Μπετόβεν και κιθάρες

Ο Μπετόβεν στην ποπ κουλτούρα

Αφού στην γενέτειρά του την Βόννη χτύπησε το καμπανάκι της έναρξης των εορτασμών, την... σκυτάλη παίρνει τώρα με τον τρόπο του το MiC. Του Δημήτρη Κάζη

Beethoven The Sound Of Silence By Justin GhitaΜε τo Έτος Μπετόβεν 2020 γιορτάζουμε τα 250 χρόνια από τη γέννηση ενός από τους δυο μεγαλύτερους σταρ της κλασικής μουσικής. Το ποιος είναι ο μεγαλύτερος, με όρους ποπ κουλτούρας, μάλλον δεν θα απαντηθεί ποτέ. Η βραβευμένη με οχτώ Όσκαρ βιογραφική ταινία για τον Μότσαρτ προκάλεσε ασύγκριτα μεγαλύτερη αίσθηση από οποιαδήποτε έχει γυριστεί για τον Μπετόβεν (και δεν είναι λίγες) αλλά, από την άλλη, όταν ο Chuck Berry ανακήρυξε το 1956 με το ‘Roll Over Beethoven’ την επικράτηση του rock ‘n’ roll επί της κλασικής μουσικής, ο Μπετόβεν ήταν αυτός που έχρισε εκπρόσωπό της, όπως και ο Ορέστης Λάσκος όταν θέλησε να σατιρίσει ηθογραφικά (και αγρίως κανιβαλιστικά) τους θεράποντες της κλασικής μουσικής στην Ελλάδα με την ταινία ‘Μπετόβεν και μπουζούκι’. Τέλος, το πιο γνωστό από τα γκρουπ που τον έβαλαν στο όνομά του με ένα (περί ορέξεως) έξυπνο ή κρύο λογοπαίγνιο, οι Camper Van Beethoven αποδείχθηκαν πολύ πιο πετυχημένοι καλλιτεχνικά αλλά και εμπορικά από τους άσημους μεταλλάδες Mozart, φιλόδοξο όνομα που στο τέλος, αφού είδαν και απόειδαν, το άλλαξαν.

Η επιρροή του Μπετόβεν στην ποπ κουλτούρα και μουσική είναι, όπως ήταν επόμενο, διαρκής και πανίσχυρη. Οι μουσικοί τον πλησιάζουν με περιέργεια, θαυμασμό, δέος και ενίοτε φθόνο και αίσθημα μειονεξίας, πότε για να του αποδώσουν φόρο τιμής διασκευάζοντας ή τοποθετώντας αυτούσια αποσπάσματα από τη μουσική του στα δικά τους, πότε για να επηρεαστούν για τη σύνθεση πρωτότυπων κομματιών μουσικής και πότε απλά για να αντιγράψουν τις μελωδίες του. Οι περιπτώσεις είναι πάρα πολλές (εκατοντάδες είναι καταγραμμένες στη βάση δεδομένων allmusic) και δεν εξαντλούνται στα πλαίσια ενός άρθρου. Εδώ θα παρουσιάσουμε κάποιες από αυτές.

Οι οκτώ (οι τέσσερεις εδώ που τα λέμε) πιο διάσημες νότες της κλασικής μουσικής είναι αναμφισβήτητα οι πρώτες της Πέμπτης Συμφωνίας του, που είναι και η πιο ψαρωτική εισαγωγή στην ιστορία της μουσικής με την υποβλητικότητά της και το δέος που προκαλεί. Αυτός είναι και ο λόγος που οι E.L.O. την χρησιμοποίησαν αυτούσια, την σάμπλαραν δηλαδή πριν καθιερωθεί ο όρος, για να ανοίξει και να κλείσει την διασκευή τους στο ‘Roll Over Beethoven’ το 1973, στην οποία ενσωμάτωσαν και πολλά ορχηστρικά μέρη στο rock ’n’ roll στάνταρ. Τρία χρόνια αργότερα, όταν η ντίσκο έπαιρνε τα πρωτεία από το ροκ στην προτίμηση του κοινού, ο Walter Murphy με την διασκευή του με τίτλο απλά ‘A Fifth of Beethoven’ έβαλε φωτιά στις πίστες. Η διασκευή του Murphy συμπεριλήφθηκε στo soundtrack της ταινίας - ορόσημο ‘Saturday Night Fever’. Πριν ακόμη και από τους E.L.O. όμως, το 1966, ένα ελληνικό κοριτσίστικο γκρουπ, οι Girls, έπαιξαν την εισαγωγή με ηλεκτρική κιθάρα στο ξεκάθαρων προθέσεων single ‘Hello, Beethoven’.

