Σκέψεις με φόντο τη συναυλιακή χρονιά σο φαρ…
Εν τω μεταξύ στο Βερολίνο... Σκέψεις και εικόνες του Γιάννη Αβραμίδη, με την νηφαλιότητα του μετά...
Φέτος βρέθηκα ξανά να βλέπω μπάντες σε venues (κατά προτίμηση μικρού, άντε μεσαίου μεγέθους) μετά τις καραντίνες και την αναγκαστική παύση μιας συνήθειας που κρατούσε από την εφηβεία μου. Το off, όπως και κάθε off, αποτέλεσε (μεταξύ άλλων) και μια ευκαιρία να εξετάσει κανείς (θέλοντας και μη) το τι αποτελεί ένα τέτοιο βίωμα, μη βιώνοντας το. Αυτό που λένε νηφαλιότητα, πιάνεις; Τρίζουν τα κόκαλα του H.S.Thompson εδώ, αλλά για μια φορά ας το πάρουμε αλλιώς.
Δεινόσαυροι πάνε και έρχονται ιδρωμένοι να βγάλουν τα σπασμένα, reunions, represses, νεκραναστάσεις, φεστιβάλ-φετίχ, οι δυνατοί νέοι παίκτες στα ντουζένια τους (burning like fabulous roman candles, που έλεγε και ο ποιητής), οι μικρότεροι να περιμένουν τη σειρά τους, μάνατζερς και παρατρεχάμενοι να δίνουν συμβουλές επιβίωσης (αρχίδια μάντολες που έλεγε και ο γιατρούλης), πληρωμές σε likes, ξεκάθαρα καλλιτεχνικοί όροι όπως “over-saturated market” (ασταδιάλα) και ένας κόσμος πιο παθητικός από ποτέ που, μετά την υποτροπή, σαν να μην το αντέχει το πράμα όπως άλλοτε.
Στην κοινωνία του θεάματος το εμπόρευμα αυτοθαυμάζεται μέσα σ΄ έναν κόσμο που το ίδιο δημιούργησε, έγραφε ο Ντεμπόρ το ’67.
Έβλεπα τα clubs του Βερολίνου μισογεμάτα {μισοάδεια για να είμαι ειλικρινής (αλλά όπως το δει το κλαμπ και το ποτήρι του κανείς)} στα περισσότερα live που πήγα, με παιδιά-κλώνους που μοιάζουν σαν να φοράν ίδια στολή και τους συναντάς στις τουαλέτες μεταξύ support και main act και σου λένε ιστορίες ενοχλητικά παρόμοιες και το επόμενο πρωί πιθανότατα κάνουν ότι δε σε ξέρουν άμα τους πετύχεις σε κα’να τρένο.
“Αll the kids are here and they all look the same. Τhey're at the death party, we know why they came…” τραγουδούσε το ’83 ο Jeffrey Lee Pierce.
Είναι πιο εύκολο να πουλήσει ένα εύκολο προϊόν. Είναι πιο εύκολο να ταξινομηθεί σε λίστες και ράφια. Είναι πιο εύκολο να επικοινωνήσει την ανώδυνή του φύση, πιο εύπεπτο στο τέλος της ημέρας και αύριο πρωί έχουμε και δουλειές ε;
Στην κοινωνία της παρηγοριάς ο Χαν καταλήγει κάπως στο ότι η τέχνη φτάνει να εξυπηρετεί την αισθητική της κατανάλωσης (ευχαριστώ Λου). Βλέπε κάτι φεστιβάλ που παίζουν όλοι την ίδια μανιέρα {αυτά παρεμπιπτόντως ήταν τίγκα (και φυσικά δεν πάτησα το πόδι μου)}.
Μου ‘λειψε το Fluff... Του χρόνου θα ξαναπάμε σίγουρα. Θα προσπαθήσω να κάνω ίσως ένα review. Αν παραπερνάει κανείς καλά από την άλλη, δεν θυμάται και πολλά για να γράψει ;-)
Πέρυσι το χειμώνα η φίλη μου η Αντί μου μιλούσε για ΑΙ που “δημιουργούν” δίσκους-μαϊμού για να μαζεύονται royalties και θυμήθηκα το mindscape του Alan Moore και εκείνη τη φάση που εξηγούσε το πως πολλαπλασιάζεται η πληροφορία. Οι μικρότεροι σε ηλικία συνάδελφοι ακούν μουσική στη δουλειά από λίστες στο γαμημένο spotify. Σπάνια να ακούσουν το ίδιο κομμάτι δεύτερη φορά. Ψιλοτρομαχτικές καταστάσεις.
