θέση τώρα να καταλάβουμε τι εννοούν βάζοντας στον ίδιο στίχο τον Kant και τη λέξη “reason” (λόγος).
Οι μουσικόφιλοι στην Ελλάδα μπορούν να κάνουν συσχετισμούς με τον Kant, επειδή μία από τις μακροβιότερες μπάντες είναι οι Ding An Sich. Το όνομά τους είναι τεχνικός όρος της καντιανής θεωρίας και σημαίνει “πράγμα καθαυτό”, δηλαδή το πράγμα όπως υπάρχει έξω από την υποκειμενική εποπτεία μας και το οποίο παραμένει για μας άγνωστο. Με δυο λόγια, δεν μπορούμε να γνωρίσουμε τα αντικείμενα του κόσμου όπως πραγματικά είναι, επειδή αναπόφευκτα εμπλεκόμαστε στη συγκρότησή τους. Η γνώση μας των αντικειμένων δεν συνίσταται απλώς και μόνο σε μια παθητική πρόσληψη, αλλά η υποκειμενική συνείδησή μας συνεισφέρει στη σύνθεση του αντικειμενικού κόσμου. Μπορούμε να πούμε ότι τα αντικείμενα συμμορφώνονται στον τρόπο με τον οποίο είμαστε κατασκευασμένοι, στους όρους της δυνατότητάς μας να τα γνωρίσουμε. Άρα, δεν τα γνωρίζουμε ποτέ όπως πραγματικά είναι, παραμένουν για μας πάντα άγνωστα. Το μόνο που γνωρίζουμε είναι φαινόμενα.
Όλα αυτά είναι ζητήματα γνωσιολογικά. Στους περισσότερους ο Kant είναι γνωστός για το κομμάτι της Ηθικής, ιδιαίτερα για την περίφημη Κατηγορική Προσταγή, μια πρόταση-κανόνας που λειτουργεί ως κριτήριο της αγαθής πράξης. Την αμφισβήτησε, όμως, ο Hegel (Χέγκελ), ο στοχαστής που έχει καταγραφεί σε πολλές συνειδήσεις ως ο φιλόσοφος της Ιστορίας. Φυσικά, ο Hegel δεν είναι μόνο αυτό, υπήρξε ένας σπουδαίος (αλλά και δυσανάγνωστος) φιλόσοφος. Ωστόσο, καταλαβαίνω ότι η φιλοσοφία του για την Ιστορία είναι ένα από τα πιο ελκυστικά σημεία του φιλοσοφικού του συστήματος.
Με λίγα λόγια, για τον Hegel η αλήθεια δεν είναι κάτι μεμονωμένο, αλλά μια διαρκής κίνηση προς τη γνώση. Και τούτο επειδή η σκέψη έχει πάντοτε μια δυναμική, δεν μένει ποτέ στάσιμη. Αυτό που σε μας εμφανίζεται ως διαρκής κίνηση της γνώσης, στην πραγματικότητα είναι κάτι ενιαίο με εσωτερική κίνηση. Ο Hegel αυτό το ονομάζει Απόλυτο Πνεύμα.
Για τον Hegel η παγκόσμια ιστορία δεν είναι απλώς και μόνο μία χρονολόγηση των περασμένων γεγονότων, αλλά οι διαφορετικές οριοθετημένες χρονικές περίοδοι εκφράζουν κάθε φορά μια όψη του Απόλυτου Πνεύματος, μία “φωτογραφία” της στιγμής, μία μόνο από τις διαδοχικές μορφές αυτοσυνειδησίας του Πνεύματος σε αυτή τη διαρκή κίνησή του προς τη γνώση και την ελευθερία. Αυτό που κάνει μια ιστορική περίοδο να διακρίνεται από τις άλλες είναι ότι το Πνεύμα εκδηλώνεται σε αυτή διαφορετικά από ότι σε εκείνες. Επομένως, η παγκόσμια ιστορία είναι μια πορεία που διανύει το Πνεύμα προς την αυτοσυνειδησία του, είναι πρόοδος στη συνείδηση της ελευθερίας. Κάθε ιστορική εποχή προωθεί τη συνείδηση λίγο παραπέρα.
