Οι Ace Of Base στον δρόμο προς και από το Happy Nation

Οι Mountain Goats, η Ρούλα Κορομηλά, οι Ναζί, αλλά κι ένας πλήρης δισκογραφικός «χάρτης» (1990-2020)

Ιστορικά στοιχεία και άγνωστα trivia, απόψεις και αξιολογήσεις, δίσκοι και δισκάκια σε ένα χορταστικό αφιέρωμα του Χάρη Συμβουλίδη μέχρι τελικού... ρεμίξ

Όταν η Ρούλα Κορομηλά υποδέχθηκε τους Ace Of Base στα τηλεοπτικά πλατώ της πρώτης εκδοχής του Ciao Ant1 (1993), μετρούσαν μόλις τρία έτη ύπαρξης. Όμως ήδη έγραφαν ποπ ιστορία με το ντεμπούτο τους, που θα τους έμπαζε τελικά ακόμα και στα ρεκόρ Γκίνες χάρη στα περίπου 23.000.000 αντίτυπα τα οποία πούλησε σε πλανητική κλίμακα. Κατά καιρούς, μάλιστα, η χάρη τους θα έφτανε ακόμα και σε λίστες του MiC, ήδη από τον Δεκέμβρη του 2000 (βλέπε Horny Pop Diamonds). Από τότε κύλησε πολύ νερό στ' αυλάκι, αλλά οι Σουηδοί υπάρχουν ακόμα: μέσα στο 2020 γιόρτασαν 30 χρόνια πορείας κυκλοφορώντας ένα box set με έντεκα CD κι ένα DVD (στην Edsel), το οποίο ήδη έχει εξαντληθεί παρά τα παράπονα που ακούστηκαν για το mastering.

Το «υπάρχουν», βέβαια, δείχνει κάπως σχετικό, αφού εδώ και μια δεκαετία είναι ουσιαστικά ανενεργοί. Ήδη άλλωστε από το 2002 οι μεγάλες εταιρείες τους θεωρούσαν τελειωμένη υπόθεση, ενώ ο Γερμανός κριτικός Daniel Straub τους περιγελούσε, βλέποντάς τους ως μπάντα ξεχασμένη στα 1990s. Αλλά, ως γνωστόν, η ζωή (μας) κύκλους κάνει· και το κάρμα είναι συνήθως «a bitch».

Με τα 1980s και 1990s να έχουν λοιπόν ξαναζήσει για τα καλά, οι Ace Of Base στέκουν σήμερα τυλιγμένοι στην αίγλη της αναγνωρισμένης επιρροής για μια ευρεία γκάμα καλλιτεχνών. Κι αν η Lady Gaga με τη Robyn δείχνουν αναμενόμενες περιπτώσεις, ο Beck δεν είναι και τόσο –και σίγουρα δεν είναι οι Mountain Goats. Μάλιστα, αν το ψάξετε αρκετά, θα πέσετε και στην ιστορία ενός Αμερικανού που κάποτε προσπαθούσε να μυήσει την κοπέλα του στις indie χάρες της μπάντας του John Darnielle, όμως το μόνο τραγούδι που της άρεσε ήταν ...η διασκευή που έκαναν το 1995 στο "The Sign" των Σουηδών!

Ασφαλώς, είναι να απορείς που οι Ace Of Base καπάρωσαν το στάτους του ποπ ορόσημου, αφού η τραγουδοποιία τους διέθετε μεν εκλάμψεις, μα γενικά ήταν στοιχειώδης και παρέμεινε δέσμια όχι μόνο σε μουσικές και ενορχηστρωτικές συμβάσεις, μα και στις εκάστοτε κοπτοραπτικές των δισκογραφικών. Οι συγκρούσεις με τις τελευταίες υπήρξαν διαρκείς και ενίοτε μνημειώδεις, είχαν όμως σταθερά το ίδιο τέλος: οι εταιρείες επέβαλλαν τα θέλω τους και οι Σουηδοί υποχωρούσαν, ώστε να μη χάσουν τους καρπούς της παγκόσμιας επιτυχίας.

Τέτοιοι καυγάδες, πάντως, θυμίζουν ότι οι Ace Of Base δεν ήταν περίπτωση στημένη από τους μηχανισμούς του μάρκετινγκ, αλλά μια σχεδόν οικογενειακή υπόθεση. Η οποία συχνά έφερνε σε (καλή) αμερικάνικη σαπουνόπερα, διαθέτοντας λ.χ. ρήξεις μεταξύ αδερφών, επεισόδια με τρελαμένες fans οπλισμένες με μαχαίρια, ακόμα και σκοτεινές διασυνδέσεις με τους Ναζί. Πριν πιάσουμε όμως τη δισκογραφία, πάμε να δούμε πώς ξετυλίχτηκαν αυτά τα 30 χρόνια μεταξύ 1990 και 2020.

Μέρος 1: Η Ιστορία των Ace Of Base, σε 14 Ερωταπαντήσεις

- Ίδρυσαν οι Rolling Stones τους Ace Of Base;

Όχι ευθέως, ναι εμμέσως. Πίσω δηλαδή στις 4 Αυγούστου του 1990, οι Tech Noir –ένα electro pop συγκρότημα που υπήρχε από το 1986– είχε κανονίσει να παίξει ζωντανά στο Bältespännarparken του Γκέτεμποργκ. Αλλά ο μπασίστας Nicklas Tränk αποφάσισε να πάει να ...δει τη συναυλία των Rolling Stones στην άλλη άκρη της πόλης, αφήνοντας έτσι στα κρύα του λουτρού τον Jonas "Joker" Berggren και τις δύο αδερφές του, τη Linn και την Jenny.

Την ιστορία τη διηγήθηκε ο ίδιος το 1998, στο ντοκιμαντέρ Ace Of Base: The Story, το οποίο προβλήθηκε στην κρατική τηλεόραση της Σουηδίας (SvT). Ο γνωστός τους Ulf "Buddha" Ekberg λειτούργησε τότε πυροσβεστικά, σώζοντας την περίσταση, μα και πυροδοτώντας τις ζυμώσεις που λίγες μέρες αργότερα θα οδηγούσαν στον σχηματισμό των Ace Of Base.

- Βάφτισαν οι Motörhead τους Ace Of Base;

Όσο κι αν προξενεί εντύπωση, ναι. Θα έπρεπε βέβαια να φτάσουμε στο 2018 για να το παραδεχτεί ο Ulf Ekberg, καθώς, όταν το γκρουπ βρισκόταν στα πάνω του, στις εταιρείες έκριναν ότι δεν ταίριαζε με το προφίλ τους η μνεία μιας ιστορίας που τον ήθελε να αναρρώνει μετά από ένα γερό μεθύσι, βλέποντας το βιντεοκλίπ του "Ace Of Spades" των Motörhead και παίζοντας με τις λέξεις του τίτλου στο κεφάλι του. Εντωμεταξύ, το τι βλακείες έχουν πει σε πλήθος συνεντεύξεων στα 1990s για την ονομασία τους, δεν λέγεται. Η συνηθέστερη ιστορία, που τους ήθελε να έχουν ένα υπόγειο στούντιο στα πρώτα τους βήματα, είναι πέρα για πέρα ψευδής.

- Ήταν οι Depeche Mode με τους Kraftwerk οι μεγάλες αγάπες των Ace Of Base;

Και ναι και όχι. Όποιος έχει δει π.χ. το βιντεοκλίπ του Mathias Julien για το "The Sign", αποκλείεται να μην έχει παρατηρήσει τον φόρο τιμής της έναρξης στο "Enjoy The Silence" των Depeche Mode. Πράγματι, ο Joker τους μετρά ως μεγάλη μουσική αγάπη, ενώ ο Buddha έχει σε αντίστοιχη θέση τους Kraftwerk του Computerwelt. Γράφοντας εντούτοις για τους Ace Of Base, δεν πρόκριναν ανάλογους ήχους.

Η μεταιχμιακή συναυλία στο Γκέτεμποργκ (επισήμως τελευταία των Tech Noir, ανεπίσημα πρώτη των Ace Of Base) δημοσιεύτηκε το 2020 με τον τίτλο Live In Gothenburg 1990, στο προαναφερόμενο box set της Edsel. Και είναι μια αποκαλυπτική υπόθεση, γιατί δίπλα σε διασκευές italo disco επιτυχιών σαν το "Vamos A La Playa" των Righeira (1983) υπάρχουν και δικά τους κομμάτια, π.χ. το "Sunshine". Τα οποία δείχνουν ότι τα αδέρφια Berggren είχαν ξεκάθαρα ποπ/ντίσκο στοχεύσεις, με τα όποια (πιο) ηλεκτρονικά στοιχεία να λειτουργούν απλά ως βιτρίνα.

- Έχουν σχέση οι Ace Of Base με τους Ναζί;

Όχι, είχε όμως ο Buddha πριν γνωριστεί με τους υπόλοιπους. Μεταξύ δηλαδή 1982 και 1987, μετείχε στο Oi! συγκρότημα Commit Suicide, για το οποίο κι έγραφε τραγούδια με νεοφασιστικό περιεχόμενο σαν το "Vit Makt, Svartskalle Slakt", όπου διακήρυσσε το μίσος για τους μετανάστες, καλώντας τους Νορδικούς πληθυσμούς να «ξυπνήσουν». Και δεν ήταν μόνο η μπάντα, αλλά και η εγγραφή του στο κόμμα Sweden Party (και όχι στους Sweden Democrats, όπως έγραψε ο Benjamin Shapiro σε ένα κατά τα λοιπά καλά πληροφορημένο άρθρο για το αμερικάνικο Vice), που ήταν άμεσα συνδεδεμένο με τους ρατσιστικούς και νεοναζιστικούς κύκλους της Σουηδίας.