Poster For Melbourne Symphony Orchestra's Beethoven FestivalΈνα από τα πιο γνωστά κομμάτια του Μπετόβεν είναι η ‘Μπαγκατέλα Νο. 25 σε Λα ελάσσονα για σόλο πιάνο’, κατά κόσμον ‘Für Elise’, που, ενώ γράφτηκε ο 1810, έμεινε στο συρτάρι για όλη την υπόλοιπη ζωή του και είδε το φως της δημοσιότητας το 1867, 40 χρόνια μετά το θάνατό του. Η σύνθεση αυτή άγγιξε συναισθηματικά όλο τον κόσμο, από τους Ευρωπαίους μέχρι τους ινδιάνους των Άνδεων. Ένας από αυτούς, ο Περουβιανός κιθαρίστας Enrique Delgado το διασκεύασε στο ύφος της μουσικής chicha (cumbia peruviana) και το κυκλοφόρησε σε Β’ πλευρά single το 1969 με το σχήμα του Los Destellos και τίτλο την ισπανική του μετάφραση ‘Para Elisa’. Δεν ήταν όμως αυτή η μόνη αναπάντεχη διασκευή του. Το 1980 το πανκ γκρουπ από το Düsseldorf KFC χρησιμοποίησε την εισαγωγή του στο ‘Fuer Elli’ (που δηλώνει διασκευή του αλλά μόνο τέτοια δεν είναι με τον τρόπο που εξελίσσεται) και το 2002 ο ράπερ από το Μπρούκλιν Nas το σάμπλαρε και έγραψε επάνω του το ‘I Can’ που έκανε αίσθηση και έφτασε μέχρι το Νο 12 του Billboard. Πολλοί είναι εκείνοι που έχουν παίξει διασκευές του ‘Für Elise’ στο πιάνο, ανάμεσά τους όμως ξεχωρίζει αυτή του Ιταλού Stefano Bollani που την παρουσιάζει στις εμφανίσεις του μαζί με την Banda Osiris, ένα σχήμα που συνδυάζει μουσική και κωμωδία. Η ιστορία που λέει είναι ότι το έμαθε με το αυτί από το γραμμόφωνο της γιαγιάς του. H κορυφαία από όλες τις διασκευές του όμως είναι αυτή των Residents από το 1987, σε έξι μέρη, με τίτλο ‘For Elsie’.

Εξίσου γνωστό με το παραπάνω κομμάτι για πιάνο είναι η ‘Σονάτα Νο. 14 σε Ντο δίεση ελάσσονα "Quasi una fantasia", Op. 27, No. 2’, ή απλά Σονάτα του Σεληνόφωτος. Πρόκειται για ένα έργο με τρία μέρη, με πιο γνωστό ανάμεσά τους το πρώτο (‘Adagio sostenuto’). Ιδιαίτερα αγαπητή είναι στην Ιταλία καθώς τo 1959 ο συνθέτης Walter Malgoni έγραψε επηρεασμένος απ’ αυτήν το ‘Guarda Che Luna’, που δανείστηκε την εισαγωγή της και έγινε τεράστια επιτυχία με τη φωνή του μεγάλου Fred Buscaglione. Μια άλλη σημαντική καλλιτέχνιδα που την σάμπλαρε είναι η Alicia Keys στο ‘Piano & I’ από το πρώτο της άλμπουμ του 2001. Εκεί όμως που συναντιούνται ο μεγάλος σταρ του 18ου και 19ου αιώνα με έναν από τους μεγαλύτερους του 20ου είναι στο ‘Because’ που έγραψε ο John Lennon επηρεασμένος ακριβώς από την ‘Σονάτα του Σεληνόφωτος’. Με τα δικά του λόγια, την άκουσε από την Yoko στο πιάνο, της ζήτησε να την παίξει ανάποδα και επάνω στις συγχορδίες της έγραψε το τραγούδι. Μια ακόμη σύνδεση του Μπετόβεν με τους Beatles, ερήμην των δεύτερων, συνέβη τo 1968: οι Deep Purple, με τραγουδιστή ακόμη τον Rod Evans, κυκλοφόρησαν το δεύτερο άλμπουμ τους ‘The Book of Taliesyn’, γεμάτο από αναφορές στην κλασική μουσική. Το τραγούδι ‘Exposition’ ανοίγει με μια ηλεκτρική διασκευή του allegretto από την 7η Συμφωνία και οδηγείται σε medley με μια του ‘We Can Work It Out’. Για περισσότερες λεπτομέρειες για τη σχέση των δυο τους όμως θα πρέπει να διαβάσετε την σχετική ιστορία από το βιβλίο ‘Άλμπουμ Διασκευών’ του Μπάμπη Αργυρίου.

