Μεταμουσική Αντικειμενολογία
Ο μετατροπέας κατέστη ο ειδικής εκπαίδευσης τεχνίτης-σύμβολο του 21ου αιώνα. Κάποιες αξέχαστες φορές είναι και μουσικοσυνθέτης. Του Πάνου Πανότα
Γεγονός πρώτο: Δεν υπάρχει υλικό, ούτε αντικείμενο, ούτε κάτι άλλο χρήσιμο για την αφή του ανθρώπου, που να είναι ηχητικά νεκρό ή έστω ουδέτερο. Γνώμη φιλόδοξη, ιδίως άμα την τοποθετήσουμε στη σύγχρονη μουσική (όπως το επιθυμούμε), μα ούτως ή άλλως και κομβική. Αυτό σήμερα. Οι διατυπώσεις άλλαξαν άρδην κι απέκτησαν νέο αντίκρισμα ύστερα απ’ τα πεπραγμένα των SPK, Test Dept., Z’ev και των υπολοίπων που ενσωμάτωσαν κάποτε πρωτοφανώς ασύμβατες λύσεις απ’ τη βιομηχανία σε δίσκους και συναυλίες. Λογική και συνθήκες πάντως, επιτρέπουν ακόμη στους συνειρμούς να κατευθυνθούν μετέπειτα προς τον Harry Partch και τον παππού Luigi Russolo. Μα πια να ξέρετε ότι κάνουμε και χωρίς αυτούς.
Γεγονός δεύτερο: η επανεγγραφή εδώ, επομένως και στη μουσική αρθρογραφία γενικότερα, ιδεών της θεωρίας περί παραδοξισμού του Florentin Smarandache, των πιο απλών εξ αυτών συγκεκριμένα, όπως: α) του πειραματισμού ως συγκριτική δράση –αφού όλα όσα υπακούουν σε κανόνες έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί αυτούσια ή σε συνδυασμούς κι έχουν εξαντληθεί–, και β) της διεύρυνσης του μουσικού χώρου μέχρι αυτός να αγγίξει την έσχατη μεθόριό του προς τη φόρμα, την τεχνική πειθαρχία και το καθιερωμένο. Πώς; Μέσω στοιχείων παντελώς μη μουσικών. Το υπέροχο μοτό «Όλα είναι πιθανά, το αδύνατο επίσης!» άλλοτε θα ’ταν μόνον για επικουρικές παρενθέσεις σε μακροσκελή κείμενα γνώμης κι ανορθόδοξες κριτικές δίσκων, που λένε και δεν λένε πράματα, όπως ενίοτε συμβαίνει με τις παρενθέσεις. Άλλοτε. Το κοινό αίσθημα κορεσμού, εκείνο που νιώθουν οι πολλοί, το λεγόμενο και του ανώνυμου πλήθους, ήταν ανέκαθεν η πρώτη αιτία στιλιστικής εκτροπής. Ό,τι κι αν σημαίνει τούτη η απεικονιστική φράση στο δεδομένο πλαίσιο που μιλάμε.
Γεγονός τρίτο: η μεγαλειοτάτη τύχη και το πανέμορφο γαϊτανάκι της! Στο αφόρητα πυκνό δίκτυο δρόμων της γιγαντοσύνης του ίντερνετ σπανίως θυμάσαι επισταμένως τα κλικ που σε οδήγησαν κάπου. Ανακαλύπτοντας έστω ένα καινούργιο θέλγητρο που θα καταφέρει να σε βάλει σε ενδιαφέροντες ετερογενείς διαλόγους με τον εαυτό σου και τον κόσμο, το φυλάσσεις κείνο το κάπου και τότε άξιζε κι ο δρόμος. Αν όχι, χρειάζεσαι το παρεπόμενο δευτερόλεπτο και πάει, το ξέχασες. Η άλλη οδός είναι η υποδεδειγμένη οδήγηση, το να κατέχεις από πριν την κρίσιμη πληροφορία και να τη διευθετείς αναλόγως εσύ. Το τι απ’ τα δύο θα συμβεί, δεν είναι πάντοτε επιλέξιμο. Πιθανότερος είναι ο συνδυασμός τους.