Προφανώς οι Berggren τα έμαθαν σε κάποιο σημείο, πάντως δεν ήταν παρά λίγο πριν το τρίτο Ace Of Base άλμπουμ (1997) που τα γεγονότα αυτά έγιναν δημοσίως γνωστά –με τον Buddha να τα παραδέχεται, λέγοντας ότι έχει μετανιώσει και ότι, με τη διάλυση των Commit Suicide το 1987, έκλεισε για πάντα εκείνο το κεφάλαιο της ζωής του. Η υπόθεση δεν του κόστισε. Ούτε δηλαδή οι fans του το κράτησαν (μάλιστα, πολλοί εκτός Σουηδίας αγνοούν το θέμα), πόσο μάλλον οι πολυεθνικές με τις οποίες δούλεψε από το 2002 και μετά (BMW, LinkedIn, Nokia). Ακόμα και η συνήθως ευαίσθητη σε τέτοια ζητήματα ομοσπονδιακή κυβέρνηση της Γερμανίας δεν αντέδρασε όταν ορίστηκε μέλος του German Marshall Fund, παρότι το χρηματοδοτεί.

- Πώς ήρθε στους Ace Of Base να χρησιμοποιήσουν reggae ρυθμούς;

Λίγο αφού ιδρύθηκαν, απάντησαν σε τοπική αγγελία για νέα ταλέντα. Αλλά ο παραγωγός John Ballard δεν μπόρεσε να αποφασίσει αν είχαν προοπτικές κι έτσι τους έστειλε στον Klas Lunding της Telegram Records, ο οποίος έδωσε μπάτζετ για ένα demo. Δουλεύοντάς το, έπιασαν φιλίες με μια τζαμαϊκανή μπάντα που ηχογραφούσε στο ίδιο στούντιο κι εκεί είδαν ότι οι reggae ρυθμοί βρίσκονταν κοντά σε ό,τι ήδη έκαναν στους Tech Noir, με τραγούδια λ.χ. σαν το προαναφερόμενο "Sunshine". Δοκίμασαν έτσι να εντάξουν τέτοια στοιχεία στο υλικό τους, όμως το τελικό προϊόν άφησε την Telegram ανικανοποίητη, με αποτέλεσμα να τους απορρίψει τον Ιούνιο του 1991.

- Πόσο εύκολα ήρθε η επιτυχία για τους Ace Of Base;

Καθόλου εύκολα. Όταν τους απέρριψε η Telegram, πούλησε το έτοιμο demo τους "Wheel Of Fortune" στη Mega Records της γειτονικής Δανίας. Εκεί πίστεψαν στο κομμάτι και το δοκίμασαν ως single τον Απρίλιο 1992· εντούτοις απέτυχε παταγωδώς. Αποφάσισαν παρά ταύτα να επιμείνουν κι έτσι έγινε και δεύτερη έκδοση τον Ιούλιο, παράλληλα με ένα βιντεοκλίπ, η οποία έφερε το τραγούδι στο #2 της Δανίας. Έπειτα, σε τρίτο λανσάρισμα, βρέθηκε #20 στη Βρετανία, #21 στη Γαλλία, #4 στη Γερμανία και #39 στη Σουηδία.

- Αληθεύει ότι το "All That She Wants" χρωστάει τα πάντα σε ένα χαλασμένο κασετόφωνο αυτοκινήτου;

Ναι. Η επιτυχία του "Wheel Of Fortune" ώθησε τους Ace Of Base να στείλουν το demo τους για το "Mr. Ace" στον Σουηδό παραγωγό Denniz PoP, καθώς θαύμαζαν τη δουλειά του στην επιτυχία "Another Mother" της Kayo Shekoni με τον Rock Ski (1990). Εκείνου δεν του άρεσε, επειδή όμως κόλλησε στο κασετόφωνο του αυτοκινήτου του κατέληξε να το ακούσει πολλές φορές, αλλάζοντας τελικά άποψη.

Κάλεσε έτσι το γκρουπ στη Στοκχόλμη για να δουλέψουν μαζί, απαιτώντας ωστόσο να φύγουν εντελώς τα ανδρικά ραπ μέρη. Στην πορεία άλλαξαν και οι στίχοι, μέχρι που το "Mr. Ace" μετασχηματίστηκε στο "All That She Wants", βγαίνοντας ως single τον Αύγουστο του 1992. Ο θρίαμβός του καταγράφηκε σαρωτικός (Σουηδία #3, Η.Π.Α. #2, Βρετανία #1, Αυστραλία #1, Γαλλία #2, Καναδάς #1, Γερμανία #1), πυροδοτώντας μια αναπάντεχη διεθνή καριέρα για τους Ace Of Base.

- Πόσο μεγάλη ήταν τελικά η επιτυχία των Ace Of Base;

Υπολογίζεται ότι έχουν πουλήσει 45.000.000 αντίτυπα παγκοσμίως, πράγμα που τους κάνει το τρίτο πιο πετυχημένο συγκρότημα της Σουηδίας μετά τους ABBA και τους Roxette. Στις βασικές αγορές Αμερικής και Βρετανίας, ωστόσο, το μόνο άλμπουμ που πήγε νούμερο 1 ήταν το ντεμπούτο, το οποίο πούλησε μονάχο του 23.000.000 αντίτυπα. Στην πατρίδα Σουηδία, επίσης, μετρούν μόνο ένα νούμερο 1 –με τη δεύτερή τους δουλειά The Bridge.

Σε επίπεδο singles, η μόνη φορά που πήγαν νούμερο 1 στη Σουηδία ήταν το 1995 με το "Lucky Love". Συνολικά είχαν άλλες οκτώ top-20 επιτυχίες, με δεύτερη μεγαλύτερη το "The Sign" (#2). Στη Βρετανία δεν ξανασημείωσαν νούμερο 1 μετά το "All That She Wants", μπήκαν όμως έντεκα ακόμα φορές στο top-40, με το "The Sign" να φτάνει κι εδώ μέχρι το #2. Στις Η.Π.Α., πάλι, πήγαν νούμερο 1 μόνο με το "The Sign", μπήκαν όμως άλλες επτά φορές στο top-100, με το "All That She Wants" να αναρριχάται στο #2. Την πιο διαρκή επιτυχία την απόλαυσαν στη Γερμανία: πήγαν δύο φορές νούμερο 1 (με το "All That She Wants" και το "The Sign") και σκόραραν δέκα ακόμα top-40 σουξέ, με έσχατο το "All For You" το 2010 (#38).

- Σημειώθηκε κάποιο μπέρδεμα με τους στίχους του "All That She Wants";

Οι στίχοι του γκρουπ, στο ξεκίνημα ειδικά, παρουσίαζαν μερικές φορές άγαρμπα αγγλικά, τα οποία έδειχναν σωστά μα κανείς δεν τα μίλαγε έτσι –φανερώνοντας ότι δεν ήταν η μητρική τους γλώσσα. Χαρακτηριστικό είναι λ.χ. εκείνο το «My love is my engine/And you might be fuel» από το "Wheel Of Fortune", αλλά και το «It's a day for catching sun» από το "All That She Wants". Το μπέρδεμα, όμως, δεν οφειλόταν σε τίποτα τέτοιο. Απλά ορισμένοι ήταν μάλλον πολύ ...αθώοι και δεν κατάλαβαν ότι η πρωταγωνίστρια άλλαζε τα γκομενάκια σαν τα πουκάμισα, κατά τη διάρκεια των διακοπών της.

- Κινδύνεψαν οι Ace Of Base, εξαιτίας της επιτυχίας;

Βγάζοντας κυριολεκτικό το τραγούδι τους "Living In Danger", μια 21άχρονη Γερμανίδα fan ονόματι Manuela Behrendt ταξίδεψε στη Σουηδία τον Απρίλιο του 1994. Εκεί ανακάλυψε μέσω παρακολουθήσεων το πατρικό των Berggren και πραγματοποίησε εισβολή κρατώντας μαχαίρι, τραυματίζοντας ελαφρά στα χέρια τη μητέρα των τριών αδερφιών. Τα κίνητρά της δεν έγιναν σαφή, οπωσδήποτε πάντως υπήρχε ψυχολογική ανισορροπία. Η υπόθεση έφτασε στα δικαστήρια, όπου κατά παράκληση του γκρουπ η Behrendt δεν τιμωρήθηκε, της απαγορεύτηκε όμως η περαιτέρω είσοδος στη Σουηδία. Το κομμάτι "Ravine" αντανακλά στιχουργικά το συμβάν.

- Πότε ξεκίνησαν οι κόντρες με τις δισκογραφικές;

Με το που βρέθηκαν στις Η.Π.Α. (1993) και υπέγραψαν με την Arista για να κυκλοφορούν οι δίσκοι τους στη βόρεια Αμερική. Καθώς δηλαδή ετοίμαζαν το εξτρά υλικό για την εκεί εκδοχή του πρώτου άλμπουμ, ο Clive Davis –αφεντικό της Arista– άσκησε ασφυκτικό πρέσινγκ για μια διασκευή. Και δικαιώθηκε, καθώς η ματιά τους στο "Don't Turn Around" της Tina Turner έδωσε ένα μεγάλο παγκόσμιο σουξέ (Σουηδία #2, Η.Π.Α. #4, Βρετανία #5, Γαλλία #17, Αυστραλία #19, Καναδάς #1, Γερμανία #6).

Μέσα στο 1995, όμως, το γκρουπ ανέλαβε να γράψει το τραγούδι των τίτλων για την Τζέιμς Μποντ ταινία GoldenEye (με τον Πιρς Μπρόσναν). Ενώ όμως είχαν παραδώσει δείγμα, ο Davis τους ανάγκασε να το αποσύρουν, φοβούμενος ότι το φιλμ θα αποτύγχανε εμπορικά. Δεν γινόταν να κάνει περισσότερο λάθος. Το κομμάτι επανηχογραφήθηκε ως "The Juvenile" το 2002, είναι πάντως αισθητά κατώτερο από το "Golden Eye" της Tina Turner που τελικά επιλέχθηκε (το σύμπαν επέμενε να εμπλέκει την Turner με τους Σουηδούς, κατά απροσδόκητους τρόπους).

Ύστερα, όταν τον Ιούλιο 1996 η Arista κλήθηκε να υποστηρίξει το "Never Gonna Say I'm Sorry" ως single στην αμερικανική αγορά, ο Davis κατέστησε σαφές ότι δεν του άρεσε και δεν το πίστευε. Και δεν άλλαξε άποψη όταν αποφασίστηκε να μη λανσαριστεί στην άλμπουμ εκδοχή, αλλά με ένα πιο χορευτικό remix –γι' αυτό και αρνήθηκε να το εξοπλίσει με βιντεοκλίπ, με αποτέλεσμα να χαντακωθεί στο #106 των charts.