Αν, όμως, ο Hegel χώριζε τις περιόδους της ιστορίας με βάση ένα ιδεαλιστικό κριτήριο (το Απόλυτο Πνεύμα), ο Karl Marx (Καρλ Μαρξ) τη χώριζε με βάση ένα υλιστικό κριτήριο (τον τρόπο παραγωγής). Θα λέγαμε ότι ο Marx αντέστρεψε την αντίληψη του Hegel για την ιστορία, έβαλε τα πράγματα στη σωστή τους θέση, στήριξε στα πόδια του “αυτό που στον Hegel βάδιζε με το κεφάλι κάτω”. Σε τούτη την αντιστροφή αναφέρονται οι Kiss The Anus Of A Black Cat με εκείνο το single του 2007, το Turning Hegel on his Head.
Το σημαντικό στη σχέση Hegel και Marx είναι ότι ο δεύτερος κληρονομεί από τον πρώτο βασικές ιδέες, μέθοδο κατανόησης και κριτικής της μοντέρνας αστικής κοινωνίας. Στην εποχή του Marx οι εγελιανοί χωρίζονταν σε δύο κατηγορίες: στους παλαιούς ή δεξιούς εγελιανούς (αυτοί ήταν συντηρητικοί) και τους νεαρούς ή αριστερούς εγελιανούς (αυτοί ήταν προοδευτικοί). Καταλαβαίνετε ότι ο Marx ανήκε στη δεύτερη κατηγορία. Από αυτούς πήραν το όνομά τους οι Βρετανοί Young Hegelians, αλλά και ένα project που έπαιξε το 1980 στο CBGB της Νέας Υόρκης.
Το μεγάλο έργο του Marx, το έργο ζωής του, ήταν Το Κεφάλαιο. Αλλά πιο σημαντικός από τον τίτλο ήταν ο υπότιτλος: Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας. Το αντικείμενο της Πολιτικής Οικονομίας ήταν η λειτουργία της μοντέρνας καπιταλιστικής κοινωνίας και οικονομίας. Ο Marx είχε στη διάθεσή του όλες τις εργασίες των πολιτικών οικονομολόγων (Adam Smith, David Ricardo κ.α.), στις οποίες διατυπώνονται απόψεις που νομιμοποιούν την καπιταλιστική οικονομία ως την ανώτερη μορφή οργάνωσης της οικονομίας που έχει υπάρξει ποτέ. Έτσι, αφιερώνει όλη του τη ζωή (από το 1844 έως τον θάνατό του το 1883), ώστε να δείξει ότι ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής βασίζεται στην εκμετάλλευση του εργαζόμενου από τον κεφαλαιοκράτη. Είναι η λεγόμενη εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο.
Για όλα αυτά μίλησαν οι Red Shadow, οι οποίοι αυτοσυστήνονταν ως “η πιο μορφωμένη μπάντα στον κόσμο”. Και πώς όχι, αφού και τα τρία μέλη τους είχαν διδακτορικό στα οικονομικά και ήταν ριζοσπάστες αριστεροί. Κυκλοφόρησαν δύο δίσκους το 1975 και το 1978, στους οποίους παρωδούσαν άλλα γκρουπ και εξέθεταν οικονομικές θεωρίες (ακούστε το Stagflation). Στο Understanding Marx ο τραγουδιστής περιγράφει την πρώτη του επαφή με τα κείμενα του φιλοσόφου, όταν η μητέρα του τού δίνει να διαβάσει το Κεφάλαιο. Και τότε έλαμψε η συνείδηση: “And I read that book, and now I've come to realise: That as long as I have to sell my labour power to the Boss, I work for his profit - and not for myself and my fellow humankind”. Αργότερα ένας επιστάτης στη δουλειά τού δίνει να διαβάσει το Κράτος και Επανάσταση του Lenin. Και ο αφηγητής συνειδητοποιεί μια δεύτερη αλήθεια: “As long as you sell yourself, you cannot be yourself”. Εδώ μιλάμε πλέον για τη μαρξική θεωρία της αλλοτρίωσης. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία (που ο νεαρός Marx εκθέτει στα χειρόγραφα του 1844) ο εργάτης που δεν είναι κάτοχος ιδιοκτησίας εξαναγκάζεται να πουλήσει την εργατική του δύναμη, ώστε να επιβιώσει. Μπαίνει έτσι σε μια διαδικασία που οδηγεί στην πλήρη αλλοτρίωση από τον εαυτό του. Ως μισθωτός εξαναγκάζεται να μετατρέψει την ικανότητά του για εργασία σε εμπόρευμα. Με δυο λόγια, αρχικά ο εργάτης αλλοτριώνεται από τη φύση (αφού δεν είναι κάτοχος ιδιοκτησίας), ύστερα από τους άλλους ανθρώπους (λόγω ανταγωνισμού) και τέλος από τον ίδιο τον εαυτό του (αφού αρνείται την ελευθερία του).