O Gian Piero Reverberi, γεννημένος στη Γένοβα το 1939 και κορυφαίος συνθέτης και μαέστρος - ενορχηστρωτής της ιταλικής μουσικής από τη δεκαετία του 60 και μετά με συνεργασίες που αποτελούν το libro d’ oro της σκηνής της χώρας, είτε ποπ είτε ροκ είτε  μεγάλων τραγουδοποιών (canzone d’ autore), έκανε δύο αξιόλογες διασκευές σε κομμάτια του Μπετόβεν: το Adagio Cantabile dalla Sonata op.13 di Beethoven στο άλμπουμ 'Timer' του 1976 και το allegretto της 7ης  (και αυτός) με τίτλο απλά απλά Beethovens 7th στο 'Stairway to Heaven' του 1977. Και οι δύο είναι στο κλίμα των ιταλικών soundtrack της εποχής με ηλεκτρονικούς ήχους.

Η επιρροή του δασκάλου, χωρίς αναφορά σε κάποιο συγκεκριμένο έργο, είναι ιδιαίτερα εμφανής στο progressive rock του τέλους των 60s, αρχών 70s. Δίσκοι όπως το ‘Atom Heart Mother’ των Pink Floyd και το’ The Lamb Lies Down on Broadway’ των Genesis οφείλουν περισσότερα σ’ αυτόν (ειδικά σε έργα του όπως η 3η Συμφωνία (Ηρωική) και το δεύτερο μέρος (Allegretto) της 7ης) παρά στον Chuck Berry. Πολλοί αυτό το γεγονός το είδαν, όχι άδικα, σαν ανωμαλία και στη μέση της δεκαετίας ξέσπασε το πανκ που σάρωσε το ροκ και το επανάφερε κοντά στις ρίζες του, αλλά κάποιοι επίγονοί του αργότερα ανακάλυψαν εκ νέου την γοητεία και τη σημασία του Μπετόβεν. Κάποιοι κριτικοί βλέπουν σε κομμάτια όπως το ‘A Warm Place’ των Nine Inch Nails, πίσω από τον θόρυβο, την επιρροή του στη δομή της σύνθεσης και τον τρόπο με τον οποίο δημιουργεί ατμόσφαιρα.