Το μεγάλο πατιρντί σημειώθηκε το 1998, όταν έφτασε ο καιρός για το τρίτο άλμπουμ. Σε πρώτη φάση, η Mega απέρριψε το βιντεοκλίπ που της έφεραν  για τον ευρωπαϊκό προάγγελο "Life Is A Flower" ως βαρύ και σκοτεινό, αναγκάζοντάς τους να γυρίσουν καινούριο, με πιο ανάλαφρη αίσθηση. Σε δεύτερη φάση, όταν ο Clive Davis άκουσε τον δίσκο, τον βρήκε πολύ ευρωπαϊκό. Απαίτησε έτσι να επανηχογραφηθεί το "Life Is A Flower" ως "Whenever You're Near Me" –λαμβάνοντας ερωτικό περιεχόμενο, αντί για υπαρξιακό– ενώ πίεσε ξανά για μία ακόμα διασκευή.

Το γκρουπ έφτασε στα όριά του, μα υποχώρησε και παρέδωσε το "Cruel Summer" των Bananarama (1983). Ο Davis επικρότησε την επιλογή, αλλά μετά δεν του άρεσαν τα φωνητικά της Linn Berggren στο "Donnie" και το ξαναέγραψε με την Jenny. Επειδή όμως ήθελε να την έχει κι εκείνη πρωταγωνίστρια κάπου, της έδωσε ένα τραγούδι ονόματι "Everytime It Rains", το οποίο είχε γραφτεί για την Annie Lennox μα τελικά είχε απορριφθεί. Ωστόσο στη Linn δεν άρεσαν οι στίχοι του ρεφρέν, οπότε το άφησε στην αδερφή της. Όταν ο Davis κατάλαβε ότι η εντολή του δεν υλοποιήθηκε, την κάλεσε στο γραφείο του και κατά τα φαινόμενα της έβγαλε λογύδριο για «το μέλλον των Ace Of Base στην αμερικάνικη αγορά», υποχρεώνοντάς τη να πάει στη Νορβηγία και να κάνει την ηχογράφηση.

Μέσα στο 1999 οι Ace Of Base άρχισαν να γράφουν υλικό για ένα καινούριο άλμπουμ. Όταν όμως θέλησαν να δημοσιοποιήσουν ένα κομμάτι ονόματι "Pole Position" ως πρώτο single –έχοντας μάλιστα οραματιστεί κι ένα βιντεοκλίπ με πρωταγωνιστή το αστέρι της Φόρμουλα Ένα, Jacques Villeneuve– διαπίστωσαν ότι τόσο η Mega, όσο και η Arista, προτιμούσαν να ρίξουν στην αγορά μια συλλογή με επιτυχίες. Υποχώρησαν ξανά, αλλά μόλις έφτασε η στιγμή για τον δίσκο Da Capo (2002) η Arista δεν ανανέωσε το συμβόλαιό τους, με αποτέλεσμα να μείνει δίχως κυκλοφορία στην Αμερική. Η Polygram, επίσης, η οποία τους εκπροσωπούσε στη Βρετανία, το έβγαλε μεν στα δισκοπωλεία, αρνούμενη εντούτοις να κάνει το οποιοδήποτε promo: κατά τη γνώμη της, οι Ace Of Base δεν ήταν πλέον σχετικοί με τα γούστα του βρετανικού κοινού.

- Ποιο τραγούδι των Ace Of Base θεωρούσε ο Michael Jackson ως ένα από τα καλύτερα ποπ κομμάτια που είχε ακούσει στη ζωή του;

Το "Beautiful Life" από τον δεύτερο δίσκο τους The Bridge, όπως τους είπε όταν τους συνάντησε στο Μονακό, το 1996. Το οποίο είναι πράγματι ένα από τα ωραιότερα τραγούδια που έφτιαξαν στην καριέρα τους: ο Jonas Berggren ισχυρίζεται ότι το «άκουσε» μες το κεφάλι του καθώς έκανε διακοπές στα Κανάρια Νησιά. Το έκοψαν και σε single, αλλά δεν πήγε όσο καλά του άξιζε (Σουηδία #22, Η.Π.Α. #15, Βρετανία #15, Γαλλία #10, Αυστραλία #11, Καναδάς #3, Γερμανία #20).

- Τι έπαθε η Linn Berggren;

Αν και εξαρχής μοιραζόταν τα φωνητικά καθήκοντα με την αδερφή της Jenny, το χρώμα της φωνής της και η παρουσία της δεν άργησαν να την καταστήσουν σημείο αναφοράς για τους fans. Οι οποίοι άρχισαν να τη βλέπουν ως την κυρίως τραγουδίστρια των Ace Of Base, με εκείνους να παγιώνουν έπειτα αυτή την εικόνα.

Ως το 1996, εντούτοις, είχε χάσει τον έλεγχο και δεν έκρυβε σε συνεντεύξεις ότι αδυνατούσε πλέον να διαχειριστεί τις απαιτήσεις μιας επιτυχίας τέτοιου βεληνεκούς. Στις αρχές του 1997, μάλιστα, ανακοινώθηκε ότι θα έβγαινε σε σόλο καριέρα με το τραγούδι "Lapponia". Το είχε γράψει για το γκρουπ, είχε απορριφθεί, μα πλέον θα το δημοσίευε μαζί με ένα ντοκιμαντέρ για την κουλτούρα των ιθαγενών Σαάμι της Λαπωνίας.

Τίποτα τέτοιο δεν συνέβη. Όταν οι Ace Of Base ξαναφάνηκαν στο προσκήνιο την άνοιξη του 1997, ως βασική τραγουδίστρια φιγούραρε πλέον η Jenny Berggren, με τη Linn να έχει υποχωρήσει στα μετόπισθεν –στα πλήκτρα και στα δεύτερα φωνητικά. Κι εκεί παρέμεινε ως τουλάχιστον το 2002, όταν έκανε μαζί τους την τελευταία της δημόσια εμφάνιση, στη Γερμανία. Έπειτα, στο ανασκούμπωμα που επιχειρήθηκε το 2007, ανακοινώθηκε και επισήμως η αποχώρησή της, αν και η Jenny είπε πως στην πραγματικότητα είχε ήδη από χρόνια συμβεί. Τους έβαλε μάλιστα να της υποσχεθούν ότι δεν θα της ζητήσουν ποτέ ξανά να επιστρέψει στη μπάντα. Έκτοτε δεν ξανασχολήθηκε με τη μουσική και εγκατέλειψε εντελώς τα φώτα της δημοσιότητας.

- Και η Jenny Berggren; Γιατί αποχώρησε;

Δεν ήταν εξαρχής σαφές, αφού οι Ace Of Base δήλωναν επισήμως μόνο όσα «έπρεπε» να λένε. Σε αντίθεση με την αδερφή της, στήριξε το ανασκούμπωμα που επιχειρήθηκε το 2007, όμως το γκρουπ μπόρεσε τότε να κάνει μόνο συναυλίες και όχι να εξασφαλίσει νέο δισκογραφικό συμβόλαιο –καθώς στο μεταξύ έληξε και η συνεργασία με τη Mega, δίχως να ανανεωθεί. Βρέθηκε έτσι να σχεδιάζει σόλο κινήσεις, ανακοινώνοντας ότι ερχόταν προσωπικό άλμπουμ και βγάζοντας μια αυτοβιογραφία (Vinna Hela Världen, 2009), η οποία μοσχοπούλησε στη Σουηδία.

Την ίδια περίοδο, ο αδερφός της και ο Buddha σκέφτονταν καθώς φαίνεται ότι έπρεπε να επιστρέψουν το γκρουπ στη μορφή της τετράδας, προσλαμβάνοντας μία ακόμα τραγουδίστρια. Το τι ακριβώς πυροδότησε αυτή η απόφαση δεν έχει ξεκαθαριστεί, καθώς σε συνεντεύξεις έχουν ειπωθεί αντικρουόμενα πράγματα: ότι στην Jenny δεν άρεσε η ιδέα, ότι την έκλεισαν απέξω προκειμένου να μην τη μποϊκοτάρει, ότι δεν την ήθελε ως βασική ερμηνεύτρια η καινούρια τους εταιρεία Playground Music.

Προέκυψε έτσι μια πολύ παράδοξη κατάσταση, με τους Ace Of Base να επανεμφανίζονται με τις νέες τραγουδίστριες Julia Williamson και Clara Hagman –την οποία ο Buddha γνώρισε όταν ήταν κριτής στον τηλεοπτικό διαγωνισμό ταλέντων Idol– και να ηχογραφούν δίσκο μαζί τους (The Golden Ratio), μα με τη Berggren να παραμένει επισήμως μέλος. Ίσως γιατί είχε νομικά δικαιώματα, τα οποία δεν γινόταν να παρακαμφθούν, παρά την αδέξια απόπειρα μετονομασίας του σχήματος σε Ace.Οf.Base; Πάντως δεν είναι τυχαίο ότι το Golden Ratio και τα συνοδευτικά του singles απαλείφονται στο site με την επίσημη δισκογραφία των Σουηδών, ενώ δεν συμπεριλήφθηκαν καθόλου στο πρόσφατο box set.

Σε κάθε περίπτωση, η Jenny Berggren έπαψε να μετέχει στο συγκρότημα το 2009. Το 2010 έβγαλε όντως προσωπικό άλμπουμ (My Story, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία), ενώ το 2016 δήλωσε ξεκάθαρα ότι, παρότι παραμένει οικογένεια με τον Jonas, δεν πρόκειται να ξαναδουλέψει μαζί του.

- Και τι απέγιναν οι Ace Of Base;

Το Golden Ratio δεν έφερε στον Joker και στον Buddha αυτά που ίσως περίμεναν: αν και μπήκε στα χαμηλά του γερμανικού top-20, στη Σουηδία δεν εμφανίστηκε καν στα charts. Η Hagman και η Williamson δήλωσαν αργότερα ότι έπαψαν να λογίζονται ως μέλη γύρω στο 2012, όταν απλά δεν ξανάκουσαν τίποτα περί Ace Of Base από τους συνεργάτες τους.