Η κριτική που έκανε ο Marx στον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής ενέπνευσε δισεκατομμύρια ανθρώπους στον πλανήτη και συνεχίζει να εμπνέει πολλούς νέους ακόμα και τούτη την εποχή (“Poor students dream of Marx!”, φωνάζουν οι Cats on Fire το 2010). Είναι το γεγονός ότι χαρίζει μια επαναστατικότητα στη δραστηριότητά σου. Οι Belle & Sebastian στο Marx and Engels μιλούν για ένα κορίτσι που θέλει να μείνει για λίγο μόνο του με τον Marx και τον Engels, ώστε να βρει τον επαναστατικό εαυτό του.
Καμιά φορά, βέβαια, συναντάς έναν ελιτισμό στους φορείς τέτοιων ιδεών, ο οποίος προκύπτει από την ιδεολογική ορθοδοξία, από τη βεβαιότητά τους ότι κατέχουν την απόλυτη αλήθεια. Είναι η στιγμή που η ιδεολογία μετατρέπεται σε άκαμπτο δόγμα. Το χειρότερο, όμως, είναι η ψευδαίσθηση που έχει κανείς ότι είναι “καθαρός”, ενώ στην πραγματικότητα έχει πλήρως αφομοιωθεί από τον καπιταλιστικό τρόπο ζωής. Αυτό καταγγέλλει ο Μητσιάς στο “Κουβέντες για τον Μαρξ”, όταν λέει: “Έχεις μια σκέψη τραβεστί σ’ ένα μυαλό σοσιαλιστή / όλο ιδέες, μα στην πράξη ανήκεις πια στη νέα τάξη”.
Ο ίδιος ο Marx είχε αρνηθεί να δώσει κατευθύνσεις (“Δεν γράφω συνταγές για τα μαγειρεία του μέλλοντος”) και εξέφρασε τη σιγουριά ότι “οι άνθρωποι στο τέλος θα βρουν τη λύση”. Ωστόσο, φαίνεται ότι αυτή η λύση είναι ακόμη αρκετά μακριά, η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο δεν έχει σταματήσει. Ο Randy Newman έγραψε στο τέλος του προηγούμενου αιώνα το The World Isn't Fair, στο οποίο εξιστορεί το πώς οι αγαθές προθέσεις του φιλοσόφου διαστρεβλώθηκαν και έγιναν όργανο άσκησης σκληρής εξουσίας: “If Marx were living today / He'd be rolling around in his grave”. Δίνεται η εντύπωση ότι δεν θα υπάρξει ποτέ δικαιοσύνη: “Oh Karl, the world isn't fair / It isn't and never will be”. Οι άνθρωποι δεν θα είναι ποτέ ίσοι σε τούτον τον κόσμο.
Από την άλλη, ο Nietzsche (Φρίντριχ Νίτσε) θα χαιρόταν με αυτό, επειδή τον απωθούσε η ισότητα. Ίσως διότι, σε αντίθεση με τον Marx, πίστευε ότι η ισότητα είναι κάτι που μπορεί να τους παρασύρει όλους προς τα κάτω. Γενικότερα, πάντως, ο Nietzsche μισεί οποιαδήποτε εξισωτική θεωρία (δημοκρατία, χριστιανισμό, κομμουνισμό κλπ), αλλά παραμένει ένας από τους πιο αγαπημένους φιλοσόφους των νέων. Συγκλονιστικός γραφιάς, οξύνους, εμπνευσμένος άνθρωπος και αντιχριστιανός. Ωστόσο, μια από τις πιο γνωστές φράσεις του: “Ο Θεός είναι νεκρός”, έχει παρεξηγηθεί. Με τούτο δεν εννοεί ότι “σκοτώσαμε” τον Θεό και μπράβο μας, αλλά μάλλον διαπιστώνει το γεγονός και προβληματίζεται. Η φράση αυτή του Nietzsche κάνει τον γύρο στη μουσική βιομηχανία. Είπε ότι ο Θεός είναι νεκρός και θα μείνει νεκρός και κάποιοι, όπως οι Dandy Warhols, πανηγυρίζουν με αυτή τη δήλωση: “I want a god who stays dead”. Στην ίδια φράση αναφέρονται και οι Black Sabbath με το God is Dead?, αλλά δεν φαίνεται να δίνουν τη σωστή ερμηνεία. Και οι Manic Street Preachers στο 1985 λένε: “So God is dead, like Nietzsche said / Superstition is all we have left”. Ούτε οι Nine Inch Nails στο Heresy ξεφεύγουν από αυτό το μοτίβο: “God is dead and no one cares / If there is a hell, I'll see you there”. Φαίνεται ότι όλοι προσαρμόζουν τη φράση στους δικούς τους σκοπούς.