Η ποπ καταστρέφει τη μουσική! Το ξέρω Jim Evrard. Μας είχαν προετοιμάσει αρκετοί εσχατολόγοι. Το έκοβα να σου πω την αλήθεια και εγώ να έρχεται, απλά ήλπιζα κάποιες δεκαετίες αργότερα· δεν περίμενα να το βιώσω αυτό το περιβόητο “τέλος” της μουσικής.
Από την άλλη θυμάμαι τα λόγια του Jerry Garcia: “Magic is what we do. Music is how we do it.” Οπότε στην ερώτηση “Τι μουσική ακούς;” μάλλον δεν μου έχει μείνει πια άλλη απάντηση από το “μαγική μουσική!”, νοσταλγώντας (αλά Mark Fisher) ένα ακόμα χαμένο μέλλον..
Γιάννης Αβραμίδης
υπό την (όχι απαραίτητα μαγική) επήρεια των Bohren & Der Club of Gore και Arab Strap στο Sonic Morgue, Shellac στο Festsall, Fitzkarraldo στο Spreefeld, Fitzkarraldo στο Loophole, ΦΛΣΦΡ και κάτι ακόμα στη Villa Kuriosum, 4-5 live στο 8mm (Pleasure Majenda, Jealous, Palm Squirrel και Mini Skirt νομίζω), μιας crust μπάντας που δε θυμάμαι το όνομά της στα γενέθλια της KÖPI, των Old Man Gloom στο Frannz και μερικών ακόμα που αυτή τη στιγμή μου διαφεύγουν…
ΥΓ 1:
*Για τους Bohren δεν έχω λόγια, κάθε φορά που έρχονται πηγαίνω και πραγματικά αν τους πετύχεις να παίζουν κάπου κάνε ένα δωράκι στον εαυτό σου και πήγαινε.
*Με Shellac ήταν η δεύτερη μου φορά και δεν ήταν και πολύ διαφορετική από την 1η, για την οποία είχα γράψει αυτό εδώ το κειμενάκι.
*Στους Old Man Gloom με τράβηξε η συμβία (εμένα μου κάθονται λιγάκι βαριά κάτι τέτοια) αλλά τελικά δεν ήταν καθόλου κακά.
*Οι τοπικοί ήρωες περιμένουν να τους ανακαλύψεις. Ειδικά αυτοί εδώ οι δύο:
#Fitzkarraldo, #The Pleasure Majenda
*Οπότε (αν και τα είχε γράψει εξαιρετικά εδώ η συναδέλφισσα), μονάχα λίγα λόγια για τους Arab Strap, οι οποίοι έχουν πολύ ενδιαφέρον live. Σίγουρα παραπάνω από το αναμενόμενο. Περίμενα να παίξουν κυρίως τον καινούργιο δίσκο. Άντε και κα’να 2 κομμάτια για τους νοσταλγικούς 40ρηδες θαμώνες (αυτή ήταν η μέση ηλικία του κόσμου, αν και είδα και κάποια πιο νέα παιδιά και κάπως χάρηκα). Ξεκίνησαν τη συναυλία με το ‘Turning of Our Bones’, λέω οκ έτσι θα πάει… Πάρε το ‘Fucking Little Bastards’ δεύτερο κομμάτι! Με πιάσαν κάτι ρίγη κάπου εκεί, τα οποία και κράτησαν μέχρι το τέλος, καμιά ωρίτσα αργότερα. Το πήγαν έτσι λοιπόν, ένα καινούργιο κομμάτι, ένα παλιό (πολύ μ’ άρεσε αυτή η τεχνική). Κάπου κατά τη μέση του live βάζουν και το ‘Girls of Summer’ και γίνεται χαμούλης. Η μπάντα δεμένη, ο ήχος σούπερ και ο Aidan αναμενόμενα απολαυστικός· απόλυτα ταιριαστή με την ποίηση του φιγούρα. Τα αστειάκια του πιο άβολα και απ’ τη σιωπή ανάμεσα στα κομμάτια και οι πρόζες του κυνικές.
Σε κάποια φάση προς το τέλος άρχισα να το παίρνω απόφαση πως δεν θα παίξουν το ‘Packs of Three’…
Το live τελειώνει, η μπάντα κατεβαίνει απ’ τη σκηνή, και λίγα λεπτά μετά, ανεβαίνουν μόνοι τους Aidan και Malcom και το παίζουν! <3<3<3
ΥΓ 2:
Nαι, ο τίτλος είναι κλεμμένος, ή reference όποιος ξέρει ξέρει, όπως θέλεις πάρ’το.