Παρά ταύτα, οι Ace Of Base δεν διαλύθηκαν. Ο Joker με τον Buddha τους κρατούν ενεργούς και μέσα στην τελευταία δεκαετία προχώρησαν σε αρκετές εκδόσεις, κυκλοφορώντας remixes, δύο δίσκους γεμάτους με ακυκλοφόρητα κομμάτια, καθώς και το box set για το οποίο λέγαμε στην αρχή του κειμένου. Όμως φρέσκο υλικό ή ζωντανές εμφανίσεις, δεν έχουν ξαναϋπάρξει.

Μέρος 2: Ο Πλήρης Δισκογραφικός Χάρτης των Ace Of Base

Wheel Of Fortune [Mega, Απρίλιος 1992]

Το πρώτο single των Ace Of Base βασίστηκε στη μίξη των Two On Each Camel που αγόρασε η Mega από την Telegram, όταν η τελευταία απέρριψε το γκρουπ. Είναι λοιπόν ελαφρώς διαφορετική υπόθεση από τη βερσιόν που θα εμφανιζόταν λίγους μήνες αργότερα στο ντεμπούτο, με εξτρά παραγωγή από τους Joker & Buddha.

Παρότι λείπει η στρογγυλή ολοκλήρωση της τελευταίας, το τραγούδι διέθετε εξαρχής ένα «κάτι»: λίγο το πώς παντρευόταν μια τυπική dance pop με την τζαμαϊκανή ρυθμολογία, λίγο οι σκιές μελαγχολίας που ανακατώνονταν με τα ανεβαστικά στοιχεία, λίγο το κολλητικό ρεφρέν, το οποίο αναδεικνυόταν χάρη στη δροσερή απόδοση της Linn Berggren, κόντρα στην άστοχη ματσίλα των ανδρικών φωνητικών. Η «συνταγή» της επικείμενης παγκόσμιας επιτυχίας ήθελε μερικές ακόμα πινελιές, μα ήταν ήδη διαμορφωμένη. [ 6,5/10]

 

HAPPY NATION [Mega, Νοέμβριος 1992]
στις Η.Π.Α. βγήκε ως The Sign (Arista, Νοέμβριος 1993) με διαφορετικό εξώφυλλο και ορισμένα καινούρια τραγούδια

Το ντεμπούτο ήταν μια βιαστική υπόθεση, η οποία στοίβαξε ό,τι υπήρχε σε demo προκειμένου να προλάβει η Mega τη χριστουγεννιάτικη αγορά, ανταποκρινόμενη στην απρόσμενη επιτυχία. Αποτυπώνει λοιπόν μια μπάντα μπουρδουκλωμένη σε ένα σκορποχώρι ιδεών, εντύπωση βέβαια που διασκεδάστηκε από την κατά κύματα άλωση των νούμερο 1 σε Βρετανία, Γαλλία, Καναδά, Γερμανία και Ιαπωνία, τελικά και στις Η.Π.Α.

Η επανέκδοση Ultimate Edition της ρώσικης Mirumir (2016) –η μόνη που περιλαμβάνει το πλήρες υλικό– φανερώνει ότι ακόμα πειραματίζονταν με πράγματα τα οποία γρήγορα απέρριψαν ("Dimension Of Depth"), ενώ τους εμφανίζει προσκολλημένους στους Tech Noir ήχους, να οδεύουν προς το ανατέλλον euro dance στυλ με τα techno beats και τα γυναικεία φωνητικά στη βιτρίνα ("Moogoperator", "Münchhausen (Just Chaos)", "Fashion Party"). Όσο όμως κι αν υποψιάζεσαι ότι η καρδιά των Ace Of Base βρισκόταν σε αυτήν την κατεύθυνση, όλοι οι λόγοι της παγκόσμιας επιτυχίας ήταν μαζεμένοι στην άλλη πλευρά της συγκομιδής.

Τραγούδια δηλαδή σαν το "All That She Wants", το "Wheel Of Fortune", το "The Sign", η διασκευή στο "Don't Turn Around" της Tina Turner (στην οποία θα βασιζόταν το 2008 η σούπερ επιτυχία της Lady Gaga "Alejandro") και κυρίως το εξαιρετικό "Happy Nation" –με τα αναπάντεχα κηρύγματα παγκόσμιας συναδέλφωσης, που έριξαν στη mainstream αρένα έναν στίχο σαν το «a man will die, but not his ideas»– πασπάλιζαν με reggae/dub στοιχεία έναν ευπρόβλεπτο disco pop ρυθμό, αφήνοντας το κοντράλτο χρώμα και την ιδιαίτερη εκφορά της Linn Berggren να ολοκληρώσουν το θαύμα, όντας ταμάμ με τις γλυκόπικρες μελωδίες. Άλλωστε η pop δεν θέλει πολλά για να λάμψει: αρκεί να βρεις έναν τρόπο. [ 6,5/10]

 

Waiting For Magic - Total remix [Mega, Νοέμβριος 1992]

Το κολοσσιαίο, δύο δόσεων σουξέ (ελέω Happy Nation και The Sign) οδήγησε σε πλήρες άρμεγμα του Ace Of Base ντεμπούτο από τη βιομηχανία, με αποτέλεσμα να χάνει η μάνα το παιδί σε αλλεπάλληλα 12ιντσα γεμάτα remixes, που έβγαιναν παράλληλα με τις βασικές εκδόσεις των singles. Εικόνα που θα διατηρηθεί καθ' όλη τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990.

Με το "Waiting For Magic" να ανήκει στην πιο ηλεκτρονική πλευρά της μπάντας, το Total remix των Björn Stenström & Buddha βρήκε πεδίο ελεύθερο για να ενισχύσει αυτή τη ροπή και μάλλον πέρασε εύκολα στα clubs της εποχής. Καλλιτεχνικά, ωστόσο, τα πράγματα ήταν ούτως ή άλλως αδιάφορα, κι έτσι παρέμειναν. [ 5/10]

 

All That She Wants - dub remix [Arista, Σεπτέμβριος 1993]

Mε τις επιτυχίες του Happy Nation να εισβάλλουν πλέον στις Ηνωμένες Πολιτείες, η Arista έριξε στην εκεί αγορά ένα 12ιντσο με μια νέα dub βερσιόν στο "All That She Wants". Το σχεδόν 8 λεπτών remix ήταν δουλειά της μπάντας και του Denniz PoP, μα δεν έκανε πολλά πέρα από το να τραβήξει τη διάρκεια του ορίτζιναλ, τονίζοντας κάπως πιο αδρά τα τζαμαϊκανά στοιχεία.

Αν και δεν συνέβη κάτι σπουδαίο στα πλαίσια της όλης αναδιαπραγμάτευσης, ήταν μια καλοστημένη –καίτοι κομματάκι φλύαρη– απόπειρα, μακράν η καλύτερη από τα συνολικά 18 remixes που έχουν δημοσιευτεί μέχρι σήμερα στο γκραν σουξέ των Σουηδών, τα οποία στη συντριπτική τους πλειονότητα είναι αχαρακτήριστα. [ 6/10]

 

The Sign Remixes [Mega και Arista, Δεκέμβριος 1993]

Κατ' εξοχήν πρόσωπο της αμερικάνικης έκδοσης του Happy Nation, το "The Sign" συνέχισε τον διεθνή χαμό με τους Ace Of Base, γοητεύοντας μεταξύ άλλων (όπως είδαμε) ακόμα και τον ηγέτη των Mountain Goats.

Οι ανάγκες προώθησης οδήγησαν σε δύο ταυτόχρονες non-album εκδόσεις, αφού για τo CD single της Arista στις Η.Π.Α. επιλέχθηκε το σχεδόν εφτάλεπτο Ultimix των Mark Roberts & Les Massengale, ενώ στο 12ιντσο maxi της Mega για την Ευρώπη πρωταγωνίστησε ένα remix των Joker, Denniz PoP & Douglas Carr.

 

Αν και το Ultimix πλατειάζει, πέτυχε να δώσει στη σύνθεση ελαφρώς κλαμπίστικο τόνο δίχως να χαλάσει σε κάτι τη ραδιοφωνική της δυναμική, η οποία βασιζόταν στο γνώριμο πλέον μίγμα ποπ, ηλεκτρονικών και reggae. [ 6/10] Αντιθέτως, το ευρωπαϊκό remix κρίνεται ισοπεδωτικό: δεν καταλαβαίνεις καν ότι έχεις να κάνεις με ένα τραγούδι το οποίο γιορτάζει ουσιαστικά τον χωρισμό, ως απελευθέρωση. [ 2/10]

 

Don't Turn Around Remixes [Mega και Arista, Μάρτιος 1994]

Η διεθνής επιτυχία της διασκευής στην Tina Turner έφερε πάλι παράλληλες εκδόσεις, αφού στη Σκανδιναβία η Mega λάνσαρε ένα maxi single με ένα Stretch remix των Per Adebratt & Tommy Ekman, ενώ στις Η.Π.Α. η Arista επένδυσε σε ένα 12ιντσο με πρωταγωνιστή ένα extended Groove remix δια χειρός Richie Jones· για τη Βρετανία, πάλι, διαλέχτηκε ένα σπέσιαλ remix των Aswad.

 

Ασφαλώς, δεν είναι τυχαίο ότι η καλύτερη δουλειά έγινε από τους τελευταίους: έχοντας διασκευάσει κι εκείνοι το τραγούδι της Tina Turner (το 1988), οι Aswad έκατσαν έξυπνα στην ισορροπία μεταξύ ευρωπαϊκής ποπ και Τζαμάικας, τονίζοντας βέβαια τον χαρακτήρα της δεύτερης. [ 6,5/10] Από τις υπόλοιπες δύο απόπειρες, πιο στρωτό αποδείχθηκε το Stretch remix [ 6/10], καθώς το Groove remix –αν και όχι χάλια– ήταν πιο ρουτινιάρικη υπόθεση. [ 5/10]

 

Living In Danger remix [Arista, Σεπτέμβριος 1994]

Όταν έφτασε η σειρά του "Living In Danger" να λάβει τη μακρά σκυτάλη των singles, η αμερικανική αγορά εξυπηρετήθηκε από ένα νέο remix των Per Adebratt & Tommy Ekman, το οποίο μπήκε επικεφαλής στη CD single έκδοση, έχοντας παρέα στα b-sides το ορίτζιναλ, συν τέσσερις καινούριες μίξεις.