Τρεις περιπτώσεις ανομολόγητης, ή εκ των υστέρων ομολογημένης, επιρροής στα όρια του ξεπατικώματος, με χρονολογική σειρά, είναι οι παρακάτω: To 1957 ανέβηκε στο Broadway το θεατρικό μιούζικαλ ‘West Side Story’ με μουσική του Leonard Bernstein. O Bernstein δεν ήταν κανένας ελαφρύς συνθέτης, αλλά ο διάδοχος του Δημήτρη Μητρόπουλου στη διεύθυνση της Φιλαρμονικής της Νέας Υόρκης. Στο μιούζικαλ ωστόσο, και στην ταινία που ακολούθησε το 1961, έγραψε τραγούδια επηρεασμένα από τη τζαζ, τη λατινοαμερικάνικη και την χορευτική μουσική. Ανάμεσά τους ήταν η μπαλάντα ‘Somewhere’ που στην αρχή θυμίζει ύποπτα το δεύτερο μέρος από το Κοντσέρτο Νο. 5 Op. 73 (Αυτοκρατορικό) και συνεχίζει θυμίζοντας ακόμη πιο ύποπτα τη ‘Λίμνη των Κύκνων’ του Τσαϊκόφσκι. Λίγο αργότερα στα 60s, το 1965, μια άλλη μουσική ιδιοφυΐα, σε διαφορετικό μήκος κύματος, ο Serge Gainsbourg, έγραψε το τραγούδι ‘Poupée de cire, Poupée de son’ που κέρδισε το διαγωνισμό της Eurovision για λογαριασμό του Λουξεμβούργου με την France Gall, και έγινε σημείο αναφοράς για την ποπ μουσική και κουλτούρα, στο οποίο ακούμε ολόκληρες μελωδικές γραμμές από τo τέταρτο μέρος (Prestissimo) της Σονάτας για πιάνο Νο. 1 σε Φα ελάσσονα Op. 2 No. 1. Το 1983 τέλος, ο Billy Joel στο άλμπουμ του ‘An Innocent Man’, ένα νοσταλγικό αφιέρωμα στις πρώτες μέρες του rock ‘n’ roll, της soul και του doo wop, είχε το τραγούδι ‘This Night’ που το να πούμε ότι είναι απλά επηρεασμένο από την ‘Σονάτα για πιάνο Νο. 8 Οp. 13’ (Παθητική) θα ήταν σχήμα λιτότητας. Το παραδέχτηκε άλλωστε και ο ίδιος σε συνεντεύξεις του αργότερα.

Muppet ShowΑπό όλες τις συνθέσεις του Μπετόβεν αφήσαμε για το τέλος αυτήν που αποδείχθηκε η πιο αγαπητή και επιδραστική, όπως φαίνεται από τον αριθμό των διασκευών που έτυχε εκτός του κόσμου της κλασικής μουσικής. Πρόκειται για το τέταρτο μέρος της Ένατης Συμφωνίας του που γράφτηκε το 1824, γνωστό με τον τίτλο ‘Ωδή στη Χαρά’, που αποτελεί μελοποίηση του ομώνυμου ποιήματος του Σίλερ από το 1785. Την πρωτοάκουσα σαν παιδικό τραγούδι με τίτλο «Ω Χαρά!» που τραγουδούσαμε στη χορωδία του 8ου Δημοτικού Δράμας και φυσικά εντυπωσιάστηκα όταν έμαθα ποιος έγραψε τη μουσική του αλλά, όσο κι αν έψαξα, δεν κατάφερα να ανακαλύψω ποιος έγραψε τους ελληνικούς στίχους. Το 1997, περίπου είκοσι χρόνια μετά την ανακάλυψή του από ’μένα, κάποια άλλα παιδιά θα την γνώριζαν για πρώτη φορά στην τηλεόραση στο επεισόδιο 209 του Muppet Show.

Πολλοί είναι αυτοί που τραγούδησαν την ‘Ωδή στη Χαρά’ προσαρμόζοντάς την στην αισθητική τους και προσθέτοντας στίχους ανάλογα με το σκοπό τους. Ένας από αυτούς ήταν ο Αφροαμερικανός σοσιαλιστής τραγουδιστής Paul Robeson, που τραγούδησε από το τηλέφωνο την εκδοχή του στους ανθρακωρύχους της νότιας Ουαλίας το 1957, όταν τον κάλεσαν στο ετήσιο φεστιβάλ τεχνών (Eisteddfod) αλλά η κυβέρνηση των Η.Π.Α. του απαγόρευσε να ταξιδέψει. Ακόμη μεγαλύτερο πολιτικό βάρος απέκτησε η διασκευή του Ισπανού Miguel Ríos από το 1969, που την τραγούδησε στα ισπανικά με τίτλο ‘Himno a la Alegria’ και στα αγγλικά με τίτλο ‘A Song of Joy’, έγινε επιτυχία σε όλο τον ισπανόφωνο, και όχι μόνο, κόσμο και την τραγουδούσαν οι γυναίκες διαδηλώτριες στη Χιλή στους δρόμους έξω από τις φυλακές για να δώσουν κουράγιο στους πολιτικούς κρατούμενους της χούντας του Πινοσέτ. Διασκευές παρόμοιες με του Rios (δηλαδή αντιγραφές της) τραγούδησαν στα ιταλικά ο Al Bano (‘Canto alla Gioia’) και στα γερμανικά ο Roy Black με την χορωδία Fischer (‘Song of Joy’) και ο σταρ του schlager Heino (‘An Die Freude’). Η πολιτική εργαλειοποίηση της Ωδής με τη μεγαλύτερη δημοσιότητα όμως είναι η χρήση της από το 1985 σαν επίσημος ύμνος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αγγλική σατιρική απόδοσή του, λίγα χρόνια μετά την καθιέρωσή του, από τον μεγαλύτερο κωμικό της χώρας έδειξε παραστατικά τον δρόμο που θα ακολουθούσαν οι σχέσεις της Μεγάλης Βρετανίας με την Ένωση.