Έχοντας τα παραπάνω κατά νου, ένας μέσος μουσικός ξεθάφτης (ή ξεσκεπαστής κατά τον Joe Banks), ο τυπικός και συνηθισμένος, στον ιταλό κιθαρίστα Luca Luigi Collivasone θα βρει περισσότερους του ενός λόγους για να ασχοληθεί μαζί του. Είτε στους Aus Decline των πρώιμων eighties, αδισκογράφητους στην εποχή τους, είτε σε μεθύστερο χρόνο, κι υπό το μόνικερ Luke Sharp, στους Stiletto, Maciste και The Masked Marvels είτε πρόσφατα στο τρίο των Lovexpress ή L♥XP⥌⥌ (με σύμβολα, όπως και το προτιμούμε) και παράλληλα σε σόλο πρότζεκτ και συνεργασίες που προέκυψαν στην πορεία. Μοιάζει με συμπαθητική ιστοριούλα για να κοιμούνται χαμογελαστοί μικροί και μεγάλοι μουσικόφιλοι, η οποία θα παρέμενε κάπως έτσι, όπως κι αμέτρητες άλλες εξάλλου, αν το ’13 ο Collivasone ευθέως επηρεασμένος απ’ τον Russolo δεν έπαιρνε την απόφαση να δώσει νου και χρόνο στο να μετατρέψει μία ραπτομηχανή Singer του ’40 σε αυτοσχέδιο μουσικό όργανο. Το δημιούργημά του το βάφτισε ιντριγκαδόρικα Cacophonator, και πολύ σύντομα άρχισε να ανεβάζει κομμάτια στη σελίδα της εταιρείας Furry Heart στο bandcamp. Με τον καιρό έχτισε δισκογραφία, κι από κει το “Vostra Signora Del Rumore Rosa” του ’18 είναι ένα ηλεκτρονικό σετ ευχής έργον που έκπληκτοι με την απόφασή μας, καταχωρήσαμε μόλις τελευταία μεταξύ Aphex Twin και The Residents.
Η είσοδος, λοιπόν, στον απομαγευμένο κόσμο της επαναξιοποίησης κομματιών του παρελθόντος είναι εξαιρετικά απρόβλεπτη υπόθεση. Ο μετατροπέας κατέστη ο ειδικής εκπαίδευσης τεχνίτης-σύμβολο του 21ου αιώνα, που ατενίζει το μέλλον με σκεπτικισμό αφού η δουλειά του συνεχώς μεγαλώνει. Είναι ο άνθρωπος που ιδανικά φροντίζει ώστε να μην πετιέται τίποτα κι όλα να ξαναγυρίζουν με άλλη μορφή για να πουν εκ νέου την ιστορία τους που εντωμεταξύ έχει ιδιότυπα εμπλουτιστεί σε ουσία. Πάρτε την Teclata που σχεδίασε το ’15 ο μεξικάνος Guillermo Galindo, ένα πληκτροφόρο όργανο που επίσης αποτελεί ανεπιφύλακτη ιδιοκατασκευή. Ασχέτως τι γνωρίζουμε για αυτά τα όργανα (πέρα από το πιάνο, το ταμπού της κατηγορίας, αλλά γιατί όχι και γι’ αυτό), και πόσο καλά, το θέμα δυσκολεύει εν προκειμένω και για τους δυνατούς. Διότι οι προεκτάσεις του έγιναν δύσκολες κι αναπάντεχες, όχι για άλλον λόγο, εξαιτίας του ότι ο Galindo το προσεγγίζει εξαρχής, προπαντός και σκοπίμως ολιστικά.
Ο Guillermo Galindo για να φτιάξει την Teclata του χρησιμοποίησε κουτιά από άδειες κονσέρβες, πλαστικά μπουκάλια και κιβώτια πυρομαχικών που μάζεψε σ’ ένα οδοιπορικό του κατά μήκος των συνόρων Μεξικού και Πολιτειών. Ό,τι χρειαζόταν δεν θα μπορούσε να το βρει πουθενά αλλού τόσο καλά όσο στις διαδρομές των μεταναστών. Όψιμο συμπέρασμα που έκρινε τις εξελίξεις. Συνεπώς το έργο του εκπέμπει εκ γενετής δυνατό συναισθηματικό μαγνητισμό, τον οποίον ο ίδιος φροντίζει με τις παρουσιάσεις του να συντηρεί. Δηλώνει πως στους στόχους του ήταν να επιτρέψει στα υλικά να τραγουδήσουν με τη δική τους φωνή, αντανακλώντας το παρελθόν τους και τις ζωές όσων τους ανήκαν παλιά. Μοιράζεται απλά τις ιστορίες τρίτων, ανθρώπων που δεν γνώρισε ποτέ του. Με άλλα λόγια θέτει τον σκελετό για το πώς παρέχει κανείς ζωή σε ό,τι μένει πίσω, στο απομεινάρι. Διεκδικεί το ακατόρθωτο, μια γενναία παράταση, απ’ τον θάνατο κι ελπίζει να του πάρει τη συναίνεση. Καθότι μίγμα από κρυφά αλλά και φανερά σημασιολογικά νοήματα, που επακριβώς πόσα είναι αδύνατον να μετρηθούν, οι συναρπαστικές δυνατότητες της Teclata μοιραία δεν εξαντλούνται και σε ακολουθούν παντού. Ευτυχώς, βρίσκονται πάντα αλλόκοτες εκκινήσεις στη μουσική, κι η ανακάλυψη της κάθε καινούργιας είναι σημαντικότερη της προηγούμενης μέχρι την επόμενη.