Η νέα βερσιόν υπερτόνισε το beat στο φόντο κατά τρόπο που μάλλον σε βαράει στο κεφάλι εν συγκρίσει με το πρωτότυπο, που ορισμένοι θεωρούν ανάμεσα στα ωραία τραγούδια των Ace Of Base. Επί της ουσίας, πάντως, δεν έχουμε εδώ παρά μία ακόμα εύηχη ανακύκλωση της γνωστής τους συνταγής. Κατά τραγική ειρωνεία, εντωμεταξύ, λίγους μόλις μήνες πριν, είχαν ζήσει από πρώτο χέρι το Ζην Επικινδύνως του τίτλου. [ 5/10]

 

Lucky Love Remixes [Mega, Οκτώβριος 1995]

Στην ευρωπαϊκή του διάσταση, το "Lucky Love" απόκτησε το δικό του 12ιντσο maxi, το οποίο ήταν γεμάτο remixes, με βασικό το Raggasol mix που έφτιαξαν οι Denniz PoP & Max Martin. Αν και σε λίγα μόνο διαφέρει από την εκδοχή που θα έμπαινε τελικά στον επερχόμενο δεύτερο δίσκο, πετυχαίνει καλύτερο συνολικό αποτέλεσμα, υπογραμμίζοντας εντονότερα τα γύρω-γύρω από το χαρωπά τυποποιημένο ρεφρέν. [ 6/10]

 

Beautiful Life Remixes [Mega, Οκτώβριος 1995]

Για την Αμερική, ως προάγγελος του δεύτερου δίσκου λειτούργησε το "Beautiful Life", με ένα χορταστικό 12ιντσο να προσφέρει ένα extended remix ως βασικό, συνοδεία εφτά ακόμα μίξεων στα b-sides. Μία από αυτές, το Vission Lorimer Club Mix των Peter Lorimer & Richard "Humpty" Vission τέθηκε κατόπιν επικεφαλής του σκανδιναβικού CD single, ενώ το Uno Clio Mix των Gareth Cooke & Mrs. Wood αναδείχθηκε βασικό στο ευρωπαϊκό maxi. Ωστόσο, αν και το "Beautiful Life" είναι από τα ωραιότερα τραγούδια των Ace Of Base, δεν ευτυχεί σε καμία από αυτές τις απόπειρες.

Συγκριτικά καλύτερη αναδεικνύεται η extended δουλειά που επιμελήθηκαν οι Denniz Pop, Joker & Max Martin, καθώς ναι μεν κόβει και ράβει έχοντας κατά νου τις ευρωπαϊκές πίστες, αλλά τουλάχιστον διατηρεί την ταυτότητα του κομματιού και τα μελωδικά του στοιχεία. [ 6/10] Η προσπάθεια των Gareth Cooke & Mrs. Wood είναι μελετημένη, καταλήγει όμως να υπερτονίζει τα ρυθμικά και να υπερπροβάλλει το ρεφρέν, ενώ χρησιμοποιεί και εξτρά μουσικά μέρη από την club μόδα της εποχής, τα οποία στους καιρούς μας ακούγονται κακογερασμένα. [ 5/10] Όσο για την εκδοχή των Lorimer & Vission, συνιστά ορισμό της remix ισοπέδωσης, αποστειρώνοντας εντελώς το "Beautiful Life" από την υποδόρια μελαγχολία του. [ 3/10]

 

ΤΗΕ BRIDGE [Mega, Οκτώβριος 1995]

Το πολυαναμενόμενο δεύτερο άλμπουμ έμπαινε με το δεξί, με το "Beautiful Life" να πετυχαίνει εκκίνηση πολλών αστέρων. Την ίδια στιγμή έδινε και τον τόνο της αλλαγής, καθώς το γκρουπ απομακρύνεται από το φλερτ με τη reggae, αράζοντας σε μια πιο χορευτική εκδοχή της ABBA κληρονομιάς. Αλλά ο υπόλοιπος δίσκος δεν είχε να επιδείξει τίποτα αναλόγως καλό στη μακρά του διάρκεια, που υπερβαίνει τη μία ώρα στην έκδοση με το "Love For Sale".

Παρότι οι Ace Of Base παρουσιάζονται εδώ ως ηχητικά κατασταλαγμένοι συγκριτικά με το Happy Nation, το The Bridge είχε και πάλι βγει υπό πίεση, σε ένα διάστημα μάλιστα που είχαν ανάγκη να αποστασιοποιηθούν λίγο ο ένας από τον άλλον, όντας κουρασμένοι από τις διαρκείς παγκόσμιες περιοδείες. Έτσι, το γεγονός ότι ο δίσκος δεν σημείωσε την επιτυχία του προκατόχου του, έκανε τα πράγματα χειρότερα για τα εσωτερικά τους.

Το The Bridge βρίθει χαμηλών τόνων και στιγμών που ξεθωριάζουν εύκολα ("Angel Eyes", "Perfect World"), αποκτώντας παροδικό ενδιαφέρον μόνο όταν αρθρώνει μια φασόν ποπ γραφή πάνω σε μπιτάκια ("Edge Of Heaven", "My Déjà Vu"). Ειδικά από τη μέση και μετά, κατρακυλάει χαλαρά την κατηφόρα της πλήξης –και είναι ζήτημα αν θυμάσαι τραγούδια του κάποιον καιρό μετά, πέρα βέβαια από το "Beautiful Life", ίσως και το "Lucky Love". Στην πραγματικότητα, λοιπόν, οι Σουηδοί δεν ήταν έτοιμοι για τέτοια στροφή, ούτε και φάνηκε να την είχαν σκεφτεί ιδιαίτερα. [ 4/10]

 

Lucky Love - Frankie Knuckles remix [Arista, Ιανουάριος 1996]

Παράλληλα με την ακουστική version που λάνσαρε στα mainstream ραδιόφωνα, η Arista πρόσφερε κι ένα 12ιντσο maxi για τα αμερικάνικα clubs, με μπροστάρη ένα σπέσιαλ remix του θρυλικού Frankie Knuckles, που υπήρξε ως γνωστόν μορφή στην ανάδυση της house σχολής του Σικάγο. Παρά το όνομα και τη φήμη του, ωστόσο, το αποτέλεσμα τείνει στο απογοητευτικό: αν και ενδιαφέροντες, οι δικοί του ρυθμοί διάγουν βίους παράλληλους με το κομμάτι των Ace Of Base και δεν ανακατεύονται μαζί του.

Στα b-sides, εντωμεταξύ, συγκαταλέγεται και μια προσπάθεια του «πολύ» Armand Van Helden (British Nites mix), ο οποίος διέλυσε εντελώς το πρωτότυπο "Lucky Love" προκειμένου να φτιάξει μια χορευτική βόμβα για τις πίστες των 1990s. Και ναι μεν αποστολή εξετελέσθη, στο όνομα όμως ενός τραγουδιού που παύει να είναι έστω και λίγο αναγνωρίσιμο. [ 5/10]

 

Never Gonna Say I'm Sorry - Sweetbox remix [Arista, Ιούλιος 1996]

Όπως λέγαμε και παραπάνω, το πιο χορευτικό Sweetbox remix του παραγωγού Geo ήταν η συμβιβαστική λύση σε έναν ακόμα καυγά μεταξύ της μπάντας και της Arista, αφού η εταιρεία κατέστησε σαφές ότι δεν της άρεσε το "Never Gonna Say I'm Sorry" και δεν ήθελε να το στηρίξει ως single, ενώ οι Ace Of Base το θεωρούσαν κάτι σαν το νέο τους "All That She Wants" –μια άποψη πολύ μακριά από την πραγματικότητα.

Σε κάθε περίπτωση, το ορίτζιναλ κομμάτι ακουγόταν καλύτερα στην euro pop μορφή την οποία είχε στο The Bridge, παρά στη βεβιασμένα και άκομψα funky ανάπλαση που έλαβε μέσω του Sweetbox remix. Κατάσταση που δεν άλλαξαν ούτε τα house remixes του Lenny B στα b-sides. [ 4/10]

 

Life Is A Flower Remixes [Mega, Απρίλιος 1998]

Το "Life Is A Flower" ανέλαβε να κουβαλήσει στις πλάτες του τη σοκαριστική για πολλούς fans αλλαγή στην «πρόσοψη» των Ace Of Base, αφού βασική ερμηνεύτρια αναλάμβανε πλέον η Jenny Berggren, με τη Linn να υποχωρεί στα μετόπισθεν. Παράλληλα με τη βασική έκδοση, εντωμεταξύ, διατέθηκε κι ένα CD single γεμάτο remixes, με επικεφαλής ένα Milk Inc. Club Mix του Βέλγου trance παραγωγού Ivo Donckers.

Αποσκοπώντας στις πίστες, ο Donckers κράτησε λίγα στοιχεία από το ορίτζιναλ, σε αντίθεση με τον ελληνικής καταγωγής συμπατριώτη του Christophe Chantzis: στο Absolom remix του, δεν καταλαβαίνεις καν ότι έχεις να κάνεις με κάτι των Ace Of Base. Το παράδοξο, όμως, είναι ότι αυτές οι λίαν αποδομητικές προσεγγίσεις καταλήγουν να ηχούν πιο ενδιαφέρουσες από το ήπιο, αδιάφορα αισιόδοξο φασόν του πρωτότυπου τραγουδιού, με αποτέλεσμα να εκμηδενίζουν τα υπόλοιπα b-sides, δηλαδή το Sweetbox remix του Geo και το Night Club remix των Soul Poets. [ 4/10]

 

FLOWERS [Mega, Ιούνιος 1998]
στις Η.Π.Α. βγήκε ως Cruel Summer (Arista, Ιούλιος 1998) με αρκετά τραγούδια είτε επανηχογραφημένα, είτε ως remixes

Απουσία κάποιας περιποιημένης, συνολικής επανέκδοσης σαν κι εκείνη της Mirumir για το Happy Nation, η πιο ολοκληρωμένη εκδοχή της τότε κυκλοφορίας είναι η ευρωπαϊκή έκδοση του Flowers στην επαυξημένη εκδοχή που διατίθεται πλέον και ψηφιακά (π.χ. μέσω Spotify), έχοντας δηλαδή ως bonus tracks το "L' Amour" και το Big Bonus remix των Jonas Berggren, Karsten Rene Dahlgaard & Johnny Mosegaard στο "Cruel Summer".