Κουρδιστό ΠορτοκάλιTo 1962 ο Anthony Burgess έγραψε το ‘Κουρδιστό Πορτοκάλι’, μια οριακή για τον 20ο αιώνα δυστοπία που εννέα χρόνια μετά μετέφερε στον κινηματογράφο, σε μια εξίσου σημαντική ταινία ο Stanley Kubrick. Η μουσική του Μπετόβεν παίζει κομβικό ρόλο στην ιστορία, μια που ο πρωταγωνιστής, ο χαρισματικός δημόσιος κίνδυνος Άλεξ, τον λατρεύει και τον αποκαλεί «αγαπημένο Λούντβιχ Βαν», και η Ωδή στη Χαρά είναι το κομμάτι που κυριαρχεί, μια που συνοδεύει μουσικά τις βίαιες πράξεις του. Εκτός από την ορχηστρική εκτέλεση, σε διεύθυνση του Χέρμπερτ Φον Κάραγιαν, υπάρχει και μια διασκευή για συνθεσάιζερ και vocoder από την Wendy Carlos, που έγραψε το soundtrack και εκείνη την εποχή είχε αρχίσει ορμονική θεραπεία προκειμένου να προχωρήσει σε αλλαγή φύλου από άντρας που γεννήθηκε, με το όνομα Walter, σε γυναίκα. Η Carlos με το άλμπουμ του 1968 ‘Switched-On Bach’ ήταν πρωτοπόρος στις ηλεκτρονικές διασκευές κλασικής μουσικής που είχαν μεγάλη επιτυχία στα επόμενα χρόνια, γεγονός όχι πάντα θετικό μια που λίγες ήταν οι αξιόλογες ή/και ενδιαφέρουσες ανάμεσά τους ενώ πολύ περισσότερες οι ευτελείς muzak όπως η σειρά ‘Hooked on Classics’, με μεγάλη τη συμμετοχή έργων του Μπετόβεν και σ’ αυτήν.

Οι διασκευές της ‘Ωδής στη Χαρά’ από τον ευρύτερο χώρο της ποπ και του ροκ, στον οποίο τσουβαλιάζουμε χάριν συντομίας πολλά ετερόκλητα είδη και υποείδη, είναι πολλές και προέρχονται από διάφορα παρακλάδια τους. Το 1981 οι Rainbow του Ritchie Blackmore, που συναντήσαμε και παραπάνω σαν κιθαρίστα των Deep Purple, κυκλοφόρησαν το άλμπουμ ‘Difficult to Cure’, το ομώνυμο κομμάτι του οποίου (‘Difficult to Cure/Beethoven’s Ninth’) ήταν μια οργιαστική διασκευή της Ωδής στην οποία ο Blackmore επιδεικνύει με αυτοπεποίθηση όλη την βιρτουοζιτέ και την ροκ αυθάδεια που τον έκαναν διάσημο. Ένα χρόνο πριν ο Jean Jacques Burnel, ένας από τους ιδρυτικούς πατέρες του πανκ ροκ, είχε παίξει ζωντανά σε συναυλία μια διασκευή της σε ένα θεματικά ταιριαστό medley με το δικό του Do the European που κυκλοφόρησε σαν Β’ πλευρά του single ‘Girl from the Snow Country’ το 1980. Λίγο αργότερα, το 1982, οι New Order ηχογράφησαν τη δική τους διασκευή που κυκλοφόρησε σε flexi δισκάκι, σε δυο χιλιάδες αντίτυπα, σαν χριστουγεννιάτικη κάρτα - δώρο από την δισκογραφική τους εταιρία Factory και το συγκοινωνούν δοχείο της Hacienda club.