Πληροφοριακά, πάντως, ο Διαφωτισμός ήταν που “σκότωσε” τον Θεό και ο Nietzsche το καταγγέλλει επειδή είναι αντιδιαφωτιστής. Γι’ αυτό μισεί και τον Kant (που είναι μέγας διαφωτιστής). Μάλιστα, κάπου μέσα στο βιβλίο του Ο Αντίχριστος, ο Nietzsche χαρακτηρίζει τον Kant "καταστροφική αράχνη" και του είναι ανεξήγητο πώς αυτός ο άνθρωπος υπήρξε σύγχρονος του Γκαίτε. Οι Έλληνες Ding An Sich έρχονται να γεφυρώσουν, έστω μουσικά, το χάσμα μεταξύ των δύο φιλοσόφων. Όπως είπα παραπάνω, το όνομά τους είναι τεχνικός όρος του Kant, αλλά ο τίτλος του πρώτου άλμπουμ τους είναι The Wanderer And His Shadow, που βγαίνει απευθείας από τα νιτσεϊκά κείμενα και που στις ελληνικές μεταφράσεις θα το βρείτε ως Ο Ταξιδιώτης και η Σκιά του.
Οι περισσότεροι στην Ελλάδα σιγοτραγουδούν τον Nietzsche μέσω του Νίκου Πορτοκάλογλου: “Ό,τι δεν σε σκοτώνει, σε κάνει πιο δυνατό”. Και φαίνεται ότι αυτή η νιτσεϊκή φράση κάνει γενικώς θραύση στη μουσική βιομηχανία. Ο Kanye West ξεκινάει το Stronger λέγοντας: “Now that don't kill me, can only make me stronger”. Και η Kelly Clarkson στο δικό της Stronger (τυχαίος ο τίτλος;) λέει κάπου: “You try to break me, but you see what doesn't kill you makes you stronger”. Βλέπετε με τι συχνότητα αναπαράγεται η φράση. Δεν θέλω καν να φανταστώ τι θα συμβεί όταν οι στιχουργοί ανακαλύψουν μια άλλη, ακόμα καλύτερη φράση του Νίτσε: “Δεν είμαι άνθρωπος, είμαι δυναμίτης”.
Οι έφηβοι διαβάζουν φανατικά το Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα (παλιότερα το λέγαμε Τάδε έφη Ζαρατούστρα). Και εγώ αυτό διάβασα πρώτα από Nietzsche. Είναι ένα βιβλίο ικανό να πυρπολήσει το μυαλό σου. Λόγω αυτού ο Richard Strauss συνέθεσε το Also Sprach Zaratustra, με το οποίο o Eumir Deodato σημείωσε τεράστια επιτυχία όταν το έκανε funk το 1973. Σε αυτό το βιβλίο ο Nietzsche αναλύει, μέσα σε άλλα, και την ιδέα του “Υπερανθρώπου”. Στα γερμανικά ο όρος είναι “Übermensch” και στα αγγλικά “Superman”. Αντιλαμβάνεστε ότι το “Superman” προκαλεί γέλιο, γι’ αυτό και στη βιβλιογραφία διακινείται επίσης ο όρος “Overman”, τον οποίο και εγκρίνω. Το βρίσκεις, όμως, και αλλιώς. Π.χ. ο David Bowie στο Oh! You Pretty Things λέει: “You gotta make way for the Homo Superior”. Στην πραγματικότητα ο Υπεράνθρωπος δεν είναι ένα άλλο, βιολογικά πιο εξελιγμένο είδος ανθρώπου. Είναι απλώς ένας νέος ανθρωπότυπος και αντιτίθεται σε αυτό που ο Nietzsche στον Ζαρατούστρα περιγράφει ως “Τελευταίο Άνθρωπο”. Οι Orange Goblin στο δικό τους Übermensch τον περιγράφουν κάπως πιο επιρρεπή στο αλκοόλ από όσο φαντάστηκε ο Γερμανός φιλόσοφος.