Η έκδοση αυτή αποδεικνύει το Flowers ως μια στοχευμένη κίνηση των Ace Of Base προς κάτι το βασικώς ABBA, ενημερωμένο όμως από τα dance pop δρώμενα των 1980s και, ανά περιστάσεις, από τα mainstream ηλεκτρονικά των 1990s. Δεν είναι τυχαίο, βέβαια, ότι πλέον όλα «κουμπώνουν» στη φωνή της Jenny Berggren, αφού η Linn ξεθωριάζει ακόμα και στο εξώφυλλο.

Ορισμένα τραγούδια στέκονται ωραία σαν επικαιροποιημένα δείγματα μιας κατά βάση βορειο/κεντροευρωπαϊκής schlager γραφής ("Travel To Romantis", "Donnie"), αλλά τα περισσότερα αποδεικνύονται μετρίως εμπνευσμένες ασκήσεις πάνω σε χιλιομουρμουρημένα ποπ φασόν, εξοπλισμένες με αδιάφορους στίχους –συνήθως ερωτικού περιεχομένου, αν και θίχτηκαν και πιο υπαρξιακά ζητήματα στο "Life Is A Flower" και στο "Captain Nemo", το οποίο στήνει έναν ιντριγκαδόρικο (νοερό) διάλογο με τον θρυλικό ήρωα του Ιουλίου Βερν.

Μερικές φορές οι ασκήσεις αυτές εντυπώθηκαν χαριτωμένα ("Tokyo Girl"), άλλες όμως στάθηκαν αδιάφορες ("Adventures In Paradise"). Η Jenny Berggren ερμηνεύει φιλότιμα και όσο πιο εκφραστικά μπορεί, μα λείπει εν τέλει το χρώμα κι εκείνο το κάποιο χάρισμα της αδερφής της, που, έστω κι αν κρίνεται ως μικρού βεληνεκούς, έδινε ένα «κάτι» στην πρόσοψη των τραγουδιών των Σουηδών. [ 5,5/10]

 

Cruel Summer - French edition Garage mix [Baxter, Ιούνιος 1998]

Θέλοντας να τονώσουν το προφίλ τους στη Γαλλία, οι Ace Of Base ηχογράφησαν μια σπέσιαλ εκδοχή του "Cruel Summer" με το boy band Alliage, η οποία μπήκε στο δεύτερο άλμπουμ εκείνων (το Musics), αποκτώντας και βιντεοκλίπ. Μάλιστα, για τις ανάγκες της περαιτέρω προώθησης διατέθηκε κι ένα 12ιντσο maxi, όπου πρωταγωνιστούσε ένα διαφοροποιημένο Garage mix φτιαγμένο από τους Benoît Suys & Philippe Renaux.

Όπως και στη στάνταρ βερσιόν, οι Alliage τραγουδούν εδώ το δικό τους κομμάτι στα γαλλικά (σε στίχους Daniel Moyne & Jean Toussaint Tosi), ενώ αλλάζει σημαντικά και η ενορχήστρωση, καθώς ο Βρετανός παραγωγός Steven McCutcheon προκρίνει λάτιν στοιχεία, κοντά σε εκείνα του Enrique Iglesias. Το αποτέλεσμα, πάντως, είναι μια τρύπα στο νερό: τίποτα δεν προσφέρεται στη διασκευή (σε καμία εκδοχή), ενώ τα φωνητικά των Alliage εντυπώνονται εντελώς αδιάφορα. [ 3/10]

 

Cruel Summer - Hani remix [Arista, Ιούλιος 1998]

Η αμερικάνικη έκδοση του Flowers είχε φυσικά ως προπομπό τη διασκευή στο "Cruel Summer" –τζάμπα έκανε τόση φασαρία η Arista; Ο Clive Davis έμεινε πλήρως ικανοποιημένος από την είσοδο στο #10 των Η.Π.Α., αλλά επειδή συνέχισε να βρίσκει το αποτέλεσμα που του είχαν παραδώσει υπερβολικά ευρωπαϊκό, εμφανίστηκε κι ένα 12ιντσο maxi με remixes, έχοντας επικεφαλής το οκτάλεπτο Hani Num club mix.

Ούτε όμως αυτή η προσεγμένα κλαμπίστικη βερσιόν του Κουβεϊτιανού DJ Hani Adnan Al-Bader, ούτε οι λοιπές εκδοχές στα b-sides μπόρεσαν να γλιτώσουν την ανάγνωση των Ace Of Base από την ενοχλητική αίσθηση ότι κάπου, κάπως ωχριούσε μπροστά στο πρωτότυπο κομμάτι των Bananarama· όχι μόνο μουσικά, αλλά και στα άχρωμα, διεκπεραιωτικά φωνητικά της Jenny Berggren. [ 5/10]

 

Cruel Summer Remixes [Mega, Ιούλιος 1998]

Στην ευρωπαϊκή της σειρά, η διασκευή στο "Cruel Summer" επανέλαβε την αμερικανική επιτυχία στη Βρετανία (#8), όχι όμως και στη Σουηδία (μόλις #33) ή τη Γερμανία (#28). Η κυκλοφορία συνοδεύτηκε κι εδώ από μια σπέσιαλ Remixes έκδοση (σε CD single), με βασικό κομμάτι το σχεδόν εντεκάλεπτο KLM Club Mix του Keith Litman. Το οποίο ξεχειλώνει αρκετά δίχως να έχει κάτι ιδιαίτερο να πει, ποντάροντας σε υπέρ το δέον κλαμπίστικα κόλπα, όπως λίγο-πολύ συμβαίνει και στα b-sides, με την εξαίρεση της άνωθεν αναφερόμενης μίξης του Al-Bader. [ 4/10]

 

Whenever You're Near Me [Arista, Οκτώβριος 1998]

Σαν "Whenever You're Near Me" δεν περιεχόταν βέβαια στην ευρωπαϊκή έκδοση του Flowers, εντούτοις δεν είναι παρά το ήδη γνώριμο "Life Is A Flower", επανηχογραφημένο με ερωτικούς στίχους και με νέα παραγωγή. Παρά την προσπάθεια του ορίτζιναλ κομματιού να αρθρώσει υπαρξιακούς στίχους, το αποτέλεσμα ήταν όπως είδαμε χλιαρό. Φανταστείτε λοιπόν τι γίνεται όταν η θεματολογία μετασχηματίζεται σε συμβατικώς ερωτική, με την παρουσία του Νορβηγού Ole Evenrude στην κονσόλα να αδυνατεί να προσθέσει το οτιδήποτε ουσιώδες. [ 5/10]

 

Whenever You're Near Me Remixes [Arista, Οκτώβριος 1998]

Η Arista το πίστευε τόσο το "Whenever You're Near Me", ώστε φρόντισε να υπάρξει και χωριστό 12ιντσο maxi γεμάτο remixes για λογαριασμό των αμερικάνικων clubs, με πρωταγωνιστικό ανάμεσά τους το σχεδόν εννιάλεπτο dance mix των Steven Nikolas & Brendon Sibley. Ανούσια φλύαρο και ανά σημεία ισοπεδωτικό, απλά κάνει το ορίτζιναλ κομμάτι φύλλο και φτερό, όπως λίγο-πολύ συμβαίνει και με τα b-sides. [ 3/10]

 

Everytime It Rains [London, Απρίλιος 1999]

Άλλο ένα τραγούδι που υπήρχε μόνο στην αμερικάνικη βερσιόν του Flowers, έχοντας οδηγήσει σε έναν ακόμα ομηρικό καυγά με τον Davis. Λογικά, μάλιστα, ο τελευταίος το προόριζε ως single, εντούτοις η σχετικά αποτυχημένη επίδοση του "Whenever You're Near Me" (#76) τον φρέναρε. Ωστόσο το "Everytime It Rains" βγήκε τελικά ως single από τη London, εν όψει μιας ενισχυμένης επανέκδοσης του Flowers στη βρετανική αγορά.

Εδώ η Linn Berggren, έστω και με το ζόρι, λάμπει για τελευταία φορά στο Ace Of Base προσκήνιο, ερμηνεύοντας σόλο. Ακόμα κι αν δεν έβαλε τα δυνατά της είναι αρκετά καλή, χαραμίζεται όμως σε μια δευτεράντζα, αφού το "Everytime It Rains" δεν είναι παρά μια ρουτινιάρικη μπαλάντα χωρισμού. [ 5/10]

 

Cecilia remix [Many, Ιούνιος 1999]

Τι μύγα τσίμπησε τους Ace Of Base και θέλησαν να συνεχίσουν το "Cecilia" των Simon & Garfunkel (1970), γράφοντας στίχους για το τι μπορεί να απέγινε η πρωταγωνίστρια; Ποιος τους ξέρει... Εντούτοις το αποτέλεσμα δεν ήταν τίποτα το ιδιαίτερο και η αποτύπωση αυτή δεν αλλάζει στο remix που επιμελήθηκε ο Ole Evenrude για ένα 12ιντσο maxi, το οποίο κυκλοφόρησε μονάχα στην Ιταλία. [ 5/10]

 

C' Est La Vie (Always 21) [Mega, Οκτώβριος 1999]

Υπόλειμμα από τα αχρησιμοποίητα sessions του Flowers, το "C'est La Vie (Always 21)" ξαναδουλεύτηκε, έλαβε βιντεοκλίπ και ανέλαβε να εκπροσωπήσει τη συλλογή επιτυχιών Singles Of The '90s που θέλησε να βγάλει τότε η Mega, αδιαφορώντας για τα καινούρια τραγούδια που της έφερναν οι Ace Of Base. Άγνωστο τώρα πώς ηχούσαν αυτά, πάντως το εν λόγω καλώς είχε μείνει στα αζήτητα. Ούτε κι έκανε τίποτα (Σουηδία #38, Γερμανία #64), με αποτέλεσμα να ακυρωθεί η σχεδιαζόμενη έκδοσή του στη Βρετανία. [ 4/10]