Οτιδήποτε πεταμένο φαίνεται άχρηστο. «Αγοράζω παλιά, καθαρίζω και διαμορφώνω τον χώρο σας…» (πλανόδιος γυρολόγος διαλαλεί τις ιδιότητές του, πρωί Σαββάτου). Οι έμποροι μεταχειρισμένων καταπιάνονται ολημερίς με σκονισμένες παλιατσαρίες. Χρειάζεται πράγματι να τους δείχνουν ευαισθησία και σεβασμό; Λόγω του ρόλου τους, κινούνται εγγύτερα και πιο πολύ από μας στις σημασίες του τετελεσμένου και του βιωμένου χρόνου, συνεπώς ναι, χρειάζεται. Η μετατροπή χρήσης όμως δεν απαιτεί ανάλογη συμπεριφορά απ’ τον οποιοδήποτε, τουναντίον. Ξεκινώντας απ’ την επιτελεστική δραστηριότητα του σχεδιασμού κι ακολούθως απ’ την προσπάθεια στον πάγκο εργασίας, οι ενέργειες εξελίσσονται σαν σε σκηνή του Philip K. Dick - με τη μέγιστη αδρεναλίνη, την ελάχιστη ενοχή και τα συναισθήματα σε αναμονή κάπου στη μέση. Πρόκειται για εντελώς αυθεντική και βαθιά προσωπική ιδιοποίηση των περασμένων και των όσων (δεν) κληρονομούνται. Κι όπως θα δούμε αμέσως, βοηθάει πολύ η έξω από ενδείξεις ροπή προς την υπερβολή και το ρίσκο.
Αν δεν τρελαίνεστε ιδιαίτερα για μελλοντολογικά νουάρ κι αγνώστου ταυτότητας sci-fi αξεσουάρ της αποκάλυψης μα σας είναι οικείες οι συσκευές Radiotron, Krikrak, Vomvyx, Progressor, Syrigmus, Coil, Objectron και Rotor 15, τότε μάλλον γνωρίζετε αρκετά για το εγχώριο μεταμουσικό ντουέτο των Modern Research In Sound And Vibration, κι ίσως έχετε ένα απ’ τα 250 αντίτυπα της υποδειγματικής βινυλιακής έκδοσης απ’ την Intersonik του σπουδαίου περσινού άλμπουμ τους «Ἠλέκτρα» (με ψιλή στο Η). Εφόσον πάλι όχι, η παράγραφος που ακολουθεί είναι ολόκληρη για σας.
Το σχήμα αποτελείται από τους Ιβάν Παπαδόπουλο και Κωνσταντίνο Κίτσιο. Ο Παπαδόπουλος επί πέντε χρόνια επισκεπτόταν παλαιοπωλεία, σκραπατζίδικα, μάντρες αποσυρμένων αυτοκινήτων, μεταχειρισμένων ανταλλακτικών κ.λπ. για ψάξιμο. Σκοπός της αναζήτησής του; Δυνητικά χρήσιμα υλικά. Πεδίο υψηλού ενδιαφέροντος; Εξαρτήματα από παλιές οικιακές συσκευές, διάφορα πιο εργοστασιακά λ.χ. ελάσματα μετάλλων, ελατήρια, μπουτόν, λαμπτήρες, θα μπορούσε και γυαλί, πλέξιγκλας, ξύλο και κάθε λογής ρετάλι. Επιθυμία; Μία ανεκτή αρτιμέλεια, τι άλλο; Σε αναρίθμητες τέτοιες περιηγήσεις, όντως φεύγεις με άδεια χέρια. Η συνέχεια στο κόνσεπτ όμως καθορίζεται εφόσον έχουμε ευρήματα. Ευρήματα που δύνανται να φτιαχτούν (μονταριστούν, συναρμολογηθούν, διαλέξτε ρήμα) σε ένα σχέδιο για τη δημιουργία κυκλώματος με δομή που θα λειτουργεί διαγραμματικά και θα αποκρίνεται σε συγκεκριμένους χειρισμούς. Το αποτέλεσμα έρχεται δοκιμάζοντας και ταιριάζοντας. Κι αν κρίνουμε απ’ τις οκτώ συσκευές που συστήσαμε προηγουμένως, ο Ιβάν Παπαδόπουλος μπόρεσε να το φέρει εις πέρας επιτυχώς, κι είμαι βέβαιος ότι συμπλήρωσε κι επέκτεινε τις γνώσεις μηχανικού που