Είναι πολλοί οι καλλιτέχνες που αναφέρονται στον Nietzsche. Ο Bob Dylan στο Joey λέει: “He did ten years in Attica, reading Nietzsche and Wilhelm Reich”, και οι All About Eve στο More Than the Blues: “Are you reading fortunes / Or just reading Nietzsche?”. Αυτά τα επισημαίνω διότι έτσι φαίνεται η απήχηση που έχει ο συγκεκριμένος φιλόσοφος. Για παράδειγμα, οι Doors έχουν στίχους γεμάτους με νιτσεϊκή σκέψη, περισσότερο όμως από την πρώιμη εποχή του φιλοσόφου, όταν έγραφε τη Γέννηση της Τραγωδίας. Η περίπτωση των Doors και η σχέση τους με τον Nietzsche έχει πολύ ψωμί, που μάλλον δεν θα έφτανε ένα άρθρο για να την αναλύσει κανείς. Γι’ αυτό, αφήστε το για άλλη φορά και ακούστε το 25λεπτο ηλεκτρονικό cosmic Friedrich Nietzsche του γίγαντα Klaus Schulze, έστω κι αν δεν έχει στίχους. Και μην τρομάξετε με το απόκοσμο Will to Power των Gorgoroth, αν και η έννοια “Θέληση για Δύναμη” τρομάζει από μόνη της και είναι από τις πιο ύποπτες του φιλοσόφου. Ο Nietzsche κατηγορήθηκε ότι αποτέλεσε έμπνευση για το ναζιστικό καθεστώς. Η αδελφή του Ελίζαμπετ παραποίησε τα γραπτά του και τα έκανε πιο προσιτά στο αφήγημα των Ναζί. Όταν το 1934 ο ίδιος ο Αδόλφος Χίτλερ επισκέφθηκε τα "Αρχεία Νίτσε" (Nietzsche-Archiv), η ογδονταοκτάχρονη Ελίζαμπετ τον υποδέχθηκε με απεριόριστη χαρά στην πόρτα του κτιρίου και αργότερα του δώρισε μερικά προσωπικά αντικείμενα του αδελφού της. Μέσα σε αυτά ήταν κι ένα με συμβολική αξία: Το μπαστούνι του φιλοσόφου.
Για πολλά χρόνια ο Nietzsche θεωρήθηκε πρόδρομος του Ναζισμού, αλλά σήμερα συμφωνούμε ότι άδικα του φορτώθηκε αυτό το όνειδος. Η πραγματικότητα είναι ότι ο ίδιος απεχθανόταν τους Γερμανούς, αλλά από την άλλη δεν είναι άμοιρος ευθυνών για τα κείμενά του, αρκετά από τα οποία είναι μάλλον προβληματικά. Δεν θέλω να επεκταθώ εδώ, διότι ο Nietzsche δεν έζησε στη ναζιστική Γερμανία και δεν μπορεί να πει κανένας με βεβαιότητα ότι θα ήταν η καλύτερή του. Άλλωστε στο Ecce Homo προβλέπει ότι το όνομά του στο μέλλον θα συνδεθεί με κάτι φοβερό. Είναι σε αυτό το σημείο που γράφει: “Δεν είμαι άνθρωπος, είμαι δυναμίτης”. Και πράγματι ήταν. Κρατάς βιβλίο του Nietzsche στα χέρια σου; Μάθε ότι κρατάς δυναμίτη.
Στο τρίτο και τελευταίο μέρος αυτού του αφιερώματος θα περάσουμε σε μερικούς φιλοσόφους του 20ου αιώνα και τις μουσικές αναφορές που γίνονται σε αυτούς. Μέχρι τότε ξεφυλλίστε καντιανά κείμενα. Και αν σας αποθαρρύνουν, διαβάστε τον σπουδαίο Ζαρατούστρα. Εις το επανιδείν!
- - -
Κλικ εδώ για το Μέρος Α΄: Η αρχαιότητα