 

Hallo Hallo [Mega, Ιανουάριος 2000]

Ένα ακόμα τραγούδι από το «συρτάρι», επίσης από τα sessions του Flowers, επιστρατεύτηκε κι αυτό για να ενισχύσει το promo της συλλογής Singles Of The '90s. Αν και μπήκε στο soundtrack της κωμωδίας του Adam Sandler You Don't Mess with the Zohan, δεν πέτυχε να κάνει καμία αίσθηση –ούτε καν στην πιστή γερμανική αγορά, όπου ξέμεινε στο #99. Και πώς αλλιώς, αφού από το ένα αυτί μπαίνει κι από το απέναντι βγαίνει; [ 4/10]

 

Hallo Hallo XTM Full remix [Mega, Μάρτιος 2000]

Με δεδομένες τις εκ φύσεως αδυναμίες του "Hallo Hallo", κανείς δεν κατάλαβε γιατί επιλέχθηκε μια χωριστή 12ιντση maxi κυκλοφορία ειδικά για την Ισπανία, στην οποία πρωταγωνιστούσε ένα remix του παραγωγού Xasqui Ten Martínez. Φιλότιμη η προσπάθειά του για κάτι πιο κλαμπίστικο, όπως και η ανάλογη του «Sir» Martin Ankelius σε ένα από τα b-sides. Ωστόσο η κατάσταση δεν σωζόταν με μίξεις για τις πίστες. [ 4/10]

 

DA CAPO [Mega, Σεπτέμβριος 2002]

Όπως πρόδιδε και ο τίτλος, το Da Capo βρήκε τους Ace Of Base να προσπαθούν να επανέλθουν στον ήχο της 1990s επιτυχίας, συνδυάζοντας pop, ηλεκτρονικά και τζαμαϊκανά στοιχεία. Αλλά η απόπειρα δεν έβγαλε πουθενά και ουσιαστικά τερμάτισε εν τέλει και τη συνεργασία τους με τη Mega. Δεν έλειψαν μάλιστα και φωνές που κορόιδεψαν ανοιχτά τους Σουηδούς, αποτιμώντας τους ως μπάντα η οποία έπαιζε «παλιά» πράγματα και δεν είχε πλέον καμία επαφή με την επικαιρότητα.

Η κρίση αυτή δεν είναι αναληθής: πράγματι, οι Ace Of Base του Da Capo κοιτάνε προς τα πίσω, προς τις περασμένες τους δόξες. Ελέγχεται όμως για την αυστηρότητα και τον χλευασμό της, καθώς μια εικοσαετία μετά όλη η ποπ επικαιρότητα αποτιμά πολύ διαφορετικά τους ήχους των 1980s και 1990s, οι οποίοι έχουν γυρίσει δυναμικά στο προσκήνιο, ενημερώνοντας ακόμα και τις πιο συζητημένες νέες παραγωγές. Ως εκ τούτου, το Da Capo δεν ακούγεται πια «παλιό», όπως ίσως ακουγόταν το 2002. Μάλιστα, αν έβγαζε η Lady Gaga ή η Dua Lipa κάποια από τα καλύτερα τραγούδια του, τα ραδιόφωνα θα τα είχαν στην πρώτη γραμμή.

Κάπου λοιπόν μέσα σε αυτή την ανησυχία που έχουν διάφοροι στον Τύπο μη και δεν ασχοληθούν με το «φρέσκο», χάθηκε το γεγονός ότι οι Ace Of Base του Da Capo βρήκαν τον δρόμο για να γυρίσουν στις μέρες του Happy Nation, πλέον ως έμπειρη και ηχητικά κατασταλαγμένη μπάντα. Φυσικά καμία ιστορία δεν επαναλαμβάνεται και όσα κάνουν εδώ τα έχουν ήδη ξανακάνει. Δεν έχουν χάσει όμως την ικανότητα να γράφουν στρογγυλές, χορταστικές μελωδίες ηλεκτρονικής ποπ σαν το "Catch With A Light" ή το "Unspeakable". Γενικά, επίσης, ο μέσος όρος εδώ –αν και σίγουρα όχι θεαματικός– κρίνεται αξιοπρεπέστατος, ενώ μας λύνεται και η απορία για το τραγούδι που είχαν σκαρώσει για τον Τζέιμς Μποντ. Έστω κι αν το "The Juvenile" δεν λέει εν τέλει και πολλά πράγματα. [ 6/10]

 

Unspeakable The Remixes [Mega, Δεκέμβριος 2002]

Περιέργως η Mega δεν διάλεξε το "Unspeakable" ως πρώτο single του Da Capo, προτιμώντας το συμπαθές, μα όχι αξιομνημόνευτο "Beautiful Morning" –το οποίο έφερε πάντως μια τελευταία επιτυχία στη Σουηδία (#14). Το "Unspeakable", πάλι, το φαντάζονταν να φτάνει και στα clubs, οπότε εμφανίστηκε και μια παράλληλη CD single έκδοση γεμάτη με remixes.

Εμπορικά επήλθε καταστροφή (#45 στη Σουηδία, #97 στη Γερμανία), καλλιτεχνικά όμως τα πράγματα δεν ήταν τόσο τραγικά όσο συνήθως, καθώς ορισμένοι προσκεκλημένοι σαν το δανέζικο house δίδυμο Filur ή τους Fairlite έκαναν συμπαθή δουλειά (με τους τελευταίους να καταθέτουν ένα ενδιαφέρον instrumental mix). Το single κατέληξε σπάνιο και σήμερα θεωρείται πανάκριβο, αλλάζοντας χέρια για ποσά γύρω στα 75 ευρώ. [ 6/10]

 

Wheel Of Fortune remix 2009 [Playground Music, Οκτώβριος 2008]

Το 2008 ήταν πικρό έτος για τους Ace Of Base, οι οποίοι το είχαν μεν πάρει απόφαση ότι θα συνέχιζαν χωρίς τη Linn, όμως έβλεπαν ταυτόχρονα πως οι δισκογραφικές δεν τους έδιναν πια σημασία. Βρέθηκαν πάντως με τα πολλά σε νέο label, το οποίο ήταν θετικό σε καινούριο άλμπουμ, αν και θέλησε σε πρώτη φάση να αναθερμάνει τους παλιούς οπαδούς με ένα best of. Στα πλαίσια λοιπόν του σχετικού promo, έγινε κι αυτό το remix στο "Wheel Of Fortune".

Δουλειά της ίδιας της μπάντας, δεν ήταν τόσο κακό όσο ίσως φοβόταν κανείς. Εντούτοις, η club αισθητική του καταγράφηκε παρωχημένη, ενώ τελικά πρόκειται για αχρείαστη υπόθεση: από τις έξι εκδοχές που υπάρχουν πλέον για το "Wheel Of Fortune", καλύτερη παραμένει η στούντιο βερσιόν που μπήκε στο Happy Nation. [ 5/10]

 

Cruel Summer remixes 2009 [Star Rouge, Αύγουστος 2009]

Οι Ace Of Base δεν ανακατεύτηκαν άμεσα με αυτήν την κυκλοφορία, αφού ουσιαστικά ο Ιταλοέλληνας DJ Rico Bernasconi πήρε τα δικαιώματα για τη διασκευή τους στο "Cruel Summer" και –είτε μόνος του, είτε με προσκεκλημένους– σκάρωσε νέα remixes, εκδίδοντάς τα σε ένα maxi single που κυκλοφόρησε αποκλειστικά στη Γερμανία. Οι διαδρομές εξαντλήθηκαν πάντως σε τυπικό electro house με ορισμένα progressive στοιχεία, οπότε δεν υπάρχει τίποτα άξιο λόγου εδώ πέρα. [ 4/10]

 

All For You (New Remixes) [Polydor, Σεπτέμβριος 2010]

Για κάθε καλλιτέχνη, η παρουσία των fans είναι ευχή και οι επιθυμίες τους κατάρα. Στην περίπτωση των Ace Of Base, όσοι fans απέμειναν ως το 2010 με δυσκολία είχαν καταπιεί την αποχώρηση της Linn. Δεν επρόκειτο λοιπόν να δεχτούν και την έξοδο της Jenny, πόσο μάλλον από τη στιγμή που υποψιάζονταν ότι δεν ήταν επιθυμία της, αλλά την είχαν δρομολογήσει ο Jonas με τον Buddha. Με το που έσκασε λοιπόν το "All For You", ελάχιστοι ενδιαφέρθηκαν να το ακούσουν. Ακόμα και στις μέρες μας, τα σχόλια στο YouTube κάτω από το ωραίο, ασπρόμαυρο βιντεοκλίπ του Patric Ullaeus, παραμένουν ενδεικτικά: «σαν Nirvana χωρίς τον Kurt» λέει ο ένας, «πήραν δύο μοντέλα και συνεχίζουν» λέει ο άλλος, κ.ο.κ.

Άκρως και κυνικώς υπολογισμένη η όλη ιστορία με την Jenny, ούτε κι εγώ διαφωνώ. Όμως ο Buddha με τον Joker έγραψαν εδώ –με την πολύτιμη συμβολή του Jonas Saeed– ένα από τα ωραιότερα τραγούδια της Ace Of Base πορείας, έστω κι αν κατά βάση γύρισαν τούμπα τη συνταγή του "Beautiful Life", φτιάχνοντας ένα κομμάτι για τον πόνο του χωρισμού και τον χρόνο που περνά. Και είναι πράγματι κρίμα που δεν είχαν πια τη Linn και την Jenny για να τραγουδήσουν δίπλα στα παραμορφωμένα γαλλικά καλέσματα του Buddha. Ωστόσο η Clara Hagman (σε βασικό ρόλο) και η Julia Williamson (σε δεύτερο πλάνο) τα καταφέρνουν μια χαρά, με την πρώτη ειδικά να ξεχωρίζει στα κουπλέ με το θλιμμένο σκέρτσο και τους τονισμούς της.