Μια επεισοδιακή χρήση ενός λιγότερο προβεβλημένου αποσπάσματος της 9ης έγινε το 1993 από τον μεγαλύτερο ποπ σταρ της εποχής. Ο Michael Jackson στο τραγούδι του ‘Will You Be There’, κύριο θέμα της ταινίας ‘Free Willy’, έβαλε για εισαγωγή ένα χορωδιακό μέρος της από την ορχήστρα του Cleveland χωρίς να ζητήσει άδεια ούτε να το αναφέρει στις σημειώσεις (credits) του άλμπουμ ‘Dangerous’ που συμπεριλαμβανόταν το τραγούδι, γεγονός που οδήγησε σε μήνυση που διευθετήθηκε εξωδικαστικά και στις επόμενες εκδόσεις του album υπήρχε αναφορά και στην ορχήστρα και στον Μπετόβεν.

Η ‘Ωδή στη Χαρά’ συνεχίζει ακάθεκτη να διασκευάζεται στον 21ο αιώνα, επιβεβαιώνοντας τη διαχρονικότητά της. Το τραγούδι των Bright Eyes ‘Road to Joy’ από το 2005 είναι μια από τις πιο ενδιαφέρουσες διασκευές που έχουν γίνει, αφού παίρνει το αρχικό θέμα και το πάει αλλού χτίζοντας επάνω του ένα εντελώς καινούργιο κομμάτι, κλείνοντας ταυτόχρονα το μάτι στο παλιό με τον τίτλο του. Το 2007, για το άνοιγμα του ανακαινισμένου Festival Hall του Λονδίνου, ζητήθηκε από τον Billy Bragg να γράψει νέους στίχους για την Ωδή στα αγγλικά. Ο Billy το έκανε, και όταν στα εγκαίνια τον σύστησαν στη βασίλισσα της είπε «ήθελα να γίνω ο νέος Bob Dylan και κατέληξα να γίνω ο νέος Friedrich Schiller». Για το τέλος άφησα την dance συλλογή ‘Classical Speed’ του 2002, με είκοσι ντοπαρισμένες (μιλάμε για την εποχή του ecstasy) διασκευές και remix από τα greatest hits της κλασικής μουσικής, τρεις εκ των οποίων είναι του Μπετόβεν: H ‘Ωδή στη Χαρά’ (Ode to Joy Speed Version) από τους Hardcore Synth Orchestra feat. Johnny Mitraglia, το ‘Für Elise’ (Speed Over Beethoven) από κάποια Rose και το πρώτο μέρος της Πέμπτης Συμφωνίας από τους CJ Crew.

Από όλα τα παραπάνω βγαίνει αβίαστα το συμπέρασμα ότι η κλασική μουσική και η ποπ κουλτούρα δεν είναι τόσο ασύμβατες όσο θέλουν να πιστεύουν, ή φοβούνται, κάποιοι. Η μεγάλη πλειοψηφία των μουσικών και του κοινού έχει παραστάσεις και από τις δύο, και όταν μπαίνουν στο μίξερ μπορεί να προκύψουν τέρατα αλλά και αριστουργήματα. Το βέβαιο είναι ότι η ιστορία της μουσικής γράφεται κάθε μέρα και ότι κεντρικές οικουμενικές μορφές σαν τον Λούντβιχ Βαν Μπετόβεν δεν θα σταματήσουν να απασχολούν και να γοητεύουν τον κόσμο ποτέ.

Ευχαριστώ τους φίλους Μπάμπη Αργυρίου, Λεωνίδα Ηρακλειώτη και Αντώνη Ξαγά που με τις παρατηρήσεις τους συνέβαλαν στο γράψιμο του άρθρου.