κατείχε. Όπως κι αν έχει, χρεώνεται το ακατέργαστο, πρωτογενές ηχητικό προϊόν, ομολογουμένως καθόλου ακατάληπτο, που κατόπιν ο Κίτσιος πήρε προς περαιτέρω επεξεργασία, να την πούμε περίπου διαστάσεων προσομοιωτικής εφαρμογής. Με τεχνικές ενοποίησης που παραπέμπουν στα ηχητικά κολάζ και στην musique concrète, εξήγε τούτη την άκρως εντυπωσιακή αφήγηση που απολαμβάνουμε στο άλμπουμ. Δίχως φτιασίδια, η «Ἠλέκτρα» εκφράζει βαθιά κατανόηση των αναγκών της εποχής, κάνει τον ακροατή να ακούει πιο συνειδητά και τον εγκέφαλό του να περνά σε μια περισσότερο αυθαίρετη σχέση με το μουσικό παραγόμενο.
Ο X Cacophonator, η Ψ Teclata κι ο Ω Vomvyx, καινοτόμες ηχητικές πηγές με εξαντρίκ ονόματα, είναι πέρα από κάθε αμφιβολία κατασκευάσματα, που εν ολίγοις προέκυψαν όπως στο βιβλίο το πλάσμα του Victor Frankenstein, αλλά κοιτάξτε τι σημαντικό εκδηλώνεται με αυτά, ανταποκρίνονται πλήρως στην κατασκευή τους, στο τι επεδίωκε να πετύχει μεταχειριζόμενός τα ο εκάστοτε πολυπράγμων εμπνευστής (χωρίς να γνωρίζει εκ των προτέρων ποιες είναι ή ποιες μπορούν να είναι οι ηχητικές δυνατότητες που θα προκύψουν), κι αυτό που επιδίωκε ήταν να παιχτεί μουσική με έναν μονοσήμαντα εξωμουσικό, μα εξίσου εφάμιλλο με τους γνωστούς, τρόπο.
Κάνοντας χρήση νεωτεριστικής ορολογίας προερχόμενης απ’ την επιστήμη υπολογιστών, και δανεισμένης για την εμβέλεια και τη συνοχή του παρόντος, εννοιολογήσαμε ήδη στα προαναφερθέντα, όχι ως επικάλεσμα μα ως οντότητα πια, την σπερματική αρχή της μουσικής 2.0. Της μεταμουσικής. Η οποία παρότι νεογενής δεν στερείται πολλαπλότητας κι υβριδισμού. Το πώς θα χτίζεται η ροή της, όπου και θα κριθεί αν η μουσική 2.0 θα συνεχίσει να έχει λειτουργικά κι υλικά άκρα (αρχή, τέλος) τα ίδια με τη μουσική όπως την μάθαμε από το νηπιαγωγείο, είναι το ερώτημα που στη μεταμουσική δεν παίρνει εύκολα οριστική απάντηση. Σε κάθε ακρόαση, απαιτείται απ’ το μηδέν να θέτουμε ξανά και ξανά την έμμεση και διαρκή επέμβαση πάνω στην αλήθεια των ήχων, όπου αμφισβητείται ριζικά το τι ακούμε κι από πού, ενώ το απολογιστικό πηλίκο σταδιακά γεμίζει με μεταβαλλόμενα κι ενδεχομενικά συστατικά ωσότου κορεστεί.
Ταυτόχρονα, στην κατάσταση μετα-Α υπέκυψε και το φυσικό φορμάτ αποθήκευσης κι αγοραπωλησίας μουσικής. Στις σχετικές σκέψεις θα σας βάλουν δυο φρέσκοι τίτλοι. Πρώτα εντοπίζουμε το άλμπουμ “La Voce Muta” του Fabio R. Lattuca που ως φυσική μορφή βγήκε αποκλειστικά σε κάρτα SDHC η οποία περιέχει τα άπαντα της κυκλοφορίας. «Νομίζω ότι η δημιουργία διαφορετικής, καινούργιας φόρμας για τη φυσική κυκλοφορία θα μπορούσε να είναι πιο ενδιαφέρουσα για το κοινό» μας γράφει αφοπλιστικά στο μήνυμά του ο Lattuca, κι ειλικρινά δεν είχαμε κάτι να του ανταπαντήσουμε που να τον μεταπείσει.