Η βασική έκδοση του single είχε ως b-sides διάφορα remixes, από αδιάφορα ως κακά. Στη Γαλλία, ωστόσο, εμφανίστηκε ηπιεπίσημα-ημιανεπίσημα μια διαφορετική εκδοχή (CD single και maxi single) στην οποία φιγούραρε ως κεντρικό το Glam As You remix του DJ/παραγωγού Guenael Geay, που στα '00s έγινε πολύ γνωστός στo Παρίσι διοργανώνοντας το gay χορευτικό πάρτυ Glam As You. Οδηγώντας λοιπόν το "All For You" σε ένα ηχητικό κλίμα που κάτι θυμίζει από την εγχώρια επιτυχία της Άννας Βίσση "Αγάπη Υπερβολική" (2000), ο Guena LG, μαζί με τον συμπατριώτη RLS στα b-sides, κατέθεσαν πολύ απλά τα ωραιότερα remixes στην ατέλειωτη και εν πολλοίς αδιάφορη remix ιστορία των Ace Of Base. [ 7/10]

 

THE GOLDEN RATIO [Playground Music, Σεπτέμβριος 2010]

Με τόσα πολλά να δουλεύουν ταυτόχρονα εναντίον τους, ο Buddha με τον Joker θα έπρεπε να παραδώσουν έναν δίσκο γεμάτο singles σαν το "All For You", αν ήθελαν να κρατήσουν κόντρα στο ρεύμα και να υπερασπιστούν την απόφασή τους να συνεχίσουν τους Ace Of Base χωρίς την Jenny Berggren. Και το Golden Ratio δεν ήταν μια τέτοια δουλειά. Αυτό δεν σημαίνει πάντως ότι ήταν και η τραγωδία που είδαν (ή προέβλεψαν) διάφοροι.

Είναι σίγουρα άλμπουμ το οποίο έπρεπε να έχει λιγότερα κομμάτια: κακά τα ψέματα, κανείς δεν θα έκλαιγε το "Told My Ma" ή το "One Day", εάν απουσίαζαν. Είναι επίσης ένα σύνολο με μπόλικο «δεύτερο», μπαλαντοειδές υλικό σαν το "Juliet" και το "Who Am I". Από την άλλη, εντοπίζονται και ορισμένα καλογραμμένα τραγούδια εδώ κι εκεί, αρκούντως χαριτωμένα μέσα στην 1990s συμβατικότητά τους, σαν π.χ. το "The Golden Ratio" ή το "Southern California" –για το οποίο θα μαθαίναμε αργότερα ότι υπήρχε μισοτελειωμένο ήδη από τα χρόνια του Da Capo.

Πρόκειται για κατάσταση που δεν ισορροπεί εύκολα και δεν λαμβάνει καμία σχεδόν βοήθεια από την Clara Hagman και την Julia Williamson, οι οποίες –παρά την καλή επίδοση στο "All For You"– ερμηνεύουν τυποποιημένα (π.χ. "Vision In Blue) και δίχως φαντασία, αναδεικνύοντας έτσι την απουσία των Berggren, αντί να την καλύπτουν. Εντούτοις, με λίγη περισσότερη δουλειά και λιγότερη παράδοση στον κομφορμισμό, αφήνεται η εντύπωση ότι θα μπορούσε να προκύψει κάτι παραπάνω. Ως έχουν τα πράγματα, πάντως, όσο καλή πρόθεση κι αν έχεις απέναντι σε αυτή την εκδοχή των Ace Of Base, ο δίσκος καταλήγει βαλτωμένος άσχημα. [ 4/10]

 

HIDDEN GEMS [Playground Music, Μάρτιος 2015]

Οι Ace Of Base δεν ξαναφάνηκαν μετά την αποτυχία του Golden Ratio και ως το 2012 οι δύο νέες τραγουδίστριες ήταν κι αυτές παρελθόν. Ωστόσο από τον Μάρτιο του 2011 η σελίδα τους στο Facebook άρχισε να ανεβάζει μια πληθώρα ακυκλοφόρητων demo ηχογραφήσεων, τις οποίες οι fans μπορούσαν μάλιστα να αποκτήσουν και δωρεάν κατά τις λεγόμενες «Ace Thursdays».

Ένα μέρος από το εν λόγω υλικό απάρτισε τελικά τη συλλογή Hidden Gems, όπου βρίσκουμε γενικά τραγούδια από το 1991 ως το 2006. Πέντε ανάμεσά τους ήταν βέβαια ήδη γνωστά ως b-sides ή ως bonus tracks σε κατά τόπους σπέσιαλ εκδόσεις. Αλλά τα υπόλοιπα προέρχονταν από τα αρχεία του Buddha και του Jonas, με νεότερη ανάμεσά τους μια εκδοχή στο "Giving Up" που είχαν δουλέψει παρέα το 2014, πάνω σε ένα μισοτελειωμένο κομμάτι από τα χρόνια του The Sign.

Αρκετά τραγούδια είναι όπως περιμένεις από μια τέτοια συλλογή: βασικές, αρκετά οικείες στο αυτί ποπ μελωδίες στην παράδοση των ABBA, οι οποίες ακούγονται μια χαρά αν τις βάλεις ως «κάτι να παίζει», μα θέλαν οπωσδήποτε εξτρά ιδέες για να μη βγουν στη δισκογραφία απλά ως «γεμίσματα». Μερικές επιλογές αποδεικνύονται πάντως πιο ολοκληρωμένες και θα μπορούσαν να σταθούν μια χαρά στις παρελθούσες κυκλοφορίες της μπάντας –κυρίως το επανεπεξεργασμένο "Giving Up" και το "Summer Days" από τη γιαπωνέζικη έκδοση του Da Capo, που μαζί με μερικές ακόμα στιγμές από τα sessions του δείχνει ξανά ότι οι Ace Of Base (έστω και νοσταλγικά κινούμενοι) βρέθηκαν τότε σε μια καλή φάση.

Εντωμεταξύ, η επαυξημένη έκδοση του Hidden Gems στο box set του 2020 δίνει την ευκαιρία να ακούσει κανείς και το demo του "Mr. Ace" το οποίο έδωσε το "All That She Wants", αλλά και να εκτιμήσει πόσο σωστές ήταν οι συμβουλές που έδωσε τότε στη μπάντα ο μακαρίτης Denniz PoP, που έφυγε τόσο άδοξα το 1998, μόλις στα 35 του. Αλλά, και σε μια πιο γενική παρατήρηση, ο «πάγκος» των Ace Of Base –έστω και σε αυτήν την προφανώς επιλεκτική ανθολόγηση– έχει περισσότερα να πει στο mainstream pop σκηνικό της δεκαετίας των 2010s από δίσκους κάποιων επίκαιρων, συζητημένων αστέρων του είδους. [ 6/10]

 

HIDDEN GEMS VOL. 2 [από το box set της Edsel, Αύγουστος 2020]

Μία ακόμα συλλογή, με την οποία συνεχίζεται και επεκτείνεται η κεντρική ιδέα του πρώτου Hidden Gems, όπου οι Ace Of Base ψάχνουν βαθύτερα τα συρτάρια με το ακυκλοφόρητο υλικό τους από την περίοδο 1991/2006.

«Βαθύτερα», βέβαια, σημαίνει ότι τώρα έχουμε μια πιο χαλαρή ανθολόγηση, η οποία δίνει ένα άλμπουμ 23 κομματιών με 76 λεπτά διάρκειας –κάπως πολύ δηλαδή, εφόσον έχει ήδη υπάρξει κι έτερο Hidden Gems. Από την άλλη, το Hidden Gems Vol. 2 δεν σχεδιάστηκε ποτέ ως αυτόνομη κυκλοφορία· αποτέλεσε τμήμα του χορταστικού box set All That She Wants: The Classic Collection, οπότε απευθύνεται εξαρχής σε fans που ενδιαφέρονται για κάθε ηχογράφηση του αγαπημένου τους γκρουπ.

Οι υπόλοιποι μάλλον θα κουραστούν από την παρέλαση επιλογών σαν το "The Challenge" ή το "Couldn't Care Less", παρότι εδώ κι εκεί εντοπίζονται διάφορα αξιοπρόσεχτα –λ.χ. το "Wish You Were Mine" ή το "For A Thousand Days". Σκέφτεσαι επίσης ότι το "Stranger To Love" ακούγεται ωραιότερο από άλλα τραγούδια που το προσπέρασαν στην τελική ευθεία για το The Bridge ή ότι το "At The Borderline (Moogoperator 2)" είναι πιο ενδιαφέρον από το "Moogoperator", ακόμα για τα δεδομένα των άγουρων, αναποφάσιστων ηχογραφήσεων του Happy Nation. Επίσης, όσοι θυμούνται το θρησκευτικό κλίμα του βιντεοκλίπ για το "Happy Nation" θα σταθούν με περιέργεια στο αναπάντεχο, αν και όχι σημαίνον, "Kyrie Eleison". [ 5/10]

 

Εδώ ίσως και να τελειώνει η πορεία των Ace Of Base, αφού μόνο η επιστροφή της Linn Berggren θα τους ξαναέθετε σε κίνηση, έχοντας παράλληλα αντίκτυπο στο κοινό. Κι αυτό δείχνει πολύ δύσκολο να συμβεί, με δεδομένο ότι διάλεξε την πλήρη εξαφάνιση από τη δημοσιότητα. Η ιστορία της μουσικής, βέβαια, μας έχει διδάξει ότι όλα γίνονται. Σε κάθε περίπτωση, μπορούμε να τους συνοψίσουμε ως ένα συγκρότημα το οποίο πέτυχε να κάνει μεγάλο μπαμ, οπωσδήποτε δυσανάλογο των δυνάμεων και της αισθητικής του, αφού δεν ήταν ούτε ABBA, ούτε καν Roxette. Αλλά η ποπ αγαπά διαχρονικά όσους γράφουν ωραίες μελωδίες. Και οι Σουηδοί έγραψαν πράγματι μερικές τέτοιες, σε κάθε φάση της καριέρας τους.