Ωστόσο βρέθηκε και το βήμα παραπέρα, στην Αθήνα από τον 29χρονο Mizi, κατά κόσμον Γιώργο Μιζήθρα, και το “Watch Paint Dry”. «Σε κάθε μου κυκλοφορία προσπαθώ η φυσική μορφή του άλμπουμ να προσδίδει κάτι νέο στην εμπειρία της ακρόασης», ποιος και πώς να φανταστεί εντούτοις ότι θα έφτανε η ώρα να μας απασχολήσει δίσκος που κυκλοφορεί σε αντικείμενο 36 αντιγράφων. Πρόκειται για Mp3-player module, πλακέτα χωρίς σασί με κάρτα SD, εμβυθισμένο σε σιλικόνη. Ακριβώς έτσι έχει το αντικείμενο. Οι υπεύθυνοι της Abstand που το υλοποίησαν «εγκιβώτισαν και τα 36 MP3-players σε μία μάζα υγρής σιλικόνης και χρωμάτων η οποία όταν στεγνώσει μετατρέπεται σε ένα ιδιαίτερα άκαμπτο και σκληρό υλικό. Με μεγάλη, λοιπόν, προσοχή και ειδικά εργαλεία τα 36 αντικείμενα κόπηκαν και χωρίστηκαν, ενώ δημιουργήθηκαν τρύπες προς τις εισόδους USB και mini-jack, οι οποίες αποτελούν και το μόνο τρόπο διεπαφής με το MP3-player». Το άλμπουμ παίζει απευθείας με την τροφοδοσία usb ενώ τα κουμπιά ελέγχου δεν είναι προσβάσιμα. Καθαυτό το έργο γράφτηκε αποκλειστικά στο κομπιούτερ με τα 256 ημίτονα του συστήματος Max/MSP (που δεν απαντώνται πουθενά στη φύση) κατά τη διάρκεια της δεύτερης καραντίνας.
Ως εξαγόμενο ευθύ κι εξαρτώμενο απ’ τα τεχνολογικά επιτεύγματα των τελευταίων πενήντα ετών, τα γενικά αλλά και τα απολύτως ειδικά, της ψηφιακής τεχνολογίας και της ηχητικής επεξεργασίας, αυτήν την στιγμή ο κάθε ήχος δύναται να θεωρηθεί ή να γίνει πηγή μουσικής. Παρότι τα μεταχειριζόμαστε όλα, κρούση, τριβή, δονητική ενέργεια, διοχέτευση αέρα κι άλλες διεγέρσεις, οπότε κρότοι, βόμβοι, γδούποι, τριξίματα, συρίσματα και πλείστα άλλα χτυπήματα, τυχαία ή και προκαλούμενα, ήχοι που συνδέονται άμεσα με τον θόρυβο, τώρα αποχαρακτηρίζονται από όχληση και μπαίνουν σε κατάσταση προς χρησιμοποίηση με απώτερη κατάληξή τους μια θέση σε σαφές μουσικό παραγόμενο με κυριολεκτική υπόσταση.
Τελικά ισχύει, η ως άνωθεν μεταστροφή που συντελέστηκε στην κλασική θεωρία των ωδείων, γκρέμισε ισορροπίες αιώνων. Οι τόνοι κι οι αρμονικές κατά περίσταση παύουν από πρωταγωνιστές, ακόμη και στο παίξιμο της ηλεκτρικής κιθάρας, και στις θέσεις τους βεβαιώνονται ως παράμετροι βαρύτητας το ηχόχρωμα κι η στρωματοποίηση, διαδραματίζοντας εφεξής καταλυτικό ρόλο στη συγγραφή μουσικής, από συνθέτες που δεν είναι συνθέτες και μουσικοί που δεν είναι μουσικοί. Τρεφόμενοι επί το πλείστον από το πλούσιο κι ανεξάντλητο αστικό και βιομηχανικό περιβάλλον που αναπνέουμε, η μία ακουστική έκπληξη αναδύεται μετά την άλλη κι η εντύπωση που δίνουν είναι πως διόλου είμαστε κοντά στο να εξαντληθούν. Το περιβάλλον χειροτερεύει με έμφαση, το ζούμε καθημερινά. Η μουσική γεννιέται ξανά και τούτη την φορά διαφέρει πολύ.